Μέσα στην (Ενιαία) Θεία Πραγματικότητα, στην Ύπαρξη και στη Δραστηριότητα του Θεού, εκδηλώνονται οι δύο όψεις της εμπειρίας της Ζωής, η «Ζωή» και ο «Θάνατος». Είναι Δύο Όψεις της Ίδιας Πραγματικότητας, που μπορούν, σε «λεκτικό επίπεδο» να αντιμετατεθούν. Ζωή είναι η Θεία Ζωή, κι η γέννηση στην δημιουργία είναι ουσιαστικά «θάνατος». Από την αντίστροφη οπτική, ο Θεός είναι το Άγνωστο, η Κοσμική Νύχτα, το «Χάος», ο «Θάνατος», ενώ η «εμφάνιση» μέσα στην δημιουργία είναι ύπαρξη και ζωή… Έτσι και οι δύο καταστάσεις, η Υπερβατική Ύπαρξη, και η κοσμική ύπαρξη μπορούν να ονομαστούν «ζωή» και η άλλη κατάσταση «θάνατος». Εξαρτάται από ποια μεριά το βλέπουμε… πάντως και στις δύο περιπτώσεις μιλάμε για «δύο καταστάσεις ύπαρξης» (θάνατος, με την έννοια της ανυπαρξίας, δεν υπάρχει, δεν νοείται, και δεν υποστηρίχθηκε –σοβαρά- σε καμία παράδοση).
Από την άποψη της «θεϊκής» προοπτικής ο Θεός «πεθαίνει» μέσα στην Δημιουργία, για να την «ζωογονήσει» και «ανασταίνεται» πάλι στην προκοσμική του κατάσταση, όταν «διαλύεται» ο κόσμος πίσω στο «χάος». Από την άποψη των (περιορισμένων) όντων ο Θεός Γεννιέται μέσα στον κόσμο και τον «ζωογονεί» και «πεθαίνει» επιστρέφοντας στο Άγνωστο, αποσύροντας την ζωογόνο δύναμή του από την φύση. Στην πραγματικότητα μιλάμε για την ίδια πραγματικότητα, που «βλέπουμε» από δύο διαφορετικές θέσεις, κι οι διαφορές είναι μόνο «λεκτικές».
Η Πρότυπη Γέννηση κι ο Θάνατος του Θεού, αναφέρονται στην Γέννηση του Ζαγρέα στην Αυγή του Χρόνου, και στην Επιστροφή του στο Άχρονο, στο Τέλος του Χρόνου, και στην Γέννησή του Ξανά, στην Νέα Αυγή του Χρόνου… Στους Δελφούς, την εποχή του χειμερινού ηλιοστασίου οι «Όσιοι» ιερουργούν και θυσιάζουν και λατρεύουν τον «θάνατο» του Θεού (που σχετίζεται με την «εξαφάνισή» του από τον κόσμο, κι όχι με τον «διασπαραγμό» του Ζαγρέα από τους τιτάνες, που εντάσσεται στον κύκλο της «κοσμικής θυσίας»). Είναι ο Διόνυσος που «εξαφανίζεται» τον «χειμώνα». Είναι ακόμα ο Απόλλωνας που «αναχωρεί» για την «χώρα των υπερβορείων» (καθώς ο ήλιος μετά τη φθινοπωρινή ισημερία «παίρνει» το δρόμο για το βορά στην εκλειπτική, και φτάνει στο πιο βορινό σημείο στο χειμερινό ηλιοστάσιο). Παράλληλα οι «Θυιάδες», οι δελφικές μαινάδες, ιερουργούν για την γέννηση του Διονύσου Λικνίτη, του Θείου Βρέφους, βρεφικής μορφής του Διονύσου. Ο Διόνυσος Λικνίτης, είναι ακόμα ο Απόλλωνας που σε λίγο, την άνοιξη, θα «επιστρέψει» από την χώρα των «υπερβορείων»
Ο Διόνυσος κι ο Απόλλωνας είναι ο Ίδιος Θεός… Κι οι δύο Θεϊκές (Ηλιακές) Μορφές, «χάνονται» το Κοσμικό (κι Ετήσιο) Χειμώνα, στη «Νύχτα», στο «Χάος», στη «χώρα των υπερβορείων», κι «εμφανίζονται» πάλι την άνοιξη… κι ο «ερχομός» τους γιορτάζεται (και στους Δελφούς με ιερουργίες και τελετές και στην Αθήνα με τα «Καταγώγια» στα πλαίσια των «Ανθεστηρίων») Κατά πληροφορία του Μακρόβιου, σε μία χαμένη θεολογική πραγματεία που αποδίδεται στον Αριστοτέλη, τα Θεολογούμενα υποστηρίζονταν με στοιχεία πως ο Διόνυσος κι ο Απόλλωνας ήταν ο Ίδιος Θεός, όχι μόνο στο περιεχόμενο (σαν θεϊκές οντότητες) αλλά και στην λατρεία.
Η Γιορτή του Διονύσου Λικνίτη αποτέλεσε το πρότυπο για την καθιέρωση της χριστιανικής γιορτής των «χριστουγέννων».
Το ίδιο γεγονός, η γέννηση («εμφάνιση», «καταγώγια») κι ο «θάνατος» (η «εξαφάνιση», αναγώγια») του Θεού, αντανακλάται και στον Διόνυσο, σαν Πνεύμα της Φύσης… και στον Κοσμικό Κύκλο της Δημιουργίας, και στον Ετήσιο (εποχιακό) κύκλο ανανέωσης της φύσης… κι αποτελεί την αφορμή και το περιεχόμενο πολλών γιορτών που σχετίζονται με την φύση.
Η «εξαφάνιση» του Θεού τον «Χειμώνα» (που είναι πρόβλημα, ως και καταστροφή, για ανθρώπους που ζουν σύμφωνα με τις εποχές, κι εξαρτώνται από τις εποχές, και την παραγωγή της γης…), κι «επανεμφάνισή» του την «άνοιξη», έχει μεγάλη σημασία.
Ο Θεός που «Γεννήθηκε» το «Χειμώνα» (και γιορτάστηκε σαν Λικνίτης), «έρχεται» στον κόσμο, και «θυσιάζεται» για να «ζωογονήσει» τον κόσμο (κι εδώ εντάσσεται μυστηριακός μύθος του «Διασπαραγμού» του Ζαγρέα, καθώς και η Κοσμική Θυσία του Ταύρου της Διονυσιακής Λατρείας, κι οι τελετουργικοί διασπαραγμοί και ωμοφαγίες των θιάσων και των μαινάδων…), «διασπαράσσεται» στην πολλαπλότητα των όντων, διατηρώντας όμως την «υπαρξιακή καρδιά» της Ενότητας, κι έτσι, ενώ είναι ο Ένας μέσα στους πολλούς, ταυτόχρονα Αναδύεται Υπαρξιακά σαν Ενότητα, σαν Ένας, «Ανασταίνεται», (Είναι η «ανάσταση» του Ζαγρέα, η «δεύτερη γέννηση» του Θεού σαν Διονύσου της Σεμέλης).
Το ίδιο περιεχόμενο, αν και πολλές φορές διαφορετική σημασιοδότηση έχουν τα «Αναγώγια» και «Καταγώγια» του Θεού (θάνατος» κι «ανάσταση» του Θεού (είτε το δούμε από την μεριά του Θεού, είτε το δούμε από την μεριά του ανθρώπου)
Ενώ όμως ο «θάνατος» του Θεού («Αναγώγια», «Εξαφάνιση», «Κατάβαση στον Άδη»…) ιερουργείται μυστικά, αφού δεν είναι ένα γεγονός που μπορεί να «γιορταστεί»… η «Επιστροφή» του Θεού («Καταγώγια», «Εμφάνιση», «Ανάβαση από τον Άδη»), γίνεται πανηγυρικά στα ανοιξιάτικα «Ανθεστήρια», την Δεύτερη Μέρα, των Χοών, όπου ο Θεός (Διόνυσος) μπαίνει στην Πόλη της Αθήνας μέσα σε ένα τροχοφόρο καράβι…
Η κεντρική ιερουργία στα Μεγάλα Διονύσια είναι η πομπή του ξοάνου του Διονύσου Ελευθερέως από τον Ναό του στην Ακρόπολη ως την Ακαδήμεια (που συμβολίζει την «εξαφάνιση», το «θάνατο», του Θεού…), και η «επιστροφή» του πίσω στο Ναό του (που συμβολίζει την «επανεμφάνιση», την «ανάσταση» του Θεού).
Στο «Θείο Πάθος» του Διονύσου («Αναγώγια»-«Καταγώγια». «θάνατος»-«ανάσταση», του Θεού), θα «βρουν», αργότερα, μετά από αιώνες, οι χριστιανοί, το περιεχόμενο, την σημασία, και την λατρευτική εκδήλωση της δικής τους γιορτής του «Πάσχα», της «Σταύρωσης», της «Καθόδου στον Άδη», και της «Ανάστασης» του «Χριστιανικού Θεού»… Το χριστιανικό πάσχα εορταζόταν (με απόφαση της Α΄ οικουμενικής συνόδου στην Νίκαια, το 325, μ. Χ.) την πρώτη πανσέληνο μετά την εαρινή ισημερία…
Γιορτές για τον «Θνήσκοντα Θεό», επιτάφιοι θρήνοι (και περιφορές επιταφίων), και γιορτές της «ανάστασης» του Θεού, γίνονταν τουλάχιστον 5 αιώνες πριν τον Χριστό…
Η «συμμετοχή» στην Λατρεία προϋπόθετε καθαρμούς και αγνείες… ενώ με τον τελετουργικός διασπαραγμό και ωμοφαγία (πανάρχαια ιερή πράξη), είτε κισσού, είτε ζώου, καθώς και με την «μετάληψη οίνου» στις γιορτές, ο λάτρης ταυτιζόταν με τον Θεό, μεταλάμβανε του «θείου»… Στο χριστιανισμό ο καθαρμός κι οι αγνείες αντικαθίστανται από το «βάπτισμα» (που γίνεται μία φορά), ενώ το περιεχόμενο και η σημασία της «θείας μετάληψης» με την τελετουργική ωμοφαγία μεταφέρεται αυτούσια στην «μετάληψη του σώματος και του αίματος του Χριστού»…
Αφήνοντας κατά μέρος τον Ιησού από την Ναζαρέτ, που δεν υπήρξε ποτέ (σε αντίθεση με τον Ορφέα, τον Βούδα, τον Λάο Τσε…) και δεν έχει καμία σχέση με «όσα» πιστεύουν οι χριστιανοί, μπορούμε να πούμε ότι οι χριστιανοί της επίσημης εκκλησίας, αντέγραψαν με σκανδαλώδη τρόπο την Διονυσιακή Λατρεία και τις διονυσιακές γιορτές, «εφαρμόζοντας» όσα «συμβολικά» απέδιδαν οι Έλληνες στον Γιό του Θεού Διόνυσο, στον Ιησού…
Ο Διόνυσος, Γεννημένος Προκοσμικά από το Άχρονο (Ζαγρέας), ο Διόνυσος, σαν Πνεύμα Ενότητας, Πνεύμα της Φύσης, Γεννουσιουργός Θεός, ο Βάκχος, σαν Οδηγητής και Λυτρωτής των ανθρώπων, ο Ορφέας, κατ’ εξοχήν ενσάρκωση του Διονύσου, Πρόσωπο του Διονύσου (δηλαδή άνθρωπος που «ταυτίστηκε» με τον Θεό του), μεγάλος ανάμεσα στους ανθρώπους (ενσαρκώσεις επίσης του Διονύσου), «θεάνθρωπος», που «χάνεται» στο «μύθο»… αποτελεί το Πρότυπο του Χριστού, του Υιού, του Λόγου, του Σταυρωμένου Λυτρωτή, του Θεανθρώπου…
Η «επικράτηση» του χριστιανισμού στην ύστερη αρχαιότητα, δεν σημαίνει ότι ο χριστιανισμός εκπροσωπεί την αλήθεια… Ο χριστιανισμός επικράτησε απλά, επειδή οι αυτοκράτορες που πριν (στην ελληνιστική εποχή) είχαν καθιερώσει την Διονυσιακή Λατρεία σαν επίσημη θρησκεία, διαπίστωσαν (στην ρωμαϊκή εποχή) ότι μπορούσαν να «χειραγωγήσουν» και να «ελέγξουν» καλύτερα τους λαούς της αυτοκρατορίας με την νέα θρησκεία (αντίγραφο της Διονυσιακής Θρησκείας), του χριστιανισμού… οι λόγοι της επικράτησης ήταν καθαρά πολιτικοί.
Για να μιλήσουμε καθαρά, ο χριστιανισμός, όπως διαμορφώθηκε ήταν ένας «λαϊκός Διονυσιασμός» που εκλαϊκευσε (εκκοσμίκευσε) τις Μυστηριακές Ιερουργίες και Τελετουργίες, την Διονυσιακή Παράδοση και τα Μυστήρια, σε απλές εξωτερικές τελετουργικές πράξεις, τα «μυστήρια», το βάπτισμα, το χρίσμα, την μετάληψη («θεία κοινωνία»), κλπ… Μόνο έτσι, μιλώντας την «μυστηριακή γλώσσα», μπορούσε ο χριστιανισμός να απευθυνθεί και να «πείσει» τους λαούς της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Η ευκολία των εξωτερικών τελετουργικών μυστηρίων του χριστιανισμού ήταν επόμενο να «παρασύρει» τα αμόρφωτα πλήθη (και «κάποιοι» το εκμεταλλεύτηκαν αυτό). Οι χριστιανοί επικράτησαν «λεηλατώντας» τα Μυστήρια των Ελλήνων. Ο Θεός των χριστιανών δεν είναι παρά μία άλλη μορφή του Διονύσου, ο «Πάσχων Θεός»… Αυτό είδαν οι αυτοκράτορες και «υιοθέτησαν» πολιτικά το χριστιανισμό…
Το αποτέλεσμα δεν είναι απλά μία ιστορική απάτη, μία κατασυκοφάντηση της αρχαίας ελληνικής θρησκείας, αλλά και ένα τραγικό αδιέξοδο, στο οποίο έχει φτάσει η Θρησκεία σήμερα…
Αποβάλλοντας η Θρησκεία, τον Μυστικό, Μυστικιστικό, και Υπερβατικό, Χαρακτήρα, που είχε στην Ελληνική Θρησκεία και μεταβαλλόμενη σε μία επιφανειακή, εξωτερική, λατρεία, όπως είναι ο χριστιανισμός της επίσημης εκκλησίας, έχασε την πραγματική λυτρωτική δύναμή της. Ο χριστιανισμός δεν μπορεί να σώσει κανέναν…
Η Αρχαία Λατρεία» οδηγούσε τον άνθρωπο στην οντολογική, πνευματική, νοητική, ψυχική, και ψυχοσωματική μεταμόρφωση… η χριστιανική λατρεία δεν έχει ούτε καν τα ηθικά αποτελέσματα στα οποία περιορίζει την δράση της… Κι αυτό το αποδεικνύει η κατάσταση των χριστιανικών κοινωνιών.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου