Κυριακή 10 Σεπτεμβρίου 2017

Martin Heidegger: Από την εμπειρία της σκέψης

Από την εμπειρία της σκέψης 1947 (Aus der Erfahrung des Denkens)

Ανάμεσα στα ψηλά έλατα …

Ι

Οδός και ισορροπία,
Πόρος και λόγος
Συναντώνται στην ίδια πορεία.

Όδευε και κόμιζε
Αστόχημα και ερώτημα
Στο δικό σου μοναδικό μονοπάτι.

ΙΙ

Όταν το εωθινό φως σιωπηλά προβαίνει πάνω από τα βουνά …

Το σκοτείνιασμα του κόσμου δεν φθάνει ποτέ στο φως του Είναι.

Ερχόμαστε πολύ αργά για τους θεούς και πολύ νωρίς για το Είναι.
Το ποίημα του Είναι, που μόλις άρχισε, είναι ο άνθρωπος.

Να οδεύεις προς ένα αστέρι· μόνο αυτό.

Σκέπτεσθαι είναι ο περιορισμός σε μια μόνο σκέψη που κάποτε
θα σταθεί σαν ένα αστέρι στον ουρανό του κόσμου.

ΙΙΙ

Όταν μπροστά από το παράθυρο της καλύβας ο ανεμοδείκτης τραγουδάει
μέσα στην επερχόμενη καταιγίδα …

Εάν το θάρρος του σκέπτεσθαι πηγάζει από την αξίωση του Είναι,
τότε ευδοκιμεί η γλώσσα της μοίρας.

Μόλις έχουμε το Πράγμα στα μάτια μας μπροστά και την ακρόαση του
λόγου στην καρδιά μας, τότε το σκέπτεσθαι ευημερεί.

Λίγοι άνθρωποι είναι αρκετά εκπαιδευμένοι, ώστε να διακρίνουν ανάμεσα
σε ένα αντικείμενο μάθησης και σε ένα Πράγμα της σκέψης.

Η υπόθεση του σκέπτεσθαι θα ήταν πιο ευοίωνη,
εάν ήδη υπήρχαν σ’ αυτό αντίμαχοι και όχι απλοί
αντίπαλοι.

IV

Όταν σε έναν από τη βροχή ανταριασμένο ουρανό αίφνης
γλιστρά μια ηλιαχτίδα πάνω από τα σκοτεινά λιβάδια …

Ποτέ δεν πάμε εμείς προς τις σκέψεις. Αυτές έρχονται προς
εμάς.

Αυτή είναι η προσήκουσα ώρα της συνομιλίας.

Η ώρα της ευφροσύνης στο συντροφικό διαλογισμό.
Αυτός δεν προβάλλει πολεμικές γνώμες ούτε ανέχεται τις
ενδοτικές συναινέσεις. Σταθερό παραμένει το σκέπτεσθαι
στον αγέρα του Πράγματος.

Από μια τέτοια συντροφικότητα μπορεί ίσως να ανακύψουν ορισμένοι
τεχνίτες στην τέχνη του σκέπτεσθαι. Έτσι ώστε κάποιος απ’ αυτούς
απρόσμενα να γίνει δεξιοτέχνης.

V

Όταν στο ξεκίνημα του καλοκαιριού ανθίζουν οι μοναχικοί νάρκισσοι,
κρυμμένοι μέσα στο λιβάδι, και λάμπει το ρόδο των βουνών κάτω από
το σφενδάμι…

Το μεγαλείο του απλού.

Μόνο η διαμορφωμένη εικόνα διαφυλάσσει το όραμα. Αλλά η διαμορφωμένη εικόνα ανήκει στο ποίημα.

Πώς θα μπορούσε ποτέ να μας διαπνέει ενθάρρυνση, εάν θέλαμε να αποφύγουμε τη θλίψη;

Ο πόνος δωρίζει τη θεραπευτική του δύναμη, εκεί που δεν τη
φανταζόμαστε.

VI

Όταν ο αγέρας, αλλάζοντας γρήγορα, μουρμουρίζει στις ξυλώσεις
της καλύβας και ο καιρός απειλεί να γίνει άσχημος …

Τρεις κίνδυνοι απειλούν το σκέπτεσθαι.

Ο καλός και συνεπώς ο σωτήριος κίνδυνος είναι
η γειτνίαση του άδοντος ποιητή.

Ο κακός και συνεπώς ο πιο οξύς κίνδυνος είναι το ίδιο το σκέπτεσθαι. Πρέπει να σκέπτεται ενάντια στον ίδιο τον εαυτό του, πράγμα που σπάνια μόνο το μπορεί.

Ο άσχημος και συνεπώς ο συγκεχυμένος κίνδυνος είναι
το φιλοσοφείν.

VII

Όταν μια καλοκαιριάτικη μέρα η πεταλούδα κάθεται πάνω
στο λουλούδι και με κλεισμένα τα φτερά λικνίζεται μαζί του
στον αγέρα του λιβαδιού ….

Όλο το θάρρος της καρδιάς είναι η αντηχούσα ανταπόκριση στην
αξίωση του Είναι, η οποία συλλέγει τη σκέψη μας στο παιχνίδι
του κόσμου.

Μέσα στο σκέπτεσθαι κάθε πράγμα γίνεται μοναχικά και αργά.

Στη μακροθυμία ευδοκιμεί η μεγαθυμία.

Αυτός που σκέπτεται μεγάλως, πρέπει και μεγάλως
να σφάλλει.

VIII

Όταν ο χείμαρρος στο βουνό, μέσα στης νύχτας τη σιγαλιά,
ιστορεί τις πτώσεις του πάνω στους συμπαγείς βράχους …

Το αρχαιότερο από τα αρχαία μάς ακολουθεί στον τρόπο
σκέψης μας και όμως έρχεται να μας συναντήσει.

Να γιατί το σκέπτεσθαι συνάπτεται με την έλευση του
γεγονότος-όντος και είναι ανάμνηση.

Να είσαι αρχαίος σημαίνει: έγκαιρα να σταματάς εκεί
όπου η μοναδική σκέψη μιας οδού του σκέπτεσθαι
έχει διευθετηθεί στη δομή της.

Μπορούμε να αποτολμήσουμε το βήμα προς τα πίσω: από τη φιλοσοφία στη σκέψη του Είναι, στο μέτρο που μέσα στην προέλευση του σκέπτεσθαι έχουμε βρει την πάτρια εστία μας.

ΙΧ

Όταν οι χιονοθύελλες, τις νύχτες του χειμώνα,
τραντάζουν την καλύβα και ένα πρωί το τοπίο
βρίσκει τη γαλήνη του στη χιονισμένη του επένδυση …

Ο λόγος του σκέπτεσθαι θα εφησύχαζε στην ουσία του,
μόνο εάν γινόταν ανήμπορος να πει εκείνο που
πρέπει να μείνει ανείπωτο.

Μια τέτοια ανημποριά θα έφερνε το σκέπτεσθαι
ενώπιον του Πράγματος.

Ποτέ δεν υπάρχει ό,τι ομιλείται και σε καμιά γλώσσα
δεν υπάρχει ό,τι λέγεται.

Ότι υπάρχει πάντοτε και αιφνίδια ένα σκέπτεσθαι, ποιος εκπλησσόμενος θα ήθελε να διερευνήσει;

Χ

Όταν στις πλαγιές της ορεινής κοιλάδας, όπου οι
αγέλες προχωρούν αργά, τα κουδούνια ηχούν αδιάκοπα …

Ο ποιητικός χαρακτήρας του σκέπτεσθαι είναι ακόμα
συγκαλυμμένος.

Όπου αυτός φανερώνεται, εξισώνεται για πολύ καιρό με
την ουτοπία μιας ημιποιητικής διάνοιας.

Αλλά η σκεπτόμενη ποίηση είναι στην πραγματικότητα
η τοπολογία του Είναι.

Αυτή λέγει στο Είναι τον τόπο διαμονής της ουσίας του.

 XI

Όταν το εσπέριο φως, γέρνοντας κάπου μέσα στο δάσος,
χρυσίζει τους κορμούς των δέντρων …

 Το να τραγουδάμε και να σκεπτόμαστε είναι οι γειτονικοί
κορμοί της ποίησης.

Εκφύονται από το Είναι και φτάνουν στην αλήθεια του.

Η σχέση τους μας κάνει να σκεφτούμε ό,τι ο Hölderlin
τραγουδά για τα δέντρα του δάσους:

«Και άγνωστοι μεταξύ τους παραμένουν,
όσο στέκουν, οι γειτονικοί κορμοί».

Δάση απλώνονται
Χείμαρροι ορμούν
Βράχια διαρκούν
Βροχή ρέει

Λειμώνες αναμένουν
Πηγάδια αναβρύζουν
Άνεμοι κατοικούν
Ευ-λογία βρίσκει το νόημά της.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου