Κυριακή 4 Ιουνίου 2017

Ο Μυστικός Κόσμος του H. R. GIGER

Ο Μυστικός Κόσμος του H. R. GIGERΜας δείχνει καθαρά από πού ερχόμαστε και που πάμε.
«Οι πίνακες και τα έργα μου ενθουσιάζουν περισσότερο ανθρώπους οι οποίοι, πως να το πω, οι οποίοι είναι τρελοί. Μπορεί να μην το περιμένετε, αλλά πάρα πολύ άνθρωποι σκέφτονται όπως εγώ. Οι άνθρωποι στους οποίους αρέσει η δουλειά μου είναι είτε πάρα πολύ δημιουργικοί, είτε παράφρονες» δήλωσε το 1979 στο περιοδικό Starlog.

«H απόφαση μου να εμπλακώ σε τόσο μεγάλο βαθμό με την ποπ κουλτούρα (φιλμ επιστημονικής φαντασίας, εξώφυλλα ροκ δίσκων) οδήγησε σε μία τόσο μεγάλη αναγνώριση που έκανε κάποιους ειδήμονες της υψηλής τέχνης καχύποπτους εναντίον μου. Αντίθετα, αν ήμασταν στην Αμερική, κάτι τέτοιο δεν θα απασχολούσε κανέναν» λέει σε συνέντευξη του στο swissinfo.ch.

Ο μεγάλος ζωγράφος του «καθαρτηρίου», της μεταβιοτεχνολογίας, της κλωνοποιημένης μας εποχής της cyber – machine, ο Giger.
Aρχίζει τη δημιουργική του πορεία με μαύρες και σκοτεινές εικόνες, εμπνεόμενος από τα έργα των Salvador Dali και Jean Cocteau.

Εξετάζοντας τις εικόνες του Giger – δημιουργός ανάμεσα στ’ άλλα και της μορφής του Alien του Ridley Scott εξού κι ο χαρακτηρισμός του ως Xenomorph’s dad – πλημμυρίζεις από θαυμασμό για αυτόν τον Ελβετό ζωγράφο που παράγει την πιο αμφιλεγόμενη αλλά και πιο εντυπωσιακή τέχνη του 21ου αιώνα. Δεν βρίσκει κανείς λέξεις για να περιγράψει τις εικόνες του, αυτές τις επιστημονικά ακριβείς εικόνες που είναι σαν να αποσπώνται από το ίδιο μας το σώμα.

Η γλώσσα μοιάζει πρωτόγονη, διαθέτει λιγοστές ακριβείς λέξεις ικανές να περιγράψουν τις τρομακτικές απεικονίσεις που προκαλούν δέος, τις οποίες αποκαλύπτει στα μάτια μας ο καλλιτέχνης Giger. O Giger κομματιάζει τους ιστούς μας σε λεπτές μικροσκοπικές διαφάνειες έτσι ώστε να προβληθούν στον κόσμο. Σαν με ξυράφι, κόβει το μυαλό μας και το πλάθει έτσι που να πάλλεται πάνω στον καμβά. Είναι ένα alien που καραδοκεί στο σώμα μας αφήνοντας σε αυτό τα αυγά της απορίας. Τυλίγει μεταξωτές κλωστές από κουκούλι κάμπιας γύρω μας και τρυπά βαθιά μέσα στους αδένες της ανθρώπινης ύπαρξής μας.

«Βλέπεις περισσότερα από ότι εμείς τα οικιακά πρωτεύοντα θηλαστικά» του είπε κάποτε ο μεγάλος Timothy Leary. Σαν να έχει δημιουργηθεί από ένα άλλο υπερφυές είδος. Ένας μολυσματικός επισκέπτης που λαμπυρίζει με τα εντομοειδή μάτια του μέσα στα όργανα αναπαραγωγής μας. Ο August Kekule Von Stradonits ονειρεύτηκε ένα ερπετό να τρώγει τα ούρα του, έτσι ανακάλυψε τον άνθρακα και άρχισε η χρυσή εποχή της χημείας.

Κάπου εδώ καταφτάνει ο Giger. Είναι σαν να έχει ενεργοποιήσει τμήματα του εγκεφάλου του, που ελέγχουν την κυτταρική πολιτική του σώματός μας, τις βιολογικές μας τεχνολογίες, τις μηχανές αμινοξέων μας. Ο Giger γίνεται ο επίσημος φωτογράφος πορτρέτων της σύγχρονης εξωβιολογίας. Η δουλεία του διαθέτει μια βιοεπαναστατική χρονική διάρκεια. – από το ωάριο στον αναπτυγμένο cyborg – που μας ενοχλεί, μας στοιχειώνει. Μας δείχνει καθαρά από πού ερχόμαστε και που πάμε. Ανατρέχει πίσω στις βιολογικές μας μνήμες.

Τραβά εμβρυακές μας φωτογραφίες οκτώ μήνες πριν γεννηθούμε. Γυναικολογικά τοπία, ενδομητριακές κάρτες. Πάει ακόμα πιο πίσω, εξετάζοντας τον πυρήνα των κυττάρων μας. Θέλει να μάθει, αναζητεί να μάθει τον κωδικό του RNA μας. Πόσοι από εμάς είναι έτοιμοι να παρατηρήσουν τα RNA μαζικά παραγόμενα κύτταρα και τους ιστούς μας που χωρίς σταμάτημα κλωνοποιούν την αρχιτεκτονική της σάρκας μας. Όπως ο Hieronymus Bosch και ο Pieter Bruegel, ο Giger χωρίς έλεος μας αποκαλύπτει τον αναβολισμό και καταβολισμό της πραγματικότητάς μας.

Στους πίνακές του βλέπουμε τους εαυτούς μας σαν έρποντα έμβρυα, σαν όντα με μορφή κάμπιας, προστατευμένα από την μεμβράνη του εγώ μας, περιμένοντας την στιγμή της μεταμόρφωσης και της αναγέννησής μας. Βλέπουμε τις πόλεις μας, τους πολιτισμούς μας σαν κυψέλες εντόμων, σαν αποικίες μυρμηγκιών που κατοικούνται από έρποντα όντα με μορφή κάμπιας.

Ο Giger μας δίνει κουράγιο να χαιρετίσουμε τους «εντομικούς» εαυτούς μας. Ο νατουραλιστής Eugene Marais και ο κοινωνιολόγος του πανεπιστημίου Harvard, Edward Wilson, περιγράφουν τις περίπλοκες, μπερδεμένες τεχνικές διαβίωσης της κοινωνίας των εντόμων. Από αυτούς τους εθνολόγους- κοινωνιολόγους μαθαίνουμε ότι οι κοινωνίες των εντόμων, οι τερμίτες για παράδειγμα δημιουργούν με επιτυχία αστικούς πολιτισμούς για περισσότερο από τετρακόσια εκατομμύρια χρόνια. Από αυτά τα κοινωνικά έντομα, τώρα μαθαίνομαι τις στρατηγικές εξέλιξης των ευφυών όντων.

Αν θέλουμε το είδος μας, τα ανθρώπινα όντα να εξελιχθούν και να αναπτυχθούν πρέπει να μάθουμε ακριβώς γιατί και πως τα έντομα είναι ανώτερα από εμάς. Τα έντομα έχουν αναπτύξει την τακτική της μεταμόρφωσης, περνάνε μέσα από διάφορα στάδια εξέλιξης και το κάθε στάδιο είναι εξυπνότερο από το προηγούμενο και πιο κινητικό. Χρησιμοποιούν κατανομή της εργασίας σε χρονικού και δομικού τύπου κάστες. Αναπτύσσουν φτερωτές μορφές και εξαπλώνονται σε νέα σημεία του χώρου. Η συλλογική ευφυΐα του αυγού οργανώνει την κυψέλη, την δεξαμενή των γονιδίων, σε μια αρμονική ευέλικτη και πολύμορφη ενότητα – οντότητα.



Η Δική μας Μετάλλαξη
Η εποχή των δικών μας πόλεων τελειώνει. Σίγουρα κανένα ελεύθερο, ευφυές άτομο, των μητροπόλεων του κόσμου, δεν θέλει να περάσει τη ζωή του σαν ένας υποχθόνιος σκιερός αρουραίος, ο οποίος τρέχει ανάμεσα σε σκαμμένους, γεμάτους υπόγεια τούνελ δρόμους. Κάθε κάτοικος πόλης είναι ένα εμβριονικό, ίδιο με ένα ωάριο γυμνοσάλιαγκα, το οποίο περιμένει να μεταμορφωθεί σε ένα πολύχρωμο δημιούργημα που πετάει ψηλά. Ποιος από εμάς δεν θα το ήθελε; Μας αρέσει η όχι είμαστε όλοι εντομοειδείς εξωγήινοι οι οποίοι τρυπώνουμε μέσα στα αστικού τύπου σώματα μας. Και όλα αυτά τα σαρκώματα του Giger, οι μικροσκοπικές του διαφάνειες, αποτελούν σήματα για τη δική μας μετάλλαξη.

Κάτοικοι των πόλεων συναγερμός! Ήρθε η ώρα να εξελιχθούμε! Κάποτε πρέπει να σταματήσουμε να χτυπιόμαστε σαν μικρά νεκροζώντανα κοχύλια και να σερνόμαστε σαν κάμπιες μέσα στο σκοτάδι των ίδιων των μητροπολιτικών μας ιστών.

Η τέχνη του Giger διαφωτίζει τη βιολογική μας ευφυΐα ρίχνει φως στις σκοτεινές σπηλιές των ίδιων μας των πόλεων. Το γενετικό σημάδι είναι ξεκάθαρο, συρθείτε έξω από τα τούνελ των πόλεων, εκθέστε το χλωμό μεμβρανοειδές σώμα σας στον ήλιο και τον ουρανό. Ξεδιπλώστε τα ένδοξα μεταξωτά φτερά σας, βγείτε με κόπο έξω στην επιφάνεια του πλανήτη και πετάξτε ψηλά στο Διάστημα. Η εξελεγκτική ευφυΐα του Giger, από τη μια μας οδηγεί πίσω στην ιστορία, βαθιά μέσα στο εντομόιδες παρελθόν των βάλτων και της χλωρίδας, από την άλλη μας εκτοξεύει μπροστά προς το διάστημα, με μια προοπτική εντελώς μεταγήινη. Μας διδάσκει πως να αγαπάμε τα ερποειδεί, βδελυρά, εμβριονικά, εντομοειδεί, σώματα μας ώστε να μπορέσουμε να τα μεταμορφώσουμε.

ΟΙ ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΤΟΥ
Ο Giger φεύγει από την μικρή Ελβετική πόλη της Chur, των Βισονικών Άλπεων μέσα από τα κρυφά θέρετρα για σκι των Φλιντς, ψιλά στα γκρίζα και λευκά όρη και μέσα από τις εξαιρετικής ομορφιάς κοιλάδες και τους φλαμανδικούς καταρράκτες στην Σέεν, περνά από τη λίμνη Μάρτιν και από εκεί απέναντι μακριά στα σύνορα προς τη Ζυρίχη όπου επί τέσσερα χρόνια σπουδάζει τις μυστικές διδασκαλίες της σχολής εφαρμοσμένων τεχνών στην πόλη της Ζυρίχης.

Εκεί το 1966, πρωτογνώρισε τη Λι που σπούδαζε υποκριτική σε κάποια σχολή στη Ζυρίχη, μια όμορφη κοπέλα που συνδέθηκε μαζί του για το υπόλοιπο της ζωή της και ήταν σύζυγός του έως και τον θάνατό της το 1975. Κάποια στιγμή η Λι έχασε κάθε ενδιαφέρον για την υποκριτική και άνοιξε δική της γκαλερί, όπου ανέβαζε εκθέσεις των Manon, Pfeiffer και Klauke, καθώς και του ζωγράφου «μύθου» της εποχής Schuhwerke (shoe works). Αυτή την έκθεση ο Giger τη βιντεοσκόπησε την ημέρα των εγκαινίων φορώντας στα πόδια του αντί για παπούτσια, δύο φρατζόλες ψωμί από τις οποίες είχε αφαίρεση την ψίχα!!!

Ο Giger κατάφερε να πείσει τον πατέρα του να δώσει μία μικρή συνέντευξη για το φιλμ «Necronomicon», το 1976, λίγο πριν ο πατέρας του πεθάνει. Η συνέντευξη άρχιζε ως εξής: «Με εξέπληξε ότι έφερα στη ζωή έναν καλλιτέχνη. «Μη επικερδής» – αυτή ήταν η γνώμη του πατέρα του για την τέχνη. Πίστευε πως με τη Σύγχρονη Τέχνη δεν μπορεί να κερδίσει κανείς τα προς το ζην. Στο σχολείο ο υιός Giger δεν είχε καλούς βαθμούς, έτσι στην ηλικία των 18 ετών τον έστειλαν να μαθητεύσει κοντά σε κάποιον αρχιτέκτονα. Στην Chur, στην Ελβετία, εκείνη την εποχή η λέξη καλλιτέχνης ήταν συνώνυμο της κατάχρησης, οινοποσίας, ακολασίας και χάσιμο χρόνου.

Ο πατέρας του ένας έντιμος και ιδιαίτερα εσωστρεφής άνθρωπος, βοηθούσε καθέναν που αντιμετώπιζε δυσκολίες και είχε κερδίσει τον σεβασμό ως φαρμακοποιός – ήταν ακόμα πρόεδρος της Ένωσης Φαρμακοποιών και της Υπηρεσίας Διάσωσης των Άλπεων. Το φαρμακείο του πατέρα του είχε από χάπια μέχρι και βδέλλες και η δουλειά του μικρού Giger ήταν να κάνει διανομές φαρμάκων και διαφόρων υλικών με το ποδήλατό του στους γιατρούς της περιοχής. Ο πατέρας του ήταν εξουσιαστικός αλλά συνάμα και ευγενικός άνθρωπος, δεν τον είχε χτύπησε ποτέ. Μία φορά μονάχα έτυχε να εκνευριστεί τόσο πολύ που πραγματικά τον φοβήθηκε. Ο δρόμος δίπλα στο φαρμακείο ήταν σκαμμένος για μια εγκατάσταση ηλεκτρικών καλωδίων.

Με το πέσιμο της νύχτας μάζεψε στο υπόγειο του φαρμακείου ένα δίμετρο καλώδιο από χαλκό, με μολυβένια θήκη και δέσιμο από στρώμα πίσσας. Αφού πρώτα έκαψε την πίσσα και μετά έλιωσε το μολύβι, προσπάθησε να το μεταμόρφωσε σε όπλο. Έπειτα πήρε ατσάλι που βρήκε στο φαρμακείο και το οποίο φαινόταν ιδανικό για την κατασκευή σφαιρών και το έριξε σε καλούπια από κερί. Δυστυχώς είχε διαλέξει σαν τόπο εργασίας το κελάρι που βρισκόταν κάτω από το φαρμακείο, το οποίο δεν είχε παράθυρα για εξαερισμό.

Εντελώς απορροφημένος από τη δουλειά του -όπως ένας βοηθός αλχημιστή- και μετά από ώρες που έλιωνε το μολύβι και έκαιγε την πίσσα, άκουσε ξαφνικά τη φωνή του πατέρα του. Ποτέ άλλοτε δεν τον είχε ακούσει να φωνάζει τόσο επίμονα. Είδε μία άσπρη μπλούζα φαρμακοποιού να ορμά καταπάνω του μέσα από σ’ ένα παχύ σύννεφο καπνού που θύμιζε το νέφος του Λονδίνου στα έργα του Εdgar Wallace. Έτρεξε στα γρήγορα να γλιτώσει από τις κακές διαθέσεις του πατέρα του, ενώ πίσω του ακουγότανε απανωτές εκρήξεις.

Ο Giger μετά από το περιστατικό αυτό κρυβόταν επί δύο μέρες, ενώ η οικογένεια προσπαθούσε με κάθε διαθέσιμο μέσον να καθαρίσει το φαρμακείο. Όταν ο πατέρας του –που στην αρχή νόμισε πως το φαρμακείο έπιασε φωτιά- συνειδητοποίησε ότι ο γιος του ήταν ο ένοχος, ο φόβος του μετατράπηκε σε οργή. Το γραφείο, η αποθήκη, το ντουλάπι που φύλαγε τα δηλητήρια, όλοι οι χώροι με τα χιλιάδες φιαλίδια – όλα ήταν μαύρα, όλα είχαν καλυφθεί από μία κολλώδη, λιπαρή μεμβράνη.

Ίσως αυτές οι αναμνήσεις των αλχημιστικών του δραστηριοτήτων είναι που επηρέασαν τις εικόνες του. Έπειτα από πολλές ώρες δουλειάς, με όλη την οικογένεια και τους υπαλλήλους κατάφεραν να βάλουν τα πράγματα σε μια τάξη. Όταν ο πατέρας του τον αντίκρισε -που εν τω μεταξύ είχε ανησυχήσει τρομερά για τον γιο του- και είδε ότι ήταν καλά, ο Giger ένιωσε ότι θα προτιμούσε να τον έβρισκε μισοπεθαμένο ή τουλάχιστον καλυμμένο με αίματα!

ΤΟ ΤΡΑΙΝΟ ΦΑΝΤΑΣΜΑ
Ως παιδί ο Giger είχε κάθε διάθεση να εντυπωσιάσει το γυναικείο φύλο, είτε με τις εκκεντρικές του ενασχολήσεις, είτε με το να δημιουργεί φαντασιακούς ονειρικούς κόσμους που θα έκαναν τις γυναίκες να δείξουν ενδιαφέρον και κάποια περιέργεια. Ελκυόταν από γυναίκες που ήταν μεγαλύτερές του.

Στην πόλη της chur, σε κάποια πλατεία υπήρχε το σχετικό λούνα πάρκ, εκεί μεταξύ των άλλων υπήρχε και το τραίνο του τρόμου. Αυτό του προσέφερε μια μεγάλη ευκαιρία να αξιοποιήσει τις δυνατότητες του, μεταξύ των άλλων όμως να προσελκύσει και γυναίκες. Παρ’ όλου που ήταν μικρό παιδί ακόμα, βοηθούσε να κατασκευάζουνε διάφορα μυστηριακά πράγματα, κατάφερε να μάθει όλα τα μυστικά του τρόμου – και ταυτόχρονα να πλησιάσει κοντά στα υποκείμενα των φαντασιώσεών του. Οι αρχικές ερωτικές του φαντασιώσεις, εκπληρώνονταν μπροστά στα μάτια του μια φορά το χρόνο, κατά τη διάρκεια των τριών εβδομάδων της γιορτής του καρναβαλιού της πόλης.

Η επιστροφή στην κανονική μετέπειτα ζωή τον βύθιζε σε μελαγχολία. Άλλα σύντομα βρέθηκε υποκατάστατο. Στο σπίτι του πατέρα του όπου υπήρχε και το φαρμακείο, υπήρχε ένας τεράστιος μακρύς διάδρομος, λες και ήταν φτιαγμένος για να δημιουργήσει τους δικούς του μαγικούς διαδρόμους, τις σήραγγες του τρόμου.

Έστησε εκεί λοιπόν με τη βοήθεια φίλων του μια σήραγγα τρόμου. Η σήραγγα είχε μια μονάχα διαδρομή, μετά την είσοδο το βαγόνι πορευόταν δια μέσου μιας διπλής φουρκέτας που έστριβε σε μια ταλαντευόμενη πόρτα, η οποία ήταν κομμένη και ανοιχτή στο μπροστινό μέρος που θα περνούσε το βαγόνι και ακολούθως αυτή επανερχόταν στην αρχική της θέση μέσω ενός ελάσματος. Ο σκοτεινός διάδρομος ήταν γεμάτος με σκελετούς, τέρατα, και πτώματα από χαρτόνι και πλαστικό. Τις χαμηλής τάσης λάμπες μπαταρίας που φώτιζαν το χώρο, τις είχε κλέψει από τα παρκαρισμένα στους δρόμους ποδήλατα και τις είχε βάψει σε διάφορα χρώματα για να πετύχει ένα αέρινο και στοιχειωμένο φως.

Τα φαντάσματα στο χώρο – κατακρεουργημένοι, κρεμασμένοι, και νεκροί που σηκώνονταν μέσα από τα φέρετρά τους- ήταν πλαισιωμένα από διάφορους φίλους του, που βοηθούσαν να γίνει το θέαμα ακόμα πιο αληθοφανές, ενώ ταυτόχρονα συνόδευαν με διάφορους κατάλληλους ήχους το όλο εγχείρημα. Αρκετές είναι οι κοπέλες που θα θυμούνται για χρόνια, ίσως καλύτερα και από τον ίδιο, αυτούς τους διαδρόμους. Ήταν αρκετά αμήχανος και ντροπαλός και δεν τολμούσε να αγγίξει τις κοπέλες τις οποίες έσπρωχνε με το καρότσι στην κόλαση του τρόμου που είχε δημιουργήσει.

Οι μεταμφιεσμένοι με μάσκες βοηθοί του γινότανε κάθε φορά και καλύτεροι, έτσι βάλανε και εισιτήριο 5 σέντς. Ένιωσε πως η μεγαλύτερη επιτυχία του ήταν όταν κατάφερε να «ρίξει» μια μεγαλύτερή του κοπέλα. Δυστυχώς γι’ αυτόν αυτή του η επιτυχία ήταν μια από τις σπάνιες της παιδικής του ηλικίας. Όταν αποφάσισε να εμβαθύνει περισσότερο στην τέχνη του τρόμου, ο Giger άρχισε να δανείζεται και να διαβάζει βιβλία του Karl May και του Edgar Wallace.

Mελέτησε τα θρίλερ που βασιζότανε σε κέρινα ομοιώματα, καθώς και το φάντασμα της όπερας του Gaston Leroux’s. Μετά από αυτό το συναρπαστικό διάβασμα, το τραίνο φάντασμα του φαινόταν πλέον πρωτόγονο. Έτσι ξεκίνησε την κατασκευή στον πάνω όροφο του διαμερίσματός τους, ενός χώρου που θα το ονόμαζε το «μαύρο δωμάτιο», χώρος κατάλληλος για Jazz συγκεντρώσεις και για αποπλανήσεις κοριτσιών.




ΔΟΚΙΜΑΣΕ ΤΗΝ ΔΥΝΑΜΗ ΣΟΥ «ΧΤΥΠΑ ΤΟΝ ΛΟΥΚΑ»
Η κατασκευή αυτής της μηχανής που ονομάστηκε «χτύπα τον Λουκά» ήταν από τις πιο δημοφιλείς στο φεστιβάλ της πόλης Chur. Ήταν κατασκευασμένη από ξύλο, περιελάμβανε ένα μάνδαλο που αν το χτυπούσες με μια βαριοπούλα η κάποιο βαρύ αντικείμενο αυτό αντίστοιχα χτύπαγε ένα βάρος και το εκτόξευε τέσσερα μέτρα περίπου ψηλά που με τη σειρά του χτύπαγε ένα καμπανάκι που βρισκότανε στο ψηλότερο σημείο της κατασκευής. Σε μια ζωγραφιά που έκανε το 1986 ο Giger υποσυνείδητα ίσως την συσκευή αυτή την συνδύασε με μια γκιλοτίνα. Αυτή η κατασκευή είναι συνυφασμένη με την ιστορία της νιότης του Giger, στην πόλη που πέρασε τα παιδικά του χρόνια.

Εκεί και κατά τη διάρκεια των καρναβαλικών εορτών γινότανε και ένας αγώνας με βάση αυτή την κατασκευή, οι διαγωνιζόμενοι αναμετριότανε ποιος θα καταφέρει να χτυπήσει πιο δυνατά το καμπανάκι, την χρονιά εκείνη έτυχε η αδερφή του να καταγράφει τις επιδόσεις των συμμετεχόντων. Η χρονιά συνδέθηκε με ένα μεγάλο σκάνδαλο που σημάδεψε την ιστορία της μικρής ήσυχης πόλης τους. Η αδερφή του, καθώς και όλοι όσοι συμμετείχαν στο φεστιβάλ, όπως και ο μισός πληθυσμός της πόλης αρρώστησε από μια τροφική λοίμωξη. Αιτία τα βραστά λουκάνικα που είχαν καταναλώσει και που είχαν προμηθευτεί από το πιο γνωστό κρεοπωλείο που ο ιδιοκτήτης του ήταν ένας κοκκινομάλλης κύριος με το όνομα Λουκάς.

Το σκάνδαλο αυτό όπως ήταν φυσικό σατιρίστηκε την επόμενη χρονιά στη διάρκεια των εκδηλώσεων. Μάλιστα υπήρχε και ένα άρμα κατασκευή του Giger που ονομάσθηκε «χτύπα τον Λουκά». Στη θέση όμως του βάρους που εκτοξευότανε για να χτυπήσει το καμπανάκι ήταν ένα μεγάλο πιρούνι και στη θέση που βρισκόταν το καμπανάκι τοποθετήθηκε ένα τεράστιο λουκάνικο. Κάθε φορά που το πιρούνι τρυπούσε το λουκάνικο μια ποσότητα νερού κατάβρεχε τους τριγύρω. Αυτό έμεινε αξέχαστο στην περίοδο των εορτών, ο χασάπης δε ο Λουκάς εκνευρίστηκε τόσο πολύ που έστειλε τους βοηθούς του να καταστρέψουν το άρμα. Τελικά το άρμα συμμετείχε μισοκατεστραμμένο στην τελική παρέλαση, δύο άλογα το έσερναν, το πιρούνι κρεμότανε κυριολεκτικά και το λουκάνικο -ένα σχισμένο άδειο δέρμα- με μια κόκκινη περούκα σερνότανε κάτω. Όλοι οι παρευρισκόμενοι βάζοντας την φαντασία τους προσπαθούσαν να καταλάβουν πως δούλευε η κατασκευή.

Η ΠΡΩΤΗ ΕΚΔΟΣΗ
Το 1959 σκίτσαρε την πρώτη του δουλειά για δύο αντεργκράουντ περιοδικά, τα Clou και Hotcha τα σκίτσα ονομαζότανε Atomkinder (Nuclear Children). Από αυτή τη δημοσίευση δεν είχε οικονομικές απαιτήσεις, αλλά το έκανε για προσωπική ευχαρίστηση, τον βοήθησε βέβαια στο ξεκίνημα της καριέρας του και το όνομά του γράφτηκε στον τηλεφωνικό κατάλογο της περιοχής ως σχεδιαστής χώρων. Αυτό έφερε μια ικανοποίηση στο σπίτι του, ιδιαίτερα στον πατέρα του, που έβλεπε το γιο του σε κάποιο ξεκίνημα. Τα επόμενα χρόνια κανείς δεν τον ενόχλησε από αυτή την καταχώρηση, αυτό ήταν περισσότερο ικανοποίηση παρά δυσφήμηση για τον μελλοντικό καλλιτέχνη.

Το 1966, εμπνευσμένος από τα όνειρα του, άρχισε να τραβάει μια σειρά καλλιτεχνικών φωτογραφιών. Εκείνη την εποχή, ο Giger κοιμόταν πολύ άσχημα και τον «κυνηγούσαν» πάντοτε εφιάλτες. Στο σπίτι τους, στο σπίτι των γονιών του, και κάπου στο κλιμακοστάσιο υπήρχε ένα κρυφό παράθυρο, αυτό το παράθυρο οδηγούσε στο εσωτερικό ενός ξενοδοχείου που ήταν κολλητά στο σπίτι τους. Το ξενοδοχείο ονομαζόταν Τhree Kings.

Το παράθυρο ήταν πάντα σκεπασμένο με μια βρόμικη βαριά καφέ κουρτίνα. Στα όνειρα του Giger, η στις νυχτερινές περιπλανήσεις του αυτό το παράθυρο ήταν πάντα ανοιχτό εκεί έβλεπε γιγάντιους απύθμενους φωταγωγούς πλημμυρισμένους με ένα ξεθωριασμένο κίτρινο φως. Κατά μήκος των τοίχων σε αυτούς τους φωταγωγούς υπήρχαν απότομες επικίνδυνες σκάλες χωρίς καθόλου χειρολαβές, και τα σκαλοπάτια σε πήγαιναν βαθιά σε μια άβυσσο που χασμουριότανε έτοιμη να σε καταπιεί.

Από τότε που άρχισε να ζωγραφίζει τα τεράστια αυτά χάσματα το παράθυρο αυτών των ονείρων έμεινε κλειστό και σφηνωμένο. Άλλη μια πηγή των φαντασιώσεών του ήταν η κάβα στο υπόγειο του σπιτιού τους. Την προσέγγιζε κατεβαίνοντας μια πέτρινη μουχλιασμένη ελικοειδή σκάλα, αυτή οδηγούσε σε ένα αψιδωτό διάδρομο. Ο γείτονας – ιδιοκτήτης του διπλανού ξενοδοχείου- ενημέρωσε τον Giger ότι υπήρχαν στην πόλη δύο υπόγεια τέτοια τούνελ που οδηγούσαν από το παλάτι του επισκόπου υπογείως μέχρι έξω από την πόλη.

Ο διάδρομος της κάβας του σπιτιού τους ενωνότανε κάπου με ένα από αυτά τα τούνελ. Υπήρχε μάλιστα κάποια έξοδος από το τούνελ σε έναν δρόμο της πόλης, κάποιοι γνώριζαν αυτή την πρόσβαση μάλιστα αν ήταν λίγο τολμηρός κάποιος μπορούσε να εισχωρήσει σε αυτόν και σε αρκετά μέτρα βάθος, αργότερα η πρόσβαση αυτή χτίσθηκε για να αποφευχθούν διάφοροι κίνδυνοι. Ο Giger πρόλαβε να δει μόνο την κλειδωμένη πόρτα της κάβας η οποία τον ενέπνευσε στις πιο τολμηρές και φοβιστικές του φαντασιώσεις. Στα όνειρά του όμως αυτοί οι διάδρομοι ήταν ανοιχτοί και τον οδηγούσαν σε έναν τρομερό λαβύρινθο όπου τον περίμεναν όλα τα είδη κινδύνων που ήταν στημένοι εκεί περιμένοντάς τον. Κάθε όνειρο τον οδηγούσε κάτω στην ελικοειδή πέτρινη σκάλα μέσα σε αυτό τον μαγικό κόσμο της φαντασίωσης, έναν κόσμο που ταυτόχρονα τον έλκυε αλλά και το φόβιζε.

Η ΠΡΩΤΗ ΔΙΑΛΕΞΗ ΣΤΟ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΤΗΣ CHUR
Στην πρώτη του διάλεξη, που είχε σαν θέμα την ιστορία του ρεβόλβερ, στάθηκε απροετοίμαστος μπροστά στην τάξη με τους μαθητές γνωρίζοντας μόνο ότι η λέξη ρεβόλβερ προέρχεται από το λατινικό «revolvere» που σημαίνει κάτι που κυλάει. Ο Samuel Colt ήταν ο εφευρέτης αυτού του εξάσφαιρου πιστολιού με κινούμενο μύλο έτσι που μπορούσε να αυτοκαθαρίζεται. Η διάλεξη ήταν σύντομη, αμέσως μετά έβγαλε από έναν σάκο που είχε φέρει μαζί του την συλλογή με τα πιστόλια του -είκοσι διαφορετικά πιστόλια και ρεβόλβερ- και τα διένειμε στους μαθητές.

Η πρώτη κίνηση των μαθητών ήταν να στοχεύσουν ο ένας τον άλλον. Ο καθηγητής της τάξης χλόμιασε και μάταια προσπαθούσε να μαζέψει από τα χέρια τους τα επικίνδυνα εκείνα αντικείμενα. Ήταν η πιο σύντομη διάλεξη που έκανε ποτέ. Πιτσιρικάς στην ηλικία των οκτώ χρόνων είχε εντυπωσιαστεί πάρα πολύ από ένα πιστόλι μάουζερ που είχε στην κατοχή του ο πατέρας του. Τα όπλα είναι ιδιαίτερα επικίνδυνα γιατί βλέποντάς τα δεν καταλαβαίνει κάποιος αν είναι οπλισμένο η αν σε ένα ρεβόλβερ υπάρχει ξεχασμένη μια σφαίρα.

Το 1984 μετά από τριάντα χρόνια αποχής από τα όπλα ο Giger αγόρασε για τον εαυτό του ένα ρεβόλβερ, εφόσον την προηγούμενη βραδιά είχε εφιάλτες. Πριν λίγα χρόνια σχεδόν πυροβολήθηκε από έναν άγνωστο στο δωμάτιο του, στο Λος Άντζελες, όπου ζούσε ως πρόσφατα. Οι στατιστικές στην Αμερική λένε πως οι τέσσερις στους πέντε που κατέχουν όπλα αυτοπυροβολούνται και τραυματίζονται θανάσιμα.

Η ΣΥΛΛΟΓΗ ΑΠΟ ΕΛΑΣΜΑΤΑ ΤΙΡΑΝΤΩΝ
Ένα από τα πάθη του ήταν οι συλλογές, η συλλογή από ελάσματα που χρησιμοποιούνται για να προσδένονται τα παντελόνια με τις τιράντες ήταν μια από τις αγαπημένες του ήταν μια ψύχωση. Κάτι που υποσυνείδητα είχε συνδέσει στο νου του με τη σιχασιά που ένιωθε για τα φίδια και τα σκουλήκια. Αυτά τα ελάσματα κατασκευασμένα από λαστιχάκια και επενδυμένα από μεταξωτό ύφασμα σε διάφορα χρώματα και μεγέθη υπήρξαν η εμμονή του.

Ο Giger τα έβλεπε με μια μανία καταστροφής, ήθελε να τα ξηλώσει, να τα καταστρέψει, ίσως από την μανία του να σκοτώνει τα φίδια. Αυτό που τον εξίταρε όμως περισσότερο ήταν όταν αυτά τα ελάσματα ήταν μισοξηλωμένα, το κάλυμμά τους είχε φθαρεί αφήνοντας να φαίνονται τα λαστιχάκια από μέσα του τα οποία ήταν έτοιμα να σπάσουν και να αφήσουν τα παντελόνια να πέσουν κάτω. Αντάλλασσε αυτά τα ελάσματα από λάστιχο δίνοντας χρήματα στους συμφοιτητές του να αγοράσουν καινούργια. Τα μικρά αυτά αντικείμενα της συλλογής του τα παρομοίαζε με τσακισμένα σκουλήκια και φίδια, σχεδόν νεκρά, που χωρίς επιτυχία προσπαθούν να σύρουν τα κορμιά τους σε ασφάλεια.

Πολύ αργότερα είχε μια ακόμη πιο δυσάρεστη εμπειρία με σκουλήκια σε ένα ταξίδι του στο νησί του Αγίου Μαυρικίου. Εκεί οι εφιάλτες του είχαν σχέση με τα διαφανή σκουλήκια της θάλασσας που είναι πέντε πόδια μακριά και με διάμετρο στις δύο ίντσες. Στην ακρογιαλιά, σχεδόν άψυχα, σαν σύριγγες, τσαλακωμένα σε μερικά σημεία, σαν μεταχειρισμένα προφυλακτικά, είχαν κατά μήκος ενισχυτικούς κύκλους. Επίσης είχαν κάποιο άνοιγμα στην μια τους άκρη και διαστελλότανε ή συστελλότανε ρυθμικά και απαλά καθώς παίρνανε τροφή από το νερό.

Εκεί στο νησί μια νύχτα αποφάσισε να κολυμπήσει το βράδυ, οι φίλοι του δεν τον ακολούθησαν, μη έχοντες διάθεση και έτσι κολύμπησε μόνος του με την πλάτη ανάσκελα στα ρηχά. Νόμιζε πως κολυμπούσε ανάμεσα στα φύκια. Την επόμενη όμως, μέρα κατάλαβε πως κάθε άλλο παρά φύκια ήταν αυτά που κολυμπούσε ανάμεσά τους. Ήταν διάφανα σιχαμερά σκουλήκια. Από εκείνη την μέρα και μετά έβλεπε παντού μόνο σκουλήκια. Στη διάρκεια του μεσημεριανού γεύματος σερβιρίστηκε σούπα λαχανικών, πριν αρχίσει κανείς να τρώει, ο Giger άρχισε επιδεικτικά να ψάχνει μέσα στη σούπα του με το κουτάλι του. Το αποτέλεσμα ήταν οι συνδαιτυμόνες του να μην αγγίξουν τη σούπα. Ο Giger είχε πετύχει έναν θρίαμβο, η σούπα έμεινε ανέγγιχτη, όχι μόνο στο τραπέζι του, αλλά και ολόκληρο το ξενοδοχείο.





Η ΕΠΟΧΗ ΤΩΝ ALIEN
To 1958 συνεργάστηκε με ανθρώπους του κινηματογράφου και αμέσως μετά κυκλοφόρησαν οι πρώτες δουλειές του σε αφίσες. Έκανε την πρώτη του έκθεση στη Ζυρίχη και προκάλεσε αναστάτωση και ποικίλα σχόλια στους εικαστικούς κύκλους. Τη δεκαετία του ’70 αρχίζει να χρησιμοποιεί αερογράφο σε έργα τεραστίων διαστάσεων. Η δουλειά του διακρίνεται για την τελειότητα, την τρομακτική λεπτομέρεια και το μυστηριακό ερωτικό ύφος.

Το 1985 εκδίδει και το Necronomicon II, κρατώντας τον ίδιο τίτλο ως αναφορά στο περιβόητο γριμόριο (βιβλίο μαγείας) των μυθιστορημάτων του πατέρα της horror fiction λογοτεχνίας H. P. Lovecraft, ο οποίος αποτέλεσε και τη μεγαλύτερη του ίσως επιρροή.

Έκτοτε ο Giger κυκλοφόρησε μία πλειάδα τέτοιων βιβλίων, ενώ ανέλαβε τα σκηνικά και την καλλιτεχνική επιμέλεια πολλών ακόμα ταινιών όπως το Aliens του James Cameron , το Alien 3, το Dune του Alejandro Jodorowsky, το οποίο δεν γυρίστηκε τελικά ποτέ (αργότερα ο David Lynch ανέλαβε την μεταφορά του μυθιστορήματος του Frank Herbert στην μεγάλη οθόνη), το Batman Forever (για το οποίο σχεδίασε και μία εκδοχή του Batmobile η οποία δεν χρησιμοποιήθηκε ποτέ στο φιλμ- και η οποία θα ήταν η καλύτερη όλων που έχουμε δει μέχρι σήμερα), το Poltergeist II, το πιο πρόσφατο Prometheus, το σούπερ καλτ “Killer Condom” εμπνευσμένο από το κόμικ “Η καπότα δολοφόνος” του γερμανού Ralf König, κ.α.

Σημαντική ενασχόληση είχε και με την μουσική, φιλοτεχνώντας εξώφυλλα για συγκροτήματα όπως οι Carcass, οι Blondie και η Debbie Harry, οι Korn, και δεκάδες άλλοι ανάμεσα τους και οι Dead Kennedys για το τρίτο άλμπουμ των οποίων (Frankenchrist) ο Giger παραχώρησε για 600 δολάρια τον πίνακα “Penis Landscape”, που προοριζόταν για εξώφυλλο του δίσκου. Eπιλογή η οποία οδήγησε σε μία άνευ προηγουμένου δικαστική διαμάχη περί “έκθεσης ανάρμοστου και επικίνδυνου υλικού σε ανηλίκους” εις βάρος του Jello Biafra.

Αν δεν μπορείς να νικήσεις τους εφιάλτες σου, μετέτρεψε τους σε τέχνη Δεν χρειάζεται παρά μία μόνο ματιά στο έργο του Giger για να καταλάβει κανείς την εμμονή του στην επιστημονική φαντασία, στο φανταστικό, το μακάβριο, και το απόκρυφο. Όχι τυχαία: Ο Giger υπέφερε από χρόνιους και επίμονους εφιάλτες, κι από εκτεταμένα προβλήματα αϋπνίας και διαταραχής ύπνου. Μάλιστα, τα πρώτα του έργα της περιόδου 1962 με 1965 ήταν αποτελέσματα μιας μορφής δημιουργικής ψυχοθεραπείας στην οποία είχε καταφύγει.

Οι εμμονές του Giger με τα φίδια, τα σκουλήκια, τα διάφορα έντομα, τα σκοτεινά τούνελ, και πολύ περισσότερο με το ανθρώπινο σώμα, τις εκκρίσεις των σωμάτων, τα γενετικά όργανα, το πέος που προσπαθεί να εισβάλει στο γυναικείο κορμί, το βλεννογόνο του γυναικείου κόλπου αποκαλύπτονται «ξεδιάντροπα» στα έργα του. Φοβερή είναι η σειρά από πίνακες τους οποίους δημιούργησε εμπνεόμενος από τα απορριμματοφόρα της Κολονίας, καθώς έβλεπε τους υπαλλήλους να τοποθετούν τους κάδους απορριμμάτων στη σχισμή του οχήματος. Κάπου εκεί τον ανακαλύπτει ο Ridley Scott. Βλέποντας τα έργα του Giger για το Necronomicon, κατάλαβε ποιος θα έπρεπε να είναι ο σχεδιαστής των εξωγήινων τεράτων για την ταινία του.

Ξεκινά τη συνεργασία για την πρώτη σειρά των Alien, επί τρεις συνεχείς μήνες ζωγραφίζει χιλιάδες εικόνες και πολλά από τα γλυπτά της ταινίας. Αμέσως μετά, τον καλούν στην Αγγλία να αναλάβει την ευθύνη για το ντεκόρ στο shepperton studio. Η δόξα και η καταξίωση για τη δουλειά του έρχεται το 1980, με την απονομή του Όσκαρ από την Αμερικάνικη Ακαδημία.

Το 1990, όταν τον ξανακαλούν σε συνεργασία για το Alien 3 και οι υπεύθυνοι παραγωγής του ζητούν να σκεφθεί καινούργιες ιδέες για τις υδρόβιες φιγούρες των Alien, η πρότασή του για μια φιγούρα κομψού φονικού θυλάκου απορρίπτεται. Στο μεταξύ, η παραγωγή υιοθετεί προτάσεις άλλων σχεδιαστών και αυτό φέρνει σε ρήξη τον Giger με τους υπευθύνους. Ο Giger υποστηρίζει πως δεν έχουν δικαίωμα να αλλάξουν τις ιδέες του, το δημιούργημά του, αλλά δεν εισακούεται.

Παρά τις διαμαρτυρίες του, το όνομά του παραβλέπεται ακόμα και στα credits της ταινίας ως αρχικού εμπνευστή της σειράς. Καθώς τα γράμματα διαμαρτυρίας προς την 20th Century Fox δεν έφεραν κανένα αποτέλεσμα. Ο Giger μέσα από την ιστοσελίδα του στο internet παρότρυνε τους φίλους και θαυμαστές του να κατακλύσουν με γράμματα αγανάκτησης την εταιρεία. Ως πρόσφατα ζούσε στην Καλιφόρνια όπου εδρεύει και η εταιρεία του μέσω της οποίας προωθεί τα έργα του και τη δουλειά του.

Δευτέρα 12 Μαίου 2014 ο αλλόκοτος και πρωτοποριακός Ελβετός καλλιτέχνης Ηans Rudolf Giger, έφυγε σε ηλικία 74 ετών, ύστερα από σοβαρό τραυματισμό πέφτοντας από σκάλες. Πρόλαβε ωστόσο να αφήσει πίσω του ένα μνημειώδες έργο μιας industrial Gothic Τέχνης, που επηρέασε μια ολόκληρη εποχή πυροδοτώντας όσο κανείς άλλος τις ταινίες επιστημονικής φαντασίας.



 
Ο θρυλικός  πίνακας “Penis Landscape” που προκάλεσε μπελάδες στους Dead Kennedys










Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου