Η μοναξιά έχει πολλά πλεονεκτήματα. Μας παρέχει ελευθερία σκέψης και δράσης. Ενισχύει τη δημιουργικότητα. Προσφέρει ένα πεδίο όπου μπορεί η φαντασία να καλπάσει. Εμπλουτίζει τις επαφές μας με άλλους παρέχοντας προοπτική, η οποία ενισχύει την οικειότητα και καλλιεργεί την ενσυναίσθηση.
Η αλήθεια είναι ότι δεν βιώνουμε πάντα τη μοναξιά με θετικό τρόπο. Κατά καιρούς, μπορεί να οδηγήσει κάποιους ανθρώπους στην απομόνωση. Με αυτή την έννοια, η μοναξιά είναι ένα νόμισμα με δύο όψεις, σαν τις άλλες ανάγκες της ζωής, όπως το φαγητό. Όπως και με το φαγητό, επωφελούμαστε αν είμαστε προσεκτικοί με την ποσότητα και την ποιότητα μοναξιάς που βιώνουμε στην καθημερινή μας ζωή.
Αυτό ισχύει και για την επιδιωκόμενη μοναξιά και για εκείνες τις στιγμές αθέλητης μοναξιάς που μπορεί να αντιμετωπίσουμε. Και τα δύο είδη μοναξιάς μπορούν να επιφέρουν τα οφέλη που προαναφέρθηκαν, αλλά η δεύτερη κατηγορία μπορεί να είναι είδος προς εξαφάνιση, τουλάχιστον για κάποιους.
Στην κοινωνική ψυχολογία, η μοναξιά παραδοσιακά ορίζεται και μετράται βάσει του να είναι κάποιος σωματικά μόνος, ή, σε κάποιες περιπτώσεις, να μην συναναστρέφεται με άλλους που είναι μαζί του. Από τότε που έχει δημιουργηθεί αυτός ο ορισμός, έχουν αλλάξει οι εποχές, όπως και οι δυνατότητες να είναι κάποιος «μαζί με» άλλους.
Ίσως σας είναι οικείο το παλιό φιλοσοφικό ερώτημα: «Αν ένα δέντρο πέσει στο δάσος και δεν το ακούσει κανείς, θα κάνει θόρυβο;». Αφότου ψάχτηκα με τις μελέτες σχετικά με τη μοναξιά, έφτιαξα μια νέα εκδοχή: «Αν ένα άτομο είναι μόνο του στο δάσος όταν πέφτει ένα δέντρο, αλλά δεν το βλέπει γιατί στέλνει μήνυμα, εξακολουθεί τελικά να είναι μόνο του;»
Τι σημαίνει να είσαι μόνος;
Με τα κινητά και τα κοινωνικά μέσα δικτύωσης, έχουμε τα δίκτυά μας πάντα μαζί μας, και οι νέες δυνατότητες συνεχούς επικοινωνίας δημιουργούν προβλήματα στη μοναξιά –όχι μόνο στο πώς τη βιώνουμε, αλλά και στη μελέτη της. Αν όλες οι παλιές γνώσεις που είχαμε για τη μοναξιά και τον τρόπο με τον οποίο μετράται δεν ισχύουν πια, τότε δεν έχουμε τα κατάλληλα εργαλεία για να διευρύνουμε την κατανόηση του φαινομένου αυτού. Χωρίς να λάβουμε υπ’ όψιν τους τρόπους με τους οποίους συνδέονται με τον ψηφιακό κόσμο μέσα από το Διαδίκτυο και τα κινητά, δεν μπορούμε να ξέρουμε πόση μοναξιά βιώνουν οι άνθρωποι, πώς επωφελούνται ή βλάπτονται από αυτήν, ή τους τρόπους με τους οποίους την αντιλαμβάνονται. Όταν τελείωσα το διάβασμα σχετικά με τη μοναξιά πέρυσι το καλοκαίρι, είχα την αίσθηση ότι η έρευνα για τη μοναξιά είχε φτάσει σε αδιέξοδο και χρειαζόταν μια ανανέωση.
Αυτή η ανανέωση ήρθε πέρυσι το φθινόπωρο, όταν εκδόθηκε το βιβλίο της Sherry Turkle, καθηγήτριας του MIT, Reclaiming Conversation. Το βιβλίο της Turkle έχει δεχτεί επαίνους και αντιρρήσεις για την επικριτική αντίληψη απέναντι στα ψηφιακά μέσα και την υποτίμηση της συζήτησης κατά πρόσωπο. Θέτοντας για μια στιγμή αυτό το ζήτημα στην άκρη, το βιβλίο προβάλλει κάποια επιχειρήματα που βοηθούν στο άνοιγμα της συζήτησης για τη μοναξιά στην ψηφιακή εποχή.
Ένα από τα επιχειρήματα της Turkle είναι ότι η δυνατότητα να συνδεόμαστε παντού και πάντα σημαίνει ότι δεν θα βιώσουμε ποτέ μοναξιά χωρίς να το θέλουμε
Αυτό αποτελεί πρόβλημα γιατί, όπως το θέτει η Turkle, «στη μοναξιά βρίσκουμε τον εαυτό μας∙ προετοιμαζόμαστε για τις συζητήσεις». Για αυτήν, το θεμελιώδες ζήτημα είναι το πώς η τεχνολογία, ειδικά οι κινητές επικοινωνίες, μας κάνει να αποφεύγουμε τη συνηθισμένη βαρεμάρα στην καθημερινή μας ζωή. Εκτός από τη βαρεμάρα, μπορούμε να πούμε αρκετούς βασικούς λόγους για τους οποίους κάποιος μπορεί να καταφύγει στο smartphone του αντί για τις σκέψεις του κατά τις περιόδους αδράνειας –και γιατί υπάρχει μεγαλύτερη ανάγκη για σκόπιμη μοναξιά για αυτούς που θέλουν να επωφεληθούν από αυτήν.
Πάντα δικτυωμένοι, πιο αυτόματα
Ζούμε σε μια εποχή όπου είναι υψηλή η προσδοκία να είμαστε συνδεδεμένοι και διαθέσιμοι. Ο κοινωνιολόγος Rich Ling την αποδίδει στη μετάβαση των κινητών επικοινωνιών από κάτι καινούργιο σε κάτι δεδομένο, όπως το να λέμε την ώρα. Όταν οι κινητές επικοινωνίες ήταν κάτι καινούριο, το να είμαστε διαθέσιμοι ήταν κάτι πολύ ιδιαίτερο. Όχι πια. Το θεωρητικό επιχείρημα του Ling για την προσδοκία διαθεσιμότητας υποστηρίζεται από μια πρόσφατη δημοσκόπηση στις Ηνωμένες Πολιτείες, στην οποία 80% των εφήβων είπαν ότι κοιτάνε το κινητό τους ανά ώρα, και 72% είπαν ότι νιώθουν την ανάγκη να απαντάνε αμέσως στα μηνύματα.
Καθώς οι κινητές επικοινωνίες ενσωματώνονται στην κοινωνία, κινούνται επίσης στο υπόβαθρο των γνωστικών διεργασιών. Οι άνθρωποι δεν σκέφτονται τόσο συνειδητά όταν χρησιμοποιούν συνηθισμένα πράγματα, όπως τα ρολόγια, τα συρραπτικά, και τα κινητά, όταν έχουν γίνει πλέον κοινότυπα. Στην πραγματικότητα, η συνήθης (λιγότερο συνειδητή) χρήση των κινητών εξηγεί γιατί στέλνουμε μηνύματα ενώ οδηγούμε.
Οι κινητές επικοινωνίες αποτελούν πλέον δεύτερο δέρμα μας, παρά μια καινοτομία. Όταν καλούν, οι άνθρωποι απαντούν, συνήθως αυτόματα. Ακόμα και όταν τα κινητά μας δεν κάνουν τίποτα, μερικές φορές αντιδράμε σε «φανταστικές δονήσεις». Οι συνήθειές μας μπορεί να προκαλούνται από τα συναισθήματα και το περιβάλλον μας.
Πριν από λίγα χρόνια, ήμουν μέλος μιας μικρής ομάδας που επισκέφτηκε ένα καταφύγιο θηλαστικών κοντά στο Μαϊάμι. Το ενδιαφέρον ήταν ότι οι μαϊμούδες περιπλανούνταν ελεύθερες ενώ οι άνθρωποι ήταν κλεισμένοι σε κλουβιά. Η διεύθυνση μας άφησε ελεύθερους για λίγο και ήμασταν γεμάτοι από μικρές μαϊμούδες που ήθελαν να κάνουν νέους φίλους (φίλους που είχαν καρύδια και σταφίδες). Η πρώτη μας κίνηση ήταν να βγάλουμε τα κινητά μας και να τραβήξουμε φωτογραφίες και βίντεο. Δεν το σκεφτήκαμε καν.
Αν οι άνθρωποι στρέφονται σε αυτές τις συσκευές χωρίς πολλή σκέψη όταν συμβαίνουν απίστευτα γεγονότα, είναι λογικό να κάνουμε το ίδιο σε στιγμές αθέλητης μοναξιάς. Αυτή η τάση οξύνεται και από την προσδοκία να είμαστε διαθέσιμοι πάντα και παντού. Δεν προβάλλω τη θέση ότι όλοι μας χρειαζόμαστε περισσότερη μοναξιά στη ζωή μας. Εν τούτοις, καθώς η αθέλητη μοναξιά δεν είναι πλέον υποχρεωτική, ίσως είναι καλή ιδέα να θέτουμε στην άκρη περιόδους, μέρη και δραστηριότητες όπου μπορούμε να είμαστε μόνοι μας, όχι μόνο από πλευράς ατόμων και μορίων, αλλά και από πλευράς bits και bytes.
Η αλήθεια είναι ότι δεν βιώνουμε πάντα τη μοναξιά με θετικό τρόπο. Κατά καιρούς, μπορεί να οδηγήσει κάποιους ανθρώπους στην απομόνωση. Με αυτή την έννοια, η μοναξιά είναι ένα νόμισμα με δύο όψεις, σαν τις άλλες ανάγκες της ζωής, όπως το φαγητό. Όπως και με το φαγητό, επωφελούμαστε αν είμαστε προσεκτικοί με την ποσότητα και την ποιότητα μοναξιάς που βιώνουμε στην καθημερινή μας ζωή.
Αυτό ισχύει και για την επιδιωκόμενη μοναξιά και για εκείνες τις στιγμές αθέλητης μοναξιάς που μπορεί να αντιμετωπίσουμε. Και τα δύο είδη μοναξιάς μπορούν να επιφέρουν τα οφέλη που προαναφέρθηκαν, αλλά η δεύτερη κατηγορία μπορεί να είναι είδος προς εξαφάνιση, τουλάχιστον για κάποιους.
Στην κοινωνική ψυχολογία, η μοναξιά παραδοσιακά ορίζεται και μετράται βάσει του να είναι κάποιος σωματικά μόνος, ή, σε κάποιες περιπτώσεις, να μην συναναστρέφεται με άλλους που είναι μαζί του. Από τότε που έχει δημιουργηθεί αυτός ο ορισμός, έχουν αλλάξει οι εποχές, όπως και οι δυνατότητες να είναι κάποιος «μαζί με» άλλους.
Ίσως σας είναι οικείο το παλιό φιλοσοφικό ερώτημα: «Αν ένα δέντρο πέσει στο δάσος και δεν το ακούσει κανείς, θα κάνει θόρυβο;». Αφότου ψάχτηκα με τις μελέτες σχετικά με τη μοναξιά, έφτιαξα μια νέα εκδοχή: «Αν ένα άτομο είναι μόνο του στο δάσος όταν πέφτει ένα δέντρο, αλλά δεν το βλέπει γιατί στέλνει μήνυμα, εξακολουθεί τελικά να είναι μόνο του;»
Τι σημαίνει να είσαι μόνος;
Με τα κινητά και τα κοινωνικά μέσα δικτύωσης, έχουμε τα δίκτυά μας πάντα μαζί μας, και οι νέες δυνατότητες συνεχούς επικοινωνίας δημιουργούν προβλήματα στη μοναξιά –όχι μόνο στο πώς τη βιώνουμε, αλλά και στη μελέτη της. Αν όλες οι παλιές γνώσεις που είχαμε για τη μοναξιά και τον τρόπο με τον οποίο μετράται δεν ισχύουν πια, τότε δεν έχουμε τα κατάλληλα εργαλεία για να διευρύνουμε την κατανόηση του φαινομένου αυτού. Χωρίς να λάβουμε υπ’ όψιν τους τρόπους με τους οποίους συνδέονται με τον ψηφιακό κόσμο μέσα από το Διαδίκτυο και τα κινητά, δεν μπορούμε να ξέρουμε πόση μοναξιά βιώνουν οι άνθρωποι, πώς επωφελούνται ή βλάπτονται από αυτήν, ή τους τρόπους με τους οποίους την αντιλαμβάνονται. Όταν τελείωσα το διάβασμα σχετικά με τη μοναξιά πέρυσι το καλοκαίρι, είχα την αίσθηση ότι η έρευνα για τη μοναξιά είχε φτάσει σε αδιέξοδο και χρειαζόταν μια ανανέωση.
Αυτή η ανανέωση ήρθε πέρυσι το φθινόπωρο, όταν εκδόθηκε το βιβλίο της Sherry Turkle, καθηγήτριας του MIT, Reclaiming Conversation. Το βιβλίο της Turkle έχει δεχτεί επαίνους και αντιρρήσεις για την επικριτική αντίληψη απέναντι στα ψηφιακά μέσα και την υποτίμηση της συζήτησης κατά πρόσωπο. Θέτοντας για μια στιγμή αυτό το ζήτημα στην άκρη, το βιβλίο προβάλλει κάποια επιχειρήματα που βοηθούν στο άνοιγμα της συζήτησης για τη μοναξιά στην ψηφιακή εποχή.
Ένα από τα επιχειρήματα της Turkle είναι ότι η δυνατότητα να συνδεόμαστε παντού και πάντα σημαίνει ότι δεν θα βιώσουμε ποτέ μοναξιά χωρίς να το θέλουμε
Αυτό αποτελεί πρόβλημα γιατί, όπως το θέτει η Turkle, «στη μοναξιά βρίσκουμε τον εαυτό μας∙ προετοιμαζόμαστε για τις συζητήσεις». Για αυτήν, το θεμελιώδες ζήτημα είναι το πώς η τεχνολογία, ειδικά οι κινητές επικοινωνίες, μας κάνει να αποφεύγουμε τη συνηθισμένη βαρεμάρα στην καθημερινή μας ζωή. Εκτός από τη βαρεμάρα, μπορούμε να πούμε αρκετούς βασικούς λόγους για τους οποίους κάποιος μπορεί να καταφύγει στο smartphone του αντί για τις σκέψεις του κατά τις περιόδους αδράνειας –και γιατί υπάρχει μεγαλύτερη ανάγκη για σκόπιμη μοναξιά για αυτούς που θέλουν να επωφεληθούν από αυτήν.
Πάντα δικτυωμένοι, πιο αυτόματα
Ζούμε σε μια εποχή όπου είναι υψηλή η προσδοκία να είμαστε συνδεδεμένοι και διαθέσιμοι. Ο κοινωνιολόγος Rich Ling την αποδίδει στη μετάβαση των κινητών επικοινωνιών από κάτι καινούργιο σε κάτι δεδομένο, όπως το να λέμε την ώρα. Όταν οι κινητές επικοινωνίες ήταν κάτι καινούριο, το να είμαστε διαθέσιμοι ήταν κάτι πολύ ιδιαίτερο. Όχι πια. Το θεωρητικό επιχείρημα του Ling για την προσδοκία διαθεσιμότητας υποστηρίζεται από μια πρόσφατη δημοσκόπηση στις Ηνωμένες Πολιτείες, στην οποία 80% των εφήβων είπαν ότι κοιτάνε το κινητό τους ανά ώρα, και 72% είπαν ότι νιώθουν την ανάγκη να απαντάνε αμέσως στα μηνύματα.
Καθώς οι κινητές επικοινωνίες ενσωματώνονται στην κοινωνία, κινούνται επίσης στο υπόβαθρο των γνωστικών διεργασιών. Οι άνθρωποι δεν σκέφτονται τόσο συνειδητά όταν χρησιμοποιούν συνηθισμένα πράγματα, όπως τα ρολόγια, τα συρραπτικά, και τα κινητά, όταν έχουν γίνει πλέον κοινότυπα. Στην πραγματικότητα, η συνήθης (λιγότερο συνειδητή) χρήση των κινητών εξηγεί γιατί στέλνουμε μηνύματα ενώ οδηγούμε.
Οι κινητές επικοινωνίες αποτελούν πλέον δεύτερο δέρμα μας, παρά μια καινοτομία. Όταν καλούν, οι άνθρωποι απαντούν, συνήθως αυτόματα. Ακόμα και όταν τα κινητά μας δεν κάνουν τίποτα, μερικές φορές αντιδράμε σε «φανταστικές δονήσεις». Οι συνήθειές μας μπορεί να προκαλούνται από τα συναισθήματα και το περιβάλλον μας.
Πριν από λίγα χρόνια, ήμουν μέλος μιας μικρής ομάδας που επισκέφτηκε ένα καταφύγιο θηλαστικών κοντά στο Μαϊάμι. Το ενδιαφέρον ήταν ότι οι μαϊμούδες περιπλανούνταν ελεύθερες ενώ οι άνθρωποι ήταν κλεισμένοι σε κλουβιά. Η διεύθυνση μας άφησε ελεύθερους για λίγο και ήμασταν γεμάτοι από μικρές μαϊμούδες που ήθελαν να κάνουν νέους φίλους (φίλους που είχαν καρύδια και σταφίδες). Η πρώτη μας κίνηση ήταν να βγάλουμε τα κινητά μας και να τραβήξουμε φωτογραφίες και βίντεο. Δεν το σκεφτήκαμε καν.
Αν οι άνθρωποι στρέφονται σε αυτές τις συσκευές χωρίς πολλή σκέψη όταν συμβαίνουν απίστευτα γεγονότα, είναι λογικό να κάνουμε το ίδιο σε στιγμές αθέλητης μοναξιάς. Αυτή η τάση οξύνεται και από την προσδοκία να είμαστε διαθέσιμοι πάντα και παντού. Δεν προβάλλω τη θέση ότι όλοι μας χρειαζόμαστε περισσότερη μοναξιά στη ζωή μας. Εν τούτοις, καθώς η αθέλητη μοναξιά δεν είναι πλέον υποχρεωτική, ίσως είναι καλή ιδέα να θέτουμε στην άκρη περιόδους, μέρη και δραστηριότητες όπου μπορούμε να είμαστε μόνοι μας, όχι μόνο από πλευράς ατόμων και μορίων, αλλά και από πλευράς bits και bytes.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου