Θέλουμε μια σχέση που να είναι επίσημη στο Facebook ώστε να τη δουν όλοι, να κάνουν like και να σχολιάσουν, θέλουμε την ανάρτηση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης που θα διαμοιραστεί περισσότερο στο #relationshipgoals.
Θέλουμε να έχουμε ένα ραντεβού για το brunch της Κυριακής, κάποιον να συμπάσχει στη βαρεμάρα της Δευτέρας, μια παρέα για να τσιμπήσουμε κάτι τις Τρίτες, κάποιον να μας στείλει μια καλημέρα με sms την Τετάρτη. Θέλουμε ένα συνοδό για όλους τους γάμους που είμαστε καλεσμένοι (μα πώς το κατάφεραν; Πώς βρήκαν το έτερόν τους ήμισυ;). Αλλά είμαστε η γενιά που δε θέλει σχέση.
Περνάμε στην οθόνη του κινητού μας το ένα πρόσωπο μετά το άλλο με την ελπίδα να βρούμε το κατάλληλο άτομο.
Προσπαθούμε να βρούμε την «αδελφή ψυχή» μας λες και γίνεται κατόπιν ειδικής παραγγελίας. Διαβάζουμε άρθρα με τίτλους όπως «5 Τρόποι να ξέρεις ότι (αυτός) σε γουστάρει» και «7 Τρόποι να την κάνετε να σας ερωτευτεί» με την ελπίδα να γίνει κάποια στιγμή το άτομο αυτό η σχέση μας, λες και είναι κάποιο «ανέβασμα» φωτογραφίας στο Pinterest. Επενδύουμε περισσότερο χρόνο στο προφίλ μας στο Tinder από ότι στην προσωπικότητά μας. Παρόλα αυτά, δε θέλουμε σχέση.
«Μιλάμε» και στέλνουμε μηνύματα, κάνουμε Snapchat και "sexting". Μιλάμε στο hangout εκμεταλλευόμαστε το happy our, βγαίνουμε για καφέ ή για μπύρα – οτιδήποτε αρκεί να αποφύγουμε ένα πραγματικό ραντεβού. Μιλάμε με ιδιωτικά μηνύματα (private message) για να συναντηθούμε, κάνουμε επιφανειακή κουβέντα για καμιά ώρα και στη συνέχεια επιστρέφουμε σπίτι και κάνουμε το ίδιο μέσω μηνυμάτων. Αποφεύγουμε με κάθε τρόπο την πραγματική επαφή παίζοντας αμοιβαία παιχνίδια χωρίς νικητή. Συναγωνιζόμαστε για να είμαστε «ο πιο αποκομμένος», για να έχουμε την «πιο απαθή συμπεριφορά» και να είμαστε οι «καλύτεροι στο να μην είμαστε συναισθηματικά διαθέσιμοι», αλλά αυτό που κερδίζουμε τελικά είναι τη μεγαλύτερη πιθανότητα του να μείνουμε μόνοι μας.
Θέλουμε το προσωπείο μιας σχέσης, αλλά δε θέλουμε να δουλέψουμε για τη σχέση. Θέλουμε το κράτημα του χεριού χωρίς όμως την επαφή πρόσωπο με πρόσωπο, το πείραγμα χωρίς τις σοβαρές συζητήσεις. Θέλουμε τη χαρούμενη υπόσχεση χωρίς την ίδια τη δέσμευση, τις επετείους για να γιορτάζουμε χωρίς τις 365 μέρες δουλειάς που σε οδηγούν σε αυτές τις επετείους. Θέλουμε το «και έζησαν αυτοί καλά» αλλά δε θέλουμε να προσπαθήσουμε για το «εδώ και τώρα». Θέλουμε τη βαθιά σύνδεση με τον άλλον, ενώ κρατάμε τα πράγματα σε επιφανειακό επίπεδο. Ανυπομονούμε για τη μεγάλη αγάπη που θα έρθει, χωρίς να έχουμε την πρόθεση να τη στηρίξουμε στα δύσκολα.
Δε θέλουμε σχέσεις – θέλουμε φίλους με… προνόμια, Netflix, άραγμα και Tinder.Θέλουμε οτιδήποτε μπορεί να μας δώσει την ψευδαίσθηση μιας σχέσης, χωρίς όμως να είμαστε πραγματικά σε σχέση. Θέλουμε όλες τις ανταμοιβές της σχέσης και καθόλου το ρίσκο της, όλη την επιβράβευση χωρίς το κόστος. Θέλουμε να συνδεθούμε με τον άλλο-αρκετά, αλλά όχι και πάρα πολύ. Θέλουμε να δεσμευτούμε – λίγο, αλλά όχι και πάρα πολύ. Το πάμε αργά: βλέπουμε που πάει το πράγμα, δε βάζουμε ταμπέλες, απλώς κάνουμε παρέα. Έχουμε το ένα πόδι μέσα από την πόρτα, έχουμε το ένα μάτι ανοιχτό, κρατάμε τον/την άλλο/άλλη σε απόσταση – παίζουμε με τα συναισθήματά τους αλλά κυρίως παίζοντας με τα δικά μας συναισθήματα.
Θέλουμε κάποιον να μας κρατά το χέρι, αλλά δε θέλουμε να του εμπιστευτούμε τη δύναμη να μας πληγώσει. Μας αρέσουν οι κλισέ ατάκες στο φλερτ, αλλά δε θέλουμε να φλερτάρουμε… γιατί αυτό εμπεριέχει την πιθανότητα της δέσμευσης. Θέλουμε να μας απογειώσει ο έρωτας αλλά την ίδια στιγμή θέλουμε να παραμένουμε ασφαλείς, ανεξάρτητοι και μένοντας μόνοι μας. Θέλουμε να συνεχίσουμε να κυνηγάμε την ιδέα του έρωτα, αλλά δε θέλουμε στα αλήθεια να τον αποκτήσουμε.
Όταν το πράγμα γίνεται αρκετά σοβαρό, τρέχουμε. Κρυβόμαστε. Φεύγουμε. Υπάρχουν κι αλλού πορτοκαλιές. Πάντα υπάρχει η ευκαιρία να ερωτευτείς κάποιον/κάποιαν άλλο/άλλη. Είναι τόσο μικρή η πιθανότητα να κρατήσει κάτι στις μέρες μας.
Ελπίζουμε με μια κίνηση στο κινητό ("swipe") να φτάσουμε στην ευτυχία. Θέλουμε να «κατεβάσουμε» το ιδανικό μας ταίρι σα να πρόκειται για κάποια εφαρμογή – στην οποία θα μπορούμε να κάνουμε update κάθε φορά που εμφανίζεται κάποιο πρόβλημα, θα μπορούμε να τη βάζουμε σε ένα φάκελο στον υπολογιστή, και να τη διαγράφουμε όταν δεν τη χρειαζόμαστε πια. Δε θέλουμε να ξεδιπλώνουμε το περιεχόμενό μας – ή ακόμα χειρότερα, να βοηθήσουμε κάποιον να ξεδιπλώσει το δικό του. Θέλουμε να κρύψουμε το άσχημο προτάσσοντας το προσωπείο, να κρύψουμε την ατέλεια με ένα φίλτρο στο instagram, να δούμε ένα άλλο επεισόδιο στο Netflix αντί να κάνουμε μια πραγματική συζήτηση. Μας αρέσει η ιδέα του να αγαπάμε κάποιον παρά τα ελαττώματά του. Παρόλα αυτά κρύβουμε καλά τα μυστικά μας, χαρούμενοι που δε θα βγουν ποτέ στο φως της μέρας.
Νιώθουμε ότι δικαιούμαστε την αγάπη, όπως νιώθουμε ότι δικαιούμαστε να βρίσκουμε δουλειά μετά το πανεπιστήμιο. Η παιδική μας ηλικία που ήταν γεμάτη ανταμοιβές μας έμαθε ότι αν θέλουμε κάτι, το αξίζουμε. Οι βιντεοκασέτες της Disney μας έμαθαν ότι η πραγματική αγάπη, οι «αδελφές ψυχές» και το «ζήσαν αυτοί καλά» υπάρχει για όλους. Έτσι δεν καταβάλλουμε καμία προσπάθεια και μετά απορούμε γιατί δεν εμφανίζεται ο πρίγκιπας που ονειρευόμαστε. Καθόμαστε, εκνευρισμένοι που η πριγκίπισσά μας είναι άφαντη. Πού είναι το βραβείο της παρηγοριάς μας; Εμφανιστήκαμε, εδώ είμαστε. Πού είναι η σχέση που μας αξίζει; Η αληθινή αγάπη που κάποτε μας υπόσχονταν;
Θέλουμε να είναι κάποιος εκεί, αλλά δε μας ενδιαφέρει το άτομο. Θέλουμε ένα ζεστό σώμα, αλλά όχι ένα σύντροφο. Θέλουμε κάποιον να καθίσει δίπλα μας στον καναπέ, όσο χαζεύουμε άσκοπα σε ένα timeline, ή όσο ανοίγουμε μια άλλη εφαρμογή που θα μας αποσπάσει από τη ζωή μας. Θέλουμε να τα ‘χουμε όλα: να προσποιούμαστε πως δεν έχουμε συναισθήματα ενώ είναι προφανές πως έχουμε, θέλουμε να είμαστε ποθητοί σε κάποιον χωρίς όμως να θέλουμε να είναι κάποιος σε μας. Το παίζουμε δύσκολοι/δύσκολες μόνο και μόνο για να δούμε αν ο άλλος θα παίξει το ίδιο παιχνίδι – δεν το καταλαβαίνουμε καν εμείς οι ίδιοι. Καθόμαστε με φίλους και συζητάμε τους κανόνες, αλλά κανένας από μας δεν ξέρει καν το παιχνίδι που προσπαθούμε να παίξουμε. Γιατί το πρόβλημα της γενιάς μας, δηλαδή το να μη θέλουμε να κάνουμε σχέσεις, είναι ότι τελικά κατά βάθος θέλουμε να κάνουμε σχέσεις.
Θέλουμε να έχουμε ένα ραντεβού για το brunch της Κυριακής, κάποιον να συμπάσχει στη βαρεμάρα της Δευτέρας, μια παρέα για να τσιμπήσουμε κάτι τις Τρίτες, κάποιον να μας στείλει μια καλημέρα με sms την Τετάρτη. Θέλουμε ένα συνοδό για όλους τους γάμους που είμαστε καλεσμένοι (μα πώς το κατάφεραν; Πώς βρήκαν το έτερόν τους ήμισυ;). Αλλά είμαστε η γενιά που δε θέλει σχέση.
Περνάμε στην οθόνη του κινητού μας το ένα πρόσωπο μετά το άλλο με την ελπίδα να βρούμε το κατάλληλο άτομο.
Προσπαθούμε να βρούμε την «αδελφή ψυχή» μας λες και γίνεται κατόπιν ειδικής παραγγελίας. Διαβάζουμε άρθρα με τίτλους όπως «5 Τρόποι να ξέρεις ότι (αυτός) σε γουστάρει» και «7 Τρόποι να την κάνετε να σας ερωτευτεί» με την ελπίδα να γίνει κάποια στιγμή το άτομο αυτό η σχέση μας, λες και είναι κάποιο «ανέβασμα» φωτογραφίας στο Pinterest. Επενδύουμε περισσότερο χρόνο στο προφίλ μας στο Tinder από ότι στην προσωπικότητά μας. Παρόλα αυτά, δε θέλουμε σχέση.
«Μιλάμε» και στέλνουμε μηνύματα, κάνουμε Snapchat και "sexting". Μιλάμε στο hangout εκμεταλλευόμαστε το happy our, βγαίνουμε για καφέ ή για μπύρα – οτιδήποτε αρκεί να αποφύγουμε ένα πραγματικό ραντεβού. Μιλάμε με ιδιωτικά μηνύματα (private message) για να συναντηθούμε, κάνουμε επιφανειακή κουβέντα για καμιά ώρα και στη συνέχεια επιστρέφουμε σπίτι και κάνουμε το ίδιο μέσω μηνυμάτων. Αποφεύγουμε με κάθε τρόπο την πραγματική επαφή παίζοντας αμοιβαία παιχνίδια χωρίς νικητή. Συναγωνιζόμαστε για να είμαστε «ο πιο αποκομμένος», για να έχουμε την «πιο απαθή συμπεριφορά» και να είμαστε οι «καλύτεροι στο να μην είμαστε συναισθηματικά διαθέσιμοι», αλλά αυτό που κερδίζουμε τελικά είναι τη μεγαλύτερη πιθανότητα του να μείνουμε μόνοι μας.
Θέλουμε το προσωπείο μιας σχέσης, αλλά δε θέλουμε να δουλέψουμε για τη σχέση. Θέλουμε το κράτημα του χεριού χωρίς όμως την επαφή πρόσωπο με πρόσωπο, το πείραγμα χωρίς τις σοβαρές συζητήσεις. Θέλουμε τη χαρούμενη υπόσχεση χωρίς την ίδια τη δέσμευση, τις επετείους για να γιορτάζουμε χωρίς τις 365 μέρες δουλειάς που σε οδηγούν σε αυτές τις επετείους. Θέλουμε το «και έζησαν αυτοί καλά» αλλά δε θέλουμε να προσπαθήσουμε για το «εδώ και τώρα». Θέλουμε τη βαθιά σύνδεση με τον άλλον, ενώ κρατάμε τα πράγματα σε επιφανειακό επίπεδο. Ανυπομονούμε για τη μεγάλη αγάπη που θα έρθει, χωρίς να έχουμε την πρόθεση να τη στηρίξουμε στα δύσκολα.
Δε θέλουμε σχέσεις – θέλουμε φίλους με… προνόμια, Netflix, άραγμα και Tinder.Θέλουμε οτιδήποτε μπορεί να μας δώσει την ψευδαίσθηση μιας σχέσης, χωρίς όμως να είμαστε πραγματικά σε σχέση. Θέλουμε όλες τις ανταμοιβές της σχέσης και καθόλου το ρίσκο της, όλη την επιβράβευση χωρίς το κόστος. Θέλουμε να συνδεθούμε με τον άλλο-αρκετά, αλλά όχι και πάρα πολύ. Θέλουμε να δεσμευτούμε – λίγο, αλλά όχι και πάρα πολύ. Το πάμε αργά: βλέπουμε που πάει το πράγμα, δε βάζουμε ταμπέλες, απλώς κάνουμε παρέα. Έχουμε το ένα πόδι μέσα από την πόρτα, έχουμε το ένα μάτι ανοιχτό, κρατάμε τον/την άλλο/άλλη σε απόσταση – παίζουμε με τα συναισθήματά τους αλλά κυρίως παίζοντας με τα δικά μας συναισθήματα.
Θέλουμε κάποιον να μας κρατά το χέρι, αλλά δε θέλουμε να του εμπιστευτούμε τη δύναμη να μας πληγώσει. Μας αρέσουν οι κλισέ ατάκες στο φλερτ, αλλά δε θέλουμε να φλερτάρουμε… γιατί αυτό εμπεριέχει την πιθανότητα της δέσμευσης. Θέλουμε να μας απογειώσει ο έρωτας αλλά την ίδια στιγμή θέλουμε να παραμένουμε ασφαλείς, ανεξάρτητοι και μένοντας μόνοι μας. Θέλουμε να συνεχίσουμε να κυνηγάμε την ιδέα του έρωτα, αλλά δε θέλουμε στα αλήθεια να τον αποκτήσουμε.
Όταν το πράγμα γίνεται αρκετά σοβαρό, τρέχουμε. Κρυβόμαστε. Φεύγουμε. Υπάρχουν κι αλλού πορτοκαλιές. Πάντα υπάρχει η ευκαιρία να ερωτευτείς κάποιον/κάποιαν άλλο/άλλη. Είναι τόσο μικρή η πιθανότητα να κρατήσει κάτι στις μέρες μας.
Ελπίζουμε με μια κίνηση στο κινητό ("swipe") να φτάσουμε στην ευτυχία. Θέλουμε να «κατεβάσουμε» το ιδανικό μας ταίρι σα να πρόκειται για κάποια εφαρμογή – στην οποία θα μπορούμε να κάνουμε update κάθε φορά που εμφανίζεται κάποιο πρόβλημα, θα μπορούμε να τη βάζουμε σε ένα φάκελο στον υπολογιστή, και να τη διαγράφουμε όταν δεν τη χρειαζόμαστε πια. Δε θέλουμε να ξεδιπλώνουμε το περιεχόμενό μας – ή ακόμα χειρότερα, να βοηθήσουμε κάποιον να ξεδιπλώσει το δικό του. Θέλουμε να κρύψουμε το άσχημο προτάσσοντας το προσωπείο, να κρύψουμε την ατέλεια με ένα φίλτρο στο instagram, να δούμε ένα άλλο επεισόδιο στο Netflix αντί να κάνουμε μια πραγματική συζήτηση. Μας αρέσει η ιδέα του να αγαπάμε κάποιον παρά τα ελαττώματά του. Παρόλα αυτά κρύβουμε καλά τα μυστικά μας, χαρούμενοι που δε θα βγουν ποτέ στο φως της μέρας.
Νιώθουμε ότι δικαιούμαστε την αγάπη, όπως νιώθουμε ότι δικαιούμαστε να βρίσκουμε δουλειά μετά το πανεπιστήμιο. Η παιδική μας ηλικία που ήταν γεμάτη ανταμοιβές μας έμαθε ότι αν θέλουμε κάτι, το αξίζουμε. Οι βιντεοκασέτες της Disney μας έμαθαν ότι η πραγματική αγάπη, οι «αδελφές ψυχές» και το «ζήσαν αυτοί καλά» υπάρχει για όλους. Έτσι δεν καταβάλλουμε καμία προσπάθεια και μετά απορούμε γιατί δεν εμφανίζεται ο πρίγκιπας που ονειρευόμαστε. Καθόμαστε, εκνευρισμένοι που η πριγκίπισσά μας είναι άφαντη. Πού είναι το βραβείο της παρηγοριάς μας; Εμφανιστήκαμε, εδώ είμαστε. Πού είναι η σχέση που μας αξίζει; Η αληθινή αγάπη που κάποτε μας υπόσχονταν;
Θέλουμε να είναι κάποιος εκεί, αλλά δε μας ενδιαφέρει το άτομο. Θέλουμε ένα ζεστό σώμα, αλλά όχι ένα σύντροφο. Θέλουμε κάποιον να καθίσει δίπλα μας στον καναπέ, όσο χαζεύουμε άσκοπα σε ένα timeline, ή όσο ανοίγουμε μια άλλη εφαρμογή που θα μας αποσπάσει από τη ζωή μας. Θέλουμε να τα ‘χουμε όλα: να προσποιούμαστε πως δεν έχουμε συναισθήματα ενώ είναι προφανές πως έχουμε, θέλουμε να είμαστε ποθητοί σε κάποιον χωρίς όμως να θέλουμε να είναι κάποιος σε μας. Το παίζουμε δύσκολοι/δύσκολες μόνο και μόνο για να δούμε αν ο άλλος θα παίξει το ίδιο παιχνίδι – δεν το καταλαβαίνουμε καν εμείς οι ίδιοι. Καθόμαστε με φίλους και συζητάμε τους κανόνες, αλλά κανένας από μας δεν ξέρει καν το παιχνίδι που προσπαθούμε να παίξουμε. Γιατί το πρόβλημα της γενιάς μας, δηλαδή το να μη θέλουμε να κάνουμε σχέσεις, είναι ότι τελικά κατά βάθος θέλουμε να κάνουμε σχέσεις.