Όχι όσο εγώ, ούτε καν παράφορα, μόνο να με αγαπάς.
Να σηκώνεσαι το πρωί για τη δουλειά σου. Να με ξυπνάς για να δω το πουκάμισο σου κι αν χτενίστηκες καλά. Να με ρωτάς αν μ’ αρέσεις ακόμα. Κάθε πρωί να με ρωτάς αν μ’ αρέσεις ακόμα. Να περιμένω το βράδυ, στην τηλεόραση, να ισιώσω τα γυαλιά σου. Να χαζεύω κρυφά την στραβή σου μύτη.
Να με παίρνεις στο γραφείο όταν πνίγομαι. Να μου κάνεις παιδικές φάρσες. Να στο κλείνω κι αμέσως να σε παίρνω πίσω. Μην τύχει και σκεφτείς ότι μεγάλωσα και δε σ’ αγαπώ πια. Να μου στέλνεις μηνύματα με τα χαζοανέκδοτα που σου αρέσουν.
Να μου τραγουδάς τα τραγούδια που μ’ αρέσουν κι εσύ σιχαίνεσαι. Να με παίρνεις στις 5 το πρωί. Να κοιμάσαι στον καναπέ μου με τα ρούχα. Να με χαϊδεύεις με βρεγμένα χέρια. Να μου γελάς το μεσημέρι πριν το φαγητό.
Να πηγαίνουμε τις σιχαμένες Κυριακές του χειμώνα σε ταινίες που βαριέσαι. Να σηκώνεσαι στις μύτες για να πιάσεις την αγαπημένη μου κουβέρτα απ’ το ντουλάπι.
Να μου δίνεις το χέρι σου. Κάθε μέρα να μου δίνεις το χέρι σου. Να σε κρατάω σφιχτά από το μπράτσο. Να σε ρίχνω από το κρεβάτι σου. Να σου τραβάω το σεντόνι. Να φοράω την αγαπημένη σου μπλούζα. Να κλαίω όταν με απογοητεύεις έστω για λίγο. Να γράφω στα χαρτιά μου για σένα. Να με χαζεύεις κάτω απ’ τα σκεπάσματα.
Να αγαπάς τους φίλους μου. Να σ’ αγαπούν κι εκείνοι. Να φτιάχνεις αυτόν τον τέλεια άθλιο καφέ που ούτε εσύ τον πίνεις.
Να μου μιλάς κάθε βράδυ για να κοιμηθώ. Να με φιλάς κάθε πρωί για να ξυπνήσω.
Να ϕεύγεις μόνο και μόνο για να θες περισσότερο να έρθεις πίσω. Και να έρχεσαι.
Να μου λες για πάντα. Να ορκίζεσαι ποτέ.
Να μου λείπεις κάθε ώρα. Να σου λείπω κι εγώ καμιά φορά.
Μωρέ, μόνο να μ’ αγαπάς ήθελα, λίγο. Όχι όσο εγώ. Ούτε καν πολύ.
Να σηκώνεσαι το πρωί για τη δουλειά σου. Να με ξυπνάς για να δω το πουκάμισο σου κι αν χτενίστηκες καλά. Να με ρωτάς αν μ’ αρέσεις ακόμα. Κάθε πρωί να με ρωτάς αν μ’ αρέσεις ακόμα. Να περιμένω το βράδυ, στην τηλεόραση, να ισιώσω τα γυαλιά σου. Να χαζεύω κρυφά την στραβή σου μύτη.
Να με παίρνεις στο γραφείο όταν πνίγομαι. Να μου κάνεις παιδικές φάρσες. Να στο κλείνω κι αμέσως να σε παίρνω πίσω. Μην τύχει και σκεφτείς ότι μεγάλωσα και δε σ’ αγαπώ πια. Να μου στέλνεις μηνύματα με τα χαζοανέκδοτα που σου αρέσουν.
Να μου τραγουδάς τα τραγούδια που μ’ αρέσουν κι εσύ σιχαίνεσαι. Να με παίρνεις στις 5 το πρωί. Να κοιμάσαι στον καναπέ μου με τα ρούχα. Να με χαϊδεύεις με βρεγμένα χέρια. Να μου γελάς το μεσημέρι πριν το φαγητό.
Να πηγαίνουμε τις σιχαμένες Κυριακές του χειμώνα σε ταινίες που βαριέσαι. Να σηκώνεσαι στις μύτες για να πιάσεις την αγαπημένη μου κουβέρτα απ’ το ντουλάπι.
Να μου δίνεις το χέρι σου. Κάθε μέρα να μου δίνεις το χέρι σου. Να σε κρατάω σφιχτά από το μπράτσο. Να σε ρίχνω από το κρεβάτι σου. Να σου τραβάω το σεντόνι. Να φοράω την αγαπημένη σου μπλούζα. Να κλαίω όταν με απογοητεύεις έστω για λίγο. Να γράφω στα χαρτιά μου για σένα. Να με χαζεύεις κάτω απ’ τα σκεπάσματα.
Να αγαπάς τους φίλους μου. Να σ’ αγαπούν κι εκείνοι. Να φτιάχνεις αυτόν τον τέλεια άθλιο καφέ που ούτε εσύ τον πίνεις.
Να μου μιλάς κάθε βράδυ για να κοιμηθώ. Να με φιλάς κάθε πρωί για να ξυπνήσω.
Να ϕεύγεις μόνο και μόνο για να θες περισσότερο να έρθεις πίσω. Και να έρχεσαι.
Να μου λες για πάντα. Να ορκίζεσαι ποτέ.
Να μου λείπεις κάθε ώρα. Να σου λείπω κι εγώ καμιά φορά.
Μωρέ, μόνο να μ’ αγαπάς ήθελα, λίγο. Όχι όσο εγώ. Ούτε καν πολύ.