Πέμπτη 19 Μαΐου 2016

Η στολή του μανδαρίνου

Σε μια πόλη της Ταϋλάνδης ειδοποιήθηκε κάποιος μια μέρα ότι
διορίστηκε μανδαρίνος. Με δυσκολία συγκρατούσε τη χαρά του για τη νέα
περίοπτη θέση του.

— Πρέπει αμέσως να φτιάξω μια στολή μανδαρίνου που να τονίζει την
αξία της νέας θέσης μου, είπε σε έναν φίλο του.

— Ξέρω κάποιο σοφό ράφτη που μπορεί αμέσως να καταλάβει τι
χρειάζεσαι και να σου φτιάξει την πιο τέλεια στολή, του είπε ο φίλος του και
του έδωσε τη διεύθυνση του ράφτη.

Ο νεόκοπος μανδαρίνος πήγε και βρήκε τον ράφτη, ο οποίος του πήρε
προσεκτικά μέτρα για τη στολή.

— Για να σου τη φτιάξω τέλεια πρέπει να μου πεις πόσα χρόνια είσαι
μανδαρίνος, του είπε.

Ο άλλος ξαφνιάστηκε αλλά και εκνευρίστηκε με την παραξενιά του
ράφτη.

— Τι σημασία έχει αυτό στο να μου φτιάξεις τη στολή; Εγώ θέλω μια
καλή στολή μανδαρίνου και τίποτ’ άλλο.

— Έχει τεράστια σημασία αν είσαι χρόνια μανδαρίνος ή αν μόλις
διορίστηκες, του απάντησε ο ράφτης.

— Μα πώς γίνεται αυτό; έκανε ο μανδαρίνος αμφιβάλλοντας για την
αξία του ράφτη.

— Ω, έχει κι αυτό την εξήγησή του, όπως τα πιο πολλά πράγματα στον
κόσμο, είπε ο πολύπειρος ράφτης. Μόλις πρωτοδιορίζεται κάποιος μανδαρίνος
είναι τόσο περήφανος για τη νέα του θέση που περπατά κορδωμένος και
καμαρωτός με το μέτωπο ψηλά και το στήθος έξω. Σ’ αυτή την περίπτωση
πρέπει να βάλω πιο πολύ ύφασμα στο στήθος παρά στην πλάτη.

— Μετά από μερικά χρόνια, καθώς συνειδητοποιεί τις υποχρεώσεις και
τις ευθύνες που έχει η θέση του, αρχίζει να χαμηλώνει το βλέμμα του, να
ξεφουσκώνει το στήθος του να κυρτώνει κάπως την πλάτη του. Τότε ξέρω ότι
πρέπει να αφαιρέσω λίγο ύφασμα από το στήθος και να το προσθέσω στην
πλάτη.

— Και όταν περάσουν πολλά χρόνια και έχει εξαντληθεί από τις
ευθύνες, έχει μάθει πόσο μάταιο είναι να είναι κενόδοξος και αρχίζει να
καμπουριάζει, τότε ξέρω ότι πρέπει να αφήσω λίγο ύφασμα στο στήθος και να
βάλω πολύ περισσότερο στην πλάτη. Για τον λόγο αυτό, αξιότιμε μανδαρίνε,
πέρα από τα μέτρα που σου πήρα, πρέπει να μάθω και την αρχαιότητα στη
δουλειά σου για να σου φτιάξω την τέλεια στολή.

Ο νέος μανδαρίνος, χωρίς να πει τίποτα, βγήκε από το ραφείο και, για
πρώτη φορά, σταμάτησε να σκέφτεται τη στολή του και άρχισε να
αναρωτιέται γιατί ο φίλος του τον έστειλε σ’ αυτόν τον παράξενο ράφτη.