Τετάρτη 13 Απριλίου 2016

Νιώθω άξιος/α να δεχθώ την επιτυχία και την ευτυχία;

Ο όρος αυτοεκτίμηση συνήθως χρησιμοποιείται για ν’ αναφερθούμε σε αξιολογήσεις που κάνουμε, αλλά και συντηρούμε σχετικά με τον εαυτό μας. Περιλαμβάνει διαθέσεις αποδοχής ή απόρριψης και το βαθμό που νιώθουμε αξιόλογοι, μοναδικοί και αποτελεσματικοί, στη καθημερινή μας ζωή.

Ο William James, ίσως ο ιδρυτής της ψυχολογίας της αυτοεκτίμησης, είδε την αυτοεκτίμηση σαν την απόσταση ανάμεσα στον “ιδανικό εαυτό” και στον “αντιληπτό εαυτό”.

Ο Nathaniel Branden, όρισε την αυτοεκτίμηση ως “την (προ)διάθεση να βιώνει κανείς τον εαυτό του ως επαρκή για να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις της ζωής, αλλά και ως άξιο να δεχτεί την επιτυχία και την ευτυχία”.

 Η Briggs ανέφερε ότι η αυτοεκτίμηση είναι “το σύνολο των συναισθημάτων που κάποιος έχει για τον εαυτό του, συμπεριλαμβανομένου του αυτοσεβασμού και της αυταξίας. Αυτά τα συναισθήματα, δήλωσε, βασίζονται στην πεποίθηση ότι το άτομο είναι: α) αξιαγάπητο και β) αξίζει το κόπο – που σημαίνει ότι είναι αρκετά επαρκής ώστε να αντιμετωπίζει τον εαυτό του, αλλά και το περιβάλλον του, ενώ έχει κάτι να προσφέρει στους άλλους.

Οι Bean & Clemes εξισώνουν την αυτοεκτίμηση με το συναίσθημα της ικανοποίησης που προκύπτει όταν οι ατομικές ανάγκες ικανοποιούνται. Αυτό εξαρτάται από τον τρόπο που οι άνθρωποι χειρίζονται τον κόσμο ή τον επηρεάζουν μέσα από τις ικανότητες τους, αλλά και από τον τρόπο που επηρεάζονται από τον κόσμο ή το περιβάλλον τους.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει η άποψη πως, η αυτοεκτίμηση είναι “η εμπειρία του να είσαι ικανός να χειρίζεσαι τις προκλήσεις της ζωής και να αισθάνεσαι άξιος για την ευτυχία”. Ο ορισμός αυτός προκύπτει από την εγκεφαλική διαδικασία της αξιολόγησης του εαυτού και της συναισθηματικής διαδικασίας του να νιώθεις ότι “αξίζεις”.

Έξι περιοχές καθορίζουν αυτές τις διαδικασίες:

Κληρονομικά χαρακτηριστικά, όπως ευφυΐα, εμφάνιση, σωματικές ικανότητες.
Ηθική αρετή ή ακεραιότητα.
Κατορθώματα ή επιτυχίες στη ζωή, όπως δεξιότητες, κεκτημένα υπάρχοντα, επιτεύγματα.
Η αίσθηση ότι σε συμπαθούν και σε αγαπούν.
Η αίσθηση ότι είσαι μοναδικός, αξίζεις το καλύτερο κι ότι αξίζεις το σεβασμό των άλλων.
Η αίσθηση ότι εσύ ελέγχεις τη ζωή σου.

Σ’ αυτές τις διαδικασίες δεν υπονοείται ούτε έπαρση, ούτε αυτοϊκανοποίηση εις βάρος των άλλων. Η αυτοεκτίμηση δεν προέρχεται από τον ανταγωνισμό με τους άλλους, ούτε αντιστοιχεί στις επιτυχίες ή αποτυχίες ενός ατόμου. Βασίζεται περισσότερο σ’ ένα αίσθημα επάρκειας κι αποτελεσματικότητας στην αντιμετώπιση του μέλλοντος, παρά στην ικανοποίηση που προκύπτει από προηγούμενα επιτεύγματα.

Ο Adler στήριξε την άποψή του για την αυτοεκτίμηση στο φυσικό αγώνα του ατόμου για ανωτερότητα, μέσα από την επίτευξη των στόχων του. Υποστήριξε ότι τα άτομα έρχονται στον κόσμο σε μία κατάσταση κατωτερότητας κι αγωνίζονται για την ανωτερότητα.

Το βασικό κίνητρο της συμπεριφοράς είναι η σκοπιμότητα που κατευθύνεται από στόχους, όχι πάντα συνειδητούς, καθώς και τα άτομα αγωνίζονται να πετύχουν μία θέση ανωτερότητας ή τουλάχιστον να προστατέψουν το παρόν επίπεδο αυτοεκτίμησής τους. Έτσι η αυτοεκτίμηση είναι συνεχώς εξελισσόμενη και συνιστά το σύνολο των αντιλήψεων που διατηρούμε για τον εαυτό μας σε κάποια δεδομένη στιγμή.

Στη βιβλιογραφία, υπάρχει συμφωνία σχετικά με το ότι η αυτοεκτίμηση ενδυναμώνει όλες τις πλευρές της ζωής, αφού δίνει τη δυνατότητα στους ανθρώπους να έχουν αυξημένη προσωπική παραγωγικότητα και ικανοποιητικές διαπροσωπικές σχέσεις. Οι άνθρωποι που έχουν θετικά συναισθήματα για τον εαυτό τους, μπορούν καλύτερα να καθορίσουν τους στόχους και τις κατευθύνσεις τους, να σταθμίσουν αντικειμενικά τις δυνάμεις τους και να αντιμετωπίζουν αποτελεσματικά τα πισωγυρίσματά τους. Πρόσθετα δέχονται πρόθυμα τις συνέπειες των πράξεών τους. Βλέπουν τα “λάθη” τους ως απαραίτητα στη διαδικασία της ανάπτυξης κι έτσι δεν καταθλίβουν τον εαυτό τους. Νιώθουν ενδυναμωμένοι. Εμπλέκονται ελεύθερα σε πράξεις συνεργασίας. Έχουν περισσότερο θετικές κοινωνικές σχέσεις και η ζωή τους έχει νόημα.
----------------------------------
Προτεινόμενη βιβλιογραφία
Branden, N. (2010). Die 6 Säulen des Selbstwertgefühls: Erfolgreich und zufrieden durch ein starkes Selbst. München: Taschenbuch.
Bean & Clemes (1981). Self-esteem: the key to your child’s well-being. New York: Putnam.
James, W. (2001) Ψυχολογία και εκπαίδευση: Διαλέξεις προς εκπαιδευτικούς πάνω σε θέματα ψυχολογίας· μετάφραση Ευηνέλλα Αλεξοπούλου· επιμέλεια σειράς Ε. Καρτάκης. – Αθήνα :Printa.
Baumeister, R. F., Campbell, D. J., Krueger, I. J. & Fohs, D. K. (2003). Does high self-esteem cause better performance, interpersonal success, happiness or healthier lifestyles? Psychological Science in the public interest, 4, 1-44.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου