Εάν σας έλεγαν πως θα μένατε σε ένα μέρος αποκομμένο από τον υπόλοιπο κόσμο και έχετε το δικαίωμα να διαλέξετε ένα επιπλέον άτομο για να έρθει μαζί σας, ποιον θα επιλέγατε για να περάσετε το υπόλοιπο της ζωής σας;
Η απάντηση έρχεται από μόνη της, χωρίς ιδιαίτερη σκέψη, χωρίς καν να την φιλτράρουμε. Γιατί όταν μιλάμε υποθετικά μπορούμε και να κρυφτούμε πίσω από αυτή. Έτσι κι αλλιώς ποιος μπορεί να κρίνει μία αβάσιμη απάντηση; Οπότε υποθετικά μιλώντας, θα επιλέγαμε να είμαστε με έναν άνθρωπο που νιώθουμε πολύ περισσότερα συναισθήματα από ένα απλό «μου αρέσει»; Που έχουμε μοιραστεί μαζί του εμπειρίες, στιγμές, γέλια και κλάματα; Θα ήταν κάποιος που μας κάνει συνέχεια να γελάμε ή κάποιος που μας έχει στεναχωρήσει πολύ περισσότερο από όσο θα μπορούσαμε να αντέξουμε; Κάποιος που μας έχει «ραγίσει» την καρδιά πολλές φορές και γυρνάει πίσω κάθε φορά μετανιωμένος ή ακόμα κάποιος που δεν ξαναεπέστρεψε παρά το όσα υποτίθεται πως ένιωθε; Με λίγα λόγια, θα επιλέγαμε να είμαστε με έναν άνθρωπο που μας έχει απορρίψει;
Η συναισθηματική απόρριψη είναι πολύ δύσκολο να γίνει κατανοητή ή ακόμα και αποδεκτή από τον άνθρωπο. Όταν δημιουργούνται έντονα συναισθήματα είναι φυσικό επακόλουθο να επενδύουμε συναισθηματικά στη σχέση στην οποία βρισκόμαστε, όπως επίσης φυσικό επακόλουθο είναι να μην μπορούμε να συνειδητοποιήσουμε πώς κάποιος μπορεί να μας απορρίψει και να μην θέλει να είναι πια μαζί μας. Τα συναισθήματα που δημιουργούνται στην πορεία είναι ανάμεικτα και πολλές φόρες περνάμε από στάδια μέχρι να τα αποδεχτούμε. Νομίζω η συνειδητοποίηση της κατάστασης έρχεται πολύ αργότερα και πιστεύω πως δεν σταματάμε να ελπίζουμε σε μία ενδεχόμενη επιστροφή εκείνου που μας απέρριψε. Παρ’ όλα αυτά, συνήθως δεν είμαστε σε θέση να δεχτούμε οποιαδήποτε συμβουλή μας δοθεί από το κοντινό μας περιβάλλον, πιστεύοντας πως εκείνοι είναι έξω από την κατάσταση την οποία βιώνουμε όποτε, βάση του δικού μας σκεπτικού, αυτό και μόνο, τους καθιστά ανίκανους να έχουν οποιαδήποτε άποψη πάνω στο συγκεκριμένο θέμα. Στα δικά μας τα ματιά, φαίνεται να έχουν παρεξηγήσει την κατάσταση. Το ότι δεν τον ξέρουν τόσο καλά όσο εμείς τους κάνει να έχουν μία λανθασμένη εικόνα, είναι μία από τις δικαιολογίες που σκεφτόμαστε για να εξηγήσουμε την συμπεριφορά του.
Ας προσπαθήσουμε λοιπόν να δούμε τα πράγματα λίγο πιο σφαιρικά. Ας εξαιρέσουμε την συναισθηματική φόρτιση και ας προσπαθήσουμε να σκεφτούμε λίγο πιο ξεκάθαρα. Γιατί έχουμε την τάση να μην δεχόμαστε την απόρριψη και να επιστρέφουμε σε αυτό το άτομο που φαινομενικά είναι αδιάφορο για εμάς;
Ίσως γιατί από μικρή ηλικία μαθαίνουμε πως πρέπει να είμαστε αποδεκτοί από το κοινωνικό μας περιβάλλον. Δημιουργώντας μία σχέση με έναν άνθρωπο και αναπτύσσοντας αισθήματα για εκείνον, μας φαίνεται δύσκολο να δεχτούμε το ότι ίσως και να μην του είμαστε τόσο «αρεστοί» τελικά και τα συναισθήματά μας να πέφτουν στο κενό χωρίς αποδέκτη.
Η απόρριψη πονάει και μας κάνει να παρουσιάζουμε έναν διαφορετικό εαυτό, πιο ευάλωτο από αυτόν που είχαμε συνηθίσει να εκδηλώνουμε.
Σχετική έρευνα που εξέταζε το πως λειτουργεί ο εγκέφαλος όταν δέχεται απόρριψη αποδεικνύει πως ενεργοποιείται ο ίδιος μηχανισμός «παυσίπονο» τόσο για τη μείωση του ψυχικού πόνου όσο και για τον σωματικό πόνο. Σύμφωνα με τους ερευνητές μάλιστα, όταν ο οργανισμός βιώνει σωματικό πόνο, ο εγκέφαλος απελευθερώνει οπιοειδείς ουσίες ανάμεσα στους νευρώνες, απαλύνοντας σημαντικά τα σήματα του πόνου.
Επομένως, όταν αντιμετωπίζουμε μία τόσο έντονα συναισθηματικά φορτισμένη κατάσταση, το να ρίχνουμε την ευθύνη στον εαυτό μας κατηγορώντας τον πως είναι φανερά ανεπαρκής, είναι λάθος και σίγουρα δεν μας βοηθάει στην προσωπική μας εξέλιξη.
Όλες οι δυσκολίες που μας έρχονται, μας βοηθάνε να γινόμαστε πιο δυνατοί και μαθαίνουμε να τις αντιμετωπίζουμε πιο σωστά την επόμενη φορά που θα τις συναντήσουμε. Όσες φορές κι αν βρεθούμε αντιμέτωποι με την απόρριψη θα μας πονάει, αλλά ίσως καταφέρουμε να την δεχτούμε και να προχωρήσουμε πιο εύκολα, συνειδητοποιώντας πως η ζωή είναι τόσο ωραία για να αναλωνόμαστε σε ανθρώπους που ίσως δεν μας εκτίμησαν αρκετά.
Η απάντηση έρχεται από μόνη της, χωρίς ιδιαίτερη σκέψη, χωρίς καν να την φιλτράρουμε. Γιατί όταν μιλάμε υποθετικά μπορούμε και να κρυφτούμε πίσω από αυτή. Έτσι κι αλλιώς ποιος μπορεί να κρίνει μία αβάσιμη απάντηση; Οπότε υποθετικά μιλώντας, θα επιλέγαμε να είμαστε με έναν άνθρωπο που νιώθουμε πολύ περισσότερα συναισθήματα από ένα απλό «μου αρέσει»; Που έχουμε μοιραστεί μαζί του εμπειρίες, στιγμές, γέλια και κλάματα; Θα ήταν κάποιος που μας κάνει συνέχεια να γελάμε ή κάποιος που μας έχει στεναχωρήσει πολύ περισσότερο από όσο θα μπορούσαμε να αντέξουμε; Κάποιος που μας έχει «ραγίσει» την καρδιά πολλές φορές και γυρνάει πίσω κάθε φορά μετανιωμένος ή ακόμα κάποιος που δεν ξαναεπέστρεψε παρά το όσα υποτίθεται πως ένιωθε; Με λίγα λόγια, θα επιλέγαμε να είμαστε με έναν άνθρωπο που μας έχει απορρίψει;
Η συναισθηματική απόρριψη είναι πολύ δύσκολο να γίνει κατανοητή ή ακόμα και αποδεκτή από τον άνθρωπο. Όταν δημιουργούνται έντονα συναισθήματα είναι φυσικό επακόλουθο να επενδύουμε συναισθηματικά στη σχέση στην οποία βρισκόμαστε, όπως επίσης φυσικό επακόλουθο είναι να μην μπορούμε να συνειδητοποιήσουμε πώς κάποιος μπορεί να μας απορρίψει και να μην θέλει να είναι πια μαζί μας. Τα συναισθήματα που δημιουργούνται στην πορεία είναι ανάμεικτα και πολλές φόρες περνάμε από στάδια μέχρι να τα αποδεχτούμε. Νομίζω η συνειδητοποίηση της κατάστασης έρχεται πολύ αργότερα και πιστεύω πως δεν σταματάμε να ελπίζουμε σε μία ενδεχόμενη επιστροφή εκείνου που μας απέρριψε. Παρ’ όλα αυτά, συνήθως δεν είμαστε σε θέση να δεχτούμε οποιαδήποτε συμβουλή μας δοθεί από το κοντινό μας περιβάλλον, πιστεύοντας πως εκείνοι είναι έξω από την κατάσταση την οποία βιώνουμε όποτε, βάση του δικού μας σκεπτικού, αυτό και μόνο, τους καθιστά ανίκανους να έχουν οποιαδήποτε άποψη πάνω στο συγκεκριμένο θέμα. Στα δικά μας τα ματιά, φαίνεται να έχουν παρεξηγήσει την κατάσταση. Το ότι δεν τον ξέρουν τόσο καλά όσο εμείς τους κάνει να έχουν μία λανθασμένη εικόνα, είναι μία από τις δικαιολογίες που σκεφτόμαστε για να εξηγήσουμε την συμπεριφορά του.
Ας προσπαθήσουμε λοιπόν να δούμε τα πράγματα λίγο πιο σφαιρικά. Ας εξαιρέσουμε την συναισθηματική φόρτιση και ας προσπαθήσουμε να σκεφτούμε λίγο πιο ξεκάθαρα. Γιατί έχουμε την τάση να μην δεχόμαστε την απόρριψη και να επιστρέφουμε σε αυτό το άτομο που φαινομενικά είναι αδιάφορο για εμάς;
Ίσως γιατί από μικρή ηλικία μαθαίνουμε πως πρέπει να είμαστε αποδεκτοί από το κοινωνικό μας περιβάλλον. Δημιουργώντας μία σχέση με έναν άνθρωπο και αναπτύσσοντας αισθήματα για εκείνον, μας φαίνεται δύσκολο να δεχτούμε το ότι ίσως και να μην του είμαστε τόσο «αρεστοί» τελικά και τα συναισθήματά μας να πέφτουν στο κενό χωρίς αποδέκτη.
Η απόρριψη πονάει και μας κάνει να παρουσιάζουμε έναν διαφορετικό εαυτό, πιο ευάλωτο από αυτόν που είχαμε συνηθίσει να εκδηλώνουμε.
Σχετική έρευνα που εξέταζε το πως λειτουργεί ο εγκέφαλος όταν δέχεται απόρριψη αποδεικνύει πως ενεργοποιείται ο ίδιος μηχανισμός «παυσίπονο» τόσο για τη μείωση του ψυχικού πόνου όσο και για τον σωματικό πόνο. Σύμφωνα με τους ερευνητές μάλιστα, όταν ο οργανισμός βιώνει σωματικό πόνο, ο εγκέφαλος απελευθερώνει οπιοειδείς ουσίες ανάμεσα στους νευρώνες, απαλύνοντας σημαντικά τα σήματα του πόνου.
Επομένως, όταν αντιμετωπίζουμε μία τόσο έντονα συναισθηματικά φορτισμένη κατάσταση, το να ρίχνουμε την ευθύνη στον εαυτό μας κατηγορώντας τον πως είναι φανερά ανεπαρκής, είναι λάθος και σίγουρα δεν μας βοηθάει στην προσωπική μας εξέλιξη.
Όλες οι δυσκολίες που μας έρχονται, μας βοηθάνε να γινόμαστε πιο δυνατοί και μαθαίνουμε να τις αντιμετωπίζουμε πιο σωστά την επόμενη φορά που θα τις συναντήσουμε. Όσες φορές κι αν βρεθούμε αντιμέτωποι με την απόρριψη θα μας πονάει, αλλά ίσως καταφέρουμε να την δεχτούμε και να προχωρήσουμε πιο εύκολα, συνειδητοποιώντας πως η ζωή είναι τόσο ωραία για να αναλωνόμαστε σε ανθρώπους που ίσως δεν μας εκτίμησαν αρκετά.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου