Στις αρχές του μήνα που μας πέρασε, το Psychology Today δημοσίευσε ένα αρκετά ενδιαφέρον άρθρο σχετικά με τα ευρήματα μιας έρευνας που έγινε στις ΗΠΑ, η οποία βρήκε πως η μοναξιά τείνει να είναι “μεταδοτική” μεταξύ των ατόμων ενός κοινωνικού περιβάλλοντος. Η αναφορά αφορά την έρευνα των Cacioppo et al. (2008) η οποία έλαβε χώρα στις ΗΠΑ με συμμετέχοντες άνδρες και γυναίκες ηλικίας 18-65 ετών.
Οι ερευνητές χώρισαν τους συμμετέχοντες σε άτομα τα οποία αντιμετωπίζουν υψηλά επίπεδα “μοναξιάς” και σε αυτά που έχουν χαμηλότερα επίπεδα και δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ως “μοναχικά άτομα”. Έπειτα έψαξαν ανάμεσα στα άτομα του περιβάλλοντός τους (οικογένεια, φίλοι, εργασία κ.α.) και προσπάθησαν να εντοπίσουν εκ νέου εάν τα άτομα αυτά αισθάνονται επίσης μοναχικά. Αυτό που ανακάλυψαν είναι πως τα μοναχικά άτομα αν και έχουν λιγότερες επαφές με άλλα άτομα, τείνουν να σχετίζονται με άτομα επίσης μοναχικά, πράγμα που δεν ισχύει για τους μη μοναχικούς τύπους οι οποίοι έχουν λιγότερα μοναχικά άτομα στα κοινωνικά τους δίκτυα.
Μάλιστα η “μετάδοση” της μοναχικότητας βρέθηκε πως είναι πιο συχνή μεταξύ φίλων παρά μεταξύ ατόμων της ίδιας οικογένειας, ενώ ταυτόχρονα τα αποτελέσματα έδειξαν ότι το φαινόμενο αυτό απαντάται πιο συχνά μεταξύ των κοινωνικών δικτύων των γυναικών παρά των ανδρών. Βεβαίως ένα ερώτημα παραμένει ώστε να ερμηνεύσουμε σωστά τα αποτελέσματα της έρευνας αυτής: μήπως αυτό που βλέπουμε είναι απλά ότι τα άτομα τείνουν να σχετίζονται με άτομα με παρόμοια επίπεδα μοναχικότητας; Όπως και να έχει πάντως, η έρευνα αυτή μας δίνει κάποιες βασικές κατευθυντήριες γραμμές αντιμετώπισης του αισθήματος της μοναξιάς, τονίζοντας πως είναι σημαντικό να μπορέσουμε να στηρίξουμε το άτομο ώστε να αρχίσει να συσχετίζεται με άτομα που δεν μοιράζονται τα ίδια συναισθήματα με τον ίδιο, σε μια προσπάθεια να σταματήσει η πιθανή ανακύκλωση των αισθημάτων μοναξιάς.
Στα παραπάνω ευρήματα έρχεται να προστεθεί μια ακόμη έρευνα του Νικόλα Χρηστάκη (ο Δρ. Χρηστάκης συμμετέχει και στην έρευνα για την μοναξιά), καθηγητή στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ η οποία έδειξε πως ακόμη και το συναίσθημα της ευτυχίας είναι μεταδοτικό. Σύμφωνα με τα ευρύματα, εάν ένα άτομο νιώθει ευτυχισμένο, τότε τα άτομα του περιβάλλοντός του έχουν 25% περισσότερες πιθανότητες να νιώθουν ευτυχισμένα επίσης, πάντα σε σχέση με τα άτομα που δηλώνουν λιγότερο ευτυχισμένα.
Υπάρχουν και αρκετές άλλες έρευνες οι οποίες δείχνουν πως γενικά ο άνθρωπος έχει την τάση να αντιγράφει τα συμπεριφορικά και συναισθηματικά μοτίβα που επικρατούν στο περιβάλλον του (π.χ. ξέρουμε πως όσο περισσότερα άτομα έχουν κόψει το τσιγάρο σε ένα κοινωνικό δίκτυο, τόσο μεγαλύτερες πιθανότητες έχουν τα υπόλοιπα μέλη του να το κόψουν επίσης εάν το προσπαθήσουν). Όλα αυτά τα ευρήματα περνάνε ένα ξεκάθαρο μήνυμα: το κοινωνικό περιβάλλον παίζει έναν σημαντικότατο ρόλο στην ανάπτυξη και την διακοπή συναισθημάτων. Υπό αυτή την έννοια μπορούμε να πούμε με μια σχετική σιγουριά πως όντως τα συναισθήματα τείνουν να είναι “μεταδοτικά”.
Η ψυχολογική κατάσταση λοιπόν ενός ατόμου εξαρτάται άμεσα από το περιβάλλον του, κάτι που πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψην στις προσπάθειες τόσο των συμβούλων όσο και των συμβουλευόμενων έαν θέλουν να αλλάξουν την συμπεριφορά των δεύτερων.
Οι ερευνητές χώρισαν τους συμμετέχοντες σε άτομα τα οποία αντιμετωπίζουν υψηλά επίπεδα “μοναξιάς” και σε αυτά που έχουν χαμηλότερα επίπεδα και δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ως “μοναχικά άτομα”. Έπειτα έψαξαν ανάμεσα στα άτομα του περιβάλλοντός τους (οικογένεια, φίλοι, εργασία κ.α.) και προσπάθησαν να εντοπίσουν εκ νέου εάν τα άτομα αυτά αισθάνονται επίσης μοναχικά. Αυτό που ανακάλυψαν είναι πως τα μοναχικά άτομα αν και έχουν λιγότερες επαφές με άλλα άτομα, τείνουν να σχετίζονται με άτομα επίσης μοναχικά, πράγμα που δεν ισχύει για τους μη μοναχικούς τύπους οι οποίοι έχουν λιγότερα μοναχικά άτομα στα κοινωνικά τους δίκτυα.
Μάλιστα η “μετάδοση” της μοναχικότητας βρέθηκε πως είναι πιο συχνή μεταξύ φίλων παρά μεταξύ ατόμων της ίδιας οικογένειας, ενώ ταυτόχρονα τα αποτελέσματα έδειξαν ότι το φαινόμενο αυτό απαντάται πιο συχνά μεταξύ των κοινωνικών δικτύων των γυναικών παρά των ανδρών. Βεβαίως ένα ερώτημα παραμένει ώστε να ερμηνεύσουμε σωστά τα αποτελέσματα της έρευνας αυτής: μήπως αυτό που βλέπουμε είναι απλά ότι τα άτομα τείνουν να σχετίζονται με άτομα με παρόμοια επίπεδα μοναχικότητας; Όπως και να έχει πάντως, η έρευνα αυτή μας δίνει κάποιες βασικές κατευθυντήριες γραμμές αντιμετώπισης του αισθήματος της μοναξιάς, τονίζοντας πως είναι σημαντικό να μπορέσουμε να στηρίξουμε το άτομο ώστε να αρχίσει να συσχετίζεται με άτομα που δεν μοιράζονται τα ίδια συναισθήματα με τον ίδιο, σε μια προσπάθεια να σταματήσει η πιθανή ανακύκλωση των αισθημάτων μοναξιάς.
Στα παραπάνω ευρήματα έρχεται να προστεθεί μια ακόμη έρευνα του Νικόλα Χρηστάκη (ο Δρ. Χρηστάκης συμμετέχει και στην έρευνα για την μοναξιά), καθηγητή στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ η οποία έδειξε πως ακόμη και το συναίσθημα της ευτυχίας είναι μεταδοτικό. Σύμφωνα με τα ευρύματα, εάν ένα άτομο νιώθει ευτυχισμένο, τότε τα άτομα του περιβάλλοντός του έχουν 25% περισσότερες πιθανότητες να νιώθουν ευτυχισμένα επίσης, πάντα σε σχέση με τα άτομα που δηλώνουν λιγότερο ευτυχισμένα.
Υπάρχουν και αρκετές άλλες έρευνες οι οποίες δείχνουν πως γενικά ο άνθρωπος έχει την τάση να αντιγράφει τα συμπεριφορικά και συναισθηματικά μοτίβα που επικρατούν στο περιβάλλον του (π.χ. ξέρουμε πως όσο περισσότερα άτομα έχουν κόψει το τσιγάρο σε ένα κοινωνικό δίκτυο, τόσο μεγαλύτερες πιθανότητες έχουν τα υπόλοιπα μέλη του να το κόψουν επίσης εάν το προσπαθήσουν). Όλα αυτά τα ευρήματα περνάνε ένα ξεκάθαρο μήνυμα: το κοινωνικό περιβάλλον παίζει έναν σημαντικότατο ρόλο στην ανάπτυξη και την διακοπή συναισθημάτων. Υπό αυτή την έννοια μπορούμε να πούμε με μια σχετική σιγουριά πως όντως τα συναισθήματα τείνουν να είναι “μεταδοτικά”.
Η ψυχολογική κατάσταση λοιπόν ενός ατόμου εξαρτάται άμεσα από το περιβάλλον του, κάτι που πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψην στις προσπάθειες τόσο των συμβούλων όσο και των συμβουλευόμενων έαν θέλουν να αλλάξουν την συμπεριφορά των δεύτερων.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου