Στην ταινία Matrix του 1999, ρωτάει ο Morpheus τον Neo: «Είχες ποτέ ένα όνειρο που ήσουν τόσο σίγουρος ότι ήταν αληθινό; Τι θα συνέβαινε αν ήταν αδύνατον να ξυπνήσεις από αυτό το όνειρο; Πως θα γνώριζες την διαφορά ανάμεσα στον κόσμο του ονείρου και τον πραγματικό κόσμο;».
Ο έλεγχος πραγματικότητας είναι ένας τρόπος να καθορίσει κανείς αν ονειρεύεται η όχι. Γίνεται με την πραγματοποίηση κάποιας ενέργειας που έχει διαφορετικά αποτελέσματα στην εγρήγορση και στο όνειρο.
O Καρτέσιος (1637) διαπιστώνει στους στοχασμούς του: «Δεν υπάρχουν πουθενά σαφείς ενδείξεις ούτε επαρκώς βέβαια σημάδια με τα οποία μπορούμε να ξεχωρίσουμε με ευκρίνεια τον ύπνο από το ξύπνιο, και τούτο με εκπλήσσει...» και αναρωτιέται, πώς ξέρω ότι αυτό που βιώνω δεν είναι όνειρο;
Συνήθη τεστ ελέγχου πραγματικότητας -και τα θετικά τους αποτελέσματα- είναι:
Διάβασμα ενός κειμένου, απομάκρυνση βλέμματος και ξαναδιάβασμα του κειμένου - το κείμενο συνήθως αλλάζει εντυπωσιακά.
Κοίταγμα της ώρας, απομάκρυνση βλέμματος και ξαναδιάβασμα της ώρας - η ώρα συνήθως έχει αλλάξει τελείως (αν το ρολόι είναι ψηφιακό πιθανότατα θα είναι τελείως ακατανόητη).
Κλείσιμο της μύτης και προσπάθεια αναπνοής - συνήθως η αναπνοή θα είναι ανεπηρέαστη.
Κοίταγμα στα χέρια και προσπάθεια επιμήκυνσης των δακτύλων - τα δάκτυλα μακραίνουν εύκολα με τη σκέψη και μόνο.
Τι είναι ο REM ύπνος;
Καθώς ξεκινάει ο ανθρώπινος ύπνος, τα εγκεφαλικά κύματα δείχνουν την έναρξη του ύπνου και σταδιακή βάθυνση σε 30-60 λεπτά. Αλλά μια νύχτα ύπνου δεν αποτελείται απλώς από βαθύτερο και ελαφρύτερο ύπνο. Κάθε 90-120 λεπτά ο ύπνος αλλάζει δραματικά και εκδηλώνεται μια διαφορετική κατάσταση ύπνου που ονομάζεται REM (Rapid Eye Movement).
Χαρακτηρίζεται από γρήγορες κινήσεις των ματιών, από εγκεφαλικά κύματα που δείχνουν ενεργοποιημένα και μοιάζουν με πολύ ελαφρύ ύπνο ή με τον ξύπνιο, αλλά και από βαθιά χαλάρωση των μυών, παρόμοια με αυτή στον βαθύ ύπνο.
Έτσι η νύχτα χωρίζεται σε περιόδους REM και μη-REM ύπνου, που οφείλονται στην αμοιβαία ενεργοποίηση και αναστολή κέντρων στο στέλεχος του εγκεφάλου, τα οποία στέλνουν νευρώνες στον πρόσθιο εγκέφαλο και στον νωτιαίο μυελό.
Τα κύτταρα στον πρόσθιο εγκέφαλο συνθέτουν τα όνειρα χρησιμοποιώντας αποθηκευμένες αναμνήσεις για να βγάλουν άκρη από την τυχαία εισερχόμενη νευρωνική πυροδότηση. Οι άνθρωποι που ξυπνούν από REM ύπνο διηγούνται πολλά όνειρα, ενώ αυτοί που ξυπνούν από μη-REM ύπνο θυμούνται ελάχιστα ή και καθόλου όνειρα.
Σύμφωνα με δύο Βρετανούς ερευνητές, τον νομπελίστα φυσικό Francis Crick και τον νευροχημικό Graeme Mitchison, η διαδικασία που συμβαίνει κατά τον ύπνο REM είναι «αντίστροφη μάθηση».
Σε αυτή τη φάση ύπνου ο εγκέφαλος προσπαθεί να ξεφορτωθεί υπερβολικό αριθμό αναμνήσεων ή «παρασιτικούς» τρόπους συμπεριφοράς, δηλαδή κάνει το αντίστροφο από την απόκτηση νέων πληροφοριών που γίνεται στη διαδικασία της μάθησης. Στόχος του εγκεφάλου; Να... μη μαζεύει άχρηστες πληροφορίες!
Τι είναι το deja vu;
Ο όρος deja vu είναι γαλλικός και σημαίνει «αυτό το έχω ξαναδεί». Πιο σπάνια, για το ίδιο φαινόμενο χρησιμοποιείται ο αγγλικός όρος paramnesia που σαφώς προέρχεται από την ελληνική λέξη «παραμνησία».
Ως λέξη πρωτοεμφανίστηκε από τον Emile Boirac (1851-1917), έναν Γάλλο ερευνητή με έντονο ενδιαφέρον για τις ψυχικές έρευνες, στο βιβλίο του L’ Avenir des sciences psychiques (Το Μέλλον των Ψυχικών Ερευνών).
Τι ακριβώς όμως είναι μία deja vu εμπειρία; Είναι η αίσθηση ενός ανθρώπου ότι ένα γεγονός που τώρα βλέπει / βιώνει / ακούει έχει επαναληφθεί στο παρελθόν. Έτσι, η εν λόγω εμπειρία συνοδεύεται συχνά από ένα έντονο αίσθημα οικειότητας, αλλά κυρίως από ένα δεύτερο -και συχνά πιο έντονο- αίσθημα παραδοξότητας.
Μετά από χρόνια ερευνών, έχει αποδειχτεί ότι δεν υπάρχει κάποιο ιδιαίτερο ανθρώπινο χάρισμα πίσω από αυτό το φαινόμενο, αλλά μια στιγμιαία αστοχία της μνήμης. Έχει ερμηνευτεί / αναλυθεί και ψυχολογικά και νευροφυσιολογικά. Οπότε δεν πρέπει να θεωρείται ως κάποιο μαγικό της φύσης.
Τι είναι η prosopagnosia;
Η prosopagnosia (ή τύφλωση προσώπου) προέρχεται από την αντίστοιχη ελληνική λέξη προσωπαγνωσία και είναι ένα φαινόμενο στο οποίο ένα άτομο αδυνατεί να αναγνωρίσει πρόσωπα των ανθρώπων ή αντικειμένων που έπρεπε να γνωρίζει.
Οι άνθρωποι που αντιμετωπίζουν αυτή τη διαταραχή είναι συνήθως σε θέση να χρησιμοποιούν άλλες αισθήσεις τους για να αναγνωρίσουν τα άτομα – όπως αρώματα ενός προσώπου, το σχήμα ή το στυλ των μαλλιών τους, τον ήχο της φωνής τους, ή ακόμα και το περπάτημα τους.
Η προσωπαγνωσία δεν σχετίζεται με δυσλειτουργία ή απώλεια μνήμης, προβλήματα όρασης ή μαθησιακές δυσκολίες. Σε κάποιες περιπτώσεις, αποτελεί σύμφυτη διαταραχή, παρούσα από τη γέννηση. Η πάθηση αυτή συναντάται γύρω στο 2,5% του πληθυσμού και είναι σύνηθες για όσους την έχουν να μην αντιλαμβάνονται ότι κάτι δεν πάει καλά.
Για πολλά χρόνια, η προσωπαγνωσία ήταν σπάνια κατάσταση, ενώ μερικοί ερευνητές αμφέβαλαν ακόμη και για την ύπαρξή της. Τα τελευταία χρόναι έχει αποδειχτεί πως ένα τμήμα του υγιούς πληθυσμού πάσχει από μια ελαφρά προσωπαγνωσία.
Το φαινόμενο καλύπτεται από πέπλο μυστηρίου, αλλά η εξήγηση μπορεί να έρθει όταν εξακριβωθεί ο τρόπος με τον οποίο ο εγκέφαλος αποθηκεύει τα πρόσωπα. Το γιατί ο εγκέφαλος αντιμετωπίζει τα πρόσωπα διαφορετικά απ’ ότι τα πράγματα είναι βέβαια ενδιαφέρον και οφείλεται στο ότι, κατά διάρκεια της εξέλιξης των ειδών, η αναγνώριση ενός προσώπου είχε διαφορετική σημασία από την αναγνώριση ενός αντικειμένου.
Επιθανάτιες εμπειρίες
Οι παράξενες επιθανάτιες εμπειρίες που αναφέρουν πολλοί άνθρωποι, όπως ότι αισθάνονται να βγαίνουν από το σώμα τους και να το κοιτούν από ψηλά, ότι μιλούν με πεθαμένους συγγενείς τους ή ότι βλέπουν έντονο φως στο βάθος ενός σκοτεινού τούνελ, δεν είναι πραγματικές, αλλά κατασκεύασμα του μυαλού.
Σύμφωνα με τους επιστήμονες, πολλές από τις συνήθεις επιθανάτιες αναφορές μπορούν να εξηγηθούν με βάση την προσπάθεια του νου να βγάλει νόημα από τις ασυνήθιστες αισθήσεις και αντιλήψεις που λαμβάνουν χώρα στη διάρκεια ενός τραυματικού συμβάντος.
Σε μία τυπική περίπτωση επιθανάτιας εμπειρίας, όσοι τη βιώνουν, έχουν την (εσφαλμένη) επίγνωση πως έχουν πεθάνει, κάτι όμως που συμβαίνει επίσης και σε μια σπάνια νευρολογική διαταραχή, το «σύνδρομο Cotard», στην οποία ένας άνθρωπος νιώθει σαν πτώμα που περπατάει, καθώς πιστεύει ότι είναι ήδη νεκρός.
Όσο για το περίφημο «φως στην άκρη του τούνελ», το οποίο μερικοί έχουν συσχετίσει με την πρόγευση του επέκεινα και του παραδείσου, είναι κάτι που επίσης είναι δυνατό να προκληθεί τεχνητά στο εργαστήριο, ενώ κάτι ανάλογο βιώνουν καμία φορά και οι πιλότοι αεριωθουμένων, όταν υφίστανται μεγάλες επιταχύνσεις βαρύτητας (το φαινόμενο της «υπερτασικής συγκοπής»).
Αμερικανοί ερευνητές πιστεύουν ότι το «τούνελ» προκαλείται από την ελλειπή τροφοδοσία αίματος και οξυγόνου στα μάτια. Εν κατακλείδι, κατά τους επιστήμονες: «η επιστημονική εμπειρία δείχνει ότι όλες οι όψεις μιας επιθανάτιας εμπειρίας έχουν νευροφυσιολογική ή ψυχολογική βάση».
Ο έλεγχος πραγματικότητας είναι ένας τρόπος να καθορίσει κανείς αν ονειρεύεται η όχι. Γίνεται με την πραγματοποίηση κάποιας ενέργειας που έχει διαφορετικά αποτελέσματα στην εγρήγορση και στο όνειρο.
O Καρτέσιος (1637) διαπιστώνει στους στοχασμούς του: «Δεν υπάρχουν πουθενά σαφείς ενδείξεις ούτε επαρκώς βέβαια σημάδια με τα οποία μπορούμε να ξεχωρίσουμε με ευκρίνεια τον ύπνο από το ξύπνιο, και τούτο με εκπλήσσει...» και αναρωτιέται, πώς ξέρω ότι αυτό που βιώνω δεν είναι όνειρο;
Συνήθη τεστ ελέγχου πραγματικότητας -και τα θετικά τους αποτελέσματα- είναι:
Διάβασμα ενός κειμένου, απομάκρυνση βλέμματος και ξαναδιάβασμα του κειμένου - το κείμενο συνήθως αλλάζει εντυπωσιακά.
Κοίταγμα της ώρας, απομάκρυνση βλέμματος και ξαναδιάβασμα της ώρας - η ώρα συνήθως έχει αλλάξει τελείως (αν το ρολόι είναι ψηφιακό πιθανότατα θα είναι τελείως ακατανόητη).
Κλείσιμο της μύτης και προσπάθεια αναπνοής - συνήθως η αναπνοή θα είναι ανεπηρέαστη.
Κοίταγμα στα χέρια και προσπάθεια επιμήκυνσης των δακτύλων - τα δάκτυλα μακραίνουν εύκολα με τη σκέψη και μόνο.
Τι είναι ο REM ύπνος;
Καθώς ξεκινάει ο ανθρώπινος ύπνος, τα εγκεφαλικά κύματα δείχνουν την έναρξη του ύπνου και σταδιακή βάθυνση σε 30-60 λεπτά. Αλλά μια νύχτα ύπνου δεν αποτελείται απλώς από βαθύτερο και ελαφρύτερο ύπνο. Κάθε 90-120 λεπτά ο ύπνος αλλάζει δραματικά και εκδηλώνεται μια διαφορετική κατάσταση ύπνου που ονομάζεται REM (Rapid Eye Movement).
Χαρακτηρίζεται από γρήγορες κινήσεις των ματιών, από εγκεφαλικά κύματα που δείχνουν ενεργοποιημένα και μοιάζουν με πολύ ελαφρύ ύπνο ή με τον ξύπνιο, αλλά και από βαθιά χαλάρωση των μυών, παρόμοια με αυτή στον βαθύ ύπνο.
Έτσι η νύχτα χωρίζεται σε περιόδους REM και μη-REM ύπνου, που οφείλονται στην αμοιβαία ενεργοποίηση και αναστολή κέντρων στο στέλεχος του εγκεφάλου, τα οποία στέλνουν νευρώνες στον πρόσθιο εγκέφαλο και στον νωτιαίο μυελό.
Τα κύτταρα στον πρόσθιο εγκέφαλο συνθέτουν τα όνειρα χρησιμοποιώντας αποθηκευμένες αναμνήσεις για να βγάλουν άκρη από την τυχαία εισερχόμενη νευρωνική πυροδότηση. Οι άνθρωποι που ξυπνούν από REM ύπνο διηγούνται πολλά όνειρα, ενώ αυτοί που ξυπνούν από μη-REM ύπνο θυμούνται ελάχιστα ή και καθόλου όνειρα.
Σύμφωνα με δύο Βρετανούς ερευνητές, τον νομπελίστα φυσικό Francis Crick και τον νευροχημικό Graeme Mitchison, η διαδικασία που συμβαίνει κατά τον ύπνο REM είναι «αντίστροφη μάθηση».
Σε αυτή τη φάση ύπνου ο εγκέφαλος προσπαθεί να ξεφορτωθεί υπερβολικό αριθμό αναμνήσεων ή «παρασιτικούς» τρόπους συμπεριφοράς, δηλαδή κάνει το αντίστροφο από την απόκτηση νέων πληροφοριών που γίνεται στη διαδικασία της μάθησης. Στόχος του εγκεφάλου; Να... μη μαζεύει άχρηστες πληροφορίες!
Τι είναι το deja vu;
Ο όρος deja vu είναι γαλλικός και σημαίνει «αυτό το έχω ξαναδεί». Πιο σπάνια, για το ίδιο φαινόμενο χρησιμοποιείται ο αγγλικός όρος paramnesia που σαφώς προέρχεται από την ελληνική λέξη «παραμνησία».
Ως λέξη πρωτοεμφανίστηκε από τον Emile Boirac (1851-1917), έναν Γάλλο ερευνητή με έντονο ενδιαφέρον για τις ψυχικές έρευνες, στο βιβλίο του L’ Avenir des sciences psychiques (Το Μέλλον των Ψυχικών Ερευνών).
Τι ακριβώς όμως είναι μία deja vu εμπειρία; Είναι η αίσθηση ενός ανθρώπου ότι ένα γεγονός που τώρα βλέπει / βιώνει / ακούει έχει επαναληφθεί στο παρελθόν. Έτσι, η εν λόγω εμπειρία συνοδεύεται συχνά από ένα έντονο αίσθημα οικειότητας, αλλά κυρίως από ένα δεύτερο -και συχνά πιο έντονο- αίσθημα παραδοξότητας.
Μετά από χρόνια ερευνών, έχει αποδειχτεί ότι δεν υπάρχει κάποιο ιδιαίτερο ανθρώπινο χάρισμα πίσω από αυτό το φαινόμενο, αλλά μια στιγμιαία αστοχία της μνήμης. Έχει ερμηνευτεί / αναλυθεί και ψυχολογικά και νευροφυσιολογικά. Οπότε δεν πρέπει να θεωρείται ως κάποιο μαγικό της φύσης.
Τι είναι η prosopagnosia;
Η prosopagnosia (ή τύφλωση προσώπου) προέρχεται από την αντίστοιχη ελληνική λέξη προσωπαγνωσία και είναι ένα φαινόμενο στο οποίο ένα άτομο αδυνατεί να αναγνωρίσει πρόσωπα των ανθρώπων ή αντικειμένων που έπρεπε να γνωρίζει.
Οι άνθρωποι που αντιμετωπίζουν αυτή τη διαταραχή είναι συνήθως σε θέση να χρησιμοποιούν άλλες αισθήσεις τους για να αναγνωρίσουν τα άτομα – όπως αρώματα ενός προσώπου, το σχήμα ή το στυλ των μαλλιών τους, τον ήχο της φωνής τους, ή ακόμα και το περπάτημα τους.
Η προσωπαγνωσία δεν σχετίζεται με δυσλειτουργία ή απώλεια μνήμης, προβλήματα όρασης ή μαθησιακές δυσκολίες. Σε κάποιες περιπτώσεις, αποτελεί σύμφυτη διαταραχή, παρούσα από τη γέννηση. Η πάθηση αυτή συναντάται γύρω στο 2,5% του πληθυσμού και είναι σύνηθες για όσους την έχουν να μην αντιλαμβάνονται ότι κάτι δεν πάει καλά.
Για πολλά χρόνια, η προσωπαγνωσία ήταν σπάνια κατάσταση, ενώ μερικοί ερευνητές αμφέβαλαν ακόμη και για την ύπαρξή της. Τα τελευταία χρόναι έχει αποδειχτεί πως ένα τμήμα του υγιούς πληθυσμού πάσχει από μια ελαφρά προσωπαγνωσία.
Το φαινόμενο καλύπτεται από πέπλο μυστηρίου, αλλά η εξήγηση μπορεί να έρθει όταν εξακριβωθεί ο τρόπος με τον οποίο ο εγκέφαλος αποθηκεύει τα πρόσωπα. Το γιατί ο εγκέφαλος αντιμετωπίζει τα πρόσωπα διαφορετικά απ’ ότι τα πράγματα είναι βέβαια ενδιαφέρον και οφείλεται στο ότι, κατά διάρκεια της εξέλιξης των ειδών, η αναγνώριση ενός προσώπου είχε διαφορετική σημασία από την αναγνώριση ενός αντικειμένου.
Επιθανάτιες εμπειρίες
Οι παράξενες επιθανάτιες εμπειρίες που αναφέρουν πολλοί άνθρωποι, όπως ότι αισθάνονται να βγαίνουν από το σώμα τους και να το κοιτούν από ψηλά, ότι μιλούν με πεθαμένους συγγενείς τους ή ότι βλέπουν έντονο φως στο βάθος ενός σκοτεινού τούνελ, δεν είναι πραγματικές, αλλά κατασκεύασμα του μυαλού.
Σύμφωνα με τους επιστήμονες, πολλές από τις συνήθεις επιθανάτιες αναφορές μπορούν να εξηγηθούν με βάση την προσπάθεια του νου να βγάλει νόημα από τις ασυνήθιστες αισθήσεις και αντιλήψεις που λαμβάνουν χώρα στη διάρκεια ενός τραυματικού συμβάντος.
Σε μία τυπική περίπτωση επιθανάτιας εμπειρίας, όσοι τη βιώνουν, έχουν την (εσφαλμένη) επίγνωση πως έχουν πεθάνει, κάτι όμως που συμβαίνει επίσης και σε μια σπάνια νευρολογική διαταραχή, το «σύνδρομο Cotard», στην οποία ένας άνθρωπος νιώθει σαν πτώμα που περπατάει, καθώς πιστεύει ότι είναι ήδη νεκρός.
Όσο για το περίφημο «φως στην άκρη του τούνελ», το οποίο μερικοί έχουν συσχετίσει με την πρόγευση του επέκεινα και του παραδείσου, είναι κάτι που επίσης είναι δυνατό να προκληθεί τεχνητά στο εργαστήριο, ενώ κάτι ανάλογο βιώνουν καμία φορά και οι πιλότοι αεριωθουμένων, όταν υφίστανται μεγάλες επιταχύνσεις βαρύτητας (το φαινόμενο της «υπερτασικής συγκοπής»).
Αμερικανοί ερευνητές πιστεύουν ότι το «τούνελ» προκαλείται από την ελλειπή τροφοδοσία αίματος και οξυγόνου στα μάτια. Εν κατακλείδι, κατά τους επιστήμονες: «η επιστημονική εμπειρία δείχνει ότι όλες οι όψεις μιας επιθανάτιας εμπειρίας έχουν νευροφυσιολογική ή ψυχολογική βάση».
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου