Για κανένα ίσως άλλο έργο του κορυφαίου της Ρωσίας συγγραφέα, δεν έγινε τόσος λόγος από την παγκόσμια κριτική όσο για το «Υπόγειο». Ίσως γιατί είναι το μοναδικό έργο που κλείνει περισσότερο τη φρικιαστική ανησυχία, την αγωνία, μπορούμε να πούμε, της ψυχής του Ντοστογιέφσκι, για το τρομερό πρόβλημα και τον σκοπό της ζωής.
Ο μεγάλος της Ρωσίας φιλόσοφος και κριτικογράφος του Ντοστογιέφσκι και του Τολστόι, Λέων Σέστωφ, αναλύει το αξιοθαύμαστο αυτό μυθιστόρημα. Ιδού τι λέγει ο Σέστωφ:
Το «Υπόγειο» είναι από τα πιο καταπληκτικά έργα, όχι μονάχα της Ρωσικής, αλλά της παγκόσμιας φιλολογίας. Διαβάζοντάς το νομίζεις πως δεν πατείς πια στερεά στο χώμα, αλλά πως πέφτεις σε κάποια άπατη άβυσσο. Αισθάνεσαι την ευθυμία του πετάγματος, τον τρόμο και τη φρίκη του κενού…
Πραγματικά, ευθύς εξ αρχής πρέπει να σταματήσεις και να πάρεις αναπνοή. Σε κάθε κεφάλαιο που τελειώνει λες: αφήστε με να πάρω αναπνοή. Μαζί με τον αναγνώστη νομίζεις πως και του Ντοστογιέφσκι του ίδιου του κόβεται η αναπνοή από την μανιώδη και άγρια ορμή των «καινούριων» σκέψεων, που ξεπετιούνται από τα κατάβαθα του απόκρυφου εγώ του.
Ξαναδιαβάστε, παραδείγματος χάριν, αυτή τη φράση του Ντοστογιέφσκι: «Ο άνθρωπος του δέκα‐
του ένατου αιώνα είναι αναγκαστικά άνθρωπος χωρίς χαρακτήρα∙ ο άνθρωπος της δράσης είναι κι
αυτός αναγκαστικά ένα μέτριο πνεύμα».
Επιτρέψατέ μου να σας υπενθυμίσω ότι και ο Πλωτίνος «ο αναγνωρισμένος απ’ όλους» σαν ένας
από τους πιο μεγάλους σκεπτικιστές της αρχαιότητας, εκφέρει την ίδια σκέψη, αν και με άλλη φόρ‐
μα. Κι αυτός επίσης διαβεβαιώνει πως «ο άνθρωπος της δράσης» είναι πάντα μέτριος, και πως δρά‐
ση δε θα πει τίποτε άλλο, παρά περιορισμός της ελευθερίας. Εκείνος που δεν μπορεί ή που δε θέλει
να «σκέφτεται», «να μελετά», αυτός μόνο δρα.
Κι ο Πλάτωνας επίσης έχει γνωρίσει το «Υπόγειό» του, που το ονόμασε «Σπήλαιο»∙ δημιούργησε
έτσι τη θαυμάσια παραβολή, την ξακουσμένη σ’ όλο τον κόσμο. Το έγραψε όμως με τέτοιο τρόπο,
ώστε δεν πέρασε από κανενός το μυαλό πως το «Σπήλαιο» του Πλάτωνα ήταν ίδιο με το «Υπόγειο»
και πως ο Πλάτωνας ήταν κι αυτός ένας άνθρωπος ανισόρροπος, νευρασθενικός, ένας από κείνους
που για να τους ησυχάσουν, ανακαλύπτουν οι ισορροπημένοι άνθρωποι διάφορες θεωρίες, συντα‐
γές κλπ. Έτυχε λοιπόν στον Ντοστογιέφσκι, στο «Υπόγειό» του να γίνει το ίδιο πράγμα, όπως και στον
Πλάτωνα στο «Σπήλαιό» του: ανοίχτηκαν τα καινούρια του μάτια κι ο άνθρωπος δεν είδε πια μπρο‐
στά του παρά σκιές και φαντάσματα εκεί που «όλοι οι άλλοι» έβλεπαν την πραγματικότητα∙ μισοεί‐
δε την αληθινή, τη μόνη πραγματικότητα, εκεί που «όλοι οι άλλοι» δεν ήξεραν αν υπάρχει καν.
Χρειάζεται υπερφυσική πραγματικά προσπάθεια για να τολμήσει ένας άνθρωπος να φέρει τον
εαυτό του σε αντίθεση με το σύμπαν, με τη φύση, με το νόμο της άκρας πιθανότητας: «η ολότητα δε
θέλει ν’ ασχοληθεί με το εγώ μου, μα δε θέλω κι εγώ ν’ ανήκω στην ολότητα».
Ας θριαμβεύσει η «ολότητα»! Ο Ντοστογιέφσκι αισθάνεται μάλιστα κάποια ηδονή περιγράφοντάς
μας τις ακατάπαυστες ήττες του και τις δυστυχίες του. Κανένας πριν και υστέρα απ’ αυτόν δε μας
ζωγράφισε ποτέ την απελπιστική αυτή πληθώρα όλων των εξευτελισμών και των πόνων της κατασυ‐
ντριμμένης από τις πιθανότητες ψυχής. Προσβάλλουν τον άνθρωπο του «Υπογείου», τον διώχνουν,
τον ξυλοκοπούν. Κι αυτός θαρρείς πως γυρεύει την ευκαιρία να ξαναπονέσει περισσότερο. Και
πραγματικά, όσο περισσότερο τον ταπεινώνουν, τον κατασυντρίβουν, τόσο περισσότερο πλησιάζει αυτός το σκοπό του: να το σκάσει δηλαδή από το «Υπόγειο», από το σατανικό αυτό τόπο, όπου βασιλεύουν οι νόμοι, τα φρονήματα, οι πιθανότητες, και να πεταχτεί έξω από το κράτος των υγιών και ισορροπημένων ανθρώπων.
Διαβάστε πώς ο Ντοστογιέφσκι περιγράφει στο «Υπόγειο» τους ισορροπημένους ανθρώπους και ρωτήστε κατόπιν τι πρέπει να προτιμήσουμε: τους οδυνηρούς σπασμούς κάποιου αμφίβολου ξυπνήματος ή την πένθιμη, την τεφρή βεβαιότητα, που φέρνει το χασμουρητό και το βέβαιο ύπνο;
«Είμαι ο ένας κι είσαστε η ολότητα», λέγει ο Ντοστογιέφσκι. Ε, λοιπόν, δεν πρέπει να σας φανεί παράξενη η αντίθεση αυτή του ενός προς το σύνολο του κόσμου. Μολονότι φαίνεται παράλογη, είναι
όμως ολιγότερο παράλογη από την αποθέωση αυτή που προσδοκά η «ολότητα» και από το περι‐
βάλλον αυτό της δικαιοσύνης, μέσα στο οποίο κατόρθωσαν να εξελιχθούν η επιστήμη και η «δικαιο‐
σύνη» μας.
Ακολουθεί μικρό απόσπασμα από το Πρώτο Μέρος του βιβλίου
Είμαι άρρωστος… Είμαι μοχθηρός. Δεν είμαι καθόλου ευχάριστος. Νομίζω ότι έχω αρρώστια του
ήπατος. Μα δεν καταλαβαίνω τίποτε και δεν ξέρω που ακριβώς υποφέρω. Αν κι εκτιμώ πολύ τους
γιατρούς και την ιατρική, δεν πάω να με κοιτάξουν και δεν πήγα ποτέ γιατί είμαι φοβερά προληπτι‐
κός, ή τουλάχιστον τόσο που δεν πιστεύω στην ιατρική. (Η μόρφωση μου έπρεπε να με κάνει να μην
είναι προληπτικός, ωστόσο είμαι…) Όχι κύριε, αν δεν φροντίζω για τον εαυτόν μου το κάνω από κα‐
κεντρέχεια μόνο∙ να. Ίσως δεν μπορείτε να το καταλάβετε αυτό. Λοιπόν, κύριε, εγώ το καταλαβαίνω.
Χωρίς άλλο, δεν θα μπορούσα να σας εξηγήσω από που προέρχεται η κακεντρέχεια αυτή. Καταλα‐
βαίνω πολύ καλά πως μη φροντίζοντας να γιατρευτώ δεν κάνω κακό σε κανέναν, ούτε και στους
γιατρούς. Και καλύτερα από κάθε άλλον στον κόσμο ξέρω πως μόνο τον εαυτό μου βλάφτω. Αδιά‐
φορο∙ από κακεντρέχεια δε γιατρεύομαι. Είναι αρρώστια του ήπατος. Ας είναι ό,τι θέλει, και χειρότερη ακόμα.
Είναι πολύς καιρός, καμιά εικοσαριά χρόνια, που ζω έτσι, και είμαι τώρα σαράντα χρονών. Ήμουνα
άλλοτε δημόσιος υπάλληλος, μα παραιτήθηκα. Ήμουν υπάλληλος ευερέθιστος και χωριάτης, κι ευ‐
χαριστιόμουνα να ‘μαι τέτοιος. Γιατί μη παίρνοντας φιλοδωρήματα, από κάτι έπρεπε να πληρωθώ.
Ερχόντουσαν να ζητήσουν πληροφορίες οι άνθρωποι στο γραφείο μου; Με μιας τους έδειχνα τα δόντια κι ένοιωθα ανέκφραστη ευχαρίστηση, όσο λίγη και να ‘ταν η στενοχώρια που προξενούσα στον άλλο, όπως συνέβαινε τις περισσότερες φορές.
Ήταν, εννοείται, οι πιότεροι άνθρωποι δειλοί, είχαν την ανάγκη μου …
Fyodor Dostoyevsky, ΤΟ ΥΠΟΓΕΙΟ
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου