Αναίρεση του ψεύδους των χριστιανικών απολογητικών διαστρεβλώσεων περί των δήθεν ανθρωποθυσιών των Ελλήνων και περιπτώσεις που χρησιμοποιούνται εντέχνως από ορισμένους κύκλους, για να αποδείξουν δήθεν την ανωτερότητα του χριστιανισμού έναντι της Ελληνικής παράδοσης.
Είναι πέρα από κάθε αμφιβολία ότι ο Ελληνικός πολιτισμός ήταν ένα από τα μεγαλύτερα επιτεύγματα στην παγκόσμια ιστορία του ανθρωπίνου πνεύματος. Μια μεστή κοσμοθεωρία, μια ευγενική και μεγαλειώδης πρόταση για τον Άνθρωπο, τόσης μεγάλης εμβελείας και δυναμικότητος, ώστε να καθίσταται ουσιαστική και θεμελιώδης η διάκριση Ελλήνων και μη Ελλήνων (βαρβάρων). Αργότερα, κατά την εποχή των διαδόχων του Αλεξάνδρου, θα χαρακτηριστούν ως «ελληνιστές» όσοι μη Έλληνες μετείχαν της Ελληνικής παιδείας. Με αυτήν την νοοτροπία, πέρα από τα στενά όρια των συνόρων και των φυλών, αγκαλιάζοντας τον κάθε ελεύθερα σκεπτόμενο άνθρωπο που επιθυμεί το «κατά φύσιν ζειν, τουτέστι κατ’ αρετήν», πορεύτηκε η ανθρωπότητα και πορεύεται μέχρι και σήμερα. Κατά τους σκοτεινούς αιώνες, το «ελληνίζειν» παραποιήθηκε, λοιδορήθηκε, καταδιώχθηκε, και κατάντησε να σημαίνει ψευδώς το «ειδωλολατρείν».
Στο διάβα της μακραίωνης ιστορίας, ο πολιτισμός αυτός υπέστη λεηλασίες, βανδαλισμούς, καπηλεία. Ξένοι επικυρίαρχοι προσπάθησαν να αντιγράψουν, να αλλοιώσουν, να βεβηλώσουν, να καταστρέψουν μνημεία και κειμήλια (ες έδαφος φέρειν), και εν γένει να εξαφανίσουν οτιδήποτε τον θύμιζε, προκειμένου να επιβάλλουν για πολιτικούς σκοπούς τα δικά τους βάρβαρα συστήματα θρησκευτικής υπακοής. Αν και έβλαψαν σε πολύ μεγάλο βαθμό τον ελληνικό τρόπο, ωστόσο δεν κατόρθωσαν να τον ξεριζώσουν. Προσπάθησαν να τον συκοφαντήσουν (και τον συκοφαντούν ακόμα μέσω των νέο-απολογητών), αλλοιώνοντας κείμενα και νοήματα (που οι ίδιοι δεν είναι σε θέση να κατανοήσουν ούτε και ενδιαφέρονται για αυτό), υπακούοντας με τρόπο δογματικό στην υπεράσπιση της χριστιανικής θρησκείας με κάθε τρόπο και μέσο.
Τα μνημεία του θαυμάζονται από πλήθος ανθρώπων. Η γραπτή παράδοση (όση διασώζεται), ελκύει ανθρώπους που επιδιώκουν να μετέχουν σε αληθινές αξίες και ιδανικά και όχι σε αυτά που δίνει το καταστημένο, κατευθυνόμενο σύστημα. Ο Πλάτων, που συχνά κατακρίνεται από την αριστερή προπαγάνδα για τις δήθεν συντηρητικές και αναχρονιστικές απόψεις του, μας λέει στο «Συμπόσιο»: «Διότι εις των βαρβάρων την αντίληψιν είν’ εξ αιτίας της απολυταρχίας ανήθικον και τούτο, όπως και η αγάπη προς την καλλιέργειαν του πνεύματος και τον αθλητισμόν. Διότι δεν συμφέρει, φαντάζομαι, εις τους κυβερνώντας φρονήματα γενναία να καλλιεργούνται μεταξύ των υπηκόων και φιλίαι και δεσμοί ισχυροί» (182 b). Ποτέ όμως δεν κατανοείται η φιλοσοφική διάσταση των πραγμάτων, όταν κρίνεται με βάση τις θρησκευτικές ή τις πολιτικές ιδεολογικές προκαταλήψεις. Ούτε βέβαια η αριστοκρατία που πρεσβεύει ο μέγιστος των φιλοσόφων έχει καμία σχέση με την αριστοκρατία όπως την θεωρεί η Δεξιά. Η πολιτική όπως κατάντησε σήμερα, είναι το μέσο για να διχάζει τους ανθρώπους προκειμένου να συντηρείται το κατεστημένο. Για αυτό εξάλλου, όταν έρθει στην εξουσία είτε το μεν είτε το δε, ξαφνικά και ως δια μαγείας, λησμονούνται τα πάντα και μετατρέπονται στο ίδιο πράγμα. Το πραγματικό επαναστατικό πνεύμα κατά της μικρότητας και υπέρ της ανελίξεως του ανθρώπου, μπορεί να συνοψιστεί στο Δελφικό παράγγελμα «Γνώθι σαυτόν». Φιλοσοφία, τέχνες, γράμματα, επιστήμη, ποίηση, μουσική, θέατρο, λατρεία και ιερά μυστήρια (καθώς και ό, τι όλα αυτά περιλαμβάνουν), είναι οι εκφάνσεις αυτού του πολιτισμού, οι οποίες είναι άρρηκτα συνδεδεμένες μεταξύ τους. Πώς θα μπορούσε ποτέ η μιαρότατη «ανθρωποθυσία» να αποτελεί έθος, ιεροπραξία, φρόνημα και ήθος των προγόνων μας; Πώς θα μπορούσε μια ηθική που απορρέει από την ίδια την ουσία του Ανθρώπου, να δεχτεί αυτήν την απάνθρωπη και άλογη πράξη;
Σύμφωνα με τον Αθανάσιο Σταγειρίτη, οι Έλληνες «κατέστησαν λατρείας και τελετάς προς τιμήν του θείου, και νομοθεσίας εις ευδαιμονίαν των ανθρώπων» (Ωγυγία, τ. Γ΄, σ. 27). Αν λοιπόν ήταν στο πλαίσιο του τελετουργικού της αρχαίας ελληνικής λατρείας, τότε θα έπρεπε να ήταν τακτό και να είχε την γενική αποδοχή. Κάτι τέτοιο όμως ισχύει μόνο στην φαντασία των απολογητών.
1. Τι ορίζεται ως «ανθρωποθυσία»
Σύμφωνα με το «Μέγα λεξικό της όλης ελληνικής γλώσσης» του Δ. Δημητράκου, ανθρωποθυσία είναι «η δια σφαγής προσφορά ανθρωπίνου θύματος εις θεόν τινά προς εξιλασμόν αυτού» και ανθρωποθυτώ σημαίνει «θυσιάζω, σφάζω ανθρώπους, προσφέρων ούτω αυτούς ως θυσίαν εις τους θεούς» (τ. Β΄, σ. 564).
Η λέξη «θυσία» γενικότερα, κατά το ίδιο λεξικό, σημαίνει την «λατρευτικού χαρακτήρος αναίμακτος ή και αιματηρά προσφορά προς θεότητα» (τ. Ζ΄, σ. 3393).
Συνεπώς, για να ισχυριστούμε ότι έχουμε «ανθρωποθυσία», πρέπει να έχουμε λατρευτική προσφορά σε θεούς. Είναι βασικό και στοιχειώδες να το κατανοήσουμε, προκειμένου να μην μπερδευόμαστε με τις αναφορές που βρίσκουμε στα αρχαία μας κείμενα. Διότι συχνά, είτε σκοπίμως είτε από άγνοια, οι πολλοί αρκούνται σε αναφορές δίχως να εξετάζουν επισταμένα τί αφορούν και τί δείχνουν οι πληροφορίες των κειμένων.
2. Αρχαίοι συγγραφείς και ανθρωποθυσίες
Μελετώντας τα αρχαία κείμενα, διαπιστώνουμε ότι κανένας αρχαίος συγγραφέας (είτε φιλόσοφος, είτε ιστορικός, είτε ποιητής, είτε θεατρικός συγγραφέας κλπ), δεν αναφέρει ότι είδε ο ίδιος την τέλεση κάποιας ανθρωποθυσίας στην εποχή του. Οι αναφορές τους είναι είτε παρμένες από τοπικούς θρύλους, είτε από τη μυθολογία, είτε από αναληθείς φήμες (όπως στην περίπτωση του Θεμιστοκλή που θα εξετάσουμε παρακάτω).
Σε αντίθεση με όλα αυτά, υπάρχουν ξεκάθαρες αναφορές ότι οι Έλληνες ποτέ δεν είδαν την ανθρωποθυσία ως κάτι το νόμιμο, ηθικό και όσιο.
Για παράδειγμα, ο Πλάτων αναφέρει ότι «ημίν μεν ου νόμος εστίν ανθρώπους θύειν αλλ’ ανόσιον» (Μίνως, 315c). Ο Πλούταρχος, πρωθιερέας του Απόλλωνος στους Δελφούς, αναφέρει στο έργο «Περί δεισιδαιμονίας» ότι η ανθρωποθυσία είναι πράξη δεισιδαιμονική και την αντιδιαστέλλει ριζικά από την ελληνική λατρεία των Ολυμπίων. Μάλιστα στο «Αίτια ελληνικά», ονομάζει την αναφερόμενη υπό της μυθολογίας προσφορά ανθρωπίνου βρέφους του Λυκάονα προς τον Λύκαιο Δία ως «τον περί τον Δία μιάσματος». Ο Σέξτος ο Εμπειρικός γράφει ότι «Εν μεν Ταύροις της Σκυθίας νόμος ην τους ξένους τη Αρτέμιδι καλλιερείσθαι, παρά δε ημίν άνθρωπον απείρηται προς ιερώ φονεύεσθαι» (Σέξτος, Πυρρώνειες υποτυπώσεις Α΄ , 149). Δηλαδή, ενώ για τους κάτοικους της Ταυρίδας (σημερινή Κριμαία) ήταν νόμος να θυσιάζουν στην Αρτέμιδα τους ξένους, για εμάς είναι ανίερο να φονεύεται κάποιος και να προσφέρεται σε θεό και μάλιστα εντός ιερού τόπου. Ήταν Έλληνες όμως οι κάτοικοι της Ταυρίδας; Ο Παυσανίας, όταν αναφέρεται στο άγαλμα της Ορθίας Αρτέμιδος που βρίσκονταν στην Λακεδαίμονα, λέει ότι το έφεραν από την Ταυρική. Τους κατοίκους της Ταυρικής του ονομάζει «βαρβάρους», δηλαδή μη Έλληνες. Όμως, τα ίδια μπορεί να συμπεράνει κανείς και από την μυθολογία, στην οποία είναι αποκρυσταλλωμένη η ιερή προγονική μνήμη.
3. Μύθοι
Αφού όμως η πλειοψηφία των αναφορών βρίσκεται στην μυθολογία, καλό θα ήταν να δούμε τι αναφέρει σχετικά ο νεοπλατωνικός φιλόσοφος Σαλλούστιος.
Τι δήποτε ουν τούτους αφέντες τους λόγους οι παλαιοί μύθοις εχρήσαντο, ζητείν άξιον· και τούτο πρώτον εκ των μύθων ωφελείσθαι το γε ζητείν, και μη αργόν την διάνοιαν έχειν. Ότι μεν ουν θείοι οι μύθοι εκ των χρησαμένων εστίν ειπείν· και γαρ των ποιητών οι θεόληπτοι και των φιλοσόφων οι άριστοι, οι τε τας τελετάς καταδείξαντες και αυτοί δε εν χρησμοίς οι Θεοί μύθοις εχρήσαντο. Των δε μύθων οι μεν εισί θεολογικοί, οι δε φυσικοί, οι δε ψυχικοί τε και υλικοί, και εκ τούτων μικτοί. Πρέπουσι δε των μύθων οι μεν θεολογικοί φιλοσόφοις, οι δε φυσικοί και ψυχικοί ποιηταίς, οι δε μικτοί τελεταίς επειδή και πάσα τελετή προς τον Κόσμον ημάς και προς τους θεούς συνάπτειν εθέλει. (Σαλλούστιος, Περί θεών και κόσμου)
Ο Σαλλούστιος αρχίζοντας το έργο του «Περί θεών και κόσμου», προαναφέρει ότι ο άνθρωπος που θέλει να ακούσει για τους θεούς, δεν πρέπει να ερμηνεύει κατά γράμμα τους μύθους. Διότι εκεί, κάθε θεός παρουσιάζεται ανθρωποπαθώς, ενώ στην πραγματικότητα ισχύει το αντίθετο. Δηλαδή, κάθε θεός είναι αγαθός, απαθής, αμετάβλητος. Επίσης, στην πραγματικότητα οι θεοί δεν έχουν υλική σωματική υπόσταση, και κατά συνέπεια δεν περιέχονται σε κάποιον τόπο και δεν χωρίζονται ο ένας από τον άλλο, ούτε από την πρώτη αιτία. Ακριβώς όπως δεν χωρίζονται οι νοήσεις από τον νου και οι αισθήσεις από τα ζωντανά όντα. Και συνεχίζει, ότι οι παλαιοί χρησιμοποίησαν τους μύθους αλληγορικά, βάζοντας με αυτό τον τρόπο τον ακροατή σε μια διαδικασία έρευνας και αναζητήσεως προκειμένου να αποκωδικοποιηθεί ο λόγος, ώστε να μην μένει άπραγη και αργή η διάνοια. Επομένως, το ότι ο λόγος (η βαθύτερη ουσία) δίδεται υπό μορφή μύθου (κωδικοποιημένα), είναι για την εξάσκηση του νου. Ως εκ τούτου, ο μύθος στην πραγματικότητα, δεν είναι μια απλή ιστοριούλα που απευθύνεται σε αφελείς, αλλά περιέχει πολλά μηνύματα κωδικοποιημένα, έχοντας πολλαπλά επίπεδα κατανόησης, ανάλογα με το νοητικό επίπεδο του ακροατή. Όπως λέει ο Πλούταρχος, είναι σαν το φως του ηλίου που αναλύεται στα χρώματα της ίριδος. Ένα φως (ένας λόγος), πολλά χρώματα (πολλά νοήματα).
Όπως αναφέρει ο ίδιος, «το δε δια μύθων ταληθές επικρύπτειν τους μεν καταφρονείν ουκ εά, τους δε φιλοσοφείν αναγκάζει». Δηλαδή, ο μύθος κρύπτει το αληθές, ώστε να διακρίνονται οι καταφρονητές από εκείνους που αναγκάζονται να φιλοσοφήσουν.
Η θεία προέλευση των μύθων, κατά τον Σαλλούστιο, φαίνεται από το ότι οι ίδιοι οι θεοί χρησμοδοτούσαν δια των μύθων, από τη χρήση υπό των ποιητών, των φιλοσόφων, και από εκείνους που παρέδωσαν τα τελούμενα στα Ιερά μυστήρια.
Οι μύθοι διακρίνονται σε θεολογικούς (που ταιριάζουν στους φιλοσόφους), σε φυσικούς και ψυχικούς (που ταιριάζουν στους ποιητές), και οι μικτοί που ταιριάζουν στις μυήσεις των μυστηρίων επειδή δια αυτών ο μυούμενος συνδέεται με το Σύμπαν και τους θεούς. Πέρα από τις αναλύσεις του Σαλλουστίου, έχουμε μαρτυρίες ότι ο μύθος πολλές φορές αφορά και κάποιο ιστορικό γεγονός, διανθισμένο σαφώς με αλληγορικά στοιχεία (Πλάτων, Διόδωρος Σικελιώτης, Αριστοτέλης κ.α).
Συνεπώς, πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί όταν διαβάζουμε την αρχαία ελληνική γραμματεία, ώστε να κατανοούμε ορθά τα γραφόμενα και να διακρίνουμε τα παραπάνω. Κατά κανόνα, οι αλληγορικοί μύθοι παρουσιάζουν τους πρωταγωνιστές τους να έχουν κωδικοποιημένα ονόματα-σύμβολα, που χρήζουν αποκωδικοποιήσεως. Για αυτό και οι αρχαίοι έλεγαν, «αρχή σοφίας, ονομάτων επίσκεψις». Σκέψη πάνω στο τί σημαίνουν και στο τί δηλώνουν τα ονόματα.
4. Παραδείγματα μύθων που παρουσιάζονται ως ιστορικά γεγονότα από τους νεοαπολογητές
Οι Θηβαίοι και η προσφορά βρέφους σε αλεπού.
Στο δεύτερο βιβλίο της «Μυθολογικής Βιβλιοθήκης» του Απολλόδωρου (Β΄ 4. 6-7), αναφέρεται η ιστορία του βασιλιά των Μυκηνών, Ηλεκτρύονα. Κάποτε, επιχείρησαν οι γιοι του Πτερελάου να κλέψουν τα βόδια του πρώτου. Η ιστορία κατέληξε στον αλληλοσκοτωμό των γιών των δύο βασιλιάδων, πλην του Λικυμνίου (από πλευράς Ηλεκτρύωνα) και του Ευήρη (από πλευράς Πτερελάου). Οι υπόλοιποι από τους συντρόφους τους διέφυγαν με τα βόδια στον Πολύξενο, από τον οποίο ο Ηλεκτρύονας τα πήρε πίσω. Όμως, δεν του αρκούσε αυτό. Ήθελε να εκδικηθεί το θάνατο των παιδιών του. Για αυτό, αφού παρέδωσε τη βασιλεία στον Αμφιτρύωνα και την Αλκμήνη, εκστράτευσε κατά των Τηλεβόων, όπου τελικά και σκοτώθηκε. Ο Σθένελος, εκμεταλλευόμενος το θάνατο του Ηλεκτρύωνα, πήρε την εξουσία και τη βασιλεία των Μυκηνών, διώχνοντας τον Αμφιτρύωνα, και τα παιδιά του (τον Ηλεκτρύωνα, την Αλκμήνη, και τον Λικύμνιο). Αυτοί κατέληξαν στην αυλή του Κρέοντα, στην Θήβα. Τότε ο Αμφιτρύωνας, ζήτησε τη βοήθεια του Κρέοντα κατά των Τηλεβόων. Ο Κρέοντας συμφώνησε, αλλά με την προϋπόθεση να τον βοηθήσει πρώτα στην απαλλαγή της περιοχής από μια αλεπού που ρήμαζε τα πάντα. Το πεπρωμένο αυτής της αλεπούς ήταν ότι κανείς δεν θα μπορούσε να τη συλλάβει («έφθειρε γαρ την Καδμείαν αλώπηξ θηρίον, υποστάντος δε όμως ειμαρμένον ην αυτήν μηδέ τινα καταλαβείν»). Αφού λοιπόν βρίσκονταν σε αυτήν την απελπιστική κατάσταση, οι Θηβαίοι αναγκάζονταν να προσφέρουν κάθε μήνα ένα παιδί σε αυτήν («αδικουμένης δε της χώρας, ένα των αστών παίδα οι Θηβαίοι κατά μήνα προετίθεσαν αυτή, πολλούς αρπαξούση, τούτ’ ει μη γένοιτο»). Ο Αμφιτρύωνας σκέφτηκε να πάει στην Αθήνα και να ζητήσει από τον Κέφαλο τον σκύλο που έφερε η Πρόκρις από την Κρήτη, παίρνοντας τον από τον Μίνωα. Το αντίστοιχο πεπρωμένο αυτού του σκύλου ήταν ότι πάντα θα μπορούσε να συλλαμβάνει ότι κυνηγά («ην δε και τούτω πεπρωμένον παν, ό, τι αν διώκη, λαμβάνειν»). Επειδή τα πεπρωμένα των δύο αυτών ζώων ήταν εντελώς αντίθετα μεταξύ τους δημιουργώντας έναν ατέρμονα κύκλο κυνηγιού, ο Δίας αποφάσισε να τα ακινητοποιήσει πετρώνοντάς τα («διωκομένης ουν υπό του κυνός της αλώπεκος, Ζευς αμφοτέρους λίθους εποίησεν»). Εφόσον δόθηκε λύση στο πρόβλημα των Θηβαίων, εκείνοι εκπλήρωσαν την υπόσχεση που είχαν δώσει στον Αμφιτρύωνα. Όσο ζούσε ο Πτερέλαος, δεν μπορούσαν να εκπορθήσουν το βασίλειό του. Όταν όμως η κόρη του η Κομαιθώ ερωτεύθηκε τον Αμφιτρύωνα, πρόδωσε τον πατέρα της, αφαιρώντας από το κεφάλι του την χρυσή τρίχα. Τότε πέθανε, με αποτέλεσμα να πέσει το βασίλειό του. Με αυτόν τον τρόπο, εκπληρώθηκε η εκδίκηση του Ηλεκτρίωνα.
Είναι ξεκάθαρο ότι πρόκειται περί μύθου, και μάλιστα με πολύ βαθύ συμβολισμό. Συνεπώς, η προσφορά του παιδιού προς την περίεργη εκείνη αλεπού, δεν είναι ιστορικό γεγονός, αλλά ανήκει στον μύθο. Όταν λοιπόν ο Παυσανίας αναφέρεται και αυτός σε αυτά τα περιστατικά, σε αλληγορικό μύθο αναφέρεται.
Κομαιθώ και Μελάνιππος.
Ο Παυσανίας στα Αχαϊκά (19.1-4), μας αναφέρει την ιστορία της ιέρειας της Αρτέμιδος Κομαιθούς και του Μελανίππου. Η Άρτεμις είναι θεά της παρθενίας και της εγκρατείας. Η ιέρειά της έπρεπε να είναι το ίδιο. Η Κομαιθώ όμως παρέβηκε τον όρο αυτό και συνευρέθηκε με τον Μελάνιππο μέσα στο ιερό της θεάς. Αυτό προκάλεσε την οργή της, που επέφερε όλα τα δεινά, και όταν ρώτησαν το μαντείο, η απάντηση ήταν ότι η θεά θα κατευνάζονταν μόνο αν θυσιάζονταν οι δύο τους στην θεά αλλά και κάθε χρόνο να θυσιάζουν έναν νέο και μια νέα παρθένο.
Το ότι η παραπάνω ιστορία ανήκει στον διδακτικό μυητικό μύθο, προκύπτει από τα εξής. Τα ίδια τα ονόματα είναι κωδικές ονομασίες. Το όνομα «Κομαιθώ» είναι από τη λέξη «κομαίθα» που σύμφωνα με το λεξικό του Ησυχίου σημαίνει «τυχούσα γυνή» (πρβ. Λεξικό Δημητράκου, τ. Η΄, σ. 4015). Το όνομα «Μελάνιππος» σημαίνει τον «μέλανα ίππο». Παραπέμπω τον αναγνώστη στον παραλληλισμό των μερών της ψυχής με δύο ίππους και τον ηνίοχο, που αναφέρεται στον πλατωνικό διάλογο «Φαίδρος». Εκεί, ο μέλας ίππος συμβολίζει το επιθυμητικό μέρος της ψυχής, το οποίο δεν ηνιοχείται από το λογιστικό μέρος.
Όταν ο μέλας ίππος άγει την ψυχή (ο Μελάνιππος), τότε ο άνθρωπος υποβιβάζεται σε έναν τυχαίο καθημερινό άνθρωπο (Κομαιθώ). Τότε παρασυρόμενος από την ύλη, αντί να την χρησιμοποιήσει ορθά για την ανέλιξή του, τον χρησιμοποιεί εκείνη με αποτέλεσμα να τον καθιστά δούλο της (υλόφρονα). Όταν το εσωτερικό του ανθρώπου μιανθεί (το ιερό της Αρτέμιδος), τότε επέρχεται η Νέμεσις (δηλαδή, τα αποτελέσματα των πράξεων του ανθρώπου). Η απόφαση του μαντείου δεν είναι τίποτα παραπάνω από τη θανάτωση των αιτιών.
Πρέπει να σημειωθεί ότι δεν θα έπρεπε να παρανοήσουμε λογιζόμενοι ότι ο λόγος αυτός κακίζει την ομορφιά, την σεξουαλική επαφή, ή το ανθρώπινο σώμα. Κάθε άλλο, αν κρίνουμε από τα ίδια τα αγάλματα στα οποία οι αρχαίοι αναπαριστούν τόσο ανάγλυφα και παραστατικά το ανθρώπινο σώμα. Άλλωστε η Άρτεμις ήταν προστάτιδα των γυναικών που θα γεννούσαν. Στο Ορφικό ύμνο της Αρτέμιδος, αναφέρεται ως «λοχεία, συ η αρωγός στις ωδίνες, χωρίς η ίδια σ’ ωδίνες να μετέχεις» (Ύμνος 36).
Στην συνέχεια, ο μύθος αναφέρει ότι το μαντείο χρησμοδότησε ότι ένας βασιλιάς (ο Ευρύπυλος), θα καταργούσε τις «ανθρωποθυσίες» αυτές. Και για να μην θεωρήσει κανείς ότι η αναφερόμενη θυσία ήταν όντως ήθος και έθος, χαρακτηρίζεται ως «θυσία ασυνήθιστη». Το γειτονικό ποτάμι, αρχικά είχε την ονομασία «Αμείλιχος» (= τραχύς, άκαμπτος), ενώ έπειτα μετονομάστηκε σε «Μείλιχος» (= πράος, ήπιος, ευγενής).
Μίνωας και ο φόρος των Αθηναίων.
Σύμφωνα με το μύθο, ο γιος του βασιλιά Μίνωα, ο Ανδρόγεως, επειδή αρίστευσε στους αγώνες στην γιορτή των Παναθηναίων, δολοφονήθηκε από τον βασιλιά Αιγέα. Ο Μίνωας, πολέμησε ενάντια στους Αθηναίους, και τους υποχρέωσε να του πληρώνουν φόρο αίματος. Έπρεπε να στέλνουν οι Αθηναίοι σε τακτά χρονικά διαστήματα εννέα νέους και ισάριθμες νέες, για να γίνονται βορά στον Μινώταυρο. Αυτόν τελικά, τον σκότωσε ο ήρωας Θησέας. Όμως, τόσο στον πλατωνικό διάλογο «Μίνως» όσο και στην βιογραφία «Θησεύς» του Πλουτάρχου, υπάρχει ξεκάθαρη αναφορά ότι ο μύθος του Μινώταυρου και της υποτιθέμενης ανθρώπινης προσφοράς, δεν είναι πραγματικό γεγονός αλλά διακωμώδηση του Μίνωα από τους Αττικούς θεατρικούς συγγραφείς. Στην πραγματικότητα, επέβαλε φόρους για τη δολοφονία του γιού του. Εδώ δηλαδή, έχουμε την περίπτωση που ένα ιστορικό γεγονός μπλέκεται με μυθολογικά στοιχεία που έχουν βαθύτατους συμβολισμούς.
5. Η αρχαία τραγωδία και οι ανθρωποθυσίες
Πολλές φορές αναφέρονται στις τραγωδίες χρησμοί που απαιτούν τη θυσία ανθρώπου προκειμένου ο θεός να δειχθεί ευμενής. Οι αρχαίες τραγωδίες όμως δεν είναι καθαρά ιστορία. Εμπνέονται από την μυθολογία, αλλά αρκετές φορές διασκευάζονται ανάλογα με το μήνυμα που θέλει να προωθήσει ο εκάστοτε τραγικός. Ο σκοπός της τραγωδίας είναι άλλος. Σύμφωνα με τον ορισμό του Αριστοτέλους, σκοπός της τραγωδίας είναι η ταύτιση του θεατή με το πάσχων πρόσωπο, ώστε να επέλθει η ψυχική κάθαρσις μέσα από τις εσωτερικές συγκρούσεις, και τελικά η λύτρωσις. Το αρχαίο θέατρο είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την μυσταγωγία (σχετίζεται με τον Διόνυσο). Τραγωδία σημαίνει «τράγων ωδήν εκ των τράγων, εις ους διεσκευάζοντο οι τραγωδούντες, ως παριστώντες την ακολουθίαν του θεού Διονύσου» (Λεξικό Δημητράκου, τ. ΙΔ΄, σ. 7252).
Οι ανθρωποθυσίες που αναφέρονται στις τραγωδίες είναι καθαρά λογοτεχνικές με ηθικοδιδακτικό περιεχόμενο. Σημειωτέο, ότι τις περισσότερες φορές δεν τελούνται. Για παράδειγμα, στην «Ιφιγένεια εν Αυλίδι» του Ευριπίδη, η κόρη του αρχιστρατήγου Αγαμέμνονος δεν θυσιάζεται, αλλά η Άρτεμις παρουσιάζει ένα ελάφι (μας θυμίζει κάτι;). Όσο και αν ανατρέξουμε στα ομηρικά έπη, δεν θα βρούμε τέτοια αναφορά. Είναι διασκευή του Ευριπίδη. Σε άλλες τραγωδίες («Τρωάδες», και «Εκάβη»), η κόρη του Πρίαμου Πολυξένη, θυσιάζεται πάνω στον τάφο του Αχιλλέως. Ο Όμηρος και πάλι δεν αναφέρει πουθενά κάτι τέτοιο. Κατά μια άλλη εκδοχή, η Πολυξένη αυτοκτονεί στον τάφο του αγαπημένου της. Το ότι πρόκειται περί διασκευών, αναφέρεται από τον Πλάτωνα στον διάλογο «Μίνως»: «Αυτοί (αναφέρεται στον Όμηρο και στον Ησίοδο) είναι πιο αξιόπιστοι απ’ όλους μαζί τους τραγωδοποιούς» (318e). Για τον ψυχαγωγικό/ παιδαγωγικό σκοπό της τραγωδίας, αναφέρει επιγραμματικά και πάλι ο Πλάτων στον ίδιο διάλογο: «Από όλα τα είδη ποίησης, η τραγωδία είναι το πιο δημοφιλές και ψυχαγωγικό» (321a).
6. Η περίπτωση των χρησμών
Τί συμβαίνει όμως όταν υπάρχουν αναφορές στα αρχαία κείμενα περί χρησμών που δίδονται για να σωθεί μια ολόκληρη πόλη ή περιοχή από κάποιο κακό που την μαστίζει; Πολλές φορές το αντίτιμο είναι βαρύ. Κατά κανόνα, ο θεός ζητά την ανθρωποθυσία γόνου κάποιου επιφανούς, ακόμη και παιδιού βασιλέα. Σε αυτές τις περιπτώσεις έχουμε να παρατηρήσουμε τα εξής: α) ότι οι περιπτώσεις αυτές είναι έκτακτες, συνεπώς η τέτοιου είδους θυσία δεν αποτελούσε σύνηθες φαινόμενο. Β) Η θυσία δεν ζητείται για λατρεία, και γ) συνήθως οι ιστορίες αυτές κινούνται στο χώρο του θρύλου και είναι ανεπιβεβαίωτες φήμες. Πρόκειται περί πράξεων αυτοθυσίας, φιλοπατρίας, και ηρωισμού. Ας δούμε ορισμένες τέτοιες αναφορές.
Οι κόρες του βασιλιά Ερεχθέως και της Πραξιθέας θυσιάστηκαν με τη θέλησή τους υπέρ της νίκης των Αθηναίων κατά των Ελευσινίων. Για αυτή τους την υπακοή, τιμήθηκαν αργότερα από τους συμπολίτες τους. Στο λεξικό του Ν. Λωρέντη, διαβάζουμε τα εξής σχετικά: «κατά διαταγήν του Μαντείου εθυσιάσθησαν εκουσίως εις τον πόλεμον, τον οποίον είχον οι Αθηναίοι μετά των Ελευσινίων. Προς τιμήν των θυγατέρων τούτων του Ερεχθέως εώρταζον οι Αθηναίοι μετά ταύτα τα Νηφάλια λεγόμενα» (σ. 155).
Ο Παυσανίας αναφέρει ότι λέγεται (άρα δεν είναι κάτι επιβεβαιωμένο) ότι ο Αθηναίος Λεώ προσέφερε τις κόρες του ως θυσία υπέρ της κοινής σωτηρίας. «εκ δε Αθηναίων Λεώς· δούναι δε επί σωτηρία λέγεται κοινή τας θυγατέρας του θεού χρήσαντος» (Αττικά, 5.2). Το «λέγεται», δηλώνει ότι αυτή η ιστορία λαμβάνεται εκ της παραδόσεως και του θρύλου.
Η κόρη του Κέκροπως, η Άγραυλος, «επρόσφερε εαυτήν εκουσίως εις θυσίαν υπέρ της σωτηρίας των Αθηνών», η οποία και τιμήθηκε για αυτήν της την πράξη ηρωισμού. (Λεξικό Ν. Λωρέντη, σ. 6).
7. Η περίπτωση θανάτωσης κακούργων
Υπάρχει όμως και η περίπτωση να θανατώνεται κάποιος κακούργος για να επέλθει η κάθαρση ώστε να σταματήσει το κακό. Ο λεξικό του Σουΐδας αναφέρει ότι «Υπέρ του καθαρμού πόλεως ανήρουν εστολισμένον τινά, ον εκάλουν κάθαρμα». Ο Δ. Δημητράκος, αναφέρει ότι το κάθαρμα ήταν «κακούργος προς εξιλασμόν θανατούμενος υπό της πολιτείας εν λιμώ, συμφορά» (τ. Ζ΄, σ. 3504).
Οι Σπαρτιάτες πετούσαν στον Καιάδα, είτε τους θανατοποινίτες, είτε όσους συλλάμβαναν σε στρατιωτικές επιχειρήσεις (και όχι βρέφη, μιας και δεν έχουν βρεθεί οστά μωρών). Ο Παυσανίας στα «Μεσσηνιακά», αναφέρεται στη σύλληψη του Μεσσηνίου Αριστομένη και των συντρόφων του. Όλους αυτούς τους έριξαν στον Καιάδα, εκεί που τιμωρούν τους κακοποιούς. «Και πεσόντα αθρόοι των Λακεδαιμονίων επιδραμόντες ζώντα αιρούσιν· ήλωσαν δε και των περί αυτόν ες πεντήκοντα. Τούτους έγνωσαν οι Λακεδαιμόνιοι ρίψαι πάντας ες τον Κεάδαν· εμβάλουσι δε ενταύθα ους αν επί μεγίστοις τιμωρούνται» (18.4).
Όμως, ούτε αυτό μπορεί να θεωρηθεί προσφορά στο θείο.
8. Η περίπτωση του Αχιλλέα, του Θεμιστοκλή, και του Πελοπίδα
Στην ραψωδία «Ψ» της Ιλιάδος, ο Αχιλλέας σφάζει προς τιμή του Πατρόκλου δώδεκα νέους επιφανείς Τρώες. Αυτή η προσφορά δεν μπορεί να λογιστεί ως «ανθρωποθυσία» διότι δεν προσφέρεται προς τιμή κάποιου θεού ή θεάς. Οι νέοι αυτοί, αφού αιχμαλωτίστηκαν κατά τη μάχη, προσφέρονται στον νεκρό Πάτροκλο ταυτόχρονα με την καύση του, ως αντίποινα και πράξη εκδίκησης για τον θάνατό του από τον Έκτορα.
Τα δώδεκα αρχοντόπουλα, γιοι Τρώων αντρειωμένων, σαν τα’ σφαξε με τον χαλκόν, ως το’ χε και ταμένο, που’ ταν κι οι γι άσχημες δουλειές που χε στο νου του βάλλει, όλα για να τα φάει μαζί φωθιά άναψε μεγάλη. Τότε σε θρήνος και ξεσπά και δυνατά φωνάζει, και τον αγαπημένο του σύντροφο κι ανακράζει. Χαίρε μου τώρα, ω Πάτροκλε, απ’ τα παλάθια του Άδη. Τώρα τελεύω όσα παλιά σου τα’ ταξα, κι ομάδι δώδεκα αρχόντω ομορφονιούς, Τρώων, που σου’ χα τάξει, μαζί σου τρώει τσι η φωθιά, μα η φλόγα δεν θ’ αρπάξει τον Έκτορα, του Πριάμου το γιό, να γίνει στάχτη (στ. 175 κε)
Στην ραψωδία «Σ», είχε υποσχεθεί ο Αχιλλέας στον νεκρό Πάτροκλο…
Μα Πάτροκλε, αφού μετά από σένα κάτω θα ρθώ από την γην, ε, δεν θα σε κουκουλώσω, πριν το γενναίο σου φονιά να πιάσω να σκοτώσω και τ’ άρματα να φέρω εδώ κι Έκτορα το κεφάλι, και δώδεκα αρχοντόπουλα Τρώων να πιάσω πάλι, εις την πυρά σου, τους λαιμούς για να τους κόψω εμπρός σου, τόση που μου δωσε χολή στα σπλάχνα ο σκοτωμός σου
Στην περίπτωση του Θεμιστοκλή, έχουμε να κάνουμε όχι με κάποιο γεγονός, αλλά με φήμη, που μάλιστα έρχεται σε αντίθεση με τα ιστορικά δεδομένα που έχουμε στην διάθεσή μας.
Ο Πλούταρχος αναφέρει στην βιογραφία του Θεμιστοκλέους, ότι ο Θεμιστοκλής, κατόπιν προτροπής του μάντη Εφραντίδη, προχώρησε στην ανθρωποθυσία τριών Περσών στον Διόνυσο τον ωμηστή, πριν από τη ναυμαχία της Σαλαμίνος. Ωστόσο, η αντίδραση του Θεμιστοκλέους ήταν να εκπλαγεί, κάτι που δείχνει το ασυνήθιστο του πράγματος («Εκπλαγέντος δὲ τοῦ Θεμιστοκλέους ὡς μέγα τὸ μάντευμα καὶ δεινόν») [Θεμιστοκλής, 13]. Ο Πλούταρχος αναφέρει ότι λαμβάνει αυτήν την πληροφορία από τον Φανία, ο οποίος ζει -έναν ολόκληρο αιώνα μετά τη ναυμαχία της Σαλαμίνος- στην Περσική αυλή. Αυτός είτε τα είχε ακούσει από τους Πέρσες είτε από τους μηδίσαντες. Δηλαδή, η φήμη δεν στηρίζεται σε καμία σύγχρονη πηγή. Μάλιστα το έργο του Φανία «Περσικά», δεν θεωρείται γενικά ιστορικά αξιόπιστο, σύμφωνα με τους μελετητές. Οι βιογραφίες του Πλουτάρχου, όπως μας λέει ο ίδιος ο συγγραφέας τους, έχουν περισσότερο ηθικοπλαστικό και ψυχολογικό χαρακτήρα και λιγότερο αυστηρής ιστορικής καταγραφής, εννοώντας ότι κάθε πληροφορία ιστορικής φύσεως δεν είναι οπωσδήποτε και αξιόπιστη.
Η ίδια φήμη αναφέρεται και στη βιογραφία του Αριστείδη. Ο Αριστείδης, αφού αποβιβάστηκε στην Ψυτάλλεια και αφού σκότωσε όλους τους βαρβάρους, έπιασε αιχμαλώτους τρείς Πέρσες τους οποίους έστειλε αυτούς στον Θεμιστοκλή (Αριστείδης, 9). Τα ίδια αναφέρονται και στη βιογραφία του Πελοπίδα (Πελοπίδας, 21), με τη διαφορά ότι εκεί ο ίδιος ο Θεμιστοκλής τους θυσίασε στον Διόνυσο («έτι δε τους υπό του Θεμιστοκλέους σφαγιασθέντας Ωμηστή Διονύσω προ της εν Σαλαμίνι ναυμαχίας»).
Όμως, εξετάζοντας κανείς τις πρωτογενείς πηγές, διαπιστώνει ότι εκεί λέγονται πράγματα αντίθετα. Για παράδειγμα, ο Αισχύλος ο οποίος έλαβε μέρος στην περίφημη ναυμαχία, στο έργο του «Πέρσαι» γράφει ότι στην Ψυτάλλεια σκοτώθηκαν όλοι οι Πέρσες. Το ίδιο αναφέρει και ο Ηρόδοτος. Παράλληλα, δεν υπάρχουν αρχαιολογικά ευρήματα που να πιστοποιούν κάποια ανθρωποθυσία. Για περισσότερες πληροφορίες, μπορεί ο αναγνώστης να ανατρέξει στην μελέτη του κου Κ. Χατζηελευθερίου, «Ανθρωποθυσίες στην Αρχαία Ελλάδα» μέρος πρώτο, το οποίο κείμενο υπάρχει ελεύθερα στο διαδίκτυο.
Για την περίπτωση του Θηβαίου Πελοπίδα, αναφέρεται ότι είδε σε όνειρο τον Σκέδασο ο οποίος τον διέταξε να θυσιάσει στις κόρες του μια ξανθή παρθένο, εάν ήθελε να νικήσει τους Σπαρτιάτες. Και αυτό, διότι κάποτε οι κόρες του Σκέδασου βιάστηκαν και δολοφονήθηκαν από κάποιους Σπαρτιάτες. Τις έθαψαν στο Λευκτρικό πεδίο. Ο πατέρας τους, ο Σκέδασος, αφού δεν δικαιώθηκε στην Σπάρτη, αυτοκτόνησε στους τάφους των θυγατέρων του, αφού τους καταράστηκε.
Το πρόσταγμα του Σκέδασου φάνηκε στον Πελοπίδα δεινό και παράνομο («δεινού δε και παρανόμου του προστάγματος αυτώ φανέντος»). Αφού το ανακοίνωσε στους μάντεις, άλλοι έλεγαν να μη το παραμελήσει, ενώ άλλοι είχαν την αντίθετη γνώμη. Αυτοί οι δεύτεροι, απαγόρευαν τέτοιο είδος θυσίας, διότι ήταν βάρβαρη και παράνομη («οι δε τουνατίον απηγόρευον, ως ουδενί των κρειττόνων και υπέρ ημάς αρεστήν ούσα ούτω βάρβαρον και παράνομον θυσίαν»). Η συνέχεια του κειμένου είναι αποκαλυπτική. Η ανθρωποθυσία είναι παράνομη και βάρβαρη, διότι δεν άρχουν στον κόσμο Τυφώνες και Γίγαντες, αλλά ο πατέρας των πάντων, θεών και ανθρώπων («ου γαρ του Τυφώνας εκείνους ουδέ τους Γίγαντας άρχειν, αλλά τον πάντων πατέρα θεών και ανθρώπων»). Αυτό το τελευταίο, είναι μια ακόμα απόδειξη ότι η λατρεία των Ολυμπίων δεν είχε καμία σχέση με ανθρωποθυσίες.
Τελικά, όπως μας αναφέρεται στο κεφάλαιο 22, θυσιάστηκε μια νεαρή ξανθή φοράδα που ήρθε και στάθηκε δίπλα τους.
9. Ο Λυκούργος και η μαστίγωση των εφήβων στο ναό της Ορθίας Αρτέμιδος
Ούτω δε κλέπτουσι πεφροντισμένως οι παίδες, ώστε λέγεται τις ήδη σκύμνον αλώπεκος κεκλοφώς και τω τριβωνίω περιστέλλων, σπαρασσόμενος υπό του θηρίου την γαστέρα τοις όνυξιν και τοις οδούσιν, υπέρ του λαθείν εγκαρτερών αποθανείν. Και τούτο μεν ουδέ από των νυν εφήβων άπιστον εστί, ων πολλούς επί του βωμού της Ορθίας εωράκαμεν εναποθνήσκοντας ταις πληγαίς.
(Λυκούργος, 18)
Ο Πλούταρχος αναφέρει ότι τόσο πολύ είχαν διδαχτεί οι έφηβοι να κλέβουν, ώστε να λέγεται (άρα πρόκειται περί φήμης) ότι κάποιος έκλεψε μια μικρή αλεπού και την σκέπασε με τον τρίβωνά του. Αυτή, στην προσπάθειά της να απεγκλωβιστεί, άρχισε να τον πληγώνει με τα νύχια και τα δόντια της, αλλά για να μην αποκαλυφθεί, υπέμεινε τον πόνο μέχρι που πέθανε. Αυτό το παράδειγμα εγκαρτέρησης ήταν πιστευτό από τους σημερινούς έφηβους, καθώς (όπως αναφέρει ο Πλούταρχος) είδαμε πολλούς να πεθαίνουν από τις πληγές στον βωμό της Ορθίας (Αρτέμιδος).
Αυτή η -εκ πρώτης αναγνώσεως- παράξενη αναφορά του Πλουτάρχου, φωτίζεται με τον καλύτερο τρόπο από τον Ξενοφώντα.
Ο Ξενοφών στο έργο «Λακεδαιμονίων πολιτεία» στο κεφάλαιο 2 περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο ο Λυκούργος θέλησε να εκπαιδεύσει τους νέους ώστε να γίνουν σκληραγωγημένοι. Έτσι, ως άσκηση, όρισε οι έφηβοι να μην φορούν υποδήματα, να φορούν το ίδιο ένδυμα χειμώνα καλοκαίρι ώστε να είναι σε θέση να αντιμετωπίζουν τόσο το κρύο όσο και τη ζέστη, και να τρώνε μια ορισμένη ποσότητα φαγητού. Τους επέτρεψε να κλέβουν για να ικανοποιήσουν την πείνα τους, προκειμένου να είναι σε θέση να καταφεύγουν σε τεχνάσματα για να βρίσκουν την τροφή τους σε εμπόλεμες καταστάσεις. Έτσι καθίσταντο πιο πολεμικοί, εφευρετικοί και πολυμήχανοι. Όρισε όμως και την ποινή των ραβδισμών για όποιον συνελάβαναν να κλέβει, καθώς δεν εκτέλεσε σωστά την πράξη του. «Και ενώ εθέσπιζεν ως καλήν πράξιν ν’ αρπάσουν όσον το δυνατόν περισσότερα τυριά από τον βωμόν της Ορθίας διέταξε, τους επιτυγχάνοντας τούτο να τους μαστιγώνουν, θέλων κατ’ αυτόν τον τρόπον να δείξει ότι με ολιγοχρόνιον πόνον είναι δυνατόν, αν κάποιος γίνει επιτήδειος, πολύν καιρόν να ευφραίνεται. Ούτω γίνεται φανερόν ότι , όπου απαιτείται ευστροφία, ο νωθρός πολύ ολίγο ωφελείται, πλείστας δυσκολίας συναντά» (2.9).
Συνεπώς, αυτό δεν αποτελεί θυσία προς την Αρτέμιδα. Είναι μέρος μιας άσκησης που λέγονταν «διαμαστίγωσις», που είχε σκοπό την στρατιωτική εκπαίδευση των Σπαρτιατών. Και τούτο, καθώς η Αρτέμιδα ήταν (συν τοις άλλοις) προστάτιδα της αγρίας φύσης και του κυνηγίου. Καταστάσεις που αποτρέπουν από τη μαλθακή ζωή. Αν ήταν πράγματι ανθρωποθυσία, ο Πλούταρχος δεν θα έλεγε «ων πολλούς επί του βωμού της Ορθίας εωράκαμεν εναποθνήσκοντας ταις πληγαίς», αλλά «όλους». Πολλοί λοιπόν δεν κατάφερναν να αντέξουν. Δύσκολα κατανοητά αυτά σε μια κοινωνία σχετικής καλοπέρασης.
Ορισμένοι ισχυρίζονται ότι ο Παυσανίας υποστηρίζει ότι πριν τον Λυκούργο, υπήρχε πράγματι η παράδοση να θυσιάζεται άνθρωπος με κλήρο στην Αρτέμιδα και ότι ο Λυκούργος την αντικατέστησε με την διαμαστίγωση των εφήβων.
Τί λέει πραγματικά ο Παυσανίας; Στο βιβλίο «Λακωνικά» (3.16 κ. ε) στην αρχή της παραγράφου, γίνεται σαφές ότι θα μιλήσει για φήμη («το ξόανο δε εκείνο είναι λέγουσι»). Σύμφωνα με αυτή τη φήμη, προέρχεται από τους βαρβάρους («την εν Λακεδαίμονι Ορθίαν το εκ των βαρβάρων είναι ξόανον»). Αυτό, το έφερε η Ιφιγένεια με τον Ορέστη και το άφησαν στην Λακεδαίμονα. Όσοι το βρήκαν πρώτοι, αμέσως παραφρόνησαν («το άγαλμα ευρόντες αυτίκα παρεφρόνησαν»). Καθώς οι κάτοικοι θυσίαζαν στην Αρτέμιδα, αντί να λύνονται οι διαφορές τους, κατέληγαν σε αλληλοσκοτωμούς πάνω στον βωμό. Ενώ όσοι γλίτωσαν από αυτούς, πέθαναν από ασθένειες («θύοντες τη Αρτέμιδι ες διαφοράν, από δε αυτής και ες φόνους προήχθησαν, αποθανόντων δε επί τω βωμώ πολλών νόσος έφθειρε τους λοιπούς»). Όλα αυτά τα δεινά τα έφερνε το ξόανο, επειδή του έλειψε το ανθρώπινο αίμα. Το συγκεκριμένο ξόανο παρουσιάζεται ως καταραμένο και στοιχειωμένο, που προκαλεί το κακό. Αυτή η αντίληψη συνδέεται με την προέλευσή του, καθώς όπως φαίνεται οι κάτοικοι της Ταυρίδας (βάρβαροι) θυσίαζαν ανθρώπους σε αυτό, όπως έχει αναφερθεί στο προηγούμενο. Έτσι λοιπόν, βάση χρησμού (από ποιόν και από πότε;), ζητήθηκε η ανθρωποθυσία δια κλήρου, εξαιτίας αυτών των γεγονότων και αργότερα ο Λυκούργος την αντικατέστησε με την διαμαστίγωση («και σφίσιν εί τούτω γίνεται λόγιον αίματι ανθρώπων τον βωμόν αιμάσσειν: θυομένου δε όντινα ο κλήρος επελάμβανε, Λυκούργος μετέβαλεν ες τας επί τοις εφήβοις μάστιγας»). Στην συνέχεια, αναφέρεται ότι το ξόανο αυτό γίνονταν βαρύ στα χέρια των ιερειών όταν εκείνοι που μαστίγωναν λυπόνταν τους μαστιγωμένους.
Θεωρώ ότι από όλα όσα εκθέτει ο Παυσανίας, καθίσταται φανερό ότι δεν πρόκειται περί αληθινών συμβάντων, αλλά διαφόρων ιστοριών εν είδη θρύλου και τοπικής παράδοσης, κάτι που διαπιστώνεται από το στοιχείο της υπερβολής που μπορούμε εύκολα να διακρίνουμε. Εκτός αυτού, δεν υπάρχει καμία ένδειξη από την αρχαιολογική σκαπάνη περί ανθρωποθυσιών. Ούτε υποστηρίζεται κάτι τέτοιο από άλλες πηγές. Γενικότερα, ο Παυσανίας συλλέγει πολύ υλικό, το οποίο και χρησιμοποιεί στο έργο του. Αλλά αυτό το κάνει άκριτα, υπογραμμίζοντας παράλληλα ότι το τάδε ή το δείνα «λέγεται». Είναι φήμη. Όπως και ο Ηρόδοτος, ο οποίος καταγράφει τα πάντα αλλά δεν ζητά να τα αποδεχτούμε όλα, χρησιμοποιώντας αντίστοιχα πολύ συχνά τη φράση «ως εμοί δοκέει».
10. Αναφορές του Παυσανίου του περιηγητού
Ας μελετήσουμε τώρα και άλλες αναφορές του Παυσανία. Ο Παυσανίας στο έργο του περιλαμβάνει πολύτιμες πληροφορίες για τους τόπους που έχει επισκεφθεί, την ιστορία τους, τα ιερά και τα αγάλματα τα οποία συνδέει με την μυθολογία και με τοπικούς θρύλους. Πολλά από τα έργα τέχνης και τα ιερά που περιγράφει κατά τον δεύτερο μεταχριστιανικό αιώνα, δυστυχώς σήμερα δεν υπάρχουν. Είναι σημαντικό να έχουμε κατά νου ότι ο Παυσανίας μας μεταφέρει ένα συνονθύλευμα υλικού το οποίο περιλαμβάνει ιστορία-μύθο, θρύλο, τοπικές λαϊκές παραδόσεις.
Για παράδειγμα, στα «Βοιωτικά» αναφέρεται ότι κάποτε οι κάτοικοι στις Ποτνιές, όταν έκαναν θυσία στον Αιγοβόλο Διόνυσο, μέθυσαν και σκότωσαν τον ιερέα. Αυτό δεν θεωρήθηκε απλά φόνος, αλλά ύβρις. Τότε έπεσε πάνω τους επιδημία. Για να θεραπευτούν από το κακό, τους δόθηκε χρησμός από τους Δελφούς να θυσιάζουν στο Διόνυσο ένα παιδί στην ακμή της ηλικίας του. Αργότερα ο Διόνυσος το άλλαξε, μετατρέποντας την ανθρωποθυσία σε θυσία κατσικιού. Και εδώ όμως, δεν επιβεβαιώνεται κάτι. Πρόκειται και πάλι περί φήμης, εφόσον χρησιμοποιείται το «φασί» και το «λέγουσι» στην ίδια σχετική παράγραφο. Δεν υπάρχουν ευρήματα στην περιοχή που να πιστοποιούν την πράξη της ανθρωποθυσίας. Μελετώντας κανείς το φιλοσοφικό-θρησκευτικό στοιχείο πίσω από τη μορφή του Διονύσου, θα διαπιστώσει κάθε άλλο παρά το παραπάνω. Εκτός αυτού, η ιστορία αυτή έχει και βαθύτατους συμβολισμούς, που δεν είναι επί του παρόντος να αναλυθούν.
Άλλο παράδειγμα, η αναφορά στον Κέκροπα και στον Λυκάονα στο βιβλίο «Αρκαδικά» (2.2-3). Ο Κέκροπας αξίωσε να μην θυσιάζεται κανένα έμψυχο αλλά μόνο πέμματα (δηλ. κράμα αλεύρου, μελιού και ελαίου), σε αντίθεση με τον Λυκάονα που θυσίασε βρέφος στο βωμό του Λυκαίου Διός, και τιμωρήθηκε γενόμενος ο ίδιος λύκος. Αυτός ο μύθος έχει έναν πυρήνα ιστορικότητας (για τον Λυκάονα θα γίνει λόγος παρακάτω), είναι όμως διανθισμένος με αλληγορία. Υπάρχουν περιπτώσεις ανθρωποθυσίας στον κόσμο, όμως κανείς δεν έγινε κατά κυριολεξία, λύκος.
β) Οι κάτοικοι της Λυκίας και οι απόγονοι του Αθάμαντος
Για παράδειγμα, στα «Βοιωτικά» αναφέρεται ότι κάποτε οι κάτοικοι στις Ποτνιές, όταν έκαναν θυσία στον Αιγοβόλο Διόνυσο, μέθυσαν και σκότωσαν τον ιερέα. Αυτό δεν θεωρήθηκε απλά φόνος, αλλά ύβρις. Τότε έπεσε πάνω τους επιδημία. Για να θεραπευτούν από το κακό, τους δόθηκε χρησμός από τους Δελφούς να θυσιάζουν στο Διόνυσο ένα παιδί στην ακμή της ηλικίας του. Αργότερα ο Διόνυσος το άλλαξε, μετατρέποντας την ανθρωποθυσία σε θυσία κατσικιού. Και εδώ όμως, δεν επιβεβαιώνεται κάτι. Πρόκειται και πάλι περί φήμης, εφόσον χρησιμοποιείται το «φασί» και το «λέγουσι» στην ίδια σχετική παράγραφο. Δεν υπάρχουν ευρήματα στην περιοχή που να πιστοποιούν την πράξη της ανθρωποθυσίας. Μελετώντας κανείς το φιλοσοφικό-θρησκευτικό στοιχείο πίσω από τη μορφή του Διονύσου, θα διαπιστώσει κάθε άλλο παρά το παραπάνω. Εκτός αυτού, η ιστορία αυτή έχει και βαθύτατους συμβολισμούς, που δεν είναι επί του παρόντος να αναλυθούν.
Άλλο παράδειγμα, η αναφορά στον Κέκροπα και στον Λυκάονα στο βιβλίο «Αρκαδικά» (2.2-3). Ο Κέκροπας αξίωσε να μην θυσιάζεται κανένα έμψυχο αλλά μόνο πέμματα (δηλ. κράμα αλεύρου, μελιού και ελαίου), σε αντίθεση με τον Λυκάονα που θυσίασε βρέφος στο βωμό του Λυκαίου Διός, και τιμωρήθηκε γενόμενος ο ίδιος λύκος. Αυτός ο μύθος έχει έναν πυρήνα ιστορικότητας (για τον Λυκάονα θα γίνει λόγος παρακάτω), είναι όμως διανθισμένος με αλληγορία. Υπάρχουν περιπτώσεις ανθρωποθυσίας στον κόσμο, όμως κανείς δεν έγινε κατά κυριολεξία, λύκος.
β) Οι κάτοικοι της Λυκίας και οι απόγονοι του Αθάμαντος
Στην μυθολογική βιβλιοθήκη του Απολλόδωρου (Γ΄ βιβλίο, 8.1-2) αναφέρονται δύο εκδοχές: Η μια λέει ότι ο Λυκάων είναι γιος του Πελασγού και της Μελιβοίας (κόρη του Ωκεανού). Η άλλη, ότι είναι γιος του Πελασγού και της νύμφης Κυλλήνης. Ο Λυκάων βασίλευσε στην Αρκαδία όπου γέννησε πενήντα παιδιά από πολλές γυναίκες. Όλοι αυτοί ήταν οι πιο υπερήφανοι και ασεβείς άνθρωποι. «Ούτοι πάντας ανθρώπους υπερέβαλλον υπερηφανεία και ασεβεία». Ο Ζεύς θέλοντας να δοκιμάσει το βαθμό της ασέβειάς τους, μεταμορφώθηκε σε έναν απλό εργάτη. Αυτοί τον φιλοξένησαν, σφάζοντας ένα ντόπιο παιδί («ένα των επιχωρίων παίδα») αναμιγνύοντας τα σπλάγχνα του με τα ιερά σφάγια, όπως τους συμβούλεψε ο μεγαλύτερος αδελφός τους, ο Μαίναλος. Τότε ο Ζευς, αφού αποστράφηκε σιχαινόμενος την προσφορά («Ζευς δε μυσαχθείς»), ανέτρεψε το τραπέζι και κεραύνωσε τον Λυκάονα και τα παιδιά του, εκτός από τον νεότερο γιο τον Νύκτιμο, ο οποίος παρέλαβε τη βασιλεία επί του κατακλυσμού του Δευκαλίωνα.
Ο Παυσανίας γνωρίζει τον μύθο κάπως διαφορετικά. Στα «Αρκαδικά» αναφέρει ότι ο Λυκάων ήταν γιος του Πελασγού και ότι ήταν οικιστής πόλης στο Λυκαίο Όρος. Τον Δια ονόμασε Λυκαίο και θέσπισε αγωνίσματα, τα Λύκαια. Την ίδια εποχή, ο Κέκροπας ήταν βασιλιάς των Αθηναίων. Όμως δεν είχαν την ίδια σοφία ως προς τη προσφορά στο θείο («δοκώ δε έγωγε Κέκροπι ηλικίαν τω βασιλεύσαντι Αθηναίων και Λυκάονι είναι την αυτήν, σοφία δε ουχ ομοία σφας εις το θείον χρήσασθαι»). Ο Κέκροπας ονόμασε τον Δια «Ύπατο», και «οπόσα έχει ψυχήν, τούτων μεν ηξίωσεν ουδέν θύσαι», αλλά «πέμματα δε επιχώρια επί του βωμού καθήγισεν». Δηλαδή, αξίωσε να μην θυσιάζεται τίποτα έμψυχο, αλλά να προσφέρονται οι καλούμενοι πέλανοι- πέμματα. Ο Λυκάων όμως έφερε ένα ανθρώπινο βρέφος και το θυσίασε. Τότε, λένε ότι μεταμορφώθηκε σε λύκο («και αυτόν αυτίκα επί η θυσία γενέσθαι λύκον φασίν αντί ανθρώπου»). Αυτός ο λόγος λέγεται από παλαιά από τους Αρκάδες. Παλιά οι άνθρωποι όντας φιλόξενοι και ομοτράπεζοι με τους θεούς, ήσαν κάτω από την δικαιοσύνη και την ευσέβεια («οι γαρ τότε άνθρωποι ξένοι και ομοτράπεζοι θεοίς ήσαν υπό δικαιοσύνης και ευσεβείας»). Η τιμή από τους θεούς εκδηλώνονταν καθαρά προς τους αγαθούς και η οργή αντίστοιχα στους αδίκους. Και απόδειξη είναι, συνεχίζει ο Παυσανίας, ότι την εποχή εκείνη οι θεοί γεννιόντουσαν από ανθρώπους, ενώ μεταγενέστερα όταν αυξήθηκε πάρα πολύ η κακία (η έλλειψη αρετής), όχι.
Στο ίδιο έργο σε άλλο σημείο, ο Παυσανίας αναφέρεται ξανά στο βωμό του Λυκαίου Διός…
Εστί δε επί τη άκρα τη ανωτάτω του όρους γης χώμα, Διός του Λυκαίου βωμός, και η Πελοπόννησος τα πολλά εστίν απ’ αυτού σύνοπτος: προ δε του βωμού, κίονες δύο ως επί ανίσχοντα εστήκασιν ήλιον, αετοί δε επ΄αυτοίς επίχρυσοι τα γε έτι παλαιότερα επεπιήντο. Επί τούτου του βωμού τω Λυκαίω Διί θύουσιν εν απορρήτω· πολυπραγμονήσαι δε ου μοι τα ες την θυσίαν ηδύ ην, εχέτω δε ως έχει και ως έσχεν εξ αρχής. (Αρκαδικά, 38.7)
Η θυσία «εν απορρήτω» μπορεί να ερμηνευθεί με δύο διαφορετικούς τρόπους. Η φράση είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθεί για δύο αντίθετα πράγματα. Μπορεί να χρησιμοποιείται «επί ιερών πραγμάτων περί ων δεν είναι όσιον να γίνει λόγος», αλλά σημαίνει και «βδελυρός, αποτρόπαιος» (Λεξικό Δημητράκου, τ. Β΄ σ. 847). Αν ερμηνεύσει κανείς με τον πρώτο τρόπο, τότε δεν είναι ευχάριστο για τον Παυσανία να αναλύσει επισταμένως τα πράγματα, καθώς ως ιερά είναι απόρρητα και δεν είναι για να αναλύονται. Για αυτό τα αφήνει ως έχουν, για να μην οδηγηθεί στην ασέβεια. Αν ερμηνεύσει κανείς με τον δεύτερο τρόπο, ο Παυσανίας αφού έχει ήδη αναφερθεί στο Λυκαίο όρος στο δεύτερο κεφάλαιο, δεν του είναι ευχάριστο να υπεισέρχεται σε αποτρόπαιες λεπτομέρειες. Το χωρίο δεν είναι ξεκάθαρο, και επιδέχεται και τις δύο ερμηνείες.
Ο Πλάτων στην «Πολιτεία» (565 d1-10) αναφέρεται στο πως «ο προστάτης» του λαού μετατρέπεται σε τύραννο. «Τούτο επομένως, είπα εγώ, είναι φανερό, ότι δηλαδή κάθε φορά που ξεφυτρώνει ένας τύραννος, ο τύραννος αυτός έχει τις ρίζες του στον αρχηγικό του ρόλο (εκ προστατευτικής ρίζης και ουκ άλλοθεν εκβλαστάνει). Πως αρχίζει λοιπόν αυτή η μεταβολή από προστάτης του λαού σε τύραννο; Ή είναι φανερό ότι η μεταβολή συντελείται μόλις ο αρχηγός αρχίσει να κάνει αυτό το οποίο, σύμφωνα με το μύθο (των εν τω μύθω), γίνεται και στο ιερό του Λυκαίου Διός στην Αρκαδία; Όποιος γευτεί, λένε, το ανθρώπινο σπλάχνο που είναι ανακατεμένο μαζί με άλλα τεμαχισμένα ιερά σφάγια, μοιραία ο άνθρωπος αυτός γίνεται λύκος («ανάγκη δη τούτω λύκον γενέσθαι»).
Σε άλλον πλατωνικό διάλογο, αναφέρεται: «Για παράδειγμα, σε εμάς δεν υπάρχει νόμος να θυσιάζουμε ανθρώπους, αλλά αυτό θεωρείται ανόσιο (ημίν μεν ου νόμος εστίν ανθρώπους θύειν αλλ’ ανόσιον)· αντίθετα οι Καρχηδόνιοι θυσιάζουν, γιατί γι’ αυτούς είναι όσιο και νόμιμο αλλά και οι κάτοικοι της Λυκαίας και οι απόγονοι του Αθάμαντα κάνουν παρόμοιες θυσίες, παρ’ ότι Έλληνες» (Μίνως, 315 c).
Ο Πορφύριος αναφέρει ότι μέχρι την εποχή του τελούνταν ανθρωποθυσίες στην περιοχή του Λυκαίου Όρους.
Τί μπορεί κανείς να συμπεράνει από τις παραπάνω αναφορές; Το πρώτο που καταλαβαίνουμε, είναι ότι τα σχετικά με το Λυκαίο όρος στηρίζονται στον μύθο και στην αλληγορία. Μάλιστα, είδαμε και τις διαφορετικές εκδοχές του πως έγιναν τα πράγματα και ποιες ήταν οι τιμωρίες. Κατά μια εκδοχή, «μύθος εστί ψευδής ιστορία εικονίζων αλήθεια». Και εικονίζει το ήθος και τη συνείδηση των ανθρώπων. Η αποτρόπαια πράξη της ανθρωποθυσίας καταδικάζεται και τιμωρείται σε κάθε περίπτωση. Δεν είναι αρεστή ούτε στους θεούς ούτε στους ευσεβείς ανθρώπους. Δείχνει ακριβώς την αποκτήνωση του ανθρώπου. Παράλληλα, βλέπουμε ότι κάποιοι συνέχισαν την παράδοση αυτή κατά την εποχή του Πλάτωνος, πιθανότατα του Παυσανία, και του Πορφυρίου. Όμως, πρέπει να τονιστεί ότι αυτό είναι ενάντιο στους ελληνικούς θεσμούς- ήθη- έθη, όπως πολύ ωραία υπογραμμίζει ο Πλάτων.
Τι λέει η αρχαιολογία; Ας δούμε τι αναφέρει η αρχαιολογία, και ας τα συγκρίνουμε με όσα είπαμε παραπάνω.
Στο Λυκαίο Όρος, έχουν γίνει ανασκαφικές έρευνες κατά τα έτη 1897 από τον Κοντόπουλο, τα έτη 1902- 1903 και 1909 από τον Κουρουνιώτη, το 2006 από την Αμερικανική σχολή Κλασσικών σπουδών υπό τον Ντέιβιντ Γκλίμαν Ρομάνο και τον Μ. Πετρόπουλο.
Ως τότε, δεν βρέθηκε τίποτα που να πιστοποιεί ανθρωποθυσίες. Ο αρχαιολόγος, Μ. Πετρόπουλος, προϊστάμενος στην ΛΘ΄ «Εφορεία Προϊστορικών και Κλασσικών αρχαιοτήτων» (Ε.Π.Κ.Α), είχε αναφέρει ότι…
από την εξέταση των οστών διαπιστώθηκε ότι θυσιάζονταν πρόβατα, χοίροι, βόδια και κατσίκια, ακόμη και πουλιά, αλλά κανένα οστό δεν ήταν ανθρώπινο, άρα οι ανθρωποθυσίες αποτελούν μύθο. Το θέμα, πάντως, της ανθρωποθυσίας στο Λύκαιο όρος έχει προκαλέσει μεγάλη συζήτηση μεταξύ των επιστημόνων, αλλά οι περισσότεροι δεν αποδέχονται ως πραγματικότητα αυτό, ασχέτως αν το επαναλαμβάνουν ως δεδομένο και συγγραφείς των χριστιανικών χρόνων.
Σχετικά με το προαναφερθέν ερευνητικό πρόγραμμα ελληνοαμερικανικής συνεργασίας, αναφέρονται τα εξής:
Το αρχαιολογικό ερευνητικό πρόγραμμα, προϊόν ελληνοαμερικανικής συνεργασίας που ξεκίνησε το 2004, απέδωσε σημαντικές νέες πληροφορίες σχετικά με το βωμό. Από την κεραμική των ανασκαφικών τομών πιστοποιείται ανθρώπινη δραστηριότητα στο ύψωμα ήδη από τη νεολιθική εποχή και κατά τη διάρκεια της πρώιμης και μέσης εποχής του χαλκού. Κατά τη μυκηναϊκή περίοδο το ύψωμα αυτό αναδεικνύεται σε σημαντικό ιερό κορυφής και συνεχίζει να αποτελεί τόπο λατρείας και κατά τους πρώιμους ιστορικούς χρόνους. Οι θυσίες ζώων προς τιμήν του Δία, κυρίως αιγών και προβάτων, υποδεικνύουν συνεχή λατρευτική δραστηριότητα στο βωμό ήδη από το 16ο αιώνα π.Χ. έως και την ελληνιστική περίοδο.
Άλλες πληροφορίες του ερευνητικού προγράμματος, αναφέρουν ότι, «από τον 4ο αι. π. Χ. και εξής, γραπτές πηγές αναφέρουν ανθρωποθυσίες πάνω στο βωμό του Λυκαίου Όρους, αλλά στις ανασκαφές που είχαν διενεργηθεί έως σήμερα στο χώρο δεν είχαν εντοπιστεί ανθρώπινα οστά».
Με αυτά δηλαδή, πιστοποιείται και από τα επίσημα στοιχεία της αρχαιολογίας, ότι οι θυσίες που τελούνταν εκεί, ήταν θυσίες ζώων.
Το καλοκαίρι του 2016, κατά το ίδιο ερευνητικό πρόγραμμα, ανασκάφθηκε για πρώτη φορά ανθρώπινη ταφή με προσανατολισμό Ανατολή- Δύση, στο μέσο του βωμού. Ωστόσο, όπως σημειώνεται «είναι πολύ πρώιμο ακόμα να εξαχθούν συμπεράσματα για τις συνθήκες θανάτου του νεκρού».
Η Άννα Καραπαναγιώτου, προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Αρκαδίας, είχε δηλώσει ότι, «Η αρχική ιδέα είναι ότι ναι, μπορεί να πρόκειται για ανθρωποθυσία. Αυτή τη στιγμή, όμως, δεν μπορούμε να πούμε κάτι με βεβαιότητα».
Όπως είδαμε παραπάνω, οι αρχαίοι συγγραφείς δεν αρνούνται ότι στο Λυκαίο Όρος τελέστηκαν ανθρωποθυσίες. Όμως αυτό, είναι η εξαίρεση και το σπάνιο σε σύγκριση με τους τόσους αιώνες συνεχούς ανθρώπινης δραστηριότητα στην περιοχή. Αν η ανθρωποθυσία ήταν ο κανόνας, τότε θα έπρεπε να είχαν βρεθεί απειράριθμα ανθρώπινα υπολείμματα οστών, και όχι μόνο ένας ανθρώπινος σκελετός. Όμως, το αντίθετο συμβαίνει, μετά από τόσες πολλές ανασκαφικές έρευνες.
11. Η διαστρεβλωμένη λατρεία του Κρόνου στην Καρχηδόνα (και αλλού)
Ας δούμε τί πληροφορίες μας δίνει ο φιλόσοφος και πρωθιερέας του Απόλλωνος στους Δελφούς, Πλούταρχος. Ο Πλούταρχος θεωρεί μια από τις αιτίες της αθεΐας, την θρησκευτική δεισιδαιμονία. Για τον Πλούταρχο, η αθεΐα και η δεισιδαιμονία είναι τα δύο άκρα, ενώ η ορθή και ισορροπημένη γνώση για τους θεούς είναι η μεσότητα. Η πνευματική σημασία του συμβόλου του Κρόνου που κατά το μύθο «τρώει» τα παιδιά που απέκτησε από την σύζυγό του Ρέα, κατάντησε μια ανίερη δεισιδαιμονία σχετιζόμενη με τις ανθρωποθυσίες, για τους βαρβάρους. Ο Κρόνος είναι τιτάνας και αναφέρεται στον κόσμο του συνεχούς γίγνεσθαι. Εξ ου Κρόνος- Χρόνος που τρώει τα παιδιά του (τις στιγμές) που έχει αποκτήσει από την Ρέα- Ροή. Οι Ολύμπιοι θεοί κατοικούν στον Όλυμπο, που δεν είναι βέβαια το γνωστό όρος. Αν ανατρέξουμε στην ελληνική μυθολογία (ειδικά στην Ιλιάδα), θα διαπιστώσουμε ότι ο Όλυμπος (από το «όλος λάμπει») διακρίνεται από το φυσικό βουνό. Είναι το πνευματικό σύμβολο της από- υλοποίησης. Είναι οι ουράνιες σφαίρες που φτάνει η ψυχή όταν περάσει επιτυχώς από τα στάδια του παρόντος γήινου κόσμου (ας θυμηθούμε εδώ τον Ηρακλή και τους άθλους του και πως έγινε η μετάστασή του στον Όλυμπο).
Ο Κρόνος λοιπόν, πέρα από τον παραπάνω συμβολισμό, έχει και την σημασία του «καθαρού Νου», όπως αναφέρουν τα φιλοσοφικά κείμενα. Η δε ηγεμονία του ήταν επί του Χρυσού γένους.
Η γνήσια λατρεία του δεν έχει να κάνει σε τίποτα με ανθρωποθυσίες. Ο Παυσανίας αναφέρει ότι υπήρχε ναός στην Ήλιδα και στην Αθήνα. Πουθενά δεν αναφέρει ότι ετελούντο ανθρωποθυσίες. Ο Δημοσθένης, στον λόγο «Κατά Τιμοκράτους», αναφέρει περιστασιακά τα Κρόνια (ήταν γιορτή), αλλά πουθενά δεν μιλάει για αποτρόπαιες πράξεις. Μάλιστα, στην ύστερη αρχαιότητα, επί Ρωμαιοκρατίας, κατά την γιορτή του Κρόνου, «οι δούλοι είχον το δικαίωμα να συνεστιώνται μετά των κυρίων αυτών υπό των οποίων και υπηρετούντο» («Λεξικό μυθολογικών και ιστορικών ονομάτων», σ. 294).
Για αυτό και οι Ορφικοί Ύμνοι που έχουν φιλοσοφικό- θρησκευτικό- επιστημονικό περιεχόμενο, περιλαμβάνουν ύμνο και στον Κρόνο.«Είσαι γέννηση, ανάπτυξη, μείωση κυκλοσκεπτόμενε, άριστε» (Ύμνος 13).
Ο Α. Σταγειρίτης γράφει: «Ο Κρόνος υπήρξε δίκαιος βασιλιάς και σεβόταν τους νόμους, για αυτό και ο αιώνας της βασιλείας του αποκλήθηκε χρυσός» (Ωγυγία, τ. Γ’ σ. 70).
Σε αντίθεση με τα παραπάνω, και εξαιτίας της αμάθειας και της δεισιδαιμονίας, οι Καρχηδόνιοι (που σχετίζονται με τους σημιτικής προελεύσεως Φοίνικες), θυσίαζαν τα παιδιά τους στον Κρόνο. Τούτο έγινε από την απορρόφηση της λατρείας του από βάρβαρους λαούς, όπως μαρτυρείται από τους αρχαίους συγγραφείς. Για παράδειγμα, ο Πλούταρχος συνδέει την παραχάραξη των Καρχηδονίων με την δεισιδαιμονία, αντιδιαστέλλοντάς την ριζικά από την ελληνική θεώρηση των πραγμάτων (Περί δεισιδαιμονίας, 171 a- 171 d).
Έτσι ο Α. Σταγειρίτης αναφέρει τις έτερες εκδοχές του Κρόνου, όπως τον Φοινικικό, τον Μολώχ, τον Ατλάντιο, τους πατριάρχες των Εβραίων που καλούνταν «Κρόνιοι». Όπου λοιπόν διαβάζουμε για ανθρωποθυσίες στον Κρόνο, είναι εκ βαρβαρικών επιρροών. Κάτι το οποίο υποστήριξε με ικανά επιχειρήματα ο ερευνητής Berard κατά τα τέλη του 19ου αιώνος.
Συνεχίζωντας θα εξετάσουμε μερικές επί πλέον περιπτώσεις που χρησιμοποιούνται εντέχνως από ορισμένους κύκλους, για να αποδείξουν δήθεν την ανωτερότητα του χριστιανισμού έναντι της ελληνικής παράδοσης.
12. «Περί αποχής εμψύχων», Πορφυρίου του Τύριου
Ο γνωστός φιλόσοφος Πορφύριος, έγραψε (συν τοις άλλοις) και ένα βιβλίο με τίτλο «Περί αποχής εμψύχων», με σκοπό να υπερασπίσει την αποχή από την κρεοφαγία.
Πρέπει να σημειωθεί (και πρέπει πάντα να το έχει κατά νου ο αναγνώστης), ότι το κείμενο δεν διασώζεται ακέραιο ούτε ανεξάρτητο. Οι εκδότες το έχουν εξορύξει από παραθέματα που βρίσκονται στην «Ευαγγελική προπαρασκευή» του Ευσεβίου Καισαρείας. Γνωρίζοντας όμως «τις ημέρες και τα έργα» του συγκεκριμένου χριστιανού συγγραφέα, είμαι επιφυλακτικός απέναντι σε ορισμένα σημεία του κατά τα άλλα εξαιρετικού αυτού κειμένου. Ωστόσο, για να μην μεροληπτώ (κάτι άλλωστε που αντιπαθώ ιδιαιτέρως για την έρευνα), ας θεωρηθεί ότι τα «περίεργα» σημεία είναι γραμμένα από τον Πορφύριο.
Το σύγγραμμα το απευθύνει στον Φίρμο Καστρίκιο και χωρίζεται σε τέσσερα βιβλία. Στο πρώτο, παρουσιάζει τα κυριότερα επιχειρήματα της αντίθετης άποψης και παράλληλα προετοιμάζει το πνευματικό υπόβαθρο στο οποίο θα στηρίξει την αντί- επιχειρηματολογία του. Στο δεύτερο, εξετάζει το πότε και γιατί ξεκίνησαν οι θυσίες ζώων. Στο τρίτο, αναπτύσσει με επιχειρήματα τη θέση ότι κανένα ζώο δεν είναι άλογο, αλλά η διαφορά μας με αυτά είναι μόνο στον βαθμό μετοχής στον Λόγο. Στο τέταρτο, αποδεικνύει ότι οι αυθεντικοί αρχικοί θεσμοί όριζαν την αποχή από τη βρώση εμψύχων. Σε αρκετά μέρη του έργου υποστηρίζεται με αξιόλογα επιχειρήματα η θέση ότι οι θυσίες αρχικά ήσαν προσφορές καρπών. Αυτές καλούνται ως «έθος των πατέρων» και «πάτρια».
Αλλά και ο Απόλλων προέτρεψε να τελούνται θυσίες κατά τις παραδόσεις των μακρινών και πρεσβυτάτων προγόνων (κείμ. «κατά τα πάτρια τουτέστιν κατά το έθος των πατέρων»). Και είναι φανερό, ότι εκείνος υποδεικνύει την παλαιά συνήθεια της αναίμακτης θυσίας. Διότι η παλαιά συνήθεια ήταν οι θυσίες με άρτους και καρπούς, όπως αποδείξαμε. (Βιβλίο 2, 58)
Ο Πορφύριος στηρίζει τις απόψεις του βασιζόμενος σε παλαιότερες πηγές (αρκετές από τις οποίες είναι σήμερα χαμένες).
Ο Θεοφραστος λοιπόν, με πολλά επιχειρήματα που έχουν ληφθεί από όσα παραδίδονται στις πατρώες διαθήκες κάθε λαού, απέδειξε ότι το παλαιόν έθος των θυσιών καρπών ήταν ακόμη στις μέρες του ισχυρό. Διότι αναφέρει ότι για τη θυσία πρώτη επελέγετο μια πόα. Και εξηγεί το δίκαιο και την αρχαία θυσιαστική συνήθεια ως εξής: «Οι αρχαίες προσφορές των ιερών ήσαν νηφάλια, και ετελούντο από πολλούς ανθρώπους. Και νηφάλια είναι σπονδές ύδατος, όπως εκείνες που ακολουθούσαν, οι σπονδές μελιού. Αυτόν τον υγρό καρπό ελάβαμε πρώτον απ’ όλα τ’ άλλα παρόμοια· ήταν δώρο των μελισσών. Επίσης, τα νηφάλια ήσαν σπονδές ελαίου. Και, τελευταίες απ΄ όλες αυτές τις προσφορές, ήλθαν οι σπονδές οίνου». (Βιβλίο 2, κεφ. 20)
Στο επόμενο κεφάλαιο φέρνει αποδείξεις περί των νηφαλίων θυσιών, από τις μαρτυρίες των πινάκων νόμων –αντίγραφα από τα Κορυβαντικά ιερά της Κρήτης, αλλά και από τις σχετικές πληροφορίες από το ποίημα του Εμπεδοκλή.
Αναφερόμενος στον «αρχαίον βίον της Ελλάδος», έχοντας ως πηγή του τον περιπατητικό φιλόσοφο Δικαίαρχο, γράφει ότι «οι παλαιοί ήσαν εκτός των άλλων και κοντά στους θεούς. Διότι υπήρξαν ωραιότατοι και αγαθότατοι στη μορφή και στις συνήθειες, και διότι έζησαν άριστο βίο. Για αυτό και θεωρούνται ως χρυσούν γένος, εάν συγκριθούν προς τους συγχρόνους μας, που είναι κίβδηλοι και από χυδαιότατη ύλη, ενώ εκείνοι δεν σκότωναν έμψυχο όν». (Βιβλίο 4, 2).
Από πολλά σημεία του έργου, προκύπτει αβίαστα ότι καμία θεότητα της ολύμπιας λατρείας δεν ζήτησε ποτέ την θυσία ζώων. Πόσο μάλλον ανθρωποθυσία!
Όπως αναφέρει και ο Αριστοτέλης στα «Ηθικά Νικομάχεια», «οι γαρ αρχαίοι θυσίαι και σύνοδοι φαίνονται γίνεσθαι μετά τας των καρπών συγκομιδάς οίον απαρχαί» (1160a).
Πολύ σημαντική είναι επίσης και η αναφορά του στον Ορφέα…
Ας κάνουμε λοιπόν αυτά ακριβώς που παρέδωσε σ’ εμάς ο θεολόγος (ο Ορφεύς). Και αυτός λέγει να μην θυσιάζωμε ούτε ένα έμψυχο πλάσμα, αλλά μόνον όσα είναι άψυχα, από τις πόες και τους κλώνους, έως άλευρα, μέλι, τους άγριους καρπούς που δίνει η γη, και άνθη. Ούτε πυρ να αναδίδεται από ματωμένη σχάρα. (Βιβλίο 2, 36)
Πώς όμως περάσαμε στην ζωοθυσία; Ο Πορφύριος μας εξηγεί ότι ο άνθρωπος αρχικά προσέφερε απαρχές από ότι ο ίδιος έτρωγε, ως ευχαριστία. Αργότερα, όταν έμαθε τη βρώση του κρέατος, άρχισε να προσφέρει από τα ζώα που και ο ίδιος έτρωγε.
Αφού λοιπόν περιέγραψε αυτήν την μετεξέλιξη, γράφει: «Αλλά μεταγενέστερη και εξαιρετικά πρόσφατη είναι η θυσία η οποία γίνεται με την προσφορά ζώων και της οποίας το κίνητρο δεν είναι αθώο, όπως η θυσία καρπών, αλλά έχει τη ρίζα του σε κακές περιστάσεις, σε κάποιον λιμό ή άλλη δυστυχία. Οι περισσότεροι έχουν τη ρίζα τους ή σε έλλειψη γνώσεως ή στον θυμό ή σε κάποιους φόβους» (Βιβλίο 2, 9).
Η Κλυμένη σκότωσε κατά λάθος έναν χοίρο. Ο άνδρας της πήγε στους Δελφούς για να ζητήσει χρησμό. Ο Απόλλων συγχώρησε το συμβάν. Αυτό όμως παρερμηνεύθηκε ως δήθεν συγκατάβαση του θεού στην θανάτωση των χοίρων. Οι θυσίες των αιγών άρχισαν όταν προσέφεραν στους θεούς μια αίγα η οποία κατέστρεφε τους αμπελώνες στην Αττική. Κάποτε, όταν πλησίαζε η γιορτή των Διιπολίων, ένα βόδι έφαγε από τα άλευρα που προορίζονταν για την προσφορά. Τότε ο ιερεύς του Διός, ο Δίομος, έσφαξε το βόδι. Αργότερα, οι αρχαίοι νομοθέτες όντες (και) φιλόσοφοι, άρχισαν να νομοθετούν για τους πολλούς, ώστε να τους αποτρέπουν από τις θυσίες των ζώων. Ο Έρμιππος στο δεύτερο βιβλίο του «Περί των νομοθετών», γράφει ότι στα Ελευσίνια μυστήρια διατηρούνται τρείς από τους νόμους που εθέσπισε ο Τριπτόλαιμος. «Τους γονείς να τιμάτε, τους θεούς με καρπούς να ευχαριστείτε, ζώα μην τρώτε» (Βιβλίο 4, κεφ. 22).
Αλλά και ο νομοθέτης Δράκοντας, νομοθέτησε για τους κατοίκους της Αττικής «να τιμούν τους θεούς και τους εντόπιους ήρωες δημοσίως, με βάση τους ακολούθους πατροπαράδοτους νόμους, όσον είναι δυνατόν περισσότερο στον καθένα, και κάθε τιμή να συνοδεύεται με ιεράν σιγήν. Οι προσφορές πρέπει να είναι, κατά τους νόμους του Δράκοντος, απαρχές καρπών και ετήσιες χοές πελάνων». Ο νόμος όμως δεν μπόρεσε να συγκρατήσει τον αφιλοσόφητο άνθρωπο. Η παρανόηση συνεχίστηκε έχοντας ως αίτιο την ηδονή της γεύσεως. «όταν όμως τα σφάζουμε για την ικανοποίηση των δικών μας αισθήσεων και θυσιάζουμε όσα εμείς κρίνουμε ότι είναι κατάλληλα για θυσία και όχι ό, τι πράγματι αρέσει στους θεούς, αλλά μόνο στις ανθρώπινες ορέξεις, αποκαλύπτουμε έτσι εντελώς, εμείς οι ίδιοι, ότι χάριν της ηδονής και μόνο επιμένουμε σ’ αυτά τα θύματα, όχι για τους θεούς» (κεφ. 25).
Στοιχείο κατάπτωσης το γεγονός ότι νόμισε ότι θα ευχαριστούσε τους θεούς βάφοντας τα χέρια του με αίμα ζώων. Διόλου παράδοξο ωστόσο, εφόσον στο μεταξύ είχαν βάψει τα χέρια τους με ανθρώπινο αίμα, εξαιτίας των πολέμων που έκαναν μεταξύ τους («και πολέμων πειραθέντες, αιμάτων ήψαντο»).
(Βιβλίο 2, κεφ. 7)
Ως εδώ, αναφερθήκαμε στις ζωοθυσίες. Τί λέει όμως για τις ανθρωποθυσίες γενικά; Ποιες περιπτώσεις έχουμε στον αρχαίο κόσμο, και τί συμβαίνει συγκεκριμένα με την αρχαία Ελλάδα;
Ο Πορφύριος ισχυρίζεται ότι το αρχικό αίτιο ήταν η έλλειψη ειδών διατροφής. Επαναλαμβάνει, ότι οι απ’ αρχής θυσίες ήταν η προσφορά καρπών της γης. «Απ’ αρχής μεν γαρ αι των καρπών εγίνοντο τοις θεοίς θυσίαι». Καθώς περνούσε ο καιρός, και εξαιτίας της ηθικής κατάπτωσης και της έλλειψης καρπών, οι άνθρωποι έπεσαν στην ανθρωποφαγία. «χρόνω δε, της οσιότητος ημών εξαμελησάντων, επεί και των καρπών εσπάνισαν, και δια την της νομίμου τροφής ένδειαν εις το σαρκοφαγείν αλλήλων ώρμησαν» (Βιβλίο 2, 27). Όταν θέλησαν να εξιλεώσουν τον εαυτό τους, επειδή κατάλαβαν ότι η πράξη τους ήταν ειδεχθής, «μετά πολλών λιτών ικετεύοντες το δαιμόνιον, σφων αυτών απήρξαντο τοις θεοίς πρώτον». Θεώρησαν ότι η θυσία ανθρώπων ήταν πολύ καλό πράγμα, γιατί με αυτό τον τρόπο αντισταθμίζονταν η ανθρωποφαγία στην οποία είχαν περιέλθει πριν.
Η φράση «σφων αυτών» είναι πολύ σημαντική. Είναι αυτοπαθητική αντωνυμία και δείχνει -σύμφωνα με την ελληνική γραμματική- ότι το υποκείμενο ταυτόχρονα ενεργεί και πάσχει. Έτσι, αυτό ισοδυναμεί με το «εαυτών». Με αυτό τον τρόπο και μέσα στην δεισιδαιμονία τους, προσφέροντας οικειοθελώς τον εαυτό τους, θεώρησαν ότι εξιλεώνονταν για τις πρότερες ανόσιες πράξεις τους. Γνωρίζοντας τώρα αυτά, τα οποία παραβλέπονται από τους απολογητές- όπως και τόσα άλλα, ερχόμαστε σε ένα χωρίο που χρησιμοποιείται κατά κόρον από αυτούς.
αφ’ ου μέχρι του νυν ουκ εν Αρκαδία μόνον τοις Λυκαίοις, ουδ’ εν Καρχηδόνι τω Κρόνω κοινή πάντες ανθρωποθυτούσι, αλλά κατά περίοδον, της του νομίμου χάριν μνήμης, εμφύλιον αίμα βαίνουσι προς τους βωμούς και θυσίας νυν και καίπερ της παρ’ αυτοίς εξειργούσης των ιερών και τοις περιρραντηρίοις κηρύγματι, είτις αίματος αριθμείου μεταίτιος. (Βιβλίο 2,27)
Πολύ κακώς, ορισμένοι αποδίδουν τη φράση «κοινή πάντες ανθρωποθυτούσι», ως τάχα ότι «παντού όλοι θυσιάζουν ανθρώπους». Ο Πορφύριος αναφέρεται σε δύο πολύ συγκεκριμένες περιοχές. Σε αυτές διατηρήθηκε το έθιμο της ανθρωποθυσίας, ραίνοντας τους βωμούς με ανθρώπινο αίμα, χάριν μνήμης. Έχοντας ήδη αναφέρει τα προηγούμενα, είμαστε σε θέση να κατανοήσουμε το γιατί στην Καρχηδόνα τελούνταν «κοινή», δηλαδή δημοσίως, χωρίς να εμποδίζεται από κανέναν. Όσο για το Λυκαίο όρος στην Αρκαδία, ο Πορφύριος δεν λέει ότι εκεί τελούνταν δημοσίως. Κάτι που ενισχύεται και από τον Παυσανία που αναφέρει ότι αυτές γινόταν «εν απορρήτω».
13. Άλλες «περίεργες» περιπτώσεις που αναφέρονται από τον Πορφύριο
Ο Πορφύριος αναφέρει ότι στην Σαλαμίνα της Κύπρου, κατά τον μήνα Αφροδίσιο…
…εθύετο άνθρωπος τη Αγραύλω τη Κέκροπος και νύμφης Αγραυλίδος, και διέμενε το έθος άχρι των Διομήδους χρόνων. Είτα μετέβαλεν, ώστε τω Διομήδει τον άνθρωπον θύεσθαι. Υφ’ ένα δε περίβολον ό τε της Αθηνάς νεώς, και ο της Αγραύλου και Διομήδους, ο δε σφαγιασόμενος υπό των εφήβων αγόμενος και βωμόν έπειτα ο ιερεύς αυτόν λογχή έπαιεν κατά του στομάχου και ούτως αυτόν επί την ο νηθείσαν πυράν ωλοκαύτιζεν. (Βιβλίο 2,κεφ. 53)
Η κόρη του Κέκροπως, η Άγραυλος, «επρόσφερε εαυτήν εκουσίως εις θυσίαν υπέρ της σωτηρίας των Αθηνών», η οποία και τιμήθηκε για αυτήν της την πράξη ηρωισμού. (Λεξικό αρχαίων μυθολογικών ονομάτων, Ν. Λορέντης, σ. 6). Ο Κέκροπας επισκέφθηκε την Κύπρο όπου έκτισε την πόλη Κορωνίδα, που έπειτα ονομάσθηκε Σαλαμίνα. Οι ντόπιοι με αφορμή την πράξη αυτοθυσίας της Αγραύλου, και υπό βαρβαρικές επιρροές (Φοινικικές κατά τον μελετητή Berard), θυσίαζαν στην Άγραυλο (και όχι σε θεότητα). Η θυσία αυτή ήταν προς τιμήν της πράξεώς της. Αργότερα άλλαξε και θυσίαζαν στον Διομήδη. Επίσης σε άνθρωπο.
Οφείλουμε ωστόσο να υπογραμμίσουμε το γεγονός ότι σύμφωνα με τον Παυσανία που είδαμε στα προηγούμενα, ο Κέκροπας που ήταν σοφός στα θρησκευτικά και νομοθετικά ζητήματα, δεν είχε αξιώσει να τελούνται αιματηρές προσφορές. Αξίζει να προσεχθεί η αναφορά του Πορφυρίου ότι γύρω από το βωμό γυρίζει εκείνος που επρόκειτο να θυσιαστεί, κάτι που θυμίζει την πρακτική του καθαρμού της πόλεως με τους «φαρμακούς» ή αλλιώς «καθάρματα». Επρόκειτο για κακοποιά στοιχεία, τους οποίους τους γύριζαν γύρω από την πόλη, και μετά τους πετούσαν στην φωτιά. Κάτι ανάλογο δηλαδή με την θανατική ποινή. Αυτό δεν είναι θυσιαστική λατρευτική προσφορά. Η περιφορά και το ολοκαύτωμα παραπέμπουν σε θανατική καταδίκη- εκτέλεση. Αυτά, καταργήθηκαν από τον βασιλιά της Κύπρου Δίφιλο, κατά τα χρόνια του Σέλευκου του Θεολόγου. («Τούτον δε τον θεσμόν, Δίφιλος, ο της Κύπρου βασιλεύς κατέλυσε, κατά Σελεύκου χρόνους του θεολόγου γενόμενος») (ο. π κεφ. 54).
Ας δούμε τα σχετικά με την Ρόδο…
Εθύετο γαρ και εν Ρόδω μηνί Μεταγειτνίωνι έτη ισταμένου, άνθρωπος τω Κρόνω. Ο δη επιπολύ κρατήσαν έθος, μετεβλήθη, ένα γαρ των επί θανάτω δημοσία κατακριθέντων μέχρι μεν των Κρονίων συνείχον· ενστάσης δε της εορτής προαγαγόντες άνθρωπον έξω πυλών άντικρυς του Αριστοβούλης έδους, οίνω ποτίσαντες, έσφαττον. (ο. π. κεφ. 53)
Βλέπουμε ότι για ένα μεγάλο διάστημα, στην Ρόδο θυσίαζαν άνθρωπο στον Κρόνο, κατά τον μήνα Μεταγειτνιώνα, πράξη τελούμενη υπό βαρβαρικές επιρροές. Είναι όμως πολύ σημαντική η συνέχεια του χωρίου, που λέει ότι αυτό το έθος κάποτε μεταβλήθηκε σε δημόσια θανατική ποινή κατά τα Κρόνια. Σε αντίθεση, οι Καρχηδόνιοι (Φοίνικες) το θεωρούσαν νόμιμο και ποτέ δεν έπαυσε σε αυτούς. Εδώ έχουμε σαφώς την παραποιημένη εκδοχή για τον Κρόνο, όπως είχαμε γράψει.
Χίος και Τένεδος…
«Εθύοντο δε και εν Χίω τω ωμαδίω Διονύσω άνθρωπον διασπώντες, και εν Τενέδω, ως φησίν Εύελπις ο Καρύστιος» (ο. π κεφ. 54).
Πηγή είναι ο Εύελπις ο Καρύστιος. Τα αναφερόμενα όμως δεν επιβεβαιώνονται από καμία άλλη πηγή ή αρχαιολογικό εύρημα.
Υπάρχει ένα απόσπασμα του Αιλιανού («Ποικίλη ιστορία», βιβλίο Γ΄ 42), που αναφέρεται στην «βακχική» μανία που έπεσαν οι γυναίκες της Χίου. Στο ίδιο απόσπασμα αναφέρεται ότι οι κόρες του Μινύα διέσπασαν έναν νεαρό, όταν καταλήφθηκαν από την ίδια μανία. Πιθανότατα, η Χιώτικη εκδοχή του μύθου για την λατρεία του Διονύσου (ο Διόνυσος ήταν που διαμελίστηκε από τους Τιτάνες, κατά το μύθο), να παροδήγησε τον Εύελπη ώστε να αναφέρει περί ανθρωποθυσιών στην Χίο. Για τον Διόνυσο θα γίνει λόγος στο τέταρτο και τελευταίο μέρος.
Όσον αφορά την Τένεδο, πάλι ο Αιλιανός αναφέρει ότι «Τενέδιοι δε τω ανθρωπορραίστη Διονύσω τρέφουσι κύουσαν βουν, τεκούσαν δε άρα αυτήν οία δήπου λεχώ θεραπεύουσι. Το δε αρτιγενές βρέφος καταθύουσι υποδήσαντες κοθόρνους» («Περί ζώων ιδιότητος», βιβλίο ΙΒ΄ 34). Δηλαδή, οι Τενέδιοι διαλέγουν μια αγελάδα που είναι έτοιμη να γεννήσει και όταν γεννήσει, θυσιάζουν το νεογέννητο μοσχαράκι (αντί για άνθρωπο).
Λακεδαιμόνιοι και ανθρωποθυσία στον Άρη…
«Επεί και Λακεδαιμονίους φησίν ο Απολλόδωρος τω Άρει θύειν άνθρωπον» (ο. π κεφ. 54).
Η πληροφορία δεν τεκμηριώνεται από άλλες πηγές ούτε από αρχαιολογικά ευρήματα. Εκτός αυτού, είναι γενική και αόριστη, χωρίς να έχει ως σημείο αναφοράς κάποιο πρόσωπο ή κάποιο γεγονός. Πλείστοι όσοι ασχολήθηκαν ή αναφέρθηκαν στα συγγράμματά τους στα κοινωνικά ήθη και τα θρησκευτικά έθιμα της αρχαίας Σπάρτης, δεν αναφέρουν τίποτα σχετικό. Ούτε ο Όμηρος (Ιλιάδα και Οδύσσεια), ούτε ο Ξενοφώντας (Αγησίλαος και Λακεδαιμονίων πολιτεία), ούτε ο Θουκυδίδης, ούτε ο Παυσανίας (Λακωνικά), ούτε ο Ηρόδοτος, ούτε ο Αριστοτέλης (Πολιτικά), ούτε ο Πλούταρχος (Λυκούργος και Αγησίλαος) κα. Ούτε ο Πλάτων θα εκθείαζε ποτέ το πολίτευμα των Λακεδαιμόνων ως ένα από τα καλύτερα της Ελλάδος, μαζί με αυτό των Κρητικών.
Φύλαρχος…
«Φύλαρχος δε κοινώς πάντας τους Έλληνας πριν επί πολεμίους εξιέναι ανθρωποκτονείν ιστορεί» (ο. π κεφ. 54).
Και αυτή η πληροφορία του Φύλαρχου είναι ατεκμηρίωτη. Διότι, έχουν γραφτεί πάρα πολλά για τους πολέμους τόσο ανάμεσα στις ελληνικές πόλεις, όσο και κατά των βαρβάρων. Πουθενά ο Θουκυδίδης, ή ο Ηρόδοτος, ή ο Αρριανός, ή ο Ξενοφώντας, δεν αναφέρουν ότι οι Έλληνες σκότωναν ανθρώπους πριν πάνε να πολεμήσουν τους εχθρούς. Πέρα από όμως, ο Φύλαρχος ως ιστορικός, δεν είναι αξιόπιστος. Αυτό δεν το λέω εγώ, αλλά ένας μεγάλος ιστορικός, ο Πολύβιος.
Θα ήταν πολύ χρήσιμο να αναφέρουμε την κριτική ενός μεγάλου ιστορικού, του Πολύβιου, κατά του Φυλάρχου.
Γράφει λοιπόν ο Πολύβιος…
Επεί δε των κατά τους αυτούς καιρούς Αράτω γεγραφότων παρ’ ενίοις αποδοχής αξιούται Φύλαρχος, εν πολλοίς αντιδοξών και ταναντία γράφων αυτώ, χρήσιμον αν είη, μάλλον δ’ αναγκαίον ημίν, Αράτω προηρημένοις κατακολουθείν περί των Κλεομενικών, μη παραλιπείν άσκεπτον τούτο το μέρος, ίνα μη το ψεύδος εν τοις συγγράμμασιν ισοδυναμούν απολείπωμεν προς την αλήθειαν. Καθόλου μεν ουν ο συγγραφεύς ούτος πολλά παρ’ όλην την πραγματείαν εική και ως έτυχε είρηκε. Πλην περί μεν των άλλων ίσως ουκ αναγκαίον επιτιμάν κατά το παρόν ουδ’ εξακριβούν· όσα δε συνεπιβάλλει τοις υφ’ ημών γραφομένοις καιροίς- ταύτα δ’ εστί τα περί τον Κλεομενικόν πόλεμον- υπέρ τούτων αναγκαίον εστίν ημίν διευκρινείν. Έσται δε πάντως αρκούντα ταύτα προς το και την όλην αυτού προαίρεσιν και δύναμιν εν πραγματεία καταμαθείν. (Ιστορίαι, 2.56.1- 2.56.5)
Δηλαδή, κατά τον Πολύβιο, ο Φύλαρχος δεν είναι αξιόπιστος ως ιστορικός. Και συγκρίνει τα συγγράμματα του Άρατου με αυτά του Φύλαρχου ως προς τα γεγονότα του Κλεομενικού πολέμου, «ίνα μη το ψεύδος εν τοις συγγράμμασιν ισοδυναμούν απολείπωμεν προς την αλήθειαν». Θεωρεί δηλαδή όσα γράφει ο Φύλαρχος ως ψεύδη, τα οποία δεν θα πρέπει να εξισωθούν με όσα αληθινά γράφει ο Άρατος. Και λέει ότι ο Φύλαρχος «πολλά παρ’ όλην την πραγματείαν εική και ως έτυχε είρηκε». Σε όλο το έργο ο Φύλαρχος έχει γράψει πράγματα άσκοπα και άστοχα.
Συνεχίζοντας, λέει ότι άλλος είναι ο σκοπός του ιστορικού και άλλος του τραγικού…
Δει τοιγαρούν ουκ εκπλήττειν τον συγγραφέα τερατευόμενον δια της ιστορίας τους εντυγχάνοντας ουδέ τους ενδεχομένους λόγους ζητείν και τα παρεπόμενα τοις υποκειμένοις εξαριθμείσθαι, καθάπερ οι τραγωδιογράφοι, των δε παραχθέντων και ρηθέντων κατ’ αλήθειαν αυτών μνημονεύειν πάμπαν, αν πάνυ μέτρια τυγχάνωσιν όντα. Το γαρ τέλος ιστορίας και τραγωδίας ου ταυτόν, αλλά τουναντίον. Εκεί μεν γαρ δει των πιθανοτάτων λόγων εκπλήξαι και ψυχαγωγήσαι κατά το παρόν τους ακούοντας, ενθάδε δε δια των αληθινών έργων και λόγων εις τον πάντα χρόνον διδάξαι και πείσαι τους φιλομαθούντας, επειδήπερ εν εκείνοις μεν ηγείται το πιθανόν, καν η ψεύδος, δια την απάτην των θεωμένων, εν δε τούτοις ταληθές δια την ωφέλειαν των φιλομαθούντων.
Δηλαδή:
Ο ιστορικός λοιπόν δεν πρέπει να ταράζει τους αναγνώστες με τραγικές εικόνες ούτε να αναζητεί τους λόγους, που είπαν ίσως οι πρωταγωνιστές, ούτε να απαριθμεί τις πιθανές συνέπειες των γεγονότων που αναφέρει, όπως οι τραγικοί ποιητές, αλλά να μνημονεύει δίχως παραλείψεις όσα έγιναν και ειπώθηκαν αληθινά, έστω κι αν είναι εντελώς ασήμαντα. Και τούτο, γιατί ο σκοπός της ιστορίας και της τραγωδίας δεν είναι ο ίδιος, μα ο αντίθετος: ο τραγικός ποιητής πρέπει με τους πιο αληθοφανείς λόγους να συγκινήσει και να θέλξει τους θεατές, ενώ ο ιστορικός είναι υποχρεωμένος με έργα και λόγια αληθινά να διδάξει και να πείσει οριστικά τους φιλομαθείς αναγνώστες. Στην τραγωδία έχει τον πρώτο λόγο το πιθανό, κι αν ακόμα είναι ψέμα, για να βρεθούν οι θεατές στο χώρο του θαυμαστού, ενώ στην ιστορία την πρώτη θέση έχει η αλήθεια, για να ωφεληθούν οι φιλομαθείς.
Λέτε ότι ένας φιλόσοφος τέτοιου βεληνεκούς πολυμάθειας, να μην ήξερε ότι η θανάτωση εγκληματία δεν συνιστά ανθρωποθυσία, ή να μην γνώριζε ότι οι παραπάνω ισχυρισμοί είναι εντελώς αστήρικτοι; Ή μήπως έχουμε παρεμβολή του Ευσεβίου; Δεν έχουμε όμως αποδείξεις από τη χειρόγραφη παράδοση, εφόσον το «Περί αποχής εμψύχων» δεν σώζεται αυτόνομα και ανεξάρτητα. Μόνο λογικούς συνειρμούς μπορούμε να κάνουμε, έχοντας υπόψη μας από τη μια τον Ευσέβιο και από την άλλη τον Πορφύριο.
Το θέμα του 41ου λόγου του Λιβανίου έχει να κάνει με… ανθρωποθυσία. Συγκεκριμένα, η Αντιόχεια μαστίζεται από λοιμό, και χρησμός του Απόλλωνος ζητά την ανθρωποθυσία προκειμένου να σταματήσει το κακό. Επιλέγεται το παιδί ενός μάγου, αλλά ο πατέρας του ισχυρίζεται ότι μπορεί να σταματήσει τη συμφορά χωρίς να θυσιαστεί το παιδί του, μέσω της γοητείας. Ο Λιβάνιος αντίκειται, προσπαθώντας να πείσει τους Αντιοχείς ότι το παιδί πρέπει να θυσιαστεί, κατ’ επιταγή του θεού. Το παρουσιαζόμενο σενάριο είναι δύσκολο να αποτελεί ιστορικό γεγονός. Ο Λιβάνιος ζει σε μια τραγική και καθοριστική εποχή για το μέλλον της ανθρωπότητας. Ζει στον πολύπαθο 4ο μεταχριστιανικό αιώνα (κατά την χριστιανική χρονολόγηση). Μια περίοδο όπου επιχειρείται να επιβληθεί μια «Νέα Τάξη Πραγμάτων» της τότε εποχής, κατά την οποία έπρεπε να καταργηθούν οι παλαιοί θεσμοί και παραδόσεις και όπου όλοι θα έπρεπε να υπακούουν υποχρεωτικά σε μια θρησκευτικό-πολιτική αρχή. Κατά δεύτερον, αν ο Λιβάνιος πράγματι επιχειρούσε το παραπάνω, δεν θα είχε την παρρησία να απευθύνει στον χριστιανό αυτοκράτορα Θεοδόσιο την περίφημη επιστολή του «Υπέρ των ιερών», κατακεραυνώνοντας τις φαύλες και άτιμες πράξεις των χριστιανών. Κατά τρίτο, έχουμε πατερικές αναφορές για τον Λιβάνιο, όπως αυτές του Βασιλείου Καισαρείας, που δείχνουν έναν άνθρωπο τελείως διαφορετικό. Μάλιστα, ο ίδιος ο Βασίλειος έστελνε τα πνευματικά του παιδιά στον Λιβάνιο προκειμένου να μαθητεύσουν κοντά του την ρητορική τέχνη (επιστολή 337). Επίσης, οι υπόλοιποι πατέρες και εκκλησιαστικοί συγγραφείς, θα έβρισκαν αφορμή να κατηγορήσουν εκ νέου την αντίπαλη εθνική λατρεία, και μάλιστα στο πρόσωπο ενός γνωστού και επιφανούς. Να ήταν λοιπόν…ανθρωποθυσιαστής όπως διατείνονται οι σύγχρονοι απολογητές και να το αγνοούσαν οι πατέρες, είναι ανόητο να το ισχυρίζεται κανείς. Και ενώ οι εκκλησιαστικοί σιγούν…εκκωφαντικά, οι νεο-απολογητές το έχουν κάνει…σημαία! Κατά τέταρτο, γνωρίζουμε ότι η Αντιόχεια είχε εκχριστιανιστεί κατά ένα μεγάλο της μέρος με την συνεπικουρεία της νωθρότητητας των πολιτών της. Συνεπώς, θα ήταν δύσκολο να επιχειρηθεί κάτι τέτοιο.
Στην πραγματικότητα, ο 41ος λόγος ανήκει σε ένα συγκεκριμένο είδος λόγων, τα «προγυμνάσματα» ή «μελέται», που είναι ρητορικές ασκήσεις. Στο διαδικτυακό τόπο «Britannica.com/biography/libanius», διαβάζουμε:
Libanius’ s works include more than 50 orations of varius types, of which the first is especially famous for its autobiographical character. Also surviving are about 50 declamations and other writings intended for use in schools (progymnasmata), as well as more than 1500 letters great historical interest.
Δηλαδή:
Τα έργα του Λιβανίου περιλαμβάνουν πάνω από πενήντα ομιλίες διαφόρων ειδών, από τις οποίες οι πρώτες είναι περίφημες για τον αυτοβιογραφικό τους χαρακτήρα. Επίσης διασώζονται περίπου πενήντα ρητορικοί λόγοι και άλλα γραπτά που επρόκειτο να χρησιμοποιηθούν στις σχολές ρητορικής (προγυμνάσματα), όπως επίσης και περισσότερες από χίλιες πεντακόσιες επιστολές, μεγάλου ιστορικού ενδιαφέροντος.
Στο λεξικό του Ν. Λωρέντη, αναφέρεται για τον Λιβάνιο, «Σώζονται του σοφιστού τούτου διάφοροι ρητορικοί λόγοι, μελέται, επιστολαί και υποθέσεις εις τους λόγους του Δημοσθένους…» (σ. 324).
Μια από τις σημασίες του όρου «μελέτη» είναι «άσκησις, εξάσκησις» (Δημητράκος τ. Θ’ σ. 4645).
Σύμφωνα με το λεξικό του Ησύχιου «Γλώσσαι», «μελέτη γαρ άσκησις».
Το θέμα είναι λοιπόν φανταστικό χάριν ασκήσεως και όχι πραγματικό. Αυτό παρουσιάζεται ως…ιστορικό γεγονός, αποδεικτικό των «ανθρωποθυσιών»!
15. Ο Φιλοποιμήν
Ο Φιλοποιμήν ήταν ένας σπουδαίος αρχιστράτηγος του Αχαϊκού Συνδέσμου. Στην τελευταία του μάχη, όντας «προβεβηκός το γήρας» -όπως αναφέρεται-, συνελήφθη από τους Μεσσήνιους και οδηγήθηκε λαβωμένος στην Μεσσήνη όπου αναγκάστηκε να πει το κώνειο σε ηλικία 78 ετών. Σε όλη την Ελλάδα στήθηκαν ανδριάντες και επιγραφές με τα κατορθώματά του. Μάλιστα, προς τιμή του, θέσπισαν ετήσια γιορτή.
Η σύνδεσή του με δήθεν ανθρωποθυσίες που γίνονταν στον τάφο του, είναι άτοπη καθώς ο Φιλοποιμήν δεν λογίστηκε ποτέ ως θεότητα. Αν ισχύει η θανάτωση των αιχμαλώτων προς τιμή του, ήταν μια πράξη πολεμικών αντιποίνων.
Γράφει ο Πλούταρχος: «Εις την πόλιν, επιποθούσαν τον άνδρα και βαρέως φέρουσαν, οιομένην συναποβεβληκέναι το πρωτεύειν εν τοις Αχαιοίς. Ετάφη μεν ουν ως εικός ενδόξως, και περί το μνημείον οι των Μεσσηνίων αιχμάλωτοι κατελεύσθησαν» (Φιλοποιμήν 21).
16. Ο Αθάμας και οι απόγονοί του, κατά τον Ηρόδοτο
Ο Ηρόδοτος στο βιβλίο των Ιστοριών του «Πολύμνια» (197), αναφέρει ότι οι οδηγοί του Ξέρξη διηγήθηκαν στον Ξέρξη μια ντόπια φήμη/ θρύλο («επιχώριον λόγον»), σχετικά με το ιερό του Λαφυστίου Διός. Δηλαδή, του διηγήθηκαν ότι κάποτε ο Αθάμας είχε επιβάλλει στους απογόνους του όποιος εισέρχεται μέσα στο πρυτανείο του ιερού αυτού χωρίς άδεια, να θυσιάζεται. Και του είπαν επίσης ότι σε αυτήν την ποινή καταδικάστηκαν αργότερα οι απόγονοι του Φρίξου, διότι ένας από αυτούς (ο Κυτίσσωρος) έσωσε τον Αθάμα που ήταν να θυσιαστεί για τον καθαρμό της πόλης, με αποτέλεσμα να πέσει η οργή των θεών σε αυτόν και στους απογόνους του. Όλα αυτά είχαν ως αποτέλεσμα ο Ξέρξης και ο στρατός του να μην εισέλθουν στον ιερό χώρο, από φόβο. Στην ουσία, αυτός ο επιχώριος λόγος λειτουργούσε αποτρεπτικά, ώστε να παρεμποδίζει την είσοδο σε όσους δεν έπρεπε να μπουν.
17. Διόνυσος και ωμοφαγία
Ο Διόνυσος συνδέεται με τις ζωοποιές ιδιότητες του Ηλίου και του Έρωτος, τη βλάστηση και τις γονιμοποιές δυνάμεις. Για αυτό, ιδιαίτερο σύμβολό του συν τοις άλλοις, ήταν και ο φαλλός. Εκλαμβάνονταν από τους απλούστερους ως θεός του κρασιού, ενώ από τους μύστες ως θεός της εκστάσεως. Επίσης, θεός του Χορού, του Θεάτρου, και της ψυχικής ανατάσεως εν γένει. Ο συμβολισμός του Διονύσου είναι ένα τεράστιο θέμα με πολύ βαθιές προεκτάσεις (βαθύτερες από όσες μπορεί να καταλάβει ο αναγνώστης από όσα διαβάζει εδώ), και δεν είναι επί του παρόντος να αναλυθεί πλήρως.
Μελετώντας τους αρχαίους συγγραφείς, διαπιστώνουμε ότι ο Διόνυσος και ο Όσιρις έχουν αρκετά κοινά σημεία στις μυθολογίες τους. Ο Πλούταρχος μας διευκρινίζει πάρα πολλά σχετικά με το θέμα μας, στο έργο του «Περί Ίσιδος και Οσίριδος». Όπως ο ήλιος, η σελήνη, ο ουρανός, η γη, η θάλασσα, είναι κοινά σε όλους, έτσι και οι θεότητες και οι ιδιότητές τους είναι κοινές σε όλους τους λαούς και τις παραδόσεις. Μόνο τα ονόματα αλλάζουν. Αναφερόμενος στον Όσιρι, γράφει στην Κλέα· «Το ότι είναι ο ίδιος με τον Διόνυσο, ποιος άλλος πρέπει να το γνωρίζει καλύτερα από σένα , Κλέα, που είσαι αρχηγός των Θυιάδων στους Δελφούς και αφιερωμένη από τον πατέρα και τη μητέρα σου στις ιερές τελετές του Ισίριδος;» (Πλούταρχος, Περί Ίσιδος και Οσίριδος 35 Ε).
Αλλά και ο ιστορικός Διόδωρος ο Σικελιώτης, γράφει ότι «Οι Αιγύπτιοι λένε πως ο θεός που εκείνοι ονομάζουν Όσιρι είναι ο καλούμενος από τους Έλληνες Διόνυσος» (Ιστορική Βιβλιοθήκη, Δ΄ 1.6).
Έτσι λοιπόν και οι δύο ταξίδευσαν σε όλο τον κόσμο εκπολιτίζοντας τους ανθρώπους, τους δίδαξαν τους καρπούς της γης, όρισαν νόμους, χρησιμοποίησαν το τραγούδι και τη μουσική. Σύμβολό τους ο φαλλός, ιερό τους ζώο ο ταύρος. Στις λατρείες αμφοτέρων οι θρησκευτές κρατούν θύρσους και κραυγάζουν. Το τελευταίο και άμεσα σχετιζόμενο με το θέμα μας, ότι σύμφωνα με την μυθολογία, και οι δύο διαμελίστηκαν και επανήλθαν στην ζωή. «Οι μύθοι επίσης για τους Τιτάνες και τα Νυκτέλια συμφωνούν με τους μύθους για τον διαμελισμό, την αναβίωση και την παλιγγενεσία του Οσίριδος» (ο. π. 35 Α). Με τον διαμελισμό τους σχετίζεται η ωμοφαγία. Ο Πλούταρχος αναφέρει ότι στις τελετές χρησιμοποιούνται ιερά μυστικά- μυητικά σύμβολα, τα οποία ορισμένοι τα εκλάμβαναν κατά κυριολεξία και όχι με τον ορθό φιλοσοφικό τρόπο, με αποτέλεσμα να πέσουν στην δεισιδαιμονία.
Επισημαίνει: «Όταν ακούσεις, λοιπόν, τους μύθους των Αιγυπτίων για τους θεούς, περιπλανήσεις, διαμελισμούς και πολλά τέτοια παθήματα, πρέπει να θυμάσαι όσα αναφέρθηκαν προηγουμένως και να μην νομίζεις ότι ένα γεγονός όπως το διηγούνται έτσι και έγινε» (ο. π. 11 Β).
Και επίσης, «Αφού, λοιπόν, άκουσες τα σχετικά με τους θεούς και δέχεσαι τον μύθο απ’ αυτούς που τον ερμηνεύουν με ευλάβεια και φιλοσοφική διάθεση (αρχαίο: των εξηγουμένων τον μύθον οσίως και φιλοσόφως), εκτελώντας πάντα και τηρώντας τα καθιερωμένα, θεωρώντας πως ούτε θυσίες ούτε πράξεις τους ευχαριστούν περισσότερο από το να έχει κανείς σωστή αντίληψη για τους θεούς, τότε θα αποφύγεις το κακό που είναι εξίσου μεγάλο με την αθεία, τη δεισιδαιμονία δηλαδή» (ο. π. 11 D).
Μια από τις προσηγορίες του Διονύσου είναι και το «ωμάδιος» ή «ωμηστής», που σημαίνει «ωμοφάγος». Φυσικά, αυτό δεν έχει καμία σχέση με υποτιθέμενες ανθρωποθυσίες. Ο Ορφέας στους πανάρχαιους ύμνους του, τον προσφωνεί «αγνόν, ωμάδιον, τριετή, σταφυλοτρόφο, βλαστοφόρο» (ύμνος 30). Επίσης «πρωτόγονο» και «άγριον». Όπου «πρωτόγονος» σημαίνει τον «πρώτο γόνο» (πιθανότατα επειδή συντελεί στην παραγωγή των καρπών), και «άγριος» που έχει τη σημασία του «εν τοις αγροίς ζων», «παν το μη καλλιεργούμενων υπ’ ανθρώπου» (Δ. Δημητράκος, τ. Α΄σ. 56). Στο ύμνο 53, καλείται «χθόνιος», «κινώντας τους χορούς στις κυκλικές εποχές». Είναι καθαρή η αναφορά ότι σχετίζεται με τη γη και τις εποχές που επαναλαμβάνονται με κυκλικό ρυθμό, σαν χορός. Επίσης, προσφωνείται «χλωροκάρπε, κερασφόρε, κάρπιμε Βάκχε, έλα στην πάνθεη τελετή με πρόσωπο ανθηρό, φορτωμένος με τελεσιγόνους ιερούς καρπούς». Σε άλλον ύμνο προσφωνείται, «εύκαρπε, που αυξάνεις τον χαροποιό καρπό». Στον ίδιο ύμνο· «που εμφανίσθηκες ως παυσίπονο φάρμακο στους θνητούς, ιερόν άνθος». Και η επίκλησή του, «σε καλώ να έρθεις στους μύστες γλυκύς, φερέκαρπος» (ύμνος 50). Άμεση η σύνδεσή του με τους καρπούς της γης. Ο Πορφύριος στο «Περί αγαλμάτων» γράφει ότι «η δύναμη που παράγει τους κελυφωτούς καρπούς και όλους γενικά τους καρπούς των φυτών, ονομάζεται Διόνυσος». Η ωμοφαγία μπορεί να συνδεθεί με τη βρώση των καρπών, εφόσον αυτοί καταναλώνονται ως επί το πλείστο, ωμοί.
Ωστόσο, υπάρχει μόνο μια μαρτυρία που συνδέει το «ωμηστής» με την ανθρωποθυσία. Αυτή προέρχεται από τον Φανία τον Λέσβιο, που απλά παρατίθεται από τον Πλούταρχο στο έργο «Θεμιστοκλής». Εκεί αναφέρεται ότι πριν την έναρξη της ναυμαχίας της Σαλαμίνας, ο Θεμιστοκλής θυσίασε τρείς Πέρσες. Για το ανιστόρητο του πράγματος, έχει γίνει ήδη λόγος. Ο Ευριπίδης στην τραγωδία «Κρήτες» (διασώζεται αποσπασματικά), αναφέρονται οι τελετουργικές πράξεις κατά τις οποίες κάποιος μπορεί να γίνει βάκχος. Ο χορός (που αποτελείται από τους ιερείς του Διός, απευθύνεται στον Μίνωα και του λέει συν τοις άλλοις: «Έρχομαι, αγνόν βίο κηρύσσοντας, όμοιον μ’ εκείνον που μ’ έκαμε να γίνω μύστης του Ιδαίου Διός και του νυκτιπόλου Ζαγρέως τα κρούσματα δοξάζω, αφού ετέλεσα τα ωμοφάγα δείπνα και ύψωσα στην ορεινή Μητέρα τιε δάδες κι επήρα των Κουρητών τ’ όνομα, βάκχος όσιος τώρα εγώ. Κάτασπρα ρούχα φορώντας φεύγω· και νόμο μου έχω από θνητών γεννήσεις και θήκες νεκρών να μένω μακρυά κι ούτε να εγγίζω φαγητά που έγιναν από πλάσματα που έχουν ψυχή».
Στις «Βάκχες», ο ίδιος τραγικός, συσχετίζει την ωμοφαγία με την ζωοφαγία. Λέει ο χορός (οι βάκχες), «Τι γλύκα είν’ απ’ τα βουνά σαν τρέχει ξεκομμένος απ’ τους γρηγοροκίνητους θεόληπτους θιάσους μ’ ένα εφαφόδερμα ιερό στον κάμπο αναζητώντας αίμα σφαγμένου τράγου, χαρά ωμών κρεάτων». Βεβαίως ο Ευριπίδης (όπως και κάθε άλλο μεγάλο πνεύμα) γράφει κωδικοποιημένα. Δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται όλα κατά κυριολεξία, ειδικά όταν η κυριολεκτική ερμηνεία προσκρούει στην καθαρά θρησκευτικοφιλοσοφική αρχαία παράδοση. Το ίδιο ισχύει για κάθε αρχαίο σύγγραμμα.
Η ωμοφαγία είναι κώδικας που ανάγει το νου του μυημένου στον διαμελισμό του Διονύσου. Όπως ο Όσιρις διαμελίστηκε από τον Τυφώνα, έτσι και ο Διόνυσος από τους Τιτάνες. Ο διαμελισμός αυτός δηλεί (συν τοις άλλοις και) τον αφανισμό του Ιερού Λόγου, δηλαδή όλης εκείνης της αρχαίας ιερής Γνώσης, που συνδέει τις κοσμικές λειτουργίες του παντός με την ουσία του ανθρώπου. Η επανασύσταση του σώματος (ανάσταση), δηλεί την επανένωση όλων των διασπασμένων κομματιών της Γνώσης (που βρίσκεται στις διάφορες παραδόσεις), σε μία ενιαία Σοφία.
«Είναι ελληνικό, ξέρεις, το όνομα Ίσις όπως και ο Τυφών, που είναι εχθρός της θεάς, τυφλωμένος από την άγνοια και την πλάνη, που διαμελίζει και αφανίζει τον ιερό λόγο, τον οποίο συγκεντρώνει η θεά, τον συνθέτει και τον παραδίδει σε αυτούς που μυούνται στα μυστήρια που τελικό σκοπό έχουν τη Γνώση του πρώτου, κυρίαρχου και νοητού» (Περί Ίσιδος και Οσίριδος, 11 F).
Επίλογος
Η κυριαρχία του πνευματικού σκότους έχει αρχίσει εδώ και καιρό να υποχωρεί από τις καρδιές όσων ζητούν την αλήθεια. Το φως της Γνώσεως έρχεται να ξεσκεπάσει συνομωσίες αιώνων, δείχνοντας και πάλι το δρόμο προς την αυτογνωσία. Τα ψεύδη και οι πλάνες είναι καιρός να εκριζωθούν και μαζί να εκτεθούν τα κατεστημένα των ιερατείων που αιώνες τώρα απομυζούν και διαμελίζουν τον αληθώς ιερό λόγο. Είναι καιρός να σταματήσουν οι αθλιότητες από όπου και αν προέρχονται.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου