Όταν οι Αθηναίοι ηττήθηκαν στον Πελοποννησιακό Πόλεμο, οι νικητές Σπαρτιάτες επέβαλαν το καθεστώς των τριάκοντα τυράννων. Είναι δύσκολο να αντιληφθούμε σήμερα το πόσο εξευτελιστική και οδυνηρή υπήρξε αυτή η εμπειρία για τους ιδρυτές της Δημοκρατίας.
Ευτυχώς, η κυριαρχία των τριάκοντα υπήρξε σύντομη, ήταν όμως καταστροφική. Εκτός από τις ταραχές, τις δολοφονίες και την αυθαιρεσία που επέδειξαν σε όλους τους τομείς, οι τύραννοι είχαν επιφέρει και ένα γερό πλήγμα στην αθηναϊκή οικονομία, που ήταν ήδη καταρρακωμένη από τον πόλεμο.
Επιπλέον, έλαβαν ένα μεγάλο δάνειο από τους Σπαρτιάτες, το οποίο βέβαια δεν χρησιμοποίησαν για την ανάπτυξη του τόπου, αλλά για την προσωπική τους ευημερία και την ενίσχυση της πολιτικής τους δύναμης.
Όταν, λοιπόν, ήρθε η ώρα να πάνε στο καλό, οι Αθηναίοι είχαν και ένα δάνειο να ξεπληρώσουν. Δάνειο στο οποίο δεν είχαν συναινέσει και από το οποίο δεν ωφελήθηκαν. Ένα επαχθές δάνειο. Το τι θα έκαναν με αυτό, ήταν δουλειά της Εκκλησίας του Δήμου να αποφασίσει, δηλαδή όλων των πολιτών.
Φανταστείτε τον εαυτό σας στη συνέλευση αυτή. Τι θα ψηφίζατε;
Ενώ η συμφωνία προέβλεπε να επωμιστούν αυτή την υποχρέωση οι δύο παρατάξεις (οι του άστεως και οι εκ του Πειραιώς), οι Αθηναίοι πολίτες αποφάσισαν να αποπληρώσουν όλοι μαζί το δάνειο στο ακέραιο! Σε μία πόλη με τα ταμεία άδεια, με το ηθικό καταρρακωμένο, με τη θλίψη να βασιλεύει, καθώς τα θύματα του πολέμου και της τυραννίας ήταν ακόμα νωπά στη μνήμη αυτών των ανθρώπων, εκείνοι αποφάσισαν να συμμετέχουν με εισφορές στην αποπληρωμή του δανείου. Ανέλαβαν συλλογικά την ευθύνη ακόμα και για την ενέργεια της μισητής ολιγαρχικής εξουσίας και δεν άφησαν τα κόμματα να τους σώσουν, αν και θα ήταν απολύτως νόμιμο να το κάνουν.
Γιατί επωμίστηκαν ένα τέτοιο δυσβάσταχτο και άδικο βάρος; Διότι έτσι τους πρόσταζε η αιδώς.Εκείνοι οι αρχαίοι δημοκράτες, νοιάζονταν πολύ για την καλή τους φήμη και δεν ανέχονταν την σκέψη πως οι κομματάρχες θα νομιμοποιούνταν κάποτε να τους πουν “εμείς σας ξεχρεώσαμε”. Πολύ περισσότερο δεν θα ανέχονταν τους Σπαρτιάτες να καυχώνται πως τους έσωσαν κάποτε από οικονομική κατάρρευση με δανεικά κι αγύριστα. Οι Αθηναίοι πάνω απ’ όλα ήταν αξιοπρεπείς και καθόλου δεν θα μπορούσαν να κατανοήσουν τη σύγχρονη προτροπή “μην σε νοιάζει τι λένε οι άλλοι”.
Η αιδώς απευθύνεται σε εξωστρεφείς ανθρώπους, που συνεργάζονται για την κοινή προκοπή. Σήμερα, που τίποτα δεν μας απασχολεί εκτός από την προσωπική μας ευημερία, η αιδώς δεν λειτουργεί, με αποτέλεσμα να καμαρώνουμε που έχουμε την τόλμη να γράφουμε τους πάντες στα παλιά μας τα παπούτσια και να είμαστε ο εαυτός μας, Αφού, λοιπόν, δεν αναγνωρίζουμε πλέον τη φωνή της αιδούς πριν προβούμε σε κάποια απερισκεψία, κάνουμε ό, τι μας συμφέρει κι ό, τι μας αρέσει και υποφέρουμε από ενοχές κατόπιν εορτής, όταν η ζημιά έχει γίνει. Οι ενοχές, στη συνέχεια, μας βυθίζουν σε μεγαλύτερη μοναξιά. Όταν υπάρχουν κι αυτές. Και παριστάνουμε τους ελεύθερους, μοναχικούς καβαλάρηδες, που μόλις έρθουν τα δύσκολα, ικετεύουν τούς συμπολίτες τους (και όχι μόνο) για λίγη βοήθεια και μια σταλιά συμπόνια.
Ήταν άραγε λιγότερο ελεύθεροι από εμάς εκείνοι οι αρχαίοι δημοκράτες; Ήταν η αιδώς χαρακτηριστικό δειλών ή δουλικών ανθρώπων; Δεν ήταν. Η αιδώς ήταν και είναι η έκφραση του σεβασμού προς την κοινότητα και συνοδεύει εκείνους που κατανοούν τον εαυτό τους ως αναπόσπαστο κομμάτι της. Ο πολίτης, ως λειτουργικό μέλος του οργανισμού της χώρας, οφείλει να είναι συντονισμένος με τα υπόλοιπα μέλη. Στην αρχαία Αθήνα ο πολίτης προστάτευε την καλή του φήμη, τον ενδιέφερε η γνώμη των συμπολιτών του γι αυτόν και όλοι μαζί ενδιαφέρονταν και εργάζονταν για την καλή φήμη της πόλης τους. Η συλλογική ευθύνη ήταν ένα πολύτιμο εργαλείο που τους κρατούσε ενωμένους και επικεντρωμένους στον στόχο τους και καθόλου δεν εμπόδιζε την προσωπική εξέλιξη κι επιτυχία.
Ο στόχος που εξυπηρετούσε η απόφαση για αποπληρωμή του δανείου από κοινού, ήταν η επίτευξη της ενότητας. Η πράξη αυτή εκτιμήθηκε και σχολιάστηκε θετικά από τους πνευματικούς ανθρώπους της εποχής, που ήταν άνθρωποι της πόλης και δημοκράτες. Ο Δημοσθένης, ενθυμούμενος το περιστατικό, χρησιμοποιεί την έκφραση «όταν η πόλη ενώθηκε». Ο Αριστοτέλης εντυπωσιάστηκε από αυτή την απόφαση και χαρακτήρισε τη συμπεριφορά των Αθηναίων αξιέπαινη και πολιτική, δηλαδή τέτοια που ταιριάζει σε πολίτες. Ο Ισοκράτης χρησιμοποιεί αυτή την ενέργεια ως απόδειξη της ανωτερότητας της δημοκρατίας έναντι της ολιγαρχίας.
Η ενότητα αυτή επιτυγχάνεται μόνο όταν οι πολίτες μοιράζονται τις ευθύνες, όπως ακριβώς μοιράζονται τα οφέλη του πολιτεύματος. Στα ολοκληρωτικά καθεστώτα, οι υπήκοοι αναγκάζονται να λειτουργούν ως μονάδες κάτω από μία επίπλαστη ομοιομορφία. Δεν μπορεί να υπάρξει καμία συλλογική ανάληψη ευθύνης, διότι υπό καθεστώς εξαναγκασμού καμία ηθική αξιολόγηση δεν έχει νόημα. Στη δημοκρατία όμως, η συλλογική ευθύνη προστατεύει από τον διχασμό και ενισχύει τον ρόλο του πολίτη στην επίτευξη των στόχων της πολιτείας του, που δεν μπορεί να διαφέρουν από τους προσωπικούς του στόχους.
Είμαστε άραγε πιο ελεύθεροι εμείς από εκείνους ή είμαστε ένας εν δυνάμει όχλος βαρβάρων που διψά για εκδίκηση; Είμαστε εμείς πιο αξιοπρεπείς από εκείνους ή μήπως είμαστε απλώς νωθροί παρατηρητές της ιστορίας μας, εθισμένοι στην επαιτεία με πρόφαση την αξιοπρέπεια εκείνων;
Εκείνοι αρνήθηκαν να γίνουν αντικείμενο χλευασμού και πλήρωσαν μέχρι την τελευταία πεντάρα ένα δάνειο από το οποίο δεν είχαν ωφεληθεί τίποτα! Και άφησαν σε εμάς τη σπουδαία κληρονομιά – ηθική, πνευματική και υλική – που ακόμα ξεκοκαλίζουμε.
Εμείς, τι θα κληροδοτήσουμε στους απογόνους μας; Ποια θα είναι η φήμη μας όταν πια θα έχουμε φύγει και τι θα γράφουν για εμάς οι επόμενοι;
Θα είμαστε εκείνοι που προστάτεψαν το καλό όνομα που παρέλαβαν και άφησαν πίσω τους ένα ακόμα καλύτερο ή εκείνοι που για ένα κατοστάρικο σύνταξης παραπάνω πούλησαν την καλή φήμη των προγόνων τους και περιφρόνησαν τη ζωή των απογόνων τους;
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου