Οι ήρωες είναι ορατοί, αόρατο είναι τι τούς προσδιορίζει. Τον ήρωα τον βλέπει κανείς, αλλά τι τον κάνει ήρωα; Ποια είναι τα χαρακτηριστικά του; Και είναι αυτά αμετάβλητα στο πέρασμα των εποχών και των αιώνων; Μολονότι υπάρχουν κάποιες διαχρονικές οικουμενικές ιδιότητες, προσδιορισμένες με το όνομα ηρωικές, στην πορεία της ιστορίας, η ιδέα του ήρωα μεταλλάσσεται ανάλογα με το πνεύμα και το ήθος κάθε εποχής.
Σήμερα, τον ήρωα τον εννοούμε, όπως πάνω κάτω τον εννοούσε η Αναγέννηση. O Μεσαίωνας δεν πολυπρόσεχε τα προσωπικά κατορθώματα. Κάτω από τη σκιά της αμαρτίας, αυτό που είχε σημασία ήταν η ζωή μετά θάνατον. Τη μεγαλοσύνη την έδινε ο Θεός, όχι ο άνθρωπος, γι’ αυτό και οι ήρωες της χριστιανοσύνης ήταν μάρτυρες, ιεραπόστολοι και ιερωμένοι, που προετοίμαζαν τον δρόμο για τη λύτρωση από το προπατορικό αμάρτημα. H Αναγέννηση ανακάλυψε τον κλασικό κόσμο της Αθήνας και της Ρώμης, τις ιστορίες του Τάκιτου, τις βιογραφίες του Πλούταρχου και κυρίως τις επιστολές και τους λόγους του Κικέρωνα. Αυτό που τόνιζε ο κλασικός κόσμος ήταν η ανθρώπινη ικανότητα για μεγαλοσύνη.
Αναγέννηση
Ιδρυτής του νέου ουμανισμού υπήρξε ο Ιταλός ποιητής Φραντσέσκο Πετράρκα – Πετράρχης. Στις πόλεις – κράτη της Ιταλίας τον 15ο αιώνα, γεννήθηκε η καινούργια πίστη στην ανθρώπινη δύναμη, την Virtus, αρετή. Γεννήθηκε ο νέος ήρωας που το ιδανικό του ισχύει και σήμερα. Από αυτό το αναγεννησιακό πνεύμα προήλθε μια σειρά βιβλίων όπου εξυμνείται η ζωή μεγάλων ανθρώπων. Το πιο ξεχωριστό από αυτά, το «Περί εξαιρέτων ανδρών» του Πετράρχη, αγνοεί άγιους και μάρτυρες και επικεντρώνεται στα κατορθώματα στρατηγών και πολιτικών.
Δεν ήταν, όμως, για όλους. O Φλωρεντινός διπλωμάτης Νικολό Μακιαβέλλι στον «Πρίγκιπα» (1513) αντιστρέφει και προσγειώνει τις αξίες εκείνες και στη θέση της δικαιοσύνης, της μεγαλοθυμίας και της τιμιότητας του Πετράρχη, θέτει τις αξίες του ρεαλισμού,της ρεαλπολιτίκ. Οι ήρωές του, όχι ο Σκιπίων, αλλά ο ραδιουργός πρίγκιπας Καίσαρας Βοργίας, εμπνέουν αντί σεβασμού φόβο, πρεσβεύουν την ωμότητα αντί της μεγαλοθυμίας, και τις πράξεις τους καθοδηγούν όχι ανώτερα ιδανικά, αλλά οι μεταβαλλόμενοι άνεμοι της τύχης. O Μακιαβέλι έμεινε στην Ιστορία και οι ιδέες του εμπνέουν πολιτικούς και ηγεμόνες της βιομηχανίας.
Ομως, το όραμα του Πετράρχη επέζησε για αιώνες στην Ευρώπη. Εως τον 18ο αιώνα, όταν οι Διαφωτιστές θεώρησαν ματαιοδοξία, αν όχι χάσιμο χρόνου, την προσωπική επιδίωξη της μεγαλοσύνης. Αυτό που είχε πλέον σημασία, ήταν ο ηρωισμός της συλλογικότητας, της ανθρωπότητας σαν τέτοια. Τιμή αξίζει στον οικουμενικό λόγο και όχι στα μικροκατορθώματα πολιτικών και κατακτητών, ή, κατά τον Βολταίρο, «διασήμων εγκληματιών».
Ρομαντισμός
Η απρόσωπη εκείνη στάση του Διαφωτισμού προκάλεσε την αντίδραση: τον Ρομαντισμό. Στο τέλος του 18ου αιώνα, με τα γραπτά του Σίλερ, του Σλέγκελ και του Νοβάλις, οι πρώτοι Γερμανοί Ρομαντικοί επιτέθηκαν στην κυριαρχία του λόγου. Αντίθετα, αυτοί εξύμνησαν, τα συναισθήματα και τη δημιουργικότητα του ανθρώπινου πνεύματος. O Σλέγκελ έγραψε ότι «χαρακτηριστικό της ανθρωπότητας είναι ότι πρέπει να υψωθεί πάνω από την ανθρωπότητα».
Εάν για την αναγεννησιακή κληρονομιά, σημασία είχαν η στρατιωτική δοξα και τα εξωτερικά κατορθώματα, για τους Γερμανούς Ρομαντικούς σπουδαία ήταν η μοναδικότητα της ανθρώπινης εσωτερικής εμπειρίας. Οι ήρωες της εποχής ήταν ποιητές, στοχαστές, ονειροπόλοι, επαναστάτες. Ολα, τα ενσάρκωσε στην περίπτωσή του ο λόρδος Βύρων (1788-1824) – ποιητής, εραστής και πρωτο-επαναστάτης. O πρόωρος θάνατός του επέβαλε τον μύθο του, μετατρέποντάς τον, ειρωνικά, σε πρόδρομο του Τσε Γκεβάρα και του Κερτ Κομπέιν. Στη Γαλλία κορυφαία ήταν η περίπτωση του Ζαν – Ζακ Ρουσό με το ρομαντικό αριστούργημα «Εξομολογήσεις».
Ο βικτωριανός Τόμας Καρλάιλ ήταν εκείνος που έκανε τον ήρωα τον κινητήριο μοχλό, τον Μεγάλο Ανδρα της ιστορίας. Στις διαλέξεις του «Για τους ήρωες, τη λατρεία του και το ηρωικό στην ιστορία» (1840), δοξάζει τους μεγάλους άνδρες, από τον προφήτη Μωάμεθ ώς τον Σαίξπηρ, τον Μαρτίνο Λούθηρο και τον Ναπολέοντα, εκτιμώντας ότι «στο βάθος, η παγκόσμια ιστορία είναι η ιστορία των Μεγάλων Ανδρών». Δημαγωγική και επικίνδυνη ιδέα, που όμως έθιξε κάποια χορδή στη βικτωριανή Αγγλία και οδήγησε σε εθνοσωτήρες του 20ού αιώνα, όπως τον Ουίνστον Τσώρτσιλ, τον στρατηγό Ντε Γκωλ και, για ορισμένους, τον Χενεραλίσιμο Φράνκο.
Καθημερινός ηρωισμός
Το αντίδοτο που αναδύθηκε ήταν ο ηρωισμός του μέσου πολίτη. Τη θέση των πολεμικών κατορθωμάτων και του ρομαντικού ήρωα, πήρε η χαμηλόφωνη τιμιότητα του ήρωα του 19ου αιώνα.
Ο ηρωισμός εκδημοκρατίστηκε, έγινε η ιστορία της τίμιας, αφανούς προσπάθειας για την οποία ο Τζον Ράσκιν έγραψε το 1864: «Πάντα μού φαινόταν παράδοξο ότι ουδέποτε ο ηρωισμός συνδέθηκε με την παροχή τροφής ή ενδυμάτων σε ανθρώπους, που τα έχουν ανάγκη».
Και υπάρχουν οι άνθρωποι που η Ιστορία ξεχνά. O συμβατικός ηρωισμός τούς προσπερνά. Στο τέλος του 19ου αιώνα, ο Ρώσος αναρχικός Αλεξάντερ Χέρτσεν έγραψε ότι είναι «αρκετό να είναι κανείς άνθρωπος, για να έχει κάτι να πει». Και η Βιρτζίνια Γουλφ αναρωτήθηκε: «Δεν είναι άξιος βιογραφίας ο οποιοσδήποτε έζησε, πετυχημένος και αποτυχημένος, ταπεινός και δοξασμένος; Τι είναι μεγαλοσύνη και τι μετριότητα;». O πεζογράφος E. M. Φόρστερ καταδίκασε τη λατρεία του ήρωα ως «επικίνδυνο βίτσιο». Αρετή της δημοκρατίας είναι ότι δεν δημιουργεί, εκτός ελέγχου, τύπους σαν τον Μεγάλο Ανδρα, αλλά λογιών μικρούς ανθρώπους – ένα εξαιρετικότερο κατόρθωμα.
Το 1944, ο Τζορτζ Οργουελ δεν έβλεπε στον ηρωισμό κάποιο ημίθεο χάρισμα, ούτε αναγεννησιακή virtus, αντίθετα έβλεπε σε αυτόν μια ηθική ποιότητα που μπορεί να ονομαστεί, γενικά, αξιοπρέπεια.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου