«Οι πιο πνευματικοί άνθρωποι… βιώνουν τις μεγαλύτερες τραγωδίες: ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο τιμούν τη ζωή, γιατί στρέφει εναντίον τους τα πιο τρομερά της όπλα». -Φριντριχ Νίτσε, Το λυκόφως των ειδώλων
Το έργο του Νίτσε μπορεί να σε μεθύσει τόσο, που πρέπει ίσως να οι: προειδοποιεί: Μην επιχειρήσεις να οδηγήσεις, να λειτουργήσεις μηχανήματα ή να σκεφτείς, όταν βρίσκεσαι υπό την επήρεια της ανάγνωσης των βιβλίων του! Αναρχικοί, φασίστες, φροϋδιστές, υπαρξιστές, μεταμοντέρνοι, νεοπαγανιστές, κομμωτές και ποδοσφαιριστές, που έχουν τολμήσει την υπέρβαση, φεμινιστές και μισογύνηδες -ακόμα και φιλόσοφοι- έχουν βυθιστεί στην αφρίζουσα ρητορική του Τάδε έφη Ζαρατούστρα, του πιο δημοφιλούς βιβλίου του, και έχουν βγει παραπαίοντας, κατακλυσμένοι από ένα χείμαρρο υπερβολών που θα είχαν τρομάξει και τον ίδιο τον Νίτσε. Πάνω απ’ όλα μη με μπερδεύετε με κάτι που δεν είμαι!» έγραψε με μεγάλη διορατικότητα. Όμως είναι δύσκολο να ξεχωρίσουμε την ουσία των ιδεών του Νίτσε από τη ρητορική του:
Ιδού εγώ, ο προφήτης της αστραπής… της αστραπής που λέγεται Υπεράνθρωπος… Οι θεοί είναι νεκροί: τώρα θέλουμε να ζήσει ο Υπεράνθρωπος… Ας είναι αυτή η τελευταία επιθυμία μας κάποτε στο μεγάλο μεσουράνημα!.. Η ζωή είναι πηγή χαράς· όμως εκεί που πίνει ο όχλος οι πηγές είναι δηλητήριο.
Η χαρά θέλει την αιωνιότητα όλων των πραγμάτων, θέλει μέλι και φαρμάκι, θέλει μεθυσμένες νύχτες, θέλει τάφους και την παρηγοριά των επιτάφιων θρήνων, θέλει χρυσαφένια δειλινά…
Χτίζουμε τη φωλιά μας στο δέντρο του Μέλλοντος· αετοί θα μας ταΐζουν με τα ράμφη τους!
Αληθινή τροφή που οι ακάθαρτοι άνθρωποι δεν θα μπορούν να μοιραστούν μαζί μας. Γι’ αυτούς θα ήταν φωτιά που θα τους έκαιγε το στόμα!
Κανένας άλλος φιλόσοφος δεν γράφει ούτε κατά διάνοια σαν τον Νίτσε, αυτοχρισμένο προφήτη του Διόνυσου, θεού του θεάτρου, της μέθης και της έκστασης. Άλλοι, που αποστρέφονται τα μεγάλα λόγια, ίσως προτιμούν τα ηπιότερα αποφθεγματικά βιβλία του:
Η αδράνεια είναι η αρχή της ψυχολογίας.
Είναι ο άνθρωπος το μόνο λάθος του Θεού; Ή ο Θεός το μόνο λάθος του ανθρώπου;
Να είσαι χαρούμενος όταν έχεις να κάνεις με μια δυσάρεστη κατάσταση δεν είναι ασήμαντη τέχνη.
Ο βουδισμός δεν δίνει υποσχέσεις αλλά τις κρατάει, ο χριστιανισμός δίνει χίλιες υποσχέσεις και δεν κρατάει καμιά.
Κανένας άλλος φιλόσοφος δεν γράφει με αυτό τον τρόπο. Ο Νίτσε είναι από τους φιλοσόφους που διαβάζονται πολύ και με ευχαρίστηση. Ο Γ.Μ. Γέιτς, ο Τζορτζ Μπέρναρντ Σο, ο Ράινερ Μαρία Ρίλκε, ο Ν.Χ. Λόρενς, ο Αύγουστος Στρίνμπεργκ, ο Αλμπέρ Καμί, ο Τζον Μπάνβιλ, ο Ρίχαρντ Στράους και ο Γκούσταβ Μάλερ είναι ανάμεσα στους διάσημους μη-φιλόσοφους που επηρεάστηκαν από τα γραπτά του. Και η επίδραση που άσκησε στους μετέπειτα φιλόσοφους, ακόμα και όταν τον απέρριπταν, ή ιδίως τότε, ήταν τεράστια.
Στις πιο λαμπρές στιγμές της -και γινόταν ολοένα και πιο ουσιαστικός όσο έγραφε- η σκέψη του Νίτσε δείχνει εξαιρετική οξύνοια και καθαρότητα, ταιριαστή σε κάποιον που πέρασε πολλά χρόνια κοντά στις Άλπεις· χρόνια όλο και μεγαλύτερης μοναξιάς.
Τα γενέθλιά του, τον Οκτώβριο του 1888, τα τελευταία πριν από την πνευματική του κατάρρευση, έλαβε μόνο μια ευχετήρια κάρτα. Όμως στη μοναξιά και την εξορία ο Νίτσε απέκτησε τη διανοητική τόλμη που του επέτρεψε όχι τόσο να μαρτυρήσει τον θάνατο του Θεού -δεν ήταν δα και ο πρώτος άθεος-, όσο να καταλάβει απολύτως τι σήμαινε κάτι τέτοιο για την ανθρώπινη ηθική, κάτι που πολλοί δεν έχουν αρχίσει να καταλαβαίνουν ακόμη. Η έκκλησή του για «επανεκτίμηση όλων των αξιών» -και εννοούσε πραγματικά όλων, όχι απλώς μια επανατοποθέτηση των σχέσεων των φύλων, των φυλών ή των τάξεων- και για την ανάγκη του Υπεράνθρωπου, ο οποίος θα ξαναέδινε νόημα στη ζωή μέσα σε ένα Σύμπαν χωρίς θεό, παραμένει εκπληκτικά επίκαιρη σήμερα.
Ο Βάγκνερ -στην αρχή είδωλο και φίλος του Νίτσε, ύστερα εχθρός του, πάντοτε όμως έμμονη ιδέα του- ισχυριζόταν πως έγραφε τη μουσική του μέλλοντος (Zukunftmusik). Ο Νίτσε προσπάθησε να γράψει φιλοσοφία για το μέλλον: Προοίμιο για μια φιλοσοφία του μέλλοντος ήταν ο υπότιτλος του Πέραν του καλού και τον κακού (Jenseits von Gut und Bose: Vorspiel einer Philosophic der Zukunft). Αποφεύγοντας τη συστηματική φιλοσοφία, έγραψε κυρίως αποφθέγματα ξεσκεπάζοντας αυτά που έβλεπε σαν τάσεις σε εμβρυϊκή κατάσταση, πολιτιστικές, ηθικές και διανοητικές, ιδιαίτερα το δημοφιλές ressentiment (μνησικακία), το οποίο οι δικτάτορες και οι επιδέξιοι δημαγωγοί του εικοστού αιώνα έχουν έκτοτε αξιοποιήσει προς όφελος τους. Ο Νίτσε, ωστόσο, δεν ενδιαφερόταν για την πολιτική· ως υπερατομιστής, απέρριπτε όλα τα μαζικά κινήματα, δίνοντας υπότιτλο στο Ζαρατούστρα, «Ένα βιβλίο για όλους και για κανέναν».
Μια άλλη ιδιομορφία του στον εγκεφαλικό κόσμο της φιλοσοφίας ήταν πως ο Νίτσε ενσάρκωνε τη σκέψη του με απαράμιλλο τρόπο. «Απ’ όλα τα γραπτά αγαπώ μόνο εκείνα που είναι γραμμένα με αίμα. Γράψετε με αίμα και θα ανακαλύψετε πως το αίμα είναι πνεύμα» έλεγε. Είναι αλήθεια πως έγραφε σε μια κατάσταση πυρετώδους προσπάθειας και έξαρσης, ενώ απέρριπτε κάθε ανθρώπινη αξία που εξαρτιόταν από έναν υπερβατικό κόσμο. Επειδή αυτό σήμαινε όχι μόνο τον ιδεαλισμό του Καντ και του Σοπενχάουερ, αλλά ολόκληρη τη χριστιανική/πλατωνική παράδοση, τη ραχοκοκαλιά της δυτικής κουλτούρας για 2.000 χρόνια, η απόρριψή του άφησε ένα τεράστιο κενό. Ο Νίτσε προσπάθησε να το γεμίσει με το Δοκίμιο μεταξίωσης όλων των άξιων (Umwertung alle Werte), που έμεινε ατέλειωτο όταν εκείνος κατέρρευσε.
Η προσπάθεια εξάντλησε τον φιλόσοφο, όπως αποκαλύπτουν οι επιστολές του. Για τους αναγνώστες, ωστόσο, ο Νίτσε μπορεί να είναι διεγερτικός, διαφωτιστικός, ακόμα και τρομακτικός. Καθώς σκαρφαλώνει όλο και ψηλότερα στα όρη της σκέψης περιφρονώντας τα ασφαλέστερα μονοπάτια, παρασύρει κι εμάς να πασχίζουμε «μπουσουλώντας» στο κατόπι του, προσπαθώντας να αγνοήσουμε τον ίλιγγο που νιώθουμε απ’ όποια μεριά κι αν γυρίσουμε το κεφάλι. Κοιτάζοντας ψηλά βλέπουμε τον οδηγό μας με νιφάδες χιονιού στο μουστάκι να χάνεται μέσα στη χιονοθύελλα, να εμφανίζεσαι σε μια μακρινή κορυφογραμμή για μια στιγμή και υστέρα να χάνεται ξανά, αυτήν τη φορά οριστικά. Όταν κοιτάζουμε γύρω, συνειδητοποιούμε πως είμαστε μόνοι στην άκρη της χαράδρας. «Η φιλοσοφία, όπως την έχω μέχρι τώρα καταλάβει και βιώσει, είναι να ζεις οικειοθελώς στον πάγο και στα ψηλά βουνά… Πόση αλήθεια μπορεί να αντέξει το πνεύμα, πόση αλήθεια μπορεί να τολμήσει το πνεύμα;»
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου