Τετάρτη 25 Αυγούστου 2021

Φρόντισε να φαίνεσαι ανόητος ώστε να αποκαλύπτονται εύκολα οι επιτήδειοι που σε προσεγγίζουν

To χειμώνα του 1872, ο Αμερικανός Χρηματιστής Άσμπουρι Χάρπεντινγκ επισκεπτόταν το Λονδίνο όταν έλαβε ένα τηλεγράφημα: ένα ορυχείο διαμαντιών είχε ανακαλυφθεί στην Αμερικανική Δύση. Το τηλεγράφημα προερχόταν από μια αξιόπιστη πηγή, τον Γουίλιαμ Ράστον, ιδιοκτήτη της Τράπεζας της Καλιφόρνια, αλλά ο Χάρπεντινγκ το θεώρησε φάρσα, εμπνευσμένη από την πρόσφατη ανακάλυψη τεράστιων ορυχείων διαμαντιών στη Νότια Αφρική. Η αλήθεια είναι ότι όταν για πρώτη φορά έφτασαν αναφορές ότι είχε ανακαλυφθεί χρυσός στις δυτικές Ηνωμένες Πολιτείες, όλοι αμφέβαλλαν, αλλά τελικά οι φήμες επαληθεύτηκαν. Αλλά ένα ορυχείο διαμαντιών στη Δύση! Ο Χάρπεντινγκ έδειξε το τηλεγράφημα στο συνάδελφό του χρηματιστή, τον Βαρόνο Ρόθτσαϊλντ (έναν από τους πλουσιότερους ανθρώπους του κόσμου), λέγοντάς του ότι επρόκειτο γι’ αστείο. Ο βαρόνος, ωστόσο, απάντησε: Μην είσαι τόσο σίγουρος γι’ αυτό. Η Αμερική είναι μια πάρα πολύ μεγάλη χώρα. Έχει καταπλήξει πολλές φορές τον κόσμο. Ίσως μας επιφυλάσσει και άλλες εκπλήξεις». Ο Χάρπεντινγκ, αμέσως, πήρε το πρώτο καράβι και γύρισε στην Αμερική.

Όταν ο Χάρπεντινγκ έφτασε στο Σαν Φρανσίσκο συνάντησε μια ατμόσφαιρα ενθουσιασμού που έμοιαζε με αυτή των ημερών του Πυρετού για Χρυσό , στα τέλη της δεκαετίας του 1840. Το ορυχείο το ανακάλυψαν δύο δύστροποι κυνηγοί πολυτίμων μετάλλων και λίθων, ο Φίλιπι Άρνολντ και ο Τζον Σλακ. Δεν αποκάλυψαν την τοποθεσία του, στο Γουαϊόμινγκ, αλλά πήγαν εκεί μ’ έναν εξαιρετικά ευυπόληπτο ειδικό μερικές εβδομάδες αργότερα, ακολουθώντας μια παραπλανητική πορεία για να μη μπορέσει να μαντέψει την ακριβή τοποθεσία. Αφού έφτασαν εκεί, ο ειδικός παρακολουθούσε καθώς οι εργάτες εξόρυσσαν τα διαμάντια. Όταν επέστρεψαν στο Σαν Φρανσίσκο ο ειδικός πήγε τα πετράδια σε διάφορους κοσμηματοπώλες, ένας από τους οποίους υπολόγισε την αξία τους γύρω στο 1,5 εκατομμύρια δολάρια.

Ο Χάρπεντινγκ και ο Ράλστον τώρα ζήτησαν από τον Άρνολντ και τον Σλακ να τους συνοδέψουν πίσω στη Νέα Υόρκη, όπου ο κοσμηματοπώλης Τσαρλς Τίφανι θα πιστοποιούσε τις αρχικές εκτιμήσεις. Οι Άρνολντ και Σλακ αντέδρασαν με καχυποψία – μυρίστηκαν παγίδα: Πώς μπορούσαν να εμπιστευτούν αυτούς τους έξυπνους απατεώνες της πόλης; Τι θα γινόταν αν ο Τίφανι και οι επενδυτές κατάφερναν να τους κλέψουν το ορυχείο μέσα από τα χέρια τους; Ο Ράλστον προσπάθησε να κατευνάσει τους φόβους τους δίνοντάς τους 100.000 δολάρια και καταθέτοντάς τους άλλες 300.000 δολάρια. Αν κατέληγαν σε συμφωνία, θα τους πλήρωναν ακόμη 300.000 δολάρια. Συμφώνησαν.

Η μικρή ομάδα ταξίδεψε στη Νέα Υόρκη, όπου και συναντήθηκαν στην έπαυλη του Σάμιουελ Λ. Μπάρλοου και όπου παρευρέθηκε η αφρόκρεμα της αριστοκρατίας ο Στρατηγός Τζορτζ Μπρίντον ΜακΚλέλαν, ο διοικητής των δυνάμεων των Βορείων στον Εμφύλιο Πόλεμο, ο Στρατηγός Μπέντζαμιν Μπάτλερ, ο Χόρας Γκρήλι, εκδότης της εφημερίδας Νιου Γιορκ Τρίμπιουν, ο Χάρπεντινγκ, ο Ράλστον και ο Τίφανι. Μόνο ο Σλακ και ο Αρνολντ έλειπαν- σαν τουρίστες, αποφάσισαν να πάνε να δουν τα αξιοθέατα.

Όταν ο Τίφανι ανήγγειλε ότι τα πετράδια ήταν αυθεντικά και ότι χτίζουν μια περιουσία, οι επενδυτές δεν μπορούσαν να ελέγξουν τον ενθουσιασμό τους. Τηλεγράφησαν στον Ρόθτσαϊλντ και σε άλλους μεγιστάνες για να τους πληροφορήσουν σχετικά με το ορυχείο διαμαντιών και για να τους προσκαλέσουν να μοιραστούν την επένδυση. Ταυτόχρονα, ζήτησαν από τον Σλακ και τον Άρνολντ να κάνουν ακόμη έναν έλεγχος επέμεναν να στείλουν ένα δικό τους ειδικό μαζί τους στο ορυχείο για να πιστοποιήσει τα αποθέματά του. Συμφώνησαν χωρίς να το πολυθέλουν. Στο μεταξύ, είπαν ότι έπρεπε να επιστρέψουν στο Σαν Φρανσίσκο. Τα πετράδια που είχε εξετάσει ο Τίφανι τα άφησαν με τον Χάρπεντινγκ για να τους τα φυλάξει.

Αρκετές εβδομάδες αργότερα, ένας άντρας, ο Λούις Τζάνιν, ο καλύτερος ειδικός εξορύξεων στη χώρα, συνάντησε τον Σλακ και τον Άρνολντ στον Σαν Φρανσίσκο. Ο Τζάνιν ήταν ένας γεννημένος αμφισβητίας, ο οποίος ήταν αποφασισμένος να διαπιστώσει αν το ορυχείο ήταν απάτη. Τον συνόδευαν ο Χάρπεντινγκ και αρκετοί άλλοι ενδιαφερόμενοι επενδυτές. Όπως και με τον προηγούμενο ειδικό, ο Σλακ και ο Άρνολντ οδήγησαν την ομάδα μέσα από μια πολύπλοκη σειρά από φαράγγια, προσπαθώντας να τους αποπροσανατολίσουν. Όταν έφτασαν στην τοποθεσία, οι επενδυτές παρακολούθησαν απορημένοι καθώς ο Τζάνιν έσκαψε την περιοχή, ισοπεδώνοντας λοφίσκους, αναποδογυρίζοντας κοτρόνες και βρίσκοντας σμαράγδια, ρουμπίνια, ζαφείρια και πιο πολύ απ’ όλα διαμάντια. Το σκάψιμο διήρκεσε οκτώ ημέρες και στο τέλος ο Τζάνιν πείστηκε: είπε στους επενδυτές ότι τώρα ήταν ιδιοκτήτες του πλουσιότερου ορυχείου στην Ιστορία, «Με εκατό άντρες και τα κατάλληλα μηχανήματα», τους είπε, «θα μπορούσα να εγγυηθώ να σας στέλνω ένα εκατομμύριο δολάρια σε διαμάντια κάθε τριάντα μέρες».

Όταν επέστρεψαν στο Σαν Φρανσίσκο, λίγες ημέρες αργότερα, Ράλστον, ο Χάρπεντινγκ και οι υπόλοιποι, έσπευσαν να ιδρύσουν μια εταιρεία ιδιωτικών επενδυτών. Πρώτα, ωστόσο, έπρεπε να απαλλαγούν από τον Σλακ και τον Άρνολντ. Κάτι τέτοιο σήμαινε πως έπρεπε να κρύψουν τον ενθουσιασμό τους – σίγουρα δεν ήθελαν να αποκαλύψουν την αξία του ορυχείου. Έτσι έκαναν την πάπια. Ποιος ξέρει αν ο Τζάνιν είχε δίκιο, είπαν στους Σλακ και Άρνολντ, το ορυχείο μπορεί να μην είναι τόσο πλούσιο όσο νομίζουμε. Ο Σλακ και ο Άρνολντ θύμωσαν. Τότε οι επενδυτές δοκίμασαν κάτι άλλο και είπαν στους δύο άντρες ότι αν επέμεναν να έχουν μετοχές στο ορυχείο, θα κατέληγαν να τους μαδήσουν οι αδίστακτοι μεγιστάνες και οι επενδυτές οι οποίοι θα διεύθυναν την εταιρεία. Θα ήταν καλύτερα να έπαιρναν τις 700.000 δολάρια που τους πρόσφεραν – ένα τεράστιο ποσό για την εποχή εκείνη – και να παραμέριζαν την πλεονεξία τους. Ο Σλακ και ο Άρνολντ κατανόησαν τι τους έλεγαν και τελικά συμφώνησαν να δεχτούν τα χρήματα και να παραχωρήσουν τα δικαιώματά τους μαζί με τους χάρτες στους επενδυτές.

Τα νέα για το ορυχείο διαδόθηκαν με την ταχύτητα του φωτός. Διάφοροι πιθανοί αγοραστές συνέρρευσαν στο Γουαϊόμινγκ. Στο μεταξύ ο Χάρπεντινγκ και η ομάδα άρχισαν να ξοδεύουν τα εκατομμύρια που είχαν μαζέψει από τους επενδυτές, αγοράζοντας εξοπλισμό, προσλαμβάνοντας τους καλύτερους άντρες για το είδος αυτό της δουλειάς και επιπλώνοντας πολυτελή γραφεία στη Νέα Υόρκη και στο Σαν Φρανσίσκο.

Μερικές εβδομάδες αργότερα, στο πρώτο τους ταξίδι πίσω στο ορυχείο, ήρθαν αντιμέτωποι με τη σκληρή αλήθεια: Δεν είχε βρεθεί ούτε ένα διαμάντι ή ρουμπίνι. Τα πάντα ήταν μια απάτη. Καταστράφηκαν. Ο Χάρπεντινγκ, άθελά του, είχε παρασύρει τους πλουσιότερους ανθρώπους του κόσμου στη μεγαλύτερη απάτη του αιώνα.

Ερμηνεία

Ο Άρνολντ και ο Σλακ κατάφεραν να φέρουν σε αίσιο πέρας την εκπληκτική τους απάτη χωρίς να χρησιμοποιήσουν ούτε έναν ψεύτικο μηχανικό και χωρίς να δωροδοκήσουν τον Τίφανι: Όλοι οι ειδικοί ήταν αληθινοί. Όλοι είχαν πραγματικά πιστέψει στην ύπαρξη του ορυχείου και στην αξία των πετραδιών. Εκείνο που τους παρέσυρε ήταν ο Σλακ και ο Άρνολντ. Οι δύο άντρες φαίνονταν να είναι τόσο άξεστοι, τόσο χωριάτες, τόσο αφελείς, ώστε κανείς, ούτε για ένα λεπτό, δεν πίστεψε ότι ήταν ικανοί για μια τόσο αναιδή απάτη. Δεν είχαν κάνει τίποτα παραπάνω από το να τηρήσουν το νόμο του να “φαίνεσαι πιο ανόητος από το στόχο – η Πρώτη Εντολή του απατεώνα.”

Οι χειρισμοί της απάτης ήταν αρκετά απλοί. Μήνες πριν ο Άρνολντ και ο Σλακ αναγγείλουν την “ανακάλυψη” ενός ορυχείου διαμαντιών, ταξίδεψαν στην Ευρώπη όπου αγόρασαν μερικά αυθεντικά πετράδια για περίπου 12.000 δολάρια (μέρος από τα χρήματα που είχαν αποταμιεύσει από τις ημέρες της χρυσοθηρίας τους). Κατόπιν σκόρπισαν αυτά τα πετράδια τα οποία ανάσκαψαν οι ειδικοί και έφεραν στο Σαν Φρανσίσκο στο ορυχείο”. Οι κοσμηματοπώλες που τα Εκτίμησαν, συμπεριλαμβανομένου και του Τίφανι, παρασύρθηκαν από την πυρετώδη ατμόσφαιρα που επικρατούσε και υπερεκτίμησαν την αξία τους. Κατόπiν ο Ράλστον έδωσε στον Σλακ και στον Άρνολντ 100.000 δολάρια για εγγύηση και αμέσως μετά το ταξίδι τους στη Νέα Υόρκη, κατευθύνθηκαν στο Άμστερνταμ όπου αγόρασαν σάκους ακατέργαστων πολύτιμων λίθων, πριν επιστρέψουν στο Σαν Φρανσίσκο. Τη δεύτερη φορά που οι ειδικοί έψαξαν στο ορυχείο βρήκαν πολλά περισσότερα πετράδια,

Η αποτελεσματικότητα του σχεδίου τους, ωστόσο, δεν εξαρτιόταν από κόλπα σαν αυτά, αλλά από το ότι ο Σλακ και ο Άρνολντ έπαιξαν τους ρόλους τους τέλεια. Στο ταξίδι τους στη Νέα Υόρκη, όπου συναναστράφηκαν εκατομμυριούχους και μεγιστάνες, παρίσταναν τους άξεστους χωριάτες ακόμη περισσότερο, φορώντας παντελόνια και πανωφόρια ένα ή δύο νούμερα μικρότερα και απορώντας με οτιδήποτε έβλεπαν στη μεγάλη πόλη. Κανείς δεν πίστευε ότι αυτά τα δύο χαϊβάνια θα μπορούσαν να εξαπατήσουν τους πιο δόλιους και αδίστακτους επενδυτές της εποχής. Και από τη στιγμή που ο Χάρπεντινγκ, ο Ράλατον, ακόμη και ο Ρόθτσαιλντ δέχτηκαν ότι υπάρχει ορυχείο, όποιος το αμφισβητούσε ήταν σαν να αμφισβητούσε την εξυπνάδα των πιο επιτυχημένων επιχειρηματιών του κόσμου.

Στο τέλος, η καλή φήμη του Χάριτεντινγκ αμαυρώθηκε και δεν την ανέκτησε ποτέ. Ο Ρόθτσαιλντ έμαθε το μάθημά του και δεν ξανάπεσε ποτέ θύμα απάτης. Ο Σλακ πήρε τα λεφτά του και εξαφανίστηκε, χωρίς να τον δει κανείς ποτέ ξανά. Ο Άρνολντ γύρισε στην πατρίδα του, το Κεπάκι. Όπως και να το κάνουμε, δεν υπήρχε τίποτα το παράνομο με την πώληση των δικαιωμάτων του ορυχείου. Οι αγοραστές είχαν συμβουλευτεί τους καλύτερους ειδικούς και αν το ορυχείο δεν είχε άλλα διαμάντια, το πρόβλημα ήταν δικό τους. Ο Άρνολντ χρησιμοποίησε τα χρήματα για να επεκτείνει το αγρόκτημά του και άνοιξε και μια δική του τράπεζα.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου