Ενοχές γύρω από αδύνατες επιθυμίες, ενοχές για παρελθοντικές εμπειρίες, ενοχές για τον εαυτό μου, ενοχές γύρω από το «καλό παιδί» που υπόσχομαι να είμαι, για πράγματα που αδικούμαι, για τα «θέλω» και τα «πιστεύω» μου, μπερδεμένα συναισθήματα που εγκλωβίζουν την ελευθερία και την ψυχική ηρεμία.
Ενοχές
Οι ενοχές συνιστούν ουσιαστικά μια προέκταση του ηθικού μας χάρτη, τον οποίο έχουμε σκιαγραφήσει βάφοντας από μικροί το καλό και το κακό και διαχωρίζοντας το αποδεκτό από το μη αποδεκτό.
Όπως και κάθε οικουμενικό συναίσθημα, (θυμός, οργή, αδικία), έτσι και η δυναμική της ενοχής δύναται να αναπτύσσει τόσο θετικές και προσαρμοστικές ικανότητες αλλά και δυσλειτουργικές.
Η ενοχή μπορεί να προέρχεται από ένα σύνθετο σύμπλεγμα ιδεών, αξιών, αποφάσεων, πρώιμων αναμνήσεων, που σε συνάρτηση με τις υφές της προσωπικότητας μπορεί να οδηγήσει ένα άτομο στην κινητοποίηση και την ανάληψη ευθύνης απέναντι στις ενοχικές εμπειρίες ή στο να χειραγωγείται ψυχικά το άτομο από την ίδια την ενοχή.
Γιατί εγκλωβίζομαι στις ενοχές;
Στην ψυχολογία, η ενοχή συνιστά το συναίσθημα που αφορά σε ένα παρελθοντικό γεγονός ή μια εμπειρία για τα οποία θεωρούμε τον εαυτό μας υπεύθυνο.
Η δυσάρεστη σκέψη ότι «εμείς φταίμε» αναγάγει το αίσθημα της ενοχής μέσω της οποίας αισθανόμαστε και άσχημα για την απόφαση ή την έκβαση της εμπειρίας.
Όταν η σκέψη γύρω από την ενοχή γίνεται μηρυκασμός
Πολλές φορές η επίμονη σκέψη γύρω από τις ενοχές διαταράσσει τη λειτουργικότητά μας στην καθημερινότητα. Όταν η σκέψη γύρω από την ενοχή γίνεται μηρυκασμός, «αναμασώντας» τα αρνητικά συναισθήματα και τις πτυχές του γεγονότος, παλεύοντας να ερμηνεύσουμε το γιατί, το πώς, το νόημα, τις συνέπειες, εντρυφούμε περισσότερο στη δυστυχία μας.
Έτσι, εστιάζουμε όλη μας την προσοχή στο πρόβλημα, με την πεποίθηση ότι θα μπορέσουμε να απαλύνουμε την ενοχή, όμως αντί να λύνουμε το πρόβλημα, αυτό μεγεθύνεται. Και αυτό συμβαίνει γιατί εμμένουμε σε όλα αυτά τα δυσάρεστα συναισθήματα που προσπαθούμε να αποφύγουμε.
Για ποιόν λόγο, όμως, μηρυκάζουμε την ενοχική εμπειρία ενώ μας είναι τόσο δυσάρεστη;
Υπερανάλυση
Συνήθως, ορισμένοι άνθρωποι «γαντζώνονται» από τις σκέψεις τους γύρω από το γεγονός πιστεύοντας ότι θα ξεπεράσουν τα προβλήματά τους. Ότι ο αναλογισμός της εμπειρίας, η υπερανάλυση γύρω από τα ανεπιθύμητα συναισθήματα και τις διάφορες εκδοχές του γεγονότος θα τους βοηθήσει να καταπολεμήσουν τη δυστυχία και την μελαγχολία.
Θεωρούν ακόμη ότι εάν δεν το κάνουν η ψυχική τους κατάσταση θα επιδεινωθεί και θα νιώθουν περισσότερο δέσμιοι της ενοχής τους.
Πολλές φορές πέφτουμε στην παγίδα του μηρυκασμού. Κυρίως όταν νιώθουμε «πεσμένοι» και υπεισέρχεται μια θλίψη.
Λέγοντας «δεν ξέρω γιατί νιώθω πεσμένος, παρόλο που δεν συμβαίνει κάτι αρνητικό στη ζωή μου και δεν έχω λόγο να αισθάνομαι έτσι», κατά κάποιο τρόπο μία εσωτερική φωνή μας υπενθυμίζει ότι δεν έχουμε σταματήσει να ανακαλούμε στον εαυτό μας το πόσο άσχημα αισθανόμαστε, συνειδητά ή υποσυνείδητα.
Και το κάνουμε είτε διότι έχουμε ενσωματώσει στον ψυχικό μας οργανισμό την αρνητική οπτική των πραγμάτων είτε επειδή έχουμε «εκπαιδευτεί» να κουκουλώνουμε τις συνέπειες, αποφεύγοντας να τις αντιμετωπίσουμε κατάματα, σαν να μην υπήρξαν ποτέ. Παροτρύνουμε το μυαλό μας να εστιάσει στην απόσταση που χωρίζει αυτό που «είναι» με αυτό που «πρέπει να είναι».
Όμως, όλο αυτό καλλιεργεί μια καταθλιπτική διάθεση, μια απαισιοδοξία βασίζοντας τη ζωή στις ενοχικές παρερμηνεύσεις και τις διαστρεβλώσεις της πραγματικότητας.
Η ενοχή που κρύβεται πίσω από το «καλό παιδί».
Η επιθυμία να είμαι το «καλό παιδί», να αντλώ ευχαρίστηση ευχαριστώντας τις επιθυμίες ή τις ανάγκες των άλλων κρύβει ουσιαστικά μια ενδοπροσωπική διαμάχη. Είναι μια αυτοκαταπιεστική συμπεριφορά που έχει την ρίζα της στην ενοχή. Η ενοχή αυτή σέρνει μαζί της ένα ψυχολογικό βάρος, μια ευθύνη που κατά βάθος έχει μέσα της θυμό και άγχος.
Το «καλό παιδί» όμως που για το «φαίνεσθαι» πρεσβεύει το καλό και το σωστό, ενδοψυχικά είναι γεμάτο από ματαιώσεις, καταπιεσμένες επιθυμίες και φαντασιώσεις.
Ενδεχομένως, κατά την πρώιμη παιδική ηλικία, η απουσία συναισθηματικού δεσμού με τους γονείς, η παραμέληση αναγκών, οι αυστηροί κανόνες και οι τιμωρίες που επιβάλλονται γύρω από συστήματα ηθικής της εκάστοτε οικογένειας σχηματίζουν υποσυνείδητα μια ενοχική ιδέα για τον εαυτό.
Σαν παιδιά βέβαια όλοι ήμασταν ευάλωτοι καθώς δεν ήμασταν ικανοί να ελέγχουμε εμείς τη ζωή μας και για αυτό χρειαζόμασταν τους γονείς που μέσα από τον κόσμο των ενηλίκων θα μας κατεύθυναν.
Το ενοχικό παιδί, όμως, που μεγαλώνει με υπερ-εγωτικούς γονείς, προσπαθώντας να ευχαριστεί τους άλλους παραγκωνίζοντας τα προσωπικά του «θέλω», έχει πια την πεποίθηση ότι ο εαυτός και η ικανοποίησή του ταυτίζονται ενδόμυχα με κάτι το απαγορευμένο.
Επομένως, το παιδί που θα προσπαθήσει να διεκδικήσει τα προσωπικά του «θέλω» πάει κόντρα σε αυτό που έχει μάθει ως βίωμα, νιώθοντας τελικά ενοχές. Συνήθεις ενοχικές συμπεριφορές αποτελούν αυτές που μπορεί να σχετίζονται με την σεξουαλικότητα, την επιλογή συντρόφου ή τον επαγγελματικό προσανατολισμό.
Τα «καλά παιδιά» στην πορεία είναι πιο πιθανό να εμπλέκονται σε σχέσεις αυτοθυσίας, επαναλαμβάνοντας το γονεϊκό μοτίβο, τοποθετώντας πρώτες στην ιεραρχία τις επιθυμίες των άλλων, αφαιρώντας από τον εαυτό τους την δυνατότητα να ζήσουν ως αυτόνομες προσωπικότητες.
Νιώθω ένοχος γιατί θα μπορούσα να τα είχα πάει καλύτερα
Η ενοχή, εκτρέφεται μέσα στο χρόνο και λόγω του φόβου, των απειλητικών μηνυμάτων, των αμφισβητήσεων ή των συναισθηματικών εκβιασμών που πολλοί γονείς έχουν στο ρεπερτόριό τους.
Έναν γονιό που τον φοβάσαι, στην αντίδραση ή στην αντιμετώπισή του προς εσένα, είτε επειδή είναι πολύ απόλυτος και αυστηρός, είτε επειδή εκφράζει συνεχώς τις υψηλές προσδοκίες του για εσένα, δεν αφήνει πολλά περιθώρια στο τι θέλεις εσύ αλλά στο τι πρέπει, ενσωματώνοντας έναν υποχρεωτικό χαρακτήρα σε όλα αυτά, χωρίς απαραίτητα να το συνειδητοποιείς ως παιδί.
Έτσι, όμως, όχι μόνο περιθωριοποιούνται οι ανάγκες του «εγώ» σου, αλλά και οι μετέπειτα εμπειρίες βιώνονται μέσα από τον φόβο «μη τυχόν πάψουν οι άλλοι να με αγαπούν».
Οπότε, προκειμένου να μη χάσω την αγάπη τους, την αποδοχή τους, νιώθω ότι το να ταυτίσω τον εαυτό μου με τις επιθυμίες ή τις προσδοκίες των σημαντικών μου άλλων μοιάζει να είναι μονόδρομος.
Και αυτό το σχήμα αντιλήψεων γεννά σιγά – σιγά την καχυποψία στα βλέμματα των άλλων.
«Πώς θα με αγαπήσει ο σύντροφός μου εάν δεν είμαι αντάξια των προσδοκιών του/της;»
«Πώς θα γίνω φίλος με αυτούς που με κοιτούν με μισό μάτι;»
«Πώς θα κερδίσω την εμπιστοσύνη του άνδρα μου ή της γυναίκας μου;»
«Φοβάμαι μήπως κάποιος με προδώσει ή με εξαπατήσει;»
Επομένως, ο ένοχος άνθρωπος, επειδή έχει κάπως «στοιχειώσει» την ελευθερία του σε βάρος των επιθυμιών των άλλων, νιώθει κενός, άδειος, χωρίς ουσία και νόημα. Ο ένοχος άνθρωπος όταν γίνεται όμως βοηθός των άλλων, αποκτά αξία, γίνεται σημαντικός, γιατί αυτή είναι η εσωτερική του ανάγκη, ακόμα και αν γίνεται αυτοκαταστροφική για εκείνον.
Πολλές φορές όμως οι άλλοι εκμεταλλεύονται αυτήν την ανάγκη και ενισχύουν τις απαιτήσεις και τις επικρίσεις τους, μέχρις ότου ο ενοχικός αγανακτήσει και πλημμυρίσει από συμπτώματα άγχους και θυμού.
Μετανιώνω για πράγματα που έχω κάνει
Πέρα όμως από τις περιπτώσεις ενοχικών ατόμων που κουβαλούν από μικροί το «σύνδρομο του σωτήρα», που διακατέχονται από εμμονικές ιδέες, καταναγκασμούς και χρόνια συναισθήματα φόβου και άγχους απέναντι στην εκπλήρωση των επιθυμιών που αφορούν τους άλλους, είναι και αυτές οι περιπτώσεις που ξεδιπλώνουν πικρές ιστορίες, ερωτικές, συντροφικές, γονεϊκές, επαγγελματικές ή φιλικές, που συνέβησαν μια στιγμή μέσα στο χρόνο φέρνοντας ενοχές για την έκβασή τους.
Ενοχές μέσα από το «μακάρι να μην το είχα κάνει», «να γυρνούσα το χρόνο πίσω», «θα μπορούσα να το είχα αποφύγει», «γιατί δεν έκανα αυτό που έπρεπε», και πολλές άλλες παρεμφερείς αγωνίες.
Οι ενοχές απέναντι στον ιδανικό μας εαυτό
Ο λόγος που μετανιώνουμε, αφορά όλα αυτά τα πράγματα που μας αποσύνδεσαν από την ιδανική μας ταυτότητα, αυτά που γκρέμισαν τον «ιδανικό» εαυτό μας.
Όλα όσα στηρίζονται σε ιδέες γύρω από τα προσωπικά μας όνειρα, τις σχέσεις που απαρνιόμαστε, τα σχέδια για το καλύτερο μέλλον, μας ενθαρρύνουν να κρατήσουμε ακμαίο τον ιδανικό εαυτό μας.
Συγκριτικά με τις αποτυχίες που σχετίζονται με τον «καθώς πρέπει εαυτό», η μετάνοια που φέρνει τις ενοχές έχει μεγαλύτερο πόνο και ένταση, διότι ο ιδανικός εαυτός είναι το πρόσωπο που θέλουμε να είμαστε ενώ ο «καθώς πρέπει εαυτός» συμπεριλαμβάνει τους κανόνες που έχουμε θέσει για τον εαυτό μας, τις υποχρεώσεις και τις ευθύνες που μας αναλογούν.
Οπότε οι απογοητεύσεις που αφορούν το πρόσωπό μας, το ποιοι θέλουμε να είμαστε, χτυπά στην καρδιά της ύπαρξής μας. Είναι κάτι παραπάνω από τις αξίες και τις αρχές.
Ο ιδανικός εαυτός στον έρωτα
Ο «ιδανικός εαυτός» στον έρωτα συναντά ίσως τις περισσότερες απογοητεύσεις και ενοχές. Είναι απέναντι το πρόσωπο, με σώμα και ψυχή, που έχεις επενδύσει τη δική σου ζωή, έχεις οραματιστεί μαζί του την εξέλιξη του ιδανικού σου εαυτού, αλλά έρχονται έτσι τα πράγματα που το ιδανικό άλλο σου μισό καταρρέει.
Πώς ξεγελάστηκα εγώ έτσι και με πρόδωσε;
«Δεν την αναγνωρίζω μετά την απιστία της», «τελικά μέσα από την συμβίωση φάνηκε ο πραγματικός του εαυτός».
Πολλές, λοιπόν, ματαιώσεις, απογοητεύσεις και ενοχές μέσα από πράξεις, επιλογές, συναισθήματα για τον εαυτό μας ή τον σύντροφό μας, που κυριεύουν το μυαλό μας και δεν ξέρουμε πώς να τις αντιμετωπίσουμε.
Θέλω να αποτινάξω από μέσα μου τις ενοχές
Όσο δύσκολο κι αν είναι, προσπαθούμε να δούμε ένα γεγονός, μια εμπειρία, ως μια ευκαιρία να μάθουμε κάτι για τον εαυτό μας, να εκμαιεύσουμε τα θετικά στοιχεία και να εξελιχθούμε μέσα από αυτά. Οι απογοητεύσεις είναι κομμάτι της ζωής που καλό θα ήταν να τις κάνουμε κομμάτι της διαδρομής μας, αντί να τις «κλειδώνουμε» μέσα μας ή να τις πνίγουμε με τις άμυνές μας ή με την ιδέα ότι «θα συνεχίσω σαν να μην έγινε ποτέ».
Ο καθένας έχει δικαίωμα να βουτήξει στη θλίψη της ενοχής, σαν να λέμε να την «πενθήσει». Ο καθένας έχει τα δικά του όρια και επιλέγει τους δικούς του χρόνους.
Η ενοχή είναι μια ευκαιρία να ξεκαθαρίσει κανείς μέσα του τι είναι αυτό που τελικά τον καταδικάζει σε μια τοξική και αυτοκαταστροφική συμπεριφορά, ώστε να αντικρίσει και τις ευθύνες του απέναντι σε αυτό που τον περιορίζει.
Η αναγνώριση του προβλήματος είναι, η αποδοχή και η αλλαγή. Η ενοχή είναι ένα συναίσθημα που δεν μπορεί να μεταβολίσει το υπόλοιπο της ζωής. Η ζωή είναι ένα συνεχές ταξίδι στο οποίο πρέπει να είμαστε ανθεκτικοί αλλά και ευέλικτοι στα καιρικά φαινόμενα και τις ανατροπές.
Η ιδέα που έχουμε εμείς για τον εαυτό μας
Οι αρνητικές αντιλήψεις για τον εαυτό μας ή τα παρελθοντικά λάθη για τα οποία μετανιώνουμε αντιπροσωπεύουν την ιδέα που έχουμε εμείς οι ίδιοι για τον εαυτό μας, όχι όμως την αλήθεια.
Πώς θα σου φαινόταν αν κατέληγες στο συμπέρασμα ότι όλη αυτή η αυτοκαταπίεση που νιώθεις είναι ένα κατασκεύασμα των άλλων και όχι επιλογή δική σου;
Πώς θα σου φαινόταν ακόμη και αυτό που θεωρείς, το πιο ντροπιαστικό πράγμα που έκανες, να ελλοχεύει κρυμμένα κίνητρα ή επιθυμίες που δεν έχεις συνειδητοποιήσει και είναι ακόμη μυστικά του μυαλού σου;
Και επειδή τυχαίνει πολλές φορές να μην νιώθουμε άνετα σε μια συνθήκη, καλό θα ήταν να μην εκβιάζουμε τη ζωή μας στο να λειτουργήσουμε με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο.
Η αυτοσυγχώρεση
Στο σήμερα, επαναπροσδιορίζουμε τα πράγματα και μπαίνουμε στη ζωή διαφοροποιημένοι και λυτρωμένοι από τις ενοχικές σκέψεις. Ακριβώς επειδή τις συγχωρέσαμε και είμαστε έτοιμοι για ένα νέο ξεκίνημα. Μικρά βήματα στο παρόν, έχοντας εμπιστοσύνη στον εαυτό μας και την ελπίδα ως το ισχυρότερο όπλο απέναντι σε κάθε τοξικό συναίσθημα.
Όσο και αν νιώθουμε ότι η ενοχή ελέγχει και καθοδηγεί τη ζωή μας, δε μπορούμε να δούμε ότι στην πραγματικότητα είναι στο δικό μας χέρι η αλλαγή και η απελευθέρωση από την ενοχή.
Και αυτό είναι κάτι παραπάνω από μια ευκαιρία για αυτογνωσία. Η αυτογνωσία μετά την απελευθέρωση της ενοχής μπορεί να δώσει απίστευτο έναυσμα και δύναμη στον άνθρωπο να αποτινάξει τα αρνητικά απομεινάρια που τον τραβούν πίσω και να αλλάξει το πώς παίζει το παιχνίδι της ζωής.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου