Η συναίνεση (ή αλλιώς ομόνοια) μπορεί να επέλθει μεταξύ πολλών υπό το φάσμα ενός εισβολέα ή με την ελπίδα μιας κατάκτησης ή ενός πλιάτσικου· και διαρκεί όσο διαρκούν αυτές οι συνθήκες. Εντούτοις, όταν τόσο πολλοί διαγκωνίζονται, όπως είναι φυσικό, για τιμή και άλλα πλεονεκτήματα έναντι των υπολοίπων εξαιτίας της διαφορετικότητας των απόψεων και των παθών τους, είναι αδύνατο να διαρκέσει όχι μόνο η συναίνεση αλληλοϋποστήριξης ενάντια σε έναν κοινό εχθρό αλλά και η μεταξύ τους ειρήνη, αν δεν τους διακατέχει κάποιος κοινός φόβος.
Τα παραπάνω διαψεύδονται από την εμπειρία ορισμένων έμβιων όντων τα οποία, αν και άλογα, ζουν με απόλυτη τάξη και σε μια καλά οργανωμένη πολιτεία προς όφελος όλων. Τα όντα αυτά είναι εντελώς απαλλαγμένα από εξεγέρσεις και διαμάχες, σε βαθμό που δεν μπορούμε να φανταστούμε κάτι καλύτερο εάν επιθυμούμε ειρήνη, άμυνα και κοινό όφελος. Ένα παράδειγμα είναι η μέλισσα, αυτό το μικρό πλάσμα που θεωρείται animalia politica. Γιατί λοιπόν οι άνθρωποι, οι οποίοι μπορούν να προβλέψουν το όφελος της ομόνοιας, δεν τη συντηρούν μεταξύ τους δίχως καταναγκασμό, ακριβώς όπως και οι μέλισσες;
Η απάντηση σε αυτό είναι ότι, σε σύγκριση με τα υπόλοιπα πλάσματα, μόνο μεταξύ ανθρώπων υπάρχει το θέμα της προτεραιότητας και ο αγώνας για την κατάκτηση της δόξας και της αναγνώρισης. Από αυτά πηγάζουν ο φθόνος και το μίσος του ενός ανθρώπου προς τον άλλο, που προκαλούν τις εξεγέρσεις και τους πολέμους.
Κατά δεύτερον, τα υπόλοιπα πλάσματα έχουν ως στόχο να υπάρχουν ειρήνη και τροφή για όλους. Οι άνθρωποι αποβλέπουν στην κυριαρχία, την υπεροχή και τον προσωπικό πλουτισμό, στοιχεία που είναι ευδιάκριτα σε κάθε άνθρωπο και προκαλούν ανταγωνισμό.
Κατά τρίτον, τα πλάσματα αυτά δεν διαθέτουν νου και δεν έχουν εκπαιδευτεί αρκετά στο να διακρίνουν ή να νομίζουν ότι διακρίνουν τυχόν ελαττώματα στη δομή της πολιτείας τους, άρα είναι ικανοποιημένα με την υπάρχουσα δομή. Μεταξύ των ανθρώπων, αντίθετα, υπάρχουν πάντοτε εκείνοι που θεωρούν τον εαυτό τους σοφότερο από τους άλλους και αγωνίζονται να αλλάξουν οτιδήποτε θεωρούν στραβό, ενώ κάποιοι άλλοι επιχειρούν να ανατρέψουν διάφορα πράγματα, πρακτική που αποτελεί αιτία πολέμου.
Κατά τέταρτον, τα ζώα δεν μιλούν· συνεπώς είναι ανίκανα να δημιουργήσουν φατρίες, κάτι που δεν ισχύει για τους ανθρώπους.
Πέμπτον, τα ζώα δεν έχουν καμία αντίληψη του καλού και του κακού. Έχουν μόνο αντίληψη της ευχαρίστησης και του πόνου, κι έτσι δεν επικρίνουν το ένα το άλλο αλλά ούτε και τον αρχηγό τους, αρκεί να έχουν όλα όσα χρειάζονται. Οι άνθρωποι, από την άλλη, γίνονται κριτές του καλού και του κακού, και όσο περισσότερα έχουν σε σχέση με όσα χρειάζονται, τόσο λιγότερο σωπαίνουν.
Τέλος, η φυσική ομόνοια, όπως αυτή που επικρατεί μεταξύ των ζώων, είναι έργο του Θεού που συντελείται με τρόπο φυσικό. Ενώ η ομόνοια μεταξύ των ανθρώπων είναι επίπλαστη, καθώς επιτυγχάνεται μέσω συμφωνιών. Δεν πρέπει λοιπόν να μας εκπλήσσει το γεγονός ότι αυτά τα άλογα πλάσματα κυβερνώνται μαζικά κατά τρόπο πολύ πιο σταθερό από τους ανθρώπους, οι οποίοι επιδιώκουν το ίδιο μέσω τεχνητών θεσμών.
THOMAS HOBBBES, Περί της φύσης του ανθρώπου
Τα παραπάνω διαψεύδονται από την εμπειρία ορισμένων έμβιων όντων τα οποία, αν και άλογα, ζουν με απόλυτη τάξη και σε μια καλά οργανωμένη πολιτεία προς όφελος όλων. Τα όντα αυτά είναι εντελώς απαλλαγμένα από εξεγέρσεις και διαμάχες, σε βαθμό που δεν μπορούμε να φανταστούμε κάτι καλύτερο εάν επιθυμούμε ειρήνη, άμυνα και κοινό όφελος. Ένα παράδειγμα είναι η μέλισσα, αυτό το μικρό πλάσμα που θεωρείται animalia politica. Γιατί λοιπόν οι άνθρωποι, οι οποίοι μπορούν να προβλέψουν το όφελος της ομόνοιας, δεν τη συντηρούν μεταξύ τους δίχως καταναγκασμό, ακριβώς όπως και οι μέλισσες;
Η απάντηση σε αυτό είναι ότι, σε σύγκριση με τα υπόλοιπα πλάσματα, μόνο μεταξύ ανθρώπων υπάρχει το θέμα της προτεραιότητας και ο αγώνας για την κατάκτηση της δόξας και της αναγνώρισης. Από αυτά πηγάζουν ο φθόνος και το μίσος του ενός ανθρώπου προς τον άλλο, που προκαλούν τις εξεγέρσεις και τους πολέμους.
Κατά δεύτερον, τα υπόλοιπα πλάσματα έχουν ως στόχο να υπάρχουν ειρήνη και τροφή για όλους. Οι άνθρωποι αποβλέπουν στην κυριαρχία, την υπεροχή και τον προσωπικό πλουτισμό, στοιχεία που είναι ευδιάκριτα σε κάθε άνθρωπο και προκαλούν ανταγωνισμό.
Κατά τρίτον, τα πλάσματα αυτά δεν διαθέτουν νου και δεν έχουν εκπαιδευτεί αρκετά στο να διακρίνουν ή να νομίζουν ότι διακρίνουν τυχόν ελαττώματα στη δομή της πολιτείας τους, άρα είναι ικανοποιημένα με την υπάρχουσα δομή. Μεταξύ των ανθρώπων, αντίθετα, υπάρχουν πάντοτε εκείνοι που θεωρούν τον εαυτό τους σοφότερο από τους άλλους και αγωνίζονται να αλλάξουν οτιδήποτε θεωρούν στραβό, ενώ κάποιοι άλλοι επιχειρούν να ανατρέψουν διάφορα πράγματα, πρακτική που αποτελεί αιτία πολέμου.
Κατά τέταρτον, τα ζώα δεν μιλούν· συνεπώς είναι ανίκανα να δημιουργήσουν φατρίες, κάτι που δεν ισχύει για τους ανθρώπους.
Πέμπτον, τα ζώα δεν έχουν καμία αντίληψη του καλού και του κακού. Έχουν μόνο αντίληψη της ευχαρίστησης και του πόνου, κι έτσι δεν επικρίνουν το ένα το άλλο αλλά ούτε και τον αρχηγό τους, αρκεί να έχουν όλα όσα χρειάζονται. Οι άνθρωποι, από την άλλη, γίνονται κριτές του καλού και του κακού, και όσο περισσότερα έχουν σε σχέση με όσα χρειάζονται, τόσο λιγότερο σωπαίνουν.
Τέλος, η φυσική ομόνοια, όπως αυτή που επικρατεί μεταξύ των ζώων, είναι έργο του Θεού που συντελείται με τρόπο φυσικό. Ενώ η ομόνοια μεταξύ των ανθρώπων είναι επίπλαστη, καθώς επιτυγχάνεται μέσω συμφωνιών. Δεν πρέπει λοιπόν να μας εκπλήσσει το γεγονός ότι αυτά τα άλογα πλάσματα κυβερνώνται μαζικά κατά τρόπο πολύ πιο σταθερό από τους ανθρώπους, οι οποίοι επιδιώκουν το ίδιο μέσω τεχνητών θεσμών.
THOMAS HOBBBES, Περί της φύσης του ανθρώπου
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου