Για την ώρα, δεν ξέρεις πώς να κλείνεις το διακόπτη του νου σου. Είναι πάντοτε ανοιχτός. Είναι σαν να βρίσκεται μέσα στο δωμάτιό σου ένα ραδιόφωνο που είναι πάντοτε ανοιχτό και δεν ξέρεις πώς να το κλείσεις, οπότε είσαι αναγκασμένος να κοιμάσαι με το ραδιόφωνο ανοιχτό κι αυτό συνεχώς φωνάζει κάθε είδους διαφημίσεις και παίζει όλων των ειδών τα τραγούδια, που τα έχεις ακούσει χιλιάδες φορές. Εσύ όμως δεν ξέρεις πώς να το κλείσεις.
Όλη μέρα κουράζεσαι, είναι φορές που θέλεις να απαλλαγείς από το θόρυβο του ραδιοφώνου, δεν μπορείς όμως, επειδή δεν ξέρεις πώς να το κλείσεις. Είναι σαν να κοιμάσαι συνεχώς με αναμμένα φώτα, επειδή δεν ξέρεις πώς να τα σβήσεις.
Ο Φρόιντ θυμάται πως όταν ήρθε ο ηλεκτρισμός στη Βιέννη για πρώτη φορά, ήρθε να τον επισκεφτεί ένα χωρικός. Ο Φρόιντ πρόσφερε κάθε δυνατή φροντίδα στον επισκέπτη, τον συνόδευσε στον ξενώνα και εκεί τον καληνύχτισε.
Ο χωρικός είχε μπερδευτεί πολύ με την ηλεκτρική λάμπα. Ήξερε πώς να σβήνει το κερί, μα δεν ήξερε τι να κάνει μ’ αυτή την ηλεκτρική λάμπα. Δοκίμασε όλα όσα ήξερε: Ανέβηκε πάνω στην καρέκλα και φυσούσε ξανά και ξανά, όμως δεν άλλαζε τίποτα. Ύστερα, δοκίμαζε από άλλη γωνία, μα δεν υπήρχε πουθενά τρύπα για να μπορέσει να σβήσει αυτή τη λάμπα. Πώς μπορούσε να φανταστεί ότι υπήρχε ένας διακόπτης πάνω στον τοίχο; Του ήταν αδύνατον να το φανταστεί, αφού δεν είχε δει ποτέ του ηλεκτρισμό. Φοβόταν όμως να ρωτήσει τον Φρόιντ ή κάποιον άλλον, για να μη φανεί ανόητος. ‘Έτσι, προσπάθησε να κοιμηθεί με τα φώτα ανοιχτά, αλλά δεν μπορούσε να κοιμηθεί. Πολλές φορές ανέβηκε ξανά και ξανά πάνω στην καρέκλα, προσπαθώντας να σβήσει τη λάμπα, αλλά δεν τα κατάφερνε.
Αυτό συνεχιζόταν όλη νύχτα. Δεν μπορούσε να κοιμηθεί, επειδή το φως ήταν πολύ δυνατό. Και ποτέ του δεν είχε ξαναδεί τόσο δυνατό φως. Εκείνος ήξερε μόνο το φως του κεριού, όμως εκείνη η λάμπα πρέπει να σκόρπιζε στο δωμάτιο φως τουλάχιστον εκατό κεριών. Το πρωί, ήταν πεθαμένος από την κούραση.
Ο Φρόιντ τον ρώτησε: «Δείχνεις πολύ κουρασμένος. Δεν μπόρεσες να κοιμηθείς;»
Ο άνθρωπος είπε: «Αφού πρόκειται να μείνω μερικές ακόμη νύχτες εδώ, δεν υπάρχει κανένας λόγος να κρύβομαι. Αυτή η λάμπα θα με σκοτώσει! Πες μου σε παρακαλώ πώς θα τη σβήσω!»
Ο Φρόιντ τον πήγε στον τοίχο και του έδειξε τον διακόπτη. Τον άνοιξε, τον έκλεισε, δοκίμασε κι ο άνθρωπος και είπε γελώντας: «’Ήταν τόσο απλό κι όμως όλη τη νύχτα δεν μπορούσα να το βρω!»
Μπορεί να συνέχιζε να προσπαθεί όλη του τη ζωή και μπορεί να μην συνέδεε ποτέ το διακόπτη με το φως.
Αυτό συμβαίνει και σ’ εσένα. Ο νους σου είναι συνέχεια ανοιχτός. Λένε ότι ο νους είναι ένας τόσο μεγαλειώδης μηχανισμός, που αρχίζει να δουλεύει τη στιγμή που γεννιέσαι και συνεχίζει να δουλεύει μέχρι να σταθείς μπροστά σε ένα ακροατήριο. Τότε ξαφνικά σταματάει -τότε κάτι συμβαίνει. Διαφορετικά συνεχίζεται μέχρι να πεθάνεις. Και ελάχιστοι άνθρωποι χρειάζεται να σταθούν μπροστά σε ένα ακροατήριο, οπότε ο νους συνεχίζει ανεμπόδιστα να σε κουράζει, να σε εξουθενώνει και να σε κάνει να βαριέσαι – με το να λέει συνέχεια το ίδιο πράγμα ξανά και ξανά.
Γιατί οι άνθρωποι βαριούνται τόσο πολύ; Η ζωή δεν είναι βαρετή – να το θυμάσαι αυτό. Η ζωή είναι πάντοτε ένα τρομερό μυστήριο, είναι πάντοτε μια έκπληξη, είναι πάντοτε καινούρια, συνεχώς ανανεώνεται. Καινούρια φύλλα έρχονται, παλιά φύλλα πέφτουν, καινούρια λουλούδια εμφανίζονται, παλιά λουλούδια εξαφανίζονται. Εσύ όμως δεν μπορείς να δεις τη ζωή, επειδή ο νους σου σε κάνει συνεχώς να βαριέσαι. Εξακολουθεί να λέει πράγματα που τα έχει πει χιλιάδες φορές. Φαίνεσαι τόσο κουρασμένος για τον απλό λόγο ότι δεν ξέρεις πώς να τον κλείνεις.
Ο νους δεν χρειάζεται να ακυρωθεί, χρειάζεται απλώς να μπει στη σωστή του θέση. Ως υπηρέτης είναι θαυμάσιος, ως κύριος όμως είναι εξαιρετικά απεχθής. Πάρε τα ηνία στα χέρια σου και γίνε εσύ ο κύριος. Και το πρώτο βήμα είναι το να αποσυνδεθείς από το νου, να αποταυτιστείς από το νου. Δες ότι εσύ δεν είσαι ο νους, δημιούργησε μια απόσταση, όσο μεγαλύτερη είναι η απόσταση, τόσο μεγαλύτερη είναι και η δυνατότητα να τον κλείνεις.
Και θα συναντήσεις ένα ακόμη θαύμα: Όταν κλείνεις το νου, ο νους γίνεται πιο φρέσκος και πιο ευφυής. Απλώς σκέψου: Ο νους αρχίζει να δουλεύει τη μέρα που γεννιέσαι και συνεχίζει να δουλεύει μέχρι να πεθάνεις.
Όλη μέρα κουράζεσαι, είναι φορές που θέλεις να απαλλαγείς από το θόρυβο του ραδιοφώνου, δεν μπορείς όμως, επειδή δεν ξέρεις πώς να το κλείσεις. Είναι σαν να κοιμάσαι συνεχώς με αναμμένα φώτα, επειδή δεν ξέρεις πώς να τα σβήσεις.
Ο Φρόιντ θυμάται πως όταν ήρθε ο ηλεκτρισμός στη Βιέννη για πρώτη φορά, ήρθε να τον επισκεφτεί ένα χωρικός. Ο Φρόιντ πρόσφερε κάθε δυνατή φροντίδα στον επισκέπτη, τον συνόδευσε στον ξενώνα και εκεί τον καληνύχτισε.
Ο χωρικός είχε μπερδευτεί πολύ με την ηλεκτρική λάμπα. Ήξερε πώς να σβήνει το κερί, μα δεν ήξερε τι να κάνει μ’ αυτή την ηλεκτρική λάμπα. Δοκίμασε όλα όσα ήξερε: Ανέβηκε πάνω στην καρέκλα και φυσούσε ξανά και ξανά, όμως δεν άλλαζε τίποτα. Ύστερα, δοκίμαζε από άλλη γωνία, μα δεν υπήρχε πουθενά τρύπα για να μπορέσει να σβήσει αυτή τη λάμπα. Πώς μπορούσε να φανταστεί ότι υπήρχε ένας διακόπτης πάνω στον τοίχο; Του ήταν αδύνατον να το φανταστεί, αφού δεν είχε δει ποτέ του ηλεκτρισμό. Φοβόταν όμως να ρωτήσει τον Φρόιντ ή κάποιον άλλον, για να μη φανεί ανόητος. ‘Έτσι, προσπάθησε να κοιμηθεί με τα φώτα ανοιχτά, αλλά δεν μπορούσε να κοιμηθεί. Πολλές φορές ανέβηκε ξανά και ξανά πάνω στην καρέκλα, προσπαθώντας να σβήσει τη λάμπα, αλλά δεν τα κατάφερνε.
Αυτό συνεχιζόταν όλη νύχτα. Δεν μπορούσε να κοιμηθεί, επειδή το φως ήταν πολύ δυνατό. Και ποτέ του δεν είχε ξαναδεί τόσο δυνατό φως. Εκείνος ήξερε μόνο το φως του κεριού, όμως εκείνη η λάμπα πρέπει να σκόρπιζε στο δωμάτιο φως τουλάχιστον εκατό κεριών. Το πρωί, ήταν πεθαμένος από την κούραση.
Ο Φρόιντ τον ρώτησε: «Δείχνεις πολύ κουρασμένος. Δεν μπόρεσες να κοιμηθείς;»
Ο άνθρωπος είπε: «Αφού πρόκειται να μείνω μερικές ακόμη νύχτες εδώ, δεν υπάρχει κανένας λόγος να κρύβομαι. Αυτή η λάμπα θα με σκοτώσει! Πες μου σε παρακαλώ πώς θα τη σβήσω!»
Ο Φρόιντ τον πήγε στον τοίχο και του έδειξε τον διακόπτη. Τον άνοιξε, τον έκλεισε, δοκίμασε κι ο άνθρωπος και είπε γελώντας: «’Ήταν τόσο απλό κι όμως όλη τη νύχτα δεν μπορούσα να το βρω!»
Μπορεί να συνέχιζε να προσπαθεί όλη του τη ζωή και μπορεί να μην συνέδεε ποτέ το διακόπτη με το φως.
Αυτό συμβαίνει και σ’ εσένα. Ο νους σου είναι συνέχεια ανοιχτός. Λένε ότι ο νους είναι ένας τόσο μεγαλειώδης μηχανισμός, που αρχίζει να δουλεύει τη στιγμή που γεννιέσαι και συνεχίζει να δουλεύει μέχρι να σταθείς μπροστά σε ένα ακροατήριο. Τότε ξαφνικά σταματάει -τότε κάτι συμβαίνει. Διαφορετικά συνεχίζεται μέχρι να πεθάνεις. Και ελάχιστοι άνθρωποι χρειάζεται να σταθούν μπροστά σε ένα ακροατήριο, οπότε ο νους συνεχίζει ανεμπόδιστα να σε κουράζει, να σε εξουθενώνει και να σε κάνει να βαριέσαι – με το να λέει συνέχεια το ίδιο πράγμα ξανά και ξανά.
Γιατί οι άνθρωποι βαριούνται τόσο πολύ; Η ζωή δεν είναι βαρετή – να το θυμάσαι αυτό. Η ζωή είναι πάντοτε ένα τρομερό μυστήριο, είναι πάντοτε μια έκπληξη, είναι πάντοτε καινούρια, συνεχώς ανανεώνεται. Καινούρια φύλλα έρχονται, παλιά φύλλα πέφτουν, καινούρια λουλούδια εμφανίζονται, παλιά λουλούδια εξαφανίζονται. Εσύ όμως δεν μπορείς να δεις τη ζωή, επειδή ο νους σου σε κάνει συνεχώς να βαριέσαι. Εξακολουθεί να λέει πράγματα που τα έχει πει χιλιάδες φορές. Φαίνεσαι τόσο κουρασμένος για τον απλό λόγο ότι δεν ξέρεις πώς να τον κλείνεις.
Ο νους δεν χρειάζεται να ακυρωθεί, χρειάζεται απλώς να μπει στη σωστή του θέση. Ως υπηρέτης είναι θαυμάσιος, ως κύριος όμως είναι εξαιρετικά απεχθής. Πάρε τα ηνία στα χέρια σου και γίνε εσύ ο κύριος. Και το πρώτο βήμα είναι το να αποσυνδεθείς από το νου, να αποταυτιστείς από το νου. Δες ότι εσύ δεν είσαι ο νους, δημιούργησε μια απόσταση, όσο μεγαλύτερη είναι η απόσταση, τόσο μεγαλύτερη είναι και η δυνατότητα να τον κλείνεις.
Και θα συναντήσεις ένα ακόμη θαύμα: Όταν κλείνεις το νου, ο νους γίνεται πιο φρέσκος και πιο ευφυής. Απλώς σκέψου: Ο νους αρχίζει να δουλεύει τη μέρα που γεννιέσαι και συνεχίζει να δουλεύει μέχρι να πεθάνεις.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου