Το έγκριτο οικονομικό περιοδικό «Forbes» τον αποκαλεί απερίφραστα «ιδρυτή και πατέρα του χρηματιστικού κεφαλαίου» στην προσπάθειά του να κατανοήσει τις υποδειγματικές επιχειρηματικές στρατηγικές του ενεχυροδανειστή από τη Φρανκφούρτη που μετέτρεψαν την επιχείρηση σε τράπεζα και εκτόξευσαν τη φαμίλια στα υψηλότερα κλιμάκια της οικονομικής ελίτ.
Ο πατέρας Μάγερ εμπιστεύτηκε κατόπιν στους πέντε γιους του τους τρεις κανόνες της επιτυχίας, δίνοντάς τους την ευχή να τους τηρήσουν απαράβατα στη ζωή: μόνο οι άνδρες της οικογένειας μπορούσαν να κάνουν δουλειές, ο μεγαλύτερος γιος του μεγαλύτερου γιου θα είναι ο εκάστοτε πατριάρχης της δυναστείας και βέβαια απόλυτη μυστικότητα οφείλει να τηρηθεί γύρω από τις επιχειρηματικές δράσεις του οίκου.
Με τους χρυσούς κανόνες παραμάσχαλα, ο μεγαλύτερος γιος Νάθαν μετέφερε το στρατηγείο του τραπεζικού κολοσσού στο Λονδίνο και το 1814 χτύπησε φλέβα χρυσού, όταν άρχισε να εκδίδει ομόλογα για κρατικούς δανεισμούς, μια ιδιαιτέρως επικερδής δραστηριότητα που θα ενθρόνισε τον οίκο στην κορυφή της παγκόσμιας επιχειρηματικής ελίτ.
Οι Ρότσιλντ χρηματοδοτούσαν ταυτοχρόνως και τους Βρετανούς και τον Βοναπάρτη στους Ναπολεόντειους Πολέμους, εγκαινιάζοντας μια στρατηγική προσεταιρισμού όλων των δυνατών και ισχυρών της Ευρώπης.
Χρηματοδότησαν επίσης τους αποικιακούς πολέμους των Βρετανών το 1815, δάνεισαν στην πρωσική κυβέρνηση το 1818, έσωσαν την Τράπεζα της Αγγλίας στη δεκαετία του 1820 και πλέον ήταν πίσω από όλα, καθώς το τραπεζικό τους σύστημα είχε εξαπλωθεί στα πέρατα της Ευρώπης. Όταν ο τρίτος κατά σειρά πατριάρχης, ο Λιονέλ, δάνεισε ένα πρωτόγνωρο ποσό στη βρετανική κυβέρνηση το 1875 για να αγοράσει το αγγλικό κράτος μετοχές στη Διώρυγα του Σουέζ, οι Ρότσιλντ ήταν η πλουσιότερη δυναστεία του κόσμου.
Και όλα ξεκίνησαν εκεί στα μέσα του 18ου αιώνα, όταν ο εβραϊκής καταγωγής Μάγερ Άμσελ Ρότσιλντ άνοιξε στη Φραγκφούρτη το πρώτο τραπεζικό κατάστημα της οικογένειας.
Από τότε έγιναν βέβαια πολλά: η οικογένεια χωρίστηκε, υπέστη διώξεις λόγω της καταγωγής της, έχασε ένα τμήμα της περιουσίας της για να αποκτήσει στη συνέχεια περισσότερα, αλλά πάντοτε στη συνείδηση του κόσμου οι Ρότσιλντ ήταν οι «απόλυτοι τραπεζίτες», αυτοί που έχουν το χρήμα για θεό και είναι πίσω απ’ όλα, φανερά και σκοτεινά.
Για τον μύθο αυτό ευθύνεται η πατρική συμβουλή να σκορπιστούν τα παιδιά στις τέσσερις γωνιές της Ευρώπης ώστε να ελέγχουν καλύτερα την αυτοκρατορία που αναδυόταν σιγά σιγά. Ο Νάθαν Ρότσιλντ πήγε στη Βρετανία για να αναζητήσει την τύχη του και από τα άλλα τέσσερα αδέλφια του, ο ένας παρέμεινε στη Φραγκφούρτη και οι άλλοι τρεις μετακόμισαν στο Παρίσι, τη Βιέννη και τη Νάπολη.
Ο οίκος ήταν τώρα παντοδύναμος και διαδραμάτισε τον δικό του ρόλο στα πολιτικά τεκταινόμενα της Ευρώπης ως η απόλυτη επίδειξη της συσχέτισης πλούτου και πολιτικής επιρροής. Σήμερα λειτουργούν τουλάχιστον τέσσερα τραπεζικά ιδρύματα με το όνομα Ρότσιλντ, ως αποτέλεσμα της διάσπασης της δυναστείας ανά τους αιώνες, καθώς οι επίγονοι παράβηκαν τον Νο 1 κανόνα του Άμσελ: να παραμείνουν για πάντα ενωμένοι…
Πρώτα χρόνια
Ο Μάγερ Άμσελ Ρότσιλντ γεννιέται στις 23 Φεβρουαρίου 1744 στη Φρανκφούρτη της Γερμανίας ως το τέταρτο από τα οχτώ παιδιά ενός εμπόρου μεταξωτών υφασμάτων και αργυραμοιβού. Η φαμίλια ζούσε στο εβραϊκό γκέτο της πόλης, καθώς διά νόμου ήταν υποχρεωμένοι να διαμένουν ξέχωρα από τον χριστιανικό πληθυσμό. Η συνοικία ήταν βρόμικη, σκοτεινή και πολύβουη και οι κάτοικοι κλειδώνονταν μέσα κατά τις Κυριακές, τις χριστιανικές γιορτές αλλά και τις νύχτες.
Οι εβραίοι πολίτες δεν μπορούσαν να βολτάρουν στους δημόσιους κήπους και να πιουν έναν καφέ στην πόλη, καθώς η Φρανκφούρτη είχε επιβάλει τους σκληρότερους περιορισμούς στους εβραϊκής καταγωγής κατοίκους τους.
Μέσα στο ζοφερό αυτό πλαίσιο έρχεται στον κόσμο ο Μάγερ, ο οποίος είναι αναγκασμένος να φοιτήσει σε εβραϊκό κατηχητικό σχολείο και να μάθει πενιχρά γερμανικά. Το 1775, όντας 11 ετών, θα χάσει και τους δυο γονείς του στην επιδημία ευλογιάς που χτύπησε τη Φρανκφούρτη και τα παιδιά στάλθηκαν να μείνουν σε συγγενείς. Το μαγαζί έκλεισε και το σχολείο πήρε απρόοπτο τέλος για τον μικρό Μάγερ…
Μαθαίνοντας τον τραπεζικό κλάδο
Σε ηλικία 13 ετών, ο Ρότσιλντ στάλθηκε να μαθητεύσει στην τράπεζα οικογενειακών φίλων στο Ανόβερο. Παρά το γεγονός ότι ήταν πρακτικά αγράμματος και δεν μιλούσε καλά-καλά ούτε γερμανικά, αποδείχτηκε σωστό επιχειρηματικό δαιμόνιο. Σύντομα θα ήταν ξεφτέρι στις χρηματοπιστωτικές διαδικασίες και θα έπαιζε στα δάχτυλα τις συναλλαγές. Στο Ανόβερο επίσης θα διδαχθεί και την τέχνη της συναλλαγής σπάνιων νομισμάτων και αντικών, τα οποία κυνηγούσαν μανιωδώς οι ευρωπαίοι αριστοκράτες και τα μέλη των βασιλικών οίκων.
Μέχρι τα 18 του, ήταν άσος τόσο στην τραπεζική όσο και το εμπόριο σπάνιων νομισμάτων και έπιασε έτσι δουλειά για λογαριασμό γερμανού συλλέκτη. Στο τέλος του Επταετή Πολέμου το 1763, ο Ρότσιλντ επέστρεψε στη Φρανκφούρτη και εντάχθηκε στο δυναμικό ενός ανταλλακτηρίου συναλλάγματος, στο οποίο δούλευε ένα από τα αδέρφια του.
Ο Μάγερ κόμισε στη φίρμα την εξειδίκευσή του στις αντίκες και σύντομα ξεπήδησε ως ειδικός στην πώλησή τους. Αυτή του η ικανότητα θα τον φέρει σε επαφή με τον διάδοχο του θρόνου της Έσσης, πρίγκιπα Γουλιέλμο, ο οποίος θα του απονείμει το 1769 τιμητικό τίτλο που φανέρωνε πως έκανε δουλειές για τη βασιλική αυλή. Ο τίτλος αυτός θα του δώσει τη δυνατότητα να φτιάξει το οικόσημο των Ρότσιλντ, αν και αυτό ήταν το μόνο προνόμιο του εργολαβικού αυτού επαίνου.
Παρά το γεγονός ότι ήταν αυθεντία στη δουλειά του και γινόταν ολοένα και πιο γνωστός, ήταν ακόμα αναγκασμένος να διαμένει στο γκέτο και να παραμένει έγκλειστος τα βράδια και τις Κυριακές. Έπρεπε να περάσουν άλλα 14 χρόνια για να αποκτήσει το προνόμιο να κινείται ελεύθερα στη γενέτειρά του! Στις 29 Αυγούστου 1770, ο Ρότσιλντ παντρεύτηκε τη 17χρονη κόρη ενός ενεχυροδανειστή και μικροτραπεζίτη και την επόμενη χρονιά απέκτησε το πρώτο από τα δέκα του παιδιά…
Οι δουλειές πάνε καλά
Τα επόμενα χρόνια του Μάγερ κύλησαν σχετικά ήρεμα, καθώς ο καλός οικογενειάρχης εργαζόταν το πρωί και επέστρεφε τα βράδια στην πολυμελή του φαμίλια. Το 1784, στα 40 του πλέον, μπόρεσε να αγοράσει ένα μεγαλύτερο σπίτι για την οικογένειά του, πάντα μέσα στο γκέτο, που θεωρήθηκε πολυτελές μέσα στην περιρρέουσα φτώχεια της εβραϊκής συνοικίας. Πίσω από το σπίτι ήταν το λογιστικό γραφείο του Ρότσιλντ με τα κρυφά εντοιχισμένα ράφια.
Το 1785 ο Γουλιέλμος ανέβηκε στον θρόνο του μικρού κρατιδίου και στέφθηκε Γουλιέλμος Θ’ της Έσσης, παραμένοντας ένας από τους πλουσιότερους ηγεμόνες της Ευρώπης. Ο Ρότσιλντ συνέχιζε να βρίσκει για λογαριασμό του αντίκες και σπάνια νομίσματα, την ίδια στιγμή που άρχισε να διαχειρίζεται τα επενδυτικά κεφάλαιά του, καθώς εκεί ήταν αχτύπητος. Πλάι στις καραβιές των χρημάτων που έβγαζε για τον μονάρχη, όλο και κάτι ξέμενε για τον έμπιστο σύμβουλό του.
Ο Ρότσιλντ έκανε δουλειές τώρα με τον ηγεμόνα και με τα δυο του παιδιά στο πλευρό του, επέκτεινε την επιχείρησή του σε χονδρεμπόριο που εκτεινόταν από μαλλί και βαμβακερά υφάσματα μέχρι και αλεύρι. Το 1792 τα στρατεύματα της επαναστατικής Γαλλίας κατέλαβαν τη Φρανκφούρτη και ο Γουλιέλμος εντάχθηκε στον συνασπισμό της Αγγλίας, Πρωσίας και Αυστρίας κατά της Γαλλίας, αφού πήρε ένα παχυλότατο ποσό από τους Άγγλους για να πειστεί. Ο Ρότσιλντ έβγαλε πολλά λεφτά διαχειριζόμενος το βασιλικό αυτό κεφάλαιο και μπόρεσε να αναπτυχθεί σε αρκετούς ακόμα κλάδους, όπως οι μεταφορές και οι προμήθειες.
Μέσω του ηγεμόνα, ήρθε σε συμφωνία με τον αυστριακό στρατό παρέχοντάς του αγαθά και πρώτες ύλες που κυμαίνονταν από στάρι και στολές μέχρι άλογα και στρατιωτικό εξοπλισμό. Αυτό το συμβόλαιο θα του εξασφάλιζε το πρώτο πραγματικά μεγάλο κεφάλαιο, το οποίο ωστόσο δεν κράτησε για τον εαυτό του. Γνωστός στα πέρατα της Φρανκφούρτης για την ταπεινότητα, την καλοψυχία και τη γενναιοδωρία του, έδινε πολλά σε αγαθοεργίες χωρίς να κοιτά καταγωγή και θρησκεία.
Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1790, ο Ρότσιλντ ήταν από τους μεγαλύτερους εισαγωγείς βαμβακιού από την Αγγλία, βάζοντας στην επιχείρησή του όλα του τα παιδιά, ακόμα και τις κόρες του. Το 1796, τα ναπολεόντεια στρατεύματα εισέβαλαν στη Φρανκφούρτη και στο πλαίσιο των φρικαλεοτήτων έκαψαν και το εβραϊκό γκέτο, αφήνοντας 2.000 ανθρώπους χωρίς εστίες. Αυτοί οι εβραίοι πήραν τελικά την άδεια να αναζητήσουν σπίτι στη χριστιανική πλευρά της πόλης, μόνο για έξι μήνες όμως, μέχρι να ξαναχτιστεί το γκέτο.
Ο Ρότσιλντ εκμεταλλεύτηκε την προσωρινή αυτή χαλάρωση των περιοριστικών νόμων για να νοικιάσει αποθήκες και γραφεία για όλες του τις επιχειρήσεις έξω από το γκέτο. Την ίδια χρονιά έκανε τους τρεις μεγαλύτερους γιους του συνεταίρους στις δραστηριότητές του…
Οι Ρότσιλντ εξαπλώνονται
Ο Νάθαν Ρότσιλντ ήταν ο πιο προικισμένος γιος του, δουλευταράς, εφευρετικός και πνεύμα ανεξάρτητο. Γι’ αυτό και τον έβαλε ο Μάγερ επικεφαλής των εισαγόμενων αγαθών από την Αγγλία, της πιο επικερδούς επιχείρησής του δηλαδή. Το 1798, έπειτα από μια συνάντηση με έναν αετονύχη άγγλο έμπορο, ο Νάθαν αποφάσισε να απαλλαγεί από τους μεσάζοντες και να αγοράζει μόνος του τα αγγλικά προϊόντα.
Σε συνεννόηση με τον Μάγερ, έφυγε για την Αγγλία και εγκαταστάθηκε στο Λονδίνο, παίρνοντας μαζί του τον λογιστή του πατέρα του, καθώς ήταν ο μόνος που μιλούσε λίγα αγγλικά. Το πρώτο παράρτημα της επιχείρησης των Ρότσιλντ στο εξωτερικό ήταν γεγονός.
Το 1800 ο Φραγκίσκος Β’ της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας τίμησε τον Άμσελ Ρότσιλντ με κατώτερο τίτλο ευγενείας, που του έδινε ωστόσο τη δυνατότητα να φέρει όπλο. Τρία χρόνια αργότερα, ο Γουλιέλμος έχρισε τον Μάγερ επίσημο αυλικό του, μια τιμή πρωτόγνωρη για γερμανό εβραίο. Η φιλανθρωπία του Μάγερ δεν είχε τώρα τελειωμό και από τη δική του μεσολάβηση είναι που φτιάχτηκε το πρώτο κοσμικό σχολείο για τα εβραιόπουλα του γκέτο, που μάθαιναν τώρα γερμανικά και γαλλικά αλλά και γεωγραφία, φυσική ιστορία και φιλοσοφία.
Μέχρι το 1807, ο Ρότσιλντ κρατούσε όλη την οικονομική διαχείριση της τεράστιας περιουσίας του Γουλιέλμου Θ’, ιδρύοντας τη δική του επενδυτική τράπεζα, καθώς ο ένας πελάτης που είχε αρχικά έφτανε και παραέφτανε.
Το κεφάλαιό της αναπτύχθηκε γρήγορα και η τράπεζα έγινε σύντομα μια από τις μεγαλύτερες της Φρανκφούρτης. Παρά την εισβολή του όμως στον παραδοσιακό τραπεζικό κλάδο, ήταν από το χονδρεμπόριο και τις αντίκες που έβγαζε τα περισσότερα, καθώς ο Νάθαν έστελνε τώρα από την Αγγλία μόνο τα εκλεκτότερα των προϊόντων σε ανταγωνιστικότατες μάλιστα τιμές: κρασί, τσάι, υφάσματα, λουλάκι, αποξηραμένα φρούτα, ζάχαρη, καφέ κ.ά.
Με τον πλούτο του μπήκε τώρα και σε έναν άλλο κλάδο, που έμελλε να αποδειχθεί ο πιο κερδοφόρος απ’ όλους: τον κρατικό δανεισμό!
Κατοπινά χρόνια
Το 1806 στον θρόνο της Φρανκφούρτης ανέβηκε νέος ηγεμόνας και ο Ρότσιλντ ήταν ο μόνος που του δάνεισε αμύθητα ποσά για τις πρώτες ώρες της διακυβέρνησής του. Το αντάλλαγμα που ζήτησε ο Μάγερ για τη διευκόλυνση ήταν η εκχώρηση πολιτειακών προνομίων στους εβραίους κατοίκους, κάνοντάς τους πολίτες ίσων δικαιωμάτων. Ο μονάρχης δέχτηκε να εκχωρήσει πραγματική υπηκοότητα στον Ρότσιλντ, αν και για τη γενίκευσή της σε όλους τους εβραίους ζήτησε χρόνο να το σκεφτεί.
Ο Ρότσιλντ αρνήθηκε να αποδεχθεί την τιμή καθώς δεν θεωρούσε τον εαυτό του καλύτερο από τους ομοθρήσκους του. Οι πιέσεις και οι διασυνδέσεις του θα εξασφάλιζαν τελικά το 1811 την εκχώρηση ισονομίας στους εβραίους του γκέτο της Φρανκφούρτης, αλλάζοντας τη συνολική μοίρα τους. Ως αντάλλαγμα έδωσε στον ηγεμόνα ένα τεραστίων διαστάσεων ποσό, αγοράζοντας ουσιαστικά τα πολιτικά δικαιώματα για καθέναν εβραίο της Φρανκφούρτης.
Στα τέλη του 1806, ο Ναπολέων επέβαλε εμπάργκο στα αγγλικά αγαθά και ο Ρότσιλντ εισήγε λαθραία πια τα απαγορευμένα προϊόντα, βγάζοντας τόνους χρημάτων. Μπλεγμένος ανάμεσα στον πόλεμο Πρωσίας και Γαλλίας, ο Γουλιέλμος αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το κάστρο του και όταν στράφηκε κατά του βασιλείου της Βεστφαλίας, οι Ρότσιλντ μπήκαν στο στόχαστρο του γάλλου κυβερνήτη και αδελφού του Βοναπάρτη, Ιερώνυμου.
Ο Μάγερ και οι γιοι του τέθηκαν σε κατ’ οίκον περιορισμό και πλήρωσαν και πάλι πολλά για να γλιτώσουν από τον διωγμό, κάτι που δίδαξε στον Μάγερ ένα πολύτιμο μάθημα. Πλέον δεν θα παρείχε τις υπηρεσίες του αποκλειστικά σε έναν ηγεμόνα. Πραγματιστής τώρα σε βαθμό ωμότητας, φέρεται να είπε: «Δώστε μου τον έλεγχο του χρήματος οποιασδήποτε χώρας και δεν με ενδιαφέρει η κυβέρνησή της».
Ο Γουλιέλμος εκτίμησε τη στάση του Μάγερ και εκχώρησε στον γιο του Νάθαν τη διαχείριση όλων των δραστηριοτήτων του στην Αγγλία. Με το τεράστιο κεφάλαιο στο πλευρό του, ο Νάθαν κερδοσκοπούσε τώρα στο χρηματιστήριο του Λονδίνου και έβγαλε όσα λεφτά δεν είχε ονειρευτεί ποτέ ο πατέρας του με τις νόμιμες επιχειρήσεις του.
Το 1810 ο Μάγερ έκανε όλα του τα παιδιά συνεταίρους, διατηρώντας πάντως τον τελικό λόγο. Πλέον η υγεία του ήταν σε κακό χάλι και αποσύρθηκε σταδιακά από την ενεργό δράση, για να κάνει πράξη το μεγάλο του όνειρο: να μάθει αγγλικά!
Τον Μάρτιο του 1811 ο γιος του Τζέικομπ εγκαταστάθηκε έπειτα από πατρική προτροπή στο Παρίσι, ιδρύοντας το γαλλικό παράρτημα των επιχειρήσεων Ρότσιλντ. Κάτω από τις μύτες των Γάλλων, ο Τζέικομπ διακινούσε τεράστια ποσά στον Δούκα του Γουέλινγκτον, ο οποίος πολεμούσε τον Ναπολέοντα.
Παρά την κακή κατάσταση της υγείας του, ο Μάγερ προσκλήθηκε να συμμετάσχει στο δημοτικό συμβούλιο της Φρανκφούρτης, τιμή πρωτόγνωρη για γερμανό εβραίο! Στις 19 Σεπτεμβρίου 1812, ο Μάγερ Ρότσιλντ έφυγε από τον κόσμο αφήνοντας στα παιδιά του μια τεράστια περιουσία και έναν επιχειρηματικό κολοσσό που εκτεινόταν πια στα πέρατα της Ευρώπης.
Το 1817 οι Ρότσιλντ έγιναν ευγενείς από τον αυτοκράτορα της Αυστρίας, καθώς τώρα ήταν τόσο δυνατοί που κανείς δεν μπορούσε να τους αγνοεί. Ο ένας γιος ήταν στην Αγγλία, ο άλλος παρέμεινε στη Φρανκφούρτη, ο τρίτος κυριαρχούσε στο Παρίσι, ο τέταρτος εγκαταστάθηκε στη Βιέννη και ο πέμπτος μεσουρανούσε στο βασίλειο της Νάπολης. Τα παιδιά τήρησαν απαράβατα την πατρική συμβουλή να μείνει η περιουσία στα χέρια της οικογένειας και οι ίδιοι να είναι πάντα ενωμένοι.
Ο πιο πετυχημένος απ’ όλους, ο Νάθαν (που πήρε το αγγλικότερο Νέιθαν), κατάφερε να μάθει την έκβαση της μάχης του Βατερλό μία μέρα πριν από την αγγλική βασιλική οικογένεια και να αποκομίσει αμύθητα ποσά, κερδοσκοπώντας στο χρηματιστήριο: διέδωσε ότι είχε νικήσει ο Ναπολέοντας και αγόρασε κοψοχρονιά μετοχές πανικόβλητων επενδυτών.
Η δύναμη των Ρότσιλντ δεν θα γνώριζε πια όρια, αν και στα κατοπινά χρόνια οι έριδες ενθρονίστηκαν στον οίκο, που απομακρύνθηκε άρδην από την ταπεινή πεπατημένη του γεννήτορά του…
Ο πατέρας Μάγερ εμπιστεύτηκε κατόπιν στους πέντε γιους του τους τρεις κανόνες της επιτυχίας, δίνοντάς τους την ευχή να τους τηρήσουν απαράβατα στη ζωή: μόνο οι άνδρες της οικογένειας μπορούσαν να κάνουν δουλειές, ο μεγαλύτερος γιος του μεγαλύτερου γιου θα είναι ο εκάστοτε πατριάρχης της δυναστείας και βέβαια απόλυτη μυστικότητα οφείλει να τηρηθεί γύρω από τις επιχειρηματικές δράσεις του οίκου.
Με τους χρυσούς κανόνες παραμάσχαλα, ο μεγαλύτερος γιος Νάθαν μετέφερε το στρατηγείο του τραπεζικού κολοσσού στο Λονδίνο και το 1814 χτύπησε φλέβα χρυσού, όταν άρχισε να εκδίδει ομόλογα για κρατικούς δανεισμούς, μια ιδιαιτέρως επικερδής δραστηριότητα που θα ενθρόνισε τον οίκο στην κορυφή της παγκόσμιας επιχειρηματικής ελίτ.
Οι Ρότσιλντ χρηματοδοτούσαν ταυτοχρόνως και τους Βρετανούς και τον Βοναπάρτη στους Ναπολεόντειους Πολέμους, εγκαινιάζοντας μια στρατηγική προσεταιρισμού όλων των δυνατών και ισχυρών της Ευρώπης.
Χρηματοδότησαν επίσης τους αποικιακούς πολέμους των Βρετανών το 1815, δάνεισαν στην πρωσική κυβέρνηση το 1818, έσωσαν την Τράπεζα της Αγγλίας στη δεκαετία του 1820 και πλέον ήταν πίσω από όλα, καθώς το τραπεζικό τους σύστημα είχε εξαπλωθεί στα πέρατα της Ευρώπης. Όταν ο τρίτος κατά σειρά πατριάρχης, ο Λιονέλ, δάνεισε ένα πρωτόγνωρο ποσό στη βρετανική κυβέρνηση το 1875 για να αγοράσει το αγγλικό κράτος μετοχές στη Διώρυγα του Σουέζ, οι Ρότσιλντ ήταν η πλουσιότερη δυναστεία του κόσμου.
Και όλα ξεκίνησαν εκεί στα μέσα του 18ου αιώνα, όταν ο εβραϊκής καταγωγής Μάγερ Άμσελ Ρότσιλντ άνοιξε στη Φραγκφούρτη το πρώτο τραπεζικό κατάστημα της οικογένειας.
Από τότε έγιναν βέβαια πολλά: η οικογένεια χωρίστηκε, υπέστη διώξεις λόγω της καταγωγής της, έχασε ένα τμήμα της περιουσίας της για να αποκτήσει στη συνέχεια περισσότερα, αλλά πάντοτε στη συνείδηση του κόσμου οι Ρότσιλντ ήταν οι «απόλυτοι τραπεζίτες», αυτοί που έχουν το χρήμα για θεό και είναι πίσω απ’ όλα, φανερά και σκοτεινά.
Για τον μύθο αυτό ευθύνεται η πατρική συμβουλή να σκορπιστούν τα παιδιά στις τέσσερις γωνιές της Ευρώπης ώστε να ελέγχουν καλύτερα την αυτοκρατορία που αναδυόταν σιγά σιγά. Ο Νάθαν Ρότσιλντ πήγε στη Βρετανία για να αναζητήσει την τύχη του και από τα άλλα τέσσερα αδέλφια του, ο ένας παρέμεινε στη Φραγκφούρτη και οι άλλοι τρεις μετακόμισαν στο Παρίσι, τη Βιέννη και τη Νάπολη.
Ο οίκος ήταν τώρα παντοδύναμος και διαδραμάτισε τον δικό του ρόλο στα πολιτικά τεκταινόμενα της Ευρώπης ως η απόλυτη επίδειξη της συσχέτισης πλούτου και πολιτικής επιρροής. Σήμερα λειτουργούν τουλάχιστον τέσσερα τραπεζικά ιδρύματα με το όνομα Ρότσιλντ, ως αποτέλεσμα της διάσπασης της δυναστείας ανά τους αιώνες, καθώς οι επίγονοι παράβηκαν τον Νο 1 κανόνα του Άμσελ: να παραμείνουν για πάντα ενωμένοι…
Πρώτα χρόνια
Ο Μάγερ Άμσελ Ρότσιλντ γεννιέται στις 23 Φεβρουαρίου 1744 στη Φρανκφούρτη της Γερμανίας ως το τέταρτο από τα οχτώ παιδιά ενός εμπόρου μεταξωτών υφασμάτων και αργυραμοιβού. Η φαμίλια ζούσε στο εβραϊκό γκέτο της πόλης, καθώς διά νόμου ήταν υποχρεωμένοι να διαμένουν ξέχωρα από τον χριστιανικό πληθυσμό. Η συνοικία ήταν βρόμικη, σκοτεινή και πολύβουη και οι κάτοικοι κλειδώνονταν μέσα κατά τις Κυριακές, τις χριστιανικές γιορτές αλλά και τις νύχτες.
Οι εβραίοι πολίτες δεν μπορούσαν να βολτάρουν στους δημόσιους κήπους και να πιουν έναν καφέ στην πόλη, καθώς η Φρανκφούρτη είχε επιβάλει τους σκληρότερους περιορισμούς στους εβραϊκής καταγωγής κατοίκους τους.
Μέσα στο ζοφερό αυτό πλαίσιο έρχεται στον κόσμο ο Μάγερ, ο οποίος είναι αναγκασμένος να φοιτήσει σε εβραϊκό κατηχητικό σχολείο και να μάθει πενιχρά γερμανικά. Το 1775, όντας 11 ετών, θα χάσει και τους δυο γονείς του στην επιδημία ευλογιάς που χτύπησε τη Φρανκφούρτη και τα παιδιά στάλθηκαν να μείνουν σε συγγενείς. Το μαγαζί έκλεισε και το σχολείο πήρε απρόοπτο τέλος για τον μικρό Μάγερ…
Μαθαίνοντας τον τραπεζικό κλάδο
Σε ηλικία 13 ετών, ο Ρότσιλντ στάλθηκε να μαθητεύσει στην τράπεζα οικογενειακών φίλων στο Ανόβερο. Παρά το γεγονός ότι ήταν πρακτικά αγράμματος και δεν μιλούσε καλά-καλά ούτε γερμανικά, αποδείχτηκε σωστό επιχειρηματικό δαιμόνιο. Σύντομα θα ήταν ξεφτέρι στις χρηματοπιστωτικές διαδικασίες και θα έπαιζε στα δάχτυλα τις συναλλαγές. Στο Ανόβερο επίσης θα διδαχθεί και την τέχνη της συναλλαγής σπάνιων νομισμάτων και αντικών, τα οποία κυνηγούσαν μανιωδώς οι ευρωπαίοι αριστοκράτες και τα μέλη των βασιλικών οίκων.
Μέχρι τα 18 του, ήταν άσος τόσο στην τραπεζική όσο και το εμπόριο σπάνιων νομισμάτων και έπιασε έτσι δουλειά για λογαριασμό γερμανού συλλέκτη. Στο τέλος του Επταετή Πολέμου το 1763, ο Ρότσιλντ επέστρεψε στη Φρανκφούρτη και εντάχθηκε στο δυναμικό ενός ανταλλακτηρίου συναλλάγματος, στο οποίο δούλευε ένα από τα αδέρφια του.
Ο Μάγερ κόμισε στη φίρμα την εξειδίκευσή του στις αντίκες και σύντομα ξεπήδησε ως ειδικός στην πώλησή τους. Αυτή του η ικανότητα θα τον φέρει σε επαφή με τον διάδοχο του θρόνου της Έσσης, πρίγκιπα Γουλιέλμο, ο οποίος θα του απονείμει το 1769 τιμητικό τίτλο που φανέρωνε πως έκανε δουλειές για τη βασιλική αυλή. Ο τίτλος αυτός θα του δώσει τη δυνατότητα να φτιάξει το οικόσημο των Ρότσιλντ, αν και αυτό ήταν το μόνο προνόμιο του εργολαβικού αυτού επαίνου.
Παρά το γεγονός ότι ήταν αυθεντία στη δουλειά του και γινόταν ολοένα και πιο γνωστός, ήταν ακόμα αναγκασμένος να διαμένει στο γκέτο και να παραμένει έγκλειστος τα βράδια και τις Κυριακές. Έπρεπε να περάσουν άλλα 14 χρόνια για να αποκτήσει το προνόμιο να κινείται ελεύθερα στη γενέτειρά του! Στις 29 Αυγούστου 1770, ο Ρότσιλντ παντρεύτηκε τη 17χρονη κόρη ενός ενεχυροδανειστή και μικροτραπεζίτη και την επόμενη χρονιά απέκτησε το πρώτο από τα δέκα του παιδιά…
Οι δουλειές πάνε καλά
Τα επόμενα χρόνια του Μάγερ κύλησαν σχετικά ήρεμα, καθώς ο καλός οικογενειάρχης εργαζόταν το πρωί και επέστρεφε τα βράδια στην πολυμελή του φαμίλια. Το 1784, στα 40 του πλέον, μπόρεσε να αγοράσει ένα μεγαλύτερο σπίτι για την οικογένειά του, πάντα μέσα στο γκέτο, που θεωρήθηκε πολυτελές μέσα στην περιρρέουσα φτώχεια της εβραϊκής συνοικίας. Πίσω από το σπίτι ήταν το λογιστικό γραφείο του Ρότσιλντ με τα κρυφά εντοιχισμένα ράφια.
Το 1785 ο Γουλιέλμος ανέβηκε στον θρόνο του μικρού κρατιδίου και στέφθηκε Γουλιέλμος Θ’ της Έσσης, παραμένοντας ένας από τους πλουσιότερους ηγεμόνες της Ευρώπης. Ο Ρότσιλντ συνέχιζε να βρίσκει για λογαριασμό του αντίκες και σπάνια νομίσματα, την ίδια στιγμή που άρχισε να διαχειρίζεται τα επενδυτικά κεφάλαιά του, καθώς εκεί ήταν αχτύπητος. Πλάι στις καραβιές των χρημάτων που έβγαζε για τον μονάρχη, όλο και κάτι ξέμενε για τον έμπιστο σύμβουλό του.
Ο Ρότσιλντ έκανε δουλειές τώρα με τον ηγεμόνα και με τα δυο του παιδιά στο πλευρό του, επέκτεινε την επιχείρησή του σε χονδρεμπόριο που εκτεινόταν από μαλλί και βαμβακερά υφάσματα μέχρι και αλεύρι. Το 1792 τα στρατεύματα της επαναστατικής Γαλλίας κατέλαβαν τη Φρανκφούρτη και ο Γουλιέλμος εντάχθηκε στον συνασπισμό της Αγγλίας, Πρωσίας και Αυστρίας κατά της Γαλλίας, αφού πήρε ένα παχυλότατο ποσό από τους Άγγλους για να πειστεί. Ο Ρότσιλντ έβγαλε πολλά λεφτά διαχειριζόμενος το βασιλικό αυτό κεφάλαιο και μπόρεσε να αναπτυχθεί σε αρκετούς ακόμα κλάδους, όπως οι μεταφορές και οι προμήθειες.
Μέσω του ηγεμόνα, ήρθε σε συμφωνία με τον αυστριακό στρατό παρέχοντάς του αγαθά και πρώτες ύλες που κυμαίνονταν από στάρι και στολές μέχρι άλογα και στρατιωτικό εξοπλισμό. Αυτό το συμβόλαιο θα του εξασφάλιζε το πρώτο πραγματικά μεγάλο κεφάλαιο, το οποίο ωστόσο δεν κράτησε για τον εαυτό του. Γνωστός στα πέρατα της Φρανκφούρτης για την ταπεινότητα, την καλοψυχία και τη γενναιοδωρία του, έδινε πολλά σε αγαθοεργίες χωρίς να κοιτά καταγωγή και θρησκεία.
Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1790, ο Ρότσιλντ ήταν από τους μεγαλύτερους εισαγωγείς βαμβακιού από την Αγγλία, βάζοντας στην επιχείρησή του όλα του τα παιδιά, ακόμα και τις κόρες του. Το 1796, τα ναπολεόντεια στρατεύματα εισέβαλαν στη Φρανκφούρτη και στο πλαίσιο των φρικαλεοτήτων έκαψαν και το εβραϊκό γκέτο, αφήνοντας 2.000 ανθρώπους χωρίς εστίες. Αυτοί οι εβραίοι πήραν τελικά την άδεια να αναζητήσουν σπίτι στη χριστιανική πλευρά της πόλης, μόνο για έξι μήνες όμως, μέχρι να ξαναχτιστεί το γκέτο.
Ο Ρότσιλντ εκμεταλλεύτηκε την προσωρινή αυτή χαλάρωση των περιοριστικών νόμων για να νοικιάσει αποθήκες και γραφεία για όλες του τις επιχειρήσεις έξω από το γκέτο. Την ίδια χρονιά έκανε τους τρεις μεγαλύτερους γιους του συνεταίρους στις δραστηριότητές του…
Οι Ρότσιλντ εξαπλώνονται
Ο Νάθαν Ρότσιλντ ήταν ο πιο προικισμένος γιος του, δουλευταράς, εφευρετικός και πνεύμα ανεξάρτητο. Γι’ αυτό και τον έβαλε ο Μάγερ επικεφαλής των εισαγόμενων αγαθών από την Αγγλία, της πιο επικερδούς επιχείρησής του δηλαδή. Το 1798, έπειτα από μια συνάντηση με έναν αετονύχη άγγλο έμπορο, ο Νάθαν αποφάσισε να απαλλαγεί από τους μεσάζοντες και να αγοράζει μόνος του τα αγγλικά προϊόντα.
Σε συνεννόηση με τον Μάγερ, έφυγε για την Αγγλία και εγκαταστάθηκε στο Λονδίνο, παίρνοντας μαζί του τον λογιστή του πατέρα του, καθώς ήταν ο μόνος που μιλούσε λίγα αγγλικά. Το πρώτο παράρτημα της επιχείρησης των Ρότσιλντ στο εξωτερικό ήταν γεγονός.
Το 1800 ο Φραγκίσκος Β’ της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας τίμησε τον Άμσελ Ρότσιλντ με κατώτερο τίτλο ευγενείας, που του έδινε ωστόσο τη δυνατότητα να φέρει όπλο. Τρία χρόνια αργότερα, ο Γουλιέλμος έχρισε τον Μάγερ επίσημο αυλικό του, μια τιμή πρωτόγνωρη για γερμανό εβραίο. Η φιλανθρωπία του Μάγερ δεν είχε τώρα τελειωμό και από τη δική του μεσολάβηση είναι που φτιάχτηκε το πρώτο κοσμικό σχολείο για τα εβραιόπουλα του γκέτο, που μάθαιναν τώρα γερμανικά και γαλλικά αλλά και γεωγραφία, φυσική ιστορία και φιλοσοφία.
Μέχρι το 1807, ο Ρότσιλντ κρατούσε όλη την οικονομική διαχείριση της τεράστιας περιουσίας του Γουλιέλμου Θ’, ιδρύοντας τη δική του επενδυτική τράπεζα, καθώς ο ένας πελάτης που είχε αρχικά έφτανε και παραέφτανε.
Το κεφάλαιό της αναπτύχθηκε γρήγορα και η τράπεζα έγινε σύντομα μια από τις μεγαλύτερες της Φρανκφούρτης. Παρά την εισβολή του όμως στον παραδοσιακό τραπεζικό κλάδο, ήταν από το χονδρεμπόριο και τις αντίκες που έβγαζε τα περισσότερα, καθώς ο Νάθαν έστελνε τώρα από την Αγγλία μόνο τα εκλεκτότερα των προϊόντων σε ανταγωνιστικότατες μάλιστα τιμές: κρασί, τσάι, υφάσματα, λουλάκι, αποξηραμένα φρούτα, ζάχαρη, καφέ κ.ά.
Με τον πλούτο του μπήκε τώρα και σε έναν άλλο κλάδο, που έμελλε να αποδειχθεί ο πιο κερδοφόρος απ’ όλους: τον κρατικό δανεισμό!
Κατοπινά χρόνια
Το 1806 στον θρόνο της Φρανκφούρτης ανέβηκε νέος ηγεμόνας και ο Ρότσιλντ ήταν ο μόνος που του δάνεισε αμύθητα ποσά για τις πρώτες ώρες της διακυβέρνησής του. Το αντάλλαγμα που ζήτησε ο Μάγερ για τη διευκόλυνση ήταν η εκχώρηση πολιτειακών προνομίων στους εβραίους κατοίκους, κάνοντάς τους πολίτες ίσων δικαιωμάτων. Ο μονάρχης δέχτηκε να εκχωρήσει πραγματική υπηκοότητα στον Ρότσιλντ, αν και για τη γενίκευσή της σε όλους τους εβραίους ζήτησε χρόνο να το σκεφτεί.
Ο Ρότσιλντ αρνήθηκε να αποδεχθεί την τιμή καθώς δεν θεωρούσε τον εαυτό του καλύτερο από τους ομοθρήσκους του. Οι πιέσεις και οι διασυνδέσεις του θα εξασφάλιζαν τελικά το 1811 την εκχώρηση ισονομίας στους εβραίους του γκέτο της Φρανκφούρτης, αλλάζοντας τη συνολική μοίρα τους. Ως αντάλλαγμα έδωσε στον ηγεμόνα ένα τεραστίων διαστάσεων ποσό, αγοράζοντας ουσιαστικά τα πολιτικά δικαιώματα για καθέναν εβραίο της Φρανκφούρτης.
Στα τέλη του 1806, ο Ναπολέων επέβαλε εμπάργκο στα αγγλικά αγαθά και ο Ρότσιλντ εισήγε λαθραία πια τα απαγορευμένα προϊόντα, βγάζοντας τόνους χρημάτων. Μπλεγμένος ανάμεσα στον πόλεμο Πρωσίας και Γαλλίας, ο Γουλιέλμος αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το κάστρο του και όταν στράφηκε κατά του βασιλείου της Βεστφαλίας, οι Ρότσιλντ μπήκαν στο στόχαστρο του γάλλου κυβερνήτη και αδελφού του Βοναπάρτη, Ιερώνυμου.
Ο Μάγερ και οι γιοι του τέθηκαν σε κατ’ οίκον περιορισμό και πλήρωσαν και πάλι πολλά για να γλιτώσουν από τον διωγμό, κάτι που δίδαξε στον Μάγερ ένα πολύτιμο μάθημα. Πλέον δεν θα παρείχε τις υπηρεσίες του αποκλειστικά σε έναν ηγεμόνα. Πραγματιστής τώρα σε βαθμό ωμότητας, φέρεται να είπε: «Δώστε μου τον έλεγχο του χρήματος οποιασδήποτε χώρας και δεν με ενδιαφέρει η κυβέρνησή της».
Ο Γουλιέλμος εκτίμησε τη στάση του Μάγερ και εκχώρησε στον γιο του Νάθαν τη διαχείριση όλων των δραστηριοτήτων του στην Αγγλία. Με το τεράστιο κεφάλαιο στο πλευρό του, ο Νάθαν κερδοσκοπούσε τώρα στο χρηματιστήριο του Λονδίνου και έβγαλε όσα λεφτά δεν είχε ονειρευτεί ποτέ ο πατέρας του με τις νόμιμες επιχειρήσεις του.
Το 1810 ο Μάγερ έκανε όλα του τα παιδιά συνεταίρους, διατηρώντας πάντως τον τελικό λόγο. Πλέον η υγεία του ήταν σε κακό χάλι και αποσύρθηκε σταδιακά από την ενεργό δράση, για να κάνει πράξη το μεγάλο του όνειρο: να μάθει αγγλικά!
Τον Μάρτιο του 1811 ο γιος του Τζέικομπ εγκαταστάθηκε έπειτα από πατρική προτροπή στο Παρίσι, ιδρύοντας το γαλλικό παράρτημα των επιχειρήσεων Ρότσιλντ. Κάτω από τις μύτες των Γάλλων, ο Τζέικομπ διακινούσε τεράστια ποσά στον Δούκα του Γουέλινγκτον, ο οποίος πολεμούσε τον Ναπολέοντα.
Παρά την κακή κατάσταση της υγείας του, ο Μάγερ προσκλήθηκε να συμμετάσχει στο δημοτικό συμβούλιο της Φρανκφούρτης, τιμή πρωτόγνωρη για γερμανό εβραίο! Στις 19 Σεπτεμβρίου 1812, ο Μάγερ Ρότσιλντ έφυγε από τον κόσμο αφήνοντας στα παιδιά του μια τεράστια περιουσία και έναν επιχειρηματικό κολοσσό που εκτεινόταν πια στα πέρατα της Ευρώπης.
Το 1817 οι Ρότσιλντ έγιναν ευγενείς από τον αυτοκράτορα της Αυστρίας, καθώς τώρα ήταν τόσο δυνατοί που κανείς δεν μπορούσε να τους αγνοεί. Ο ένας γιος ήταν στην Αγγλία, ο άλλος παρέμεινε στη Φρανκφούρτη, ο τρίτος κυριαρχούσε στο Παρίσι, ο τέταρτος εγκαταστάθηκε στη Βιέννη και ο πέμπτος μεσουρανούσε στο βασίλειο της Νάπολης. Τα παιδιά τήρησαν απαράβατα την πατρική συμβουλή να μείνει η περιουσία στα χέρια της οικογένειας και οι ίδιοι να είναι πάντα ενωμένοι.
Ο πιο πετυχημένος απ’ όλους, ο Νάθαν (που πήρε το αγγλικότερο Νέιθαν), κατάφερε να μάθει την έκβαση της μάχης του Βατερλό μία μέρα πριν από την αγγλική βασιλική οικογένεια και να αποκομίσει αμύθητα ποσά, κερδοσκοπώντας στο χρηματιστήριο: διέδωσε ότι είχε νικήσει ο Ναπολέοντας και αγόρασε κοψοχρονιά μετοχές πανικόβλητων επενδυτών.
Η δύναμη των Ρότσιλντ δεν θα γνώριζε πια όρια, αν και στα κατοπινά χρόνια οι έριδες ενθρονίστηκαν στον οίκο, που απομακρύνθηκε άρδην από την ταπεινή πεπατημένη του γεννήτορά του…
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου