Γύρω στο 60 μ.Χ., ο φιλόσοφος Σενέκας έκανε το σφάλμα να περάσει μία μέρα σε ένα αμφιθέατρο της Ρώμης. Κατά το μεσημεριανό διάλειμμα, στο κοινό προσφερόταν ένα ακόμη δημοφιλές θέαμα: άγριες συμπλοκές μέχρι θανάτου μεταξύ καταδίκων, που το λυσσασμένο πλήθος τις παρακολουθούσε και δεν έλεγε να χορτάσει τη θέα του αίματος. Αργότερα, ο Σενέκας περιέγραψε τις φρικαλεότητες που αντίκρισε, σε μια επιστολή στο φίλο του Λουκίλιο.
Λεύκιος Ανναίος Σενέκας ο Νεότερος (4 π.Χ.-65 μ.Χ.)
Ο Ρωμαίος στωικός φιλόσοφος, συγγραφέας και πολιτικός Σενέκας ο Νεότερος ήταν γόνος εύπορης οικογένειας και γεννήθηκε στην Κόρδοβα της Ισπανίας. Σταδιοδρόμησε στη Ρώμη, όπου έγινε δάσκαλος και πολιτικός μέντορας του Νέρωνα.
Ο Σενέκας είχε την αντίληψη πως είναι ανεπίτρεπτο να σκοτώνει κανείς κάποιον χάριν ψυχαγωγίας, και ήταν ένας από τους λίγους επώνυμους της εποχής του που επέκριναν τους αγώνες μεταξύ μονομάχων. Αυτό το γνωρίζουμε από τις επιστολές του, όπως αυτή που παρουσιάζουμε, η οποία συντάχθηκε περίπου το 60 μ.Χ. Ταυτόχρονα, ο Σενέκας επισημαίνει ότι η δίψα του ξέφρενου όχλου για αίμα αποτελεί τυπικό παράδειγμα που αποδεικνύει ότι η ψυχολογική πίεση που ασκούν τα πλήθη μπορεί παρασύρει ακόμη και τους πιο ισχυρούς χαρακτήρες και να τους μετατρέψει σε άβουλους οπαδούς.
Η αφήγηση του Σενέκα:
«Με ρωτάς τι θα 'πρεπε να αποφεύγει κανείς πάνω απ' όλα; Τα πλήθη! Δεν μπορεί κανείς ποτέ να τους εμπιστευτεί την ακεραιότητά του. Εγώ, τουλάχιστον, οφείλω να ομολογήσω τη δική μου αδυναμία: δεν πρόκειται πια να ξαναγυρίσω με την ίδια ηθική συγκρότηση που είχα όταν έφυγα. Ό,τι είχα καταφέρει να βάλω σε μια σειρά μέσα στο μυαλό μου βρίσκεται σε σύγχυση ό,τι είχα απωθήσει επιστρέφει. Όπως συμβαίνει με τους ανθρώπους που, μετά από μακροχρόνια αρρώστια, έχουν εξασθενήσει τόσο, που δεν μπορούν να βγουν από το σπίτι τους, για να μην υποτροπιάσουν, το ίδιο συμβαίνει πολλές φορές και με μας, όταν η ψυχή μας προσπαθεί να αναρρώσει μετά από μια μακροχρόνια ασθένεια».
Η συναναστροφή με τους πολλούς είναι επιζήμια. Πάντα θα υπάρχει κάποιος που θα μας δελεάσει να μάθουμε μια κακή συνήθεια, ή θα μας την επιβάλει ή θα μας μολύνει μ' αυτή δίχως να το καταλάβουμε. Όπως και να 'χουν τα πράγματα, όσο πιο μεγάλα είναι τα πλήθη με τα οποία ερχόμαστε σε επαφή, τόσο πιο επικίνδυνα μπορούν να γίνουν. Ωστόσο, δεν υπάρχει τίποτε πιο βλαβερό για έναν υγιή νου από το να παρακολουθεί μια μονομαχία. Γιατί εκεί εθίζεται κανείς εύκολα στα πάθη που αναμοχλεύονται κάτω από την επίφαση της ψυχαγωγίας.»
Οι μονομαχίες μέχρι θανάτου, οι οποίες εκείνη την εποχή συνηθίζονταν κατά τις γιορτές, θεωρούνταν ψυχαγωγικά θεάματα Τα θεάματα είχαν ελεύθερη είσοδο, διαρκούσαν όλη τη μέρα και έδιναν στο κοινό την ευκαιρία να εκτονώνει την επιθετικότητα του υπό ελεγχόμενες συνθήκες. Μια καλή μονομαχία έκανε τον αυτοκράτορα πιο δημοφιλή στις λαϊκές μάζες - εξ ου και η περίφημη έκφραση περί κατευνασμού της δυσαρέσκειας των άνεργων πληβείων με «άρτον και θεάματα».
«Τι νομίζεις ότι εννοώ; Ότι επιστρέφω πιο άπληστος, πιο φιλόδοξος και πιο ακόλαστος; Ναι, και σίγουρα, πάνω απ' όλα, πιο σκληρός κι απάνθρωπος, τώρα που έχω έρθει σε επαφή με τους ανθρώπους.
Πήγα μια φορά σε μια αρένα μονομάχων το μεσημέρι. Περίμενα να δω αγώνες και ψυχαγωγικά θεάματα και οτιδήποτε θα μπορούσε να ξεκουράσει το ανθρώπινο μάτι από το καθημερινό λουτρό ανθρώπινου αίματος. Είδα, όμως, ακριβώς το αντίθετο. Οι προηγούμενες μονομαχίες φαίνονταν σαν να ήταν φιλικές αβρότητες μπροστά του. Δε μιλάμε πλέον για ασήμαντα πράγματα. Εδώ επρόκειτο για ωμή σφαγή. Αυτοί που μάχονταν δεν είχαν κανένα μέσο για να προφυλαχτούν. Δέχονταν χτυπήμοπα σε όλο τους το κορμί - και ήταν πολύ δυνατά χτυπήματα. Πολλοί προτιμούσαν αυτό το θέαμα από εκείνες τις συνηθισμένες αναμετρήσεις και τις συμπλοκές που γίνονται κατ' επιταγή του κοινού. Και γιατί να μην το προτιμήσουν; Εδώ δεν υπάρχει κράνος και ασπίδα για να αποκρούσει κανείς το όπλο. Γιατί να είναι κανείς επιδέξιος ή να φοράει πανοπλία; Προς τι η γενναιότητα; Όλα αυτά απλώς επιβραδύνουν το θάνατο.»
Το μεσημεριανό διάλειμμα μεσολαβούσε ανάμεσα στις πρωινές θηριομαχίες και στους κανονικούς αγώνες των μονομάχων, που γίνονταν τα απογεύματα. Κατά τη διάρκεια του διαλείμματος, οι μελλοθάνατοι εξαναγκάζονταν με μαστίγια και πυρακτωμένα σίδερα να χτυπιούνται μεταξύ τους μέχρι θανάτου, χωρίς κανένα μέσο αυτοπροστασίας.
Οι κανονικές αναμετρήσεις των μονομάχων μπορεί να τελείωναν Ισόπαλες ή να κατέληγαν ακόμη και στην απονομή χάρης στον ηττημένο, εάν είχε αγωνιστεί πολύ θαρραλέα. Όμως αυτό δε συνέβαινε εδώ. Ο Κλαύδιος, τον οποίο ο Σενέκας δε συμπαθούσε καθόλου, λέγεται ότι αγαπούσε τόσο πολύ τα μεσημεριανά θεάματα, ώστε έμενε εκεί και τα απολάμβανε, ενώ πολλοί άλλοι επέστρεφαν στα σπίτια τους για φαγητό.
Το πρωί πετάνε ανθρώπους στα λιοντάρια και στις αρκούδες, το μεσημέρι τούς παραδίνουν βορά στους θεατές. Κι αυτοί τους διατάζουν, αμέσως μόλις εξολοθρεύσουν τον έναν αντίπαλο, να στραφούν στον άλλο, ο οποίος θα τους σκοτώσει. Ο νικητής προορίζεται για να σφαχτεί αργότερα, σε κάποια άλλη σύγκρουση. Κάθε συμπλοκή καταλήγει σε θάνατο, από φωτιά ή από σπαθί. Κι αυτά τα πράγματα συμβαίνουν ενόσω η αρένα είναι άδεια μεταξύ των κανονικών θεαμάτων.
«Είναι ληστές και δολοφόνοι» θα μου πεις. Και λοιπόν; Ας πούμε ότι, επειδή σκότωσαν, ίσως και να τους αξίζει ένας τέτοιος βασανιστικός θάνατος. Αλλά εσύ, δύσμοιρε, τι έχεις κάνει, για να σου αξίζει να υποστείς το θέαμα αυτό;
Σε αντίθεση με το Σενέκα, οι Ρωμαίοι αντιμετώπιζαν τα θεάματα αυτού του είδους ως επίδειξη της ανδρείας και της περιφρόνησης προς το θάνατο που έπρεπε να τρέφει ένας γνήσιος Ρωμαίος. Ταυτόχρονα, το κοινό γινόταν αυτόπτης μάρτυρας στην απονομή δικαιοσύνης, όταν παραβάτες όπως ληστές, φονιάδες, εμπρηστές και προδότες σφάζονταν μεταξύ τους στην αρένα. Ο νικητής, ο τελευταίος που έμενε ζωντανός, εκτελοόνταν αμέσως ή τον κρατούσαν για να διασκεδάσει το κοινό και την επομένη.
Σκοτώστε τον, μαστιγώστε τον, κάψτε τον!
Γιατί δειλιάζει τόσο πολύ μπροστά στο σπαθί: Γιατί χτυπάει τόσο αδύναμα; Γιατί κάθεται να τον σκοτώσουν τόσο εύκολα; Τσακίστε τον στο: ξύλο, για να μάθει να δέχεται τα χτυπήματα σαν άντρας. Ας σταθούν μπροστά στα σπαθιά προτάσσοντας τα γυμνά τους στήθη». Και μετά, όταν γίνεται διάλειμμα: «Ας δούμε στο μεταξύ ένα δυο ανθρώπους να σφάζονται για να ανάψουν λίγο τα αίματα». Μα δεν καταλαβαίνουν ότι αυτές οι αποτρόπαιες πράξεις θα γυρίσουν πάνω στους ίδιους: Να ευχαριστείτε τους αθάνατους θεούς που προσπαθείτε να διδάξετε τη σκληρότητα σε κάποιον που δεν πρόκειται να τη μάθει. Όταν, όμως, μια ψυχή είναι νεαρή και δεν μπορεί ακόμη να διακρίνει το σωστό, πρέπει να προστατευτεί από τις ανθρώπινες μάζες. Γιατί είναι πολύ εύκολο να παρασυρθεί και να τις ακολουθήσει. Ακόμη και ο Σωκράτης, ο Κάτων και ο Λαίλιος θα μπορούσαν να επηρεαστούν σε ό,τι αφορά τις θεμελιώδεις ηθικές τους αξίες από τον ετερόκλητο όχλο. Γ' αυτό, κανείς από εμάς -όσο γερά κι αν έχουμε οπλίσει τον χαρακτήρα μας- δε θα μπορέσει να αντισταθεί στην επίθεση των κακών έξεων που επιβάλλει ο πανίσχυρος αυτός συρφετός.
Στην εποχή του Σενέκα, ήταν πραγματικά λίγοι εκείνοι που μπορούσαν να αντισταθούν στην «επίθεση των παθών», και οι δημοφιλείς σφαγές συνεχίστηκαν πολλές εκατοντάδες χρόνια μετά το θάνατο του Σενέκα.
Παρ' όλα αυτά, οι μονομαχίες εξακολουθούσαν να είναι δημοφιλείς και συνεχίστηκαν τουλάχιστον μέχρι το 404, όταν ο αυτοκράτορας Ονώριος τις απαγόρευσε εκ νέου, ή πιθανώς μέχρι το 440. Στις αρένες, όμως, σφαγιάζονταν άγρια ζώα μέχρι τον 7ο αιώνα.
Η δίψα για αίμα είναι μια φλόγα που σιγοκαίει ακόμη
Ακόμη κι αν τα σύγχρονα αθλήματα θεωρούνται, κατά κανόνα, ειρηνικά, ένα μεγάλο μέρος της ψυχολογίας της μεγάλης μάζας παραμένει αμετάβλητο. Ήδη στην αρχαιότητα υπήρξαν παραδείγματα οπαδών που αφήνονταν να παρασυρθούν από την ατμόσφαιρα που επικρατούσε στις ιπποδρομίες ή στους αγώνες των μονομάχων. Ο ανταγωνισμός μεταξύ των οπαδών ήταν μεγάλος και μπορούσε να καταλήξει σε βίαιες συγκρούσεις.
Το 59 μ.Χ., ξέσπασαν ταραχές στην αρένα των μονομαχιών της Πομπηίας, που είχε χωρητικότητα 20.000 θεατών. Ο Ρωμαίος ιστορικός Τάκιτος περιγράφει πώς οι αντεγκλήσεις μεταξύ ντόπιων και φιλοξενούμενων οπαδών από τη γειτονική πόλη Νουκερία εξελίχθηκαν από αγωνιστικά άσματα και περιπαικτικά συνθήματα σε λιθοβολισμούς και ξιφομαχίες, με απολογισμό πολλούς νεκρούς και τραυματίες. Ο Νέρωνας, στον απόηχο των ταραχών, διέταξε το κλείσιμο της αρένας για 10 χρόνια.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου