Περί της αρετής
Μας συμβαίνει – και σε μας ακόμα – που δεν είμαστε παρά εξαμβλώματα ανθρώπων, να εξυψώσουμε καμιά φορά την ψυχή μας πέρα από τη συνήθη κατάστασή της, όταν οι λέξεις ή τα παραδείγματα άλλων ανθρώπων την αφυπνίσουν. Αυτό όμως είναι ένα είδος πάθους που την παρακινεί, την αναστατώνει και την συναρπάζει κάπως έξω από τον εαυτό της. Γιατί μόλις περάσει αυτός ο ανεμοστρόβιλος, βλέπουμε πως η ψυχή χαλαρώνει και ηρεμεί αυθορμήτως, αν όχι ως το τελευταίο σκαλοπάτι, τουλάχιστον σε χαμηλότερο σκαλοπάτι από εκείνο που βρισκόταν πριν, έτσι που μπορεί να εξωθήσουμε τον εαυτό μας στην οργή, λίγο πολύ όπως κάθε κοινός άνθρωπος, για την απώλεια ενός γερακιού ή επειδή ένα ποτήρι έσπασε.
Εκτός από μια τεταγμένη συμπεριφορά, εκτός από τη μετριοπάθεια και τη σταθερότητα, θεωρώ πως όλα μπορούν να γίνουν, ακόμα και από έναν άνθρωπο που γενικώς είναι ατελής και ελλειπής. Γι’ αυτόν το λόγο, λένε οι σοφοί, προκειμένου να κρίνεις όπως πράγματι αρμόζει έναν άνθρωπο, πρέπει να ελέγξεις τις πεζές πράξεις του και να τον συλλάβεις εξαπίνης στην καθημερινή του αμφίεση.
Ο Πύρρων, εκείνος που αναγόρευσε την άγνοια σε μια τόσο ευχάριστη επιστήμη, προσπάθησε, όπως όλοι οι άλλοι αληθινοί φιλόσοφοι, να συμμορφώσει τη ζωή του με τις ιδέες που είχε αναπτύξει. Και επειδή επέμενε πως η αδυναμία της ανθρώπινης κρίσης είναι τόσο ακραία, ώστε δεν είναι σε θέση να συνταχθεί ή να κλίνει προς κάποιο μέρος και ήθελε να την έχει αέναα να κρέμεται ισοζυγισμένη, θεωρώντας και αποδεχόμενη όλα τα πράγματα ως “αδιάφορα”, διηγούνται πως διατηρούσε πάντα την ίδια όψη και έκφραση.
Αν είχε αρχίσει μια κουβέντα, δεν παρέλειπε να την αποτελειώσει, ακόμα και αν εκείνος στον οποίο μιλούσε, είχε αποχωρήσει· αν πήγαινε κάπου, δεν άλλαζε το δρόμο του, όποιο εμπόδιο και αν παρουσιαζόταν, γλιτώνοντας από γκρεμούς, από χτυπήματα αμαξιών και άλλα ατυχήματα χάρη στους φίλους του. Γιατί ο φόβος ή η αποφυγή κάποιου πράγματος θα σήμαιναν πως ερχόταν σε σύγκρουση με τις προτάσεις του, οι οποίες αφαιρούσαν, ακόμα και από τις αισθήσεις, κάθε επιλογή και βεβαιότητα. Κάποια φορά άντεξε με τέτοια σταθερότητα να του κάνουν τομή και να τον καυτηριάσουν, ώστε δεν είδαν ούτε καν να τρεμοπαίζουν τα μάτια του.
Ένα πράγμα είναι να φέρεις την ψυχή να δεχθεί τέτοιες ιδέες· άλλο πράγμα είναι να συνδυάσεις θεωρία και πράξη. Πάντως, αυτό δεν είναι αδύνατο. Εκείνο όμως που είναι σχεδόν απίστευτο να καταφέρεις είναι να συνδυάσεις θεωρία και πράξη με τέτοια επιμονή και σταθερότητα, ώστε από αυτόν το συνδυασμό να καθορίσεις την καθημερινή πορεία της ζωής σου με ενέργειες τόσο απομακρυσμένες από την κοινή πρακτική.
Να γιατί ο Πύρρων, όταν τον βρήκαν κάποτε στο σπίτι του να μαλώνει έντονα με την αδερφή του και τον μέμφθηκαν πως είχε ξεχάσει όλα τα σχετικά με τη θεωρία του της “αδιαφορίας”, είπε: “Τι; Πρέπει λοιπόν ακόμα και ετούτο το γύναιο να χρησιμεύει ώστε να αποδεικνύονται οι κανόνες μου;” Μιαν άλλη φορά που τον είδαν να υπερασπίζεται τον εαυτό του από ένα σκυλί, είπε: “Είναι πολύ δύσκολο να παραμερίσεις τελείως τον άνθρωπο· και πρέπει να ορίσουμε πως χρέος μας είναι να προσπαθήσουμε να καταπολεμήσουμε τα πράγματα, πρώτα με τις πράξεις, αλλά, αν το πράγμα φτάσει στο χειρότερο, με λογική και επιχειρήματα”.
[Ἀκόλουθος δ’ ἦν καί τῶ βίω, μηδέν ἐκτρεπόμενος μηδέ φυλαττόμενος, ἄπαντα ὑφιστάμενος, ἁμάξας, εἰ τύχοι, καί κρημνούς καί κύνας καί ὅλως μηδέν ταῖς αἰσθήσεσιν ἐπιτρέπων. Σώζεσθαι μέντοι… ὑπό τῶν γνωρίμων παρακολουθούντων. Καί χολήσας τι περί τῆς ἀδερφῆς… πρός τόν ἐπιλαμβανόμενον εἰπεῖν ὡς οὐκ ἐν γυναίῳ ἡ ἐπίδειξις τῆς ἀδιαφορίας. Καί κυνός ποτ’ ἐπενεχθέντος διασοβηθέντα εἰπεῖν πρός τόν αἰτιασάμενον, ὡς χαλεπόν εἴη ἐκδῦναι τόν ἄνθρωπον· διαγωνίζεσθαι δ’ ὡς οἷόν τε πρῶτον μέν τοῖς ἔργοις πρός τά πράγματα, εἰ δέ μή, τῶ γε λόγω. Φασί δέ σηπτικῶν φαρμάκων καί τομῶν καί καύσεων ἐπί τινος ἔλκους αὐτῶ προσενεχθέντων, ἀλλά μηδέ τά ὀφρῦς συναγαγεῖν.] (ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Πύρρων, Θ’, 62,66,67)
Μας συμβαίνει – και σε μας ακόμα – που δεν είμαστε παρά εξαμβλώματα ανθρώπων, να εξυψώσουμε καμιά φορά την ψυχή μας πέρα από τη συνήθη κατάστασή της, όταν οι λέξεις ή τα παραδείγματα άλλων ανθρώπων την αφυπνίσουν. Αυτό όμως είναι ένα είδος πάθους που την παρακινεί, την αναστατώνει και την συναρπάζει κάπως έξω από τον εαυτό της. Γιατί μόλις περάσει αυτός ο ανεμοστρόβιλος, βλέπουμε πως η ψυχή χαλαρώνει και ηρεμεί αυθορμήτως, αν όχι ως το τελευταίο σκαλοπάτι, τουλάχιστον σε χαμηλότερο σκαλοπάτι από εκείνο που βρισκόταν πριν, έτσι που μπορεί να εξωθήσουμε τον εαυτό μας στην οργή, λίγο πολύ όπως κάθε κοινός άνθρωπος, για την απώλεια ενός γερακιού ή επειδή ένα ποτήρι έσπασε.
Εκτός από μια τεταγμένη συμπεριφορά, εκτός από τη μετριοπάθεια και τη σταθερότητα, θεωρώ πως όλα μπορούν να γίνουν, ακόμα και από έναν άνθρωπο που γενικώς είναι ατελής και ελλειπής. Γι’ αυτόν το λόγο, λένε οι σοφοί, προκειμένου να κρίνεις όπως πράγματι αρμόζει έναν άνθρωπο, πρέπει να ελέγξεις τις πεζές πράξεις του και να τον συλλάβεις εξαπίνης στην καθημερινή του αμφίεση.
Ο Πύρρων, εκείνος που αναγόρευσε την άγνοια σε μια τόσο ευχάριστη επιστήμη, προσπάθησε, όπως όλοι οι άλλοι αληθινοί φιλόσοφοι, να συμμορφώσει τη ζωή του με τις ιδέες που είχε αναπτύξει. Και επειδή επέμενε πως η αδυναμία της ανθρώπινης κρίσης είναι τόσο ακραία, ώστε δεν είναι σε θέση να συνταχθεί ή να κλίνει προς κάποιο μέρος και ήθελε να την έχει αέναα να κρέμεται ισοζυγισμένη, θεωρώντας και αποδεχόμενη όλα τα πράγματα ως “αδιάφορα”, διηγούνται πως διατηρούσε πάντα την ίδια όψη και έκφραση.
Αν είχε αρχίσει μια κουβέντα, δεν παρέλειπε να την αποτελειώσει, ακόμα και αν εκείνος στον οποίο μιλούσε, είχε αποχωρήσει· αν πήγαινε κάπου, δεν άλλαζε το δρόμο του, όποιο εμπόδιο και αν παρουσιαζόταν, γλιτώνοντας από γκρεμούς, από χτυπήματα αμαξιών και άλλα ατυχήματα χάρη στους φίλους του. Γιατί ο φόβος ή η αποφυγή κάποιου πράγματος θα σήμαιναν πως ερχόταν σε σύγκρουση με τις προτάσεις του, οι οποίες αφαιρούσαν, ακόμα και από τις αισθήσεις, κάθε επιλογή και βεβαιότητα. Κάποια φορά άντεξε με τέτοια σταθερότητα να του κάνουν τομή και να τον καυτηριάσουν, ώστε δεν είδαν ούτε καν να τρεμοπαίζουν τα μάτια του.
Ένα πράγμα είναι να φέρεις την ψυχή να δεχθεί τέτοιες ιδέες· άλλο πράγμα είναι να συνδυάσεις θεωρία και πράξη. Πάντως, αυτό δεν είναι αδύνατο. Εκείνο όμως που είναι σχεδόν απίστευτο να καταφέρεις είναι να συνδυάσεις θεωρία και πράξη με τέτοια επιμονή και σταθερότητα, ώστε από αυτόν το συνδυασμό να καθορίσεις την καθημερινή πορεία της ζωής σου με ενέργειες τόσο απομακρυσμένες από την κοινή πρακτική.
Να γιατί ο Πύρρων, όταν τον βρήκαν κάποτε στο σπίτι του να μαλώνει έντονα με την αδερφή του και τον μέμφθηκαν πως είχε ξεχάσει όλα τα σχετικά με τη θεωρία του της “αδιαφορίας”, είπε: “Τι; Πρέπει λοιπόν ακόμα και ετούτο το γύναιο να χρησιμεύει ώστε να αποδεικνύονται οι κανόνες μου;” Μιαν άλλη φορά που τον είδαν να υπερασπίζεται τον εαυτό του από ένα σκυλί, είπε: “Είναι πολύ δύσκολο να παραμερίσεις τελείως τον άνθρωπο· και πρέπει να ορίσουμε πως χρέος μας είναι να προσπαθήσουμε να καταπολεμήσουμε τα πράγματα, πρώτα με τις πράξεις, αλλά, αν το πράγμα φτάσει στο χειρότερο, με λογική και επιχειρήματα”.
[Ἀκόλουθος δ’ ἦν καί τῶ βίω, μηδέν ἐκτρεπόμενος μηδέ φυλαττόμενος, ἄπαντα ὑφιστάμενος, ἁμάξας, εἰ τύχοι, καί κρημνούς καί κύνας καί ὅλως μηδέν ταῖς αἰσθήσεσιν ἐπιτρέπων. Σώζεσθαι μέντοι… ὑπό τῶν γνωρίμων παρακολουθούντων. Καί χολήσας τι περί τῆς ἀδερφῆς… πρός τόν ἐπιλαμβανόμενον εἰπεῖν ὡς οὐκ ἐν γυναίῳ ἡ ἐπίδειξις τῆς ἀδιαφορίας. Καί κυνός ποτ’ ἐπενεχθέντος διασοβηθέντα εἰπεῖν πρός τόν αἰτιασάμενον, ὡς χαλεπόν εἴη ἐκδῦναι τόν ἄνθρωπον· διαγωνίζεσθαι δ’ ὡς οἷόν τε πρῶτον μέν τοῖς ἔργοις πρός τά πράγματα, εἰ δέ μή, τῶ γε λόγω. Φασί δέ σηπτικῶν φαρμάκων καί τομῶν καί καύσεων ἐπί τινος ἔλκους αὐτῶ προσενεχθέντων, ἀλλά μηδέ τά ὀφρῦς συναγαγεῖν.] (ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Πύρρων, Θ’, 62,66,67)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου