Ἄλλος ἐκ τοῦ τὸν χρόνον σκοπεῖν, οἷον ὡς Ἰφικράτης ἐν τῇ πρὸς Ἁρμόδιον, ὅτι «εἰ πρὶν ποιῆσαι ἠξίουν τῆς εἰκόνος τυχεῖν ἐὰν ποιήσω, ἔδοτε ἄν· ποιήσαντι δ᾽ ἆρ᾽ οὐ δώσετε; μὴ τοίνυν μέλλοντες μὲν ὑπισχνεῖσθε, παθόντες δ᾽ ἀφαιρεῖσθε». καὶ πάλιν πρὸς τὸ Θηβαίους διιέναι Φίλιππον εἰς
[1398a] τὴν Ἀττικήν, ὅτι εἰ πρὶν βοηθῆσαι εἰς Φωκεῖς ἠξίου, ὑπέσχοντο ἄν· ἄτοπον οὖν εἰ διότι προεῖτο καὶ ἐπίστευσεν μὴ διήσουσιν.
Ἄλλος ἐκ τῶν εἰρημένων καθ᾽ αὑτοῦ πρὸς τὸν εἰπόντα, οἷον ἐν τῷ Τεύκρῳ. διαφέρει δὲ ὁ τρόπος ᾧ ἐχρήσατο Ἰφικράτης πρὸς Ἀριστοφῶντα, ἐπερόμενος εἰ προδοίη ἂν τὰς ναῦς ἐπὶ χρήμασιν· οὐ φάσκοντος δέ, εἶτα εἶπεν «σὺ μὲν ὢν Ἀριστοφῶν οὐκ ἂν προδοίης, ἐγὼ δ᾽ ὢν Ἰφικράτης;» δεῖ δὲ ὑπάρχειν μᾶλλον ἂν δοκοῦντα ἀδικῆσαι ἐκεῖνον· εἰ δὲ μή, γελοῖον ἂν φανείη, εἰ πρὸς Ἀριστείδην κατηγοροῦντα τοῦτό τις [ἂν] εἴπειεν ἄλλος πρὸς ἀπιστίαν τοῦ κατηγόρου· ὅλως γὰρ βούλεται ὁ κατηγορῶν βελτίων εἶναι τοῦ φεύγοντος· τοῦτ᾽ οὖν ἐξελέγχειν δεῖ. καθόλου δὲ ἄτοπός ἐστιν, ὅταν τις ἐπιτιμᾷ ἄλλοις ἃ αὐτὸς ποιεῖ ἢ ποιήσειεν ἂν, ἢ προτρέπῃ ποιεῖν ἃ αὐτὸς μὴ ποιεῖ μηδὲ ποιήσειεν ἄν.
Ἄλλος ἐξ ὁρισμοῦ, οἷον τί τὸ δαιμόνιόν ἐστιν· «ἆρα θεὸς ἢ θεοῦ ἔργον; καίτοι ὅστις οἴεται θεοῦ ἔργον εἶναι, τοῦτον ἀνάγκη οἴεσθαι καὶ θεοὺς εἶναι.» καὶ ὡς Ἰφικράτης, ὅτι γενναιότατος ὁ βέλτιστος· καὶ γὰρ Ἁρμοδίῳ καὶ Ἀριστογείτονι οὐδὲν πρότερον ὑπῆρχεν γενναῖον πρὶν γενναῖόν τι πρᾶξαι. καὶ ὅτι συγγενέστερος αὐτός· «τὰ γοῦν ἔργα συγγενέστερά ἐστι τὰ ἐμὰ τοῖς Ἁρμοδίου καὶ Ἀριστογείτονος ἢ τὰ σά». καὶ ὡς ἐν τῷ Ἀλεξάνδρῳ ὅτι πάντες ἂν ὁμολογήσειαν τοὺς μὴ κοσμίους οὐχ ἑνὸς σώματος ἀγαπᾶν ἀπόλαυσιν. καὶ δι᾽ ὃ Σωκράτης οὐκ ἔφη βαδίζειν ὡς Ἀρχέλαον· ὕβριν γὰρ ἔφη εἶναι τὸ μὴ δύνασθαι ἀμύνασθαι ὁμοίως καὶ εὖ παθόντας ὥσπερ καὶ κακῶς. πάντες γὰρ οὗτοι ὁρισάμενοι καὶ λαβόντες τὸ τί ἐστι συλλογίζονται περὶ ὧν λέγουσιν.
Ἄλλος ἐκ τοῦ ποσαχῶς, οἷον ἐν τοῖς Τοπικοῖς περὶ τοῦ ὀξέος.
Ἄλλος ἐκ διαιρέσεως, οἷον εἰ πάντες τριῶν ἕνεκεν ἀδικοῦσιν (ἢ τοῦδε γὰρ ἕνεκα ἢ τοῦδε ἢ τοῦδε), καὶ διὰ μὲν τὰ δύο ἀδύνατον, διὰ δὲ τὸ τρίτον οὐδ᾽ αὐτοί φασιν.
Ἄλλος ἐξ ἐπαγωγῆς, οἷον ἐκ τῆς Πεπαρηθίας, ὅτι περὶ
[1398b] τῶν τέκνων αἱ γυναῖκες πανταχοῦ διορίζουσι τἀληθές· τοῦτο μὲν γὰρ Ἀθήνησι Μαντίᾳ τῷ ῥήτορι ἀμφισβητοῦντι πρὸς τὸν υἱὸν ἀπέφηνεν ἡ μήτηρ, τοῦτο δὲ Θήβησιν Ἰσμηνίου καὶ Στίλβωνος ἀμφισβητούντων ἡ Δωδωνὶς ἀπέδειξεν Ἰσμηνίου τὸν υἱόν, καὶ διὰ τοῦτο Θετταλίσκον Ἰσμηνίου ἐνόμιζον. καὶ πάλιν ἐκ τοῦ Νόμου τοῦ Θεοδέκτου, «εἰ τοῖς κακῶς ἐπιμεληθεῖσι τῶν ἀλλοτρίων ἵππων οὐ παραδιδόασι τοὺς οἰκείους, οὐδὲ τοῖς ἀνατρέψασι τὰς ἀλλοτρίας ναῦς ‹τὰς οἰκείας›, οὐκοῦν εἰ ὁμοίως ἐφ᾽ ἁπάντων, καὶ τοῖς κακῶς φυλάξασι τὴν ἀλλοτρίαν οὐ χρηστέον ἐστὶν εἰς τὴν οἰκείαν σωτηρίαν». καὶ ὡς Ἀλκιδάμας, ὅτι πάντες τοὺς σοφοὺς τιμῶσιν· «Πάριοι γοῦν Ἀρχίλοχον καίπερ βλάσφημον ὄντα τετιμήκασι, καὶ Χῖοι Ὅμηρον οὐκ ὄντα πολίτην, καὶ Μυτιληναῖοι Σαπφῶ καίπερ γυναῖκα οὖσαν, καὶ Λακεδαιμόνιοι Χίλωνα καὶ τῶν γερόντων ἐποίησαν ἥκιστα φιλόλογοι ὄντες, καὶ Ἰταλιῶται Πυθαγόραν, καὶ Λαμψακηνοὶ Ἀναξαγόραν ξένον ὄντα ἔθαψαν καὶ τιμῶσι ἔτι καὶ νῦν, καὶ Ἀθηναῖοι τοῖς Σόλωνος νόμοις χρησάμενοι εὐδαιμόνησαν καὶ Λακεδαιμόνιοι τοῖς Λυκούργου, καὶ Θήβησιν ἅμα οἱ προστάται φιλόσοφοι ἐγένοντο καὶ εὐδαιμόνησεν ἡ πόλις».
***
Ένας άλλος τόπος προκύπτει από τη θεώρηση του χρόνου. Παράδειγμα αυτά που είπε ο Ιφικράτης στον λόγο του εναντίον του Αρμόδιου: «Αν πριν ακόμη κάνω ό,τι έκανα σας ζητούσα να μου στήσετε ανδριάντα στην περίπτωση που θα το έκανα, δεν θα μου το αρνιόσασταν· αλήθεια, θα μου το αρνηθείτε τώρα που το έκανα; Μη δίνετε λοιπόν υποσχέσεις ενόψει αυτών που περιμένετε στο μέλλον, που να τις παίρνετε πίσω όταν σας συμβεί αυτό που περιμένατε». Άλλο παράδειγμα: Για να επιτρέψουν οι Θηβαίοι να περάσει ο Φίλιππος μέσα από τη χώρα τους στην πορεία του [1398a] προς την Αττική: «Αν ο Φίλιππος τους είχε ζητήσει αυτό το πράγμα προτού τους βοηθήσει εναντίον των Φωκέων, θα του το είχαν υποσχεθεί· θα ήταν λοιπόν παράλογο να μη του το επιτρέψουν τώρα, επειδή το παρέλειψε τότε και τους εμπιστεύθηκε.»
Ένας άλλος τόπος είναι το να στρέφει κανείς αυτά που λέχθηκαν γι᾽ αυτόν εναντίον εκείνου που τα είπε. Υπάρχει, βέβαια, διαφορά στον τρόπο αντιστροφής, ανάμεσα π.χ. σ᾽ αυτόν που χρησιμοποιήθηκε στον Τεύκρο και σ᾽ αυτόν που χρησιμοποίησε ο Ιφικράτης εναντίον του Αριστοφώντα, όταν τον ρώτησε αν θα πρόδιδε τον στόλο του για χρήματα, και όταν εκείνος απάντησε «όχι», ο Ιφικράτης του είπε: «Λοιπόν, εσύ ένας Αριστοφώντας δεν θα τα πρόδιδες, και θα τα πρόδιδα εγώ ένας Ιφικράτης;» Φυσικά, είναι απαραίτητο ο άλλος να είναι άτομο που θα μπορούσε να θεωρηθεί με περισσότερες πιθανότητες ικανός για το αδίκημα· αλλιώς θα φαινόταν γελοίο, αν κάποιος, για να απαντήσει σε κατηγορία του Αριστείδη, θα έλεγε κάτι τέτοιο προκειμένου να εμφανίσει ως αναξιόπιστο τον κατήγορο· γιατί γενικά ο κατήγορος θέλει να εμφανίζεται ως άτομο καλύτερος από τον κατηγορούμενο· πρέπει λοιπόν και αυτός σ᾽ αυτό το σημείο να τον αντικρούσει. Γενικά είναι γελοίος όποιος κατηγορεί άλλους για πράγματα που κάνει ή θα μπορούσε να κάνει ο ίδιος, ή όποιος προτρέπει άλλους να κάνουν πράγματα που ο ίδιος δεν κάνει ούτε θα έκανε.
Ένας άλλος είναι ο τόπος από τον ορισμό. Παράδειγμα: Τι είναι το δαιμόνιον; Δεν είναι ή θεός ή έργο θεού; Όποιος, πάντως, πιστεύει πως είναι έργο θεού, δεν μπορεί παρά να πιστεύει και στην ύπαρξη των θεών. Επίσης, όπως επιχειρηματολόγησε ο Ιφικράτης, όταν ήθελε να αποδείξει ότι η κατεξοχήν ευγένεια καταγωγής είναι αυτή που υπάρχει στον πολύ υψηλού ηθικού επιπέδου άνθρωπο: αλήθεια, ποιά ευγένεια καταγωγής είχαν να επιδείξουν ο Αρμόδιος και ο Αριστογείτων ώς τη στιγμή που έκαναν την ευγενή εκείνη πράξη τους; Και για το ότι ο ίδιος ήταν ο πιο κοντινός τους συγγενής: «Οι δικές μου, πάντως, πράξεις συγγενεύουν με τις πράξεις του Αρμόδιου και του Αριστογείτονα περισσότερο από ό,τι οι δικές σου». Και όπως στον Αλέξανδρο, ότι όλοι θα συμφωνούσαν πως οι μη σώφρονες άνθρωποι δεν ικανοποιούνται με την απόλαυση ενός μόνο γυναικείου σώματος. Επίσης ο λόγος για τον οποίο ο Σωκράτης αρνήθηκε να επισκεφθεί τον Αρχέλαο: ο Σωκράτης έλεγε ότι είναι ντροπή να μη μπορεί κανείς να ανταποδώσει και τα καλά που δέχτηκε και τα κακά που υπέστη. Όλοι, πράγματι, αυτοί που αναφέραμε, αφού δώσουν ορισμούς και συλλάβουν την αληθινή ουσία ενός πράγματος, βγάζουν τα συμπεράσματά τους για τα θέματα που πραγματεύονται.
Ένας άλλος είναι ο τόπος από τη διερεύνηση των ποικίλων σημασιών μιας λέξης, όπως είναι π.χ. στα Τοπικά ο λόγος για τις σημασίες της έννοιας οξύς.
Ένας άλλος είναι ο τόπος από τη διαίρεση. Παράδειγμα: Αν όλοι οι άνθρωποι διαπράττουν αδικήματα για τρεις λόγους (ή γι᾽ αυτόν ή γι᾽ αυτόν ή γι᾽ αυτόν), για δύο από τους λόγους αυτούς το αδίκημα ήταν αδύνατο να διαπραχθεί· όσο για τον τρίτο λόγο, αυτόν δεν τον προβάλλουν ούτε οι ίδιοι οι κατήγοροι.
Ένας άλλος είναι ο τόπος από την επαγωγή. Ένα παράδειγμα είναι από την περίπτωση της γυναίκας από την Πεπάρηθο, όπου λέχθηκε
[1398b] ότι την αλήθεια για το ποιός είναι ο πατέρας των παιδιών την ξεδιαλύνουν παντού οι γυναίκες· έτσι και στην Αθήνα: όταν ο ρήτορας Μαντίας αμφισβητούσε την πατρότητα του γιου του, την αλήθεια την αποκάλυψε η μητέρα· και πάλι στη Θήβα: όταν αντιδικούσαν μεταξύ τους ο Ισμηνίας και ο Στίλβων, η γυναίκα από τη Δωδώνη αποκάλυψε ότι το παιδί ήταν γιος του Ισμηνία, και από τότε όλοι πια θεωρούσαν τον Θεσσαλίσκο γιο του Ισμηνία. Ανάλογη περίπτωση και από τον Νόμο του Θεοδέκτη: Αν οι άνθρωποι δεν εμπιστεύονται τα άλογά τους σ᾽ αυτούς που δεν φρόντισαν σωστά τα άλογα των άλλων, ούτε τα καράβια τους σ᾽ αυτούς που βούλιαξαν τα καράβια των άλλων, τότε —αν αυτό ισχύει σε όλες τις περιπτώσεις— δεν πρέπει επίσης να αναθέτουν τη σωτηρία τους σ᾽ αυτούς που δεν κατάφεραν να διασφαλίσουν τη σωτηρία άλλων. Επίσης, όπως το είπε ο Αλκιδάμας, ότι όλοι τιμούν τους σοφούς: Οι Πάριοι, επί παραδείγματι, τίμησαν τον Αρχίλοχο παρ᾽ όλη την κακογλωσσιά του· οι Χίοι τον Όμηρο κι ας μην ήταν συμπολίτης τους· οι Μυτιληναίοι τη Σαπφώ κι ας ήταν γυναίκα, οι Λακεδαιμόνιοι τον Χίλωνα (τον έκαναν και μέλος της γερουσίας) κι ας μην ήταν φίλοι των γραμμάτων, οι Ιταλιώτες τον Πυθαγόρα· οι Λαμψακηνοί τον Αναξαγόρα, κι ας ήταν ξένος, τον έθαψαν και τον τιμούν ακόμη· οι Αθηναίοι με την εφαρμογή των νόμων του Σόλωνα ευδαιμόνησαν, το ίδιο και οι Λακεδαιμόνιοι με την εφαρμογή των νόμων του Λυκούργου· αλλά και στη Θήβα, μόλις οι ηγέτες έγιναν φιλόσοφοι, η πόλη ευδαιμόνησε.
[1398a] τὴν Ἀττικήν, ὅτι εἰ πρὶν βοηθῆσαι εἰς Φωκεῖς ἠξίου, ὑπέσχοντο ἄν· ἄτοπον οὖν εἰ διότι προεῖτο καὶ ἐπίστευσεν μὴ διήσουσιν.
Ἄλλος ἐκ τῶν εἰρημένων καθ᾽ αὑτοῦ πρὸς τὸν εἰπόντα, οἷον ἐν τῷ Τεύκρῳ. διαφέρει δὲ ὁ τρόπος ᾧ ἐχρήσατο Ἰφικράτης πρὸς Ἀριστοφῶντα, ἐπερόμενος εἰ προδοίη ἂν τὰς ναῦς ἐπὶ χρήμασιν· οὐ φάσκοντος δέ, εἶτα εἶπεν «σὺ μὲν ὢν Ἀριστοφῶν οὐκ ἂν προδοίης, ἐγὼ δ᾽ ὢν Ἰφικράτης;» δεῖ δὲ ὑπάρχειν μᾶλλον ἂν δοκοῦντα ἀδικῆσαι ἐκεῖνον· εἰ δὲ μή, γελοῖον ἂν φανείη, εἰ πρὸς Ἀριστείδην κατηγοροῦντα τοῦτό τις [ἂν] εἴπειεν ἄλλος πρὸς ἀπιστίαν τοῦ κατηγόρου· ὅλως γὰρ βούλεται ὁ κατηγορῶν βελτίων εἶναι τοῦ φεύγοντος· τοῦτ᾽ οὖν ἐξελέγχειν δεῖ. καθόλου δὲ ἄτοπός ἐστιν, ὅταν τις ἐπιτιμᾷ ἄλλοις ἃ αὐτὸς ποιεῖ ἢ ποιήσειεν ἂν, ἢ προτρέπῃ ποιεῖν ἃ αὐτὸς μὴ ποιεῖ μηδὲ ποιήσειεν ἄν.
Ἄλλος ἐξ ὁρισμοῦ, οἷον τί τὸ δαιμόνιόν ἐστιν· «ἆρα θεὸς ἢ θεοῦ ἔργον; καίτοι ὅστις οἴεται θεοῦ ἔργον εἶναι, τοῦτον ἀνάγκη οἴεσθαι καὶ θεοὺς εἶναι.» καὶ ὡς Ἰφικράτης, ὅτι γενναιότατος ὁ βέλτιστος· καὶ γὰρ Ἁρμοδίῳ καὶ Ἀριστογείτονι οὐδὲν πρότερον ὑπῆρχεν γενναῖον πρὶν γενναῖόν τι πρᾶξαι. καὶ ὅτι συγγενέστερος αὐτός· «τὰ γοῦν ἔργα συγγενέστερά ἐστι τὰ ἐμὰ τοῖς Ἁρμοδίου καὶ Ἀριστογείτονος ἢ τὰ σά». καὶ ὡς ἐν τῷ Ἀλεξάνδρῳ ὅτι πάντες ἂν ὁμολογήσειαν τοὺς μὴ κοσμίους οὐχ ἑνὸς σώματος ἀγαπᾶν ἀπόλαυσιν. καὶ δι᾽ ὃ Σωκράτης οὐκ ἔφη βαδίζειν ὡς Ἀρχέλαον· ὕβριν γὰρ ἔφη εἶναι τὸ μὴ δύνασθαι ἀμύνασθαι ὁμοίως καὶ εὖ παθόντας ὥσπερ καὶ κακῶς. πάντες γὰρ οὗτοι ὁρισάμενοι καὶ λαβόντες τὸ τί ἐστι συλλογίζονται περὶ ὧν λέγουσιν.
Ἄλλος ἐκ τοῦ ποσαχῶς, οἷον ἐν τοῖς Τοπικοῖς περὶ τοῦ ὀξέος.
Ἄλλος ἐκ διαιρέσεως, οἷον εἰ πάντες τριῶν ἕνεκεν ἀδικοῦσιν (ἢ τοῦδε γὰρ ἕνεκα ἢ τοῦδε ἢ τοῦδε), καὶ διὰ μὲν τὰ δύο ἀδύνατον, διὰ δὲ τὸ τρίτον οὐδ᾽ αὐτοί φασιν.
Ἄλλος ἐξ ἐπαγωγῆς, οἷον ἐκ τῆς Πεπαρηθίας, ὅτι περὶ
[1398b] τῶν τέκνων αἱ γυναῖκες πανταχοῦ διορίζουσι τἀληθές· τοῦτο μὲν γὰρ Ἀθήνησι Μαντίᾳ τῷ ῥήτορι ἀμφισβητοῦντι πρὸς τὸν υἱὸν ἀπέφηνεν ἡ μήτηρ, τοῦτο δὲ Θήβησιν Ἰσμηνίου καὶ Στίλβωνος ἀμφισβητούντων ἡ Δωδωνὶς ἀπέδειξεν Ἰσμηνίου τὸν υἱόν, καὶ διὰ τοῦτο Θετταλίσκον Ἰσμηνίου ἐνόμιζον. καὶ πάλιν ἐκ τοῦ Νόμου τοῦ Θεοδέκτου, «εἰ τοῖς κακῶς ἐπιμεληθεῖσι τῶν ἀλλοτρίων ἵππων οὐ παραδιδόασι τοὺς οἰκείους, οὐδὲ τοῖς ἀνατρέψασι τὰς ἀλλοτρίας ναῦς ‹τὰς οἰκείας›, οὐκοῦν εἰ ὁμοίως ἐφ᾽ ἁπάντων, καὶ τοῖς κακῶς φυλάξασι τὴν ἀλλοτρίαν οὐ χρηστέον ἐστὶν εἰς τὴν οἰκείαν σωτηρίαν». καὶ ὡς Ἀλκιδάμας, ὅτι πάντες τοὺς σοφοὺς τιμῶσιν· «Πάριοι γοῦν Ἀρχίλοχον καίπερ βλάσφημον ὄντα τετιμήκασι, καὶ Χῖοι Ὅμηρον οὐκ ὄντα πολίτην, καὶ Μυτιληναῖοι Σαπφῶ καίπερ γυναῖκα οὖσαν, καὶ Λακεδαιμόνιοι Χίλωνα καὶ τῶν γερόντων ἐποίησαν ἥκιστα φιλόλογοι ὄντες, καὶ Ἰταλιῶται Πυθαγόραν, καὶ Λαμψακηνοὶ Ἀναξαγόραν ξένον ὄντα ἔθαψαν καὶ τιμῶσι ἔτι καὶ νῦν, καὶ Ἀθηναῖοι τοῖς Σόλωνος νόμοις χρησάμενοι εὐδαιμόνησαν καὶ Λακεδαιμόνιοι τοῖς Λυκούργου, καὶ Θήβησιν ἅμα οἱ προστάται φιλόσοφοι ἐγένοντο καὶ εὐδαιμόνησεν ἡ πόλις».
***
Ένας άλλος τόπος προκύπτει από τη θεώρηση του χρόνου. Παράδειγμα αυτά που είπε ο Ιφικράτης στον λόγο του εναντίον του Αρμόδιου: «Αν πριν ακόμη κάνω ό,τι έκανα σας ζητούσα να μου στήσετε ανδριάντα στην περίπτωση που θα το έκανα, δεν θα μου το αρνιόσασταν· αλήθεια, θα μου το αρνηθείτε τώρα που το έκανα; Μη δίνετε λοιπόν υποσχέσεις ενόψει αυτών που περιμένετε στο μέλλον, που να τις παίρνετε πίσω όταν σας συμβεί αυτό που περιμένατε». Άλλο παράδειγμα: Για να επιτρέψουν οι Θηβαίοι να περάσει ο Φίλιππος μέσα από τη χώρα τους στην πορεία του [1398a] προς την Αττική: «Αν ο Φίλιππος τους είχε ζητήσει αυτό το πράγμα προτού τους βοηθήσει εναντίον των Φωκέων, θα του το είχαν υποσχεθεί· θα ήταν λοιπόν παράλογο να μη του το επιτρέψουν τώρα, επειδή το παρέλειψε τότε και τους εμπιστεύθηκε.»
Ένας άλλος τόπος είναι το να στρέφει κανείς αυτά που λέχθηκαν γι᾽ αυτόν εναντίον εκείνου που τα είπε. Υπάρχει, βέβαια, διαφορά στον τρόπο αντιστροφής, ανάμεσα π.χ. σ᾽ αυτόν που χρησιμοποιήθηκε στον Τεύκρο και σ᾽ αυτόν που χρησιμοποίησε ο Ιφικράτης εναντίον του Αριστοφώντα, όταν τον ρώτησε αν θα πρόδιδε τον στόλο του για χρήματα, και όταν εκείνος απάντησε «όχι», ο Ιφικράτης του είπε: «Λοιπόν, εσύ ένας Αριστοφώντας δεν θα τα πρόδιδες, και θα τα πρόδιδα εγώ ένας Ιφικράτης;» Φυσικά, είναι απαραίτητο ο άλλος να είναι άτομο που θα μπορούσε να θεωρηθεί με περισσότερες πιθανότητες ικανός για το αδίκημα· αλλιώς θα φαινόταν γελοίο, αν κάποιος, για να απαντήσει σε κατηγορία του Αριστείδη, θα έλεγε κάτι τέτοιο προκειμένου να εμφανίσει ως αναξιόπιστο τον κατήγορο· γιατί γενικά ο κατήγορος θέλει να εμφανίζεται ως άτομο καλύτερος από τον κατηγορούμενο· πρέπει λοιπόν και αυτός σ᾽ αυτό το σημείο να τον αντικρούσει. Γενικά είναι γελοίος όποιος κατηγορεί άλλους για πράγματα που κάνει ή θα μπορούσε να κάνει ο ίδιος, ή όποιος προτρέπει άλλους να κάνουν πράγματα που ο ίδιος δεν κάνει ούτε θα έκανε.
Ένας άλλος είναι ο τόπος από τον ορισμό. Παράδειγμα: Τι είναι το δαιμόνιον; Δεν είναι ή θεός ή έργο θεού; Όποιος, πάντως, πιστεύει πως είναι έργο θεού, δεν μπορεί παρά να πιστεύει και στην ύπαρξη των θεών. Επίσης, όπως επιχειρηματολόγησε ο Ιφικράτης, όταν ήθελε να αποδείξει ότι η κατεξοχήν ευγένεια καταγωγής είναι αυτή που υπάρχει στον πολύ υψηλού ηθικού επιπέδου άνθρωπο: αλήθεια, ποιά ευγένεια καταγωγής είχαν να επιδείξουν ο Αρμόδιος και ο Αριστογείτων ώς τη στιγμή που έκαναν την ευγενή εκείνη πράξη τους; Και για το ότι ο ίδιος ήταν ο πιο κοντινός τους συγγενής: «Οι δικές μου, πάντως, πράξεις συγγενεύουν με τις πράξεις του Αρμόδιου και του Αριστογείτονα περισσότερο από ό,τι οι δικές σου». Και όπως στον Αλέξανδρο, ότι όλοι θα συμφωνούσαν πως οι μη σώφρονες άνθρωποι δεν ικανοποιούνται με την απόλαυση ενός μόνο γυναικείου σώματος. Επίσης ο λόγος για τον οποίο ο Σωκράτης αρνήθηκε να επισκεφθεί τον Αρχέλαο: ο Σωκράτης έλεγε ότι είναι ντροπή να μη μπορεί κανείς να ανταποδώσει και τα καλά που δέχτηκε και τα κακά που υπέστη. Όλοι, πράγματι, αυτοί που αναφέραμε, αφού δώσουν ορισμούς και συλλάβουν την αληθινή ουσία ενός πράγματος, βγάζουν τα συμπεράσματά τους για τα θέματα που πραγματεύονται.
Ένας άλλος είναι ο τόπος από τη διερεύνηση των ποικίλων σημασιών μιας λέξης, όπως είναι π.χ. στα Τοπικά ο λόγος για τις σημασίες της έννοιας οξύς.
Ένας άλλος είναι ο τόπος από τη διαίρεση. Παράδειγμα: Αν όλοι οι άνθρωποι διαπράττουν αδικήματα για τρεις λόγους (ή γι᾽ αυτόν ή γι᾽ αυτόν ή γι᾽ αυτόν), για δύο από τους λόγους αυτούς το αδίκημα ήταν αδύνατο να διαπραχθεί· όσο για τον τρίτο λόγο, αυτόν δεν τον προβάλλουν ούτε οι ίδιοι οι κατήγοροι.
Ένας άλλος είναι ο τόπος από την επαγωγή. Ένα παράδειγμα είναι από την περίπτωση της γυναίκας από την Πεπάρηθο, όπου λέχθηκε
[1398b] ότι την αλήθεια για το ποιός είναι ο πατέρας των παιδιών την ξεδιαλύνουν παντού οι γυναίκες· έτσι και στην Αθήνα: όταν ο ρήτορας Μαντίας αμφισβητούσε την πατρότητα του γιου του, την αλήθεια την αποκάλυψε η μητέρα· και πάλι στη Θήβα: όταν αντιδικούσαν μεταξύ τους ο Ισμηνίας και ο Στίλβων, η γυναίκα από τη Δωδώνη αποκάλυψε ότι το παιδί ήταν γιος του Ισμηνία, και από τότε όλοι πια θεωρούσαν τον Θεσσαλίσκο γιο του Ισμηνία. Ανάλογη περίπτωση και από τον Νόμο του Θεοδέκτη: Αν οι άνθρωποι δεν εμπιστεύονται τα άλογά τους σ᾽ αυτούς που δεν φρόντισαν σωστά τα άλογα των άλλων, ούτε τα καράβια τους σ᾽ αυτούς που βούλιαξαν τα καράβια των άλλων, τότε —αν αυτό ισχύει σε όλες τις περιπτώσεις— δεν πρέπει επίσης να αναθέτουν τη σωτηρία τους σ᾽ αυτούς που δεν κατάφεραν να διασφαλίσουν τη σωτηρία άλλων. Επίσης, όπως το είπε ο Αλκιδάμας, ότι όλοι τιμούν τους σοφούς: Οι Πάριοι, επί παραδείγματι, τίμησαν τον Αρχίλοχο παρ᾽ όλη την κακογλωσσιά του· οι Χίοι τον Όμηρο κι ας μην ήταν συμπολίτης τους· οι Μυτιληναίοι τη Σαπφώ κι ας ήταν γυναίκα, οι Λακεδαιμόνιοι τον Χίλωνα (τον έκαναν και μέλος της γερουσίας) κι ας μην ήταν φίλοι των γραμμάτων, οι Ιταλιώτες τον Πυθαγόρα· οι Λαμψακηνοί τον Αναξαγόρα, κι ας ήταν ξένος, τον έθαψαν και τον τιμούν ακόμη· οι Αθηναίοι με την εφαρμογή των νόμων του Σόλωνα ευδαιμόνησαν, το ίδιο και οι Λακεδαιμόνιοι με την εφαρμογή των νόμων του Λυκούργου· αλλά και στη Θήβα, μόλις οι ηγέτες έγιναν φιλόσοφοι, η πόλη ευδαιμόνησε.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου