Σιωπάς για να ακούγεσαι. Μάλλον όχι. Τώρα εδώ σιωπάς για να ακούσεις την αναπνοή σου, για να καταλάβεις αν ζεις. Όταν το κοντέρ σου φτάσει στο μηδέν, τότε ψάχνεις επιβεβαίωση, ότι δεν εγκατέλειψες τα εγκόσμια ακόμη. Η ανάσα σου, η αυτόματη αυτή διαδικασία που σου δίνει ζωή, σου θυμίζει πως είσαι εδώ πάνω, ζωντανός φαινομενικά τουλάχιστον ακόμη, μαζί με όλους τους άλλους γύρω σου, που ζουν στα δικά τους σύννεφα ή και γυάλες ζωής. Πολλοί παράλληλοι μικρόκοσμοι που συγκρούονται ή και θρυμματίζονται με κρότο ενίοτε, έτσι για να εκπληρώσουν τα συμβόλαια της βόλτας τους, τούτη τη φορά στη γη.
Κι εσύ θες να κάτσεις ήσυχη λίγο, να σταματήσεις το εσωτερικό συνεχόμενο ανακάτεμα, όπου τίποτε δε δείχνει σωστό κι όλα θολώνουν. Και τα μάτια σου επίσης. Θολές φιγούρες τριγύρω, δεν βλέπεις καθαρά, γιατί δεν είσαι εδώ ούτως ή άλλως. Υπάρχει ξέπλυμα πολύ στις εικόνες γύρω, με δάκρυα συνοδεία. Προσπαθείς άραγε να καθαρίσεις το βλέμμα ή πνίγεσαι από το πολύ συναίσθημα που ξεχειλίζει από τα μάτια σου;
Και σκέφτεσαι να αρχίσεις το μέτρημα. Και τα γινόμενα. Και κοιτάς γύρω σου δεν βλέπεις τίποτε περισσότερο από στεγνή αδυσώπητη επιβίωση. Κοιτάς πίσω σου, ένας διαρκής αγώνας προσαρμογής σε συνεχώς αυξανόμενες απαιτήσεις, σε μια καθημερινότητα γεμάτη υποχρέωση κι όχι ευχαρίστηση. Με κερασάκια συμβιβασμούς μικρούς ή και μεγαλύτερους, γιατί κάπως πείστηκες ότι τα μεγάλα προσωπικά «θέλω» είναι εγωισμού ισοδύναμα. Κι εσύ είσαι εδώ για το δόσιμο-σώσιμο των άλλων ως γνωστόν. Τρομάρα σου. Κι αναρωτιέσαι πως τα έχεις καταφέρει ως τώρα να ζεις σαν στρατιώτης σε διαρκή πόλεμο!
Ποτέ θα έρθει άραγε αυτή η πολυπόθητη ειρήνη, η δική σου εκεχειρία; Αυτή που δημιουργεί αβίαστα χαμόγελα, χαρούμενα ξυπνήματα ή έστω μια πρόσκαιρη ανεμελιά του «Είμαι χωρίς να χρειάζεται να αποδεικνύω συνεχώς τη χρησιμότητα μου, χωρίς να εκτελώ πειθήνια εντολές από τα πρέπει που έβαλα στο δρόμο μου, για να λέω ότι τάχα μου ζω αξιοπρεπώς, επειδή πληρώνω λογαριασμούς και συντηρώ ένα σπίτι χωρίς χρέη.»
Δεν ξέρω πια. Δεν ξέρω τι να περιμένω, τι να ζητήσω. Κουράστηκα. Θέλω απλά να μου επιτραπεί να μην είμαι. Να μην είμαι καλή σ’ όλες τις ιδιότητες μου, να μην είμαι αυτό που έχω πείσει τους πάντες ότι είμαι. Δυνατή, ευέλικτη, έξυπνη, ευαίσθητη και άλλα τέτοια “νόστιμα”, που δεν έχουν σταθεί πουθενά να με οδηγήσουν κάπου πέρα από μια μετριότητα. Βαρέθηκα. Βαρέθηκα απλά να ακούω καλά λόγια για την ποιότητα του χαρακτήρα μου. Κι επειδή μεγάλωσα αρκετά πια για να θυμηθώ το κωλόπαιδο που ποτέ δεν υπήρξα, γιατί δεν ήθελα να κακοχαρακτηριστώ και να δημιουργήσω προβλήματα, πλέον σιωπώ.
Συντηρώ ρομποτοειδώς την καθημερινότητα μου, γράφω, καλή ώρα, για τη βαλβίδα αποσυμπίεσης της χύτρας της καρδιάς και του μυαλού μου και τρέχω ξανά να κρυφτώ στο λαγούμι μου. Να περάσουν μέρες θέλω, δεν ξέρω πόσες δεν θα τις μετρήσω. Να ησυχάσω θέλω. Να παραδεχτώ ότι με ξέχασα θέλω. Να με βρω θέλω. Υπάρχω;
Κι εσύ θες να κάτσεις ήσυχη λίγο, να σταματήσεις το εσωτερικό συνεχόμενο ανακάτεμα, όπου τίποτε δε δείχνει σωστό κι όλα θολώνουν. Και τα μάτια σου επίσης. Θολές φιγούρες τριγύρω, δεν βλέπεις καθαρά, γιατί δεν είσαι εδώ ούτως ή άλλως. Υπάρχει ξέπλυμα πολύ στις εικόνες γύρω, με δάκρυα συνοδεία. Προσπαθείς άραγε να καθαρίσεις το βλέμμα ή πνίγεσαι από το πολύ συναίσθημα που ξεχειλίζει από τα μάτια σου;
Και σκέφτεσαι να αρχίσεις το μέτρημα. Και τα γινόμενα. Και κοιτάς γύρω σου δεν βλέπεις τίποτε περισσότερο από στεγνή αδυσώπητη επιβίωση. Κοιτάς πίσω σου, ένας διαρκής αγώνας προσαρμογής σε συνεχώς αυξανόμενες απαιτήσεις, σε μια καθημερινότητα γεμάτη υποχρέωση κι όχι ευχαρίστηση. Με κερασάκια συμβιβασμούς μικρούς ή και μεγαλύτερους, γιατί κάπως πείστηκες ότι τα μεγάλα προσωπικά «θέλω» είναι εγωισμού ισοδύναμα. Κι εσύ είσαι εδώ για το δόσιμο-σώσιμο των άλλων ως γνωστόν. Τρομάρα σου. Κι αναρωτιέσαι πως τα έχεις καταφέρει ως τώρα να ζεις σαν στρατιώτης σε διαρκή πόλεμο!
Ποτέ θα έρθει άραγε αυτή η πολυπόθητη ειρήνη, η δική σου εκεχειρία; Αυτή που δημιουργεί αβίαστα χαμόγελα, χαρούμενα ξυπνήματα ή έστω μια πρόσκαιρη ανεμελιά του «Είμαι χωρίς να χρειάζεται να αποδεικνύω συνεχώς τη χρησιμότητα μου, χωρίς να εκτελώ πειθήνια εντολές από τα πρέπει που έβαλα στο δρόμο μου, για να λέω ότι τάχα μου ζω αξιοπρεπώς, επειδή πληρώνω λογαριασμούς και συντηρώ ένα σπίτι χωρίς χρέη.»
Δεν ξέρω πια. Δεν ξέρω τι να περιμένω, τι να ζητήσω. Κουράστηκα. Θέλω απλά να μου επιτραπεί να μην είμαι. Να μην είμαι καλή σ’ όλες τις ιδιότητες μου, να μην είμαι αυτό που έχω πείσει τους πάντες ότι είμαι. Δυνατή, ευέλικτη, έξυπνη, ευαίσθητη και άλλα τέτοια “νόστιμα”, που δεν έχουν σταθεί πουθενά να με οδηγήσουν κάπου πέρα από μια μετριότητα. Βαρέθηκα. Βαρέθηκα απλά να ακούω καλά λόγια για την ποιότητα του χαρακτήρα μου. Κι επειδή μεγάλωσα αρκετά πια για να θυμηθώ το κωλόπαιδο που ποτέ δεν υπήρξα, γιατί δεν ήθελα να κακοχαρακτηριστώ και να δημιουργήσω προβλήματα, πλέον σιωπώ.
Συντηρώ ρομποτοειδώς την καθημερινότητα μου, γράφω, καλή ώρα, για τη βαλβίδα αποσυμπίεσης της χύτρας της καρδιάς και του μυαλού μου και τρέχω ξανά να κρυφτώ στο λαγούμι μου. Να περάσουν μέρες θέλω, δεν ξέρω πόσες δεν θα τις μετρήσω. Να ησυχάσω θέλω. Να παραδεχτώ ότι με ξέχασα θέλω. Να με βρω θέλω. Υπάρχω;
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου