[III] Ἔχει δ᾽ ἀπορίαν καὶ περὶ τοῦ διαλύεσθαι τὰς φιλίας
[1165b] ἢ μὴ πρὸς τοὺς μὴ διαμένοντας. ἢ πρὸς μὲν τοὺς διὰ τὸ χρήσιμον ἢ τὸ ἡδὺ φίλους ὄντας, ὅταν μηκέτι ταῦτ᾽ ἔχωσιν, οὐδὲν ἄτοπον διαλύεσθαι; ἐκείνων γὰρ ἦσαν φίλοι· ὧν ἀπολιπόντων εὔλογον τὸ μὴ φιλεῖν. ἐγκαλέσειε δ᾽ ἄν τις, εἰ διὰ τὸ χρήσιμον ἢ τὸ ἡδὺ ἀγαπῶν προσεποιεῖτο διὰ τὸ ἦθος. ὃ γὰρ ἐν ἀρχῇ εἴπομεν, πλεῖσται διαφοραὶ γίνονται τοῖς φίλοις, ὅταν μὴ ὁμοίως οἴωνται καὶ ὦσι φίλοι. ὅταν μὲν οὖν διαψευσθῇ τις καὶ ὑπολάβῃ φιλεῖσθαι διὰ τὸ ἦθος, μηδὲν τοιοῦτον ἐκείνου πράττοντος, ἑαυτὸν αἰτιῷτ᾽ ἄν· ὅταν δ᾽ ὑπὸ τῆς ἐκείνου προσποιήσεως ἀπατηθῇ, δίκαιον ἐγκαλεῖν τῷ ἀπατήσαντι, καὶ μᾶλλον ἢ τοῖς τὸ νόμισμα κιβδηλεύουσιν, ὅσῳ περὶ τιμιώτερον ἡ κακουργία. ἐὰν δ᾽ ἀποδέχηται ὡς ἀγαθόν, γένηται δὲ μοχθηρὸς καὶ δοκῇ, ἆρ᾽ ἔτι φιλητέον; ἢ οὐ δυνατόν, εἴπερ μὴ πᾶν φιλητὸν ἀλλὰ τἀγαθόν; οὔτε δὲ φιλητὸν ‹τὸ› πονηρὸν οὔτε δεῖ· φιλοπόνηρον γὰρ οὐ χρὴ εἶναι, οὐδ᾽ ὁμοιοῦσθαι φαύλῳ· εἴρηται δ᾽ ὅτι τὸ ὅμοιον τῷ ὁμοίῳ φίλον. ἆρ᾽ οὖν εὐθὺς διαλυτέον; ἢ οὐ πᾶσιν, ἀλλὰ τοῖς ἀνιάτοις κατὰ τὴν μοχθηρίαν; ἐπανόρθωσιν δ᾽ ἔχουσι μᾶλλον βοηθητέον εἰς τὸ ἦθος ἢ τὴν οὐσίαν, ὅσῳ βέλτιον καὶ τῆς φιλίας οἰκειότερον. δόξειε δ᾽ ἂν ὁ διαλυόμενος οὐδὲν ἄτοπον ποιεῖν· οὐ γὰρ τῷ τοιούτῳ φίλος ἦν· ἀλλοιωθέντα οὖν ἀδυνατῶν ἀνασῶσαι ἀφίσταται. εἰ δ᾽ ὃ μὲν διαμένοι ὃ δ᾽ ἐπιεικέστερος γίνοιτο καὶ πολὺ διαλλάττοι τῇ ἀρετῇ, ἆρα χρηστέον φίλῳ; ἢ οὐκ ἐνδέχεται; ἐν μεγάλῃ δὲ διαστάσει μάλιστα δῆλον γίνεται, οἷον ἐν ταῖς παιδικαῖς φιλίαις· εἰ γὰρ ὃ μὲν διαμένοι τὴν διάνοιαν παῖς ὃ δ᾽ ἀνὴρ εἴη οἷος κράτιστος, πῶς ἂν εἶεν φίλοι μήτ᾽ ἀρεσκόμενοι τοῖς αὐτοῖς μήτε χαίροντες καὶ λυπούμενοι; οὐδὲ γὰρ περὶ ἀλλήλους ταῦθ᾽ ὑπάρξει αὐτοῖς, ἄνευ δὲ τούτων οὐκ ἦν φίλους εἶναι· συμβιοῦν γὰρ οὐχ οἷόν τε. εἴρηται δὲ περὶ τούτων. ἆρ᾽ οὖν οὐθὲν ἀλλοιότερον πρὸς αὐτὸν ἑκτέον ἢ εἰ μὴ ἐγεγόνει φίλος μηδέποτε; ἢ δεῖ μνείαν ἔχειν τῆς γενομένης συνηθείας, καὶ καθάπερ φίλοις μᾶλλον ἢ ὀθνείοις οἰόμεθα δεῖν χαρίζεσθαι, οὕτω καὶ τοῖς γενομένοις ἀπονεμητέον τι διὰ τὴν προγενομένην φιλίαν, ὅταν μὴ δι᾽ ὑπερβολὴν μοχθηρίας διάλυσις γένηται.
***
[3] Ένα άλλο ερώτημα είναι αν οι φιλίες πρέπει
[1165b] ή δεν πρέπει να διαλύονται, όταν ο ένας από τους δύο φίλους δεν είναι πια αυτό που ήταν. Αλήθεια, δεν πρέπει να πούμε ότι, στην περίπτωση που δυο άνθρωποι έγιναν φίλοι για το όφελος ή για την ευχαρίστηση, δεν είναι καθόλου περίεργο να διαλύεται η φιλία τους, όταν αυτοί δεν έχουν πια από αυτήν όφελος ή ευχαρίστηση; Οι άνθρωποι αυτοί ήταν, στην πραγματικότητα, φίλοι αυτών των πραγμάτων· όταν λοιπόν αυτά έλειψαν, φυσικό είναι να μην αγαπάει ο ένας τον άλλον. Θα μπορούσε όμως κανείς να διατυπώσει την κατηγορία ότι τον καιρό που ο άλλος τον αγαπούσε για το όφελος ή για την ευχαρίστηση, προσποιούνταν ότι τον αγαπάει για τον χαρακτήρα του. Γιατί, όπως το είπαμε και στην αρχή, πολλές διενέξεις δημιουργούνται μεταξύ των φίλων, όταν δεν είναι φίλοι για τον λόγο για τον οποίο πιστεύουν ότι είναι. Όταν λοιπόν κανείς ξεγελάσει τον εαυτό του και φτάσει να πιστεύει ότι ο φίλος του τον αγαπάει για τον χαρακτήρα του, ενώ εκείνος δεν έκανε τίποτε που να δείχνει κάτι τέτοιο, δεν θα έπρεπε να κατηγορεί παρά μόνο τον εαυτό του· όταν όμως εξαπατηθεί από την προσποίηση του άλλου, έχει όλο το δίκαιο με το μέρος του να κατηγορήσει αυτόν που τον εξαπάτησε, και μάλιστα περισσότερο από ό,τι αυτούς που νοθεύουν το νόμισμα, στον βαθμό που αυτή τη φορά η κακή πράξη έχει σχέση με ένα πολυτιμότερο πράγμα.
Αν όμως δεχτεί κανείς κάποιον ως φίλο του πιστεύοντας πως είναι καλός άνθρωπος και αυτός γίνει κακός —ή έστω έτσι του φαίνεται—, άραγε πρέπει να εξακολουθήσει να τον αγαπάει και να τον έχει φίλο του; Μήπως όμως αυτό δεν είναι καν δυνατό, δεδομένου ότι άξιο να αγαπηθεί δεν είναι το καθετί παρά μόνο το αγαθό; Το κακό ούτε άξιο να αγαπηθεί είναι ούτε και πρέπει. Φίλος του κακού κανείς δεν πρέπει να είναι, ούτε να μοιάζει με τον κακό· και εμείς έχουμε πει ότι το όμοιο αγαπάει το όμοιο. Πρέπει λοιπόν κανείς να διαλύει αμέσως τη φιλία; Ίσως όχι σε όλες τις περιπτώσεις, αλλά μόνο στην περίπτωση που ο άλλος είναι αθεράπευτα κακός: σ᾽ αυτούς που έχουν δυνατότητα βελτίωσης πρέπει να προσφέρουμε βοήθεια για τη βελτίωση του χαρακτήρα τους μεγαλύτερη από αυτήν που τους προσφέρουμε για τη σωτηρία της περιουσίας τους, και αυτό για τον λόγο ότι το πρώτο δείχνει μεγαλύτερη καλοσύνη και σχετίζεται σε μεγαλύτερο βαθμό με την ουσία της φιλίας. Αυτός, πάντως, που διαλύει μια τέτοια φιλία δεν θεωρείται ότι κάνει κάτι το άτοπο· ο λόγος είναι ότι δεν ήταν φίλος ενός τέτοιου ανθρώπου· τώρα λοιπόν που ο άνθρωπος αυτός είναι πια ένας άλλος και ο ίδιος βρίσκεται σε απόλυτη αδυναμία να τον σώσει και να τον επαναφέρει στην προηγούμενη κατάστασή του, απομακρύνεται από αυτόν.
Αν όμως ο ένας φίλος μένει όπως ήταν, ενώ ο άλλος γίνεται καλύτερος και στο τέλος ξεπερνάει κατά πολύ τον πρώτο στην αρετή, τότε μπορεί άραγε ο δεύτερος να εξακολουθήσει να έχει φίλο του τον πρώτο; Σίγουρα αυτό δεν είναι δυνατό. Το πράγμα γίνεται ιδιαίτερα φανερό, αν η μεταξύ τους απόσταση γίνει πολύ μεγάλη, όπως συμβαίνει, επιπαραδείγματι, στις φιλίες μεταξύ παιδιών: αν ο ένας έχει παραμείνει στο μυαλό παιδί και ο άλλος έχει γίνει ένας τέλειος άντρας, πώς μπορούν πια να είναι φίλοι, αφού δεν τους ευχαριστούν πια τα ίδια πράγματα και ούτε αισθάνονται χαρά ή λύπη για τα ίδια πράγματα; Και ούτε υπάρχει περίπτωση να υπάρξουν σ᾽ αυτούς ποτέ στο μέλλον αυτά τα πράγματα στις μεταξύ τους σχέσεις, και εμείς λέγαμε ότι χωρίς αυτά δεν είναι δυνατό να είναι φίλοι, αφού δεν μπορούν να ζουν μαζί — για όλα αυτά έχουμε ήδη κάνει λόγο.
Άραγε η συμπεριφορά του δεύτερου προς τον πρώην φίλο του πρέπει να μη διαφέρει καθόλου από τον τρόπο με τον οποίο θα του συμπεριφερόταν, αν δεν είχε ποτέ υπάρξει φίλος του; Σίγουρα, νομίζω, πρέπει να διατηρήσει ανάμνηση της παλαιότερης φιλίας τους, και όπως ακριβώς θεωρούμε ότι πρέπει να κάνουμε χάρες μάλλον στους φίλους μας παρά στους ξένους, έτσι και σ᾽ αυτούς που υπήρξαν κάποτε φίλοι μας πρέπει να προσφέρουμε κάτι για χάρη της παλαιότερης φιλίας μας — φτάνει η διάλυση της φιλίας να μην έγινε λόγω υπερβολικής τους κακίας.
[1165b] ἢ μὴ πρὸς τοὺς μὴ διαμένοντας. ἢ πρὸς μὲν τοὺς διὰ τὸ χρήσιμον ἢ τὸ ἡδὺ φίλους ὄντας, ὅταν μηκέτι ταῦτ᾽ ἔχωσιν, οὐδὲν ἄτοπον διαλύεσθαι; ἐκείνων γὰρ ἦσαν φίλοι· ὧν ἀπολιπόντων εὔλογον τὸ μὴ φιλεῖν. ἐγκαλέσειε δ᾽ ἄν τις, εἰ διὰ τὸ χρήσιμον ἢ τὸ ἡδὺ ἀγαπῶν προσεποιεῖτο διὰ τὸ ἦθος. ὃ γὰρ ἐν ἀρχῇ εἴπομεν, πλεῖσται διαφοραὶ γίνονται τοῖς φίλοις, ὅταν μὴ ὁμοίως οἴωνται καὶ ὦσι φίλοι. ὅταν μὲν οὖν διαψευσθῇ τις καὶ ὑπολάβῃ φιλεῖσθαι διὰ τὸ ἦθος, μηδὲν τοιοῦτον ἐκείνου πράττοντος, ἑαυτὸν αἰτιῷτ᾽ ἄν· ὅταν δ᾽ ὑπὸ τῆς ἐκείνου προσποιήσεως ἀπατηθῇ, δίκαιον ἐγκαλεῖν τῷ ἀπατήσαντι, καὶ μᾶλλον ἢ τοῖς τὸ νόμισμα κιβδηλεύουσιν, ὅσῳ περὶ τιμιώτερον ἡ κακουργία. ἐὰν δ᾽ ἀποδέχηται ὡς ἀγαθόν, γένηται δὲ μοχθηρὸς καὶ δοκῇ, ἆρ᾽ ἔτι φιλητέον; ἢ οὐ δυνατόν, εἴπερ μὴ πᾶν φιλητὸν ἀλλὰ τἀγαθόν; οὔτε δὲ φιλητὸν ‹τὸ› πονηρὸν οὔτε δεῖ· φιλοπόνηρον γὰρ οὐ χρὴ εἶναι, οὐδ᾽ ὁμοιοῦσθαι φαύλῳ· εἴρηται δ᾽ ὅτι τὸ ὅμοιον τῷ ὁμοίῳ φίλον. ἆρ᾽ οὖν εὐθὺς διαλυτέον; ἢ οὐ πᾶσιν, ἀλλὰ τοῖς ἀνιάτοις κατὰ τὴν μοχθηρίαν; ἐπανόρθωσιν δ᾽ ἔχουσι μᾶλλον βοηθητέον εἰς τὸ ἦθος ἢ τὴν οὐσίαν, ὅσῳ βέλτιον καὶ τῆς φιλίας οἰκειότερον. δόξειε δ᾽ ἂν ὁ διαλυόμενος οὐδὲν ἄτοπον ποιεῖν· οὐ γὰρ τῷ τοιούτῳ φίλος ἦν· ἀλλοιωθέντα οὖν ἀδυνατῶν ἀνασῶσαι ἀφίσταται. εἰ δ᾽ ὃ μὲν διαμένοι ὃ δ᾽ ἐπιεικέστερος γίνοιτο καὶ πολὺ διαλλάττοι τῇ ἀρετῇ, ἆρα χρηστέον φίλῳ; ἢ οὐκ ἐνδέχεται; ἐν μεγάλῃ δὲ διαστάσει μάλιστα δῆλον γίνεται, οἷον ἐν ταῖς παιδικαῖς φιλίαις· εἰ γὰρ ὃ μὲν διαμένοι τὴν διάνοιαν παῖς ὃ δ᾽ ἀνὴρ εἴη οἷος κράτιστος, πῶς ἂν εἶεν φίλοι μήτ᾽ ἀρεσκόμενοι τοῖς αὐτοῖς μήτε χαίροντες καὶ λυπούμενοι; οὐδὲ γὰρ περὶ ἀλλήλους ταῦθ᾽ ὑπάρξει αὐτοῖς, ἄνευ δὲ τούτων οὐκ ἦν φίλους εἶναι· συμβιοῦν γὰρ οὐχ οἷόν τε. εἴρηται δὲ περὶ τούτων. ἆρ᾽ οὖν οὐθὲν ἀλλοιότερον πρὸς αὐτὸν ἑκτέον ἢ εἰ μὴ ἐγεγόνει φίλος μηδέποτε; ἢ δεῖ μνείαν ἔχειν τῆς γενομένης συνηθείας, καὶ καθάπερ φίλοις μᾶλλον ἢ ὀθνείοις οἰόμεθα δεῖν χαρίζεσθαι, οὕτω καὶ τοῖς γενομένοις ἀπονεμητέον τι διὰ τὴν προγενομένην φιλίαν, ὅταν μὴ δι᾽ ὑπερβολὴν μοχθηρίας διάλυσις γένηται.
***
[3] Ένα άλλο ερώτημα είναι αν οι φιλίες πρέπει
[1165b] ή δεν πρέπει να διαλύονται, όταν ο ένας από τους δύο φίλους δεν είναι πια αυτό που ήταν. Αλήθεια, δεν πρέπει να πούμε ότι, στην περίπτωση που δυο άνθρωποι έγιναν φίλοι για το όφελος ή για την ευχαρίστηση, δεν είναι καθόλου περίεργο να διαλύεται η φιλία τους, όταν αυτοί δεν έχουν πια από αυτήν όφελος ή ευχαρίστηση; Οι άνθρωποι αυτοί ήταν, στην πραγματικότητα, φίλοι αυτών των πραγμάτων· όταν λοιπόν αυτά έλειψαν, φυσικό είναι να μην αγαπάει ο ένας τον άλλον. Θα μπορούσε όμως κανείς να διατυπώσει την κατηγορία ότι τον καιρό που ο άλλος τον αγαπούσε για το όφελος ή για την ευχαρίστηση, προσποιούνταν ότι τον αγαπάει για τον χαρακτήρα του. Γιατί, όπως το είπαμε και στην αρχή, πολλές διενέξεις δημιουργούνται μεταξύ των φίλων, όταν δεν είναι φίλοι για τον λόγο για τον οποίο πιστεύουν ότι είναι. Όταν λοιπόν κανείς ξεγελάσει τον εαυτό του και φτάσει να πιστεύει ότι ο φίλος του τον αγαπάει για τον χαρακτήρα του, ενώ εκείνος δεν έκανε τίποτε που να δείχνει κάτι τέτοιο, δεν θα έπρεπε να κατηγορεί παρά μόνο τον εαυτό του· όταν όμως εξαπατηθεί από την προσποίηση του άλλου, έχει όλο το δίκαιο με το μέρος του να κατηγορήσει αυτόν που τον εξαπάτησε, και μάλιστα περισσότερο από ό,τι αυτούς που νοθεύουν το νόμισμα, στον βαθμό που αυτή τη φορά η κακή πράξη έχει σχέση με ένα πολυτιμότερο πράγμα.
Αν όμως δεχτεί κανείς κάποιον ως φίλο του πιστεύοντας πως είναι καλός άνθρωπος και αυτός γίνει κακός —ή έστω έτσι του φαίνεται—, άραγε πρέπει να εξακολουθήσει να τον αγαπάει και να τον έχει φίλο του; Μήπως όμως αυτό δεν είναι καν δυνατό, δεδομένου ότι άξιο να αγαπηθεί δεν είναι το καθετί παρά μόνο το αγαθό; Το κακό ούτε άξιο να αγαπηθεί είναι ούτε και πρέπει. Φίλος του κακού κανείς δεν πρέπει να είναι, ούτε να μοιάζει με τον κακό· και εμείς έχουμε πει ότι το όμοιο αγαπάει το όμοιο. Πρέπει λοιπόν κανείς να διαλύει αμέσως τη φιλία; Ίσως όχι σε όλες τις περιπτώσεις, αλλά μόνο στην περίπτωση που ο άλλος είναι αθεράπευτα κακός: σ᾽ αυτούς που έχουν δυνατότητα βελτίωσης πρέπει να προσφέρουμε βοήθεια για τη βελτίωση του χαρακτήρα τους μεγαλύτερη από αυτήν που τους προσφέρουμε για τη σωτηρία της περιουσίας τους, και αυτό για τον λόγο ότι το πρώτο δείχνει μεγαλύτερη καλοσύνη και σχετίζεται σε μεγαλύτερο βαθμό με την ουσία της φιλίας. Αυτός, πάντως, που διαλύει μια τέτοια φιλία δεν θεωρείται ότι κάνει κάτι το άτοπο· ο λόγος είναι ότι δεν ήταν φίλος ενός τέτοιου ανθρώπου· τώρα λοιπόν που ο άνθρωπος αυτός είναι πια ένας άλλος και ο ίδιος βρίσκεται σε απόλυτη αδυναμία να τον σώσει και να τον επαναφέρει στην προηγούμενη κατάστασή του, απομακρύνεται από αυτόν.
Αν όμως ο ένας φίλος μένει όπως ήταν, ενώ ο άλλος γίνεται καλύτερος και στο τέλος ξεπερνάει κατά πολύ τον πρώτο στην αρετή, τότε μπορεί άραγε ο δεύτερος να εξακολουθήσει να έχει φίλο του τον πρώτο; Σίγουρα αυτό δεν είναι δυνατό. Το πράγμα γίνεται ιδιαίτερα φανερό, αν η μεταξύ τους απόσταση γίνει πολύ μεγάλη, όπως συμβαίνει, επιπαραδείγματι, στις φιλίες μεταξύ παιδιών: αν ο ένας έχει παραμείνει στο μυαλό παιδί και ο άλλος έχει γίνει ένας τέλειος άντρας, πώς μπορούν πια να είναι φίλοι, αφού δεν τους ευχαριστούν πια τα ίδια πράγματα και ούτε αισθάνονται χαρά ή λύπη για τα ίδια πράγματα; Και ούτε υπάρχει περίπτωση να υπάρξουν σ᾽ αυτούς ποτέ στο μέλλον αυτά τα πράγματα στις μεταξύ τους σχέσεις, και εμείς λέγαμε ότι χωρίς αυτά δεν είναι δυνατό να είναι φίλοι, αφού δεν μπορούν να ζουν μαζί — για όλα αυτά έχουμε ήδη κάνει λόγο.
Άραγε η συμπεριφορά του δεύτερου προς τον πρώην φίλο του πρέπει να μη διαφέρει καθόλου από τον τρόπο με τον οποίο θα του συμπεριφερόταν, αν δεν είχε ποτέ υπάρξει φίλος του; Σίγουρα, νομίζω, πρέπει να διατηρήσει ανάμνηση της παλαιότερης φιλίας τους, και όπως ακριβώς θεωρούμε ότι πρέπει να κάνουμε χάρες μάλλον στους φίλους μας παρά στους ξένους, έτσι και σ᾽ αυτούς που υπήρξαν κάποτε φίλοι μας πρέπει να προσφέρουμε κάτι για χάρη της παλαιότερης φιλίας μας — φτάνει η διάλυση της φιλίας να μην έγινε λόγω υπερβολικής τους κακίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου