Μπορεί εσείς να μην το θέλετε αλλά μόλις λύσετε κάποιο πρόβλημα, όλο και κάποιο καινούργιο θα ξεπηδήσει; Μήπως ανήκετε σε αυτή την κατηγορία ανθρώπων ή μήπως ανήκει κάποιος πολύ δικός σας άνθρωπος; Θεωρείτε αυτή την αίσθηση αντικειμενική αλλά μάλλον δεν είναι. Δεν έχουμε να κάνουμε με μία πραγματικότητα αλλά μάλλον για μία περίεργη λειτουργία του εγκεφάλου μας.
Ειδικότερα, αποδεικνύεται ότι ο ανθρώπινος εγκέφαλος επεξεργάζεται πληροφορίες με ανορθόδοξους τρόπους και όταν κάτι συμβαίνει σπάνια μπορεί να μας κάνει να το «βλέπουμε» ξαφνικά πολύ πιο συχνά στη ζωή μας, επειδή κάνει συνεχώς συγκρίσεις.
Σκεφτείτε για παράδειγμα μια «ομάδα παρακολούθησης» σε μια γειτονιά που αποτελείται από εθελοντές οι οποίοι καλούν την αστυνομία όταν βλέπουν κάτι ύποπτο, με στόχο τη μείωση της εγκληματικότητας. Οι εθελοντές θα σημάνουν συναγερμό όταν δουν τα πρώτα σημάδια σοβαρών εγκλημάτων, όπως μια επίθεση ή μια διάρρηξη. Ας υποθέσουμε ότι αυτές οι προσπάθειες βοηθούν και με την πάροδο του χρόνου οι επιθέσεις και οι διαρρήξεις γίνονται πιο σπάνιες. Τι θα κάνουν οι εθελοντές στη συνέχεια; Μια πιθανότητα είναι ότι θα χαλαρώσουν και θα σταματήσουν να καλούν την αστυνομία. Εξάλλου, τα σοβαρά εγκλήματα για τα οποία ανησυχούσαν ανήκουν στο παρελθόν. Αλλά οι περισσότεροι εθελοντές όχι μόνο δεν θα ηρεμήσουν, αλλά θα αρχίσουν να ψάχνουν ύποπτες κινήσεις ακόμα και στα πιο ασήμαντα πράγματα, όπως σε όσους κάνουν ρομαντικές βόλτες τα βράδια ή τζόκινγκ.
Μπορείτε πιθανώς να σκεφτείτε πολλές παρόμοιες καταστάσεις στις οποίες τα προβλήματα ποτέ δεν εξαφανίζονται επειδή οι άνθρωποι συνεχίζουν να αλλάζουν τον τρόπο με τον οποίο τα ορίζουν. Αυτό ονομάζεται «μετατόπιση ιδέας» ή «μετατόπιση στόχου» και μπορεί να δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα. Πώς μπορείτε να ξέρετε εάν προχωράτε στην επίλυση ενός προβλήματος, όταν συνεχίζετε να επαναπροσδιορίζετε τι σημαίνει και πως να το λύσετε;
Ο David Levari, ψυχολόγος και μεταδιδακτορικός του Χάρβαρντ, μαζί με τους συναδέλφους του προσπάθησε να καταλάβει πότε συμβαίνει αυτό το είδος συμπεριφοράς, τους λόγους και την πιθανή αντιμετώπιση.
Τι απέδειξαν τα πειράματα;
Στα πλαίσια της έρευνες μάζεψαν μια ομάδα ατόμων και τους έδειξαν μια σειρά από πρόσωπα που δημιουργήθηκαν από υπολογιστές για να αποφασίσουν ποια τους φαίνονταν πιο «απειλητικά». Τα πρόσωπα είχαν σχεδιαστεί προσεκτικά από τους ερευνητές για να κυμαίνονται από πολύ τρομακτικά ως εντελώς άκακα.
«Όσο δείχναμε στους ανθρώπους όλο και λιγότερα απειλητικά πρόσωπα, διαπιστώσαμε ότι επέκτειναν τον ορισμό της «απειλής», περιλαμβάνοντας ένα ευρύτερο φάσμα προσώπων. Με άλλα λόγια, όταν άρχισαν να ξεμένουν από απειλητικά πρόσωπα, άρχισαν να νιώθουν φόβο από όσους είχαν χαρακτηρίσει προηγουμένως ως άκακους», ανέφερε ο Levari στο Conversation.
Αντί να είναι συνεπείς σε μια κατηγορία, σχετικά με το ποιους θεωρούσαν πιο απειλητικούς, φαίνεται ότι επηρεάζονταν από το σύνολο των απειλών που είχαν δει τελευταία.
Αυτή η ασυνέπεια δεν περιορίζεται στις κρίσεις τους σχετικά με την απειλή. Σε ένα άλλο πείραμα, ζητήσαν από τους εθελοντές να λάβουν μια ακόμα πιο απλή απόφαση: αν οι χρωματιστές κουκκίδες σε μια οθόνη ήταν μπλε ή μοβ. Καθώς οι μπλε κουκκίδες άρχισαν να εξαφανίζονται, οι συμμετέχοντες άρχισαν να «βλέπουν» κάποιες από τις μοβ κουκκίδες σαν μπλε. Το έκαναν ακόμη και όταν τους είπαν ότι οι μπλε κουκκίδες θα εμφανίζονταν πιο σπάνια κι όταν τους πρόσφεραν χρηματικά βραβεία για να μείνουν πιο συγκεντρωμένοι. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι αυτή η συμπεριφορά δεν είναι εντελώς υπό τον συνειδητό έλεγχο. Διαφορετικά, οι άνθρωποι θα μπορούσαν να είναι πιο συνεπείς για να κερδίσουν χρηματικό έπαθλο.
«Αφού αναλύσαμε τα αποτελέσματα και των δύο πειραμάτων, η ερευνητική μας ομάδα αναρωτήθηκε αν αυτό ήταν πιθανώς ένα τρικ του οπτικού συστήματος. Για να το εξετάσουμε, πραγματοποιήσαμε ένα τελικό πείραμα στο οποίο ζητήσαμε από τους εθελοντές να διαβάσουν διαφορετικές επιστημονικές μελέτες και να αποφασίσουν ποιες ήταν ηθικές και ποιες ανήθικες», υπογράμμισε ο Levari.
Και συνεχίζει: «Ήμασταν σκεπτικοί για το αν θα βρίσκαμε τις ίδιες ασυνέπειες σε αυτά τα πειράματα. Οι ηθικές κρίσεις, υποψιαζόμασταν, ότι θα ήταν πιο συνεπείς σε σχέση με άλλες αποφάσεις. Αλλά έκπληκτοι είδαμε ότι κάναμε λάθος. Συνέβαινε ακριβώς το ίδιο πράγμα. Οι συμμετέχοντες άρχισαν βλέπουν ότι όλο και περισσότερες μελέτες είναι ανήθικες, παρόλο που τους δείχναμε τις πιο ηθικές. Με άλλα λόγια, επειδή διάβαζαν όλο και λιγότερες ανήθικες μελέτες, έγιναν σκληρότεροι δικαστές για το τι θεωρούνταν ηθικό.
Ο εγκέφαλός μας είναι επιρρεπής στις συνεχείς συγκρίσεις
Γιατί οι άνθρωποι τείνουν να «φουσκώνουν» αυτό που αποκαλούν απειλητικό όταν οι απειλές γίνονται πιο σπάνιες; Οι έρευνες από τη γνωστική ψυχολογία και τη νευροεπιστήμη δείχνουν ότι αυτή η συμπεριφορά είναι συνέπεια του βασικού τρόπου με τον οποίο οι εγκέφαλοί μας επεξεργάζονται πληροφορίες και συγκρίνουν συνεχώς αυτό που βρίσκεται μπροστά τους.
Ο ανθρώπινος εγκέφαλος τείνει να κάνει συνεχώς συγκρίσεις. Από την στιγμή που βλέπει ότι τα απειλητικά πρόσωπα μειώνονται, δημιουργεί νέες απειλές. Όταν τα απειλητικά πρόσωπα είναι σπάνια, νέα πρόσωπα θα αρχίσουν να φαίνονται πιο «τρομακτικά».
Αποδεικνύεται επίσης ότι για τον εγκέφαλό μας, οι σχετικές συγκρίσεις απαιτούν λιγότερη ενέργεια από τις απόλυτες συγκρίσεις. Οι ανθρώπινοι εγκέφαλοι πιθανότατα εξελίχθηκαν για να χρησιμοποιήσουν σχετικές συγκρίσεις σε πολλές καταστάσεις, επειδή αυτές οι συγκρίσεις παρέχουν συχνά αρκετές πληροφορίες για την ασφαλή πλοήγηση στο περιβάλλον μας και τη λήψη αποφάσεων, ενώ παράλληλα απαιτούν λιγότερη προσπάθεια και ενέργεια.
Ειδικότερα, αποδεικνύεται ότι ο ανθρώπινος εγκέφαλος επεξεργάζεται πληροφορίες με ανορθόδοξους τρόπους και όταν κάτι συμβαίνει σπάνια μπορεί να μας κάνει να το «βλέπουμε» ξαφνικά πολύ πιο συχνά στη ζωή μας, επειδή κάνει συνεχώς συγκρίσεις.
Σκεφτείτε για παράδειγμα μια «ομάδα παρακολούθησης» σε μια γειτονιά που αποτελείται από εθελοντές οι οποίοι καλούν την αστυνομία όταν βλέπουν κάτι ύποπτο, με στόχο τη μείωση της εγκληματικότητας. Οι εθελοντές θα σημάνουν συναγερμό όταν δουν τα πρώτα σημάδια σοβαρών εγκλημάτων, όπως μια επίθεση ή μια διάρρηξη. Ας υποθέσουμε ότι αυτές οι προσπάθειες βοηθούν και με την πάροδο του χρόνου οι επιθέσεις και οι διαρρήξεις γίνονται πιο σπάνιες. Τι θα κάνουν οι εθελοντές στη συνέχεια; Μια πιθανότητα είναι ότι θα χαλαρώσουν και θα σταματήσουν να καλούν την αστυνομία. Εξάλλου, τα σοβαρά εγκλήματα για τα οποία ανησυχούσαν ανήκουν στο παρελθόν. Αλλά οι περισσότεροι εθελοντές όχι μόνο δεν θα ηρεμήσουν, αλλά θα αρχίσουν να ψάχνουν ύποπτες κινήσεις ακόμα και στα πιο ασήμαντα πράγματα, όπως σε όσους κάνουν ρομαντικές βόλτες τα βράδια ή τζόκινγκ.
Μπορείτε πιθανώς να σκεφτείτε πολλές παρόμοιες καταστάσεις στις οποίες τα προβλήματα ποτέ δεν εξαφανίζονται επειδή οι άνθρωποι συνεχίζουν να αλλάζουν τον τρόπο με τον οποίο τα ορίζουν. Αυτό ονομάζεται «μετατόπιση ιδέας» ή «μετατόπιση στόχου» και μπορεί να δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα. Πώς μπορείτε να ξέρετε εάν προχωράτε στην επίλυση ενός προβλήματος, όταν συνεχίζετε να επαναπροσδιορίζετε τι σημαίνει και πως να το λύσετε;
Ο David Levari, ψυχολόγος και μεταδιδακτορικός του Χάρβαρντ, μαζί με τους συναδέλφους του προσπάθησε να καταλάβει πότε συμβαίνει αυτό το είδος συμπεριφοράς, τους λόγους και την πιθανή αντιμετώπιση.
Τι απέδειξαν τα πειράματα;
Στα πλαίσια της έρευνες μάζεψαν μια ομάδα ατόμων και τους έδειξαν μια σειρά από πρόσωπα που δημιουργήθηκαν από υπολογιστές για να αποφασίσουν ποια τους φαίνονταν πιο «απειλητικά». Τα πρόσωπα είχαν σχεδιαστεί προσεκτικά από τους ερευνητές για να κυμαίνονται από πολύ τρομακτικά ως εντελώς άκακα.
«Όσο δείχναμε στους ανθρώπους όλο και λιγότερα απειλητικά πρόσωπα, διαπιστώσαμε ότι επέκτειναν τον ορισμό της «απειλής», περιλαμβάνοντας ένα ευρύτερο φάσμα προσώπων. Με άλλα λόγια, όταν άρχισαν να ξεμένουν από απειλητικά πρόσωπα, άρχισαν να νιώθουν φόβο από όσους είχαν χαρακτηρίσει προηγουμένως ως άκακους», ανέφερε ο Levari στο Conversation.
Αντί να είναι συνεπείς σε μια κατηγορία, σχετικά με το ποιους θεωρούσαν πιο απειλητικούς, φαίνεται ότι επηρεάζονταν από το σύνολο των απειλών που είχαν δει τελευταία.
Αυτή η ασυνέπεια δεν περιορίζεται στις κρίσεις τους σχετικά με την απειλή. Σε ένα άλλο πείραμα, ζητήσαν από τους εθελοντές να λάβουν μια ακόμα πιο απλή απόφαση: αν οι χρωματιστές κουκκίδες σε μια οθόνη ήταν μπλε ή μοβ. Καθώς οι μπλε κουκκίδες άρχισαν να εξαφανίζονται, οι συμμετέχοντες άρχισαν να «βλέπουν» κάποιες από τις μοβ κουκκίδες σαν μπλε. Το έκαναν ακόμη και όταν τους είπαν ότι οι μπλε κουκκίδες θα εμφανίζονταν πιο σπάνια κι όταν τους πρόσφεραν χρηματικά βραβεία για να μείνουν πιο συγκεντρωμένοι. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι αυτή η συμπεριφορά δεν είναι εντελώς υπό τον συνειδητό έλεγχο. Διαφορετικά, οι άνθρωποι θα μπορούσαν να είναι πιο συνεπείς για να κερδίσουν χρηματικό έπαθλο.
«Αφού αναλύσαμε τα αποτελέσματα και των δύο πειραμάτων, η ερευνητική μας ομάδα αναρωτήθηκε αν αυτό ήταν πιθανώς ένα τρικ του οπτικού συστήματος. Για να το εξετάσουμε, πραγματοποιήσαμε ένα τελικό πείραμα στο οποίο ζητήσαμε από τους εθελοντές να διαβάσουν διαφορετικές επιστημονικές μελέτες και να αποφασίσουν ποιες ήταν ηθικές και ποιες ανήθικες», υπογράμμισε ο Levari.
Και συνεχίζει: «Ήμασταν σκεπτικοί για το αν θα βρίσκαμε τις ίδιες ασυνέπειες σε αυτά τα πειράματα. Οι ηθικές κρίσεις, υποψιαζόμασταν, ότι θα ήταν πιο συνεπείς σε σχέση με άλλες αποφάσεις. Αλλά έκπληκτοι είδαμε ότι κάναμε λάθος. Συνέβαινε ακριβώς το ίδιο πράγμα. Οι συμμετέχοντες άρχισαν βλέπουν ότι όλο και περισσότερες μελέτες είναι ανήθικες, παρόλο που τους δείχναμε τις πιο ηθικές. Με άλλα λόγια, επειδή διάβαζαν όλο και λιγότερες ανήθικες μελέτες, έγιναν σκληρότεροι δικαστές για το τι θεωρούνταν ηθικό.
Ο εγκέφαλός μας είναι επιρρεπής στις συνεχείς συγκρίσεις
Γιατί οι άνθρωποι τείνουν να «φουσκώνουν» αυτό που αποκαλούν απειλητικό όταν οι απειλές γίνονται πιο σπάνιες; Οι έρευνες από τη γνωστική ψυχολογία και τη νευροεπιστήμη δείχνουν ότι αυτή η συμπεριφορά είναι συνέπεια του βασικού τρόπου με τον οποίο οι εγκέφαλοί μας επεξεργάζονται πληροφορίες και συγκρίνουν συνεχώς αυτό που βρίσκεται μπροστά τους.
Ο ανθρώπινος εγκέφαλος τείνει να κάνει συνεχώς συγκρίσεις. Από την στιγμή που βλέπει ότι τα απειλητικά πρόσωπα μειώνονται, δημιουργεί νέες απειλές. Όταν τα απειλητικά πρόσωπα είναι σπάνια, νέα πρόσωπα θα αρχίσουν να φαίνονται πιο «τρομακτικά».
Αποδεικνύεται επίσης ότι για τον εγκέφαλό μας, οι σχετικές συγκρίσεις απαιτούν λιγότερη ενέργεια από τις απόλυτες συγκρίσεις. Οι ανθρώπινοι εγκέφαλοι πιθανότατα εξελίχθηκαν για να χρησιμοποιήσουν σχετικές συγκρίσεις σε πολλές καταστάσεις, επειδή αυτές οι συγκρίσεις παρέχουν συχνά αρκετές πληροφορίες για την ασφαλή πλοήγηση στο περιβάλλον μας και τη λήψη αποφάσεων, ενώ παράλληλα απαιτούν λιγότερη προσπάθεια και ενέργεια.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου