Σε κάθε σπίτι υπάρχει ένα δωμάτιο προορισμένο να κρατάει μυστικά, ακόμα κι αν δεν το ξέρουν ούτε ο ιδιοκτήτης ούτε ο χτίστης. Σε κάθε άνθρωπο υπάρχει ένα κομμάτι ψυχής διδαγμένο από νωρίς να συγκεντρώνει κάθε άσχημη ανάμνηση και κάθε τραύμα. Σε κάθε σχέση υπάρχει ένα συρτάρι, κάτι σαν κρύπτη, που θα στοιβάξεις μέσα του λόγια αγάπης, καβγάδες, υποσχέσεις, αιώνιους όρκους και φυσικά τα λόγια του χωρισμού, προσεκτικά τυλιγμένα σε μια εγκεφαλική μεμβράνη, μνήμη θαρρώ πως λέγεται.
Αυτό το συρτάρι θα βγαίνει στην επιφάνεια κάθε λίγο και λιγάκι, σε κάθε νέο χωρισμό που μαθαίνεις, σε κάθε πρώην θύμηση που συναντάς τυχαία. Και σαν καλοκουρδισμένος μηχανισμός αντανακλαστικού, θα το σπρώχνεις πάλι πίσω, σε πρώιμο στάδιο, τότε που ήταν όλα τόσο φωτεινά, τότε που δεν προσπαθούσες να γαντζωθείς απ’ το κενό για να μη δεις τον εαυτό σου να μπαίνει στο μακρινό, σκοτεινό τούνελ της διάλυσης.
Στο επόμενο βήμα, οι παλιές φωτογραφίες δεν έχουν σκοπό ύπαρξης. Είσαι σε άλλη πορεία πια και πήρες από νωρίς τις αποφάσεις σου. Δεν έχεις λόγο να αναμοχλεύεις πράγματα που σου προκαλούν ωδίνες, λόγια πικροειπωμένα, προσπάθειες να βρεις ποιος είναι ο φταίχτης.
Κι όσο δε βρίσκεις, σκαλίζεις βαθύτερα, με μεγαλύτερες φτυαριές, κοντεύεις να κάνεις γεώτρηση στη σπονδυλική σου στήλη, μα πάντα θα καταλήγεις στον ίδιο πόνο και σε πρώην συντρόφους. Θα καταλήγεις πάντα σε ελιγμούς προς το αδιέξοδο, σε νεκρά σημεία που πρέπει απλά να τερματίσεις μια ώρα αρχύτερα.
Δε βγάζει νόημα να κουβαλάς μαζί σου όλα εκείνα που κατά λάθος έζησες και κατά βάθος ένιωσες. Η επόμενη φουρνιά συντρόφων δεν ξέρει τίποτα παραπάνω από όσα επέλεξες να μοιραστείς, τα υπόλοιπα είναι μέσα σ’ ένα συρτάρι που τελικά ο μαραγκός το έφτιαξε πιο βαθύ από ό,τι υπολόγιζε. Κι όπως οι κόρες του Δαναού έπρεπε να γεμίζουν με νερό ένα τρύπιο πιθάρι για να εξιλεωθούν, έτσι κι εσύ μ’ ένα μαγικά καταραμένο τρόπο πετάς ό,τι προλάβεις στο συρτάρι που όλο άδειο και συνάμα ξέχειλο είναι. Εσύ γιατί προσπαθείς αλήθεια; Κι εσύ για άφεση αμαρτιών;
Και σε κάθε νέα ανατριχίλα, νιώθεις την ανάγκη να το αρπάξεις βίαια και να το πετάξεις στα μούτρα της προηγούμενης φθοράς μαζί με όλα τα παράπονα που θα ξεφυτρώσουν απ’ το θυμωμένο στόμα σου. Αλλά επιλέγεις να μη μιλήσεις άλλο, ό,τι είχες άλλωστε να πεις το φυλάκισες μέσα εκεί, θα κάνεις το συρτάρι φρούριο υψίστης ασφαλείας κι ας είναι τόσο μάταιος ο κόπος που έκανες για να το αποσιωπήσεις.
Θα διαλέξεις ένα έπιπλο που δεν πολυχρησιμοποιείς, δεν πολυκαθαρίζεις, δεν το πολυαγαπάς γενικότερα, σχεδίαζες να το ξηλώσεις προ πολλού, αλλά σκέφτηκες ότι κάπου μπορεί να σου φαινόταν χρήσιμο. Και να που, τελικά, αποφάσισες να το κάνεις χωματερή ονείρων, ένα μέρος που θα επισκέπτεσαι μόνο για να ξεφορτωθείς βαρίδια, όπως ένα ακυρωμένο παρελθόν και μερικά ναυαγισμένα σχέδια.
Όλα τα αγκάθια που έζησες, κάποια κατάφερες να τα βγάλεις από πάνω σου, μερικά μπήχτηκαν ακόμα βαθύτερα, όλα όμως τελικά βρήκαν κοινό δρόμο για το πρώτο συρτάρι αριστερά, σε ένα αρχαίο σκρίνιο, φαγωμένο τόσο από σκόρο όσο κι από θέληση. Θέληση ατσαλένια για να πας παραπέρα, να κλειδώσεις το συρτάρι και να πετάξεις το κλειδί.
Αυτό το συρτάρι θα βγαίνει στην επιφάνεια κάθε λίγο και λιγάκι, σε κάθε νέο χωρισμό που μαθαίνεις, σε κάθε πρώην θύμηση που συναντάς τυχαία. Και σαν καλοκουρδισμένος μηχανισμός αντανακλαστικού, θα το σπρώχνεις πάλι πίσω, σε πρώιμο στάδιο, τότε που ήταν όλα τόσο φωτεινά, τότε που δεν προσπαθούσες να γαντζωθείς απ’ το κενό για να μη δεις τον εαυτό σου να μπαίνει στο μακρινό, σκοτεινό τούνελ της διάλυσης.
Στο επόμενο βήμα, οι παλιές φωτογραφίες δεν έχουν σκοπό ύπαρξης. Είσαι σε άλλη πορεία πια και πήρες από νωρίς τις αποφάσεις σου. Δεν έχεις λόγο να αναμοχλεύεις πράγματα που σου προκαλούν ωδίνες, λόγια πικροειπωμένα, προσπάθειες να βρεις ποιος είναι ο φταίχτης.
Κι όσο δε βρίσκεις, σκαλίζεις βαθύτερα, με μεγαλύτερες φτυαριές, κοντεύεις να κάνεις γεώτρηση στη σπονδυλική σου στήλη, μα πάντα θα καταλήγεις στον ίδιο πόνο και σε πρώην συντρόφους. Θα καταλήγεις πάντα σε ελιγμούς προς το αδιέξοδο, σε νεκρά σημεία που πρέπει απλά να τερματίσεις μια ώρα αρχύτερα.
Δε βγάζει νόημα να κουβαλάς μαζί σου όλα εκείνα που κατά λάθος έζησες και κατά βάθος ένιωσες. Η επόμενη φουρνιά συντρόφων δεν ξέρει τίποτα παραπάνω από όσα επέλεξες να μοιραστείς, τα υπόλοιπα είναι μέσα σ’ ένα συρτάρι που τελικά ο μαραγκός το έφτιαξε πιο βαθύ από ό,τι υπολόγιζε. Κι όπως οι κόρες του Δαναού έπρεπε να γεμίζουν με νερό ένα τρύπιο πιθάρι για να εξιλεωθούν, έτσι κι εσύ μ’ ένα μαγικά καταραμένο τρόπο πετάς ό,τι προλάβεις στο συρτάρι που όλο άδειο και συνάμα ξέχειλο είναι. Εσύ γιατί προσπαθείς αλήθεια; Κι εσύ για άφεση αμαρτιών;
Και σε κάθε νέα ανατριχίλα, νιώθεις την ανάγκη να το αρπάξεις βίαια και να το πετάξεις στα μούτρα της προηγούμενης φθοράς μαζί με όλα τα παράπονα που θα ξεφυτρώσουν απ’ το θυμωμένο στόμα σου. Αλλά επιλέγεις να μη μιλήσεις άλλο, ό,τι είχες άλλωστε να πεις το φυλάκισες μέσα εκεί, θα κάνεις το συρτάρι φρούριο υψίστης ασφαλείας κι ας είναι τόσο μάταιος ο κόπος που έκανες για να το αποσιωπήσεις.
Θα διαλέξεις ένα έπιπλο που δεν πολυχρησιμοποιείς, δεν πολυκαθαρίζεις, δεν το πολυαγαπάς γενικότερα, σχεδίαζες να το ξηλώσεις προ πολλού, αλλά σκέφτηκες ότι κάπου μπορεί να σου φαινόταν χρήσιμο. Και να που, τελικά, αποφάσισες να το κάνεις χωματερή ονείρων, ένα μέρος που θα επισκέπτεσαι μόνο για να ξεφορτωθείς βαρίδια, όπως ένα ακυρωμένο παρελθόν και μερικά ναυαγισμένα σχέδια.
Όλα τα αγκάθια που έζησες, κάποια κατάφερες να τα βγάλεις από πάνω σου, μερικά μπήχτηκαν ακόμα βαθύτερα, όλα όμως τελικά βρήκαν κοινό δρόμο για το πρώτο συρτάρι αριστερά, σε ένα αρχαίο σκρίνιο, φαγωμένο τόσο από σκόρο όσο κι από θέληση. Θέληση ατσαλένια για να πας παραπέρα, να κλειδώσεις το συρτάρι και να πετάξεις το κλειδί.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου