Ανακαλύπτοντας το Αδιανόητο
Από την αρχή του χρόνου το ανθρώπινο μυαλό πάλευε με το αδιανόητο, προσπαθώντας να υλοποιήσει κάθε σκέψη που θα μπορούσε να του παρέχει τη δυνατότητα να πραγματοποιήσει το «αδύνατο». Ο μέσος άνθρωπος συνήθως δεν ξέρει ή δε θέλει να θυμάται ότι για να μπορεί να απολαμβάνει σήμερα όλες αυτές τις δυνατότητες που του προσφέρει η τεχνολογία, κάποιοι άνθρωποι πέρασαν ολόκληρη τη ζωή τους προσπαθώντας να καταφέρουν το ακατόρθωτο. Πρόθεση αυτού του άρθρου είναι να διασπάσει το γνωστό χωροχρονικό συνεχές και να καταλύσει για λίγο τη γραμμική έννοια του χρόνου όπως την αντιλαμβάνεται ο δυτικός ορθολογισμός. Τι θα λέγατε λοιπόν αν μιλούσαμε για εφευρέσεις-«μανιτάρια» που εμφανίστηκαν ξαφνικά εκτός τόπου και χρόνου και ξεχάστηκαν το ίδιο παράδοξα, αφήνοντας πίσω τους αμυδρά ίχνη που συνθέτουν έναν παράξενο θρύλο ή μια παράλληλη, αλλά αποσιωπημένη ιστορία των εφευρέσεων;
Υπάρχει μια αρχαία αιγυπτιακή τοιχογραφία που απεικονίζει την επίκληση στο θεό Ρα-Ήλιο. Η τοιχογραφία αυτή έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον από άποψη διάταξης των σχεδίων. Στην βάση της υπάρχει μια στήλη (ντζεντ), η οποία στην κορυφή καταλήγει σε έναν αιγυπτιακό σταυρό, από το κέντρο του οποίου ξεκινούν με απόλυτη συμμετρία δυο ανθρώπινα χέρια που υψώνονται για να αγγίξουν τον ηλιακό δίσκο που βρίσκεται στην κορυφή της παράστασης. Δεξιά κι αριστερά, υπάρχουν ζωγραφισμένοι κυματισμοί που μοιάζουν με υλοποιήσεις ηλεκτρικής ροής. Στο κάτω τμήμα της εικόνας υπάρχουν δυο άνθρωποι, ενώ πάνω στον τρίτο κυματισμό, πίθηκοι απλώνουν λατρευτικά τα χέρια προς τον Θεό Ρα.
Κάποιοι επιστήμονες που μελέτησαν αυτή την τοιχογραφία, διαπίστωσαν έκπληκτοι ότι το σχέδιο παρουσίαζε σημαντικές ομοιότητες με μια σύγχρονη γεννήτρια πλάσματος. Οι σχεδιαστικές ομοιότητες ήταν καταλυτικές και η σύγκριση αναπόφευκτη, αφού μια δέσμη πλάσματος που παράγεται από θερμικά μέσα, οδηγείται σε έναν σωλήνα (ντζεντ), στο εσωτερικό του οποίου υπάρχουν δυο ηλεκτρόδια (ανθρώπινα χέρια) που επικοινωνούν σε εσωτερικό κύκλωμα (αιγυπτιακός σταυρός) και όλη η συσκευή βρίσκεται κάτω από την επίδραση ενός ισχυρού ηλεκτρομαγνήτη (Ήλιος-Ρα).
Στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου σώζεται ένας αρχαίος πάπυρος που είναι αντίγραφο παλαιότερου κειμένου, που περιγράφει μια μεταμόσχευση καρδιάς. Η επέμβαση έγινε σε έναν στρατιώτη που υπηρετούσε στην προσωπική φρουρά του Φαραώ. Ο στρατιώτης είχε τραυματιστεί στην καρδιά από ακόντιο και σύμφωνα με το κείμενο του παπύρου, κάποιος γιατρός αποφάσισε να αντικαταστήσει την καρδιά του με την καρδιά ενός μοσχαριού. Η επέμβαση έγινε με απόλυτη επιτυχία, κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Φαραώ Ντζεσέρ (3η δυναστεία), χιλιάδες χρόνια πριν ο σύγχρονος άνθρωπος διανοηθεί ότι είναι δυνατή μια τέτοια επέμβαση.
Η παραπάνω πληροφορία οφείλεται στον Αιγύπτιο καθηγητή Ντόρου Τοντερίτσιου, όμως υπάρχουν πολυάριθμες αναφορές και για άλλα ιατρικά επιτεύγματα των αρχαίων Αιγυπτίων. Για παράδειγμα, είναι πλέον αποδεκτό ακόμη κι από την επίσημη αρχαιολογία, ότι οι Αιγύπτιοι σφράγιζαν δόντια και κατασκεύαζαν οδοντιατρικές γέφυρες, ενώ υπάρχουν ενδείξεις ότι ήταν σε θέση να θεραπεύουν τον καταρράκτη. Σώζονται επίσης αρκετοί πάπυροι που ασχολούνται με ιατρικά θέματα, όπως ο πάπυρος Έμπερς που αναλύει θέματα καρδιολογίας και ο πάπυρος Έντουιν Σμιθ που περιγράφει επιτυχημένες επεμβάσεις στα οστά.
Η επίσημη αρχαιολογία δέχεται ότι οι νωπογραφίες του Λασκό είναι φτιαγμένες με κίτρινη ώχρα και ράβδους μαγνησίου, πυροξειδίου και σιδήρου. Οι ράβδοι σύμφωνα με τους αρχαιολόγους έμοιαζαν με υπερμεγέθη κραγιόνια και χρησιμοποιήθηκαν ευρύτατα από τους αρχαίους καλλιτέχνες. Όμως, έχει ενδιαφέρον να δούμε πώς μπορεί να κατασκευαζόταν μια τέτοια ράβδος. Θεωρητικά, οι καλλιτέχνες του Λασκό, θα πρέπει να έβγαζαν από την γη το πυροξείδιο του σιδήρου ή το μαγνήσιο (που είναι ένα εξαιρετικά σπάνιο υλικό), να το κοσκίνιζαν, να το καθάριζαν από τις ξένες ουσίες, να το κονιορτοποιούσαν και τέλος να το ανακάτευαν με κάποια λιπαρή ουσία, ώστε η λεπτή σκόνη να αποκτήσει συμπαγή κι εύχρηστη μορφή. Αν όλες οι παραπάνω διαδικασίες δεν αποτελούν μια μορφή χημικής τεχνολογίας, τότε πώς αλλιώς θα μπορούσαμε να την χαρακτηρίσουμε;
Η χρήση και η κατεργασία υλικών που δεν είχαν ακόμη ανακαλυφθεί, ανύπαρκτων δηλαδή σύμφωνα με τη συμβατική αντίληψη που έχουμε γα τον κόσμο μας, φαίνεται να αποτελούσε μια από τις πλέον αγαπητές πρακτικές των προγόνων μας. Ο Σοβιετικός καθηγητής Κοριούν Μεγκερεζιάν ανακάλυψε στο Μενζαμόρ της Σοβιετικής Αρμενίας το αρχαιότερο μεταλλουργείο του κόσμου.
Η λειτουργία του τοποθετείται γύρω στο 3000 π.κ.ε. κι εντοπίστηκαν σε αυτό 200 καμίνια για την κατεργασία μετάλλων. Οι έρευνες που έγιναν, επιβεβαίωσαν την επεξεργασία σε αυτό δεκατεσσάρων ποικιλιών ορείχαλκου, χαλκού, μολύβδου, ψευδαργύρου, σιδήρου, χρυσού, κασσίτερου, αρσενίτη, αντιμονίου, μαγνησίου και χάλυβα! Στην περιοχή βρέθηκαν σχεδόν άθικτες ατσάλινες λαβίδες που χρησιμοποιούνταν για την κατεργασία των μετάλλων. Οι ανακαλύψεις του Μεγκερεζιάν επικυρώθηκαν από επιστημονικά ιδρύματα της ΕΣΣΔ κι ελέγχθηκαν από πανεπιστήμια των ΗΠΑ, της Γαλλίας, της Αγγλίας και της Γερμανίας.
Αλλά και οι αρχαίοι Κινέζοι φαίνεται να είχαν προηγμένες γνώσεις στον τομέα της μεταλλουργίας, όπως προέκυψε από την ανακάλυψη αντικειμένων που ήταν κατασκευασμένα από κράμα αλουμινίου. Οι έρευνες του αρχαιολόγου Γιαν Χανγκ ανέτρεψαν εντελώς όλες τις ιδέες του σύγχρονου κόσμου για την ιστορία του αλουμινίου, που όλοι πίστευαν πως ήταν άγνωστο μέχρι το 1807, οπότε και το ανακάλυψε ο Βρετανός χημικός Χάμφρεϋ Ντέιβυ. Παρά την ύπαρξη αρχαίων κινέζικων αντικειμένων φτιαγμένων από κράμα αλουμινίου, η σύγχρονη επιστήμη κατόρθωσε να το κατασκευάσει εργαστηριακά μόλις το 1827, χωρίς να καταφέρει ακόμη και τότε να δημιουργήσει καθαρό αλουμίνιο, πράγμα το οποίο έγινε εφικτό σχεδόν τριάντα χρόνια αργότερα, χάρη στις ηλεκτρολυτικές μεθόδους των Έρουλ και Χωλ.
Μια επιγραφή που βρέθηκε στην Ελευσίνα το 1893, περιέχει οδηγίες για την κατασκευή «μπρούτζινων κυλινδρικών πόλων», οι οποίοι θα χρησιμοποιούνταν στο Τελεστήριο της Ελευσίνας. Η επιγραφή χρονολογείται τον 4ο π.κ.ε. και ουσιαστικά επιβεβαιώνει τη χρήση τόρνου και την ύπαρξη κοπτικών εργαλείων φτιαγμένων από σκληρούς χάλυβες. Και βέβαια, δεν μπορούμε παρά να συμπεράνουμε ότι για να γίνει κάτι τέτοιο, ήδη υπήρχε προηγμένη τεχνολογία παραγωγής και θερμικής κατεργασίας του χάλυβα.
Υπάρχουν αναφορές ότι ο Αριστοτέλης χρησιμοποιούσε μια πένα από μέταλλο, ότι ο Πλάτωνας είχε κατασκευάσει μια κλεψύδρα-ξυπνητήρι, ότι στα ανάκτορα του Νέρωνα υπήρχε κάποιου είδους ασανσέρ κι επίσης, ότι οι Ρωμαίοι γνώριζαν το μυστικό της κατασκευής άθραυστου γυαλιού, το οποίο χρησιμοποιούσαν ευρύτατα, μέχρι που ο Τιβέριος διέταξε την καταστροφή των εργαστηρίων παρασκευής του, από φόβο μήπως γίνει πολυτιμότερο από το χρυσό και το ασήμι.
Σε αντίθεση με την επίσημη εκδοχή που δέχεται ότι το αλεξικέραυνο εφευρέθηκε το 1752 από το Βενιαμίν Φραγκλίνο, γνωρίζουμε πως ο ναός του Σολομώντα διέθετε 24 αλεξικέραυνα, 3000 χρόνια πριν εφευρεθούν. Ολόκληρος ο ναός φαίνεται να εξυπηρετούσε αυτό το σύστημα που σκόπευε να υποτάξει τις δυνάμεις της φύσης. Η οροφή ήταν φτιαγμένη από δοκάρια κέδρου και σκεπασμένη με ένα παχύ επίχρυσο στρώμα.
Σε τακτά διαστήματα υπήρχαν μακριές σιδερένιες ή ατσάλινες επιχρυσωμένες βέργες, που σκοπό είχαν να προσελκύουν τα ηλεκτρικά φορτία της ατμόσφαιρας. Οι τοίχοι του ναού ήταν σκεπασμένοι από επιχρυσωμένο ξύλο και στο προαύλιο υπήρχαν δεξαμενές στις οποίες έφτανε νερό που διοχετεύονταν μέσα από μεταλλικούς σωλήνες. Ήταν δηλαδή ένα τέλειο σύστημα αποφόρτισης των ηλεκτρικών φορτίων της ατμόσφαιρας, που εκμεταλλεύονταν έξυπνα τα υλικά κατασκευής του κτηρίου, δημιουργώντας μονώσεις και αγωγούς μέσα από τους οποίους έρεαν τα ηλεκτρικά φορτία.
Τη χρήση του αλεξικέραυνου όμως γνώριζαν κι αρκετοί άλλοι εκτός από τους κατασκευαστές του ναού του Σολομώντα. Ο Νουμάς Πομπήλιος, δεύτερος βασιλιάς της Ρώμης, ήξερε να προκαλεί όποτε ήθελε «τη φωτιά του Δία» και κληροδότησε το φοβερό μυστικό στο διάδοχό του Τούλλο Οστίλιο. Η γνώση αυτή ήταν μοιραία για τον Τούλλο Οστίλιο, αφού όπως μας πληροφορεί ο Τίτος Λίβιος, του στοίχισε τη ζωή εξαιτίας ενός λανθασμένου χειρισμού κατά τη διάρκεια μιας θρησκευτικής γιορτής. Τον 6ο π.κ.ε. ο βασιλιάς της Ετρουρίας Πορσέννας χρησιμοποίησε ένα αλεξικέραυνο για να κεραυνοβολήσει ένα τρομερό ζώο που λυμαινόταν τη χώρα του, το οποίο παραδόξως ονομάζονταν Βολτ!
Άλλος ένας που γνώριζε την χρήση του αλεξικέραυνου ήταν ο Έλληνας ιστορικός και γιατρός Κτησίας που έζησε τον 4ο π.κ.ε. Έμαθε το μυστικό στην Αίγυπτο ή στην Περσία και χρησιμοποιούσε δυο σπαθιά καρφωμένα ανάποδα στη γη, πιστεύοντας ότι έτσι απομακρύνονταν τα σύννεφα, το χαλάζι και οι καταιγίδες.
Η χαλιναγώγηση όμως του ατμοσφαιρικού ηλεκτρισμού σε καμία περίπτωση δεν είναι τόσο σημαντική όσο η παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος με τεχνικές μεθόδους. Στο ημερολόγιο του Ισπανού εξερευνητή και συγγραφέα Μπάρκο Σεντενέρα, που επισκέφτηκε το 1601 τα ερείπια μιας πόλης που ο ίδιος αναφέρει ως Ελ Γκραν Μόχο σώζεται η πρώτη μαρτυρία που σχετίζεται με αυτό το θέμα. Από ότι μπορούμε να συμπεράνουμε, η πόλη αυτή βρισκόταν κοντά στις πηγές του ποταμού Παραγουάη, στην ευρύτερη περιοχή των Επτά Λιμνών που βρίσκεται στο κέντρο του Μάτο Γκρόσσο. Εκεί ανακάλυψε ένα αντικείμενο που περιγράφει ως «ραβδί που είχε μια σφαίρα στην κορυφή, η οποία έλαμπε με δυνατό φως».
Σύμφωνα με τις περιγραφές του, το αντικείμενο δε φαινόταν να χρησιμοποιεί κάποια εμφανή πηγή ενέργειας. Οι μελετητές του έργου του Σεντενέρα πιστεύουν πως είχε ανακαλύψει έναν αρχαίο ηλεκτρικό λαμπτήρα που λειτουργούσε χάρη σε κάποιον ηλεκτροχημικό μηχανισμό, ο οποίος παρείχε στη σφαίρα της κορυφής την απαιτούμενη ενέργεια που την έκανε να λάμπει. Παρόμοιες σφαίρες, όμως κατά πολύ μεγαλύτερες, που φαίνεται να λειτουργούσαν βασισμένες στην ίδια αρχή, βρέθηκαν και στην ολλανδική Νέα Γουινέα. Είχαν διάμετρο 3-3,5 μέτρων και ήταν τοποθετημένες πάνω σε κολόνες. Οι σφαίρες αυτές εξέπεμπαν άπλετο φως, ανάλογης φωτεινότητας με αυτή που παράγεται από τις σύγχρονες λάμπες νέον. Είμαστε σίγουροι, πως αν ο Τόμας Έντισον, που ανακάλυψε τον ηλεκτρικό λαμπτήρα το 1879, γνώριζε για την ύπαρξή τους, σίγουρα θα ενδιαφέρονταν πολύ να τις μελετήσει…
Η πιο εντυπωσιακή ανακάλυψη αρχαίου αντικειμένου που σχετίζεται με τον ηλεκτρισμό, είναι σίγουρα το εύρημα που ονομάστηκε Μπαταρία της Βαγδάτης. Βρέθηκε το 1936 σ’ έναν αρχαίο παρθικό οικισμό του Ιράκ και ύστερα από εξέταση που έγινε στα εργαστήρια του ιρακινού μουσείου, από ομάδα επιστημόνων με επικεφαλής το Γερμανό Βίλχελμ Κένιχ, προέκυψε το συμπέρασμα ότι το αντικείμενο ήταν ένα ηλεκτρικό στοιχείο, δηλαδή μπαταρία, έτοιμη να λειτουργήσει αρκεί να γινόταν η προσθήκη κάποιου αλκαλικού υγρού. Το εκπληκτικό είναι ότι ο παρθικός οικισμός στον οποίο βρέθηκε η μπαταρία, χρονολογείται μεταξύ 248 π.κ.ε. και 226 μ.κ.ε.
Το εύρημα ήταν ένα αγγείο σε σχήμα βάζου, κατασκευασμένο από ανοιχτόχρωμο πηλό. Περιείχε έναν χάλκινο κύλινδρο, στερεωμένο στο κέντρο του εσωτερικού χώρου με άσφαλτο. Το αγγείο είχε ύψος 15 εκατοστών και ο κυλινδρικός σωλήνας που ήταν φτιαγμένος από φύλλο χαλκού και κλειστός στη μια άκρη, είχε διάμετρο 26 χιλιοστών και ύψος 9 εκατοστών. Στο εσωτερικό του σωλήνα, συγκρατημένο από ένα ασφάλτινο στήριγμα, υπήρχε μια οξειδωμένη σιδερένια ράβδος, που η κορυφή της προεξείχε περίπου 1 εκατοστό πάνω από το ασφάλτινο στήριγμα και ήταν καλυμμένη από ένα κιτρινόγκριζο οξειδωμένο λεπτό στρώμα κάποιου μετάλλου που έμοιαζε με μολύβι.
Η κάτω άκρη του σιδερένιου ραβδιού δεν ακουμπούσε στον πάτο του κυλίνδρου, όπου υπήρχε ένα λεπτό στρώμα ασφάλτου πάχους 3 χιλιοστών. Όταν ο Βίλχελμ Κένιχ ανακοίνωσε το πόρισμά του, λέγοντας πως πρόκειται για μια αρχαία μπαταρία, η επιστημονική κοινότητα γέλασε με την καρδιά της, αφού κάτι τέτοιο δεν ήταν δυνατόν να υπάρχει. Όμως, γελάει καλύτερα όποιος γελάει τελευταίος. Έτσι, ένας συμπατριώτης του Κένιχ, ο αιγυπτιολόγος δρ. Έγκεμπρεχτ, αποφάσισε να εξετάσει κι αυτή την πιθανότητα. Κατασκεύασε λοιπόν με ακριβή αντίγραφα των αρχαίων κομματιών μια μπαταρία, η οποία ως αλκαλικό υγρό χρησιμοποιούσε φρεσκοστυμμένο χυμό σταφυλιών. Μόλις το υγρό έμπαινε στο χάλκινο κύλινδρο, ένα βολτόμετρο συνδεδεμένο με την μπαταρία, κατέγραφε τάση μισού βολτ. Για άλλη μια φορά, κάτι που ήταν αδύνατον να υπάρχει, υπήρχε!
Ο μηχανισμός των Αντικυθήρων (φωτό επάνω) είναι ένας από τους παλαιότερους γνωστούς υπολογιστικούς μηχανισμούς, ίσως ο πρώτος αναλογικός υπολογιστής στην ιστορία, ο οποίος έχει εξαιρετικά πολύπλοκο σχεδιασμό, που μέχρι σήμερα δεν γνωρίζουν οι επιστήμονες τι ακριβώς είναι.
Μετά από δεκαετίες έρευνας, οι ιστορικοί υποθέτουν ότι ο μηχανισμός (φωτό κάτω) είχε σκοπό να δείξει την θέση του Ήλιου και της Σελήνης και την κίνηση των πλανητών στον ουρανό, καθώς και να προβλέψει τις ηλιακές και σεληνιακές εκλείψεις και ακόμη και τα βασικά γεγονότα στην Γη, όπως οι Ολυμπιακοί αγώνες. Υποθέτουν, δεν είναι σίγουροι.
Το μυστικό της παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος φαίνεται να ταξίδεψε μέσω της μυστικής παράδοσης μέσα στο χρόνο. Έτσι, το ξανασυναντάμε το 13ο αιώνα. Σύμφωνα πολλές αναφορές, ο Γάλλος ραβίνος Γιέσελε είχε κατασκευάσει μια «φωτεινή λάμπα που άναβε μόνη της». Αυτή η λάμπα δεν είχε λάδι, ούτε φιτίλι και παρά το γεγονός ότι ο Γιέσελε την είχε παρουσιάσει στο βασιλιά Άγιο Λουδοβίκο, ποτέ δεν αποκάλυψε το μυστικό που την έκανε να λειτουργεί. Την χρήση του ηλεκτρισμού από το Γάλλο ραβίνο, επιβεβαιώνει και ο Ελίφας Λεβί στο βιβλίο του Ιστορία της Μαγείας, προσθέτοντας ότι ο Γιέσελε χρησιμοποιούσε το ηλεκτρικό ρεύμα και για άλλους σκοπούς. Αγγίζοντας ένα καρφί στον τοίχο του εργαστηρίου του, έβγαινε μια γαλάζια σπίθα κι όποιος άγγιζε το ρόπτρο της πόρτας του ένιωθε σα να τον χτυπούσε κεραυνός.
Την ίδια εποχή με το Γιέσελε έζησε και ο πασίγνωστος Ρότζερ Μπέικον. Ο Μπέικον γεννήθηκε στο Ίλτσεστερ της Αγγλίας το 1214 και οι μελέτες του σε διάφορους τομείς είναι πλέον θρυλικές. Τουλάχιστον στον τομέα της οπτικής φαίνετε να γνώριζε τα φαινόμενα του αντικατοπτρισμού, της εξάπλωσης και της διάθλασης του φωτός. Από το βιβλίο του Πραγματεία περί οπτικής ή προοπτικής, διαπιστώνουμε ότι το 1250 ήταν σε θέση να κατασκευάσει τηλεσκόπια και μικροσκόπια. Επίσης, στα γραπτά του υπάρχει ο χημικός τύπος της πυρίτιδας. Παρ’ όλα αυτά, η συμβατική ιστορία δέχεται ως εφευρέτη του τηλεσκοπίου τον Ολλανδό Χανς Λίππερσαϋ, που παρουσίασε την εφεύρεσή του το 1608. Όσο για το Ρότζερ Μπέικον, όταν πέθανε, τα χειρόγραφά του θεωρήθηκαν προϊόντα μαγείας και οι γνώσεις του καταδικάστηκαν στην αφάνεια. Ο ίδιος φαίνεται να γνώριζε την αντιμετώπιση που του επιφύλασσαν, τόσο οι σύγχρονοι όσο και οι μεταγενέστεροί του, όταν είχε πει: «Μετανιώνω που μπήκα σε τόσο κόπο για το καλό της επιστήμης».
Δύο αιώνες αργότερα, ο Λεονάρντο Ντα Βίντσι σχεδίαζε το πρώτο αλεξίπτωτο που είχε μορφή αντίσκηνου. Παρ΄ όλο που οι υπολογισμοί του Ντα Βίντσι και ο σχεδιασμός του αλεξιπτώτου του ήταν τέλειοι, χρειάστηκε να περιμένουμε ως το 1797 για να γίνει αποδεκτή αυτή η εφεύρεση που καταχωρήθηκε στο Γάλλο Ζαν Πιέρ Φρανσουά Μπλανσάρ. Ο Ντα Βίντσι, μεταξύ των πολλών παράξενων εφευρέσεών του είχε κατασκευάσει κι ένα πυροβόλο ατμού. Τόσο ο ίδιος, όσο και ο Ιταλός ποιητής Φραγκίσκο Πετράρχης απέδιδαν το πρωτότυπο του όπλου στον Αρχιμήδη.
Αυτό σημαίνει ότι ένα πυροβόλο όπλο είχε κατασκευαστεί εκατοντάδες χρόνια πριν δεχτούμε την ύπαρξή του. Το πυροβόλο του Αρχιμήδη ονομαζόταν Ατμοτηλεβόλο και λειτουργούσε με ατμό. Σύμφωνα με τις περιγραφές, εκσφενδόνιζε σιδερένιες μπάλες βάρους ενός ταλάντου, σε απόσταση έξι σταδίων. Το όπλο αποτελούνταν από έναν μακρύ σωλήνα, το 1/3 του μήκους του οποίου βρισκόταν μέσα σε δοχείο που περιείχε αναμμένα κάρβουνα. Στο πίσω μέρος της κατασκευής υπήρχε δοχείο νερού, το οποίο όταν έπεφτε στο θερμό σωλήνα, εξαερωνόταν στιγμιαία, δημιουργώντας την απαιτούμενη πίεση για την εκτόξευση του βλήματος.
Ένα άλλο όπλο που η κατασκευή του προηγείται της αποδοχής της ύπαρξής του, είναι το μυδραλιοβόλο που κατασκεύασε το 1775 ο Γάλλος μηχανικός Περόν. Το μυδραλιοβόλο αυτό λειτουργούσε με μανιβέλα και μπορούσε να εκσφενδονίζει εικοσιτέσσερις μπάλες. Ο Περόν παρουσίασε το όπλο στο νεαρό Λουδοβίκο ΙΣΤ΄ και το μυδραλιοβόλο προκάλεσε τόση ταραχή στο βασιλιά και τους υπουργούς του, που διατάχθηκε η καταστροφή του και ο εφευρέτης του θεωρήθηκε εχθρός της ανθρωπότητας.
Η εφεύρεση του πρώτου ατμοστροβίλου αποδίδεται στο Βρετανό μηχανικό Τσαρλς Πάρσον κι έγινε το 1884. Παρ΄ όλα αυτά, κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι ο Ήρωνας (100 π.κ.ε.) είχε κατασκευάσει έναν μηχανισμό που αναφέρεται ως Αιολόσφαιρα ή Αιόλου Πύλη. Ο μηχανισμός αυτός αποτελούνταν από μια κοίλη σφαίρα που ήταν τοποθετημένη πάνω από κλειστό λέβητα με τον οποίο επικοινωνούσε. Ο ατμός από το λέβητα διοχετευόταν στη σφαίρα, που είχε δυο διαμετρικά αντίθετα ακροφύσια κι έτσι, η έξοδος του ατμού προκαλούσε την περιστροφή της.
Μια λιγότερο εντυπωσιακή, αλλά εξίσου σημαντική ανακάλυψη που προηγήθηκε της εποχής της είναι η χύτρα ατμού που χρησιμοποιούσε ο γιατρός Φιλομένης το 250 π.κ.ε. για να μαγειρεύει. Η χύτρα ατμού επανανακαλύφθηκε το 1681 από τον Ντενίς Παπέν και η μόνη διαφορά της με αυτή του Φιλομένη ήταν ότι η χύτρα του Παπέν διέθετε ασφαλιστική δικλείδα.
Άλλη μια σημαντική εφεύρεση που προηγήθηκε της επίσημης ανακάλυψής της είναι και το υποβρύχιο. Η επίσημη ιστορία καταγράφει ως πρώτο υποβρύχιο που κατασκευάστηκε ποτέ, αυτό που έφτιαξε ο Ντέιβιντ Μπρουσνέλ. Ονομάζονταν Χελώνα κι έμοιαζε με τεράστιο βαρέλι που κινούνταν με χειροκίνητη προπέλα. Στις 6 Σεπτεμβρίου 1776 έκανε την πρώτη δοκιμαστική του επιχείρηση στο λιμάνι της Νέας Υόρκης. Τόσο αυτή, όσο και οι επόμενες όμως ήταν αποτυχημένες ως προς την επίτευξη των στόχων του κατασκευαστή.
Το πρώτο υποβρύχιο ανοιχτής θαλάσσης αποδίδεται επίσημα στον Αμερικανό Σάιμον Λεκ. Ονομαζόταν Αργοναύτης 1 και το 1898 ταξίδεψε από το Νόρφολκ της Βιρτζίνια ως τη Νέα Υόρκη. Όμως, ήδη από 1620, ο Ολλανδός Κορνέλις Γιάκομπσον Ντρέμπελ είχε κατασκευάσει ένα ξύλινο υποβρύχιο που ταξίδευε επιτυχώς στον Τάμεση, σε βάθος 4,5 μέτρων. Η ύπαρξή του επιβεβαιώνεται κι από το Ρόμπερτ Μπόυλ, που θεωρείται από πολλούς ως ο πρώτος επιστήμονας του νεότερου κόσμου.
Οι πτητικές συσκευές και το αεροπλάνο, όντας ανέκαθεν ένα από τα σημαντικότερα όνειρα του ανθρώπου, δε θα μπορούσαν βέβαια να λείπουν από αυτή την καταγραφή των επανανακαλύψεων. Γνωρίζουμε ότι ο Αχρύτας ο Ταραντίνος είχε κατασκευάσει το 425 π.κ.ε. μια πτητική συσκευή που ονόμαζε Περιστερά ή Πετομηχανή. Λειτουργούσε χάρη σ’ ένα σύστημα αεροπροώθησης που χρησιμοποιούσε συμπιεσμένο αέρα. Μια μορφή αεροσυμπίεσης που χρησιμοποιήθηκε για πτήση, ήταν λοιπόν γνωστή 2355 χρόνια πριν ο Βρετανός αεροναυπηγός Φρανκ Χουίτλ πάρει δίπλωμα ευρεσιτεχνίας γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο. Πτητικές συσκευές μικρού μεγέθους παρουσιάστηκαν σε διάφορες εποχές. Μια από τις πιο εντυπωσιακές, που φαίνεται να χρησιμοποιούσε και κάποιο μηχανισμό τηλεκατεύθυνσης ήταν ο Μηχανικός Αετός που παρουσιάστηκε κατά την είσοδο του αυτοκράτορα Μαξιμιλιανού Α’ στη Νυρεμβέργη. Ο αετός απογειώθηκε από το τείχος της πόλης, έκανε μερικούς κύκλους πάνω από το κεφάλι του Μαξιμιλιανού και μετά προπορεύτηκε, οδηγώντας τον στην είσοδο της πόλης.
Το 1996, οι γερμανοί κατασκευαστές αεροσκαφών Algund Eeboom και Peter Belting επιβεβαίωσαν την υπόθεση ότι τα ειδώλια (φωτό επάνω) ήταν ιπτάμενες μηχανές. Κατασκεύασαν λοιπόν ακριβή αντίγραφα με μέγεθος 16 φορές μεγαλύτερο και εξοπλισμένα με κινητήρες και συστήματα ελέγχου ραδιοφώνου. Τα δύο μοντέλα δεν ήταν μόνο σε θέση να ανυψωθούν με επιτυχία, αλλά επίσης πραγματοποίησαν ελιγμούς ακόμη και με τους κινητήρες τους απενεργοποιημένους.
Όσον αφορά στις πτητικές μηχανές μεγάλου μεγέθους, αντίθετα με τη γενική πίστη που χρονολογεί την εφεύρεσή τους στα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ου αιώνα, αναγνωρίζοντας την κατασκευή του ανεμόπτερου στο Λίλιεντελ το 1853, του αερόστατου στο Ζέππελιν το 1900 και του αεροπλάνου στους αδελφούς Ράιτ το 1903, είχε προηγηθεί η πτητική μηχανή του Ιησουίτη Μπαρτολομέο Λοουρένσο ντε Γκουσμάο το 1709. Ο Γκουσμάο πιστεύεται πως ήταν κάτοχος μυστικών γνώσεων που είχε αποκτήσει στη Βολιβία. Όταν το 1708 επέστρεψε στη Λισσαβώνα, ζήτησε άδεια από το βασιλιά της Πορτογαλίας Ζοάο Ε’, για να κατασκευάσει μια πτητική μηχανή. Η άδεια δόθηκε στις 17 Απριλίου 1709, μαζί με μια γενναία επιχορήγηση.
Στις 5 Αυγούστου του ίδιου έτους έγινε η πρώτη απόπειρα πτήσης με το παράξενο σκάφος, που σύμφωνα με τις περιγραφές έμοιαζε με πουλί, είχε κεφάλι, ουρά και φτερά και πολλές οριζόντιες σωληνώσεις, μέσα από τις οποίες ένα τεράστιο φυσερό έστελνε ρεύμα αέρα σ’ ένα μεγάλο ιστίο που έμοιαζε με σάκο. Σε αυτή την απόπειρα, η μηχανή πέταξε σε ύψος 20 πιθαμών, αλλά πήρε φωτιά και καταστράφηκε εντελώς. Η δεύτερη απόπειρα πτήσης έγινε στις 30 Οκτωβρίου 1709, μέσα στην αυλή της Κάζα ντα Ίντια και ήταν απόλυτα επιτυχής.
Ανάμεσα σε αυτούς που παρακολούθησαν τη δοκιμή, ήταν και ο Πάπας Ιννοκέντιος VIII, ενώ είχε ακόμη το βαθμό του καρδινάλιου. Η μηχανή του Γκουσμάο ονομαζόταν Πασσαρόλα ή Ιπτάμενη Γόνδολα και χάρισε στον κατασκευαστή της τη θέση του ακαδημαϊκού. Παρά το γεγονός ότι για την Πασσαρόλα έχουν γραφτεί πολλά και ήταν χιλιάδες αυτοί που παρακολούθησαν τις δοκιμαστικές πτήσεις της, η εφεύρεση εξαφανίστηκε άδοξα. Ο Γκουσμάο, προσπαθώντας να διατηρήσει μυστικότητα, έφτιαξε μόνο ένα αντίγραφο των κατασκευαστικών σχεδίων του, το οποίο έστειλε στη βιβλιοθήκη του Βατικανό. Λίγο καιρό αργότερα, η Ιερά Εξέταση θεώρησε την εφεύρεσή του επικίνδυνη και σατανική και ο Γκουσμάο αναγκάστηκε να κάψει τα σχέδια και την πρωτότυπη μηχανή του.
Είναι παράξενο το ότι δεκάδες σημαντικότατες εφευρέσεις έμειναν ανεκμετάλλευτες και χάθηκαν στη λήθη του χρόνου, μέχρι που κάποιος αποφάσισε να τις εφεύρει ξανά. Ίσως το γεγονός αυτό να οφείλεται εν μέρει στο ότι προηγήθηκαν κατά πολύ της εποχής τους κι έτσι αντιμετωπίστηκαν με δυσπιστία ή ακόμη κι εχθρότητα. Ίσως όμως να οφείλεται σε κάτι πολύ πιο παράδοξο και θαυμαστό, που αδιαφορεί για την σχέση αιτίας-αποτελέσματος όπως την αντιλαμβανόμαστε κι επιτρέπει στην εξέλιξη να προηγηθεί των αναγκών μας…
Από την αρχή του χρόνου το ανθρώπινο μυαλό πάλευε με το αδιανόητο, προσπαθώντας να υλοποιήσει κάθε σκέψη που θα μπορούσε να του παρέχει τη δυνατότητα να πραγματοποιήσει το «αδύνατο». Ο μέσος άνθρωπος συνήθως δεν ξέρει ή δε θέλει να θυμάται ότι για να μπορεί να απολαμβάνει σήμερα όλες αυτές τις δυνατότητες που του προσφέρει η τεχνολογία, κάποιοι άνθρωποι πέρασαν ολόκληρη τη ζωή τους προσπαθώντας να καταφέρουν το ακατόρθωτο. Πρόθεση αυτού του άρθρου είναι να διασπάσει το γνωστό χωροχρονικό συνεχές και να καταλύσει για λίγο τη γραμμική έννοια του χρόνου όπως την αντιλαμβάνεται ο δυτικός ορθολογισμός. Τι θα λέγατε λοιπόν αν μιλούσαμε για εφευρέσεις-«μανιτάρια» που εμφανίστηκαν ξαφνικά εκτός τόπου και χρόνου και ξεχάστηκαν το ίδιο παράδοξα, αφήνοντας πίσω τους αμυδρά ίχνη που συνθέτουν έναν παράξενο θρύλο ή μια παράλληλη, αλλά αποσιωπημένη ιστορία των εφευρέσεων;
Υπάρχει μια αρχαία αιγυπτιακή τοιχογραφία που απεικονίζει την επίκληση στο θεό Ρα-Ήλιο. Η τοιχογραφία αυτή έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον από άποψη διάταξης των σχεδίων. Στην βάση της υπάρχει μια στήλη (ντζεντ), η οποία στην κορυφή καταλήγει σε έναν αιγυπτιακό σταυρό, από το κέντρο του οποίου ξεκινούν με απόλυτη συμμετρία δυο ανθρώπινα χέρια που υψώνονται για να αγγίξουν τον ηλιακό δίσκο που βρίσκεται στην κορυφή της παράστασης. Δεξιά κι αριστερά, υπάρχουν ζωγραφισμένοι κυματισμοί που μοιάζουν με υλοποιήσεις ηλεκτρικής ροής. Στο κάτω τμήμα της εικόνας υπάρχουν δυο άνθρωποι, ενώ πάνω στον τρίτο κυματισμό, πίθηκοι απλώνουν λατρευτικά τα χέρια προς τον Θεό Ρα.
Κάποιοι επιστήμονες που μελέτησαν αυτή την τοιχογραφία, διαπίστωσαν έκπληκτοι ότι το σχέδιο παρουσίαζε σημαντικές ομοιότητες με μια σύγχρονη γεννήτρια πλάσματος. Οι σχεδιαστικές ομοιότητες ήταν καταλυτικές και η σύγκριση αναπόφευκτη, αφού μια δέσμη πλάσματος που παράγεται από θερμικά μέσα, οδηγείται σε έναν σωλήνα (ντζεντ), στο εσωτερικό του οποίου υπάρχουν δυο ηλεκτρόδια (ανθρώπινα χέρια) που επικοινωνούν σε εσωτερικό κύκλωμα (αιγυπτιακός σταυρός) και όλη η συσκευή βρίσκεται κάτω από την επίδραση ενός ισχυρού ηλεκτρομαγνήτη (Ήλιος-Ρα).
Στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου σώζεται ένας αρχαίος πάπυρος που είναι αντίγραφο παλαιότερου κειμένου, που περιγράφει μια μεταμόσχευση καρδιάς. Η επέμβαση έγινε σε έναν στρατιώτη που υπηρετούσε στην προσωπική φρουρά του Φαραώ. Ο στρατιώτης είχε τραυματιστεί στην καρδιά από ακόντιο και σύμφωνα με το κείμενο του παπύρου, κάποιος γιατρός αποφάσισε να αντικαταστήσει την καρδιά του με την καρδιά ενός μοσχαριού. Η επέμβαση έγινε με απόλυτη επιτυχία, κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Φαραώ Ντζεσέρ (3η δυναστεία), χιλιάδες χρόνια πριν ο σύγχρονος άνθρωπος διανοηθεί ότι είναι δυνατή μια τέτοια επέμβαση.
Η παραπάνω πληροφορία οφείλεται στον Αιγύπτιο καθηγητή Ντόρου Τοντερίτσιου, όμως υπάρχουν πολυάριθμες αναφορές και για άλλα ιατρικά επιτεύγματα των αρχαίων Αιγυπτίων. Για παράδειγμα, είναι πλέον αποδεκτό ακόμη κι από την επίσημη αρχαιολογία, ότι οι Αιγύπτιοι σφράγιζαν δόντια και κατασκεύαζαν οδοντιατρικές γέφυρες, ενώ υπάρχουν ενδείξεις ότι ήταν σε θέση να θεραπεύουν τον καταρράκτη. Σώζονται επίσης αρκετοί πάπυροι που ασχολούνται με ιατρικά θέματα, όπως ο πάπυρος Έμπερς που αναλύει θέματα καρδιολογίας και ο πάπυρος Έντουιν Σμιθ που περιγράφει επιτυχημένες επεμβάσεις στα οστά.
Η επίσημη αρχαιολογία δέχεται ότι οι νωπογραφίες του Λασκό είναι φτιαγμένες με κίτρινη ώχρα και ράβδους μαγνησίου, πυροξειδίου και σιδήρου. Οι ράβδοι σύμφωνα με τους αρχαιολόγους έμοιαζαν με υπερμεγέθη κραγιόνια και χρησιμοποιήθηκαν ευρύτατα από τους αρχαίους καλλιτέχνες. Όμως, έχει ενδιαφέρον να δούμε πώς μπορεί να κατασκευαζόταν μια τέτοια ράβδος. Θεωρητικά, οι καλλιτέχνες του Λασκό, θα πρέπει να έβγαζαν από την γη το πυροξείδιο του σιδήρου ή το μαγνήσιο (που είναι ένα εξαιρετικά σπάνιο υλικό), να το κοσκίνιζαν, να το καθάριζαν από τις ξένες ουσίες, να το κονιορτοποιούσαν και τέλος να το ανακάτευαν με κάποια λιπαρή ουσία, ώστε η λεπτή σκόνη να αποκτήσει συμπαγή κι εύχρηστη μορφή. Αν όλες οι παραπάνω διαδικασίες δεν αποτελούν μια μορφή χημικής τεχνολογίας, τότε πώς αλλιώς θα μπορούσαμε να την χαρακτηρίσουμε;
Η χρήση και η κατεργασία υλικών που δεν είχαν ακόμη ανακαλυφθεί, ανύπαρκτων δηλαδή σύμφωνα με τη συμβατική αντίληψη που έχουμε γα τον κόσμο μας, φαίνεται να αποτελούσε μια από τις πλέον αγαπητές πρακτικές των προγόνων μας. Ο Σοβιετικός καθηγητής Κοριούν Μεγκερεζιάν ανακάλυψε στο Μενζαμόρ της Σοβιετικής Αρμενίας το αρχαιότερο μεταλλουργείο του κόσμου.
Η λειτουργία του τοποθετείται γύρω στο 3000 π.κ.ε. κι εντοπίστηκαν σε αυτό 200 καμίνια για την κατεργασία μετάλλων. Οι έρευνες που έγιναν, επιβεβαίωσαν την επεξεργασία σε αυτό δεκατεσσάρων ποικιλιών ορείχαλκου, χαλκού, μολύβδου, ψευδαργύρου, σιδήρου, χρυσού, κασσίτερου, αρσενίτη, αντιμονίου, μαγνησίου και χάλυβα! Στην περιοχή βρέθηκαν σχεδόν άθικτες ατσάλινες λαβίδες που χρησιμοποιούνταν για την κατεργασία των μετάλλων. Οι ανακαλύψεις του Μεγκερεζιάν επικυρώθηκαν από επιστημονικά ιδρύματα της ΕΣΣΔ κι ελέγχθηκαν από πανεπιστήμια των ΗΠΑ, της Γαλλίας, της Αγγλίας και της Γερμανίας.
Αλλά και οι αρχαίοι Κινέζοι φαίνεται να είχαν προηγμένες γνώσεις στον τομέα της μεταλλουργίας, όπως προέκυψε από την ανακάλυψη αντικειμένων που ήταν κατασκευασμένα από κράμα αλουμινίου. Οι έρευνες του αρχαιολόγου Γιαν Χανγκ ανέτρεψαν εντελώς όλες τις ιδέες του σύγχρονου κόσμου για την ιστορία του αλουμινίου, που όλοι πίστευαν πως ήταν άγνωστο μέχρι το 1807, οπότε και το ανακάλυψε ο Βρετανός χημικός Χάμφρεϋ Ντέιβυ. Παρά την ύπαρξη αρχαίων κινέζικων αντικειμένων φτιαγμένων από κράμα αλουμινίου, η σύγχρονη επιστήμη κατόρθωσε να το κατασκευάσει εργαστηριακά μόλις το 1827, χωρίς να καταφέρει ακόμη και τότε να δημιουργήσει καθαρό αλουμίνιο, πράγμα το οποίο έγινε εφικτό σχεδόν τριάντα χρόνια αργότερα, χάρη στις ηλεκτρολυτικές μεθόδους των Έρουλ και Χωλ.
Μια επιγραφή που βρέθηκε στην Ελευσίνα το 1893, περιέχει οδηγίες για την κατασκευή «μπρούτζινων κυλινδρικών πόλων», οι οποίοι θα χρησιμοποιούνταν στο Τελεστήριο της Ελευσίνας. Η επιγραφή χρονολογείται τον 4ο π.κ.ε. και ουσιαστικά επιβεβαιώνει τη χρήση τόρνου και την ύπαρξη κοπτικών εργαλείων φτιαγμένων από σκληρούς χάλυβες. Και βέβαια, δεν μπορούμε παρά να συμπεράνουμε ότι για να γίνει κάτι τέτοιο, ήδη υπήρχε προηγμένη τεχνολογία παραγωγής και θερμικής κατεργασίας του χάλυβα.
Υπάρχουν αναφορές ότι ο Αριστοτέλης χρησιμοποιούσε μια πένα από μέταλλο, ότι ο Πλάτωνας είχε κατασκευάσει μια κλεψύδρα-ξυπνητήρι, ότι στα ανάκτορα του Νέρωνα υπήρχε κάποιου είδους ασανσέρ κι επίσης, ότι οι Ρωμαίοι γνώριζαν το μυστικό της κατασκευής άθραυστου γυαλιού, το οποίο χρησιμοποιούσαν ευρύτατα, μέχρι που ο Τιβέριος διέταξε την καταστροφή των εργαστηρίων παρασκευής του, από φόβο μήπως γίνει πολυτιμότερο από το χρυσό και το ασήμι.
Σε αντίθεση με την επίσημη εκδοχή που δέχεται ότι το αλεξικέραυνο εφευρέθηκε το 1752 από το Βενιαμίν Φραγκλίνο, γνωρίζουμε πως ο ναός του Σολομώντα διέθετε 24 αλεξικέραυνα, 3000 χρόνια πριν εφευρεθούν. Ολόκληρος ο ναός φαίνεται να εξυπηρετούσε αυτό το σύστημα που σκόπευε να υποτάξει τις δυνάμεις της φύσης. Η οροφή ήταν φτιαγμένη από δοκάρια κέδρου και σκεπασμένη με ένα παχύ επίχρυσο στρώμα.
Σε τακτά διαστήματα υπήρχαν μακριές σιδερένιες ή ατσάλινες επιχρυσωμένες βέργες, που σκοπό είχαν να προσελκύουν τα ηλεκτρικά φορτία της ατμόσφαιρας. Οι τοίχοι του ναού ήταν σκεπασμένοι από επιχρυσωμένο ξύλο και στο προαύλιο υπήρχαν δεξαμενές στις οποίες έφτανε νερό που διοχετεύονταν μέσα από μεταλλικούς σωλήνες. Ήταν δηλαδή ένα τέλειο σύστημα αποφόρτισης των ηλεκτρικών φορτίων της ατμόσφαιρας, που εκμεταλλεύονταν έξυπνα τα υλικά κατασκευής του κτηρίου, δημιουργώντας μονώσεις και αγωγούς μέσα από τους οποίους έρεαν τα ηλεκτρικά φορτία.
Τη χρήση του αλεξικέραυνου όμως γνώριζαν κι αρκετοί άλλοι εκτός από τους κατασκευαστές του ναού του Σολομώντα. Ο Νουμάς Πομπήλιος, δεύτερος βασιλιάς της Ρώμης, ήξερε να προκαλεί όποτε ήθελε «τη φωτιά του Δία» και κληροδότησε το φοβερό μυστικό στο διάδοχό του Τούλλο Οστίλιο. Η γνώση αυτή ήταν μοιραία για τον Τούλλο Οστίλιο, αφού όπως μας πληροφορεί ο Τίτος Λίβιος, του στοίχισε τη ζωή εξαιτίας ενός λανθασμένου χειρισμού κατά τη διάρκεια μιας θρησκευτικής γιορτής. Τον 6ο π.κ.ε. ο βασιλιάς της Ετρουρίας Πορσέννας χρησιμοποίησε ένα αλεξικέραυνο για να κεραυνοβολήσει ένα τρομερό ζώο που λυμαινόταν τη χώρα του, το οποίο παραδόξως ονομάζονταν Βολτ!
Άλλος ένας που γνώριζε την χρήση του αλεξικέραυνου ήταν ο Έλληνας ιστορικός και γιατρός Κτησίας που έζησε τον 4ο π.κ.ε. Έμαθε το μυστικό στην Αίγυπτο ή στην Περσία και χρησιμοποιούσε δυο σπαθιά καρφωμένα ανάποδα στη γη, πιστεύοντας ότι έτσι απομακρύνονταν τα σύννεφα, το χαλάζι και οι καταιγίδες.
Η χαλιναγώγηση όμως του ατμοσφαιρικού ηλεκτρισμού σε καμία περίπτωση δεν είναι τόσο σημαντική όσο η παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος με τεχνικές μεθόδους. Στο ημερολόγιο του Ισπανού εξερευνητή και συγγραφέα Μπάρκο Σεντενέρα, που επισκέφτηκε το 1601 τα ερείπια μιας πόλης που ο ίδιος αναφέρει ως Ελ Γκραν Μόχο σώζεται η πρώτη μαρτυρία που σχετίζεται με αυτό το θέμα. Από ότι μπορούμε να συμπεράνουμε, η πόλη αυτή βρισκόταν κοντά στις πηγές του ποταμού Παραγουάη, στην ευρύτερη περιοχή των Επτά Λιμνών που βρίσκεται στο κέντρο του Μάτο Γκρόσσο. Εκεί ανακάλυψε ένα αντικείμενο που περιγράφει ως «ραβδί που είχε μια σφαίρα στην κορυφή, η οποία έλαμπε με δυνατό φως».
Σύμφωνα με τις περιγραφές του, το αντικείμενο δε φαινόταν να χρησιμοποιεί κάποια εμφανή πηγή ενέργειας. Οι μελετητές του έργου του Σεντενέρα πιστεύουν πως είχε ανακαλύψει έναν αρχαίο ηλεκτρικό λαμπτήρα που λειτουργούσε χάρη σε κάποιον ηλεκτροχημικό μηχανισμό, ο οποίος παρείχε στη σφαίρα της κορυφής την απαιτούμενη ενέργεια που την έκανε να λάμπει. Παρόμοιες σφαίρες, όμως κατά πολύ μεγαλύτερες, που φαίνεται να λειτουργούσαν βασισμένες στην ίδια αρχή, βρέθηκαν και στην ολλανδική Νέα Γουινέα. Είχαν διάμετρο 3-3,5 μέτρων και ήταν τοποθετημένες πάνω σε κολόνες. Οι σφαίρες αυτές εξέπεμπαν άπλετο φως, ανάλογης φωτεινότητας με αυτή που παράγεται από τις σύγχρονες λάμπες νέον. Είμαστε σίγουροι, πως αν ο Τόμας Έντισον, που ανακάλυψε τον ηλεκτρικό λαμπτήρα το 1879, γνώριζε για την ύπαρξή τους, σίγουρα θα ενδιαφέρονταν πολύ να τις μελετήσει…
Η πιο εντυπωσιακή ανακάλυψη αρχαίου αντικειμένου που σχετίζεται με τον ηλεκτρισμό, είναι σίγουρα το εύρημα που ονομάστηκε Μπαταρία της Βαγδάτης. Βρέθηκε το 1936 σ’ έναν αρχαίο παρθικό οικισμό του Ιράκ και ύστερα από εξέταση που έγινε στα εργαστήρια του ιρακινού μουσείου, από ομάδα επιστημόνων με επικεφαλής το Γερμανό Βίλχελμ Κένιχ, προέκυψε το συμπέρασμα ότι το αντικείμενο ήταν ένα ηλεκτρικό στοιχείο, δηλαδή μπαταρία, έτοιμη να λειτουργήσει αρκεί να γινόταν η προσθήκη κάποιου αλκαλικού υγρού. Το εκπληκτικό είναι ότι ο παρθικός οικισμός στον οποίο βρέθηκε η μπαταρία, χρονολογείται μεταξύ 248 π.κ.ε. και 226 μ.κ.ε.
Το εύρημα ήταν ένα αγγείο σε σχήμα βάζου, κατασκευασμένο από ανοιχτόχρωμο πηλό. Περιείχε έναν χάλκινο κύλινδρο, στερεωμένο στο κέντρο του εσωτερικού χώρου με άσφαλτο. Το αγγείο είχε ύψος 15 εκατοστών και ο κυλινδρικός σωλήνας που ήταν φτιαγμένος από φύλλο χαλκού και κλειστός στη μια άκρη, είχε διάμετρο 26 χιλιοστών και ύψος 9 εκατοστών. Στο εσωτερικό του σωλήνα, συγκρατημένο από ένα ασφάλτινο στήριγμα, υπήρχε μια οξειδωμένη σιδερένια ράβδος, που η κορυφή της προεξείχε περίπου 1 εκατοστό πάνω από το ασφάλτινο στήριγμα και ήταν καλυμμένη από ένα κιτρινόγκριζο οξειδωμένο λεπτό στρώμα κάποιου μετάλλου που έμοιαζε με μολύβι.
Η κάτω άκρη του σιδερένιου ραβδιού δεν ακουμπούσε στον πάτο του κυλίνδρου, όπου υπήρχε ένα λεπτό στρώμα ασφάλτου πάχους 3 χιλιοστών. Όταν ο Βίλχελμ Κένιχ ανακοίνωσε το πόρισμά του, λέγοντας πως πρόκειται για μια αρχαία μπαταρία, η επιστημονική κοινότητα γέλασε με την καρδιά της, αφού κάτι τέτοιο δεν ήταν δυνατόν να υπάρχει. Όμως, γελάει καλύτερα όποιος γελάει τελευταίος. Έτσι, ένας συμπατριώτης του Κένιχ, ο αιγυπτιολόγος δρ. Έγκεμπρεχτ, αποφάσισε να εξετάσει κι αυτή την πιθανότητα. Κατασκεύασε λοιπόν με ακριβή αντίγραφα των αρχαίων κομματιών μια μπαταρία, η οποία ως αλκαλικό υγρό χρησιμοποιούσε φρεσκοστυμμένο χυμό σταφυλιών. Μόλις το υγρό έμπαινε στο χάλκινο κύλινδρο, ένα βολτόμετρο συνδεδεμένο με την μπαταρία, κατέγραφε τάση μισού βολτ. Για άλλη μια φορά, κάτι που ήταν αδύνατον να υπάρχει, υπήρχε!
Ο μηχανισμός των Αντικυθήρων (φωτό επάνω) είναι ένας από τους παλαιότερους γνωστούς υπολογιστικούς μηχανισμούς, ίσως ο πρώτος αναλογικός υπολογιστής στην ιστορία, ο οποίος έχει εξαιρετικά πολύπλοκο σχεδιασμό, που μέχρι σήμερα δεν γνωρίζουν οι επιστήμονες τι ακριβώς είναι.
Μετά από δεκαετίες έρευνας, οι ιστορικοί υποθέτουν ότι ο μηχανισμός (φωτό κάτω) είχε σκοπό να δείξει την θέση του Ήλιου και της Σελήνης και την κίνηση των πλανητών στον ουρανό, καθώς και να προβλέψει τις ηλιακές και σεληνιακές εκλείψεις και ακόμη και τα βασικά γεγονότα στην Γη, όπως οι Ολυμπιακοί αγώνες. Υποθέτουν, δεν είναι σίγουροι.
Το μυστικό της παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος φαίνεται να ταξίδεψε μέσω της μυστικής παράδοσης μέσα στο χρόνο. Έτσι, το ξανασυναντάμε το 13ο αιώνα. Σύμφωνα πολλές αναφορές, ο Γάλλος ραβίνος Γιέσελε είχε κατασκευάσει μια «φωτεινή λάμπα που άναβε μόνη της». Αυτή η λάμπα δεν είχε λάδι, ούτε φιτίλι και παρά το γεγονός ότι ο Γιέσελε την είχε παρουσιάσει στο βασιλιά Άγιο Λουδοβίκο, ποτέ δεν αποκάλυψε το μυστικό που την έκανε να λειτουργεί. Την χρήση του ηλεκτρισμού από το Γάλλο ραβίνο, επιβεβαιώνει και ο Ελίφας Λεβί στο βιβλίο του Ιστορία της Μαγείας, προσθέτοντας ότι ο Γιέσελε χρησιμοποιούσε το ηλεκτρικό ρεύμα και για άλλους σκοπούς. Αγγίζοντας ένα καρφί στον τοίχο του εργαστηρίου του, έβγαινε μια γαλάζια σπίθα κι όποιος άγγιζε το ρόπτρο της πόρτας του ένιωθε σα να τον χτυπούσε κεραυνός.
Την ίδια εποχή με το Γιέσελε έζησε και ο πασίγνωστος Ρότζερ Μπέικον. Ο Μπέικον γεννήθηκε στο Ίλτσεστερ της Αγγλίας το 1214 και οι μελέτες του σε διάφορους τομείς είναι πλέον θρυλικές. Τουλάχιστον στον τομέα της οπτικής φαίνετε να γνώριζε τα φαινόμενα του αντικατοπτρισμού, της εξάπλωσης και της διάθλασης του φωτός. Από το βιβλίο του Πραγματεία περί οπτικής ή προοπτικής, διαπιστώνουμε ότι το 1250 ήταν σε θέση να κατασκευάσει τηλεσκόπια και μικροσκόπια. Επίσης, στα γραπτά του υπάρχει ο χημικός τύπος της πυρίτιδας. Παρ’ όλα αυτά, η συμβατική ιστορία δέχεται ως εφευρέτη του τηλεσκοπίου τον Ολλανδό Χανς Λίππερσαϋ, που παρουσίασε την εφεύρεσή του το 1608. Όσο για το Ρότζερ Μπέικον, όταν πέθανε, τα χειρόγραφά του θεωρήθηκαν προϊόντα μαγείας και οι γνώσεις του καταδικάστηκαν στην αφάνεια. Ο ίδιος φαίνεται να γνώριζε την αντιμετώπιση που του επιφύλασσαν, τόσο οι σύγχρονοι όσο και οι μεταγενέστεροί του, όταν είχε πει: «Μετανιώνω που μπήκα σε τόσο κόπο για το καλό της επιστήμης».
Δύο αιώνες αργότερα, ο Λεονάρντο Ντα Βίντσι σχεδίαζε το πρώτο αλεξίπτωτο που είχε μορφή αντίσκηνου. Παρ΄ όλο που οι υπολογισμοί του Ντα Βίντσι και ο σχεδιασμός του αλεξιπτώτου του ήταν τέλειοι, χρειάστηκε να περιμένουμε ως το 1797 για να γίνει αποδεκτή αυτή η εφεύρεση που καταχωρήθηκε στο Γάλλο Ζαν Πιέρ Φρανσουά Μπλανσάρ. Ο Ντα Βίντσι, μεταξύ των πολλών παράξενων εφευρέσεών του είχε κατασκευάσει κι ένα πυροβόλο ατμού. Τόσο ο ίδιος, όσο και ο Ιταλός ποιητής Φραγκίσκο Πετράρχης απέδιδαν το πρωτότυπο του όπλου στον Αρχιμήδη.
Αυτό σημαίνει ότι ένα πυροβόλο όπλο είχε κατασκευαστεί εκατοντάδες χρόνια πριν δεχτούμε την ύπαρξή του. Το πυροβόλο του Αρχιμήδη ονομαζόταν Ατμοτηλεβόλο και λειτουργούσε με ατμό. Σύμφωνα με τις περιγραφές, εκσφενδόνιζε σιδερένιες μπάλες βάρους ενός ταλάντου, σε απόσταση έξι σταδίων. Το όπλο αποτελούνταν από έναν μακρύ σωλήνα, το 1/3 του μήκους του οποίου βρισκόταν μέσα σε δοχείο που περιείχε αναμμένα κάρβουνα. Στο πίσω μέρος της κατασκευής υπήρχε δοχείο νερού, το οποίο όταν έπεφτε στο θερμό σωλήνα, εξαερωνόταν στιγμιαία, δημιουργώντας την απαιτούμενη πίεση για την εκτόξευση του βλήματος.
Ένα άλλο όπλο που η κατασκευή του προηγείται της αποδοχής της ύπαρξής του, είναι το μυδραλιοβόλο που κατασκεύασε το 1775 ο Γάλλος μηχανικός Περόν. Το μυδραλιοβόλο αυτό λειτουργούσε με μανιβέλα και μπορούσε να εκσφενδονίζει εικοσιτέσσερις μπάλες. Ο Περόν παρουσίασε το όπλο στο νεαρό Λουδοβίκο ΙΣΤ΄ και το μυδραλιοβόλο προκάλεσε τόση ταραχή στο βασιλιά και τους υπουργούς του, που διατάχθηκε η καταστροφή του και ο εφευρέτης του θεωρήθηκε εχθρός της ανθρωπότητας.
Η εφεύρεση του πρώτου ατμοστροβίλου αποδίδεται στο Βρετανό μηχανικό Τσαρλς Πάρσον κι έγινε το 1884. Παρ΄ όλα αυτά, κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι ο Ήρωνας (100 π.κ.ε.) είχε κατασκευάσει έναν μηχανισμό που αναφέρεται ως Αιολόσφαιρα ή Αιόλου Πύλη. Ο μηχανισμός αυτός αποτελούνταν από μια κοίλη σφαίρα που ήταν τοποθετημένη πάνω από κλειστό λέβητα με τον οποίο επικοινωνούσε. Ο ατμός από το λέβητα διοχετευόταν στη σφαίρα, που είχε δυο διαμετρικά αντίθετα ακροφύσια κι έτσι, η έξοδος του ατμού προκαλούσε την περιστροφή της.
Μια λιγότερο εντυπωσιακή, αλλά εξίσου σημαντική ανακάλυψη που προηγήθηκε της εποχής της είναι η χύτρα ατμού που χρησιμοποιούσε ο γιατρός Φιλομένης το 250 π.κ.ε. για να μαγειρεύει. Η χύτρα ατμού επανανακαλύφθηκε το 1681 από τον Ντενίς Παπέν και η μόνη διαφορά της με αυτή του Φιλομένη ήταν ότι η χύτρα του Παπέν διέθετε ασφαλιστική δικλείδα.
Άλλη μια σημαντική εφεύρεση που προηγήθηκε της επίσημης ανακάλυψής της είναι και το υποβρύχιο. Η επίσημη ιστορία καταγράφει ως πρώτο υποβρύχιο που κατασκευάστηκε ποτέ, αυτό που έφτιαξε ο Ντέιβιντ Μπρουσνέλ. Ονομάζονταν Χελώνα κι έμοιαζε με τεράστιο βαρέλι που κινούνταν με χειροκίνητη προπέλα. Στις 6 Σεπτεμβρίου 1776 έκανε την πρώτη δοκιμαστική του επιχείρηση στο λιμάνι της Νέας Υόρκης. Τόσο αυτή, όσο και οι επόμενες όμως ήταν αποτυχημένες ως προς την επίτευξη των στόχων του κατασκευαστή.
Το πρώτο υποβρύχιο ανοιχτής θαλάσσης αποδίδεται επίσημα στον Αμερικανό Σάιμον Λεκ. Ονομαζόταν Αργοναύτης 1 και το 1898 ταξίδεψε από το Νόρφολκ της Βιρτζίνια ως τη Νέα Υόρκη. Όμως, ήδη από 1620, ο Ολλανδός Κορνέλις Γιάκομπσον Ντρέμπελ είχε κατασκευάσει ένα ξύλινο υποβρύχιο που ταξίδευε επιτυχώς στον Τάμεση, σε βάθος 4,5 μέτρων. Η ύπαρξή του επιβεβαιώνεται κι από το Ρόμπερτ Μπόυλ, που θεωρείται από πολλούς ως ο πρώτος επιστήμονας του νεότερου κόσμου.
Οι πτητικές συσκευές και το αεροπλάνο, όντας ανέκαθεν ένα από τα σημαντικότερα όνειρα του ανθρώπου, δε θα μπορούσαν βέβαια να λείπουν από αυτή την καταγραφή των επανανακαλύψεων. Γνωρίζουμε ότι ο Αχρύτας ο Ταραντίνος είχε κατασκευάσει το 425 π.κ.ε. μια πτητική συσκευή που ονόμαζε Περιστερά ή Πετομηχανή. Λειτουργούσε χάρη σ’ ένα σύστημα αεροπροώθησης που χρησιμοποιούσε συμπιεσμένο αέρα. Μια μορφή αεροσυμπίεσης που χρησιμοποιήθηκε για πτήση, ήταν λοιπόν γνωστή 2355 χρόνια πριν ο Βρετανός αεροναυπηγός Φρανκ Χουίτλ πάρει δίπλωμα ευρεσιτεχνίας γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο. Πτητικές συσκευές μικρού μεγέθους παρουσιάστηκαν σε διάφορες εποχές. Μια από τις πιο εντυπωσιακές, που φαίνεται να χρησιμοποιούσε και κάποιο μηχανισμό τηλεκατεύθυνσης ήταν ο Μηχανικός Αετός που παρουσιάστηκε κατά την είσοδο του αυτοκράτορα Μαξιμιλιανού Α’ στη Νυρεμβέργη. Ο αετός απογειώθηκε από το τείχος της πόλης, έκανε μερικούς κύκλους πάνω από το κεφάλι του Μαξιμιλιανού και μετά προπορεύτηκε, οδηγώντας τον στην είσοδο της πόλης.
Το 1996, οι γερμανοί κατασκευαστές αεροσκαφών Algund Eeboom και Peter Belting επιβεβαίωσαν την υπόθεση ότι τα ειδώλια (φωτό επάνω) ήταν ιπτάμενες μηχανές. Κατασκεύασαν λοιπόν ακριβή αντίγραφα με μέγεθος 16 φορές μεγαλύτερο και εξοπλισμένα με κινητήρες και συστήματα ελέγχου ραδιοφώνου. Τα δύο μοντέλα δεν ήταν μόνο σε θέση να ανυψωθούν με επιτυχία, αλλά επίσης πραγματοποίησαν ελιγμούς ακόμη και με τους κινητήρες τους απενεργοποιημένους.
Όσον αφορά στις πτητικές μηχανές μεγάλου μεγέθους, αντίθετα με τη γενική πίστη που χρονολογεί την εφεύρεσή τους στα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ου αιώνα, αναγνωρίζοντας την κατασκευή του ανεμόπτερου στο Λίλιεντελ το 1853, του αερόστατου στο Ζέππελιν το 1900 και του αεροπλάνου στους αδελφούς Ράιτ το 1903, είχε προηγηθεί η πτητική μηχανή του Ιησουίτη Μπαρτολομέο Λοουρένσο ντε Γκουσμάο το 1709. Ο Γκουσμάο πιστεύεται πως ήταν κάτοχος μυστικών γνώσεων που είχε αποκτήσει στη Βολιβία. Όταν το 1708 επέστρεψε στη Λισσαβώνα, ζήτησε άδεια από το βασιλιά της Πορτογαλίας Ζοάο Ε’, για να κατασκευάσει μια πτητική μηχανή. Η άδεια δόθηκε στις 17 Απριλίου 1709, μαζί με μια γενναία επιχορήγηση.
Στις 5 Αυγούστου του ίδιου έτους έγινε η πρώτη απόπειρα πτήσης με το παράξενο σκάφος, που σύμφωνα με τις περιγραφές έμοιαζε με πουλί, είχε κεφάλι, ουρά και φτερά και πολλές οριζόντιες σωληνώσεις, μέσα από τις οποίες ένα τεράστιο φυσερό έστελνε ρεύμα αέρα σ’ ένα μεγάλο ιστίο που έμοιαζε με σάκο. Σε αυτή την απόπειρα, η μηχανή πέταξε σε ύψος 20 πιθαμών, αλλά πήρε φωτιά και καταστράφηκε εντελώς. Η δεύτερη απόπειρα πτήσης έγινε στις 30 Οκτωβρίου 1709, μέσα στην αυλή της Κάζα ντα Ίντια και ήταν απόλυτα επιτυχής.
Ανάμεσα σε αυτούς που παρακολούθησαν τη δοκιμή, ήταν και ο Πάπας Ιννοκέντιος VIII, ενώ είχε ακόμη το βαθμό του καρδινάλιου. Η μηχανή του Γκουσμάο ονομαζόταν Πασσαρόλα ή Ιπτάμενη Γόνδολα και χάρισε στον κατασκευαστή της τη θέση του ακαδημαϊκού. Παρά το γεγονός ότι για την Πασσαρόλα έχουν γραφτεί πολλά και ήταν χιλιάδες αυτοί που παρακολούθησαν τις δοκιμαστικές πτήσεις της, η εφεύρεση εξαφανίστηκε άδοξα. Ο Γκουσμάο, προσπαθώντας να διατηρήσει μυστικότητα, έφτιαξε μόνο ένα αντίγραφο των κατασκευαστικών σχεδίων του, το οποίο έστειλε στη βιβλιοθήκη του Βατικανό. Λίγο καιρό αργότερα, η Ιερά Εξέταση θεώρησε την εφεύρεσή του επικίνδυνη και σατανική και ο Γκουσμάο αναγκάστηκε να κάψει τα σχέδια και την πρωτότυπη μηχανή του.
Είναι παράξενο το ότι δεκάδες σημαντικότατες εφευρέσεις έμειναν ανεκμετάλλευτες και χάθηκαν στη λήθη του χρόνου, μέχρι που κάποιος αποφάσισε να τις εφεύρει ξανά. Ίσως το γεγονός αυτό να οφείλεται εν μέρει στο ότι προηγήθηκαν κατά πολύ της εποχής τους κι έτσι αντιμετωπίστηκαν με δυσπιστία ή ακόμη κι εχθρότητα. Ίσως όμως να οφείλεται σε κάτι πολύ πιο παράδοξο και θαυμαστό, που αδιαφορεί για την σχέση αιτίας-αποτελέσματος όπως την αντιλαμβανόμαστε κι επιτρέπει στην εξέλιξη να προηγηθεί των αναγκών μας…
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου