(ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΚΑΤΑ ΑΘΗΝΑΙΩΝ) – (ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ 384 π.Χ – 322 π.Χ)
Η ΠΑΡΑΚΜΗ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ
Οι ελληνικές πόλεις νοσούν. Οι πολιτευόμενοι και διαχειριστές των κοινών δωροδοκούνται και εξαγοράζονται. Κι όσο για τη μεγάλη μάζα των πολιτών, είτε δεν αντιλαμβάνονται τα όσα διαπράττουν οι κυβερνώντες, είτε τα αντιλαμβάνονται αλλά δεν αντιδρούν, βυθισμένοι όπως είναι στη ραστώνη και την άνεση της καθημερινότητας. Από τούτη την αρρώστια έχουν προσβληθεί παντού οι πάντες – απλώς, ο καθένας τρέφει την ψευδαίσθηση ότι η συμφορά δεν θα χτυπήσει τη δική του πόρτα, αλλά θα διασφαλίσει τα δικά του συμφέροντα εκμεταλλευόμενος τους κινδύνους των άλλων. Με αποτέλεσμα οι λαοί να χάνουν την ελευθερία τους λόγω υπερβολικής και αντίθετη προς τις επιταγές των καιρών ραθυμίας, ενώ οι προεστοί, που πίστευαν ότι ξεπουλούν τα πάντα πλην του εαυτού τους, αντιλαμβάνονται τώρα ότι το πρώτο πράγμα που εκχώρησαν ήταν ο εαυτός τους.
Σε κάθε παρουσιαζόμενη ευκαιρία τα συμφέροντά μας ξεπουλιούνται. Κι ενώ εσείς σε αντάλλαγμα απολαμβάνετε μια νωθρή ηρεμία που δεν σας αφήνει να αισθανθείτε οργή κατά των ενόχων, άλλοι εισπράττουν το αντίτιμο των ξεπουλημένων συμφερόντων σας.
Και δεν πιστεύω ότι τα πράγματα έφθασαν στην κατάσταση αυτή από έλλειψη λόγων. Φθάσανε εδώ γιατί εσείς, αφού ακούσετε ό,τι είναι πρέπον κι αναγνωρίσετε την ορθότητα των συμβουλών, το ίδιο πρόθυμα ακούτε κι εκείνους που θέλουν ν’ ακυρώσουν και να διαστρέψουν το σωστό, μολονότι δεν αγνοείτε ποιοι είναι (γνωρίζετε με την πρώτη ματιά ποιος είναι εξωνημένος, ποιος υπηρετεί τον εχθρό και ποιος, αντίθετα, προασπίζεται ανιδιοτελώς τα συμφέροντά σας). Αλλά προτιμάτε να κατηγορείτε αυτούς τους τελευταίους, να το γυρίζετε στ’ αστεία και στις λοιδορίες και να μην πράττετε τίποτε απ’ τα δέοντα.
Εγκαταλείψετε λοιπόν τούτες τις κακές συνήθειες, αλλιώς μην κατακρίνετε για την γενική κατάντια κανέναν άλλον έξω από τον εαυτό σας.
Εμείς δυστυχώς, Αθηναίοι, ούτε τη νάρκη που μας έχει πιάσει δεν μπορούμε ν’ αποτινάξουμε. Μοιάζουμε με ανθρώπους που έχουν πιει μανδραγόρα ή κάποιο άλλο φάρμακο.
Κι ενώ κανονικά όλες οι συζητήσεις γίνονται πριν απ’ τα όποια γεγονότα, εσείς διαβουλεύεσθε πάντα κατόπιν εορτής.
Αφήσατε όλον αυτό τον καιρό να κυλήσει με συνεχείς αναβολές, μετάθεση των ελπίδων σας σε άλλους, αλληλοκατηγορίες και καταγγελίες.
Αυτά συνεχίζετε να κάνετε και σήμερα. Είσθε πραγματικά τόσο απερίσκεπτοι, Αθηναίοι πολίτες, ώστε να ελπίζετε πως οι πρακτικές αυτές, που οδήγησαν την πόλη μας απ’ τη λαμπρότητα στην αθλιότητα, μπορούν να την οδηγήσουν ξανά στη λαμπρότητα; Ούτε λογικό, ούτε φυσικό είναι κάτι τέτοιο. Διότι είναι πάντοτε ευκολότερο να διαφυλάξει κανείς ότι έχει, παρά να το αποκτήσει εξαρχής. Και σήμερα, αφού δεν μας απέμεινε τίποτε να διαφυλάξουμε, είμαστε αναγκασμένοι να κατακτήσουμε από την αρχή τα πάντα. Αυτό είναι το κοινό μας έργο. Φρονώ, λοιπόν, ότι απαιτείται να καταβάλλετε τους φόρους, να στρατεύεσθε αγόγγυστα και να μην κατηγορείτε κανέναν πριν γίνετε κύριοι της κατάστασης – οπότε θα μπορείτε ν’ ανταμείψετε όσους αξίζει και να τιμωρήσετε όσους έφταιξαν, κρίνοντας απ’ τις πράξεις τους και σταματώντας επιτέλους να εφευρίσκετε προφάσεις για τις δικές σας ελλείψεις. Γιατί, δεν είναι δυνατόν να κατακρίνετε τις πράξεις των άλλων αν πρώτοι εσείς δεν πράττετε το καθήκον σας.
Η καθημερινή ραστώνη και ραθυμία, όπως στην ιδιωτική ζωή του καθενός, έτσι και στα κράτη έχει συνέπειες που δεν γίνονται αισθητές βαθμιαία και άμεσα ύστερα από κάθε αμέλεια, αλλά αποκαλύπτονται με το τελικό αποτέλεσμα.
Είναι για γέλια ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζουμε την κατάσταση.
Ποιος μπορεί να πιστέψει ότι οι υπαίτιοι για το κατάντημα της πόλης μας είναι ικανοί ν’ ανακόψουν τον κατήφορο και να μας οδηγήσουν στο καλύτερο;
Ή μήπως φαντάζεστε ότι άλλοι θα σπεύσουν ν’ αγωνιστούν υπέρ των δικών σας συμφερόντων, αν εξακολουθήσετε να επιδεικνύετε την ίδια ραθυμία με πριν;
Η ΠΑΡΑΚΜΗ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ
Οι ελληνικές πόλεις νοσούν. Οι πολιτευόμενοι και διαχειριστές των κοινών δωροδοκούνται και εξαγοράζονται. Κι όσο για τη μεγάλη μάζα των πολιτών, είτε δεν αντιλαμβάνονται τα όσα διαπράττουν οι κυβερνώντες, είτε τα αντιλαμβάνονται αλλά δεν αντιδρούν, βυθισμένοι όπως είναι στη ραστώνη και την άνεση της καθημερινότητας. Από τούτη την αρρώστια έχουν προσβληθεί παντού οι πάντες – απλώς, ο καθένας τρέφει την ψευδαίσθηση ότι η συμφορά δεν θα χτυπήσει τη δική του πόρτα, αλλά θα διασφαλίσει τα δικά του συμφέροντα εκμεταλλευόμενος τους κινδύνους των άλλων. Με αποτέλεσμα οι λαοί να χάνουν την ελευθερία τους λόγω υπερβολικής και αντίθετη προς τις επιταγές των καιρών ραθυμίας, ενώ οι προεστοί, που πίστευαν ότι ξεπουλούν τα πάντα πλην του εαυτού τους, αντιλαμβάνονται τώρα ότι το πρώτο πράγμα που εκχώρησαν ήταν ο εαυτός τους.
Σε κάθε παρουσιαζόμενη ευκαιρία τα συμφέροντά μας ξεπουλιούνται. Κι ενώ εσείς σε αντάλλαγμα απολαμβάνετε μια νωθρή ηρεμία που δεν σας αφήνει να αισθανθείτε οργή κατά των ενόχων, άλλοι εισπράττουν το αντίτιμο των ξεπουλημένων συμφερόντων σας.
Και δεν πιστεύω ότι τα πράγματα έφθασαν στην κατάσταση αυτή από έλλειψη λόγων. Φθάσανε εδώ γιατί εσείς, αφού ακούσετε ό,τι είναι πρέπον κι αναγνωρίσετε την ορθότητα των συμβουλών, το ίδιο πρόθυμα ακούτε κι εκείνους που θέλουν ν’ ακυρώσουν και να διαστρέψουν το σωστό, μολονότι δεν αγνοείτε ποιοι είναι (γνωρίζετε με την πρώτη ματιά ποιος είναι εξωνημένος, ποιος υπηρετεί τον εχθρό και ποιος, αντίθετα, προασπίζεται ανιδιοτελώς τα συμφέροντά σας). Αλλά προτιμάτε να κατηγορείτε αυτούς τους τελευταίους, να το γυρίζετε στ’ αστεία και στις λοιδορίες και να μην πράττετε τίποτε απ’ τα δέοντα.
Εγκαταλείψετε λοιπόν τούτες τις κακές συνήθειες, αλλιώς μην κατακρίνετε για την γενική κατάντια κανέναν άλλον έξω από τον εαυτό σας.
Εμείς δυστυχώς, Αθηναίοι, ούτε τη νάρκη που μας έχει πιάσει δεν μπορούμε ν’ αποτινάξουμε. Μοιάζουμε με ανθρώπους που έχουν πιει μανδραγόρα ή κάποιο άλλο φάρμακο.
Κι ενώ κανονικά όλες οι συζητήσεις γίνονται πριν απ’ τα όποια γεγονότα, εσείς διαβουλεύεσθε πάντα κατόπιν εορτής.
Αφήσατε όλον αυτό τον καιρό να κυλήσει με συνεχείς αναβολές, μετάθεση των ελπίδων σας σε άλλους, αλληλοκατηγορίες και καταγγελίες.
Αυτά συνεχίζετε να κάνετε και σήμερα. Είσθε πραγματικά τόσο απερίσκεπτοι, Αθηναίοι πολίτες, ώστε να ελπίζετε πως οι πρακτικές αυτές, που οδήγησαν την πόλη μας απ’ τη λαμπρότητα στην αθλιότητα, μπορούν να την οδηγήσουν ξανά στη λαμπρότητα; Ούτε λογικό, ούτε φυσικό είναι κάτι τέτοιο. Διότι είναι πάντοτε ευκολότερο να διαφυλάξει κανείς ότι έχει, παρά να το αποκτήσει εξαρχής. Και σήμερα, αφού δεν μας απέμεινε τίποτε να διαφυλάξουμε, είμαστε αναγκασμένοι να κατακτήσουμε από την αρχή τα πάντα. Αυτό είναι το κοινό μας έργο. Φρονώ, λοιπόν, ότι απαιτείται να καταβάλλετε τους φόρους, να στρατεύεσθε αγόγγυστα και να μην κατηγορείτε κανέναν πριν γίνετε κύριοι της κατάστασης – οπότε θα μπορείτε ν’ ανταμείψετε όσους αξίζει και να τιμωρήσετε όσους έφταιξαν, κρίνοντας απ’ τις πράξεις τους και σταματώντας επιτέλους να εφευρίσκετε προφάσεις για τις δικές σας ελλείψεις. Γιατί, δεν είναι δυνατόν να κατακρίνετε τις πράξεις των άλλων αν πρώτοι εσείς δεν πράττετε το καθήκον σας.
Η καθημερινή ραστώνη και ραθυμία, όπως στην ιδιωτική ζωή του καθενός, έτσι και στα κράτη έχει συνέπειες που δεν γίνονται αισθητές βαθμιαία και άμεσα ύστερα από κάθε αμέλεια, αλλά αποκαλύπτονται με το τελικό αποτέλεσμα.
Είναι για γέλια ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζουμε την κατάσταση.
Ποιος μπορεί να πιστέψει ότι οι υπαίτιοι για το κατάντημα της πόλης μας είναι ικανοί ν’ ανακόψουν τον κατήφορο και να μας οδηγήσουν στο καλύτερο;
Ή μήπως φαντάζεστε ότι άλλοι θα σπεύσουν ν’ αγωνιστούν υπέρ των δικών σας συμφερόντων, αν εξακολουθήσετε να επιδεικνύετε την ίδια ραθυμία με πριν;
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου