Πολλοί πιστεύουν ότι η ευτυχία είναι ένα «παιχνίδι» της μοίρας, μια πολυπόθητη κατάσταση που πρέπει να αναζητηθεί έξω από τον ίδιο τον άνθρωπο. Τα διδάγματα της αρχαίας σοφίας, καθώς και οι απόψεις της ανθρωπιστικής ψυχολογίας υποστηρίζουν ότι η ευτυχία είναι μια τέχνη με συγκεκριμένους κανόνες και στηρίζεται στην επιλογή μιας θετικής στάσης ζωής.
Θεωρητικά όλοι θέλουμε να είμαστε ευτυχισμένοι. Όμως θα επιλέγαμε πράγματι την ευτυχία αν μας δινόταν η ευκαιρία; Τίποτα δεν εμποδίζει τόσο πολύ την κατάκτηση της ευτυχίας, όσο ο φόβος της ίδιας της ευτυχίας! Όταν είμαστε δυστυχισμένοι ξέρουμε πού βρισκόμαστε. Όσο κι αν ο κόσμος φαίνεται ανιαρός ή τρομακτικός, περικλείει μια αίσθηση σιγουριάς και προβλεψιμότητας. Είμαστε προετοιμασμένοι, δεν εκπλησσόμαστε. Επιλέγοντας προκαταβολικά ένα γενικό αίσθημα απογοήτευσης, οι άλλοι δεν μπορούν να μας απογοητεύσουν… Πιστεύουμε ότι ο κόσμος είναι ένα φρικτό μέρος, γιατί αυτή ήταν η μόνη άποψη που επιτρέψαμε στον εαυτό μας να δει. Οι αρνητικές προσδοκίες ξυπνούν αρνητικά συναισθήματα και συμπεριφορά στους άλλους και τότε ο κόσμος γίνεται στ’ αλήθεια πιο εχθρικός και πιο δύσκολος στην αντιμετώπισή του.
Είμαστε καθημερινά μάρτυρες ενός νοσηρού ενδιαφέροντος για την παθολογία, τη δυστυχία, την αποτυχία και την προδοσία, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για ισχυρά πρόσωπα, διάσημα και επιτυχημένα. Τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, αντί να παρέχουν πληροφορίες που μπορούν να μας βοηθήσουν να δούμε τι είναι αυτό που εξασφαλίζει την αληθινή ευτυχία (μέσω του θαυμασμού και της ευεργετικής μίμησης), ενισχύουν ασύστολα την αυτοεκτίμησή μας μέσω της καταστροφικής ζήλιας. Βλέποντας ότι κάποιος τον οποίο θεωρούσαμε πιο τυχερό, περνάει πολύ πιο δύσκολες στιγμές από εμάς, θεωρούμε ακόμα και ότι η δική μας αποτυχία μειώνεται και μπορούμε για λίγο να αισθανθούμε ανώτεροι. Έτσι, η αίσθησή μας για την αποτυχία και το άθλιο χάλι του κόσμου αυξάνεται. Μακροπρόθεσμα, όσο περισσότερο τροφοδοτούμε αυτό το μοχθηρό μείγμα, τόσο περισσότερο μειώνονται οι πιθανότητες να πετύχουμε περισσότερη ευτυχία.
Αντί λοιπόν να παρατηρήσουμε και να αλλάξουμε αυτόν τον μηχανισμό της αυτοεκπληρούμενης αρνητικής προφητείας, αναζητούμε συχνά ένα εξωτερικό αίτιο της δυστυχίας μας και αν ψάξουμε καλά, πάντα κάτι θα βρούμε που να υποστηρίζει αυτή την άποψη. Ο Πασκάλ Μπρυκνέρ ονομάζει «πειρασμό της αθωότητας» εκείνη την αρρώστια του ατομικισμού που συνίσταται στο να θέλουμε να αποφεύγουμε τις συνέπειες των πράξεών μας, αυτή την επιδίωξη να απολαμβάνουμε προνόμια δίχως να υφιστάμεθα και τις αντίστοιχες ευθύνες. Αυτή η «αρρώστια» βρίσκει την έκφρασή της είτε στον παιδισμό είτε στη θυματοποίηση: δύο τρόποι να ξεφεύγουμε από τη δυσκολία της ύπαρξης, δύο στρατηγικές της μακάριας ανευθυνότητας.
Το να επιτρέψει κανείς στην ευτυχία να πάρει τη θέση των μέχρι τώρα αρνητικών του συναισθημάτων, είναι κάτι που σίγουρα ανατρέπει όλες τις σχέσεις και τις συνήθειές του. Η μεταστροφή στην ευτυχία μοιάζει με τη μετακόμιση σε μια άγνωστη χώρα, όπου τα κοινωνικά έθιμα και η γλώσσα πρέπει να διδαχτούν από την αρχή. Οι περισσότερες από τις στενές σχέσεις μας στηρίζονται πάνω σε «θέατρα ελέγχου» και σε ρόλους, που μόνο την ευτυχία και την αρμονική ανάπτυξη δεν προάγουν. Ο ρόλος του «θύματος» έχει τα δικά του δευτερογενή πλεονεκτήματα και συχνά κρύβει μια ιδιαίτερα ισχυρή μορφή επιθετικότητας και χειρισμού των άλλων. Οι ψευδο-απελπισμένοι εκβιάζουν προνόμια, ιδιαίτερη μέριμνα και χαριστική μεταχείριση, που δύσκολα είναι πρόθυμοι να εγκαταλείψουν. Μπορεί επίσης να δείχνουν υπερυποχωρητική συμπεριφορά, πράγμα που τους κάνει τελικά να νιώθουν ότι οι άλλοι τους εκμεταλλεύονται και ενισχύει τη μέθοδο «εγώ ο καημένος» για την εξασφάλιση προσοχής και βοήθειας.
Αν γίνουμε πιο ευτυχισμένοι, καταλήγουμε να κάνουμε πολλές αλλαγές στη ζωή μας:
Είναι δυνατόν να απειληθούν οι προσωπικές σχέσεις μας αν οι σύντροφοί μας προτιμήσουν να μη μας ακολουθήσουν στην αλλαγή. Η συναισθηματική απόσταση θα γίνεται τότε μέρα με τη μέρα μεγαλύτερη και τέλος αγεφύρωτη. Η αντίσταση εδώ στην αλλαγή προκύπτει από το δισταγμό να είναι κανείς ευτυχισμένος τη στιγμή που οι άλλοι στην οικογένειά του είναι ακόμα δυστυχισμένοι. Στη φάση αυτή, οι άνθρωποι συμπεριφέρονται σαν τους δραπέτες, που ενώ κατορθώνουν τελικά να βγουν από τη φυλακή, διστάζουν και επιστρέφουν πίσω, γιατί δεν αντέχουν να αφήσουν τους άλλους πίσω τους
Αν επιλέξουμε την ευτυχία, είναι πιθανόν ο παλιός κύκλος των φίλων να μη μας ικανοποιεί πια. Το να απομακρύνεται από τις κοινωνικές του επαφές που καλώς ή κακώς τον στήριζαν μέχρι τότε, χωρίς να έχει ακόμα δημιουργήσει ένα νέο κύκλο γνωριμιών, δίνει στον άνθρωπο που αλλάζει την αίσθηση ενός κόσμου που καταρρέει.
Από την άλλη μεριά, όπως είπε κι ο Ντ. Θορώ: «Όπου κι αν γυρέψεις την ευτυχία οι άνθρωποι θα σε ξετρυπώσουν και θα σε καλέσουν να επιστρέψεις στην «απελπισμένη Εταιρεία των Παλιόφιλων»».
Η κοινωνία δεν επιτρέπει εύκολα αποχωρήσεις από το παιχνίδι της συλλογικής δυστυχίας. Ο φόβος της μοναξιάς και του εξωστρακισμού μας, όπως έγινε και με το Γλάρο Ιωνάθαν Λίβιγκστον, μάς κάνουν συχνά να πισωγυρίζουμε και να συμβιβαζόμαστε με την ανιαρή, αλλά ασφαλή «πραγματικότητα».
Σε κάθε νέο στάδιο η παλιά εικόνα του εαυτού μας κλονίζεται και συρρικνώνεται στα μάτια μας, ενώ αποκαλύπτονται οι αδυναμίες και τα ελαττώματα. Μπορεί βέβαια αυτή η διαδικασία να μας κάνει μακροπρόθεσμα (και ίσως μεσοπρόθεσμα) καλό, όμως πονάει πολύ! Ένας ανείπωτος αφανισμός κάθε ασφάλειας και σιγουριάς μας κυριεύουν, όταν χάνουμε από μπροστά μας όλα τα γνώριμα σημεία αναφοράς και ταξιδεύουμε μόνοι, στο άγνωστο. Ο φόβος του αγνώστου, όχι μονάχα φτώχυνε την ύπαρξη του ατόμου, αλλά όπως λέει και ο Ρίλκε, «περιόρισε ακόμα και τις σχέσεις του ανθρώπου προς τον άνθρωπο, τραβώντας τες έξω από το ποτάμι των απέραντων δυνατοτήτων, για να τις προφυλάξει σε μια ήσυχη, σίγουρη γωνιά της ακροποταμιάς».
Μπροστά σ’ αυτό το «αδιέξοδο», ο αδύναμος άνθρωπος επιλέγει συχνά τον ευτυχισμό, που ενώ αποτελεί ένα ευτελές υποκατάστατο της ευτυχίας, δεν απαιτεί κόπο και πόνο, αφήνοντας το άτομο στην ίδια γνώριμη κατάσταση. Σ’ αυτό το σταυροδρόμι ακριβώς εκθέτουν το φανταχτερό εμπόρευμά τους διάφοροι επιτήδειοι «ειδήμονες», που μοσχοπουλούν συνταγές για εύκολη, γρήγορη και σίγουρη κατάκτηση της ευτυχίας σε οκνηρούς και αφελείς καταναλωτές ονείρων.
Υπάρχει διέξοδος; Υπάρχει από τη στιγμή που αρχίζουμε να κατανοούμε την κατάστασή μας, αναλαμβάνουμε την ευθύνη της δυστυχίας μας και δεχόμαστε τον πόνο της αλλαγής. Η ευτυχία είναι ένας δρόμος ανάπτυξης, αλλά η ανάπτυξη είναι πάντα οδυνηρή επειδή κάτι πρέπει να καταστραφεί για να έρθει το καινούργιο. Η ανάπτυξη είναι σαν να αναγεννάς τον εαυτό σου, και αυτό συνεπάγεται τον πόνο του τοκετού. Όταν όμως μπορέσουμε να δούμε ότι μέσα από τον πόνο βγαίνει μια καινούργια ζωή, τότε θα τον καλοδεχτούμε.
Το αποτέλεσμα αξίζει πραγματικά τον κόπο, δε νομίζετε
Θεωρητικά όλοι θέλουμε να είμαστε ευτυχισμένοι. Όμως θα επιλέγαμε πράγματι την ευτυχία αν μας δινόταν η ευκαιρία; Τίποτα δεν εμποδίζει τόσο πολύ την κατάκτηση της ευτυχίας, όσο ο φόβος της ίδιας της ευτυχίας! Όταν είμαστε δυστυχισμένοι ξέρουμε πού βρισκόμαστε. Όσο κι αν ο κόσμος φαίνεται ανιαρός ή τρομακτικός, περικλείει μια αίσθηση σιγουριάς και προβλεψιμότητας. Είμαστε προετοιμασμένοι, δεν εκπλησσόμαστε. Επιλέγοντας προκαταβολικά ένα γενικό αίσθημα απογοήτευσης, οι άλλοι δεν μπορούν να μας απογοητεύσουν… Πιστεύουμε ότι ο κόσμος είναι ένα φρικτό μέρος, γιατί αυτή ήταν η μόνη άποψη που επιτρέψαμε στον εαυτό μας να δει. Οι αρνητικές προσδοκίες ξυπνούν αρνητικά συναισθήματα και συμπεριφορά στους άλλους και τότε ο κόσμος γίνεται στ’ αλήθεια πιο εχθρικός και πιο δύσκολος στην αντιμετώπισή του.
Είμαστε καθημερινά μάρτυρες ενός νοσηρού ενδιαφέροντος για την παθολογία, τη δυστυχία, την αποτυχία και την προδοσία, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για ισχυρά πρόσωπα, διάσημα και επιτυχημένα. Τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, αντί να παρέχουν πληροφορίες που μπορούν να μας βοηθήσουν να δούμε τι είναι αυτό που εξασφαλίζει την αληθινή ευτυχία (μέσω του θαυμασμού και της ευεργετικής μίμησης), ενισχύουν ασύστολα την αυτοεκτίμησή μας μέσω της καταστροφικής ζήλιας. Βλέποντας ότι κάποιος τον οποίο θεωρούσαμε πιο τυχερό, περνάει πολύ πιο δύσκολες στιγμές από εμάς, θεωρούμε ακόμα και ότι η δική μας αποτυχία μειώνεται και μπορούμε για λίγο να αισθανθούμε ανώτεροι. Έτσι, η αίσθησή μας για την αποτυχία και το άθλιο χάλι του κόσμου αυξάνεται. Μακροπρόθεσμα, όσο περισσότερο τροφοδοτούμε αυτό το μοχθηρό μείγμα, τόσο περισσότερο μειώνονται οι πιθανότητες να πετύχουμε περισσότερη ευτυχία.
Αντί λοιπόν να παρατηρήσουμε και να αλλάξουμε αυτόν τον μηχανισμό της αυτοεκπληρούμενης αρνητικής προφητείας, αναζητούμε συχνά ένα εξωτερικό αίτιο της δυστυχίας μας και αν ψάξουμε καλά, πάντα κάτι θα βρούμε που να υποστηρίζει αυτή την άποψη. Ο Πασκάλ Μπρυκνέρ ονομάζει «πειρασμό της αθωότητας» εκείνη την αρρώστια του ατομικισμού που συνίσταται στο να θέλουμε να αποφεύγουμε τις συνέπειες των πράξεών μας, αυτή την επιδίωξη να απολαμβάνουμε προνόμια δίχως να υφιστάμεθα και τις αντίστοιχες ευθύνες. Αυτή η «αρρώστια» βρίσκει την έκφρασή της είτε στον παιδισμό είτε στη θυματοποίηση: δύο τρόποι να ξεφεύγουμε από τη δυσκολία της ύπαρξης, δύο στρατηγικές της μακάριας ανευθυνότητας.
Το να επιτρέψει κανείς στην ευτυχία να πάρει τη θέση των μέχρι τώρα αρνητικών του συναισθημάτων, είναι κάτι που σίγουρα ανατρέπει όλες τις σχέσεις και τις συνήθειές του. Η μεταστροφή στην ευτυχία μοιάζει με τη μετακόμιση σε μια άγνωστη χώρα, όπου τα κοινωνικά έθιμα και η γλώσσα πρέπει να διδαχτούν από την αρχή. Οι περισσότερες από τις στενές σχέσεις μας στηρίζονται πάνω σε «θέατρα ελέγχου» και σε ρόλους, που μόνο την ευτυχία και την αρμονική ανάπτυξη δεν προάγουν. Ο ρόλος του «θύματος» έχει τα δικά του δευτερογενή πλεονεκτήματα και συχνά κρύβει μια ιδιαίτερα ισχυρή μορφή επιθετικότητας και χειρισμού των άλλων. Οι ψευδο-απελπισμένοι εκβιάζουν προνόμια, ιδιαίτερη μέριμνα και χαριστική μεταχείριση, που δύσκολα είναι πρόθυμοι να εγκαταλείψουν. Μπορεί επίσης να δείχνουν υπερυποχωρητική συμπεριφορά, πράγμα που τους κάνει τελικά να νιώθουν ότι οι άλλοι τους εκμεταλλεύονται και ενισχύει τη μέθοδο «εγώ ο καημένος» για την εξασφάλιση προσοχής και βοήθειας.
Αν γίνουμε πιο ευτυχισμένοι, καταλήγουμε να κάνουμε πολλές αλλαγές στη ζωή μας:
Είναι δυνατόν να απειληθούν οι προσωπικές σχέσεις μας αν οι σύντροφοί μας προτιμήσουν να μη μας ακολουθήσουν στην αλλαγή. Η συναισθηματική απόσταση θα γίνεται τότε μέρα με τη μέρα μεγαλύτερη και τέλος αγεφύρωτη. Η αντίσταση εδώ στην αλλαγή προκύπτει από το δισταγμό να είναι κανείς ευτυχισμένος τη στιγμή που οι άλλοι στην οικογένειά του είναι ακόμα δυστυχισμένοι. Στη φάση αυτή, οι άνθρωποι συμπεριφέρονται σαν τους δραπέτες, που ενώ κατορθώνουν τελικά να βγουν από τη φυλακή, διστάζουν και επιστρέφουν πίσω, γιατί δεν αντέχουν να αφήσουν τους άλλους πίσω τους
Αν επιλέξουμε την ευτυχία, είναι πιθανόν ο παλιός κύκλος των φίλων να μη μας ικανοποιεί πια. Το να απομακρύνεται από τις κοινωνικές του επαφές που καλώς ή κακώς τον στήριζαν μέχρι τότε, χωρίς να έχει ακόμα δημιουργήσει ένα νέο κύκλο γνωριμιών, δίνει στον άνθρωπο που αλλάζει την αίσθηση ενός κόσμου που καταρρέει.
Από την άλλη μεριά, όπως είπε κι ο Ντ. Θορώ: «Όπου κι αν γυρέψεις την ευτυχία οι άνθρωποι θα σε ξετρυπώσουν και θα σε καλέσουν να επιστρέψεις στην «απελπισμένη Εταιρεία των Παλιόφιλων»».
Η κοινωνία δεν επιτρέπει εύκολα αποχωρήσεις από το παιχνίδι της συλλογικής δυστυχίας. Ο φόβος της μοναξιάς και του εξωστρακισμού μας, όπως έγινε και με το Γλάρο Ιωνάθαν Λίβιγκστον, μάς κάνουν συχνά να πισωγυρίζουμε και να συμβιβαζόμαστε με την ανιαρή, αλλά ασφαλή «πραγματικότητα».
Σε κάθε νέο στάδιο η παλιά εικόνα του εαυτού μας κλονίζεται και συρρικνώνεται στα μάτια μας, ενώ αποκαλύπτονται οι αδυναμίες και τα ελαττώματα. Μπορεί βέβαια αυτή η διαδικασία να μας κάνει μακροπρόθεσμα (και ίσως μεσοπρόθεσμα) καλό, όμως πονάει πολύ! Ένας ανείπωτος αφανισμός κάθε ασφάλειας και σιγουριάς μας κυριεύουν, όταν χάνουμε από μπροστά μας όλα τα γνώριμα σημεία αναφοράς και ταξιδεύουμε μόνοι, στο άγνωστο. Ο φόβος του αγνώστου, όχι μονάχα φτώχυνε την ύπαρξη του ατόμου, αλλά όπως λέει και ο Ρίλκε, «περιόρισε ακόμα και τις σχέσεις του ανθρώπου προς τον άνθρωπο, τραβώντας τες έξω από το ποτάμι των απέραντων δυνατοτήτων, για να τις προφυλάξει σε μια ήσυχη, σίγουρη γωνιά της ακροποταμιάς».
Μπροστά σ’ αυτό το «αδιέξοδο», ο αδύναμος άνθρωπος επιλέγει συχνά τον ευτυχισμό, που ενώ αποτελεί ένα ευτελές υποκατάστατο της ευτυχίας, δεν απαιτεί κόπο και πόνο, αφήνοντας το άτομο στην ίδια γνώριμη κατάσταση. Σ’ αυτό το σταυροδρόμι ακριβώς εκθέτουν το φανταχτερό εμπόρευμά τους διάφοροι επιτήδειοι «ειδήμονες», που μοσχοπουλούν συνταγές για εύκολη, γρήγορη και σίγουρη κατάκτηση της ευτυχίας σε οκνηρούς και αφελείς καταναλωτές ονείρων.
Υπάρχει διέξοδος; Υπάρχει από τη στιγμή που αρχίζουμε να κατανοούμε την κατάστασή μας, αναλαμβάνουμε την ευθύνη της δυστυχίας μας και δεχόμαστε τον πόνο της αλλαγής. Η ευτυχία είναι ένας δρόμος ανάπτυξης, αλλά η ανάπτυξη είναι πάντα οδυνηρή επειδή κάτι πρέπει να καταστραφεί για να έρθει το καινούργιο. Η ανάπτυξη είναι σαν να αναγεννάς τον εαυτό σου, και αυτό συνεπάγεται τον πόνο του τοκετού. Όταν όμως μπορέσουμε να δούμε ότι μέσα από τον πόνο βγαίνει μια καινούργια ζωή, τότε θα τον καλοδεχτούμε.
Το αποτέλεσμα αξίζει πραγματικά τον κόπο, δε νομίζετε
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου