Τα ηλιακά σύμβολα είναι άπειρα σε παραστάσεις, ανάγονται δε στο απώτατο παρελθόν. Τουλάχιστον από την εποχή του Σιδήρου, αλλά και παλαιότερα, χρησιμοποιείται η εικόνα του ηλιακού δίσκου, ως απεικόνιση του φυσικού και πνευματικού φωτός. Ο συμβολισμός των ηλιακών παραστάσεων είναι αρκετά πλούσιος σε νοήματα και ερμηνείες. Υποδηλώνει την απαστράπτουσα δύναμη και κατ' επέκταση την προσήλωση στη Νίκη, έχει προστατευτική ισχύ, ιδίως όταν χρησιμοποιείται σε κοσμήματα και σε φυλακτά, εκφράζει τέλος την ίδια τη ζωή, αλλά και τη γονιμότητα. Γνωστότατος ηλιακός συμβολισμός είναι εκείνος του ρόδου, αλλά και της σβάστικας. Σύμφωνα με τον Ορφικό Ύμνο προς τον Ήλιο, αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι «Κράσιν έχων Ωρών τετραβάμοσι ποσσί χορεύειν». Δηλαδή εμφανίζεται ο Ήλιος να χορεύει με τέσσερα πόδια. Πρόκειται, δίχως άλλο, για τα τέσσερα φτερωτά άλογα που εμφανίζονται σε ηλιακές παραστάσεις ή για τη σβάστικα με τις τέσσερις κεκαμμένες άκρες της, οι οποίες δηλώνουν την περιστροφική κίνηση. Ιδιαιτέρως επεξηγηματικά ως προς τα νοήματα που κρύβουν οι ηλιακοί συμβολισμοί, είναι οι φυσικές εορτές των Ηλιοστασίων, τα οποία δεν είναι παρά τελετουργικά δρώμενα που συμβολίζουν την πορεία του Ήλιου μέσα στο έτος.Τεράστια η σημασία του Ηλίου, ως συμβόλου διαφάνειας, καθάρσεως και δικαιοσύνης. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι η Ηλιαία, το δικαστήριο των Αθηναίων, συνεδρίαζε σε χώρο ασκεπή, στο λόφο του Αρδηττού και οι λειτουργοί που απένεμαν τη δικαιοσύνη, ονομάζονταν Ηλιαστές, καθ' ότι τελούσαν υπό την επήρεια και την αρωγή του Ηλίου. Ο Θεός Ήλιος, στην Ελληνική Παράδοση, φέρεται να επικυρώνει, ως υπέρτατος μάρτυς, τους ανθρώπινους όρκους. Στην τραγωδία «Οιδίπους επί Κολωνώ» του Σοφοκλή,παρουσιάζεται ο Κρέων να απομακρύνει το γαμπρό του από την οικία του, προκειμένου ο Ήλιος να μην αντικρύσει αυτό το άθλιο πλάσμα. Η δε Κασσάνδρα, στον «Αγαμέμνονα» του Αισχύλου, καλεί τον Ήλιο να προβεί σε εκδίκηση και τιμωρία των δολοφόνων της. Στα «Αργοναυτικά» του Απολλώνιου του Ροδίου, όπως άλλωστε και στην «Ιλιάδα», δίδονται όρκοι επ' ονόματι της ηλιακής θεότητος.
Από πότε όμως παρουσιάζεται στην ελληνική πραγματικότητα η ηλιακή λατρεία; Η λατρεία του Ηλίου ανάγεται σε εποχές ιστορικά απροσπέλαστες. Ο περιηγητής Παυσανίας, στο έργο του «Ελλάδος Περιήγησις», αναφέρει ότι συνάντησε ανά τον ελλαδικό χώρο πολυάριθμους βωμούς, αφιερωμένους στο Θεό Ήλιο. Επ' αυτού ο Πλάτων ακόμη αναφέρει ότι οι Έλληνες, από την προϊστορική ήδη εποχή, ορκίζονταν πίστη στον Ανατέλλοντα και στο δύοντα Ήλιο. Όπως επιμαρτυρεί ο Παυσανίας (II 3,2), στην αγορά της πόλεως της Κορίνθου η οποία έφερε και την ονομασία Ηλιούπολις, υφίσταντο προπύλαια στα οποία ορθώνονταν δύο επίχρυσα άρματα: Το ένα απεικόνιζε τον ηλιακό υιό, τον Φαέθοντα, ενώ το άλλο παρουσίαζε τον ίδιο τον Ήλιο. Σημαντικό κέντρο ηλιακής λατρείας ήταν επίσης η νήσος της Ρόδου. Ο Κολοσσός της Ρόδου, άγαλμα τεραστίων διαστάσεων που συγκαταλεγόταν στα επτά θαύματα του κόσμου και ο οποίος κοσμούσε την είσοδο του λιμένος των Ροδίων, δεν ήταν παρά μία απεικόνιση του Θεού Ήλιου. Στην Κρήτη η ηλιακή λατρεία επικεντρώθηκε στην απόδοση τιμών προς την ηλιακή θεότητα του Τάλου. Ένας άλλος Ηλιακός Θεός ήταν ο Διόνυσος.Στο έργο του «Σατουρνάλια», ο Μακρόβιος αναφέρει δύο ορφικά αποσπάσματα ιδιαίτερα διαφωτιστικά επ' αυτού: «Ακούμε πως στη Θράκη, επίσης, ο Ήλιος και ο Διόνυσος θεωρούνται ταυτόσημοι με εκείνον τον οποίο Σαβάζιο αποκαλούν και λατρεύουν με λαμπρή λατρεία.
Καθώς γράφει ο Αλέξανδρος, στο λόφο του Ζιλμισού υπάρχει ναός αφιερωμένος σε τούτον το θεό, το σχήμα του είναι κυκλικό και η στέγη του είναι ανοικτή στο κέντρο. Ο κύκλος συμβολίζει το σχήμα του άστρου. Το φως εισέρχεται μέσα από την κορυφή της στέγης, ώστε να δείχνει πως ο ήλιος, λάμποντας από την ανώτατη κορυφή, εξαγνίζει όλα τα πράγματα με το φως του και όταν ανατέλλει μπορεί να δει κανείς το σύμπαν... ».Και επίσης: «Διαλύοντας τον φωτεινό, ακίνητο αιθέρα, εμφανίσθηκε όραμα στους Θεούς υπέροχο, αυτός που τώρα ονομάζουν Φάνη και Διόνυσο και Ευβουλέα βασιλιά και Ανταύγη φωτεινό. Άλλοι δε από τους θνητούς διαφορετικά τον ονομάζουν. Καθώς πρώτος ήλθε στο φως, Διόνυσος ονομάστηκε, επειδή περιστρέφεται γύρω από το άπειρο εύρος του Ολύμπου. Πήρε το όνομα του από την κίνηση και διάφορα προσωνύμια, ανάλογα με την ώρα, στο διάβα του χρόνου. Ονόμασε τον Ήλιο Φάνη, από το φως και φανερός, επειδή είναι ορατός σε όλους και βλέπει τα πάντα. Το Διόνυσος, όπως λέει ο ίδιος ο Προφήτης, προέρχεται από το
δινείσθαι και περιφέρεσθαι, επειδή περιφέρεται κυκλικά. Ο Κλεάνθης γράφει πως έλαβε τούτη την προσωνυμία από το διανύσαι, επειδή στην καθημερινή του περιφορά, από ανατολή σε δύση, διανύει τον κύκλο των ουρανών και φέρνει τη νύχτα και την ημέρα. Τον ονόμασαν οι φυσικοί Διόνυσο, πνεύμα του Δία, γιατί ο ήλιος είναι το πνεύμα του κόσμου. Ο κόσμος, όμως, ονομάζεται ουρανός, τον οποίο Δία αποκαλούν».
Τελειώνοντας ο Μακρόβιος, αναφέρει ότι ο Ήλιος συνιστά την υπέρτατη κοσμική δύναμη. Προς επιβεβαίωση των ισχυρισμών του, παραθέτει ένα άλλο ορφικό απόσπασμα, στο οποίο περιέχονται τα ακόλουθα: «Οι θεολόγοι πιστεύουν γενικά πως η δύναμη του ήλιου είναι το αποκορύφωμα όλων των άλλων δυνάμεων, και τούτο το αποδεικνύουν οι ιερές τελετές τους με την παρακάτω σύντομη προσευχή: Ήλιε Παντοδύναμε, πνεύμα και ορμή του κόσμου, φως του σύμπαντος». Ο δε μύστης Ορφέας, περί του Ηλίου αναφέρει τα ακόλουθα: «Άκου εσύ που περιστρέφεις αιώνια τον ακτινοβόλο κύκλο της μακρινής κίνησης που περιτρέχει τους ουράνιους στροβίλους, λαμπρέ Ζευ, Διόνυσε, Πατέρα της θάλασσας, Πατέρα της γης, ήλιε παγγενήτορα, αεικίνητε, χρυσόλαμπρε». Σύμφωνα με την ορφική αντίληψη, η ουράνια δύναμη η οποία κινεί την εξώτατη σφαίρα, περιτρέχει και όλες τις άλλες σφαίρες του ουρανού. Η ουράνια αυτή δύναμη ταυτίζεται με τις ιδιότητες του Διός, του Διονύσου και του Ηλίου. Η κοσμολογία αυτή πρεσβεύει την αντίληψη ότι ο Ήλιος περικλείει ολόκληρο το έναστρο στερέωμα, όπως ακριβώς περιγράφεται από την επίκληση του Αυτοκράτορος Ιουλιανού προς τον βασιλέα Ήλιο.
Περί της θέσεως, αλλά και της σημασίας την οποία προσελάμβανε ο Ήλιος στη μυστηριακή κοσμολογία, ο Ιουλιανός ανέφερε: «Ορισμένοι λέγουν, λοιπόν, αν και δεν είναι έτοιμοι να το πιστέψουν όλοι οι άνθρωποι, πως ο ήλιος περιφέρεται σε άναστρους ουρανούς, πολύ πάνω από την επικράτεια των απλανών. Με βάση τούτη τη θεωρία, ο ήλιος δεν τοποθετείται ανάμεσα στους πλανήτες, αλλά ανάμεσα στους τρεις κόσμους, σύμφωνα με την εκδοχή των μυστηρίων, εφ' όσον πρέπει να χρησιμοποιήσουμε τον όρο «υπόθεση» αντί του δόγματος και ν' αφήσουμε τον όρο «υπόθεση» για τη μελέτη των ουρανίων σωμάτων. Οι ιερείς των Μυστηρίων λέγουν πως διδάχθηκαν από τους Θεούς ή τους κραταιούς δαίμονες (σημ. δαίμων στην αρχαιοελληνική σημαίνει αγαθή πνευματική οντότης), ενώ οι αστρολόγοι κάνουν εύλογες υποθέσεις από την Αρμονία που παρατηρούν στις ορατές σφαίρες. Αναμφίβολα, πρέπει να εγκρίνουμε και τους αστρονόμους, αλλά εκείνον που σκέπτεται ότι είναι καλύτερο να πιστεύει τους ιερείς των Μυστηρίων, εκείνον θαυμάζω και σέβομαι. Αυτά αρκούν, όπως αναφέρει και η παροιμία. Τώρα, εκτός από όσους ανέφερα ήδη, υπάρχει στους ουρανούς μέγα πλήθος Θεών, οι οποίοι αναγνωρίσθηκαν σαν τέτοιοι από εκείνους που παρατηρούν τους ουρανούς όχι τυχαία, ούτε σαν βόδια. Όπως διαιρούνται οι τρεις σφαίρες στα τέσσερα, μέσω του ζωδιακού, το ίδιο διαιρείται και ο ζωδιακός σε δώδεκα θεϊκές δυνάμεις. Κάθε μία από τούτες τις δυνάμεις, διαιρείται στα τρία, αποδίδοντας συνολικά τριάντα έξι θεότητες. Συνεπώς, όπως φρονώ, κατέρχεται από ψηλά, από τους Ουρανούς, δώρο τριπλό από τις Χάριτες, δηλαδή τις Σφαίρες. Διαιρώντας τις ο Θεός με αυτόν τον τρόπο στα τέσσερα, μας στέλνει την τετραπλή δόξα των εποχών, που εκφράζουν τις αλλαγές του χρόνου. Και αληθινά, επάνω στη γη μας, οι Χάριτες τον κύκλο μιμούνται στα αγάλματα τους. Είναι ο Διόνυσος εκείνος που παρέχει τις Χάριτες και, εξαιτίας αυτής ακριβώς της ιδιαίτερης σχέσης του, λέγεται πως βασιλεύει μαζί με τον Ήλιο».
Ο Ήλιος απεικονίζεται στην ελληνική πλαστική τέχνη στις δύο ακόλουθες περιπτώσεις: Στο ανατολικό αέτωμα του Παρθενώνος, καθώς και στο αέτωμα του ναού των Δελφών, όπως επιμαρτυρεί ο Παυσανίας (Χ, 19.4). Αξίζει, επίσης, να σημειωθεί ότι, ακόμη και ο μυσταγωγός Σωκράτης, όπως αναφέρεται στους «Νόμους» του Πλάτωνος (10,3), επικαλείται σ' ένα είδος προσευχής, τον Ανατέλλοντα Ήλιο. Ο Ήλιος, στην αρχαιοελληνική παράδοση, συμβολίζεται με τις μορφές του Αετού, του γερακιού, του αλέκτωρος. Στον Ήλιο, επίσης, ανήκε και ένα κοπάδι από βόδια (Οδύσσεια, Μ, 260-419).
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου