Πολλοί πετυχημένοι άνθρωποι έχουν ένα καλά κρυμμένο μυστικό: είναι αναβλητικοί. Οι άνθρωποι που κινητοποιούνται μόνο υπό την πίεση μιας προθεσμίας έχουν ένα καλό λόγο, για να κρύβουν τον τρόπο με τον οποίο τα καταφέρνουν. Εξάλλου, τους έχουν μάλλον επιπλήξει, τιμωρήσει, ντροπιάσει ή υποτιμήσει για την καθυστέρησή τους στο παρελθόν και για κάποιους, το στίγμα του αναβλητικού τους κυνηγά από το σχολείο. Τα αναβλητικά άτομα συχνά βιώνουν ενοχές ή ντροπή για τον τρόπο που ολοκληρώνουν τις δραστηριότητες τους.
Πολυάριθμες μελέτες έχουν διερευνήσει την αναβλητική συμπεριφορά, αναζητώντας συχνά να βρουν κάποια υποβόσκουσα παθολογία ή κάποιο ανεπιθύμητο χαρακτηριστικό, που οδηγεί τους ανθρώπους στο να καθυστερούν. Οι πιθανές «αιτίες» της αναβλητικότητας, που έχουν μελετηθεί, ποικίλλουν και ένα από τα αντικείμενά έρευνας, πέραν της διερεύνησης του τι «πάει λάθος» με αυτούς τους ανθρώπους, είναι να αναζητηθούν επιτυχημένες παρεμβάσεις για τη μείωση του φαινομένου.
Μια απλή έρευνα στο διαδίκτυο θα αποκαλύψει τις πολλές μελέτες που προσδίδουν μειωτικά/υποβιβαστικά χαρακτηριστικά για εκείνους που κινητοποιούνται μόνο μέσω αυστηρών προθεσμιών. Τέτοιες μελέτες αποπειρώνται να συσχετίσουν, για παράδειγμα, την αναβλητικότητα με μια έλλειψη ευσυνειδησίας, με παρορμητικότητα, παθολογική ανησυχία, παράλογη σκέψη και συμπεριφορά, με λογοκλοπή και παρανομία, με τεμπελιά, με προβλήματα που σχετίζονται με την έλλειψη ρύθμισης, με νευρωτισμό, σύγκρουση ρόλων, αποφυγή ευθυνών, φόβο αποτυχίας και κατάχρηση του διαδικτύου.
Δυστυχώς, αυτές οι έρευνες δεν σχεδιάστηκαν για να εξηγήσουν το γιατί κάποιοι αναβλητικοί επιτυγχάνουν τελικά, ενώ κάποιοι άλλοι όχι. Και αυτό γιατί υπάρχει μια σύγχυση όσον αφορά στο τι σημαίνει να είναι κάποιος αναβλητικός τελικά. Ορίζω τους αναβλητικούς ως εκείνους τους ανθρώπους που κατά κύριο λόγο κινητοποιούνται να ολοκληρώσουν εργασίες όταν, όταν τα συναισθήματά τους ενεργοποιούνται από μια επικείμενη προθεσμία. Λειτουργούν μόνο υπό πίεση. Η σκόπιμη καθυστέρηση μιας σχεδιασμένης πράξης- όπως κατανοείται η αναβλητικότητα στη βιβλιογραφία- δεν είναι συνώνυμη με την ανεπαρκή τελικά πράξη ή την αποτυχία. Ωστόσο, τα επιτυχημένα άτομα που αναβάλλουν κακολογούνται για τον τρόπο τους να κάνουν κάποια πράγματα.
Αν και τόσο οι άνθρωποι που κινητοποιούνται από την ίδια την δραστηριότητα, όσο και εκείνοι που κινητοποιούνται από τις προθεσμίες, βιώνουν αυξημένα θετικά συναισθήματα κατά την ενασχόλησή τους με την εκάστοτε δραστηριότητα, μέχρι σήμερα μόνο οι αναβλητικοί (η δεύτερη δηλαδή κατηγορία) έχουν μπει στο στόχαστρο της επιστήμης για την κατανόηση της συμπεριφοράς τους. Δυστυχώς, αυτές οι έρευνες δεν υπολογίζουν καθόλου την πιθανή θετική επίδραση των έντονων συναισθημάτων που μπορεί να νιώθουν. Και αδίκως υπάρχουν ερευνητές που υποστηρίζουν ότι τα άτομα που ισχυρίζονται ότι λειτουργούν καλύτερα υπό πίεση μάλλον ξεγελούν τον ίδιο τους τον εαυτό, σαν μια δικαιολογία για την αναβλητική τους συμπεριφορά. Στην ουσία τους κατηγορούν και τους επικρίνουν για την αναβλητικότητά τους.
Στην πραγματικότητα, ο «αγώνας χρόνου» όντως κινητοποιεί συναισθηματικά τους αναβλητικούς. Αφού τα συναισθήματα εξυπηρετούν, κατευθύνοντας την προσοχή κάποιου, μπορούμε να θεωρήσουμε μια τέτοια ενεργοποίηση ως μια εξαιρετικά προσαρμοστική κίνηση. Επιπλέον, η αναβλητικότητα επιτρέπει σε κάποια άτομα να δίνουν τον καλύτερο τους εαυτό και η καθυστέρηση τους δίνει τη δυνατότητα να δουλέψουν τελικά με πειθαρχία προς το τέλος και έτσι να αποδώσουν καλύτερα. Οι επαγγελματικά επιτυχημένοι αναβλητικοί αναφέρουν ότι όταν προσπαθούν να δουλέψουν νωρίτερα απ’ ότι συνήθως, καταλήγουν να συμβιβάζονται όσον αφορά στα κίνητρα και στη συγκέντρωση. Γι’ αυτό, για τους αναβλητικούς, η ποιότητα της ενέργειας και η προσοχή που δημιουργούνται μέσω των συναισθημάτων που ενεργοποιούνται λίγο πριν την προθεσμία είναι απαραίτητα στοιχεία γι’ αυτούς.
Λαμβάνοντας ως δεδομένο ότι οι αναβλητικοί έχουν χαμηλά επίπεδα ευσυνειδησίας, ένας ερευνητής αναρωτήθηκε πώς οι αναβλητικοί θα αξιολογούσαν την επίδοση συναδέλφων τους που χάνουν τις προθεσμίες. Οι συμμετέχοντες δηλαδή σε αυτή την έρευνα αξιολόγησαν την επίδοση ενός μη υπαρκτού συναδέλφου που αργούσε στις προθεσμίες και επηρέαζε την παραγωγικότητα της εταιρίας. Είτε είστε αναβλητικοί, είτε όχι, αν προλαβαίνετε τις προθεσμίες, το πιθανότερο είναι να αξιολογούσατε την επίδοσή του ως ανεπαρκή- αλλά το αποτέλεσμα δεν ήταν αυτό που περίμενε ο ερευνητής.
Αντιθέτως, βρήκε ότι οι άνθρωποι που αναγνώριζαν τον εαυτό τους ως αναβλητικό είχαν περισσότερες πιθανότητες, από τους μη αναβλητικούς, να κατηγορήσουν τον συνάδελφο και όχι εξωτερικούς παράγοντες για την ανεπαρκή απόδοσή τους. Δυστυχώς, ο ερευνητής δεν είχε υπολογίσει το γεγονός ότι οι επιτυχημένοι άνθρωποι που αναβάλλουν, παρ’ όλα αυτά προλαβαίνουν τις προθεσμίες και, γι’ αυτό, φυσικά θα ήταν επικριτικοί απέναντι σε κάποιον που δεν προλαβαίνει. Λανθασμένα ο ερευνητής είχε υποθέσει ότι όλοι όσοι ήταν αναβλητικοί, γνωρίζοντας τη δική τους «ανεπάρκεια» έμπαιναν στη θέση του και παραδέχονταν ότι έπρεπε να τιμωρηθούν, όπως έπρεπε και εκείνος.
Η συγκεκριμένη έρευνα σκιαγραφεί την σύγχυση που υπάρχει γύρω από το ζήτημα αυτό: τον διαχωρισμό των αναβλητικών που πετυχαίνουν από εκείνους που δεν τα καταφέρνουν. Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι το στίγμα της αναβλητικότητας οδηγεί τους ερευνητές να αναφερθούν σε παθολογίες που ωστόσο δεν υπάρχουν.
Οι επιστήμονες εκπλήσσονται, όταν οι μελέτες τους αποκαλύπτουν ότι οι επιτυχημένοι φοιτητές είναι πολλές φορές και αναβλητικοί. Σε μια έρευνα για την ακαδημαϊκή αναβλητικότητα και την πορεία του άγχους, ένας ερευνητής τόνισε το «εξαιρετικά ενοχλητικό εύρημα» ότι μια μεγάλη μερίδα φοιτητών με υψηλό μέσο όρο ανέφερε ότι πάντα ή σχεδόν πάντα αναβάλλει να διαβάσει για τις εξετάσεις μέχρι την τελευταία στιγμή. Όμως, αυτό δεν αποτελεί ένα αναπάντεχο εύρημα. Χρησιμοποιώντας την χρονική πίεση ως κίνητρο, οι αναβλητικοί ενεργοποιούν το δημιουργικό άγχος, που τους ωθεί στο να διαβάσουν αποτελεσματικά.
Ακόμα και όταν οι αναβλητικοί προλαβαίνουν τις προθεσμίες, θεωρείται ότι έχουν κάποια παθολογικά χαρακτηριστικά ή κάποια διαταραχή που εξηγεί την καθυστέρησή τους.
Με αυτά κατά νου, θα ήθελα να αναφέρω μια έρευνα που αφορούσε αποκλειστικά τις προθεσμίες. Περιελάμβανε το πόσο καλά οι φοιτητές υπολογίζουν τον χρόνο που χρειάζονται για να ολοκληρώσουν κάτι. Η υπόθεση των ερευνητών ήταν ότι οι αναβλητικοί, περισσότερο από τους μη αναβλητικούς, θα έτειναν να υποτιμούν τον χρόνο που απαιτείται για να τα καταφέρουν. Γι’ αυτό, προέβλεψαν ότι οι αναβλητικοί θα ήταν επιρρεπείς σε αποτυχία οργάνωσης. Αυτό σημαίνει ότι θεωρούσαν πως ήταν ψευδαισθητικοί. Παραδόξως, όμως, βρήκαν ότι οι αναβλητικοί ήταν το ίδιο ικανοί με τους μη αναβλητικούς ως προς την αντίληψη του χρόνου και την επίτευξη των στόχων που είχαν προβλέψει.
Παρατήρησαν ότι όπου η προθεσμία ήταν απόλυτη, όπως μια ημερομηνία εξέτασης, και οι δύο κατηγορίες έκαναν ρεαλιστικούς σχεδιασμούς και τους επιτύγχαναν. Ωστόσο, υπέθεσαν ότι όταν η προθεσμία ήταν πιο ευέλικτη, όπως η παράδοση μιας εργασίας, οι αναβλητικοί αποτύγχαναν. Φυσικά, και πάλι προσπαθούσαν να ψάξουν για μειονεκτήματα, που όμως δεν είχαν βάση. Η αλήθεια όμως είναι ότι, ακόμα και όταν οι προθεσμίες δεν είναι απόλυτες ή ξεκάθαρα καθορισμένες, οι αναβλητικοί και πάλι τα καταφέρνουν. Γιατί βρίσκουν τους τρόπους τους.
Πολυάριθμες μελέτες έχουν διερευνήσει την αναβλητική συμπεριφορά, αναζητώντας συχνά να βρουν κάποια υποβόσκουσα παθολογία ή κάποιο ανεπιθύμητο χαρακτηριστικό, που οδηγεί τους ανθρώπους στο να καθυστερούν. Οι πιθανές «αιτίες» της αναβλητικότητας, που έχουν μελετηθεί, ποικίλλουν και ένα από τα αντικείμενά έρευνας, πέραν της διερεύνησης του τι «πάει λάθος» με αυτούς τους ανθρώπους, είναι να αναζητηθούν επιτυχημένες παρεμβάσεις για τη μείωση του φαινομένου.
Μια απλή έρευνα στο διαδίκτυο θα αποκαλύψει τις πολλές μελέτες που προσδίδουν μειωτικά/υποβιβαστικά χαρακτηριστικά για εκείνους που κινητοποιούνται μόνο μέσω αυστηρών προθεσμιών. Τέτοιες μελέτες αποπειρώνται να συσχετίσουν, για παράδειγμα, την αναβλητικότητα με μια έλλειψη ευσυνειδησίας, με παρορμητικότητα, παθολογική ανησυχία, παράλογη σκέψη και συμπεριφορά, με λογοκλοπή και παρανομία, με τεμπελιά, με προβλήματα που σχετίζονται με την έλλειψη ρύθμισης, με νευρωτισμό, σύγκρουση ρόλων, αποφυγή ευθυνών, φόβο αποτυχίας και κατάχρηση του διαδικτύου.
Δυστυχώς, αυτές οι έρευνες δεν σχεδιάστηκαν για να εξηγήσουν το γιατί κάποιοι αναβλητικοί επιτυγχάνουν τελικά, ενώ κάποιοι άλλοι όχι. Και αυτό γιατί υπάρχει μια σύγχυση όσον αφορά στο τι σημαίνει να είναι κάποιος αναβλητικός τελικά. Ορίζω τους αναβλητικούς ως εκείνους τους ανθρώπους που κατά κύριο λόγο κινητοποιούνται να ολοκληρώσουν εργασίες όταν, όταν τα συναισθήματά τους ενεργοποιούνται από μια επικείμενη προθεσμία. Λειτουργούν μόνο υπό πίεση. Η σκόπιμη καθυστέρηση μιας σχεδιασμένης πράξης- όπως κατανοείται η αναβλητικότητα στη βιβλιογραφία- δεν είναι συνώνυμη με την ανεπαρκή τελικά πράξη ή την αποτυχία. Ωστόσο, τα επιτυχημένα άτομα που αναβάλλουν κακολογούνται για τον τρόπο τους να κάνουν κάποια πράγματα.
Αν και τόσο οι άνθρωποι που κινητοποιούνται από την ίδια την δραστηριότητα, όσο και εκείνοι που κινητοποιούνται από τις προθεσμίες, βιώνουν αυξημένα θετικά συναισθήματα κατά την ενασχόλησή τους με την εκάστοτε δραστηριότητα, μέχρι σήμερα μόνο οι αναβλητικοί (η δεύτερη δηλαδή κατηγορία) έχουν μπει στο στόχαστρο της επιστήμης για την κατανόηση της συμπεριφοράς τους. Δυστυχώς, αυτές οι έρευνες δεν υπολογίζουν καθόλου την πιθανή θετική επίδραση των έντονων συναισθημάτων που μπορεί να νιώθουν. Και αδίκως υπάρχουν ερευνητές που υποστηρίζουν ότι τα άτομα που ισχυρίζονται ότι λειτουργούν καλύτερα υπό πίεση μάλλον ξεγελούν τον ίδιο τους τον εαυτό, σαν μια δικαιολογία για την αναβλητική τους συμπεριφορά. Στην ουσία τους κατηγορούν και τους επικρίνουν για την αναβλητικότητά τους.
Στην πραγματικότητα, ο «αγώνας χρόνου» όντως κινητοποιεί συναισθηματικά τους αναβλητικούς. Αφού τα συναισθήματα εξυπηρετούν, κατευθύνοντας την προσοχή κάποιου, μπορούμε να θεωρήσουμε μια τέτοια ενεργοποίηση ως μια εξαιρετικά προσαρμοστική κίνηση. Επιπλέον, η αναβλητικότητα επιτρέπει σε κάποια άτομα να δίνουν τον καλύτερο τους εαυτό και η καθυστέρηση τους δίνει τη δυνατότητα να δουλέψουν τελικά με πειθαρχία προς το τέλος και έτσι να αποδώσουν καλύτερα. Οι επαγγελματικά επιτυχημένοι αναβλητικοί αναφέρουν ότι όταν προσπαθούν να δουλέψουν νωρίτερα απ’ ότι συνήθως, καταλήγουν να συμβιβάζονται όσον αφορά στα κίνητρα και στη συγκέντρωση. Γι’ αυτό, για τους αναβλητικούς, η ποιότητα της ενέργειας και η προσοχή που δημιουργούνται μέσω των συναισθημάτων που ενεργοποιούνται λίγο πριν την προθεσμία είναι απαραίτητα στοιχεία γι’ αυτούς.
Λαμβάνοντας ως δεδομένο ότι οι αναβλητικοί έχουν χαμηλά επίπεδα ευσυνειδησίας, ένας ερευνητής αναρωτήθηκε πώς οι αναβλητικοί θα αξιολογούσαν την επίδοση συναδέλφων τους που χάνουν τις προθεσμίες. Οι συμμετέχοντες δηλαδή σε αυτή την έρευνα αξιολόγησαν την επίδοση ενός μη υπαρκτού συναδέλφου που αργούσε στις προθεσμίες και επηρέαζε την παραγωγικότητα της εταιρίας. Είτε είστε αναβλητικοί, είτε όχι, αν προλαβαίνετε τις προθεσμίες, το πιθανότερο είναι να αξιολογούσατε την επίδοσή του ως ανεπαρκή- αλλά το αποτέλεσμα δεν ήταν αυτό που περίμενε ο ερευνητής.
Αντιθέτως, βρήκε ότι οι άνθρωποι που αναγνώριζαν τον εαυτό τους ως αναβλητικό είχαν περισσότερες πιθανότητες, από τους μη αναβλητικούς, να κατηγορήσουν τον συνάδελφο και όχι εξωτερικούς παράγοντες για την ανεπαρκή απόδοσή τους. Δυστυχώς, ο ερευνητής δεν είχε υπολογίσει το γεγονός ότι οι επιτυχημένοι άνθρωποι που αναβάλλουν, παρ’ όλα αυτά προλαβαίνουν τις προθεσμίες και, γι’ αυτό, φυσικά θα ήταν επικριτικοί απέναντι σε κάποιον που δεν προλαβαίνει. Λανθασμένα ο ερευνητής είχε υποθέσει ότι όλοι όσοι ήταν αναβλητικοί, γνωρίζοντας τη δική τους «ανεπάρκεια» έμπαιναν στη θέση του και παραδέχονταν ότι έπρεπε να τιμωρηθούν, όπως έπρεπε και εκείνος.
Η συγκεκριμένη έρευνα σκιαγραφεί την σύγχυση που υπάρχει γύρω από το ζήτημα αυτό: τον διαχωρισμό των αναβλητικών που πετυχαίνουν από εκείνους που δεν τα καταφέρνουν. Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι το στίγμα της αναβλητικότητας οδηγεί τους ερευνητές να αναφερθούν σε παθολογίες που ωστόσο δεν υπάρχουν.
Οι επιστήμονες εκπλήσσονται, όταν οι μελέτες τους αποκαλύπτουν ότι οι επιτυχημένοι φοιτητές είναι πολλές φορές και αναβλητικοί. Σε μια έρευνα για την ακαδημαϊκή αναβλητικότητα και την πορεία του άγχους, ένας ερευνητής τόνισε το «εξαιρετικά ενοχλητικό εύρημα» ότι μια μεγάλη μερίδα φοιτητών με υψηλό μέσο όρο ανέφερε ότι πάντα ή σχεδόν πάντα αναβάλλει να διαβάσει για τις εξετάσεις μέχρι την τελευταία στιγμή. Όμως, αυτό δεν αποτελεί ένα αναπάντεχο εύρημα. Χρησιμοποιώντας την χρονική πίεση ως κίνητρο, οι αναβλητικοί ενεργοποιούν το δημιουργικό άγχος, που τους ωθεί στο να διαβάσουν αποτελεσματικά.
Ακόμα και όταν οι αναβλητικοί προλαβαίνουν τις προθεσμίες, θεωρείται ότι έχουν κάποια παθολογικά χαρακτηριστικά ή κάποια διαταραχή που εξηγεί την καθυστέρησή τους.
Με αυτά κατά νου, θα ήθελα να αναφέρω μια έρευνα που αφορούσε αποκλειστικά τις προθεσμίες. Περιελάμβανε το πόσο καλά οι φοιτητές υπολογίζουν τον χρόνο που χρειάζονται για να ολοκληρώσουν κάτι. Η υπόθεση των ερευνητών ήταν ότι οι αναβλητικοί, περισσότερο από τους μη αναβλητικούς, θα έτειναν να υποτιμούν τον χρόνο που απαιτείται για να τα καταφέρουν. Γι’ αυτό, προέβλεψαν ότι οι αναβλητικοί θα ήταν επιρρεπείς σε αποτυχία οργάνωσης. Αυτό σημαίνει ότι θεωρούσαν πως ήταν ψευδαισθητικοί. Παραδόξως, όμως, βρήκαν ότι οι αναβλητικοί ήταν το ίδιο ικανοί με τους μη αναβλητικούς ως προς την αντίληψη του χρόνου και την επίτευξη των στόχων που είχαν προβλέψει.
Παρατήρησαν ότι όπου η προθεσμία ήταν απόλυτη, όπως μια ημερομηνία εξέτασης, και οι δύο κατηγορίες έκαναν ρεαλιστικούς σχεδιασμούς και τους επιτύγχαναν. Ωστόσο, υπέθεσαν ότι όταν η προθεσμία ήταν πιο ευέλικτη, όπως η παράδοση μιας εργασίας, οι αναβλητικοί αποτύγχαναν. Φυσικά, και πάλι προσπαθούσαν να ψάξουν για μειονεκτήματα, που όμως δεν είχαν βάση. Η αλήθεια όμως είναι ότι, ακόμα και όταν οι προθεσμίες δεν είναι απόλυτες ή ξεκάθαρα καθορισμένες, οι αναβλητικοί και πάλι τα καταφέρνουν. Γιατί βρίσκουν τους τρόπους τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου