Όταν κάποιοι επισκέπτες, απροσδόκητα βρήκαν τον Ηράκλειτο να ζεσταίνεται κοντά στο τζάκι της κουζίνας, εκείνος τους είπε: "Είναι κι εδώ Θεοί".
Ποτέ δεν πήγε στο ναό. Γιατί, όταν είσαι άνθρωπος με αντίληψη, όταν τα μάτια σου είναι ανοιχτά, όταν μπορείς ν'ακούσεις και να αισθανθείς, τότε ποιος ο λόγος να πας στο ναό; Είναι κι εδώ Θεοί. Ο Θεός δεν είναι πρόσωπο. Ο Θεός είναι τα πάντα. Ο Θεός είναι η Ύπαρξη...
Φέρε στην φαντασία σου την εικόνα: Ο Ηράκλειτος καθισμένος στο τζάκι να ζεσταίνεται. Το τρίξιμο των ξύλων, οι φλόγες που υψώνονται προς τα ουράνια, η ζεστασιά. Θα πρέπει να ήταν μια κρύα νύχτα του χειμώνα. Απρόσμενα, μερικοί επισκέπτες φτάνουν και τον ρωτούν: "Τι κάνεις;" Κι εκείνος λέει: "Είναι κι εδώ Θεοί". Και εννοεί ότι αυτό εδώ είναι μια προσευχή, αυτό το ζέσταμά σου είναι μια προσευχή - αν η φωτιά γίνει ένα φαινόμενο θεϊκό...
Αυτό μου θυμίζει τον Ικίου, ένα Δάσκαλο του Ζεν. Ταξίδευε κάποτε και στάθηκε σ'ένα ναό για τη νύχτα. Η νύχτα ήταν πολύ κρύα κι έτσι άναψε μια φωτιά. Αλλά, μη βρίσκοντας ξύλα πουθενά, πήρε ένα άγαλμα του Βούδα - ένα ξύλινο άγαλμα που ήταν στο ναό - και το 'καψε. Ο ιερέας του ναού κοιμόταν βαθιά. Ο θόρυβος, η φωτιά κι ο Ικίου να πηγαινοέρχεται. Άνοιξε τα μάτια του και κοίταξε, κι έμεινε εμβρόντητος. Του ήταν αδύνατο να πιστέψει αυτό που έβλεπε, γιατί στον Ικίου αναγνώρισε έναν βουδιστή μοναχό. Κι όχι απλά μοναχό αλλά έναν φημισμένο Δάσκαλο. Ο ιερέας τινάχτηκε από το κρεββάτι του, τον πλησίασε τρέχοντας και του είπε: "Τι κάνεις; Έκαψες το Βούδα!"
Ο Ικίου πήρε ένα μικρό κομμάτι ξύλο, και σκάλισε τις στάχτες για να βρει το βούδα. Το άγαλμα είχε καεί σχεδόν ολόκληρο.
''Τι ψάχνεις;'' είπε ο ιερέας. ''Δεν υπάρχει πια.''
Ο Ικίου είπε: "Τα κόκαλα ψάχνω, ο Βούδας πρέπει να είχε κόκαλα''.
Ο ιερέας γέλασε και είπε: ''τώρα είμαι ολότελα βέβαιος, ότι είσαι τρελός... Μα μπορεί να έχει κόκαλα ένας ξύλινος βούδας;"
''Τότε'', είπε ο Ικίου, ''φέρε και τους άλλους δύο βούδες, γιατί η νύχτα κρατάει πολύ ακόμα και είναι κρύα, κι ο Βούδας μέσα μου χρειάζεται λίγη ζέστα. Αυτοί οι βούδες είναι ξύλινοι, μην ανησυχείς. Εδώ μέσα μου υπάρχουν κόκαλα κι ένας πραγματικός Βούδας, έχει ανάγκη από λίγη ζεστασιά. Αυτοί οι βούδες δεν είναι καλοί, έτσι κι αλλιώς δεν έχουν κόκαλα, μην ανησυχείς λοιπόν.''
Ο ιερέας τον πέταξε έξω από το ναό. Η νύχτα ήταν παγωμένη, όμως υπάρχουν άνθρωποι που θα λατρέψουν ένα ξύλινο βούδα, και θα πετάξουν έξω έναν αληθινό. Το πρωί βγήκε έξω να δει τι απόγινε ο Ικίου. Ήταν καθισμένος έξω από το ναό, κοντά σ' ένα πέτρινο ορόσημο και το προσκυνούσε. Ο ήλιος ανέβαινε, ήταν ένα υπέροχο πρωινό, κι ο Ικίου είχε μαζέψει από κάπου λίγα λουλούδια.
Είχε ακουμπήσει τα λουλούδια στην πέτρα, και την προσκυνούσε.
Ο ιερέας πλησίασε τρέχοντας και είπε: ''Τι κάνεις; Πραγματικά είσαι τελείως τρελός! Τη νύχτα έκαψες ένα βούδα, και τώρα προσκυνάς μια πέτρα!''
Είπε τότε ο Ικίου: ''Υπάρχει κι εδώ ένας Θεός.'' Είπε κι ο Ηράκλειτος: '' Είναι κι εδώ Θεοί.''
Όταν μπορείς να νιώσεις, κάθε στιγμή είναι θεϊκή, το καθετί είναι θεϊκό, κι ότι υπάρχει είναι άγιο. Αν δεν μπορείς να νιώσεις, τότε πήγαινε στους ναούς, πήγαινε στα τζαμιά και στις εκκλησίες, όμως ούτε κι εκεί θα βρεις τίποτα. Γιατί είσαι εσύ που χρειάζεται να μεταμορφωθείς, όχι οι συνθήκες που πρέπει ν' αλλάξουν. Οι συνθήκες μένουν οι ίδιες. Μέσα στο ναό, έξω απ΄το ναό, παντού υπάρχει ένας Θεός!
Εσύ δεν μπορείς να δεις, και συνεχώς αλλάζεις τόπο. Πας απ'το σπίτι στην εκκλησία, γυρεύοντας το Θεό...!
Ποτέ δεν πήγε στο ναό. Γιατί, όταν είσαι άνθρωπος με αντίληψη, όταν τα μάτια σου είναι ανοιχτά, όταν μπορείς ν'ακούσεις και να αισθανθείς, τότε ποιος ο λόγος να πας στο ναό; Είναι κι εδώ Θεοί. Ο Θεός δεν είναι πρόσωπο. Ο Θεός είναι τα πάντα. Ο Θεός είναι η Ύπαρξη...
Φέρε στην φαντασία σου την εικόνα: Ο Ηράκλειτος καθισμένος στο τζάκι να ζεσταίνεται. Το τρίξιμο των ξύλων, οι φλόγες που υψώνονται προς τα ουράνια, η ζεστασιά. Θα πρέπει να ήταν μια κρύα νύχτα του χειμώνα. Απρόσμενα, μερικοί επισκέπτες φτάνουν και τον ρωτούν: "Τι κάνεις;" Κι εκείνος λέει: "Είναι κι εδώ Θεοί". Και εννοεί ότι αυτό εδώ είναι μια προσευχή, αυτό το ζέσταμά σου είναι μια προσευχή - αν η φωτιά γίνει ένα φαινόμενο θεϊκό...
Αυτό μου θυμίζει τον Ικίου, ένα Δάσκαλο του Ζεν. Ταξίδευε κάποτε και στάθηκε σ'ένα ναό για τη νύχτα. Η νύχτα ήταν πολύ κρύα κι έτσι άναψε μια φωτιά. Αλλά, μη βρίσκοντας ξύλα πουθενά, πήρε ένα άγαλμα του Βούδα - ένα ξύλινο άγαλμα που ήταν στο ναό - και το 'καψε. Ο ιερέας του ναού κοιμόταν βαθιά. Ο θόρυβος, η φωτιά κι ο Ικίου να πηγαινοέρχεται. Άνοιξε τα μάτια του και κοίταξε, κι έμεινε εμβρόντητος. Του ήταν αδύνατο να πιστέψει αυτό που έβλεπε, γιατί στον Ικίου αναγνώρισε έναν βουδιστή μοναχό. Κι όχι απλά μοναχό αλλά έναν φημισμένο Δάσκαλο. Ο ιερέας τινάχτηκε από το κρεββάτι του, τον πλησίασε τρέχοντας και του είπε: "Τι κάνεις; Έκαψες το Βούδα!"
Ο Ικίου πήρε ένα μικρό κομμάτι ξύλο, και σκάλισε τις στάχτες για να βρει το βούδα. Το άγαλμα είχε καεί σχεδόν ολόκληρο.
''Τι ψάχνεις;'' είπε ο ιερέας. ''Δεν υπάρχει πια.''
Ο Ικίου είπε: "Τα κόκαλα ψάχνω, ο Βούδας πρέπει να είχε κόκαλα''.
Ο ιερέας γέλασε και είπε: ''τώρα είμαι ολότελα βέβαιος, ότι είσαι τρελός... Μα μπορεί να έχει κόκαλα ένας ξύλινος βούδας;"
''Τότε'', είπε ο Ικίου, ''φέρε και τους άλλους δύο βούδες, γιατί η νύχτα κρατάει πολύ ακόμα και είναι κρύα, κι ο Βούδας μέσα μου χρειάζεται λίγη ζέστα. Αυτοί οι βούδες είναι ξύλινοι, μην ανησυχείς. Εδώ μέσα μου υπάρχουν κόκαλα κι ένας πραγματικός Βούδας, έχει ανάγκη από λίγη ζεστασιά. Αυτοί οι βούδες δεν είναι καλοί, έτσι κι αλλιώς δεν έχουν κόκαλα, μην ανησυχείς λοιπόν.''
Ο ιερέας τον πέταξε έξω από το ναό. Η νύχτα ήταν παγωμένη, όμως υπάρχουν άνθρωποι που θα λατρέψουν ένα ξύλινο βούδα, και θα πετάξουν έξω έναν αληθινό. Το πρωί βγήκε έξω να δει τι απόγινε ο Ικίου. Ήταν καθισμένος έξω από το ναό, κοντά σ' ένα πέτρινο ορόσημο και το προσκυνούσε. Ο ήλιος ανέβαινε, ήταν ένα υπέροχο πρωινό, κι ο Ικίου είχε μαζέψει από κάπου λίγα λουλούδια.
Είχε ακουμπήσει τα λουλούδια στην πέτρα, και την προσκυνούσε.
Ο ιερέας πλησίασε τρέχοντας και είπε: ''Τι κάνεις; Πραγματικά είσαι τελείως τρελός! Τη νύχτα έκαψες ένα βούδα, και τώρα προσκυνάς μια πέτρα!''
Είπε τότε ο Ικίου: ''Υπάρχει κι εδώ ένας Θεός.'' Είπε κι ο Ηράκλειτος: '' Είναι κι εδώ Θεοί.''
Όταν μπορείς να νιώσεις, κάθε στιγμή είναι θεϊκή, το καθετί είναι θεϊκό, κι ότι υπάρχει είναι άγιο. Αν δεν μπορείς να νιώσεις, τότε πήγαινε στους ναούς, πήγαινε στα τζαμιά και στις εκκλησίες, όμως ούτε κι εκεί θα βρεις τίποτα. Γιατί είσαι εσύ που χρειάζεται να μεταμορφωθείς, όχι οι συνθήκες που πρέπει ν' αλλάξουν. Οι συνθήκες μένουν οι ίδιες. Μέσα στο ναό, έξω απ΄το ναό, παντού υπάρχει ένας Θεός!
Εσύ δεν μπορείς να δεις, και συνεχώς αλλάζεις τόπο. Πας απ'το σπίτι στην εκκλησία, γυρεύοντας το Θεό...!
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου