Ο Νικολό Μακιαβέλι γράφει στον «Ηγεμόνα»
Υπάρχουν τριών ειδών μυαλά:
Το πρώτο αντιλαμβάνεται από μόνο του.
Το δεύτερο καταλαβαίνει αυτό που το πρώτο αντιλαμβάνεται, εφόσον το πρώτο του το εξηγήσει.
Το τρίτο δεν καταλαβαίνει ούτε από μόνο του ούτε αν του εξηγήσουν.
Το πρώτο είναι εξαιρετικό, το δεύτερο πολύ καλό και το τρίτο άχρηστο.
Επειδή η πλειονότητα του πληθυσμού ανήκει στη δεύτερη κατηγορία παραθέτω μια μεταγενέστερη αλληγορική διήγηση, του Ντε Κουίνσυ, ώστε να γίνει κατανοητή η προαναφερθείσα ταξινόμηση.
«Στην όχθη ενός ορμητικού ποταμού ζούσαν τρεις άνθρωποι. Τους ζητήθηκε να τον διασχίσουν με τις βάρκες τους και έχοντας ως αφετηρία το σημείο Α να δέσουν στην απέναντι όχθη, στο σημείο Β.
Ο πρώτος, δυναμικός, προνοητικός, μεθοδικός και ευφυής, επεξεργάστηκε τα δεδομένα, έστρεψε το πηδάλιο επακριβώς τις αναγκαίες μοίρες αντίθετα στο ρεύμα, άνοιξε τα πανιά όσο χρειαζόταν, έγειρε το σώμα του και, δίχως να βραχεί, ελλιμενίστηκε στο σημείο Β την αναμενόμενη ώρα, ένδοξος και ατσαλάκωτος, υπό το βλέμμα της Αυτού Μεγαλειότητας, τις κωδωνοκρουσίες των καθεδρικών και τις διθυραμβικές μελωδίες της αυτοκρατορικής μπάντας.
Ο δεύτερος, παίρνοντας θάρρος από την επιτυχία του προηγούμενου, έκανε ένα βιαστικό σχεδιάγραμμα και ρίχτηκε στα νερά.
Δεν είχε υπολογίσει σωστά, όμως πάλεψε, κωπηλάτησε, ίδρωσε και τελικά έδεσε τη βάρκα του πενήντα μέτρα από το σημείο Β. Κανείς δεν τον υποδέχτηκε και κανείς δεν τον στεφάνωσε.
Επειδή όμως ήταν πρακτικός τύπος πλησίασε τον πρώτο, τον χειροκρότησε, παίνεψε την προσπάθεια του, έγλειψε όσο χρειαζόταν και κατάφερε να πάρει μια θέση ως Παρατρεχάμενος Γ΄ βαθμού.
Ο τελευταίος όλη αυτή την ώρα κοιμόταν.
Σηκώθηκε αργά το απόγευμα, έψησε καφέ, έκανε το τσιγαράκι του, διάβασε την εφημερίδα του και ύστερα –χωρίς διόλου να βιάζεται- μπήκε στη βάρκα.
Εκλαμβάνοντας το διαγωνισμό ως ταξίδι αναψυχής ξάπλωσε στην κουπαστή κι απολάμβανε το πέταγμα των γλάρων.
Κατέληξε στη θάλασσα, καταποντίστηκε στους ωκεανούς, κατασπαράχτηκε από ανήλεα σαγόνια και ξεβράστηκε –δυσώδες λείψανο- στις αμμουδιές της περιφρόνησης, χιλιόμετρα μακριά από το σημείο Β.»
Αυτό που δεν ήξερε ο Ντε Κουίνσυ ήταν ότι ο Μακιαβέλι, στο αρχικό σχέδιο του Ηγεμόνα είχε συμπεριλάβει και μια τέταρτη κατηγορία.
Αυτό ήρθε στη δημοσιότητα πριν λίγα χρόνια, από ένα παλίμψηστο της βιβλιοθήκης του Βατικανού (βλ. National Geographic, τεύχος 1232, αμερικανική έκδοση, 2004).
Εκεί ο Μακιαβέλι αναφέρει έναν άνθρωπο ο οποίος θα αντιδρούσε σε μια κατάσταση όπως αυτή που περιγράφει ο Ντε Κουίνσι ρωτώντας:
«Γιατί πρέπει να υπακούσω την εντολή και να διασχίσω το ποτάμι; Ποιος είναι αυτός ο οποίος θέτει τους κανόνες και με ποιο δικαίωμα; Σε ποιον ανήκουν οι βάρκες και σε ποιον ο ποταμός; Μπορώ να ανέβω δυο φορές στα ίδια νερά; Ποια είναι η σωστή ηλικία για να παντρευτεί κάποιος;»
Κι άλλες παρόμοιες ερωτήσεις.
Όμως ο Καίσαρας Βοργίας, που δε συμπαθούσε ιδιαίτερα τους περίεργους, κάλεσε τον Νικολό σε δείπνο και με ήπιο τρόπο του έδωσε να καταλάβει ότι θα προτιμούσε να μη γίνει καμιά αναφορά σε αυτή την τέταρτη κατηγορία ανθρώπων.
Ο Μακιαβέλι δεν μπορούσε παρά να συμφωνήσει.
Αναμφίβολα όσοι διαβάσουν αυτή την ταξινόμηση θα αναρωτηθούν: «Εγώ σε ποια κατηγορία ανήκω; Τι είδους μυαλό έχω; Εξαιρετικό ή πολύ καλό; Πως θα αντιδρούσα σε μια ανάλογη δοκιμασία;»
Σίγουρα κανείς δεν θα σκεφτεί ότι έχει άχρηστο μυαλό, έτσι δεν είναι; Άλλωστε αν έχεις την ικανότητα να αναρωτηθείς τι είδους μυαλό έχεις, τότε σίγουρα δεν είναι άχρηστο. Οι ηλίθιοι δεν ασχολούνται με τέτοιες ηλιθιότητες.
Επίσης λίγοι είναι εκείνοι που θα φανταστούν ότι έχουν ένα από εκείνα τα πρώτα τα μυαλά, τα εξαιρετικά.
Όμως, ο οικοδεσπότης σας υποψιάζεται ότι ο Μακιαβέλι μας έκρυψε μια λεπτομέρεια: Τα τρίτα μυαλά, εκείνα που δεν καταλαβαίνουν ούτε έτσι ούτε αλλιώς, δεν είναι άχρηστα.
Αντιθέτως, είναι τα πιο χρήσιμα. Γιατί χειραγωγούνται πιο εύκολα.
Η διήγηση του Ντε Κουίνσυ, στην πραγματικότητα θα ‘πρεπε να ‘ναι αλλιώς.
O A φτιάχνει το σχέδιο για τον ασφαλή ελλιμενισμό.
Ο Β του το κλέβει και το πουλάει στους Γ.
Έπειτα ο Β δολοφονεί τον Α και γίνεται αρχηγός των Γ.
Τέλος, για να απαλλάξουμε τους εκλεκτούς αναγνώστες μας απ’ την ταλαιπωρία της κωπηλασίας κι απ’ την πυρετώδη εμβάθυνση στις μύχιες στιβάδες του νου, προτείνουμε την ακόλουθη απλή αξιολόγηση:
Όσοι, εκ των αναγνωστών, θεωρήσουν αυτή την ανάρτηση ιδιοφυή, μεγαλειώδη ή –τουλάχιστον- εξαιρετική, την κοινοποιήσουν και τη διαδώσουν (προσοχή: αν το στείλεις σε δέκα φεϊσμπουκιανούς φίλους σου κάτι καλό θα σου συμβεί) ανήκουν στην πρώτη κατηγορία.
Όσοι τη βρουν μέτρια ή απλή, ανήκουν στη δεύτερη κατηγορία και ειλικρινά δεν μπορούσαμε να περιμένουμε κάτι καλύτερο από έναν παρατρεχάμενο.
Των υπόλοιπων η άποψη δεν ενδιαφέρει κανέναν
Υπάρχουν τριών ειδών μυαλά:
Το πρώτο αντιλαμβάνεται από μόνο του.
Το δεύτερο καταλαβαίνει αυτό που το πρώτο αντιλαμβάνεται, εφόσον το πρώτο του το εξηγήσει.
Το τρίτο δεν καταλαβαίνει ούτε από μόνο του ούτε αν του εξηγήσουν.
Το πρώτο είναι εξαιρετικό, το δεύτερο πολύ καλό και το τρίτο άχρηστο.
Επειδή η πλειονότητα του πληθυσμού ανήκει στη δεύτερη κατηγορία παραθέτω μια μεταγενέστερη αλληγορική διήγηση, του Ντε Κουίνσυ, ώστε να γίνει κατανοητή η προαναφερθείσα ταξινόμηση.
«Στην όχθη ενός ορμητικού ποταμού ζούσαν τρεις άνθρωποι. Τους ζητήθηκε να τον διασχίσουν με τις βάρκες τους και έχοντας ως αφετηρία το σημείο Α να δέσουν στην απέναντι όχθη, στο σημείο Β.
Ο πρώτος, δυναμικός, προνοητικός, μεθοδικός και ευφυής, επεξεργάστηκε τα δεδομένα, έστρεψε το πηδάλιο επακριβώς τις αναγκαίες μοίρες αντίθετα στο ρεύμα, άνοιξε τα πανιά όσο χρειαζόταν, έγειρε το σώμα του και, δίχως να βραχεί, ελλιμενίστηκε στο σημείο Β την αναμενόμενη ώρα, ένδοξος και ατσαλάκωτος, υπό το βλέμμα της Αυτού Μεγαλειότητας, τις κωδωνοκρουσίες των καθεδρικών και τις διθυραμβικές μελωδίες της αυτοκρατορικής μπάντας.
Ο δεύτερος, παίρνοντας θάρρος από την επιτυχία του προηγούμενου, έκανε ένα βιαστικό σχεδιάγραμμα και ρίχτηκε στα νερά.
Δεν είχε υπολογίσει σωστά, όμως πάλεψε, κωπηλάτησε, ίδρωσε και τελικά έδεσε τη βάρκα του πενήντα μέτρα από το σημείο Β. Κανείς δεν τον υποδέχτηκε και κανείς δεν τον στεφάνωσε.
Επειδή όμως ήταν πρακτικός τύπος πλησίασε τον πρώτο, τον χειροκρότησε, παίνεψε την προσπάθεια του, έγλειψε όσο χρειαζόταν και κατάφερε να πάρει μια θέση ως Παρατρεχάμενος Γ΄ βαθμού.
Ο τελευταίος όλη αυτή την ώρα κοιμόταν.
Σηκώθηκε αργά το απόγευμα, έψησε καφέ, έκανε το τσιγαράκι του, διάβασε την εφημερίδα του και ύστερα –χωρίς διόλου να βιάζεται- μπήκε στη βάρκα.
Εκλαμβάνοντας το διαγωνισμό ως ταξίδι αναψυχής ξάπλωσε στην κουπαστή κι απολάμβανε το πέταγμα των γλάρων.
Κατέληξε στη θάλασσα, καταποντίστηκε στους ωκεανούς, κατασπαράχτηκε από ανήλεα σαγόνια και ξεβράστηκε –δυσώδες λείψανο- στις αμμουδιές της περιφρόνησης, χιλιόμετρα μακριά από το σημείο Β.»
Αυτό που δεν ήξερε ο Ντε Κουίνσυ ήταν ότι ο Μακιαβέλι, στο αρχικό σχέδιο του Ηγεμόνα είχε συμπεριλάβει και μια τέταρτη κατηγορία.
Αυτό ήρθε στη δημοσιότητα πριν λίγα χρόνια, από ένα παλίμψηστο της βιβλιοθήκης του Βατικανού (βλ. National Geographic, τεύχος 1232, αμερικανική έκδοση, 2004).
Εκεί ο Μακιαβέλι αναφέρει έναν άνθρωπο ο οποίος θα αντιδρούσε σε μια κατάσταση όπως αυτή που περιγράφει ο Ντε Κουίνσι ρωτώντας:
«Γιατί πρέπει να υπακούσω την εντολή και να διασχίσω το ποτάμι; Ποιος είναι αυτός ο οποίος θέτει τους κανόνες και με ποιο δικαίωμα; Σε ποιον ανήκουν οι βάρκες και σε ποιον ο ποταμός; Μπορώ να ανέβω δυο φορές στα ίδια νερά; Ποια είναι η σωστή ηλικία για να παντρευτεί κάποιος;»
Κι άλλες παρόμοιες ερωτήσεις.
Όμως ο Καίσαρας Βοργίας, που δε συμπαθούσε ιδιαίτερα τους περίεργους, κάλεσε τον Νικολό σε δείπνο και με ήπιο τρόπο του έδωσε να καταλάβει ότι θα προτιμούσε να μη γίνει καμιά αναφορά σε αυτή την τέταρτη κατηγορία ανθρώπων.
Ο Μακιαβέλι δεν μπορούσε παρά να συμφωνήσει.
Αναμφίβολα όσοι διαβάσουν αυτή την ταξινόμηση θα αναρωτηθούν: «Εγώ σε ποια κατηγορία ανήκω; Τι είδους μυαλό έχω; Εξαιρετικό ή πολύ καλό; Πως θα αντιδρούσα σε μια ανάλογη δοκιμασία;»
Σίγουρα κανείς δεν θα σκεφτεί ότι έχει άχρηστο μυαλό, έτσι δεν είναι; Άλλωστε αν έχεις την ικανότητα να αναρωτηθείς τι είδους μυαλό έχεις, τότε σίγουρα δεν είναι άχρηστο. Οι ηλίθιοι δεν ασχολούνται με τέτοιες ηλιθιότητες.
Επίσης λίγοι είναι εκείνοι που θα φανταστούν ότι έχουν ένα από εκείνα τα πρώτα τα μυαλά, τα εξαιρετικά.
Όμως, ο οικοδεσπότης σας υποψιάζεται ότι ο Μακιαβέλι μας έκρυψε μια λεπτομέρεια: Τα τρίτα μυαλά, εκείνα που δεν καταλαβαίνουν ούτε έτσι ούτε αλλιώς, δεν είναι άχρηστα.
Αντιθέτως, είναι τα πιο χρήσιμα. Γιατί χειραγωγούνται πιο εύκολα.
Η διήγηση του Ντε Κουίνσυ, στην πραγματικότητα θα ‘πρεπε να ‘ναι αλλιώς.
O A φτιάχνει το σχέδιο για τον ασφαλή ελλιμενισμό.
Ο Β του το κλέβει και το πουλάει στους Γ.
Έπειτα ο Β δολοφονεί τον Α και γίνεται αρχηγός των Γ.
Τέλος, για να απαλλάξουμε τους εκλεκτούς αναγνώστες μας απ’ την ταλαιπωρία της κωπηλασίας κι απ’ την πυρετώδη εμβάθυνση στις μύχιες στιβάδες του νου, προτείνουμε την ακόλουθη απλή αξιολόγηση:
Όσοι, εκ των αναγνωστών, θεωρήσουν αυτή την ανάρτηση ιδιοφυή, μεγαλειώδη ή –τουλάχιστον- εξαιρετική, την κοινοποιήσουν και τη διαδώσουν (προσοχή: αν το στείλεις σε δέκα φεϊσμπουκιανούς φίλους σου κάτι καλό θα σου συμβεί) ανήκουν στην πρώτη κατηγορία.
Όσοι τη βρουν μέτρια ή απλή, ανήκουν στη δεύτερη κατηγορία και ειλικρινά δεν μπορούσαμε να περιμένουμε κάτι καλύτερο από έναν παρατρεχάμενο.
Των υπόλοιπων η άποψη δεν ενδιαφέρει κανέναν
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου