Όταν ο χειμώνας χαρακτηρίζει τη ζωή ενός ανθρώπου, η θλίψη και η μοναξιά τον στεφανώνουν και τα γεγονότα τού προκαλούν μπόρες που σκεπάζουν την διάθεση του και δεν του επιτρέπουν να αναγνωρίσει τον εαυτό του, που κρύβεται για να αποφύγει μια νέα καταιγίδα, η οποία θα μπορούσε να τον εκθέσει σε ένα μεγαλύτερο ψυχικό κίνδυνο.
Τα διαδοχικά μελαγχολικά απογεύματα τού αφαιρούν τη λιγοστή ενέργεια που του έχει απομείνει. Μοναχική του συντροφιά, οι αναμνήσεις. Πλούσιες εικόνες, όπου η ανάμνηση τους όμως τον αφήνουν φτωχότερο, γιατί έχουν μέσα τους την έλλειψη από πρόσωπα, που έκαναν την μνήμη να ζωντανεύει και μαζί με αυτήν αποκλείουν και την χαρά.
Η απουσία υφαίνει τον ιστό της. Και εκείνος πιάνεται στο δίχτυ της, απομακρύνοντας τον εαυτό του από στιγμές που θα τον έκαναν να νοσταλγήσει τη ζωή. Ένας ιστός γίνεται η απουσία που γοητεύει και φυλακίζει. Αναπολεί τα βήματα που θα τον οδηγήσουν στην έξοδο και μια ζεστή ανάμνηση τον παίρνει από το χέρι. Μια εικόνα γεμάτη από γεύση αγάπης, ένα χέρι που απλώθηκε όταν εκείνος το χρειαζόταν, μια αγκαλιά που άνοιξε για να τον δεχτεί, του δίνουν την ώθηση να αισθανθεί καλεσμένος της ζωής, να αποδεχτεί την πρόσκληση της, να αφεθεί στην γοητεία της και να πλανέψει την θλιμμένη μοναξιά του. Μνήμες που χαράχτηκαν μέσα του με ίχνη ζωής.
Ίσως στα πρώτα του βήματα, όπως ανυπόμονα ψάχνει για την έξοδο η πλάνη συνταιριαγμένη με την παρόρμηση τον οδηγήσει σε λάθος πρόσωπα. Οι επιλογές του τον επιστρέφουν στην μοναξιά του, που τον κάνουν να την αναζητά, για να διατηρεί τις μνήμες εκείνες, που στρέφεται εκεί ως καταφύγιο και τον κρατούν εγκλωβισμένο. Δεν είναι ο έρωτας που τον πληγώνει, αλλά η επιθυμία του να φύγει από το αδιέξοδο συγκρούεται με την ανάγκη του να παραμείνει εκεί. Όσο όμως παραμένει δέσμιος, σβήνει τις λεπτομέρειες που έκαναν την αγάπη να χαθεί και δεν συνειδητοποιεί ότι εκείνο που αναζητούσε στο βάθος της καρδιάς του, δεν μπορούσε να του παραδοθεί.
Νιώθει την ανάγκη να τρέξει, να ξεφύγει από ένα χειμώνα που έχει κουρνιάσει στη ψυχή του, από μια χειμερία νάρκη που τον έχει κρατήσει μακριά από τις απολαύσεις της ζωής. Κι όταν τα πρώτα χιόνια λιώσουν, τότε ξεχύνεται γλιστρώντας, γιατί τα μέλη του έχουν λησμονήσει να τον υπακούν.
Όταν ο χειμώνας χαράζει τη ψυχή ενός ανθρώπου, δεν μπορεί να συναντήσει το καλοκαίρι και να το καλοδεχτεί. Η Άνοιξη είναι εκείνη που παίρνει τα σκήπτρα και του δείχνει την έξοδο. Μια Άνοιξη που τον περιμένει για να την συναντήσει, που έχει μέσα της γυμνές μυγδαλιές που ανυπόμονα παρέδωσαν τα φύλλα τους. Πασχαλιές ανθισμένες τού θυμίζουν μια Ανάσταση μετά από μια βδομάδα γεμάτα πάθη. Αν όμως δεν καλωσορίσει την Άνοιξη και τις μυρωδιές της, τότε εκείνη μπορεί να τον προσπεράσει και να μην τον φιλοξενήσει. Εάν δεν γυρέψει το βλέμμα που θα τον ζεστάνει, τότε θα βρει στο παγωμένο βλέμμα του άλλου τη δική του αντανάκλαση. Το λάθος που θα πρέπει να αποφύγει θα τον φυλακίσει και θα τον κρατήσει δέσμιό του.
Το βλέμμα της Άνοιξης έχει κρυμμένο τον έρωτα. Ένα έρωτα ανοιχτό στην προσμονή, στα λουλούδια που ανθίζουν, στο πράσινο που βάφει τη φύση, στις μυρωδιές που γεμίζουν μεθυστικά τα δοχεία που παίρνει μαζί του.
Χρειάζεται ένα όνειρο μαζί του, για να μπορέσουν οι μνήμες να γίνουν οι κομπάρσοι της ζωής του. Χρειάζεται να πάρει τον πρώτο ρόλο και ως πρωταγωνιστής να παίξει τον ρόλο του, να ζητήσει βοήθεια στην σκηνοθεσία και να χαρεί τα χειροκροτήματα εκείνα που θα τον κρατήσουν ζωντανό. Έχει ένα χρέος στον εαυτό του, στη ζωή, στην αγάπη.
Τα διαδοχικά μελαγχολικά απογεύματα τού αφαιρούν τη λιγοστή ενέργεια που του έχει απομείνει. Μοναχική του συντροφιά, οι αναμνήσεις. Πλούσιες εικόνες, όπου η ανάμνηση τους όμως τον αφήνουν φτωχότερο, γιατί έχουν μέσα τους την έλλειψη από πρόσωπα, που έκαναν την μνήμη να ζωντανεύει και μαζί με αυτήν αποκλείουν και την χαρά.
Η απουσία υφαίνει τον ιστό της. Και εκείνος πιάνεται στο δίχτυ της, απομακρύνοντας τον εαυτό του από στιγμές που θα τον έκαναν να νοσταλγήσει τη ζωή. Ένας ιστός γίνεται η απουσία που γοητεύει και φυλακίζει. Αναπολεί τα βήματα που θα τον οδηγήσουν στην έξοδο και μια ζεστή ανάμνηση τον παίρνει από το χέρι. Μια εικόνα γεμάτη από γεύση αγάπης, ένα χέρι που απλώθηκε όταν εκείνος το χρειαζόταν, μια αγκαλιά που άνοιξε για να τον δεχτεί, του δίνουν την ώθηση να αισθανθεί καλεσμένος της ζωής, να αποδεχτεί την πρόσκληση της, να αφεθεί στην γοητεία της και να πλανέψει την θλιμμένη μοναξιά του. Μνήμες που χαράχτηκαν μέσα του με ίχνη ζωής.
Ίσως στα πρώτα του βήματα, όπως ανυπόμονα ψάχνει για την έξοδο η πλάνη συνταιριαγμένη με την παρόρμηση τον οδηγήσει σε λάθος πρόσωπα. Οι επιλογές του τον επιστρέφουν στην μοναξιά του, που τον κάνουν να την αναζητά, για να διατηρεί τις μνήμες εκείνες, που στρέφεται εκεί ως καταφύγιο και τον κρατούν εγκλωβισμένο. Δεν είναι ο έρωτας που τον πληγώνει, αλλά η επιθυμία του να φύγει από το αδιέξοδο συγκρούεται με την ανάγκη του να παραμείνει εκεί. Όσο όμως παραμένει δέσμιος, σβήνει τις λεπτομέρειες που έκαναν την αγάπη να χαθεί και δεν συνειδητοποιεί ότι εκείνο που αναζητούσε στο βάθος της καρδιάς του, δεν μπορούσε να του παραδοθεί.
Νιώθει την ανάγκη να τρέξει, να ξεφύγει από ένα χειμώνα που έχει κουρνιάσει στη ψυχή του, από μια χειμερία νάρκη που τον έχει κρατήσει μακριά από τις απολαύσεις της ζωής. Κι όταν τα πρώτα χιόνια λιώσουν, τότε ξεχύνεται γλιστρώντας, γιατί τα μέλη του έχουν λησμονήσει να τον υπακούν.
Όταν ο χειμώνας χαράζει τη ψυχή ενός ανθρώπου, δεν μπορεί να συναντήσει το καλοκαίρι και να το καλοδεχτεί. Η Άνοιξη είναι εκείνη που παίρνει τα σκήπτρα και του δείχνει την έξοδο. Μια Άνοιξη που τον περιμένει για να την συναντήσει, που έχει μέσα της γυμνές μυγδαλιές που ανυπόμονα παρέδωσαν τα φύλλα τους. Πασχαλιές ανθισμένες τού θυμίζουν μια Ανάσταση μετά από μια βδομάδα γεμάτα πάθη. Αν όμως δεν καλωσορίσει την Άνοιξη και τις μυρωδιές της, τότε εκείνη μπορεί να τον προσπεράσει και να μην τον φιλοξενήσει. Εάν δεν γυρέψει το βλέμμα που θα τον ζεστάνει, τότε θα βρει στο παγωμένο βλέμμα του άλλου τη δική του αντανάκλαση. Το λάθος που θα πρέπει να αποφύγει θα τον φυλακίσει και θα τον κρατήσει δέσμιό του.
Το βλέμμα της Άνοιξης έχει κρυμμένο τον έρωτα. Ένα έρωτα ανοιχτό στην προσμονή, στα λουλούδια που ανθίζουν, στο πράσινο που βάφει τη φύση, στις μυρωδιές που γεμίζουν μεθυστικά τα δοχεία που παίρνει μαζί του.
Χρειάζεται ένα όνειρο μαζί του, για να μπορέσουν οι μνήμες να γίνουν οι κομπάρσοι της ζωής του. Χρειάζεται να πάρει τον πρώτο ρόλο και ως πρωταγωνιστής να παίξει τον ρόλο του, να ζητήσει βοήθεια στην σκηνοθεσία και να χαρεί τα χειροκροτήματα εκείνα που θα τον κρατήσουν ζωντανό. Έχει ένα χρέος στον εαυτό του, στη ζωή, στην αγάπη.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου