Οι περισσότεροι από μας δεν εκφράζουμε τις ανάγκες μας αποτελεσματικά και δεν λύνουμε ουσιαστικά τα προβλήματα που δημιουργούνται στην καθημερινή μας επικοινωνία με τους άλλους. Έχουμε την τάση είτε να συγκρατούμε και να καταπιέζουμε τα συναισθήματά μας είτε να πηγαίνουμε στο άλλο άκρο και να ξεσπάμε πάνω στον άλλον φορτώνοντάς του την ευθύνη για τη δυσάρεστη κατάστασή μας.
Όταν καταπιέζουμε τις ανάγκες και τα συναισθήματά μας, γεμίζουμε με ένταση, πικρία, αρνητισμό, και νιώθουμε αποξενωμένοι και γεμάτοι μνησικακία για το πρόσωπο ή την κατάσταση που θεωρούμε σαν υπεύθυνα για την μη εκπλήρωση των αναγκών και των προσδοκιών μας. Αυτό δημιουργεί μεγάλη εσωτερική νευρική ένταση που σαν αποτέλεσμα μπορεί να φέρει κάθε είδους αρρώστιες.
Συγχρόνως, κλεινόμαστε στον εαυτό μας νιώθοντας μόνοι και παρεξηγημένοι. Αλλά έχουμε μήπως εκφράσει ικανοποιητικά, με τον κατάλληλο τρόπο, τις ανάγκες, τις επιθυμίες και τις προσδοκίες μας, ώστε οι άλλοι να μπορούν να τις καταλάβουν καθαρά και να τις λάβουν υπόψη τους σοβαρά; Αν όχι, τότε είμαστε απόλυτα υπεύθυνοι για την κατάσταση μέσα στην οποία βρισκόμαστε.
Ο άλλος τρόπος με τον οποίο οι άνθρωποι χειρίζονται τις διαψευσμένες ελπίδες, προσδοκίες και ανάγκες τους, είναι να ρίχνουν την ευθύνη για την ανικανοποίησή τους πάνω στους άλλους.
Μέμφονται τους άλλους και τους βρίζουν, τους κατακρίνουν για την αναισθησία τους και άλλα ελαττώματα, και δημιουργούν γενικά ένα εχθρικό περιβάλλον που οδηγεί σε μεγάλη δυστυχία, χωρίς να εκπληρώνονται οι ανάγκες κανενός. Πολλά παιχνίδια δύναμης παίζονται έτσι και ο καθένας προσπαθεί να εξαναγκάσει τον άλλο να συμμορφώνεται στις δικές του προσδοκίες.
Στις περισσότερες καταστάσεις, τόσο η αρνητική, όσο και η επιθετική μέθοδος χειρισμού των προβλημάτων μεταξύ των ατόμων, είναι ολοφάνερα χωρίς αποτέλεσμα.
Το πρώτο βήμα για την λύση κάθε προβλήματος είναι να καταλάβει κανείς καθαρά ποιο είναι ακριβώς το πρόβλημα και ποιος έχει το πρόβλημα. Αυτό δεν είναι πάντα τόσο σαφές όσο φαίνεται.
Για παράδειγμα, μια μητέρα μπορεί να πιστεύει πως το παιδί της έχει πρόβλημα γιατί δεν τακτοποιεί το δωμάτιό του και γιατί δεν τα πάει καλά στο σχολείο. Στην πραγματικότητα όμως, μπορεί το παιδί να είναι τελείως ευτυχισμένο με το δωμάτιό του και ικανοποιημένο από τους βαθμούς του. Το μόνο του πρόβλημα μπορεί να είναι πως δεν του αρέσει να γκρινιάζει η μητέρα του γι’ αυτά τα πράγματα.
Έτσι, στην πραγματικότητα η μητέρα έχει το πρωταρχικό πρόβλημα κι όχι το παιδί. Οι ανάγκες της για τάξη και καθαριότητα και για επιτυχία του παιδιού, σύμφωνα με τις κοινωνικά προγραμματισμένες της προσδοκίες, δεν έχουν εκπληρωθεί και για το λόγο αυτόν ακριβώς δεν μπορεί να δεχθεί την συμπεριφορά του παιδιού.
Νιώθει ίσως πολύ ενοχλημένη, γιατί η συμπεριφορά του παιδιού αντανακλάει πάνω στη δική της επιτυχία σαν μητέρα. Το πρόβλημα είναι ολοκάθαρα δικό της. Το παιδί, έχει ίσως κι αυτό, ένα πρόβλημα. Αυτό όμως που η μητέρα σκεπτόταν σαν πρόβλημα του παιδιού, ήταν ολοφάνερα δικό της αποκλειστικά. Αλλά προσπαθεί να το λύσει σαν να ήταν πρόβλημα του παιδιού, δίνοντας στο παιδί το μήνυμα πως αυτό έχει ένα πρόβλημα και πως δεν είναι εν τάξει.
Στο παιδί, φυσικά, δεν αρέσει αυτό το μήνυμα και αντιδρά ενάντια σ’ αυτό και δεν υποτάσσεται στις επιθυμίες της μητέρας. Απλώς γιατί αυτή δεν τις εξέφρασε καθαρά, με σαφήνεια. Δεν έχει καταλάβει πως το πρόβλημα είναι δικό της, και πως έφθασε τώρα η στιγμή για ένα ΕΓΩ-ΜΗΝΥΜΑ. Ένα ΕΓΩ-ΜΗΝΥΜΑ είναι μια σαφής κατηγορηματική έκφραση για το τι στ’ αλήθεια νιώθει ένα πρόσωπο, παίρνοντας την ευθύνη για το πώς νιώθει και χωρίς να μέμφεται το άλλο πρόσωπο για το πώς αισθάνεται.
Σε κάθε Εγώ-Μήνυμα υπάρχουν τρεις όψεις.
Συγχρόνως, κλεινόμαστε στον εαυτό μας νιώθοντας μόνοι και παρεξηγημένοι. Αλλά έχουμε μήπως εκφράσει ικανοποιητικά, με τον κατάλληλο τρόπο, τις ανάγκες, τις επιθυμίες και τις προσδοκίες μας, ώστε οι άλλοι να μπορούν να τις καταλάβουν καθαρά και να τις λάβουν υπόψη τους σοβαρά; Αν όχι, τότε είμαστε απόλυτα υπεύθυνοι για την κατάσταση μέσα στην οποία βρισκόμαστε.
Ο άλλος τρόπος με τον οποίο οι άνθρωποι χειρίζονται τις διαψευσμένες ελπίδες, προσδοκίες και ανάγκες τους, είναι να ρίχνουν την ευθύνη για την ανικανοποίησή τους πάνω στους άλλους.
Μέμφονται τους άλλους και τους βρίζουν, τους κατακρίνουν για την αναισθησία τους και άλλα ελαττώματα, και δημιουργούν γενικά ένα εχθρικό περιβάλλον που οδηγεί σε μεγάλη δυστυχία, χωρίς να εκπληρώνονται οι ανάγκες κανενός. Πολλά παιχνίδια δύναμης παίζονται έτσι και ο καθένας προσπαθεί να εξαναγκάσει τον άλλο να συμμορφώνεται στις δικές του προσδοκίες.
Στις περισσότερες καταστάσεις, τόσο η αρνητική, όσο και η επιθετική μέθοδος χειρισμού των προβλημάτων μεταξύ των ατόμων, είναι ολοφάνερα χωρίς αποτέλεσμα.
Το πρώτο βήμα για την λύση κάθε προβλήματος είναι να καταλάβει κανείς καθαρά ποιο είναι ακριβώς το πρόβλημα και ποιος έχει το πρόβλημα. Αυτό δεν είναι πάντα τόσο σαφές όσο φαίνεται.
Για παράδειγμα, μια μητέρα μπορεί να πιστεύει πως το παιδί της έχει πρόβλημα γιατί δεν τακτοποιεί το δωμάτιό του και γιατί δεν τα πάει καλά στο σχολείο. Στην πραγματικότητα όμως, μπορεί το παιδί να είναι τελείως ευτυχισμένο με το δωμάτιό του και ικανοποιημένο από τους βαθμούς του. Το μόνο του πρόβλημα μπορεί να είναι πως δεν του αρέσει να γκρινιάζει η μητέρα του γι’ αυτά τα πράγματα.
Έτσι, στην πραγματικότητα η μητέρα έχει το πρωταρχικό πρόβλημα κι όχι το παιδί. Οι ανάγκες της για τάξη και καθαριότητα και για επιτυχία του παιδιού, σύμφωνα με τις κοινωνικά προγραμματισμένες της προσδοκίες, δεν έχουν εκπληρωθεί και για το λόγο αυτόν ακριβώς δεν μπορεί να δεχθεί την συμπεριφορά του παιδιού.
Νιώθει ίσως πολύ ενοχλημένη, γιατί η συμπεριφορά του παιδιού αντανακλάει πάνω στη δική της επιτυχία σαν μητέρα. Το πρόβλημα είναι ολοκάθαρα δικό της. Το παιδί, έχει ίσως κι αυτό, ένα πρόβλημα. Αυτό όμως που η μητέρα σκεπτόταν σαν πρόβλημα του παιδιού, ήταν ολοφάνερα δικό της αποκλειστικά. Αλλά προσπαθεί να το λύσει σαν να ήταν πρόβλημα του παιδιού, δίνοντας στο παιδί το μήνυμα πως αυτό έχει ένα πρόβλημα και πως δεν είναι εν τάξει.
Στο παιδί, φυσικά, δεν αρέσει αυτό το μήνυμα και αντιδρά ενάντια σ’ αυτό και δεν υποτάσσεται στις επιθυμίες της μητέρας. Απλώς γιατί αυτή δεν τις εξέφρασε καθαρά, με σαφήνεια. Δεν έχει καταλάβει πως το πρόβλημα είναι δικό της, και πως έφθασε τώρα η στιγμή για ένα ΕΓΩ-ΜΗΝΥΜΑ. Ένα ΕΓΩ-ΜΗΝΥΜΑ είναι μια σαφής κατηγορηματική έκφραση για το τι στ’ αλήθεια νιώθει ένα πρόσωπο, παίρνοντας την ευθύνη για το πώς νιώθει και χωρίς να μέμφεται το άλλο πρόσωπο για το πώς αισθάνεται.
Σε κάθε Εγώ-Μήνυμα υπάρχουν τρεις όψεις.
- Πρέπει να προσδιορίσουμε ακριβώς πώς ή τι νιώθουμε. Ποια ανάγκη μας δεν εκπληρώνεται; Τι είναι αυτό που θέλουμε και που δεν παίρνουμε και πώς μας κάνει να νιώθουμε αυτό;
- Ποιος είναι ο προγραμματισμός που γίνεται αιτία να νιώθουμε με τον τρόπο που νιώθουμε; Έχουμε κάποιο πρόγραμμα που λέει πως αν δεν έχουμε αυτό που νομίζουμε πως πρέπει να έχουμε δεν μπορούμε να είμαστε ευτυχισμένοι; Τι είναι αυτό που πιστεύουμε πως πρέπει να έχουμε; Που αν δεν το έχουμε νιώθουμε αρνητικοί και αποξενωμένοι;
- Ποια όψη της συμπεριφοράς του άλλου τονώνει ή προκαλεί τη διέγερση του προγραμματισμού ή της πεποίθησης μας;
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου