Πόσο αθώα είναι τα «έξυπνα» παιχνίδια;
Από τη στιγμή που η Siri μπήκε στη ζωή μας με το iPhone, κάποια παιδιά –και ας το παραδεχθούμε, και κάποιοι γονείς– δαπανούν πολλές ώρες μιλώντας της, γεμάτοι περιέργεια για τις λεπτομέρειες της ζωής της.
Σε μια εποχή που οι ενήλικοι μπορούν να χρησιμοποιήσουν φωνητικές εντολές για να βρουν εστιατόρια, να αλλάξουν τα κανάλια της τηλεόρασης και να μάθουν πώς θα πάνε στον προορισμό τους, είναι λογικό ότι τα παιδιά περιμένουν από τις συσκευές να κατανοούν τι τους λένε και να αντιδρούν.
«Τα δεκάχρονα θεωρούν δεδομένο ότι μπορούν να συνομιλούν με τις φορητές συσκευές», εξηγεί ο Ορεν Τζομπ, διευθύνων σύμβουλος της ToyTalk, μιας εταιρείας που δημιουργεί εκπαιδευτικούς χαρακτήρες για παιδιά. «Δεν ισχύει, ωστόσο, το ίδιο για τους μαθητές των γυμνασίων». Η ToyTalk ιδρύθηκε το 2011 και ήδη δημιουργεί δημοφιλείς εφαρμογές όπως το Winston Show και το Speakazoo – που ενθαρρύνουν τα παιδιά να ξεκινήσουν περίπλοκους διαλόγους με διάφορους φανταστικούς χαρακτήρες. Σήμερα η τεχνολογία που χρησιμοποιείται από την εταιρεία μπορεί να κατασκευάσει και έξυπνα παιδικά παιχνίδια.
Έντονες αντιδράσεις στην Αμερική για τη Hello Barbie
Πρόσφατη μελέτη που πραγματοποιήθηκε από ερευνητές του Πανεπιστημίου Τζόρτζταουν συνέκρινε δύο ομάδες νηπίων. Τα παιδιά της πρώτης ομάδας έπαιξαν με χνουδωτά παιχνίδια τα οποία είχαν προγραμματιστεί να λένε το όνομα του παιδιού, όπως και ότι τους άρεσαν τα ίδια φαγητά και τα ίδια τραγούδια που άρεσαν και στο παιδί. Τα παιδιά της δεύτερης ομάδας έπαιζαν με χνουδωτά παιχνίδια τα οποία αποκαλούσαν τον κάτοχό τους «φίλε» και τους άρεσαν διαφορετικά πράγματα. Οταν αυτά τα παιχνίδια επέδειξαν, στην οθόνη του ηλεκτρονικού υπολογιστή, αρκετές μαθηματικές δεξιότητες, αποδείχθηκε ότι τα παιδιά της πρώτης ομάδας τα κατάφεραν καλύτερα σε απλές μαθηματικές ασκήσεις συγκριτικά με τα παιδιά της δεύτερης ομάδας.
Η Σάντρα Κάλβερτ, επικεφαλής του ψηφιακού κέντρου παιδιών του Πανεπιστημίου Τζόρτζταουν και συντάκτρια της μελέτης, επισημαίνει ότι τα παιχνίδια που έχουν τη δυνατότητα να προσωποποιήσουν τις ανταποκρίσεις τους προς τα παιδιά σε πραγματικό χρόνο, μπορεί να έχουν ακόμα μεγαλύτερη επίδραση.
«Πιθανώς να αποτελέσουν πραγματικά πρωτοποριακές προσεγγίσεις, οι οποίες θα διευκολύνουν τη διαδικασία της μάθησης. Το εύρος της επίδρασης που θα έχουν εξαρτάται από το βάθος και το εύρος των ικανοτήτων συζήτησης που θα διαθέτουν και αυτές είναι όσο καλός είναι ο προγραμματιστής τους», επισημαίνει η δρ Κάλβερτ.
Ιδέα της κόρης του…
Ο Ορεν Τζομπ συνέλαβε την ιδέα της δημιουργίας παιχνιδιών που συζητάνε όταν η τότε επτάχρονη κόρη του τον ρώτησε αν θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει το Skype για να συζητήσει με τα αρκουδάκια της. Ο Ορεν Τζομπ στο παρελθόν είχε εργαστεί ως επικεφαλής τεχνολογίας στην Pixar Animation Studios και έτσι συζήτησε το πρόβλημα με έναν παλιό του συνάδελφο, τον Μάρτιν Ρέντι. Μαζί αποφάσισαν να δημιουργήσουν την ToyTalk.
«Θα μπορούσαμε, άραγε, να δημιουργήσουμε ένα χαρακτήρα που θα μιλάει στα παιδιά, θα συνδιαλέγεται μαζί τους; Και αν τα καταφέρναμε, ποια θα ήταν η μορφή του;» διερωτήθηκαν οι δύο άνδρες.
Για να αναπτυχθεί ένα σύστημα που θα μπορεί να κατανοεί και να απαντά στα σχόλια, η εταιρεία κατασκεύασε τη δική της πλατφόρμα επεξεργασίας λόγου. Πρόκειται για μία πλατφόρμα προσαρμοσμένη στη χροιά της φωνής των παιδιών, στο λεξιλόγιό τους και στον τονισμό τους.
Η εταιρεία δαπάνησε πολλούς μήνες να δοκιμάζει αστεία, τραγούδια, στιχάκια και ερωτήσεις, με το ενδιαφέρον πάντα εστιασμένο στα παιδιά, προσπαθώντας να δημιουργήσει ολοκληρωμένους χαρακτήρες με τη δική τους ιστορία και βιογραφία.
Επίσης η ToyTalk δημιούργησε μία διαδικασία προστασίας της ιδιωτικότητας του βίου, που επιτρέπει στους γονείς να ελέγχουν, εν μέρει, τα προσωπικά δεδομένα του παιδιού τους. Παιδιά μικρότερα των 13 χρόνων χρειάζονται την έγκριση του γονιού για να χρησιμοποιήσουν την επιλογή «συζήτηση» στις διάφορες εφαρμογές. Οταν θέλουν να αλληλεπιδράσουν με κάποιο χαρακτήρα πιέζουν το κουμπί του μικροφώνου σαν να πρόκειται για ασύρματο. Οι γονείς έχουν πρόσβαση στις μαγνητοφωνημένες συζητήσεις του παιδιού τους και μπορούν, εφόσον το επιλέξουν, να τις σβήσουν.
«Οτιδήποτε και αν λέει το παιδί μπορεί να τύχει εκμετάλλευσης και να χρησιμοποιηθεί έτσι ώστε να εισχωρήσουν αυτές οι μικρές κούκλες βαθύτερα στις ζωές των κοριτσιών», επισημαίνει η επικεφαλής της οργάνωσης, Σούζαν Λιν.
Υπόσχονται ασφάλεια
Σε ανακοίνωσή της η Mattel υποστηρίζει ότι η εταιρεία έχει αναλάβει τη δέσμευση να προασπίσει την ασφάλεια των παιδιών και ότι η τεχνολογία της «Hello Barbie» περιλαμβάνει «κι έναν αριθμό δικλίδων ασφαλείας που διασφαλίζουν ότι τα δεδομένα που αποθηκεύονται είναι ασφαλή και δεν μπορεί να έχει σε αυτά πρόσβαση οποιοσδήποτε εκτός από τους εξουσιοδοτημένους χρήστες».
Διευθυντικά στελέχη της ToyTalk και της Mattel γνωρίζουν πολύ καλά πως οι οργανώσεις για τα δικαιώματα και την ασφάλεια των παιδιών αλλά και οι φεμινίστριες παρακολουθούν προσεκτικά το κάθε τους βήμα προκειμένου να διαπιστώσουν εάν η «Hello Barbie» ωθεί τα κορίτσια να σκέπτονται ή διαιωνίζει τα στερεότυπα της ομορφιάς και του φύλου. Το περασμένο φθινόπωρο, παραδείγματος χάρη, η Mattel έγινε αποδέκτρια χλευαστικών σχολίων όταν οι επικριτές της ανακάλυψαν ότι ένα παιδικό βιβλίο υπό τον τίτλο «Μπάρμπι, μπορώ να γίνω μηχανικός ηλεκτρονικών υπολογιστών» εμφάνιζε τον κεντρικό χαρακτήρα να ζητάει συμβουλές από τους άνδρες φίλους της για να κατασκευάσει τον κώδικα ενός παιχνιδιού.
«Όλοι όσοι εμπλεκόμαστε σε αυτό το πρόγραμμα γνωρίζουμε πόσο καλά πρέπει να διαχειριστούμε το περιεχόμενο», εξηγεί ο Μάικλ Σορ, επικεφαλής του τμήματος καταναλωτών της Mattel. «Με αυτή την υπερδυναμική τεχνολογία ξέρουμε ότι πρέπει να έχουμε τα μάτια μας δεκατέσσερα».
Όπως και αν έχει, η έλευση της νέας κούκλας ίσως ανοίξει μια νέα εποχή στα παιχνίδια αλληλεπίδρασης, ιδιαίτερα σε αυτά με τα οποία τα παιδιά μπορούν να συζητούν. Πιθανώς η κοινωνία να μην είναι ακόμη έτοιμη για τις σχέσεις που θα αναπτύσσονται ανάμεσα στα παιδιά και στις «έξυπνες» συσκευές, ακόμη και αν απλώς μιμούνται τους γονείς τους.
Από τη στιγμή που η Siri μπήκε στη ζωή μας με το iPhone, κάποια παιδιά –και ας το παραδεχθούμε, και κάποιοι γονείς– δαπανούν πολλές ώρες μιλώντας της, γεμάτοι περιέργεια για τις λεπτομέρειες της ζωής της.
Σε μια εποχή που οι ενήλικοι μπορούν να χρησιμοποιήσουν φωνητικές εντολές για να βρουν εστιατόρια, να αλλάξουν τα κανάλια της τηλεόρασης και να μάθουν πώς θα πάνε στον προορισμό τους, είναι λογικό ότι τα παιδιά περιμένουν από τις συσκευές να κατανοούν τι τους λένε και να αντιδρούν.
«Τα δεκάχρονα θεωρούν δεδομένο ότι μπορούν να συνομιλούν με τις φορητές συσκευές», εξηγεί ο Ορεν Τζομπ, διευθύνων σύμβουλος της ToyTalk, μιας εταιρείας που δημιουργεί εκπαιδευτικούς χαρακτήρες για παιδιά. «Δεν ισχύει, ωστόσο, το ίδιο για τους μαθητές των γυμνασίων». Η ToyTalk ιδρύθηκε το 2011 και ήδη δημιουργεί δημοφιλείς εφαρμογές όπως το Winston Show και το Speakazoo – που ενθαρρύνουν τα παιδιά να ξεκινήσουν περίπλοκους διαλόγους με διάφορους φανταστικούς χαρακτήρες. Σήμερα η τεχνολογία που χρησιμοποιείται από την εταιρεία μπορεί να κατασκευάσει και έξυπνα παιδικά παιχνίδια.
Το φθινόπωρο η Mattel θα παρουσιάσει την «Hello Barbie», μια εκδοχή της διάσημης κούκλας η οποία θα διαθέτει Wi-Fi και θα χρησιμοποιεί το σύστημα της Toy Talk για να αναλύει τα λόγια των παιδιών και να αντιδρά ανάλογα. Είναι σχεδόν αναπόφευκτο ότι το λεγόμενο «Ιντερνετ των πραγμάτων», οι συνδεδεμένες ζυγαριές, καφετιέρες και θερμοστάτες, θα γεννήσει το «Ιντερνετ των παιχνιδιών».Ακριβώς όπως τα διάφορα γκατζετάκια μπορούν να συγκεντρώσουν μεγάλο όγκο πληροφοριών για τους ιδιοκτήτες τους και να προωθούν τα στοιχεία αυτά για ανάλυση, τα παιχνίδια που θα συνδέονται με το Ιντερνετ μπορεί να υπόσχονται υπηρεσίες «επί μέτρω» για κάθε παιδί, αλλά ταυτόχρονα θέτουν σε κίνδυνο και την ιδιωτικότητα του βίου των παιδιών.
Έντονες αντιδράσεις στην Αμερική για τη Hello Barbie
Πρόσφατη μελέτη που πραγματοποιήθηκε από ερευνητές του Πανεπιστημίου Τζόρτζταουν συνέκρινε δύο ομάδες νηπίων. Τα παιδιά της πρώτης ομάδας έπαιξαν με χνουδωτά παιχνίδια τα οποία είχαν προγραμματιστεί να λένε το όνομα του παιδιού, όπως και ότι τους άρεσαν τα ίδια φαγητά και τα ίδια τραγούδια που άρεσαν και στο παιδί. Τα παιδιά της δεύτερης ομάδας έπαιζαν με χνουδωτά παιχνίδια τα οποία αποκαλούσαν τον κάτοχό τους «φίλε» και τους άρεσαν διαφορετικά πράγματα. Οταν αυτά τα παιχνίδια επέδειξαν, στην οθόνη του ηλεκτρονικού υπολογιστή, αρκετές μαθηματικές δεξιότητες, αποδείχθηκε ότι τα παιδιά της πρώτης ομάδας τα κατάφεραν καλύτερα σε απλές μαθηματικές ασκήσεις συγκριτικά με τα παιδιά της δεύτερης ομάδας.
Η Σάντρα Κάλβερτ, επικεφαλής του ψηφιακού κέντρου παιδιών του Πανεπιστημίου Τζόρτζταουν και συντάκτρια της μελέτης, επισημαίνει ότι τα παιχνίδια που έχουν τη δυνατότητα να προσωποποιήσουν τις ανταποκρίσεις τους προς τα παιδιά σε πραγματικό χρόνο, μπορεί να έχουν ακόμα μεγαλύτερη επίδραση.
«Πιθανώς να αποτελέσουν πραγματικά πρωτοποριακές προσεγγίσεις, οι οποίες θα διευκολύνουν τη διαδικασία της μάθησης. Το εύρος της επίδρασης που θα έχουν εξαρτάται από το βάθος και το εύρος των ικανοτήτων συζήτησης που θα διαθέτουν και αυτές είναι όσο καλός είναι ο προγραμματιστής τους», επισημαίνει η δρ Κάλβερτ.
Ιδέα της κόρης του…
Ο Ορεν Τζομπ συνέλαβε την ιδέα της δημιουργίας παιχνιδιών που συζητάνε όταν η τότε επτάχρονη κόρη του τον ρώτησε αν θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει το Skype για να συζητήσει με τα αρκουδάκια της. Ο Ορεν Τζομπ στο παρελθόν είχε εργαστεί ως επικεφαλής τεχνολογίας στην Pixar Animation Studios και έτσι συζήτησε το πρόβλημα με έναν παλιό του συνάδελφο, τον Μάρτιν Ρέντι. Μαζί αποφάσισαν να δημιουργήσουν την ToyTalk.
«Θα μπορούσαμε, άραγε, να δημιουργήσουμε ένα χαρακτήρα που θα μιλάει στα παιδιά, θα συνδιαλέγεται μαζί τους; Και αν τα καταφέρναμε, ποια θα ήταν η μορφή του;» διερωτήθηκαν οι δύο άνδρες.
Για να αναπτυχθεί ένα σύστημα που θα μπορεί να κατανοεί και να απαντά στα σχόλια, η εταιρεία κατασκεύασε τη δική της πλατφόρμα επεξεργασίας λόγου. Πρόκειται για μία πλατφόρμα προσαρμοσμένη στη χροιά της φωνής των παιδιών, στο λεξιλόγιό τους και στον τονισμό τους.
Η εταιρεία δαπάνησε πολλούς μήνες να δοκιμάζει αστεία, τραγούδια, στιχάκια και ερωτήσεις, με το ενδιαφέρον πάντα εστιασμένο στα παιδιά, προσπαθώντας να δημιουργήσει ολοκληρωμένους χαρακτήρες με τη δική τους ιστορία και βιογραφία.
Επίσης η ToyTalk δημιούργησε μία διαδικασία προστασίας της ιδιωτικότητας του βίου, που επιτρέπει στους γονείς να ελέγχουν, εν μέρει, τα προσωπικά δεδομένα του παιδιού τους. Παιδιά μικρότερα των 13 χρόνων χρειάζονται την έγκριση του γονιού για να χρησιμοποιήσουν την επιλογή «συζήτηση» στις διάφορες εφαρμογές. Οταν θέλουν να αλληλεπιδράσουν με κάποιο χαρακτήρα πιέζουν το κουμπί του μικροφώνου σαν να πρόκειται για ασύρματο. Οι γονείς έχουν πρόσβαση στις μαγνητοφωνημένες συζητήσεις του παιδιού τους και μπορούν, εφόσον το επιλέξουν, να τις σβήσουν.
Η ενσωμάτωση όλων αυτών των τεχνολογικών εξελίξεων στο σώμα της Barbie προκαλεί έντονες αντιπαραθέσεις προτού ακόμη το παιχνίδι κυκλοφορήσει στην αγορά.Πριν από μερικές εβδομάδες, η Εκστρατεία για Παιδική Ζωή χωρίς Εμπορευματοποίηση, μια οργάνωση με έδρα τη Βοστώνη, ζήτησε από τη Mattel να μην κυκλοφορήσει την ομιλούσα κούκλα. Η οργάνωση υποστηρίζει πως οι μαγνητοφωνημένες συνομιλίες στην πραγματικότητα είναι μια μορφή παρακολούθησης καθώς μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να εκμεταλλευτούν τα πιο ευαίσθητα συναισθήματα των παιδιών.
«Οτιδήποτε και αν λέει το παιδί μπορεί να τύχει εκμετάλλευσης και να χρησιμοποιηθεί έτσι ώστε να εισχωρήσουν αυτές οι μικρές κούκλες βαθύτερα στις ζωές των κοριτσιών», επισημαίνει η επικεφαλής της οργάνωσης, Σούζαν Λιν.
Υπόσχονται ασφάλεια
Σε ανακοίνωσή της η Mattel υποστηρίζει ότι η εταιρεία έχει αναλάβει τη δέσμευση να προασπίσει την ασφάλεια των παιδιών και ότι η τεχνολογία της «Hello Barbie» περιλαμβάνει «κι έναν αριθμό δικλίδων ασφαλείας που διασφαλίζουν ότι τα δεδομένα που αποθηκεύονται είναι ασφαλή και δεν μπορεί να έχει σε αυτά πρόσβαση οποιοσδήποτε εκτός από τους εξουσιοδοτημένους χρήστες».
Διευθυντικά στελέχη της ToyTalk και της Mattel γνωρίζουν πολύ καλά πως οι οργανώσεις για τα δικαιώματα και την ασφάλεια των παιδιών αλλά και οι φεμινίστριες παρακολουθούν προσεκτικά το κάθε τους βήμα προκειμένου να διαπιστώσουν εάν η «Hello Barbie» ωθεί τα κορίτσια να σκέπτονται ή διαιωνίζει τα στερεότυπα της ομορφιάς και του φύλου. Το περασμένο φθινόπωρο, παραδείγματος χάρη, η Mattel έγινε αποδέκτρια χλευαστικών σχολίων όταν οι επικριτές της ανακάλυψαν ότι ένα παιδικό βιβλίο υπό τον τίτλο «Μπάρμπι, μπορώ να γίνω μηχανικός ηλεκτρονικών υπολογιστών» εμφάνιζε τον κεντρικό χαρακτήρα να ζητάει συμβουλές από τους άνδρες φίλους της για να κατασκευάσει τον κώδικα ενός παιχνιδιού.
«Όλοι όσοι εμπλεκόμαστε σε αυτό το πρόγραμμα γνωρίζουμε πόσο καλά πρέπει να διαχειριστούμε το περιεχόμενο», εξηγεί ο Μάικλ Σορ, επικεφαλής του τμήματος καταναλωτών της Mattel. «Με αυτή την υπερδυναμική τεχνολογία ξέρουμε ότι πρέπει να έχουμε τα μάτια μας δεκατέσσερα».
Όπως και αν έχει, η έλευση της νέας κούκλας ίσως ανοίξει μια νέα εποχή στα παιχνίδια αλληλεπίδρασης, ιδιαίτερα σε αυτά με τα οποία τα παιδιά μπορούν να συζητούν. Πιθανώς η κοινωνία να μην είναι ακόμη έτοιμη για τις σχέσεις που θα αναπτύσσονται ανάμεσα στα παιδιά και στις «έξυπνες» συσκευές, ακόμη και αν απλώς μιμούνται τους γονείς τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου