Πέμπτη 23 Απριλίου 2015

Το Πέρασμα

Παρέμεινε για ένα απροσδιόριστο διάστημα σ’ αυτή την κατάσταση αναταραχής, αποπροσανατολισμού, μαυρίλας και τυφλότητας. Παρακολούθησε προσεχτικά και με υπομονή την επανάληψη των απεγνωσμένων υπαρξιακών ερωτημάτων του που ζητούσαν μια εύκολη απάντηση. Ανέχτηκε αυτό το συγκεχυμένο, βουβό υπόστρωμα δυσαρέσκειας μέσα του που δε σταματούσε ούτε στιγμή να τον ταλαιπωρεί, ακόμη κι όταν τα πράγματα πηγαίνανε σύμφωνα με τις προσδοκίες του, χωρίς να προσπαθήσει ποτέ να το συγκαλύψει και χωρίς να επιχειρήσει να ξεφύγει από αυτό με τεχνητά μέσα (ψυχοφάρμακα ή ξέφρενη διασκέδαση). Παρόλη την κατά καιρούς εξωτερική επιτυχία, η αίσθηση του ανευχαρίστητου όλο και δυνάμωνε στο βάθος του κι απαιτούσε την αμέριστη προσοχή του.

Πίσω απ’ αυτή την αίσθηση, μια βαθιά, ακόρεστη πείνα, ένα αόριστο αίτημα εκλιπαρούσε για ικανοποίηση. Ένα παράλογο, αρχέγονο, τρομαχτικό αίτημα για κάτι το απόλυτο, το άπιαστο, το τέλειο, για κάτι που στερείται ανθρωπίνων διαστάσεων, για κάτι που δε γνωρίζει τίποτα από σχετικότητα και ανθρώπινους περιορισμούς. Μια φωτιά που αναλίσκει τα πάντα γύρω της, ένας απαιτητικός γνώμονας σύγκρισης που δεν μπορεί να ικανοποιηθεί με τις ψευδαισθησιακές χαρές αυτής της ζωής.

Παρέμεινε στην απόγνωση. Μια απόγνωση που θα μπορούσε να τον οδηγήσει στην τρέλα ή στην αυτοκτονία καθώς συνειδητοποιούσε όλο και περισσότερο ότι τίποτα στον κόσμο δε μπορούσε να του σβήσει αυτή την αρχέγονη δίψα. Μια δίψα που δεν ανεχόταν περιορισμούς και λογικές εξηγήσεις. Μια δίψα που είχε την τάση να σπάσει όλα τα καλούπια και να απλωθεί προς όλες τις κατευθύνσεις. Μια ενέργεια που ζητούσε απελπισμένα μια διέξοδο, μια ικανοποίηση, μιαν απάντηση. Κάθε μέρα γινόταν όλο και πιο τυραννική, όσο περισσότερο αντιλαμβανόταν πως ό,τι άγγιζε με την ελπίδα να βρει ανταπόκριση στο βαθύτερο είναι του αποδεικνυόταν πολύ μικρό, πολύ περιορισμένο να χωρέσει μια τέτοια πλημμύρα ενέργειας.

Κι άξαφνα όλα άλλαξαν. Η περιστροφή γύρω από τον εαυτό του σταμάτησε και το είναι του απλώθηκε έτσι ώστε να αγκαλιάσει όλους τους συνανθρώπους του. Βίωσε τον μικρό εαυτό του να περιέχεται μέσα στο σύνολο. Η αναπνοή του βάθυνε, το στέρνο του πλάτυνε, η όρασή του έγινε πολυεδρική. Ο κόσμος άλλαξε όψη. Έπαψε να είναι ξέχωρος από το εσωτερικό του. Τον κατέκλυσε μια αίσθηση ανείπωτης πληρότητας που είχε τις ρίζες της στον ίδιο, στον βαθύτερο εαυτό του.

Τώρα πια άρχισε να συνειδητοποιεί τι ήταν αυτό που ήθελε πραγματικά από τη ζωή ή καλύτερα τι ήθελε η ίδια η ζωή που περνούσε από μέσα του, από αυτόν. Από εδώ και πέρα, το επίκεντρο της ζωής του δε θα ήταν πια ο μικρός του εαυτός. Θα λάμβανε τέλος αυτή η ανόητη εγωκεντρική αυτοπεριστροφή του, θα πέθαινε αυτό το ζωώδες ένστικτο μέσα του που πάντα επέμενε «εγώ να είμαι καλά, εγώ να επιβιώσω και στάχτη να γίνουν όλοι οι άλλοι». Η ενέργειά του δε θα αναλωνόταν πια ανάμεσα στην επιθυμία και τον φόβο, δε θα ξοδευόταν άσκοπα στην προσπάθεια να εκμεταλλευτεί τους άλλους, να ξεχωρίσει από τους άλλους, να επιδείξει τον εαυτό του για να νιώσει αυταρέσκεια από τα κοπλιμέντα τους αλλά θα διοχετευόταν εξολοκλήρου στους άλλους σε μια πράξη προσφοράς και ανιδιοτελούς δοσίματος. Έμεινε άναυδος μπροστά στην τεράστια απόσταση που τον χώριζε από τον παλιό εαυτό του.

Και τι είχε κάνει για να βρεθεί στην άλλη όχθη; Πως έγινε και πραγματοποίησε αυτό το κβαντικό άλμα που τον βοήθησε να υπερπηδήσει το κενό που χώριζε τις δυο συνειδησιακές καταστάσεις; Τίποτα περισσότερο από ένα αμείλικτο, υπομονετικό, συνεχές γκρέμισμα. Γκρέμισε μέσω της συνειδητής επίμονης παρατήρησης το παλιό, το ανούσιο, το βλαβερό κι έκαψε ότι άχρηστο εμπόδιζε το αρχέγονο αίτημα να αναδυθεί στην επιφάνεια. Εξαγνίστηκε από το παρελθόν του. Και κάτι ακόμα εξίσου σημαντικό πέρα από το κάψιμο των σκουπιδιών που είχε συσσωρεύσει ο νους στο διάβα του χρόνου. Είχε καταφέρει να παραμείνει στις στάχτες, στο κενό, στο τίποτα παρά την αδήριτη επιθυμία του να φύγει, να απομακρυνθεί, να δραπετεύσει από αυτή την αίσθηση και να πληρώσει το κενό με όποιο άλλο σκουπίδι έβρισκε μπροστά του.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου