Έχει ασχοληθεί κανένας σοβαρά με την ελληνική οικογένεια που θέλει τα παιδιά κοντά της μέχρι τα βαθιά γεράματα; Και δεν μιλάμε για το τώρα, που πολλοί νέοι επέστρεψαν στο παιδικό τους δωμάτιο λόγω οικονομικών δυσκολιών, ούτε για εκείνη την μερίδα των νέων που δεν σκέφτεται να ξεμυτίσει από εκεί στο άμεσο μέλλον.
Αλλά για εκείνη την οικογένεια, με τους φωνακλάδες γονείς, πιστούς στα πατροπαράδοτα έθιμα, που κάνουν τα πάντα για τα παιδιά τους. Που ζουν σε σπίτια με μικρές κρεβατοκάμαρες, ευρύχωρα σαλόνια και με κυριακάτικες τραπεζαρίες στρωμένες με λευκά τραπεζομάντιλα.
Πίσω λοιπόν από την ιδιαίτερη αυτή οικογένεια, πίσω από το λευκό, πίσω από τα σεμεδέκια, πίσω από τη φλατ οθόνη της τηλεόρασης, πίσω από τους τοίχους κρύβεται η ενοχλητική αλήθεια. Ασφυκτικοί δεσμοί, οικογενειακά τραπέζια, πίεση για τακτοποίηση και νοικοκυροσύνη, ώρες επί ωρών που έχουν περάσει νέες κοπέλες για να μάθουν πώς να φτιάχνουν τη σωστή ντουλάπα και να τους πετύχει η μπεσαμέλ, η ανάγκη για εγγόνια, οι κόντρες, το αρνί το Πάσχα, ο διορισμός, ο απογαλακτισμός που δεν έρχεται ποτέ, η οικογένεια που ευνουχίζει τα παιδιά της.
Ο Ματθαίος Γιωσαφάτ αναφέρει «Το ελληνικό σπίτι παρείχε ασφάλεια σε δύσκολες στιγμές και οι γονείς χρησιμοποιούσαν τα παιδιά τους. Για να τα προφυλάξουν από τη ζωή, τα μεγάλωναν εξαρτητικά και τα έκαναν ανώριμα. Δεν υπήρχε ΙΚΑ-κοινωνικό κράτος για τους γονείς ήταν τα παιδιά. Βασανίζονται οι νέοι έτσι, επειδή ο δικός τους ρόλος είναι να προσφέρουν στα δικά τους παιδιά. Δείτε τι γίνεται στη φύση: οι γάτες δύο μηνών είναι ανεξάρτητες. Αλλά και στο εξωτερικό δεν συμβαίνουν αυτά τα πράγματα»
Ωραία όλα αυτά, αλλά οι περισσότεροι γονείς δυσκολεύονται στην πράξη. Από την μία προσπαθούν να βοηθήσουν τα παιδιά τους να σταθούν στα πόδια τους. Γκρινιάζουν, παραπονιούνται για το πότε θα πάνε στο δικό τους σπίτι και θα κάνουν οικογένεια. Και όταν το κάνουν, γκρινιάζουν γιατί δεν τους βλέπουν όσο θα ήθελαν. Το καλύτερο «επίτευγμα» της ελληνικής οικογένειας είναι πολυκατοικίες που στον πρώτο όροφο ζουν οι γονείς και στους από πάνω τα παιδιά. Όλος αυτός ο ευνουχισμός των νέων ανθρώπων αλλά και η δυσκολία να απογαλακτιστούν συγκινησιακά από την οικογένεια δημιουργούν προβλήματα. Δεν υπάρχουν όρια και δεν μπορεί κανείς να μιλήσει για ενήλικες.
Το πρόβλημα λοιπόν αυτό έρχεται να γίνει μεγαλύτερο με την οικονομική κρίση. Όταν τελειώσει ο μισθός και δεν υπάρχει δυνατότητα για ακόμη μικρότερο νοίκι, η πατρική οικογένεια έρχεται να δώσει και πάλι λύση. Λειτουργεί ως ανάχωμα στην κρίση. Εκεί λοιπόν που λυτρώνει και σώζει, εκεί οδηγεί τους νέους σε αδιέξοδο. Η ίδια οικογένεια που δημιούργησε την κρίση ανταλλάσσοντας ψήφους και αξιοπρέπεια με διορισμούς αναγκάζει τα παιδιά της να επιστρέψουν στο πατρικό τους γεμάτα μίσος για τις χαμένες ευκαιρίες που τους στέρησε η γενιά που τους φιλοξενεί και τους προσφέρει χέρι βοηθείας με άλλον έναν ευνουχισμό.
Χιλιάδες νέοι στέλνουν CV από το παιδικό τους δωμάτιο προκειμένου να βρουν μια δουλειά, ό,τι να “ναι για την ακρίβεια. Δεν έχουν απαίτηση πλέον να είναι σχετική με το πτυχίο ή με το δεύτερο ή τρίτο μεταπτυχιακό τους. Αρκεί να νιώσουν παραγωγικοί. Να σταθούν στα πόδια τους.
Από όποια πλευρά και αν το δει κανείς η ελληνική οικογένεια είναι μοναδική στο είδος της. Θα μπορούσε να πει κάποιος ειδικός, ότι αν της δίναμε ανθρώπινη υπόσταση θα έπασχε από σχιζοφρένεια. Προκαλεί μίσος και δίνει στήριξη. Ξελασπώνει αλλά και συμβιβάζει. Δίνει λύση σε ένα πρόβλημα που στην πραγματικότητα έχει δημιουργήσει η ίδια. Και όλο αυτό μοιάζει τόσο ασφυκτικό, τόσο πιεστικό, τόσο αρρωστημένο που στο μέλλον τα πράγματα δεν θα είναι εύκολα. Κι όμως, οι νέοι δημιουργούν τα δικά τους αντισώματα σ” όλο αυτό. Αλλάζουν, μαθαίνουν, προσπαθούν, ονειρεύονται και κάποιοι γιατρεύονται κιόλας.
Αλλά για εκείνη την οικογένεια, με τους φωνακλάδες γονείς, πιστούς στα πατροπαράδοτα έθιμα, που κάνουν τα πάντα για τα παιδιά τους. Που ζουν σε σπίτια με μικρές κρεβατοκάμαρες, ευρύχωρα σαλόνια και με κυριακάτικες τραπεζαρίες στρωμένες με λευκά τραπεζομάντιλα.
Πίσω λοιπόν από την ιδιαίτερη αυτή οικογένεια, πίσω από το λευκό, πίσω από τα σεμεδέκια, πίσω από τη φλατ οθόνη της τηλεόρασης, πίσω από τους τοίχους κρύβεται η ενοχλητική αλήθεια. Ασφυκτικοί δεσμοί, οικογενειακά τραπέζια, πίεση για τακτοποίηση και νοικοκυροσύνη, ώρες επί ωρών που έχουν περάσει νέες κοπέλες για να μάθουν πώς να φτιάχνουν τη σωστή ντουλάπα και να τους πετύχει η μπεσαμέλ, η ανάγκη για εγγόνια, οι κόντρες, το αρνί το Πάσχα, ο διορισμός, ο απογαλακτισμός που δεν έρχεται ποτέ, η οικογένεια που ευνουχίζει τα παιδιά της.
Ο Ματθαίος Γιωσαφάτ αναφέρει «Το ελληνικό σπίτι παρείχε ασφάλεια σε δύσκολες στιγμές και οι γονείς χρησιμοποιούσαν τα παιδιά τους. Για να τα προφυλάξουν από τη ζωή, τα μεγάλωναν εξαρτητικά και τα έκαναν ανώριμα. Δεν υπήρχε ΙΚΑ-κοινωνικό κράτος για τους γονείς ήταν τα παιδιά. Βασανίζονται οι νέοι έτσι, επειδή ο δικός τους ρόλος είναι να προσφέρουν στα δικά τους παιδιά. Δείτε τι γίνεται στη φύση: οι γάτες δύο μηνών είναι ανεξάρτητες. Αλλά και στο εξωτερικό δεν συμβαίνουν αυτά τα πράγματα»
Ωραία όλα αυτά, αλλά οι περισσότεροι γονείς δυσκολεύονται στην πράξη. Από την μία προσπαθούν να βοηθήσουν τα παιδιά τους να σταθούν στα πόδια τους. Γκρινιάζουν, παραπονιούνται για το πότε θα πάνε στο δικό τους σπίτι και θα κάνουν οικογένεια. Και όταν το κάνουν, γκρινιάζουν γιατί δεν τους βλέπουν όσο θα ήθελαν. Το καλύτερο «επίτευγμα» της ελληνικής οικογένειας είναι πολυκατοικίες που στον πρώτο όροφο ζουν οι γονείς και στους από πάνω τα παιδιά. Όλος αυτός ο ευνουχισμός των νέων ανθρώπων αλλά και η δυσκολία να απογαλακτιστούν συγκινησιακά από την οικογένεια δημιουργούν προβλήματα. Δεν υπάρχουν όρια και δεν μπορεί κανείς να μιλήσει για ενήλικες.
Το πρόβλημα λοιπόν αυτό έρχεται να γίνει μεγαλύτερο με την οικονομική κρίση. Όταν τελειώσει ο μισθός και δεν υπάρχει δυνατότητα για ακόμη μικρότερο νοίκι, η πατρική οικογένεια έρχεται να δώσει και πάλι λύση. Λειτουργεί ως ανάχωμα στην κρίση. Εκεί λοιπόν που λυτρώνει και σώζει, εκεί οδηγεί τους νέους σε αδιέξοδο. Η ίδια οικογένεια που δημιούργησε την κρίση ανταλλάσσοντας ψήφους και αξιοπρέπεια με διορισμούς αναγκάζει τα παιδιά της να επιστρέψουν στο πατρικό τους γεμάτα μίσος για τις χαμένες ευκαιρίες που τους στέρησε η γενιά που τους φιλοξενεί και τους προσφέρει χέρι βοηθείας με άλλον έναν ευνουχισμό.
Χιλιάδες νέοι στέλνουν CV από το παιδικό τους δωμάτιο προκειμένου να βρουν μια δουλειά, ό,τι να “ναι για την ακρίβεια. Δεν έχουν απαίτηση πλέον να είναι σχετική με το πτυχίο ή με το δεύτερο ή τρίτο μεταπτυχιακό τους. Αρκεί να νιώσουν παραγωγικοί. Να σταθούν στα πόδια τους.
Από όποια πλευρά και αν το δει κανείς η ελληνική οικογένεια είναι μοναδική στο είδος της. Θα μπορούσε να πει κάποιος ειδικός, ότι αν της δίναμε ανθρώπινη υπόσταση θα έπασχε από σχιζοφρένεια. Προκαλεί μίσος και δίνει στήριξη. Ξελασπώνει αλλά και συμβιβάζει. Δίνει λύση σε ένα πρόβλημα που στην πραγματικότητα έχει δημιουργήσει η ίδια. Και όλο αυτό μοιάζει τόσο ασφυκτικό, τόσο πιεστικό, τόσο αρρωστημένο που στο μέλλον τα πράγματα δεν θα είναι εύκολα. Κι όμως, οι νέοι δημιουργούν τα δικά τους αντισώματα σ” όλο αυτό. Αλλάζουν, μαθαίνουν, προσπαθούν, ονειρεύονται και κάποιοι γιατρεύονται κιόλας.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου