Όλοι μας γνωρίζουμε την ιστορία του Αλαντίν και του μαγικού λυχναριού. Είτε ως παιδιά που περιμέναμε την μαμά να μας βάλει να κοιμηθούμε, είτε ως γονείς που νανουρίσαμε τα παιδιά μας με αυτό το παραμύθι, το γνωρίσαμε και έγινε κομμάτι και των δικών μας αναμνήσεων. Δεν είναι όμως όλα τα λυχνάρια ίδια από τόπο σε τόπο, ούτε και στο πέρασμα του χρόνου παραμένουν ίδια. Υπάρχει όμως κάτι ακόμα σε αυτά τα καθημερινής χρήσεως αντικείμενα, που τα κάνει μαγικά. Τζίνι και δαίμονες φυλακισμένοι σε λυχνάρια που είναι κρυμμένα στα βάθη της γης, περιμένουν αυτόν που θα τους ελευθερώσει…
Η ιστορία των λύχνων
Ας ξεκινήσουμε μια περιεκτική και σύντομη αναδρομή στην ιστορία των λύχνων, για να κατανοήσουμε καλύτερα την χρήση τους σε καθημερινές δραστηριότητες, αλλά και θρησκευτικές. Στην αρχαιότητα τα λυχνάρια κατασκευάζονταν από πηλό, μόλυβδο, σίδηρο, χαλκό, ακόμη και από
μάρμαρο ή πέτρα και το φως που εξέπεμπαν είχε την δύναμη ενός κεριού. Αποτελούνταν από δύο τμήματα, το σώμα (που γέμιζε με λάδι) και τον μυκτήρα όπου τοποθετούνταν το φιτίλι. Στην χώρα μας ήταν γνωστά τα πήλινα λυχνάρια από τους νεολιθικούς χρόνους, τα οποία σχεδόν αντικαταστάθηκαν από τα λίθινα κατά τους μυκηναϊκούς χρόνους. Στον Όμηρο διαπιστώνουμε πως στους γεωμετρικούς χρόνους ήταν σχεδόν άγνωστα, και η επανεμφάνισή τους γίνεται στα τέλη του 7ου π.Χ αιώνα. Τα ελληνικά, τα ρωμαϊκά, αλλά και όλα τα διαφορετικής προέλευσης λυχνάρια είχαν τα δικά τους χαρακτηριστικά που τα έκαναν εύκολα αναγνωρίσιμα. Καθώς τα χρόνια περνούσαν οι λύχνοι άλλαζαν μορφή και συχνά δημιουργούνταν περίτεχνα λυχνάρια που κοσμούσαν το εσωτερικό ναών, ή πολυτελών κατοικιών, όπως για παράδειγμα, το λυχνάρι της Αρτέμιδος.
Οι λατρευτικοί λύχνοι
Συνήθως οι λύχνοι που χρησιμοποιούνταν για λατρευτικούς σκοπούς ήταν μεγαλύτεροι από τους κοινούς, και με περισσότερους από έναν μυκτήρες. Αυτά τα πολυτελή λυχνάρια έκαιγαν μπροστά από τα αγάλματα των θεών από την μια άκρη ως την άλλη του τότε γνωστού κόσμου, ακόμη και πέρα από αυτήν. Η πιο σπουδαία γιορτή που περιελάμβανε την χρήση λύχνων ήταν η λυχνοκαΐα ή λυχναψία. Οι ρίζες αυτής της γιορτής βρίσκονται στην αρχαία Αίγυπτο αλλά σύντομα βρέθηκε και στις γειτονικές χώρες. Κατά την παράδοση αυτή οι κάτοικοι άναβαν λύχνους κοντά στα σπίτια τους κατά την διάρκεια της νύχτας προς τιμήν της θεάς Νηίθ, που ταυτίζεται με την Αθηνά. Λυχνοκαΐα γινόταν επίσης για χάρη των νεκρών και ήταν πολύ διαδεδομένη. Στηριζόταν στην ιδέα ότι οι νεκροί χρειάζονταν το φως του λύχνου για να επιστρέψουν από τον σκοτεινό Άδη. Αργότερα βέβαια, η λατρευτική αυτή συνήθεια αποδεσμεύτηκε από την λαϊκή αυτή δοξασία και υιοθετήθηκε και από την Ρωμαιοκαθολική, αλλά και από την Ορθόδοξη εκκλησία (το σημερινό καντήλι). Οι λατρευτικές χρήσεις των λυχναριών βέβαια δεν ήταν μόνο αυτές, αλλά μια ακόμη που αξίζει να αναφερθεί ήταν η λυχνομαντεία. Η μαντική τέχνη με την βοήθεια ενός λύχνου ήταν και αυτή πολύ διαδεδομένη. Ο λυχνομάντης φορούσε ένα ειδικό ένδυμα και παρακαλούσε τον Θεό να μπει στην φλόγα του λύχνου.
Προσηλωμένος στην φλόγα ερχόταν σε μια υπνωτική έκσταση και εκεί συναντούσε τον ίδιο τον Θεό μέσα στην φως του λυχναριού και έπαιρνε τους χρησμούς. Συμπληρωματικά εδώ αναφέρω ότι ο λαός έβγαζε διάφορα συμπεράσματα για το μέλλον, αλλά πιο συχνά για τον καιρό, από τον τρόπο που έκαιγε το λυχνάρι.
Προέλευση του μύθου του λυχναριού
Ο μύθος του Αλαντίν βρίσκεται στο «Βιβλίο των χιλίων και μιας νυχτών» ("The Book of One Thousand and One Nights"). Το πρώτο χειρόγραφο δεν βρέθηκε ποτέ, και το παλαιότερο αντίγραφο που ανακαλύφθηκε ποτέ ήταν το 1948 από την Nabia Abbott, το οποίο χρονολογείται γύρω στο 800 μ.Χ.
Θεωρείται πως οι ιστορίες που συγκαταλέγονται σε αυτό το έργο είναι αραβο-ιρανικής προέλευσης, αλλά πολλοί μελετητές πιστεύουν πως πολλές από τις ιστορίες αυτές έρχονται από πολύ πιο μακριά. Συγκεκριμένα για τον μύθο του μαγικού λυχναριού, μέχρι σήμερα δεν έχει ανακαλυφθεί κάτι που θα φανερώνει την προέλευσή της, ή τον πρώτο αφηγητή της ιστορίας αυτής. Μεταφράσθηκε και τυπώθηκε σε αρκετές γλώσσες και στις μέρες μας είναι παγκοσμίως γνωστό. Η φιλμογραφία και η βιβλιογραφία που βασίζεται στο γνωστό παραμύθι είναι πολύ μεγάλες, και θα γέμιζαν πολλές γραμμές απλά και μόνο αν αραδιάζαμε τους τίτλους τους.
Στα ενδότερα του μύθου
Εντάξει, όλοι θα έχετε αρχίσει να σκέφτεστε τι το περίεργο μπορεί να κρύβει αυτό το παραμύθι. Το καλό με τα παραμύθια, είναι ότι δεν κρύβουν τίποτα! Αντιθέτως, μας τα αποκαλύπτουν όλα, όσο παράξενα και ασυνήθιστα κι αν είναι, γιατί δεν θα βρεθεί κανείς να πει ότι λένε τρέλες, επειδή πάντα λαμβάνουμε υπόψη μας ότι πρόκειται για μια μη αληθινή ιστορία, μια ιστορία που ξεπετάχτηκε από το μυαλό ενός ανθρώπου. Προσωπικά θεωρώ πως ακόμη και στην πιο τρελή ιστορία υπάρχουν κάποια σημεία που βασίζονται σε πραγματικά γεγονότα. Όταν ο Ερρίκος σλήμαν ξεκίνησε να ψάχνει την Τροία, ολόκληρη η επιστημονική κοινότητα της εποχής του, πίστευε ότι θα ήταν πιο εύκολο να ψάξει να βρει ζωντανούς δεινοσαύρους, παρά αυτή την «μυθική» πόλη, ζωντανεμένη από ένα παραμύθι του Ομήρου.
Υπάρχουν μερικά σημεία στον μύθο του μαγικού λυχναριού, που αξίζει να συζητηθούν. Υπάρχουν διαφωνίες σχετικά με την γεωγραφική θέση τις χώρας του Αλαντίν, η οποία τοποθετείται στο πιο μακρινό ανατολικό σημείο της γης. Το προβληματικό σημείο εδώ, είναι πως όλοι οι χαρακτήρες τις ιστορίας έχουν αραβικά ονόματα, και πολλές από τις πρώτες εικονογραφήσεις καθώς και πολλές μελέτες που έχουν γίνει πάνω στον μύθο αυτό, παρουσιάζουν τα γεγονότα να λαμβάνουν χώρα σε περιοχές κοντά στην Κίνα.
Τελικά που διαδραματίστηκαν τα γεγονότα; Αν κάποιος έψαχνε σήμερα το μαγικό λυχνάρι
που θα έπρεπε να πάει;
Αν η χώρα του Αλαντίν βρισκόταν απομακρυσμένη βαθιά μέσα στην ασιατική ήπειρο,
τότε το λυχνάρι αυτό θα έπρεπε να ήταν εξαιρετικής σημασίας, ώστε να ξεκινήσει ένας
μάγος από την δυτική πλευρά του κόσμου και να διανύσει όλη αυτή την απόσταση χωρίς
ιδιαίτερο μεταφορικό μέσο, με αρκετές φυσικές δυσκολίες κατά την διάρκεια του ταξιδιού του.
Και όντως ήταν εξαιρετικής σημασίας, θα έλεγε κανείς, αφού υπήρχαν μερικά ακόμη εμπόδια
ανάμεσα στον επίδοξο κάτοχό του και στο ίδιο. Φτάνοντας στον προορισμό του ο μάγος, προσέλαβε τον Αλαντίν, λέγοντας ψέματα πως ήταν αδερφός του πατέρα του ο οποίος είχε πεθάνει (δεν θα μπορούσε να διαπιστώσει αν ο μάγος έλεγε την αλήθεια), ώστε ο νεαρός να υπερνικήσει τα εμπόδια και να του φέρει το μαγικό λυχνάρι. Υπήρχε και ένας σημαντικότερος ακόμη λόγος για τον οποίο προσέγγισε τον Αλαντίν, και αυτός ήταν, πως μόνο με την παρουσία αυτού του συγκεκριμένου νεαρού θα άνοιγε η πόρτα για την είσοδο στα ενδότερα της γης, όπου κρυβόταν όλος ο μαγεμένος θησαυρός, μαζί με το λυχνάρι. Ο μύθος έλεγε πως όποιος ήταν ο κάτοχος του λυχναριού, θα ήταν ο πλουσιότερος άνθρωπος και κανένας άλλος δεν θα μπορούσε να του κάνει κακό, γιατί το λυχνάρι διέθετε τα μαγικά μέσα ώστε να βοηθήσει τον κάτοχό του.
Έτσι και έγινε, με την παρουσία του μικρού Αλαντίν η γη άνοιξε και δέχτηκε μέσα της το μικρό
παιδί, που πήρε στα χέρια του τον θησαυρό των θησαυρών. Σε αυτό το σημείο, είναι δικαιολογημένη η απορία γιατί πρέπει πάντα όλοι οι μεγάλοι θησαυροί, και τα μεγάλα μυστικά να βρίσκονται στα
σπλάχνα της γης. Γιατί στα παραμύθια η γη να μην είναι μόνο χώμα και πέτρες, και άντʼ αυτού, να είναι ζωντανή, γεμάτη θησαυρούς και μυστικά? Ένα μικρό παιδί ήταν το κλειδί για το ξεκλείδωμα του μυστικού, και αυτό μας δείχνει την ισχυρή πεποίθηση των λαών που διέδιδαν τον μύθο, σε αυτό
το μισητό «για τον σύγχρονο κόσμο» πεπρωμένο. Σήμερα ο άνθρωπος δεν θέλει να αισθάνεται
δέσμιος του πεπρωμένου του, αλλά κάθε φορά που κάτι συμβαίνει το οποίο δεν μπορούμε να
αλλάξουμε, λέμε στον εαυτό μας: «Ήταν γραφτό να γίνει» ...
Η δύναμη του λυχναριού
Το λυχνάρι ήταν μαγικό και έδινε στον κάτοχό του πλούτη και δύναμη. Με ποιόν τρόπο όμως? Μέσα στο λυχνάρι βρισκόταν φυλακισμένες περισσότερες από μια οντότητες που ονομάζονται Τζίνι (Genie στα αγγλικά ή όπως είναι η αραβική λέξη, jinni). Στην αραβική μυθολογία, τα τζίνι ήταν μέρος του
συνόλου των Τζιν, μιας φυλής υπερφυσικών όντων. Οι Άραβες πίστευαν ότι τα τζίνι είναι πνεύματα
της φωτιάς, αν και δεν ήταν λίγες οι φορές που συνδέονταν ή και ταυτίζονταν ακόμη, με τις succubi,
που ήταν δαιμονικές υπάρξεις με την μορφή πολύ όμορφων γυναικών. Θα έλεγε κανείς ότι η λέξη "Genie" είναι η αγγλική έκφραση της λέξης "jinni", αλλά όπως υποστηρίζεται από πολλούς μελετητές,
προέρχεται από την λατινική "Genius", η οποία χρησιμοποιείται για το πνεύμα-φύλακα που
ανατίθεται σε κάθε παιδί όταν γεννιέται. Μεταξύ των αρχαιολόγων που ασχολούνται με τους
πολιτισμούς της ανατολής, πολλά μυθικά πνεύματα μικρότερα από θεούς, πολλές φορές
αναφέρονται ως τζίνι. Ο αραβικός λαός πιστεύει ότι οι τζιν ζουν κανονικά όπως οι άνθρωποι
και πεθαίνουν κανονικά, αλλά με πολύ μεγαλύτερη διάρκεια ζωής, και χαρακτηρίζονται από πολλές υπερφυσικές ιδιότητες. Για το Ισλάμ, δεν θα ήταν αποδεκτό να λατρευτούν οι τζιν ως θεότητες, γιατί βασική αρχή είναι η λατρεία του Αλλάχ ως ενός μοναδικού Θεού. Οι άγγελοι δημιουργήθηκαν από φως, ο άνθρωπος από πηλό, και οι τζιν από φωτιά. Πλάστηκαν από φωτιά που δεν βγάζει καπνό,
και αυτά όλα αναφέρονται στο Κοράνι, καθώς και το ότι είναι όντα με ελεύθερη βούληση, όπως
ο άνθρωπος. Στο Κοράνι επίσης αναφέρεται πως ο Μωάμεθ στάλθηκε στην γη ως προφήτης
του Αλλάχ και για τους δύο, και τους τζιν, και τους ανθρώπους. Ανάμεσά τους υπάρχουν καλοί
και κακοί (αν μπορούμε φυσικά να κάνουμε αυτό τον διαχωρισμό), δίκαιοι και άδικοι. Έχουν σέκτες με διαφορετικούς κανόνες και δίκαιο η κάθε μια, και για αυτό τον λόγο δεν μπορούμε να πούμε ότι όλοι οι τζιν είναι δαίμονες, ή αγαθές υπάρξεις. Φυσικά, ένα κακό τζίνι, εύκολα θα μπορούσε να θεωρηθεί δαίμονας, καθώς και οι τζιν έχουν την ικανότητα να εξουσιάζουν προσωρινά την σκέψη του ανθρώπου (Δαιμονοκαταληψία).
Υπάρχει μια υπόνοια από τους μελετητές των αρχαίων και ιερών κειμένων, ότι ίσως και ο Ιμπλίς
("Shaytan",Ο Διάβολος), είναι ένα τζίνι. Στο κοράνι αναφέρεται πως αυτός (ο Shaytan), μαζί με
τον στρατό του από τζιν ή την φυλή του, μπορούν να σε δουν, ενώ εσύ δεν δύνασαι να τους
αντικρίσεις. Αυτή ακριβώς είναι και η σημασία της λέξης "jinn", γιατί σε ελεύθερη απόδοση σημαίνει «κρυμμένος από το βλέμμα». Αρκετοί αρχαίοι λαοί πίστευαν ότι οι τζιν ήταν τα πνεύματα αρχαίων ανθρώπων που χάθηκαν, και προστατευμένα από το σκοτάδι δρουν την νύχτα και εξαφανίζονται με το πρώτο φως της ημέρας.
Στο κοράνι αναφέρεται επίσης πως ο Σολομών (Βασιλιάς Σολομώντας στην βίβλο), που η
αραβική έκφραση του ονόματός του είναι Σουλεϊμάν, είχε άριστες σχέσεις και επικοινωνούσε με
όλα τα ζώα, καθώς και με τους τζιν. Όταν είχε έρθει η ώρα του Σουλεϊμάν να πεθάνει, στάθηκε
κρατώντας το ραβδί του και προσευχήθηκε, και εκεί πέθανε. Το σώμα του με την θέληση του
Θεού στάθηκε άκαμπτο και όλοι, ακόμα και οι τζιν ξεγελάστηκαν, νομίζοντας ότι ήταν ακόμη ζωντανός.
Ποιος φυλάκισε το τζίνι
Ο Ασμεντάι ("Ashmedai") ήταν ο βασιλιάς των δαιμόνων, και είχε αιχμαλωτισθεί από τον Σουλεϊμάν.
Αυτός ο δαίμονας βοηθούσε τον βασιλιά να εξημερώνει και να αιχμαλωτίζει όποια δαιμονική
ύπαρξη ήθελε. Υπάρχει μια φυσική τάση στους τζιν να τρυπώνουν μέσα σε μπουκάλια, γυάλες,
λυχνάρια και όλα αυτά τα μικρά δοχεία, αλλά υπάρχει ένας μύθος που λέει πως, όταν ένα
αιχμαλωτισμένο τζίνι αρνήθηκε πεισματικά να δεχθεί τον Θεό και να πιστέψει σε αυτόν, τότε ο βασιλιάς το έσπρωξε μέσα σε ένα βάζο, το σφράγισε με το δαχτυλίδι του, που είχε πάνω του χαραγμένο το όνομα του Θεού, και το πέταξε στον ωκεανό. Λέγεται, πως μόνο όταν ο Ασμεντάι δανείστηκε με κόλπο το δαχτυλίδι του βασιλιά, μπόρεσε να ελευθερωθεί και ο ίδιος από τα δεσμά του που ήταν μια πολύ λεπτή αλυσίδα στον λαιμό του, και αυτή είχε επίσης εγχάρακτο, το όνομα του Θεού. Και στην ιστορία του Αλαντίν, γίνεται πάλι λόγος για ένα μαγικό δαχτυλίδι το οποίο δίνει ο Μαροκινός μάγος στον νεαρό Αλαντίν για να τον προστατεύει στην κάθοδό του στην κοίλη γη ψάχνοντας το λυχνάρι. Και είναι το δαχτυλίδι αυτό που τον σώνει από τον θάνατο του, όταν μέσα στην θλίψη του κατά την Τρίτη ημέρα παραμονής του στα σκοτάδια και στην πείνα, άθελα του τρίβει το δαχτυλίδι και μια "μορφή" εμφανίζεται και ανοίγει την έξοδο προς την επιφάνεια της γης.
Η ιστορία των λύχνων
Ας ξεκινήσουμε μια περιεκτική και σύντομη αναδρομή στην ιστορία των λύχνων, για να κατανοήσουμε καλύτερα την χρήση τους σε καθημερινές δραστηριότητες, αλλά και θρησκευτικές. Στην αρχαιότητα τα λυχνάρια κατασκευάζονταν από πηλό, μόλυβδο, σίδηρο, χαλκό, ακόμη και από
μάρμαρο ή πέτρα και το φως που εξέπεμπαν είχε την δύναμη ενός κεριού. Αποτελούνταν από δύο τμήματα, το σώμα (που γέμιζε με λάδι) και τον μυκτήρα όπου τοποθετούνταν το φιτίλι. Στην χώρα μας ήταν γνωστά τα πήλινα λυχνάρια από τους νεολιθικούς χρόνους, τα οποία σχεδόν αντικαταστάθηκαν από τα λίθινα κατά τους μυκηναϊκούς χρόνους. Στον Όμηρο διαπιστώνουμε πως στους γεωμετρικούς χρόνους ήταν σχεδόν άγνωστα, και η επανεμφάνισή τους γίνεται στα τέλη του 7ου π.Χ αιώνα. Τα ελληνικά, τα ρωμαϊκά, αλλά και όλα τα διαφορετικής προέλευσης λυχνάρια είχαν τα δικά τους χαρακτηριστικά που τα έκαναν εύκολα αναγνωρίσιμα. Καθώς τα χρόνια περνούσαν οι λύχνοι άλλαζαν μορφή και συχνά δημιουργούνταν περίτεχνα λυχνάρια που κοσμούσαν το εσωτερικό ναών, ή πολυτελών κατοικιών, όπως για παράδειγμα, το λυχνάρι της Αρτέμιδος.
Οι λατρευτικοί λύχνοι
Συνήθως οι λύχνοι που χρησιμοποιούνταν για λατρευτικούς σκοπούς ήταν μεγαλύτεροι από τους κοινούς, και με περισσότερους από έναν μυκτήρες. Αυτά τα πολυτελή λυχνάρια έκαιγαν μπροστά από τα αγάλματα των θεών από την μια άκρη ως την άλλη του τότε γνωστού κόσμου, ακόμη και πέρα από αυτήν. Η πιο σπουδαία γιορτή που περιελάμβανε την χρήση λύχνων ήταν η λυχνοκαΐα ή λυχναψία. Οι ρίζες αυτής της γιορτής βρίσκονται στην αρχαία Αίγυπτο αλλά σύντομα βρέθηκε και στις γειτονικές χώρες. Κατά την παράδοση αυτή οι κάτοικοι άναβαν λύχνους κοντά στα σπίτια τους κατά την διάρκεια της νύχτας προς τιμήν της θεάς Νηίθ, που ταυτίζεται με την Αθηνά. Λυχνοκαΐα γινόταν επίσης για χάρη των νεκρών και ήταν πολύ διαδεδομένη. Στηριζόταν στην ιδέα ότι οι νεκροί χρειάζονταν το φως του λύχνου για να επιστρέψουν από τον σκοτεινό Άδη. Αργότερα βέβαια, η λατρευτική αυτή συνήθεια αποδεσμεύτηκε από την λαϊκή αυτή δοξασία και υιοθετήθηκε και από την Ρωμαιοκαθολική, αλλά και από την Ορθόδοξη εκκλησία (το σημερινό καντήλι). Οι λατρευτικές χρήσεις των λυχναριών βέβαια δεν ήταν μόνο αυτές, αλλά μια ακόμη που αξίζει να αναφερθεί ήταν η λυχνομαντεία. Η μαντική τέχνη με την βοήθεια ενός λύχνου ήταν και αυτή πολύ διαδεδομένη. Ο λυχνομάντης φορούσε ένα ειδικό ένδυμα και παρακαλούσε τον Θεό να μπει στην φλόγα του λύχνου.
Προσηλωμένος στην φλόγα ερχόταν σε μια υπνωτική έκσταση και εκεί συναντούσε τον ίδιο τον Θεό μέσα στην φως του λυχναριού και έπαιρνε τους χρησμούς. Συμπληρωματικά εδώ αναφέρω ότι ο λαός έβγαζε διάφορα συμπεράσματα για το μέλλον, αλλά πιο συχνά για τον καιρό, από τον τρόπο που έκαιγε το λυχνάρι.
Προέλευση του μύθου του λυχναριού
Ο μύθος του Αλαντίν βρίσκεται στο «Βιβλίο των χιλίων και μιας νυχτών» ("The Book of One Thousand and One Nights"). Το πρώτο χειρόγραφο δεν βρέθηκε ποτέ, και το παλαιότερο αντίγραφο που ανακαλύφθηκε ποτέ ήταν το 1948 από την Nabia Abbott, το οποίο χρονολογείται γύρω στο 800 μ.Χ.
Θεωρείται πως οι ιστορίες που συγκαταλέγονται σε αυτό το έργο είναι αραβο-ιρανικής προέλευσης, αλλά πολλοί μελετητές πιστεύουν πως πολλές από τις ιστορίες αυτές έρχονται από πολύ πιο μακριά. Συγκεκριμένα για τον μύθο του μαγικού λυχναριού, μέχρι σήμερα δεν έχει ανακαλυφθεί κάτι που θα φανερώνει την προέλευσή της, ή τον πρώτο αφηγητή της ιστορίας αυτής. Μεταφράσθηκε και τυπώθηκε σε αρκετές γλώσσες και στις μέρες μας είναι παγκοσμίως γνωστό. Η φιλμογραφία και η βιβλιογραφία που βασίζεται στο γνωστό παραμύθι είναι πολύ μεγάλες, και θα γέμιζαν πολλές γραμμές απλά και μόνο αν αραδιάζαμε τους τίτλους τους.
Στα ενδότερα του μύθου
Εντάξει, όλοι θα έχετε αρχίσει να σκέφτεστε τι το περίεργο μπορεί να κρύβει αυτό το παραμύθι. Το καλό με τα παραμύθια, είναι ότι δεν κρύβουν τίποτα! Αντιθέτως, μας τα αποκαλύπτουν όλα, όσο παράξενα και ασυνήθιστα κι αν είναι, γιατί δεν θα βρεθεί κανείς να πει ότι λένε τρέλες, επειδή πάντα λαμβάνουμε υπόψη μας ότι πρόκειται για μια μη αληθινή ιστορία, μια ιστορία που ξεπετάχτηκε από το μυαλό ενός ανθρώπου. Προσωπικά θεωρώ πως ακόμη και στην πιο τρελή ιστορία υπάρχουν κάποια σημεία που βασίζονται σε πραγματικά γεγονότα. Όταν ο Ερρίκος σλήμαν ξεκίνησε να ψάχνει την Τροία, ολόκληρη η επιστημονική κοινότητα της εποχής του, πίστευε ότι θα ήταν πιο εύκολο να ψάξει να βρει ζωντανούς δεινοσαύρους, παρά αυτή την «μυθική» πόλη, ζωντανεμένη από ένα παραμύθι του Ομήρου.
Υπάρχουν μερικά σημεία στον μύθο του μαγικού λυχναριού, που αξίζει να συζητηθούν. Υπάρχουν διαφωνίες σχετικά με την γεωγραφική θέση τις χώρας του Αλαντίν, η οποία τοποθετείται στο πιο μακρινό ανατολικό σημείο της γης. Το προβληματικό σημείο εδώ, είναι πως όλοι οι χαρακτήρες τις ιστορίας έχουν αραβικά ονόματα, και πολλές από τις πρώτες εικονογραφήσεις καθώς και πολλές μελέτες που έχουν γίνει πάνω στον μύθο αυτό, παρουσιάζουν τα γεγονότα να λαμβάνουν χώρα σε περιοχές κοντά στην Κίνα.
Τελικά που διαδραματίστηκαν τα γεγονότα; Αν κάποιος έψαχνε σήμερα το μαγικό λυχνάρι
που θα έπρεπε να πάει;
Αν η χώρα του Αλαντίν βρισκόταν απομακρυσμένη βαθιά μέσα στην ασιατική ήπειρο,
τότε το λυχνάρι αυτό θα έπρεπε να ήταν εξαιρετικής σημασίας, ώστε να ξεκινήσει ένας
μάγος από την δυτική πλευρά του κόσμου και να διανύσει όλη αυτή την απόσταση χωρίς
ιδιαίτερο μεταφορικό μέσο, με αρκετές φυσικές δυσκολίες κατά την διάρκεια του ταξιδιού του.
Και όντως ήταν εξαιρετικής σημασίας, θα έλεγε κανείς, αφού υπήρχαν μερικά ακόμη εμπόδια
ανάμεσα στον επίδοξο κάτοχό του και στο ίδιο. Φτάνοντας στον προορισμό του ο μάγος, προσέλαβε τον Αλαντίν, λέγοντας ψέματα πως ήταν αδερφός του πατέρα του ο οποίος είχε πεθάνει (δεν θα μπορούσε να διαπιστώσει αν ο μάγος έλεγε την αλήθεια), ώστε ο νεαρός να υπερνικήσει τα εμπόδια και να του φέρει το μαγικό λυχνάρι. Υπήρχε και ένας σημαντικότερος ακόμη λόγος για τον οποίο προσέγγισε τον Αλαντίν, και αυτός ήταν, πως μόνο με την παρουσία αυτού του συγκεκριμένου νεαρού θα άνοιγε η πόρτα για την είσοδο στα ενδότερα της γης, όπου κρυβόταν όλος ο μαγεμένος θησαυρός, μαζί με το λυχνάρι. Ο μύθος έλεγε πως όποιος ήταν ο κάτοχος του λυχναριού, θα ήταν ο πλουσιότερος άνθρωπος και κανένας άλλος δεν θα μπορούσε να του κάνει κακό, γιατί το λυχνάρι διέθετε τα μαγικά μέσα ώστε να βοηθήσει τον κάτοχό του.
Έτσι και έγινε, με την παρουσία του μικρού Αλαντίν η γη άνοιξε και δέχτηκε μέσα της το μικρό
παιδί, που πήρε στα χέρια του τον θησαυρό των θησαυρών. Σε αυτό το σημείο, είναι δικαιολογημένη η απορία γιατί πρέπει πάντα όλοι οι μεγάλοι θησαυροί, και τα μεγάλα μυστικά να βρίσκονται στα
σπλάχνα της γης. Γιατί στα παραμύθια η γη να μην είναι μόνο χώμα και πέτρες, και άντʼ αυτού, να είναι ζωντανή, γεμάτη θησαυρούς και μυστικά? Ένα μικρό παιδί ήταν το κλειδί για το ξεκλείδωμα του μυστικού, και αυτό μας δείχνει την ισχυρή πεποίθηση των λαών που διέδιδαν τον μύθο, σε αυτό
το μισητό «για τον σύγχρονο κόσμο» πεπρωμένο. Σήμερα ο άνθρωπος δεν θέλει να αισθάνεται
δέσμιος του πεπρωμένου του, αλλά κάθε φορά που κάτι συμβαίνει το οποίο δεν μπορούμε να
αλλάξουμε, λέμε στον εαυτό μας: «Ήταν γραφτό να γίνει» ...
Η δύναμη του λυχναριού
Το λυχνάρι ήταν μαγικό και έδινε στον κάτοχό του πλούτη και δύναμη. Με ποιόν τρόπο όμως? Μέσα στο λυχνάρι βρισκόταν φυλακισμένες περισσότερες από μια οντότητες που ονομάζονται Τζίνι (Genie στα αγγλικά ή όπως είναι η αραβική λέξη, jinni). Στην αραβική μυθολογία, τα τζίνι ήταν μέρος του
συνόλου των Τζιν, μιας φυλής υπερφυσικών όντων. Οι Άραβες πίστευαν ότι τα τζίνι είναι πνεύματα
της φωτιάς, αν και δεν ήταν λίγες οι φορές που συνδέονταν ή και ταυτίζονταν ακόμη, με τις succubi,
που ήταν δαιμονικές υπάρξεις με την μορφή πολύ όμορφων γυναικών. Θα έλεγε κανείς ότι η λέξη "Genie" είναι η αγγλική έκφραση της λέξης "jinni", αλλά όπως υποστηρίζεται από πολλούς μελετητές,
προέρχεται από την λατινική "Genius", η οποία χρησιμοποιείται για το πνεύμα-φύλακα που
ανατίθεται σε κάθε παιδί όταν γεννιέται. Μεταξύ των αρχαιολόγων που ασχολούνται με τους
πολιτισμούς της ανατολής, πολλά μυθικά πνεύματα μικρότερα από θεούς, πολλές φορές
αναφέρονται ως τζίνι. Ο αραβικός λαός πιστεύει ότι οι τζιν ζουν κανονικά όπως οι άνθρωποι
και πεθαίνουν κανονικά, αλλά με πολύ μεγαλύτερη διάρκεια ζωής, και χαρακτηρίζονται από πολλές υπερφυσικές ιδιότητες. Για το Ισλάμ, δεν θα ήταν αποδεκτό να λατρευτούν οι τζιν ως θεότητες, γιατί βασική αρχή είναι η λατρεία του Αλλάχ ως ενός μοναδικού Θεού. Οι άγγελοι δημιουργήθηκαν από φως, ο άνθρωπος από πηλό, και οι τζιν από φωτιά. Πλάστηκαν από φωτιά που δεν βγάζει καπνό,
και αυτά όλα αναφέρονται στο Κοράνι, καθώς και το ότι είναι όντα με ελεύθερη βούληση, όπως
ο άνθρωπος. Στο Κοράνι επίσης αναφέρεται πως ο Μωάμεθ στάλθηκε στην γη ως προφήτης
του Αλλάχ και για τους δύο, και τους τζιν, και τους ανθρώπους. Ανάμεσά τους υπάρχουν καλοί
και κακοί (αν μπορούμε φυσικά να κάνουμε αυτό τον διαχωρισμό), δίκαιοι και άδικοι. Έχουν σέκτες με διαφορετικούς κανόνες και δίκαιο η κάθε μια, και για αυτό τον λόγο δεν μπορούμε να πούμε ότι όλοι οι τζιν είναι δαίμονες, ή αγαθές υπάρξεις. Φυσικά, ένα κακό τζίνι, εύκολα θα μπορούσε να θεωρηθεί δαίμονας, καθώς και οι τζιν έχουν την ικανότητα να εξουσιάζουν προσωρινά την σκέψη του ανθρώπου (Δαιμονοκαταληψία).
Υπάρχει μια υπόνοια από τους μελετητές των αρχαίων και ιερών κειμένων, ότι ίσως και ο Ιμπλίς
("Shaytan",Ο Διάβολος), είναι ένα τζίνι. Στο κοράνι αναφέρεται πως αυτός (ο Shaytan), μαζί με
τον στρατό του από τζιν ή την φυλή του, μπορούν να σε δουν, ενώ εσύ δεν δύνασαι να τους
αντικρίσεις. Αυτή ακριβώς είναι και η σημασία της λέξης "jinn", γιατί σε ελεύθερη απόδοση σημαίνει «κρυμμένος από το βλέμμα». Αρκετοί αρχαίοι λαοί πίστευαν ότι οι τζιν ήταν τα πνεύματα αρχαίων ανθρώπων που χάθηκαν, και προστατευμένα από το σκοτάδι δρουν την νύχτα και εξαφανίζονται με το πρώτο φως της ημέρας.
Στο κοράνι αναφέρεται επίσης πως ο Σολομών (Βασιλιάς Σολομώντας στην βίβλο), που η
αραβική έκφραση του ονόματός του είναι Σουλεϊμάν, είχε άριστες σχέσεις και επικοινωνούσε με
όλα τα ζώα, καθώς και με τους τζιν. Όταν είχε έρθει η ώρα του Σουλεϊμάν να πεθάνει, στάθηκε
κρατώντας το ραβδί του και προσευχήθηκε, και εκεί πέθανε. Το σώμα του με την θέληση του
Θεού στάθηκε άκαμπτο και όλοι, ακόμα και οι τζιν ξεγελάστηκαν, νομίζοντας ότι ήταν ακόμη ζωντανός.
Ποιος φυλάκισε το τζίνι
Ο Ασμεντάι ("Ashmedai") ήταν ο βασιλιάς των δαιμόνων, και είχε αιχμαλωτισθεί από τον Σουλεϊμάν.
Αυτός ο δαίμονας βοηθούσε τον βασιλιά να εξημερώνει και να αιχμαλωτίζει όποια δαιμονική
ύπαρξη ήθελε. Υπάρχει μια φυσική τάση στους τζιν να τρυπώνουν μέσα σε μπουκάλια, γυάλες,
λυχνάρια και όλα αυτά τα μικρά δοχεία, αλλά υπάρχει ένας μύθος που λέει πως, όταν ένα
αιχμαλωτισμένο τζίνι αρνήθηκε πεισματικά να δεχθεί τον Θεό και να πιστέψει σε αυτόν, τότε ο βασιλιάς το έσπρωξε μέσα σε ένα βάζο, το σφράγισε με το δαχτυλίδι του, που είχε πάνω του χαραγμένο το όνομα του Θεού, και το πέταξε στον ωκεανό. Λέγεται, πως μόνο όταν ο Ασμεντάι δανείστηκε με κόλπο το δαχτυλίδι του βασιλιά, μπόρεσε να ελευθερωθεί και ο ίδιος από τα δεσμά του που ήταν μια πολύ λεπτή αλυσίδα στον λαιμό του, και αυτή είχε επίσης εγχάρακτο, το όνομα του Θεού. Και στην ιστορία του Αλαντίν, γίνεται πάλι λόγος για ένα μαγικό δαχτυλίδι το οποίο δίνει ο Μαροκινός μάγος στον νεαρό Αλαντίν για να τον προστατεύει στην κάθοδό του στην κοίλη γη ψάχνοντας το λυχνάρι. Και είναι το δαχτυλίδι αυτό που τον σώνει από τον θάνατο του, όταν μέσα στην θλίψη του κατά την Τρίτη ημέρα παραμονής του στα σκοτάδια και στην πείνα, άθελα του τρίβει το δαχτυλίδι και μια "μορφή" εμφανίζεται και ανοίγει την έξοδο προς την επιφάνεια της γης.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου