Τα αυτοάνοσα νοσήματα εμφανίζονται όταν ο οργανισμός επιτίθεται και καταστρέφει τα δικά του κύτταρα και όργανα. Η ετυμολογία της λέξης προέρχεται από τη λέξη «αυτό», δηλαδή «δικό μου», και τη λέξη «άνοσο», που αναφέρεται στο ανοσοποιητικό σύστημα.
Η αυτοανοσία είναι η συνηθέστερη αιτία χρόνιων παθήσεων. Τα αυτοάνοσα νοσήματα επηρεάζουν την υγεία περισσότερων ανθρώπων απ' ό,τι οι καρδιακές παθήσεις ή ο καρκίνος .
«Ένας στους δέκα ανθρώπους στην Ευρώπη πάσχει από ένα αυτοάνοσο νόσημα».
Ένα στα δέκα άτομα στην Ευρωπαϊκή Ένωση πάσχει από κάποιο αυτοάνοσο νόσημα. Πενήντα εκατομμύρια Αμερικανοί, 1 στους 6, πάσχουν από κάποιο αυτοάνοσο νόσημα, ενώ οι αντίστοιχοι αριθμοί για τη στεφανιαία νόσο είναι 1 στους 20 και για τον καρκίνο 1 στους 14 κατά τη διάρκεια της ενήλικης ζωής του ανθρώπου.
Πρόκειται για μια άνευ προηγουμένου επιδημία που επιδεινώνεται με εντυπωσιακές ταχύτητες. Οι επιπτώσεις της στη δημόσια υγεία φαίνεται ότι δεν έχουν γίνει ακόμη πλήρως αντιληπτές, επειδή μεταξύ άλλων προσβάλλει διαφορετικά όργανα και ιστούς, οπότε κάθε περίπτωση αντιμετωπίζεται ως ξεχωριστή νοσολογική οντότητα.
Ασθένειες όπως: σκλήρυνση κατά πλάκας, νεανικός διαβήτης, ρευματοειδής αρθρίτιδα, θυρεοειδίτιδα του Hashimoto, ψωρίαση, ελκώδης κολίτιδα, νόσος του Crohn, ερυθηματώδης λύκος, δερματομυοσίτιδα, μυασθένεια, ALS (αμυοτροφική πλευρική σκλήρυνση) είναι μόνο μερικές από τις πάνω από εκατό ασθένειες των οποίων η αναγνωρισμένη προέλευση είναι αυτοάνοση. Πρόκειται για χρόνιες παθήσεις, μερικές από τις οποίες μπορεί να είναι απειλητικές για τη ζωή και στην πλειονότητά τους οι άνθρωποι που πάσχουν από αυτές πρέπει να υποβάλλονται σε φαρμακευτικές αγωγές για όλη τους τη ζωή. Οι περισσότερες από αυτές τις θεραπείες είναι προσανατολισμένες στην καταστολή της δραστηριότητας του ανοσοποιητικού συστήματος.
Ποια είναι η αιτία των αυτοάνοσων νοσημάτων
Γνωρίζουμε ότι η συχνότητα εμφάνισης των αυτοάνοσων ασθενειών συνδέεται με το βιοτικό επίπεδο. Όσο υψηλότερο είναι το βιοτικό επίπεδο των εξεταζόμενων πληθυσμών, τόσο μεγαλύτερη είναι η συχνότητα εμφάνισης των αυτοάνοσων νοσημάτων. Είναι το τίμημα που πληρώνουμε για έναν τρόπο ζωής που απομακρύνεται συνεχώς από το φυσιολογικό.
Υπό κανονικές συνθήκες, το ανοσοποιητικό μας σύστημα και ο στρατός των λευκών αιμοσφαιρίων του βοηθούν το σώμα μας να αμυνθεί κατά των επιβλαβών ουσιών και κυττάρων, όπως οι ιοί, τα βακτήρια και τα κύτταρα του καρκίνου. Σε ασθενείς με κάποιο αυτοάνοσο νόσημα, το ανοσοποιητικό σύστημα δεν είναι σε θέση να εφαρμόζει τη διάκριση μεταξύ των υγιών ιστών του σώματος και των εχθρών του. Αυτό προκαλεί μια ανοσολογική αντίδραση προς τα ίδια τα συστατικά του σώματος.
Οι θεωρίες σχετικά με τα αίτια και τους μηχανισμούς που εμπλέκονται στην αυτοανοσία είναι πολλαπλές. Η σχετική έρευνα έχει έντονο επιστημονικό, αλλά και κοινωνικό ενδιαφέρον. Τα προβλήματα, ωστόσο, στη διάγνωση και τη θεραπεία των παθολογιών αυτού του τύπου περιπλέκονται από πολλούς παράγοντες, όπως:
συμπτώματα που εμπλέκουν πολλές ιατρικές ειδικότητες και επηρεάζουν όλα τα όργανα του σώματος
η ιατρική εκπαίδευση παρέχει μόνο στοιχειώδη κατάρτιση σε σχέση με τα αυτοάνοσα νοσήματα
οι ειδικοί δεν είναι γενικώς εξοικειωμένοι με τις αλληλεπιδράσεις μεταξύ των διάφορων αυτοάνοσων νοσημάτων και τις εξελίξεις στη θεραπεία πέραν της σφαίρας της ειδικότητάς τους
τα αρχικά συμπτώματα είναι συχνά διακοπτόμενα και ακαθόριστα μέχρις ότου η νόσος γίνει οξεία
η έρευνα συνήθως αφορά μεμονωμένες ασθένειες και έχει περιορισμένο σκοπό. Απαιτείται μεγαλύτερη ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των ερευνητικών προγραμμάτων για τα διάφορα αυτοάνοσα νοσήματα.
Για να κατανοήσουμε καλύτερα πώς το σώμα δεν αναγνωρίζει τους δικούς του ιστούς και ενεργοποιεί αυτούς τους μηχανισμούς αυτοκαταστροφής, είναι αναγκαίο να εξετάσουμε το πρόβλημα στην πηγή του: σε κυτταρικό επίπεδο.
Τα κύτταρα είναι οι βιολογικές μονάδες που σχηματίζουν τον οργανισμό μας. Αποικίες κυττάρων με κοινά χαρακτηριστικά συναθροίζονται για να σχηματίσουν τελικά τα όργανα που απαρτίζουν το ανθρώπινο σώμα. Η λειτουργική κατάσταση των κυττάρων μας αντανακλά την τελική κατάσταση της υγείας μας. Είδαμε προηγουμένως ότι κάθε κύτταρο, και το σώμα ως σύνολο, χρειάζεται ειδικά στοιχεία για να πετύχει τη βέλτιστη λειτουργία του: μεταλλικά στοιχεία, αμινοξέα, βιταμίνες, ένζυμα, πρωτεΐνες, λίπη και υδατάνθρακες. Είναι πλέον αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι οι εντατικές καλλιέργειες, η εξάντληση των πόρων του εδάφους και ο υψηλός βαθμός επεξεργασίας των τροφών επηρεάζουν τη βιοχημική ισορροπία του ανθρώπινου σώματος.
Οι αλλαγές που έχουν υποστεί οι τροφές και η διατροφή μας κατά τα τελευταία πενήντα χρόνια είναι εντυπωσιακές. Το πρόβλημα δεν σταματά όμως μόνο στο επίπεδο της έλλειψης θρεπτικών συστατικών. Η εικόνα περιπλέκεται επιπλέον λόγω της αυξημένης τοξικότητας των τροφών και του σύγχρονου περιβάλλοντος.
Ας πάρουμε πάλι για παράδειγμα το σπανάκι. Στο έδαφος όπου στο παρελθόν καλλιεργούσαμε εκατό σπανάκια, σήμερα καλλιεργούνται χίλια. Οι θρεπτικές ουσίες που βρίσκονται στο έδαφος και απορροφιόνταν από εκατό φυτά, τώρα πρέπει να κατανεμηθούν ανάμεσα σε χίλια. Είναι αναπόφευκτο σε αυτό το σημείο να εμπλουτίσουμε το έδαφος με λίπασμα, ώστε να υπάρχει επαρκής παραγωγή χρόνο με το χρόνο.
Τα λιπάσματα που συνήθως χρησιμοποιούνται στις παραδοσιακές καλλιέργειες (ΝΡΚ) παρέχουν στο έδαφος τα τρία βασικά στοιχεία που είναι απαραίτητα για την ανάπτυξη των φυτών: άζωτο (Ν), φώσφορο (Ρ) και κάλιο (Κ). Ένα γόνιμο έδαφος, ωστόσο, κάτω από ιδανικές συνθήκες, θα πρέπει να περιέχει 92 στοιχεία. Χρειάζονται όμως δεκαετίες ώστε τα μεταλλικά στοιχεία και ιχνοστοιχεία να ενσωματωθούν στο χώμα, μέσα από φυσικές διαδικασίες, όπως οι κεραυνοί που δεσμεύουν το άζωτο από την ατμόσφαιρα, η αποσύνθεση οργανικού υλικού, όπως τα φύλλα, και οι διεργασίες που πραγματοποιούνται από τους μικροοργανισμούς στο έδαφος. Ακόμη και οι καλύτερες βιολογικές καλλιέργειες, επί του παρόντος, καταφέρνουν να εμπλουτίσουν τα εδάφη τους με 16 μεταλλικά στοιχεία στις καλύτερες περιπτώσεις.
Τα ίδια τα φυτά, που πρέπει να αναπτυχθούν απουσία των λοιπών 89 απαραίτητων στοιχείων υποφέρουν και αποτελούν εύκολη λεία για παράσιτα, μύκητες και βακτήρια. Για να ληφθεί μια καλή συγκομιδή, θα πρέπει, στη συνέχεια, να χρησιμοποιηθούν επαρκείς ποσότητες φυτοφαρμάκων, αντιμυκητιακών και αντιβακτηριακών ουσιών. Έτσι, όλη η τροφική αλυσίδα αλλοιώνεται από τις ελλείψεις των απαραίτητων στοιχείων και την επιβάρυνση από τοξικούς παράγοντες.
Τα βαρέα μέταλλα, τα βιομηχανικά χημικά, τα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες ξένες προς τη ζωή ενώσεις (ξενοβιοτικά) αποτελούν στοιχεία μιας πραγματικότητας από την οποία δεν μπορούν να ξεφύγουν ακόμη και τα ζώα που ζουν στον βόρειο πόλο. Πράγματι, έχουν ανιχνευτεί ποσότητες βιομηχανικών χημικών στους ιστούς των πολικών αρκούδων. Κάθε ζωντανός οργανισμός στον πλανήτη μας περιέχει ένα σημαντικό τοξικό φορτίο.
Ο όρος «ξενοβιοτικά» αναφέρεται σε τοξικές ενώσεις και προέρχεται από τις λέξεις «ξένος» και βίος (ζωή). Όλες αυτές οι ουσίες που είναι ξένες προς τη ζωή και βρίσκονται στο σώμα μας έχουν κάποιο βαθμό τοξικότητας. Δεν μπορούμε να αναφερόμαστε σε φυσιολογικά επίπεδα, αυτές οι ενώσεις απλά δεν θα έπρεπε να βρίσκονται ή να ανιχνεύονται στο σώμα μας. Τέσσερα εκατομμύρια χημικών ουσιών, που δεν βρίσκονται στη φύση, έχουν παραχθεί μέχρι τώρα στο εργαστήριο και πολλές από αυτές έχουν βρει εμπορικές και βιομηχανικές εφαρμογές. Το φυσιολογικό θα ήταν να μην έχουμε κανένα ίχνος αυτών των ουσιών στο σώμα μας.
Τα κύτταρά μας έχουν αναπόφευκτα μια εικόνα ριζικά διαφορετική από τη φυσιολογική. Η σύνθεσή των κυττάρων μας είναι σημαντικά αλλοιωμένη. Απουσιάζουν ζωτικά στοιχεία που θα έπρεπε να περιέχονται σε αυτά και συναντώνται τοξικές ουσίες, που δεν θα έπρεπε να βρίσκονται εκεί.
Γνωρίζουμε ότι αλλαγές στη βιοχημική σύνθεση του εσωτερικού των κυττάρων συνοδεύονται από αλλαγές των ιδιοτήτων της κυτταρικής μεμβράνης. Η κυτταρική μεμβράνη είναι σαν ένας τοίχος που διαχωρίζει το εσωτερικό από το εξωτερικό των κυττάρων. Μια από τις ιδιότητες της μεμβράνης είναι να ταυτοποιεί το κύτταρο. Στο εξωτερικό τοίχωμα της μεμβράνης βρίσκονται τα μόρια που έχουν την ιδιότητα να διαμορφώνουν την ταυτότητα του ίδιου του κυττάρου. Όταν ένα λευκό αιμοσφαίριο «διαβάζει» την ταυτότητα στο τοίχωμα ενός κυττάρου, μπορεί να καταλάβει αν πρόκειται για κύτταρο του σώματος ή για κάποιον εχθρό. Το ανοσοποιητικό μας σύστημα είναι σχεδιασμένο έτσι ώστε να μην επιτίθεται στα δικά του κύτταρα, αλλά μόνο σε ξένα κύτταρα.
Αυτός ο μηχανισμός εξηγεί πολλές παραμέτρους των αυτοάνοσων νοσημάτων και δημιουργεί νέες προοπτικές για αποτελεσματικότερες θεραπευτικές προσεγγίσεις:
εξηγεί τη σχέση μεταξύ των αυτοάνοσων νοσημάτων και του βιοτικού επιπέδου: όσο υψηλότερο είναι το βιοτικό επίπεδο μιας χώρας, τόσο υψηλότερη είναι η κατανάλωση τεχνητώς επεξεργασμένων τροφών
εξηγεί γιατί τα αυτοάνοσα νοσήματα μπορούν να εκδηλωθούν σε οποιοδήποτε όργανο του σώματος
εξηγεί γιατί τα νοσήματα αυτά σχετίζονται τόσο με την έλλειψη θρεπτικών συστατικών (βιταμίνης D, σελήνιου, βιταμίνης Α, βιταμίνης Β1, λιπαρών οξέων) όσο και με την αυξημένη έκθεση σε τοξικούς παράγοντες (διοξίνες, βαρέα μέταλλα)
εξηγεί γιατί όλο και περισσότεροι άνθρωποι παρουσιάζουν συμπτώματα που προσβάλλουν περισσότερα από ένα όργανα. Έχει διαπιστωθεί ότι τα αυτοάνοσα νοσήματα οφείλονται σε τρεις παράγοντες:
1. επιγενετική (περιβάλλον, διατροφή, ελλείψεις, τοξικότητα)
2. γενετική
3. απόκριση του ανοσοποιητικού συστήματος.
Η τεράστια αύξηση στη συχνότητα εμφάνισης αυτής της ομάδας ασθενειών κατά τα τελευταία είκοσι χρόνια, και επομένως μέσα σε μία μόνο γενιά, δείχνει σαφώς ότι οι γενετικοί (κληρονομικοί) παράγοντες μπορούν να δημιουργήσουν μια προδιάθεση, αλλά δεν μπορεί να αποτελούν τον κύριο αιτιολογικό παράγοντα.
Η χρήση ανοσοκατασταλτικών φαρμάκων μειώνει την ένταση των συμπτωμάτων και μας επιτρέπει να συμπεράνουμε μια πιθανή εμπλοκή του ανοσοποιητικού συστήματος. Η χρήση τους και μόνο, ωστόσο, δεν μπορεί να οδηγήσει σε ουσιαστική θεραπεία. Απεναντίας, μάλλον επιδεινώνει τη συνολική υγεία των ασθενών. Φαίνεται ότι το ανοσοποιητικό σύστημα λειτουργεί καλά, κάποιες φορές ίσως και υπερβολικά καλά (υπερ-αντιδραστικό). Ακόμα και το στοιχείο αυτό, όμως, δεν είναι σε θέση να παράσχει τις απαντήσεις που θα ανοίξουν την πόρτα σε πιο αποτελεσματικές λύσεις. Χρόνια έρευνας και θεραπειών που στοχεύουν στη σύνδεση της αιτιολογίας των αυτοάνοσων νοσημάτων με τη δυσλειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος δεν έχουν αποδώσει τους αναμενόμενους καρπούς.
Η πραγματική λύση θα πρέπει να κατευθύνεται προς την αποκατάσταση της βιοχημικής ισορροπίας και της φυσιολογικής λειτουργίας του σώματος. Η επιγενετική και οι αλλοιώσεις της λειτουργίας και της κυτταρικής ταυτότητας λόγω περιβαλλοντικών παραγόντων είναι μια απάντηση που ανοίγει το δρόμο για πιο αποτελεσματικές λύσεις.
Για να επιτύχουμε μια ουσιαστική θεραπεία θα πρέπει να διορθώσουμε τις ελλείψεις σε θρεπτικά συστατικά και να βοηθήσουμε το σώμα να διαχειριστεί και να εξαλείφει αποτελεσματικά τις τοξικές ουσίες. Όσο πιο υγιείς είμαστε, τόσο απομακρυνόμαστε από την ασθένεια.
Κύτταρα που έχουν φυσιολογική σύσταση και δομή αναγνωρίζονται ως δικά μας, αντί να δέχονται επίθεση από το ανοσοποιητικό σύστημα.
Τι μπορούμε να κάνουμε
Η Μεταβολομική είναι ένα εργαλείο τεράστιας σημασίας για την αντιμετώπιση και τη διαχείριση αυτών των ασθενειών. Οι μεταβολομικές αναλύσεις μάς επιτρέπουν να προσδιορίσουμε τις συγκεκριμένες ελλείψεις και να ελέγξουμε την κατάσταση των αποτοξινωτικών και αντιοξειδωτικών μηχανισμών.
Το στρες είναι επίσης ένας επιβαρυντικός παράγοντας μείζονος σημασίας για τα αυτοάνοσα νοσήματα και θα πρέπει να αντιμετωπίζεται επαρκώς.
«Με τη χρήση συμπληρωμάτων, τη διόρθωση της διατροφής και του τρόπου ζωής και τη λήψη φαρμάκων για τον περιορισμό των συμπτωμάτων, όπου αυτό κρίνεται απαραίτητο, μπορούμε να αλλάξουμε την πορεία των αυτοάνοσων νοσημάτων».
Με τη χρήση συμπληρωμάτων διατροφής, την τήρηση κατάλληλης διατροφής, την υιοθέτηση ενός υγιεινού και φυσικότερου τρόπου ζωής και τη χρήση φαρμάκων για τη μείωση της έντασης των συμπτωμάτων, όπου είναι αναγκαίο, έως ότου το σώμα να έχει το χρόνο να επανέλθει στα φυσιολογικά του επίπεδα, μπορούμε να αλλάξουμε την εξέλιξη των ασθενειών αυτής της ομάδας. Μπορούμε να βοηθήσουμε τον οργανισμό μας να μεταβεί από μια κατάσταση συνεχιζόμενης επιδείνωσης σε μια κατάσταση σταθερής βελτίωσης.
Τα αυτοάνοσα νοσήματα είναι μια επιδημία που ακόμη δεν έχει αναπτυχθεί πλήρως. Σήμερα γνωρίζουμε πολύ περισσότερα από όσα γνωρίζαμε πριν από μερικά χρόνια και είμαστε σε θέση να ενεργήσουμε προς τη σωστή κατεύθυνση. Μπορούμε να ζούμε περισσότερο, να είμαστε πιο υγιείς και να διαθέτουμε την ενέργεια και την αποφασιστικότητα που απαιτείται για την αντιμετώπιση αυτού του «παιχνιδιού» που λέγεται ζωή.
Η αυτοανοσία είναι η συνηθέστερη αιτία χρόνιων παθήσεων. Τα αυτοάνοσα νοσήματα επηρεάζουν την υγεία περισσότερων ανθρώπων απ' ό,τι οι καρδιακές παθήσεις ή ο καρκίνος .
«Ένας στους δέκα ανθρώπους στην Ευρώπη πάσχει από ένα αυτοάνοσο νόσημα».
Ένα στα δέκα άτομα στην Ευρωπαϊκή Ένωση πάσχει από κάποιο αυτοάνοσο νόσημα. Πενήντα εκατομμύρια Αμερικανοί, 1 στους 6, πάσχουν από κάποιο αυτοάνοσο νόσημα, ενώ οι αντίστοιχοι αριθμοί για τη στεφανιαία νόσο είναι 1 στους 20 και για τον καρκίνο 1 στους 14 κατά τη διάρκεια της ενήλικης ζωής του ανθρώπου.
Πρόκειται για μια άνευ προηγουμένου επιδημία που επιδεινώνεται με εντυπωσιακές ταχύτητες. Οι επιπτώσεις της στη δημόσια υγεία φαίνεται ότι δεν έχουν γίνει ακόμη πλήρως αντιληπτές, επειδή μεταξύ άλλων προσβάλλει διαφορετικά όργανα και ιστούς, οπότε κάθε περίπτωση αντιμετωπίζεται ως ξεχωριστή νοσολογική οντότητα.
Ασθένειες όπως: σκλήρυνση κατά πλάκας, νεανικός διαβήτης, ρευματοειδής αρθρίτιδα, θυρεοειδίτιδα του Hashimoto, ψωρίαση, ελκώδης κολίτιδα, νόσος του Crohn, ερυθηματώδης λύκος, δερματομυοσίτιδα, μυασθένεια, ALS (αμυοτροφική πλευρική σκλήρυνση) είναι μόνο μερικές από τις πάνω από εκατό ασθένειες των οποίων η αναγνωρισμένη προέλευση είναι αυτοάνοση. Πρόκειται για χρόνιες παθήσεις, μερικές από τις οποίες μπορεί να είναι απειλητικές για τη ζωή και στην πλειονότητά τους οι άνθρωποι που πάσχουν από αυτές πρέπει να υποβάλλονται σε φαρμακευτικές αγωγές για όλη τους τη ζωή. Οι περισσότερες από αυτές τις θεραπείες είναι προσανατολισμένες στην καταστολή της δραστηριότητας του ανοσοποιητικού συστήματος.
Ποια είναι η αιτία των αυτοάνοσων νοσημάτων
Γνωρίζουμε ότι η συχνότητα εμφάνισης των αυτοάνοσων ασθενειών συνδέεται με το βιοτικό επίπεδο. Όσο υψηλότερο είναι το βιοτικό επίπεδο των εξεταζόμενων πληθυσμών, τόσο μεγαλύτερη είναι η συχνότητα εμφάνισης των αυτοάνοσων νοσημάτων. Είναι το τίμημα που πληρώνουμε για έναν τρόπο ζωής που απομακρύνεται συνεχώς από το φυσιολογικό.
Υπό κανονικές συνθήκες, το ανοσοποιητικό μας σύστημα και ο στρατός των λευκών αιμοσφαιρίων του βοηθούν το σώμα μας να αμυνθεί κατά των επιβλαβών ουσιών και κυττάρων, όπως οι ιοί, τα βακτήρια και τα κύτταρα του καρκίνου. Σε ασθενείς με κάποιο αυτοάνοσο νόσημα, το ανοσοποιητικό σύστημα δεν είναι σε θέση να εφαρμόζει τη διάκριση μεταξύ των υγιών ιστών του σώματος και των εχθρών του. Αυτό προκαλεί μια ανοσολογική αντίδραση προς τα ίδια τα συστατικά του σώματος.
Οι θεωρίες σχετικά με τα αίτια και τους μηχανισμούς που εμπλέκονται στην αυτοανοσία είναι πολλαπλές. Η σχετική έρευνα έχει έντονο επιστημονικό, αλλά και κοινωνικό ενδιαφέρον. Τα προβλήματα, ωστόσο, στη διάγνωση και τη θεραπεία των παθολογιών αυτού του τύπου περιπλέκονται από πολλούς παράγοντες, όπως:
συμπτώματα που εμπλέκουν πολλές ιατρικές ειδικότητες και επηρεάζουν όλα τα όργανα του σώματος
η ιατρική εκπαίδευση παρέχει μόνο στοιχειώδη κατάρτιση σε σχέση με τα αυτοάνοσα νοσήματα
οι ειδικοί δεν είναι γενικώς εξοικειωμένοι με τις αλληλεπιδράσεις μεταξύ των διάφορων αυτοάνοσων νοσημάτων και τις εξελίξεις στη θεραπεία πέραν της σφαίρας της ειδικότητάς τους
τα αρχικά συμπτώματα είναι συχνά διακοπτόμενα και ακαθόριστα μέχρις ότου η νόσος γίνει οξεία
η έρευνα συνήθως αφορά μεμονωμένες ασθένειες και έχει περιορισμένο σκοπό. Απαιτείται μεγαλύτερη ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των ερευνητικών προγραμμάτων για τα διάφορα αυτοάνοσα νοσήματα.
Για να κατανοήσουμε καλύτερα πώς το σώμα δεν αναγνωρίζει τους δικούς του ιστούς και ενεργοποιεί αυτούς τους μηχανισμούς αυτοκαταστροφής, είναι αναγκαίο να εξετάσουμε το πρόβλημα στην πηγή του: σε κυτταρικό επίπεδο.
Τα κύτταρα είναι οι βιολογικές μονάδες που σχηματίζουν τον οργανισμό μας. Αποικίες κυττάρων με κοινά χαρακτηριστικά συναθροίζονται για να σχηματίσουν τελικά τα όργανα που απαρτίζουν το ανθρώπινο σώμα. Η λειτουργική κατάσταση των κυττάρων μας αντανακλά την τελική κατάσταση της υγείας μας. Είδαμε προηγουμένως ότι κάθε κύτταρο, και το σώμα ως σύνολο, χρειάζεται ειδικά στοιχεία για να πετύχει τη βέλτιστη λειτουργία του: μεταλλικά στοιχεία, αμινοξέα, βιταμίνες, ένζυμα, πρωτεΐνες, λίπη και υδατάνθρακες. Είναι πλέον αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι οι εντατικές καλλιέργειες, η εξάντληση των πόρων του εδάφους και ο υψηλός βαθμός επεξεργασίας των τροφών επηρεάζουν τη βιοχημική ισορροπία του ανθρώπινου σώματος.
Οι αλλαγές που έχουν υποστεί οι τροφές και η διατροφή μας κατά τα τελευταία πενήντα χρόνια είναι εντυπωσιακές. Το πρόβλημα δεν σταματά όμως μόνο στο επίπεδο της έλλειψης θρεπτικών συστατικών. Η εικόνα περιπλέκεται επιπλέον λόγω της αυξημένης τοξικότητας των τροφών και του σύγχρονου περιβάλλοντος.
Ας πάρουμε πάλι για παράδειγμα το σπανάκι. Στο έδαφος όπου στο παρελθόν καλλιεργούσαμε εκατό σπανάκια, σήμερα καλλιεργούνται χίλια. Οι θρεπτικές ουσίες που βρίσκονται στο έδαφος και απορροφιόνταν από εκατό φυτά, τώρα πρέπει να κατανεμηθούν ανάμεσα σε χίλια. Είναι αναπόφευκτο σε αυτό το σημείο να εμπλουτίσουμε το έδαφος με λίπασμα, ώστε να υπάρχει επαρκής παραγωγή χρόνο με το χρόνο.
Τα λιπάσματα που συνήθως χρησιμοποιούνται στις παραδοσιακές καλλιέργειες (ΝΡΚ) παρέχουν στο έδαφος τα τρία βασικά στοιχεία που είναι απαραίτητα για την ανάπτυξη των φυτών: άζωτο (Ν), φώσφορο (Ρ) και κάλιο (Κ). Ένα γόνιμο έδαφος, ωστόσο, κάτω από ιδανικές συνθήκες, θα πρέπει να περιέχει 92 στοιχεία. Χρειάζονται όμως δεκαετίες ώστε τα μεταλλικά στοιχεία και ιχνοστοιχεία να ενσωματωθούν στο χώμα, μέσα από φυσικές διαδικασίες, όπως οι κεραυνοί που δεσμεύουν το άζωτο από την ατμόσφαιρα, η αποσύνθεση οργανικού υλικού, όπως τα φύλλα, και οι διεργασίες που πραγματοποιούνται από τους μικροοργανισμούς στο έδαφος. Ακόμη και οι καλύτερες βιολογικές καλλιέργειες, επί του παρόντος, καταφέρνουν να εμπλουτίσουν τα εδάφη τους με 16 μεταλλικά στοιχεία στις καλύτερες περιπτώσεις.
Τα ίδια τα φυτά, που πρέπει να αναπτυχθούν απουσία των λοιπών 89 απαραίτητων στοιχείων υποφέρουν και αποτελούν εύκολη λεία για παράσιτα, μύκητες και βακτήρια. Για να ληφθεί μια καλή συγκομιδή, θα πρέπει, στη συνέχεια, να χρησιμοποιηθούν επαρκείς ποσότητες φυτοφαρμάκων, αντιμυκητιακών και αντιβακτηριακών ουσιών. Έτσι, όλη η τροφική αλυσίδα αλλοιώνεται από τις ελλείψεις των απαραίτητων στοιχείων και την επιβάρυνση από τοξικούς παράγοντες.
Τα βαρέα μέταλλα, τα βιομηχανικά χημικά, τα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες ξένες προς τη ζωή ενώσεις (ξενοβιοτικά) αποτελούν στοιχεία μιας πραγματικότητας από την οποία δεν μπορούν να ξεφύγουν ακόμη και τα ζώα που ζουν στον βόρειο πόλο. Πράγματι, έχουν ανιχνευτεί ποσότητες βιομηχανικών χημικών στους ιστούς των πολικών αρκούδων. Κάθε ζωντανός οργανισμός στον πλανήτη μας περιέχει ένα σημαντικό τοξικό φορτίο.
Ο όρος «ξενοβιοτικά» αναφέρεται σε τοξικές ενώσεις και προέρχεται από τις λέξεις «ξένος» και βίος (ζωή). Όλες αυτές οι ουσίες που είναι ξένες προς τη ζωή και βρίσκονται στο σώμα μας έχουν κάποιο βαθμό τοξικότητας. Δεν μπορούμε να αναφερόμαστε σε φυσιολογικά επίπεδα, αυτές οι ενώσεις απλά δεν θα έπρεπε να βρίσκονται ή να ανιχνεύονται στο σώμα μας. Τέσσερα εκατομμύρια χημικών ουσιών, που δεν βρίσκονται στη φύση, έχουν παραχθεί μέχρι τώρα στο εργαστήριο και πολλές από αυτές έχουν βρει εμπορικές και βιομηχανικές εφαρμογές. Το φυσιολογικό θα ήταν να μην έχουμε κανένα ίχνος αυτών των ουσιών στο σώμα μας.
Τα κύτταρά μας έχουν αναπόφευκτα μια εικόνα ριζικά διαφορετική από τη φυσιολογική. Η σύνθεσή των κυττάρων μας είναι σημαντικά αλλοιωμένη. Απουσιάζουν ζωτικά στοιχεία που θα έπρεπε να περιέχονται σε αυτά και συναντώνται τοξικές ουσίες, που δεν θα έπρεπε να βρίσκονται εκεί.
Γνωρίζουμε ότι αλλαγές στη βιοχημική σύνθεση του εσωτερικού των κυττάρων συνοδεύονται από αλλαγές των ιδιοτήτων της κυτταρικής μεμβράνης. Η κυτταρική μεμβράνη είναι σαν ένας τοίχος που διαχωρίζει το εσωτερικό από το εξωτερικό των κυττάρων. Μια από τις ιδιότητες της μεμβράνης είναι να ταυτοποιεί το κύτταρο. Στο εξωτερικό τοίχωμα της μεμβράνης βρίσκονται τα μόρια που έχουν την ιδιότητα να διαμορφώνουν την ταυτότητα του ίδιου του κυττάρου. Όταν ένα λευκό αιμοσφαίριο «διαβάζει» την ταυτότητα στο τοίχωμα ενός κυττάρου, μπορεί να καταλάβει αν πρόκειται για κύτταρο του σώματος ή για κάποιον εχθρό. Το ανοσοποιητικό μας σύστημα είναι σχεδιασμένο έτσι ώστε να μην επιτίθεται στα δικά του κύτταρα, αλλά μόνο σε ξένα κύτταρα.
Αυτός ο μηχανισμός εξηγεί πολλές παραμέτρους των αυτοάνοσων νοσημάτων και δημιουργεί νέες προοπτικές για αποτελεσματικότερες θεραπευτικές προσεγγίσεις:
εξηγεί τη σχέση μεταξύ των αυτοάνοσων νοσημάτων και του βιοτικού επιπέδου: όσο υψηλότερο είναι το βιοτικό επίπεδο μιας χώρας, τόσο υψηλότερη είναι η κατανάλωση τεχνητώς επεξεργασμένων τροφών
εξηγεί γιατί τα αυτοάνοσα νοσήματα μπορούν να εκδηλωθούν σε οποιοδήποτε όργανο του σώματος
εξηγεί γιατί τα νοσήματα αυτά σχετίζονται τόσο με την έλλειψη θρεπτικών συστατικών (βιταμίνης D, σελήνιου, βιταμίνης Α, βιταμίνης Β1, λιπαρών οξέων) όσο και με την αυξημένη έκθεση σε τοξικούς παράγοντες (διοξίνες, βαρέα μέταλλα)
εξηγεί γιατί όλο και περισσότεροι άνθρωποι παρουσιάζουν συμπτώματα που προσβάλλουν περισσότερα από ένα όργανα. Έχει διαπιστωθεί ότι τα αυτοάνοσα νοσήματα οφείλονται σε τρεις παράγοντες:
1. επιγενετική (περιβάλλον, διατροφή, ελλείψεις, τοξικότητα)
2. γενετική
3. απόκριση του ανοσοποιητικού συστήματος.
Η τεράστια αύξηση στη συχνότητα εμφάνισης αυτής της ομάδας ασθενειών κατά τα τελευταία είκοσι χρόνια, και επομένως μέσα σε μία μόνο γενιά, δείχνει σαφώς ότι οι γενετικοί (κληρονομικοί) παράγοντες μπορούν να δημιουργήσουν μια προδιάθεση, αλλά δεν μπορεί να αποτελούν τον κύριο αιτιολογικό παράγοντα.
Η χρήση ανοσοκατασταλτικών φαρμάκων μειώνει την ένταση των συμπτωμάτων και μας επιτρέπει να συμπεράνουμε μια πιθανή εμπλοκή του ανοσοποιητικού συστήματος. Η χρήση τους και μόνο, ωστόσο, δεν μπορεί να οδηγήσει σε ουσιαστική θεραπεία. Απεναντίας, μάλλον επιδεινώνει τη συνολική υγεία των ασθενών. Φαίνεται ότι το ανοσοποιητικό σύστημα λειτουργεί καλά, κάποιες φορές ίσως και υπερβολικά καλά (υπερ-αντιδραστικό). Ακόμα και το στοιχείο αυτό, όμως, δεν είναι σε θέση να παράσχει τις απαντήσεις που θα ανοίξουν την πόρτα σε πιο αποτελεσματικές λύσεις. Χρόνια έρευνας και θεραπειών που στοχεύουν στη σύνδεση της αιτιολογίας των αυτοάνοσων νοσημάτων με τη δυσλειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος δεν έχουν αποδώσει τους αναμενόμενους καρπούς.
Η πραγματική λύση θα πρέπει να κατευθύνεται προς την αποκατάσταση της βιοχημικής ισορροπίας και της φυσιολογικής λειτουργίας του σώματος. Η επιγενετική και οι αλλοιώσεις της λειτουργίας και της κυτταρικής ταυτότητας λόγω περιβαλλοντικών παραγόντων είναι μια απάντηση που ανοίγει το δρόμο για πιο αποτελεσματικές λύσεις.
Για να επιτύχουμε μια ουσιαστική θεραπεία θα πρέπει να διορθώσουμε τις ελλείψεις σε θρεπτικά συστατικά και να βοηθήσουμε το σώμα να διαχειριστεί και να εξαλείφει αποτελεσματικά τις τοξικές ουσίες. Όσο πιο υγιείς είμαστε, τόσο απομακρυνόμαστε από την ασθένεια.
Κύτταρα που έχουν φυσιολογική σύσταση και δομή αναγνωρίζονται ως δικά μας, αντί να δέχονται επίθεση από το ανοσοποιητικό σύστημα.
Τι μπορούμε να κάνουμε
Η Μεταβολομική είναι ένα εργαλείο τεράστιας σημασίας για την αντιμετώπιση και τη διαχείριση αυτών των ασθενειών. Οι μεταβολομικές αναλύσεις μάς επιτρέπουν να προσδιορίσουμε τις συγκεκριμένες ελλείψεις και να ελέγξουμε την κατάσταση των αποτοξινωτικών και αντιοξειδωτικών μηχανισμών.
Το στρες είναι επίσης ένας επιβαρυντικός παράγοντας μείζονος σημασίας για τα αυτοάνοσα νοσήματα και θα πρέπει να αντιμετωπίζεται επαρκώς.
«Με τη χρήση συμπληρωμάτων, τη διόρθωση της διατροφής και του τρόπου ζωής και τη λήψη φαρμάκων για τον περιορισμό των συμπτωμάτων, όπου αυτό κρίνεται απαραίτητο, μπορούμε να αλλάξουμε την πορεία των αυτοάνοσων νοσημάτων».
Με τη χρήση συμπληρωμάτων διατροφής, την τήρηση κατάλληλης διατροφής, την υιοθέτηση ενός υγιεινού και φυσικότερου τρόπου ζωής και τη χρήση φαρμάκων για τη μείωση της έντασης των συμπτωμάτων, όπου είναι αναγκαίο, έως ότου το σώμα να έχει το χρόνο να επανέλθει στα φυσιολογικά του επίπεδα, μπορούμε να αλλάξουμε την εξέλιξη των ασθενειών αυτής της ομάδας. Μπορούμε να βοηθήσουμε τον οργανισμό μας να μεταβεί από μια κατάσταση συνεχιζόμενης επιδείνωσης σε μια κατάσταση σταθερής βελτίωσης.
Τα αυτοάνοσα νοσήματα είναι μια επιδημία που ακόμη δεν έχει αναπτυχθεί πλήρως. Σήμερα γνωρίζουμε πολύ περισσότερα από όσα γνωρίζαμε πριν από μερικά χρόνια και είμαστε σε θέση να ενεργήσουμε προς τη σωστή κατεύθυνση. Μπορούμε να ζούμε περισσότερο, να είμαστε πιο υγιείς και να διαθέτουμε την ενέργεια και την αποφασιστικότητα που απαιτείται για την αντιμετώπιση αυτού του «παιχνιδιού» που λέγεται ζωή.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου