Σε ρωτώ συχνά: «Τι θέλεις;»
Κι εσύ συχνά μου απαντάς –στον εαυτό σου απαντάς-: «Δεν ξέρω…».
Ακόμα συχνότερα του απαντάς, μου απαντάς: «Νομίζω πως…».
Τα «θέλω» σου διφορούμενα, ασθενικά, έως ανύπαρκτα.
Μια ζωή γεμάτη επιλογές που βασίζονται σε άβουλα κι ατροφικά «νομίζω…».
Μια ζωή πλήρης από πληγές διστακτικών «θέλω» που, άγουρα έμβρυα θανατώθηκαν στην μήτρα της ανώριμης ψυχής σου, πριν προλάβουν να δουν το φως της μέρας.
Αναρωτιέσαι, σαν το φίδι που κυνηγάει μάταια την ουρά του,:
«γιατί δεν καρποφόρησαν οι επιλογές μου στην καριέρα, στον γάμο μου, στην ζωή μου;…».
Γιατί δεν το θελες αρκετά.
Γιατί, ό,τι επέλεγες να πραγματοποιήσεις δεν ταυτιζόταν μ’ αυτό που πολύ ήθελες.
Γιατί δεν ήξερες να θέλεις.
Γιατί δεν θέλησες να θέλεις.
Γιατί «αγάπησες» πιο πολύ το «πρέπει» και το «φοβάμαι» από το «θέλω» σου.
Γιατί έκανες το μέτριο «νομίζω» σου «θέλω» σου με το στανιό, άπνοα κι ανέμπνευστα.
Κι αν βιαστείς να σκεφτείς πως: «δεν ήμουν, ούτε είμαι ελεύθερος να επιλέξω γιατί γεννήθηκα σε ένα σπίτι με γονείς που δεν ήθελαν αρκετά, και φοβόντουσαν πολύ τα δικά τους θέλω», εγώ σε διαψεύδω λέγοντας σου πως και αυτό που τώρα ξεστομίζεις είναι μια δικαιολογία που ελεύθερα εσύ επιλέγεις να προβάλεις για να κλείσεις το στόμα της ελεύθερης φωνής σου που πρόθυμα, αν την άφηνες, θα σε καλούσε να αλλάξεις ρότα.
Όσο κι αν ανελεύθερα μεγάλωσες, ήσουν, είσαι και θα σαι πάντα ελεύθερος να αποφασίζεις να βούλεσαι ελεύθερα, ή να επιλέγεις ως τρόπο ζωής σου την ανελευθερία.
Όσο ζεις, είσαι ελεύθερος να αλλάζεις.
Από «βολικός» να γίνεσαι ευθύβολος.
Από λίγος να γίνεσαι πολύς.
Από μέτριος, θερμός.
Το ποτήρι της βούλησής σου χρειάζεται να γεμίσει, να ξεχειλίσει από το «θέλω» σου για να ποτίσει με τους χυμούς της ψυχής σου τον σπόρο του ονείρου σου.
Κι αυτό, από βλαστάρι να γίνει δέντρο, ν’ ανθίσει να σε σηκώσει στα κλαδιά του, για ν’ αγναντέψεις, πιο ψηλός, από κει τον ήλιο καθώς εκείνος ανατέλλει…
Κι εσύ συχνά μου απαντάς –στον εαυτό σου απαντάς-: «Δεν ξέρω…».
Ακόμα συχνότερα του απαντάς, μου απαντάς: «Νομίζω πως…».
Τα «θέλω» σου διφορούμενα, ασθενικά, έως ανύπαρκτα.
Μια ζωή γεμάτη επιλογές που βασίζονται σε άβουλα κι ατροφικά «νομίζω…».
Μια ζωή πλήρης από πληγές διστακτικών «θέλω» που, άγουρα έμβρυα θανατώθηκαν στην μήτρα της ανώριμης ψυχής σου, πριν προλάβουν να δουν το φως της μέρας.
Αναρωτιέσαι, σαν το φίδι που κυνηγάει μάταια την ουρά του,:
«γιατί δεν καρποφόρησαν οι επιλογές μου στην καριέρα, στον γάμο μου, στην ζωή μου;…».
Γιατί δεν το θελες αρκετά.
Γιατί, ό,τι επέλεγες να πραγματοποιήσεις δεν ταυτιζόταν μ’ αυτό που πολύ ήθελες.
Γιατί δεν ήξερες να θέλεις.
Γιατί δεν θέλησες να θέλεις.
Γιατί «αγάπησες» πιο πολύ το «πρέπει» και το «φοβάμαι» από το «θέλω» σου.
Γιατί έκανες το μέτριο «νομίζω» σου «θέλω» σου με το στανιό, άπνοα κι ανέμπνευστα.
Κι αν βιαστείς να σκεφτείς πως: «δεν ήμουν, ούτε είμαι ελεύθερος να επιλέξω γιατί γεννήθηκα σε ένα σπίτι με γονείς που δεν ήθελαν αρκετά, και φοβόντουσαν πολύ τα δικά τους θέλω», εγώ σε διαψεύδω λέγοντας σου πως και αυτό που τώρα ξεστομίζεις είναι μια δικαιολογία που ελεύθερα εσύ επιλέγεις να προβάλεις για να κλείσεις το στόμα της ελεύθερης φωνής σου που πρόθυμα, αν την άφηνες, θα σε καλούσε να αλλάξεις ρότα.
Όσο κι αν ανελεύθερα μεγάλωσες, ήσουν, είσαι και θα σαι πάντα ελεύθερος να αποφασίζεις να βούλεσαι ελεύθερα, ή να επιλέγεις ως τρόπο ζωής σου την ανελευθερία.
Όσο ζεις, είσαι ελεύθερος να αλλάζεις.
Από «βολικός» να γίνεσαι ευθύβολος.
Από λίγος να γίνεσαι πολύς.
Από μέτριος, θερμός.
Το ποτήρι της βούλησής σου χρειάζεται να γεμίσει, να ξεχειλίσει από το «θέλω» σου για να ποτίσει με τους χυμούς της ψυχής σου τον σπόρο του ονείρου σου.
Κι αυτό, από βλαστάρι να γίνει δέντρο, ν’ ανθίσει να σε σηκώσει στα κλαδιά του, για ν’ αγναντέψεις, πιο ψηλός, από κει τον ήλιο καθώς εκείνος ανατέλλει…
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου