Από την απρόσωπη μάζα τής αρχαίας Ελλάδας
έως την πολιτικοθρησκευτική βυζαντινή εξουσία και μέχρι σήμερα
έως την πολιτικοθρησκευτική βυζαντινή εξουσία και μέχρι σήμερα
Αν και η δομή της κοινωνίας στην αρχαία Ελλάδα επέτρεπε γενικά στο πρόσωπο –τον βιοτέχνη, τον κτηματία, τον επιστήμονα, τον καλλιτέχνη, τον διανοούμενο, τον φιλόσοφο- να λειτουργούν και να εκφράζονται σχετικά ελεύθερα, δεν έλειψαν φαινόμενα κατατρεγμού των φιλοσόφων από την απρόσωπη μάζα, η οποία τους κατηγόρησε για ασέβεια, τους εξόρισε, τους φυλάκισε ή ακόμα σε ορισμένες περιπτώσεις τους θανάτωσε. Άλλωστε, λόγω του μαζισμού ακριβώς και της εκμηδένισης της προσωπικότητας από τον εξουσιασμό και το δογματισμό, στην Ανατολή η φιλοσοφία δεν άνθησε ποτέ. Μετά δε την επικράτηση του χριστιανισμού, η φιλοσοφία, που χρησιμοποιεί αυστηρά νόμους της λογικής κι όχι μεταφυσικές αυθαιρεσίες, κρίθηκε ως άκρως επικίνδυνη για το υπό διαμόρφωση δόγμα και τέθηκε υπό άγριο διωγμό.
Στο άρθρο αυτό παρατίθενται περιπτώσεις διώξεων φιλοσόφων από την απρόσωπη τυφλή μάζα (αρχαία Ελλάδα) και από το πολιτικοθρησκευτικό εξουσιαστικό δόγμα (χριστιανισμό).
Αρχαία Ελλάδα: «Θεούς ους η πόλις νομίζει ου νομίζοντα»
H έννοια του θείου υπήρχε στην αρχαία φιλοσοφική σκέψη, όταν όμως οι φιλόσοφοι έκαναν λόγο για θεούς, εννοούσαν πάντα ενδοσυμπαντικές φυσικές δυνάμεις. Σε καμμία περίπτωση δεν εννοούσαν τον προσυμπαντικό κι εξωσυμπαντικό θεό, ο οποίος αποτελεί αποκλειστικό και μεταγενέστερο δημιούργημα της εβραϊκής Σκέψης.
Η απρόσωπη μάζα όμως, δυσκολεύεται να κατανοεί επιστημονικές και φιλοσοφικές έννοιες. Επί πλέον δε –αν και κατʼ αρχήν τα θαυμάζει– δεν μπορεί να ανέχεται τα άτομα, που δεν ακολουθούν τις δικές της ιδέες και πρακτικές. Σε περιπτώσεις δε που κάποια προσωπικότητα φθάσει στο σημείο να αποστασιοποιηθεί πλήρως από την μάζα, λέγοντας για παράδειγμα: «Κανένας δεν έφτειαξε αυτόν τον κόσμο, ούτε θεός ούτε άνθρωπος» (Ηράκλειτος στους εφεσίους), τότε η μάζα αντιδρώντας φανατικά στρέφεται άμεσα εναντίον του. Έτσι παρά το ότι στην αρχαία Ελλάδα υπήρχαν οι συνθήκες, που ευνοούσαν την ανάδειξη της ατομικότητας, πολλές προσωπικότητες διώχθηκαν από τη μάζα.
Παρακάτω παρατίθενται ορισμένες χαρακτηριστικές περιπτώσεις διώξεων φιλοσόφων από την απρόσωπη μάζα της αρχαίας Ελλάδας. Οι περιγραφές αποδίδονται χωρίς τα πάθη, που διακρίνουν ωρισμένους απολογητές της αρχαιολατρίας, αντίστοιχους με τους χριστιανούς απολογητές, βασίζονται δε σε γεγονότα βεβαιωμένα από αρχαίες πηγές είτε σύγχρονές τους, είτε μεταγενέστερες.
ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ
Λόγω του ότι στο βιβλίο του «Περί θεών» ο Πρωταγόρας υποστήριζε, ότι δεν ήξερε εάν υπάρχουν θεοί, οι αθηναίοι τον έδιωξαν από την πόλη, κατέκαψαν τα βιβλία του στην Αγορά κι απέστειλαν κήρυκα και τα μάζεψαν ένα-ένα από όσους είχαν αντίτυπα. [«Δια ταύτην δε την αρχήν του συγγράμματος εξεβλήθη προς Αθηναίων· και τα βιβλία αυτού κατέκαυσαν εν τη αγορά, υπό κήρυκι αναλεξάμενοι παρʼ εκάστου των κεκτημένων» (Διογένης Λαέρτιος, «Βίοι Φιλοσόφων», 9, 52).]
Κάψιμο ασεβών βιβλίων στη δημοκρατική Αθήνα!
ΑΝΑΞΑΓΟΡΑΣ
Ο Αναξαγόρας είχε ιδρύσει σχολή στην Αθήνα. Μεταξύ των μαθητών του ήταν ο Περικλής, ο δάσκαλος του Σωκράτη Αρχέλαος και ο Ευριπίδης. Επηρεασμένος από τις θεωρίες της Σχολής της Μιλήτου ο Αναξαγόρας συγκέντρωσε τις έρευνές του στη σπουδή των φυσικών φαινομένων, πολλά από τα οποία είχε ερμηνεύσει επιτυχώς.
Κατόπιν μακρών αστρονομικών παρατηρήσεων διατύπωσε τη θεωρία, ότι ο Ήλιος είναι μύδρος διάπυρος ή λίθος διάπυρος, κατά τον Πλάτωνα («Απολογία Σωκράτους», 26 d) και τον Ξενοφώντα («Απομνημονεύματα», VI 7 κ.ε.). Η θεωρία όμως αυτή ερχόταν σε αντίθεση προς τη θρησκευτική παράδοση, σύμφωνα με την οποία ο Ήλιος ήταν θεότητα.
Έτσι, ο Αναξαγόρας μηνύθηκε για ασέβεια, ρίχτηκε στην φυλακή και καταδικάστηκε σε πρόστιμο πέντε ταλάντων και εξορία. Κατά άλλους καταδικάστηκε ερήμην σε θάνατο, αλλά με την επέμβαση του Περικλή η ποινή μετατράπηκε σε ισόβια εξορία. [«Σωτίων μεν γαρ φησιν εν τη Διαδοχή των φιλοσόφων υπό Κλέωνος αυτόν ασεβείας κριθήναι, διότι τον ήλιον μύδρον έλεγε διάπυρον· απολογησαμένου δε υπέρ αυτού Περικλέους του μαθητού, πέντε ταλάντοις ζημιωθήναι και φυγαδευθήναι. Σάτυρος δʼ εν τοις Βίοις (FHG iii. 163) υπό Θουκυδίδου φησίν εισαχθήναι την δίκην, αντιπολιτευομένου τω Περικλεί· και ου μόνον ασεβείας αλλά και μηδισμού· και απόντα καταδικασθήναι θανάτω» (Διογένης Λαέρτιος, «Βίοι Φιλοσόφων», 2, 12-13).]
Βρισκόμενος στην φυλακή ο Αναξαγόρας ασχολούνταν με το πρόβλημα του τετραγωνισμού του κύκλου, όπως πληροφορούμαστε από τον Πλούταρχο, που γράφει: «Αλλʼ Αναξαγόρας μεν εν τω δεσμωτηρίω τον του κύκλου τετραγωνισμόν έγραφε» («Περί φυγής» 17, 607 F).
ΔΙΑΓΟΡΑΣ Ο ΜΗΛΙΟΣ
Αποκλήθηκε άθεος κι επειδή συκοφαντήθηκε για ασέβεια, φοβήθηκε την απόφαση του Δήμου κι έφυγε από την Αττική. Οι αθηναίοι τον επικήρυξαν με αμοιβή ένα τάλαντο. [«Τούτων δε πραττομένων Διαγόρας, ο κληθείς άθεος, διαβολής τυχών επʼ ασεβεία και φοβηθείς τον δήμον, έφυγεν εκ της Αττικής, οι δʼ Αθηναίοι τω ανελόντι Διαγόραν αργυρίου τάλαντον επεκήρυξαν.» (Διόδωρος Σικελιώτης, «Ιστορική Βιβλιοθήκη», 13, 6, 7.) «Ην αποκτείνη τις υμών Διαγόραν τον Μήλιον, λαμβάνειν τάλαντον.» (Αριστοφάνης, «Όρνιθες», 1073-1074.)]
ΣΤΙΛΠΩΝ Ο ΜΕΓΑΡΕΥΣ
Καταδικάστηκε για ασέβεια προς το άγαλμα της Αθηνάς· η ποινή του ήταν η εξορία. [«Τούτόν φασιν περί της Αθηνάς της του Φειδίου τοιούτόν τινα λόγον ερωτήσαι· “άρά γε η του Διος Αθηνά θεός εστι;” φήσαντος δε, “ναι,” “αύτη δε γε,” είπεν, “ουκ έστι Διος, αλλά Φειδίου·” συγχωρουμένου δε, “ουκ άρα,” είπε, “θεός εστιν” εν ω και εις Άρειον πάγον προσκληθέντα μη αρνήσασθαι, φάσκειν δʼ ορθώς διειλέχθαι· μη γαρ είναι αυτήν θεόν, αλλά θεάν· θεούς δε είναι τους άρρενας. και μέντοι τους Αρεοπαγίτας ευθέως αυτόν κελεύσαι της πόλεως εξελθείν. Ότε και Θεόδωρον τον επίκλην θεόν επισκώπτοντα ειπείν, “πόθεν δε τούτʼ ήδει Στίλπων; η ανασύρας αυτής τον κήπον εθεάσατο;” ην δʼ αληθώς ούτος μεν θρασύτατος· Στίλπων δε κομψότατος.»
Δηλαδή: «Αυτός, λένε, ρώτησε κάποτε έτσι για το άγαλμα της Αθηνάς, που είχε κατασκευάσει ο Φειδίας: «Είναι θεός η Αθηνά, η κόρη του Δία;» Όταν του απάντησαν «ναι», «μα αυτή δεν είναι του Δία, είναι του Φειδία», αποκρίθηκε, οπότε συμπέρανε: «Άρα δεν είναι θεός». Επειδή μίλησε έτσι, προσάχθηκε ενώπιον του Αρείου Πάγου, όπου δεν αρνήθηκε ότι τα είπε, αλλά υποστήριξε ότι σωστά μίλησε: «Γιατί πράγματι δεν είναι θεός, αλλά θεά, αφού μόνον οι άρρενες είναι θεοί». Πλην όμως οι Αρεοπαγίτες τον διέταξαν να φύγει αμέσως από την πόλη. Τότε ο Θεόδωρος τον ρώτησε κοροϊδευτικά: «Κι από που το ξέρεις αυτό, Στίλπωνα; Μήπως της σήκωσες το φόρεμα και είδες;» Ήταν αυτός στα αλήθεια θρασύτατος, ο Στίλπων δε υπέροχος» (Διογένης Λαέρτιος, «Βίοι Φιλοσόφων», 2, 116).]
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ
Ίδρυσε και διηύθυνε επί 13 χρόνια φιλοσοφική σχολή στην Αθήνα, κείμενη μεταξύ Λυκαβηττού και Ιλισσού, η οποία ονομάστηκε Λύκειο. Κατηγορήθηκε για ασέβεια. [«Ο δʼ ουν Αριστοτέλης ελθών εις τας Αθήνας και τρία προς τοις δέκα της σχολής αφηγησάμενος έτη υπεξήλθεν εις Χαλκίδα, Ευρυμέδοντος αυτόν του ιεροφάντου δίκην ασεβείας γραψαμένου, η Δημοφίλου ως φησι Φαβωρίνος εν Παντοδαπή ιστορία (FHG iii. 581), επειδήπερ τον ύμνον εποίησεν εις τον προειρημένον Ερμίαν, αλλά και επίγραμμα επί του εν Δελφοίς ανδριάντος» (Διογένης Λαέρτιος, «Βίοι Φιλοσόφων», 5, 5).] Ο Αριστοτέλης πρόλαβε κι έφυγε από την Αθήνα κι εγκαταστάθηκε στη Χαλκίδα, όπου πέθανε μετά από ένα χρόνο.
ΗΡΑΚΛΕΙΤΟΣ
Δεν ήταν σύμφωνος με τους εφεσίους, ούτε ως προς τον τρόπο που ζούσαν («οι δε πολλοί κεκόρηνται όκωσπερ κτήνεα», απ. 29 D-K), oύτε ως προς τον τρόπο που πολιτεύονταν, ειδικά μετά την εκδίωξη από την Έφεσο του αρίστου άνδρα και φίλου του, Ερμόδωρου. Οι εφέσιοι, ισχυριζόμενοι ότι δεν πρέπει κανείς μεταξύ τους να είναι άριστος, τον εξέβαλαν από την πόλη τους, όπου τον έφαγαν τα σκυλιά («κυνόβρωτον γενέσθαι»: Διογένης Λαέρτιος, «Βίοι Φιλοσόφων» 9, 3-5).
ΠΥΘΑΓΟΡΑΣ
Θεωρείται ο θεμελιωτής του μαθηματικού οικοδομήματος της ανθρωπότητας. Ίδρυσε και διεύθυνε τη Σχολή του Κρότωνα, η οποία έφθασε να έχει περί τους 2.000 μαθητές. Λίγο μετά την έναρξη της λειτουργίας της σχολής, ο Πυθαγόρας εισάχθηκε σε δίκη κατηγορηθείς για αθεΐα και διαφθορά των νέων. Το ανώτατο δικαστήριο του Κρότωνα, που τον δίκασε, αποτελούνταν από 1.000 δικαστές. Στάθηκε τυχερότερος του Σωκράτη και αθωώθηκε. Η Σχολή όμως αργότερα κάηκε από τον όχλο, ο οποίος επί πλέον φόνευσε όλους τους πυθαγόρειους, που βρήκε συγκεντρωμένους εκεί, πλην του Φιλόλαου και του Λύσιδος, που κατόρθωσαν να διαφύγουν.
Το 339 π.Χ. διατυπώθηκε κατηγορία εναντίον του Σωκράτη, ότι διέφθειρε τους νέους, δείχνοντας ασέβεια προς τους θεούς με τη διδασκαλία του για «δαιμόνια καινά» [«Σωκράτη φησίν αδικείν τους τε νέους διαφθείροντα και θεούς ους η πόλις νομίζει ου νομίζοντα έτερα δε δαιμόνια καινά» (Πλάτων, «Απολογία Σωκράτη», p.24, b.8).] Καταδικάστηκε σε θάνατο. Τι πιο ελληνικό από το να εισάγεις «δαιμόνια καινά»;
Βυζάντιο: «Μηδένα τολμάν διδάσκειν φιλοσοφίαν»
Η στάση έναντι της φιλοσοφίας μετά την κατάληψη της Ελλάδας από τους ρωμαίους δεν μεταβλήθηκε σημαντικά. Η Ρώμη υπήρξε κατά κανόνα ανεκτική έναντι των φιλοσόφων, αν και εκεί έχουν σημειωθεί κρούσματα διώξεών τους, όπως για παράδειγμα στην περίπτωση του στωικού φιλοσόφου Αττάλου (α΄ αι. μ.Χ.), ο οποίος εξορίστηκε, ή του Δημητρίου του Κυνικού, φιλόσοφου που έζησε και έδρασε στη Ρώμη, απʼ όπου εξορίστηκε περί το 66 μ.Χ. για τη διδασκαλία του και την κριτική που ασκούσε στην εξουσία κ.α..
Η φιλοσοφία και οι φιλόσοφοι διώχθηκαν όχι σποραδικά και μεμονωμένα, όπως κατά την αρχαιότητα, αλλά μεθοδευμένα από την επικράτηση του χριστιανισμού και ύστερα. Ελεύθερα φιλοσοφούντες άνθρωποι δεν μπορούσαν να δεχθούν τα χριστιανικά δόγματα (αναστάσεις, παρθενογενέσεις, θαύματα κ.λπ.), οπότε η επίθεση της θρησκευτικοπολιτικής βυζαντινής εξουσίας εναντίον της φιλοσοφίας υπήρξε άγρια και ολομέτωπη. Πρώτο θύμα των διώξεων υπήρξε η μαθηματικός Υπατία η Αλεξανδρινή, μια από τις πλέον εξέχουσες φυσιογνωμίες της εποχής της (δ΄ αι. μ.Χ.) στο χώρο της φιλοσοφίας. Ο χριστιανικός φανατισμένος όχλος –οπαδοί του επίσκοπου Αλεξανδρείας Κύριλλου– την κατακρεούργησε. Την έγδαραν και την κομμάτιασαν ζωντανή.
Το 529 μ.Χ. ο Ιουστινιανός κατάργησε την Φιλοσοφική Σχολή των Αθηνών, η οποία λειτουργούσε συνεχώς επί 1.000 σχεδόν χρόνια και δήμευσε την περιουσία της. Οι τελευταίοι διδάσκαλοι κυνηγημένοι βρήκαν καταφύγιο στην αυλή του λάτρη του ελληνικού πολιτισμού πέρση βασιλιά Χοσρόη. «Θεσπίσας πρόσταξιν (ο Ιουστινιανός) έπεμψεν εν Αθήναις κελεύσας μηδένα τολμάν διδάσκειν φιλοσοφίαν» (Ιωάννης Μαλάλας). «Απαγορεύουμε να ασκούν διδασκαλία αυτοί που πάσχουν απʼ την ιερόσυλη τρέλλα των Ελλήνων» (Ιουστινιάνειος Κώδικας, I, 11,10). Το 546 στην Κωνσταντινούπολη φυλακίστηκαν, βασανίστηκαν και εκτελέστηκαν γραμματικοί, ρήτορες, νομικοί και γιατροί. Το 562, όπως αναφέρει ο Μαλάλας, «Έλληνες πιάστηκαν και διαπομπεύθηκαν μέσα στην Κωνσταντινούπολη ταυτόχρονα με το κάψιμο ελληνικών βιβλίων».
Το ότι στο Βυζάντιο αναπτύχθηκε δήθεν φιλοσοφία αποτελεί μύθευμα χριστιανιζόντων συγγραφέων. Η φιλοσοφία στο Βυζάντιο είχε αποκηρυχθεί από την χριστιανική μεταφυσική.
Χριστιανοί άγιοι: «Οι φιλόσοφοι, τα κυνικά καθάρματα»
Τα κηρύγματα των Πατέρων της Εκκλησίας και των χριστιανών αγίων είναι γεμάτα ύβρεις εναντίον των φιλοσόφων, όπως για παράδειγμα του Ιωάννη Χρυσοστόμου: «Που νυν εισι οι τους τρίβωνας αναβεβλημένοι, και βαθύ γένειον δεικνύοντες, και ρόπαλα τη δεξιά φέροντες, οι των έξωθεν (ελλήνων) φιλόσοφοι, τα κυνικά καθάρματα, οι των επιτραπεζίων κυνών αθλιώτερον διακείμενοι, και γαστρός ένεκεν πάντα ποιούντες;» («Εις τους ανδριάντας», ΙΖ .)
«(Οι έλληνες φιλόσοφοι) ποτέ δεν έκαμαν το σωστό, αλλά ήσαν δειλοί, φιλόδοξοι, αλαζόνες και είχαν ασυλλόγιστα πάθη» («Εις τον μακάριον Βαβύλαν», λόγος Β , παρ. στ).
Ο Μέγας Αθανάσιος στο έργο του «Περί Ενανθρωπήσεως» έγραψε: «Οι φιλόσοφοι των ελλήνων έγραψαν πολλά με αληθοφάνειαν και τέχνην· επαρουσίασαν λοιπόν κάτι τόσον μέγα όσον ο σταυρός του Χριστού; Διότι μέχρι του θανάτου των τα σοφίσματά των είχον την αληθοφάνειαν, αλλά και όσα εθεωρούσαν, όταν ήσαν ζώντες, ότι έχουν ισχύν, ήσαν αντικείμενα ανταγωνισμού μεταξύ των, και εφιλονείκουν μεταξύ των δια την θεωρίαν των. Και το παραδοξότατον είναι, ότι, ενώ ο Λόγος του Θεού εδίδαξε με πτωχοτέρας λέξεις, επεσκίασε τους περιφήμους σοφιστάς και κατήργησε τας διδασκαλίας εκείνων και προσήλωσεν όλους πλησίον του και εγέμισε τας εκκλησίας αυτού. Και το αξιοθαύμαστον είναι, ότι με την κάθοδόν του ως ανθρώπου εις τον θάνατον κατήργησε τα μεγάλα λόγια των σοφών περί των ειδώλων. Ποίου αλήθεια ο θάνατός ποτε εξεδίωξε δαίμονας;» (50, 5-15.)
Ο Θεόφιλος Αντιοχείας στο τρίτομο έργο του «Προς Αυτόλυκον» έγραψε:
• «Πλάτων δε, ο δοκών ελλήνων σοφώτερος γεγενήσθαι, εις πόσην φλυαρίαν εχώρησεν» (βιβλ. Γ , παρ. 16).
• «(Οι έλληνες σοφοί) ουχί και περί σεμνότητος πειρώμενοι γράφειν ασελγείας... εδίδαξαν επιτελείσθαι...;» (βιβλ. Γ , παρ. 3).
Ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς έγραψε στο έργο του «Προτρεπτικός προς Έλληνας»:
• «Ας εξετάσουμε τώρα και των φιλοσόφων τις δοξασίες περί των θεών, για τις οποίες καυχώνται· ίσως βρούμε, ότι και η ίδια η Φιλοσοφία από κενοδοξία ειδωλοποιεί την ύλη η ίσως μπορέσουμε να δείξουμε κατʼ ακολουθία, ότι θεοποιώντας κάποια δαιμόνια ονειρεύεται την αλήθεια... Ο Κροτωνιάτης Αλκμαίων θεωρούσε θεούς τους αστέρες, που ενόμιζε ότι είναι είδωλα. Δεν θα αποσιωπήσω την αναισχυντία τους· ο Χαλκηδόνιος Ξενοκράτης δέχεται επτά αστρικούς θεούς, τους πλανήτες, ως όγδοο δε θεό υπαινίσσεται τον κόσμο, που αποτελείται απʼ το σύνολο των απλανών αστέρων. Ούτε θα προσπεράσω τους Στωικούς, που λέγουν ότι το θείο διήκει δια μέσου όλης της ύλης, ακόμη και της ατιμότερης, οι οποίοι καταισχύνουν με την αδεξιότητά τους όλη την Φιλοσοφία. Και αφού έφθασα εδώ, δεν θεωρώ δύσκολο να μνημονεύσω και τους Περιπατητικούς. Ο αρχηγός της αιρέσεως (Αριστοτέλης), επειδή δεν κατενόησε τον πατέρα των όλων, τον καλούμενο ύπατο, νομίζει ότι ο λεγόμενος ύπατος είναι η ψυχή του Σύμπαντος· δηλαδή εκλαμβάνοντας ως θεό την ψυχή του κόσμου, αντιφάσκει ο ίδιος προς τον εαυτό του. Διότι αυτός που περιορίζει την πρόνοια έως τη Σελήνη, έπειτα εκλαμβάνοντας τον κόσμο ως θεό, παρεκκλίνει δογματίζοντας ως θεό τον άμοιρο του Θεού. Εκείνος πάλι ο Ερέσιος Θεόφραστος, ο μαθητής του Αριστοτέλη, θεωρεί θεόν άλλοτε τον ουρανό κι άλλοτε το πνεύμα. Μόνο τον Επίκουρο θα παραλείψω εκουσίως, διότι νομίζει ότι ο Θεός δεν ενδιαφέρεται για τίποτε, ασεβώντας με όλα όσα λέγει. Αλλά και ο Ηρακλείδης ο Ποντικός; Δεν σύρεται κι αυτός μερικές φορές προς τα είδωλα του Δημοκρίτου;» (64, 66).
• «Από που, ω Πλάτων, υπαινίσσεσαι την αλήθεια; Από που η άφθονη χορηγία των λόγων μαντεύει την θεοσέβεια; Σοφώτερα, λέγει, είναι από αυτούς τα γένη των βαρβάρων. Γνωρίζω τους διδασκάλους σου, έστω κι αν θέλης να τους κρύψης· έμαθες την Γεωμετρία απʼ τους Αιγυπτίους, την Αστρονομία απʼ τους Βαβυλώνιους, έλαβες τις σπουδαίες επωδές απʼ τους Θράκες, πολλά σε δίδαξαν οι Ασσύριοι, ενώ τους αληθινούς νόμους και την δοξασία περί του Θεού τα χρωστάς στους Εβραίους» (70,1).
Στο «Συνοδικόν της Αγίας Ζ ἐν Νικαία Οικουμενικής Συνόδου υπέρ της Ορθοδοξίας» (787 μ.Χ.). περιλαμβάνονται οι επτά αναθεματισμοί, που διαβάζονται και σήμερα κάθε χρόνο την Κυριακή της Ορθοδοξίας στις εκκλησίες:
• «Τοις φρονούσι και λέγουσι κτιστήν είναι πάσαν φυσικήν δύναμιν και ενέργειαν της τρισυποστάτου θεότητος, ως κτιστήν εκ τούτου πάντως και αυτήν την θείαν ουσίαν αναγκαζομένοις δοξάζειν· κτιστή γαρ κατά τους Αγίους ενέργεια, κτιστήν δηλώσει και φύσιν, άκτιστον δε χαρακτηρίζει ουσίαν, καντεύθεν ήδη κινδυνεύουσι εις αθεΐαν παντελή περιπίπτειν, και την ελληνικήν μυθολογίαν και τοις την των κτισμάτων λατρείαν, τη καθαρά και αμώμω των χριστιανών πίστει προστριβομένοις, μη ομολογούσι δε κατά τας αγίας θεοπνεύστους θεολογίας και το της Εκκλησίας ευσεβές φρόνημα, άκτιστον είναι πάσαν φυσικήν δύναμιν και ενέργειαν της τρισυποστάτου θεότητος· ανάθεμα τρις.» (Οι φιλοσοφικές απόψεις περί «κτιστού» και «άκτιστου», που αναθεματίζονται εδώ, ανήκουν στους Ορφέα, Θαλή, Αναξίμανδρο, Αναξιμένη, Πυθαγόρα, Ξενοφάνη, Παρμενίδη, Ζήνωνα, Εμπεδοκλή, Ηράκλειτο, Αναξαγόρα, Δημόκριτο, Σωκράτη, Πλάτωνα κ.α.)
• «Τοις μετά των άλλων μυθικών πλασμάτων, αφʼ εαυτών, και την καθʼ ημάς κλίσιν μεταπλάττουσι, και τας πλατωνικάς ιδέας ως αληθείς δεχομένοις και ως αυθυπόστατον την ύλην παρά των ιδίων μορφούσθαι λέγουσι, και προφανώς διαβάλλουσι το αυτεξούσιον του Δημιουργού, του από του μη όντος εις το είναι παραγαγόντος τα πάντα, και ως ποιητού πάσιν αρχήν και τέλος επιτιθέντος εξουσιαστικώς και δεσποτικώς· ανάθεμα τρις.»
• «Τοις λέγουσιν ότι οι των ελλήνων σοφοί και πρώτοι των αιρεσιαρχών, οι παρά των επτά αγίων και καθολικών συνόδων, και παρά πάντων των εν Ορθοδοξία λαμψάντων πατέρων αναθέματι καθυποβληθέντες, ως αλλότριοι της Καθολικής Εκκλησίας δια την εν λόγοις αυτών κίβδηλον και ρυπαράν περιουσίαν κρείττονές εισι κατά πολύ, και ενταύθα και εν τη μελλούση κρίσει, και των ευσεβών μεν και ορθοδόξων ανδρών, άλλως δε κατά πάθος ανθρώπινον η αγνόημα πλημμελησάντων· ανάθεμα τρις.»
Χριστιανική υμνογραφία:
«Την των Ελλήνων απεμώρανε φιλοσοφίαν εν χάριτι…»
Στα χριστιανικά λειτουργικά βιβλία έχουν επίσης γραφεί πολλές ύβρεις εναντίον των φιλοσόφων, όπως για παράδειγμα στην «Παρακλητική» ή «Οκτώηχο», η οποία ισχύει επί δέκα μήνες στη λειτουργική ζωή και λατρεία της Εκκλησίας και περιέχει τροπάρια όλων των ειδών στις 420 σελίδες της, μελοποιημένα στους οκτώ ήχους της. Εκεί αναγράφονται:
• Ωδὴ δ΄, σελ. 165: «Ρητορεύοντες ανόμων κατενώπιον μάρτυρες τον Θεού λόγον, γνώσει ευσεβείας κοσμούμενοι, σοφούς ρήτορας πάντας κατησχύνατε ασεβούντας και τον δυσμενή θανατώσαντες.»
• Στον Όρθρο, σελ. 231: «Κύριε, το απόρρητον μυστήριον της σης σαρκώσεως κηρύξαντες, οι άσοφοι φιλοσόφους κατήσχυναν, τους ρήτορας αλιείς επεστόμισαν και γεγόνασι των εθνών σοφοί διδάσκαλοι, φωτίσαντες τα πέρατα φωτί της θείας γνώσεως, διʼ αυτών διδόν ημίν το μέγα έλεος.»
Όταν καθιερώθηκε η επίσημη εορτή της Ορθοδοξίας, το 843 μ.Χ., πραγματοποιήθηκε φρικτή τελετή, κατά την οποία διαβάστηκε το «Συνοδικόν» της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου, που περάστηκε μετά στο «Τριώδιον» (αρχίζει παραμονή της Κυριακής του Τελώνου και του Φαρισαίου και τελειώνει την εσπέρα του Μεγάλου Σαββάτου, καλύπτει δηλαδή εβδομήντα ημέρες λειτουργικής ζωής), όπου αναγράφεται:
• «Ουκ έδει σε, ω παράνομε, ονομάζεσθαι τοιαύτην κλήσιν, μάλλον δε Πυθαγόραν και Κρόνον και Απόλλωνα η τινα των άλλων θεών, ων τον βίον εζήλωσας, τερπόμενος ταις ασελγείαις αυτών.» (Κυριακή της Ορθοδοξίας, πρωί, ωδή ζ΄.)
• «Χαίρε, φιλοσόφους ασόφους δεικνύουσα, χαίρε, τεχνολόγους αλόγους ελέγχουσα.» (Σάββατο του Ακαθίστου Ύμνου, Β΄ Στάσις, σελ. 309.)
• «Σοφία κρείττονι καλλωπιζόμενος, τους σοφούς των Ελλήνων θεαρχικώ σθένει απεμώρανας…» (Μάρτιος).
• «Σταθηράν επιδεικνύμενος την ένστασιν, Μάρτυς Ευτύχιε, τους των Ελλήνων σοφούς ανδρείως κατήσχυνας…» (Μάιος).
• «Σοφία Θεού Ιουστίνος, ο σοφός κεκοσμημένος, την των Ελλήνων απεμώρανε φιλοσοφίαν εν χάριτι…» (1 Ιουνίου, Ιουστίνου μάρτυρος, του φιλοσόφου, εις τον Κανόνα, Ωδή ζ΄, σελ. 8).
• «Αλιέων ο κάλαμος (ελλήνων) φιλοσόφων το φρύαγμα και (ελλήνων) ρητόρων ρεύματα διετάραξε…» (30 Ιουνίου, των 12 Αποστόλων, εις τον εσπερινό, σελ. 118).
• «Οι των ελλήνων σοφοί, ηττηθέντες τοις σοφοίς δόγμασιν…» (Σεπτέμβριος, Ωδή ε΄, σελ. 137).
• «…καταπτύσας των στωικών φιλοσόφων, των απορρήτων μυστηρίων γνώστης εγένετο…» (3 Οκτωβρίου, Διονυσίου Αρεοπαγίτου, εις τον δοξαστικόν εσπερινού, σελ. 16).
• «…των γαρ αλιέων ζηλώσας την παρρησίαν και την σκηνορράφων θεολογίαν, την Πλάτωνος μυθολογίαν και την στωϊκήν φλυαρίαν λόγοις και έργοις κατέρραξε...» (Νοέμβριος).
Ο Άγιος Ρωμανός ο Μελωδός (1 Οκτ.) έγραψε κοντάκια, που πλημμυρίζουν από ανθελληνικό μένος κι ως τις μέρες μας διαβάζονται στις εκκλησίες από τους ιερείς. Στον ύμνο «Εις Πεντηκοστήν» ψάλλουν χαρακτηριστικά:
«Τι φυσώσιν και βαμβεύουσιν οι έλληνες;
Τι φαντάζονται προς Άρατον τον τρισκατάρατον;
Τι πλανώνται προς Πλάτωνα; [...]
Τι Πυθαγόραν θρυλλούσι τον δικαίως φιμωθέντα;»
Οι χριστιανικές ύβρεις κατά των ελλήνων φιλοσόφων συνεχίστηκαν διαχρονικά αμείωτες. Ο άγιος Γρηγόριος Παλαμάς, αρχηγός της μοναστικής κίνησης των Ησυχαστών (τελευταίοι αιώνες του Βυζαντίου), έγραψε στην επιστολή του προς τον μοναχό Βαρλαάμ: «Οι Σωκράτεις και Πλάτωνες πρέπει να παραμερισθούν από το νου σου.»
Διωγμοί από το Πατριαρχείο και επί Τουρκοκρατίας
• Στὸ βιβλίο «Αντιφώνησις», που εξέδωσε ο άγιος Αθανάσιος Πάριος στην Τεργέστη το 1802 αναγράφεται: «Το γένος των ελλήνων είναι άξιον περιφρονήσεως και ταλανισμού, όχι διότι έλειψαν οι Ηράκλειτοι, οι Πυθαγόρες, οι Πλάτωνες και οι Αριστοτέλεις και οι τοιούτοι άλλοι μετεωρολέσχαι (= ανοητολογούντες), αλλά διατί έλειψαν οι Αθανάσιοι, οι Βασίλειοι, οι Κύριλλοι.»
• Στὶς 27 Μαρτίου 1821 ο Πατριάρχης Γρηγόριος Ε΄ συγκρότησε πατριαρχική σύνοδο «περί καθαιρέσεως των φιλοσοφικών μαθημάτων» με κύριο στόχο τις επιστήμες κι ειδικότερα τη φιλοσοφία.
|
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου