Κυριακή 1 Δεκεμβρίου 2024

Ορθόδοξα θεμέλια ενός κράτους ανορθόδοξου

ΤΟ ΑΜΜΩΔΕΣ του κοινωνικού (ελληνικού) εδάφους, δεν επέτρεπε να στηριχτεί πάνω του μια κοινωνία αυτοθεσμιζόμενη και καλά δομημένη. Εντούτοις, σε μια κοι­νωνία που δεν υπήρχε έπρεπε να βασιστεί ένα Κράτος που έπρεπε να υπάρξει οπωσδήποτε, γιατί κάτι έπρεπε να κάνουν οι μεγάλες δυνάμεις της εποχής (δεύτερο μισό του περασμένου αιώνα) με τα περιτρίμματα της καταρρέουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Με τα συντρίμμια της, λοιπόν, θα χτιστούν σχεδόν κυριολε­κτικά τα εθνικά κράτη των Βαλκανίων και της Μέσης Ανατολής. Είναι εύκολο να δημιουργηθεί ένα κράτος. 'Οχι όμως και ένα «εθνικό κράτος», δηλαδή ένας διοικητικός και νομοκανονιστικός μηχανισμός, με τους ιθύνοντες και τη γραφειοκρατία του, που να στηρίζεται στα σταθερά και μόνιμα χαρακτηριστικά μιας συγκεκριμένης εθνό­τητας.

Με εξαίρεση τους εμπόρους και τους διανοού­μενους της διασποράς που λίγο ως πολύ είχαν μια κάποια εθνική συνείδηση, οι αυτόχθονες Έλληνες (της Ελλάδας) αποτελούνταν από μια πανσπερμία λαών και εθνοτήτων, και μόνο σοβαρό κοινό γνώρισμα που διέ­θεταν ήταν η υποδούλωση στον ίδιο δυνάστη.

"Ολες οι μαρτυρίες δείχνουν πως οι αυτόχθονες "Ελ­ληνες πριν από την Επανάσταση διατηρούσαν τη μνήμη της διαλυμένης πολυεθνικής Βυζαντινής Αυτοκρατορί­ας.

Η ελληνικότητα της οποίας όμως δεν προχωρούσε πέ­ρα απ' την Ορθοδοξία, που ωστόσο δεν είναι γνώρισμα του ελληνισμού, αλλά κοινή θρησκεία μιας τεράστιας ομάδας λαών και εθνοτήτων.

Όσο για τους «αρχαίους προγόνους», ήταν τόσο αρ­χαίοι που όλοι τους είχαν ξεχάσει. Θα τους θυμηθούν πολύ αργότερα, όταν το τεχνητό νεοελληνικό κράτος που δημιούργησαν οι μεγάλες δυνάμεις της εποχής έπρεπε ν' αποκτήσει οπωσδήποτε και εθνολογικά ερείσματα μέσα στην ιστορία..

Η Ορθοδοξία, λοιπόν, ως μια ζωντανή λαϊκή θρη­σκεία που την ακολουθούσαν πολλοί λαοί και όχι μόνο οι Έλληνες, υπήρχε. Για ν' αποκτήσουν όμως την εθνολογική τους ιδιαιτερότητα οι Έλληνες έπρεπε, δί­πλα στα θρησκευτικά να προστεθούν και μερικά ειδικό­τερα χαρακτηριστικά, παρμένα απ' την από πολλούς αιώνες ανενεργό ελληνική ιστορική μνήμη, που οι λαοί που κατοικούσαν στην περιοχή της σημερινής Ελλάδας δεν είχαν κανένα λόγο να τη διαφυλάξουν γιατί δεν τους αφορούσε.

Στην Ελλάδα υπήρξε ένα τεράστιο ιστορικό ρήγμα, εκτεταμένο σε χρόνο μεγαλύτερο των χιλίων πεντακο­σίων ετών. Θα 'ταν αφέλεια πρώτου μεγέθους να φαν­τάζεται κανείς πως η πανσπερμία των λαών που συνέρρευσαν στην Ελλάδα στα χρόνια αυτά, συνεχίζοντας μια παράδοση που είχε αρχίσει πριν απ" την κλασική αρ­χαιότητα, θα ήταν δυνατό να διαφυλάξει την ιστορική μνήμη που είναι ένα απ' τα κύρια γνωρίσματα της εθνικής συνείδησης.

Η ελληνική αρχαιότητα, ως βασική παράμετρος της έτσι κι αλλιώς ανύπαρκτης νεοελλονικής εθνικής συνείδησης είναι μια εφεύρεση του ιστορι­κού Κων. Παπαρρηγόπουλου, που έβαλε την ελληνική Ιστορία στο προκρούστειο τραπέζι του κι άρχισε να τη μανιπουλάρει βάσει του εντεταλμένου σχεδίου για τη δημιουργία νεοελληνικής εθνικής συνείδησης, ώστε το τεχνητό νέο κράτος ν' αποκτήσει τεχνητή εθνική συ­νείδηση, που τη στερούνταν -και συνεχίζει να τη στε­ρείται.

Διότι δε συνιστά εθνική συνείδηση το να βραχνιάζει κανείς φωνασκώντας τα παράτονα συνθήματα υπέρ του έθνους και τραγουδώντας φάλτσα τα εθνικά θούρια.

Η εθνική συνείδηση είναι μια μαζική βιωματική κατάστα­ση, που κάνει τα μέλη της εθνικής κοινότητας να νιώ­θουν πως ανήκουν όντως σ' αυτήν την κοινότητα, πρά­γμα που μεταξύ άλλων προφυλάσσει και από εμφυλί­ους πολέμους ή, εν πάση περιπτώσει, τους καθιστά σπάνιους.

Η πιο σημαντική πρακτική επίπτωση της ύπαρξης εθνικής συνείδησης είναι, ωστόσο, η πρωτοκαθεδρία του εθιμικού δικαίου, αυτή ακριβώς που δημιούργησε το άγραφο αγγλοσαξονικό δίκαιο σε μια κοινωνία, την αγγλική, με στέρεη κοινωνική δομή.

Το κράτος που στηρίζεται σε καλά συγκροτημένες και αυτορυθμιζόμενες κοινωνίες (Αγγλία, Γαλλία, Ιτα­λία, Σουηδία, Γερμανία, κτλ.) παίζει μόνο ένα ρόλο αυ­στηρά διαιτητικό και δεν επεμβαίνει στις παγιωμένες κοινωνικές δομές.

Με συνέπεια, κάθε φορά που αλλά­ζει η κυβέρνηση, να αλλάζει κυρίως η εξωτερική πολιτι­κή.

Στην Ελλάδα, αντίθετα, κάθε φορά πού αλλάζει η κυβέρνηση, δημιουργείται στο λαό η προσδοκία πως θ' αλλάξει η εσωτερική πολιτική.

Κι αυτό γιατί στην Ελλά­δα το κράτος προηγήθηκε του έθνους. Δεν είναι το έθνος που δημιούργησε το κράτος, είναι το κράτος που εδώ και 170 χρόνια πασχίζει ματαίως να δημιουργήσει και ένα έθνος.

Ο λαός όμως που δεν έχει πολιτιστική ομοιογένεια, δε θα ήταν- δυνατό να πειθαρχήσει στις άνωθεν εντολές ενός κράτους που δεν ήταν ποτέ δη­μοκρατικό αφού έπρεπε να επιβάλλει τη δημοκρατία δια του νόμου, τη στιγμή που οι άλλες ευρωπαϊκές χώ­ρες την έχουν θεσμίσει με κοινωνικές διαδικασίες στη βάση.

Μ' αυτά και μ' άλλα, η ελληνική κοινωνία παραμένει άμορφη (αμμώδης) και το ελληνικό κράτος συνεχίζει να είναι ένα αναξιόπιστο γραφειοκρα­τικό μόρφωμα που ο λαός το αντιμετωπίζει πάντα εχθρικά, περίπου σαν έναν αντίπαλο που επιβουλεύε­ται τα μικρά φέουδα της κλίκας, της παρέας, της κουμπαριάς και γενικότερα της ρουσφετολογίας που είναι το τυπικό γνώρισμα των άμορφων ή δύσμορφων κοινωνιών που δεν απόκτησαν εθνική συνείδηση.

«Οι Έλληνες, σε πείσμα ενός κράτους που λίγο ως πολύ παραμένει πάντα αυταρχικό, συνεχίζουν να συμ­περιφέρονται ως άτομα που τους λείπει η εθνική συνεί­δηση, ακριβώς γιατί τους λείπει η κοινωνική συνείδηση που δημιουργεί την εθνική και αποτελεί έκφανσή της. Ο Έλληνας είναι αντικοινωνικός όχι γιατί είναι ατομι­στής (και οι " Αγγλοι είναι ατομιστές, όπως κι όλοι όσοι ζουν υπό καπιταλιστικό καθεστώς, όπως και κείνοι που δεν ξέχασαν προς το παρόν τις καπιταλιστικές τους καταβολές), αλλά διότι η κρυμμένη κάτω από παντοειδείς απαγορεύσεις πανσπερμία των λαοτήτων και των εθνοτήτων που ζουν σε τούτο τον τόπο έφτια­ξαν ένα μείγμα τα συστατικά του οποίου δημιουργούν κοινωνικά μορφώματα που συνεχίζουν ν' αντιμετωπί­ζουν εχθρικά το ένα τ' άλλο.

"Οταν οι λαοί δε θέλουν, πιο σωστά όταν δεν μπο­ρούν να συναποτελέσουν εθνότητα, τότε έρχεται το κράτος εκ των υστέρων να δημιουργήσει είτε με τη βία, είτε με την προπαγάνδα μια τεχνητή εθνική συνείδηση. Από δω και ο επιβλημένος σεβασμός των αρχόντων. Από δω και η ποινικά κολάσιμη κριτική της δικαιοσύ­νης. Από δω και η υποχρεωτική ψηφοφορία. Από δω και το αδίκημα της προσβολής των εθνικών συμβόλων. Το κράτος κατέφυγε λοιπόν στην τιμωρία για να «πεί­σει» τους Έλληνες πως πρέπει ν' αποκτήσουν την εθνική συνείδηση που τους έλειπε;

Και μάλιστα, πράγμα πρωτοφανές σε παγκόσμια κλί­μακα, δημιούργησε την ξεχωριστή κατηγορία των «εθνικώς σκεπτομένων» Ελλήνων, τουτέστιν των περί­φημων «εθνικοφρόνων», πράγμα που σημαίνει εξ αντι­διαστολής πως όλοι οι άλλοι Έλληνες δε σκέφτονται εθνικά. Αλλά ένας εθνικισμός νομικά κατοχυρωμένος δεν είναι εθνικισμός, είναι απάτη. Είναι η βία ενός κρό­του που ξέρει πως πατάει σε αμμώδες κοινωνικό έδα­φος και προσπαθεί να το στερεώσει τεχνητά, δηλαδή με διατάγματα. Ο ελληνικός εθνικισμός είναι ένας δια­τεταγμένος εθνικισμός, ένας εθνικισμός των θουρίων και των εθνικών συμβόλων που περισσότερο τα φοβά­ται κανείς παρά τα σέβεται.

Και οι λεγόμενοι «εθνικόφρονες» δεν είναι παρά ψοφοδεείς, που τον ανθρωπακισμό τους και την κακο­μοιριά τους τα στέγασαν κάτω απ" τη σημαία, ίσα ίσα για να βολευτούν μέσα σ' ένα λανθάνοντα, τις περισσό­τερες φορές, κρατικό αυταρχισμό, που τιμωρεί και αν­ταμείβει όσους παριστάνουν πως έχουν εθνική συνεί­δηση, τη στιγμή μάλιστα που δεν έχουν ούτε καν συνεί­δηση με την τρέχουσα ψυχολογική έννοια.

Μ" αυτά και μ' άλλα, «εθνικόφρονας» στην Ελλάδα έφτασε να σημαίνει δωσίλογος, μαυραγορίτης, ταγμα- τασφαλίτης, θρησκομανής (θα δούμε γιατί), φασίστας, κάθαρμα ολκής. Πράγμα πολύ φυσικό, αφού τούτη η εντεταλμένη εθνικοφροσύνη δεν είναι παρά το αντίθετό της, παρά το γεγονός πως οι αφελέστεροι των «εθνικοφρόνων» πιστεύουν στ' αλήθεια, οι κρετίνοι, πως είναι οι κατ' εξοχήν Έλληνες, κι ας μην έχουν ιδέα τι σημαίνει ελληνικός πολιτισμός, κι ας μην έχουν διαβάσει ποτέ στη ζωή τους μια αράδα απ' το Σοφοκλή, κι ας μην επισκέφτηκαν ούτε μια φορά το Εθνικό Μου­σείο, κι ας αντιλαμβάνονται τον Σόλωνα σαν τον ...κύ­ριο που έμενε κάποτε στην οδό Σόλωνος, στην οποία και δάνεισε, ως εκ τούτου, το όνομά του, κι ας θεω­ρούν την Ακρόπολη ερείπιο που τρέχα γύρευε πώς και γιατί οι χαζοτουρίστες πληρώνουν για να το δουν, πρά­γμα πού, βέβαια, είναι πολύ καλό για τον εθνικό τουρι­σμό μιας και φέρνει συνάλλαγμα.

Ο ελληνικός εθνικισμός λοιπόν, ή είναι εξαργυρώσιμος ή δεν είναι εθνικισμός. Και βέβαια, ένας εθνικισμός για ζώα δεν είναι εθνικισμός, είναι σανός νέτα σκέτα.

Κι όλα αυτά γιατί το νεοελληνικό κράτος έπρεπε να βγάλει απ" το μανίκι του τον εθνικισμό, σαν καλός τα­χυδακτυλουργός. Κι έβγαλε όντως απ' το μανίκι το λα­γό που λέγεται Ορθοδοξία. Και τον μετέβαλε από θρη­σκευτικό δόγμα ευρείας ισχύος σε βάση και θεμέλιο της εθνικοφροσύνης. Που έγινε έτσι κληρικοφροσύνη, για να φτάσουμε κάποτε στο οικτρό σημείο να διδά­σκεται (αν είναι δυνατόν να διδαχτεί!!!) ο εθνικισμός στα κατηχητικά, και να κηρύσσεται από άμβωνος.

Στη θέση, λοιπόν, της ελλείπουσας εθνικής συνείδη­σης ξεφύτρωσε η θρησκευτική συνείδηση στην ορθό­δοξη παραλλαγή της. Και η τρύπα γέμισε με θυμιατά και εικόνες. Κι έτσι, όπως παρατηρεί ο Κακλαμάνης, η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα στην οποία οι μεγάλες θρη­σκευτικές γιορτές είναι και εθνικές γιορτές. Κατόπιν τούτου, δεν είναι παράδοξο που περιφέρουν τον Επιτά­φιο συνοδεία στρατιωτικού αγήματος, πράγμα που προκάλεσε την εύλογη απορία ενός ξένου στοχαστή που αναρωτιόταν: τι κράτος μπορεί να είναι αυτό που υποχρεώνεται να υποταχτεί στην Εκκλησία υποτασσόμενο στα σύμβολά της; Η Εκκλησία, λοιπόν, είναι βαθιά χωμένη μέσα στο Κράτος.

Ωστόσο, το κράτος έχει τους λόγους του που υπο­τάσσεται στην Εκκλησία, κι ας διακηρύσσει υποκριτικότατα πως δεν υποτάσσεται. Που αλλού να υποταχτεί; Στην ανύπαρκτη εθνική συνείδηση; Στη φανταστική «εθνική ομοψυχία» που όλο κρύβεται καθώς την ψά­χνουν; Στη στρεβλωμένη κοινωνικότητα του Νεοέλληνα απατεώνα, που αντιμετωπίζει τον συνέλληνα σαν εξ ορισμού εχθρό που πρέπει πάση θυσία να κατατροπω­θεί με μέσα θεμιτά, και κυρίως αθέμιτα; Στον  Έλληνα πολιτικάντη, που άλλα λέει, άλλα σκέφτεται και άλλα πράττει; Στον Έλληνα πολιτικό της Αλλαγής που θα «θέλει ν' αλλάξουν τα πάντα εκτός απ' το ήθος του; Στον εργολάβο δημοσίων έργων που αντιλαμβάνεται καλά την έννοια «δημόσιο» αλλά καθόλου την έννοια «έργο»; Στο γιατρό που γιατρεύει επιτυχέστατα το πορτοφόλι του, και παρεμπιπτόντως και τον ασθενή; Στο δάσκαλο που κανοναρχεί βαριεστημένος και πει­νασμένος για τα «ελληνοχριστιανικά ιδεώδη», όπως τα βρήκε γραμμένα στο σχολικό εγχειρίδιο; Το κράτος, για να' ναι τέτοιο, κάπου πρέπει να στηριχτεί εν πάση πε­ριπτώσει. Και ελλείψει άλλων σοβαρότερων στηριγμάτων άρπαξε τη μαγκούρα του Δεσπότη. Τι να 'κανε, δηλα­δή; Να αυτοκαταργούνταν ως κράτος, όντας κενό πε­ριεχομένου;

Ευτυχώς που βρέθηκε η Ορθοδοξία για να σώσει την κατάσταση. Αλλά, το είπαμε ήδη, η Ορθοδοξία είναι πολυεθνική, δεν είναι εθνική, ασχέτως αν συρρικνώθηκε με την πτώση της βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Όμως δεν πρέπει να μας διαφεύγει πως οι πατριάρχες της Κωνσταντινούπολης υπέγραφαν, ορθότατα, χρησιμο­ποιώντας το αραβικό αλφάβητο. Και όπως και οι αυτο­κράτορες με τους οποίους μοιράζονταν την εξουσία, ήταν Έλληνες μόνο παρεμπιπτόντως και μόνο στο μέ­τρο που είχαν ελληνική παιδεία, πράγμα που δεν ήταν απαράβατος κανόνας.

Μ' άλλα λόγια, και οι πατριάρχες και οι αυτοκράτορες είχαν συνείδηση πως υπηρετούν -με τον τρόπο τους, εν πάση περιπτώσει- μια πανσπερμία λαών και εθνοτήτων που είχαν τόση σχέση με το «ελληνικό πνεύ­μα», όση κι ο φάντης με το ρετσινόλαδο.

Κατά ποία λογική, λοιπόν, η Ορθοδοξία ταυτίστηκε με τον ελληνισμό; Μα, κατά τη λογική που υπαγόρευε πως ο «ελληνισμός», αυτός δηλαδή που έβγαλαν απ" το μανίκι τους οι μεγάλες δυνάμεις της εποχής, έπρεπε να ταυτιστεί με κάτι στερεότυπο και διαρκέστερο. Κι έτσι δημιουργήθηκε ο «ελληνοχριστιανισμός», τούτο το τέ­ρας με κεφάλι βυζαντινόμορφο και πόδια κατασκευα­σμένα στο εργαστήρι του Φρανκεστάϊν της ευρωπαϊκής πολιτικής. 'Οπως λέει ο Κακλαμάνης, η Ελλάδα ως κρά­τος, είναι «κράτος – έννοια», δηλαδή χρηστικής και όχι πραγματικής αξίας στη διεθνή πολιτική.

Διότι η Ελλάδα παρουσιάζει το μοναδικό χαρακτηριστικό απ' όλα τα κράτη του κόσμου ότι έπρεπε να αποτελεστεί ως κρά­τος από υπολείμματα αυτοκρατοριών. Μ' άλλα λόγια, υποστηρίζει ο Κακλαμάνης, με την Ελλάδα επεδιώχθη να κατασκευαστεί ένα κράτος με υλικά που δεν υπήρ­χαν. Διότι, για να φτιαχτεί «Ελλάδα» έπρεπε προς τού­το να υπάρχουν «Έλληνες», το πλάσμα δηλαδή που έβλεπαν οι φιλελεύθεροι ιστορικοί του περασμένου αιώνα στις αρχαιοελληνικές σπουδές τους.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου