Κυριακή 7 Ιανουαρίου 2024

Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας

ΠΛΑΤΩΝ, ΠΟΛΙΤΕΙΑ

ΠΛ Πολ 519b–521b

Εφαρμογή των διδαγμάτων της αλληγορίας στη διοίκηση της πολιτείας: οι φιλόσοφοι προ των ευθυνών τους

Τί δέ; τόδε οὐκ εἰκός, ἦν δ’ ἐγώ, καὶ ἀνάγκη ἐκ τῶν
προειρημένων, μήτε τοὺς ἀπαιδεύτους καὶ ἀληθείας ἀπείρους
[519c] ἱκανῶς ἄν ποτε πόλιν ἐπιτροπεῦσαι, μήτε τοὺς ἐν παιδείᾳ
ἐωμένους διατρίβειν διὰ τέλους, τοὺς μὲν ὅτι σκοπὸν ἐν
τῷ βίῳ οὐκ ἔχουσιν ἕνα, οὗ στοχαζομένους δεῖ ἅπαντα
πράττειν ἃ ἂν πράττωσιν ἰδίᾳ τε καὶ δημοσίᾳ, τοὺς δὲ ὅτι
ἑκόντες εἶναι οὐ πράξουσιν, ἡγούμενοι ἐν μακάρων νήσοις
ζῶντες ἔτι ἀπῳκίσθαι;

Ἀληθῆ, ἔφη.

Ἡμέτερον δὴ ἔργον, ἦν δ’ ἐγώ, τῶν οἰκιστῶν τάς τε
βελτίστας φύσεις ἀναγκάσαι ἀφικέσθαι πρὸς τὸ μάθημα
ὃ ἐν τῷ πρόσθεν ἔφαμεν εἶναι μέγιστον, ἰδεῖν τε τὸ ἀγαθὸν
[519d] καὶ ἀναβῆναι ἐκείνην τὴν ἀνάβασιν, καὶ ἐπειδὰν ἀναβάντες
ἱκανῶς ἴδωσι, μὴ ἐπιτρέπειν αὐτοῖς ὃ νῦν ἐπιτρέπεται.

Τὸ ποῖον δή;

Τὸ αὐτοῦ, ἦν δ’ ἐγώ, καταμένειν καὶ μὴ ἐθέλειν πάλιν
καταβαίνειν παρ’ ἐκείνους τοὺς δεσμώτας μηδὲ μετέχειν τῶν
παρ’ ἐκείνοις πόνων τε καὶ τιμῶν, εἴτε φαυλότεραι εἴτε
σπουδαιότεραι.

Ἔπειτ’, ἔφη, ἀδικήσομεν αὐτούς, καὶ ποιήσομεν χεῖρον
ζῆν, δυνατὸν αὐτοῖς ὂν ἄμεινον;

[519e] Ἐπελάθου, ἦν δ’ ἐγώ, πάλιν, ὦ φίλε, ὅτι νόμῳ οὐ τοῦτο
μέλει, ὅπως ἕν τι γένος ἐν πόλει διαφερόντως εὖ πράξει,
ἀλλ’ ἐν ὅλῃ τῇ πόλει τοῦτο μηχανᾶται ἐγγενέσθαι, συναρ-
μόττων τοὺς πολίτας πειθοῖ τε καὶ ἀνάγκῃ, ποιῶν μεταδιδόναι
[520a] ἀλλήλοις τῆς ὠφελίας ἣν ἂν ἕκαστοι τὸ κοινὸν δυνατοὶ
ὦσιν ὠφελεῖν καὶ αὐτὸς ἐμποιῶν τοιούτους ἄνδρας ἐν τῇ
πόλει, οὐχ ἵνα ἀφιῇ τρέπεσθαι ὅπῃ ἕκαστος βούλεται, ἀλλ’
ἵνα καταχρῆται αὐτὸς αὐτοῖς ἐπὶ τὸν σύνδεσμον τῆς πόλεως.

Ἀληθῆ, ἔφη· ἐπελαθόμην γάρ.

Σκέψαι τοίνυν, εἶπον, ὦ Γλαύκων, ὅτι οὐδ’ ἀδικήσομεν
τοὺς παρ’ ἡμῖν φιλοσόφους γιγνομένους, ἀλλὰ δίκαια πρὸς
αὐτοὺς ἐροῦμεν, προσαναγκάζοντες τῶν ἄλλων ἐπιμελεῖσθαί
τε καὶ φυλάττειν. ἐροῦμεν γὰρ ὅτι οἱ μὲν ἐν ταῖς ἄλλαις
[520b] πόλεσι τοιοῦτοι γιγνόμενοι εἰκότως οὐ μετέχουσι τῶν ἐν
αὐταῖς πόνων· αὐτόματοι γὰρ ἐμφύονται ἀκούσης τῆς ἐν
ἑκάστῃ πολιτείας, δίκην δ’ ἔχει τό γε αὐτοφυὲς μηδενὶ
τροφὴν ὀφεῖλον μηδ’ ἐκτίνειν τῳ προθυμεῖσθαι τὰ τροφεῖα·
ὑμᾶς δ’ ἡμεῖς ὑμῖν τε αὐτοῖς τῇ τε ἄλλῃ πόλει ὥσπερ ἐν
σμήνεσιν ἡγεμόνας τε καὶ βασιλέας ἐγεννήσαμεν, ἄμεινόν
τε καὶ τελεώτερον ἐκείνων πεπαιδευμένους καὶ μᾶλλον δυ-
[520c] νατοὺς ἀμφοτέρων μετέχειν. καταβατέον οὖν ἐν μέρει
ἑκάστῳ εἰς τὴν τῶν ἄλλων συνοίκησιν καὶ συνεθιστέον
τὰ σκοτεινὰ θεάσασθαι· συνεθιζόμενοι γὰρ μυρίῳ βέλτιον
ὄψεσθε τῶν ἐκεῖ καὶ γνώσεσθε ἕκαστα τὰ εἴδωλα ἅττα
ἐστὶ καὶ ὧν, διὰ τὸ τἀληθῆ ἑωρακέναι καλῶν τε καὶ δικαίων
καὶ ἀγαθῶν πέρι. καὶ οὕτω ὕπαρ ἡμῖν καὶ ὑμῖν ἡ πόλις
οἰκήσεται ἀλλ’ οὐκ ὄναρ, ὡς νῦν αἱ πολλαὶ ὑπὸ σκιαμα-
χούντων τε πρὸς ἀλλήλους καὶ στασιαζόντων περὶ τοῦ ἄρχειν
[520d] οἰκοῦνται, ὡς μεγάλου τινὸς ἀγαθοῦ ὄντος. τὸ δέ που
ἀληθὲς ὧδ’ ἔχει· ἐν πόλει ᾗ ἥκιστα πρόθυμοι ἄρχειν οἱ μέλ-
λοντες ἄρξειν, ταύτην ἄριστα καὶ ἀστασιαστότατα ἀνάγκη
οἰκεῖσθαι, τὴν δ’ ἐναντίους ἄρχοντας σχοῦσαν ἐναντίως.

Πάνυ μὲν οὖν, ἔφη.

Ἀπειθήσουσιν οὖν ἡμῖν οἴει οἱ τρόφιμοι ταῦτ’ ἀκούοντες,
καὶ οὐκ ἐθελήσουσιν συμπονεῖν ἐν τῇ πόλει ἕκαστοι ἐν μέρει,
τὸν δὲ πολὺν χρόνον μετ’ ἀλλήλων οἰκεῖν ἐν τῷ καθαρῷ;

[520e] Ἀδύνατον, ἔφη· δίκαια γὰρ δὴ δικαίοις ἐπιτάξομεν.
παντὸς μὴν μᾶλλον ὡς ἐπ’ ἀναγκαῖον αὐτῶν ἕκαστος εἶσι
τὸ ἄρχειν, τοὐναντίον τῶν νῦν ἐν ἑκάστῃ πόλει ἀρχόντων.

Οὕτω γὰρ ἔχει, ἦν δ’ ἐγώ, ὦ ἑταῖρε· εἰ μὲν βίον ἐξευρήσεις
[521a] ἀμείνω τοῦ ἄρχειν τοῖς μέλλουσιν ἄρξειν, ἔστι σοι δυνατὴ
γενέσθαι πόλις εὖ οἰκουμένη· ἐν μόνῃ γὰρ αὐτῇ ἄρξουσιν
οἱ τῷ ὄντι πλούσιοι, οὐ χρυσίου ἀλλ’ οὗ δεῖ τὸν εὐδαίμονα
πλουτεῖν, ζωῆς ἀγαθῆς τε καὶ ἔμφρονος. εἰ δὲ πτωχοὶ καὶ
πεινῶντες ἀγαθῶν ἰδίων ἐπὶ τὰ δημόσια ἴασιν, ἐντεῦθεν
οἰόμενοι τἀγαθὸν δεῖν ἁρπάζειν, οὐκ ἔστι· περιμάχητον
γὰρ τὸ ἄρχειν γιγνόμενον, οἰκεῖος ὢν καὶ ἔνδον ὁ τοιοῦτος
πόλεμος αὐτούς τε ἀπόλλυσι καὶ τὴν ἄλλην πόλιν.

Ἀληθέστατα, ἔφη.

[521b] Ἔχεις οὖν, ἦν δ’ ἐγώ, βίον ἄλλον τινὰ πολιτικῶν ἀρχῶν
καταφρονοῦντα ἢ τὸν τῆς ἀληθινῆς φιλοσοφίας;

Οὐ μὰ τὸν Δία, ἦ δ’ ὅς.

Ἀλλὰ μέντοι δεῖ γε μὴ ἐραστὰς τοῦ ἄρχειν ἰέναι ἐπ’
αὐτό· εἰ δὲ μή, οἵ γε ἀντερασταὶ μαχοῦνται.

Πῶς δ’ οὔ;

Τίνας οὖν ἄλλους ἀναγκάσεις ἰέναι ἐπὶ φυλακὴν τῆς
πόλεως ἢ οἳ περὶ τούτων τε φρονιμώτατοι δι’ ὧν ἄριστα
πόλις οἰκεῖται, ἔχουσί τε τιμὰς ἄλλας καὶ βίον ἀμείνω τοῦ
πολιτικοῦ;

Οὐδένας ἄλλους, ἔφη.

***
Τι λοιπόν; δεν είναι κι αυτό φυσικό και δε βγαίνει αναγκαστικά απ' όσα είπαμε ως τώρα, πως μήτε οι απαίδευτοι που ποτέ τους δεν γνώρισαν την αλήθεια, θα μπορούσαν ποτέ να κυβερνήσουν την πολιτεία, μήτε εκείνοι που τους αφήνουν να περνούν ως το τέλος τη ζωή τους με την παιδεία· οι πρώτοι επειδή δεν έχουν ένα ωρισμένο σκοπό, που κυνηγώντας τον να κανονίζουν ανάλογα όλες τις πράξεις και στον ιδιωτικό και το δημόσιο βίο τους, και οι άλλοι πάλι, γιατί ποτέ δε θ' αποφάσιζαν από θέλησή τους να καταγίνουν με καμιά πρακτική απασχόληση, νομίζοντας πως, από ζωντανοί ακόμα, βρίσκονται και ζουν στα νησιά των Μακάρων.

Αλήθεια.

Δουλειά μας λοιπόν είναι τώρα, εμείς οι ιδρυτές της πολιτείας να αναγκάσωμε τις ξεχωριστές εκείνες φύσεις να επιδοθούν στο μάθημα, που το αναγνωρίσαμε πριν πως είναι το ανώτερο, να δουν το αγαθό και να επιχειρήσουν εκείνο το ανέβασμα, και αφού εκεί απάνω το δουν αρκετά, να μην τους επιτρέψωμε να κάμουν αυτό που επιτρέπεται τώρα.

Ποιο τάχα;

Να μείνουν εκεί πάνω και να μη εννοούν να κατέβουν πίσω, κοντά σε κείνους τους δεσμώτες, ούτε να συμμερίζουνται μαζί τους τους ίδιους μόχτους και τιμές, είτε ταπεινότερες είτε σπουδαιότερες.

Μα πώς; τόσο, θα τους αδικήσωμε και θα τους κάμωμε να ζουν χειρότερα, ενώ μπορούν να ζουν πολύ καλύτερα;

Ξέχασες πάλι, φίλε μου, πως δεν ενδιαφέρεται ο νόμος να εξασφαλίση ξεχωριστά μια μονάχα τάξη μέσα στην πόλη, αλλά ζητά να βρη με τι μέσα θα το κατορθώση αυτό για ολόκληρη την πόλη· και γι' αυτό το σκοπό συνδυάζει αρμονικά τα διάφορα στοιχεία και αναγκάζει τους πολίτες με την πειθώ και με τη βία να παιρνοδίνουν μεταξύ τους την ωφέλεια που είναι ικανός ο καθένας να προσφέρη στο κοινό, και μορφώνει ο ίδιος τέτοιους άντρες μες στην πόλη, όχι για ν' αφήνη τον καθένα να τραβά το δρόμο που του αρέσει, αλλά για να τους χρησιμοποιή αυτός ως σύνδεσμο της πολιτείας.

Έχεις δίκιο· το είχα ξεχάσει πραγματικώς.

Σκέψου λοιπόν, Γλαύκων, πως και δε θα τους αδικήσωμε επί τέλους τους φιλοσόφους της δικής μας της πολιτείας, αλλά θα πούμε πως έχομε δίκιο, όταν τους αναγκάζωμε να φροντίζουν για τους άλλους και να τους φυλάγουν. Γιατί θα τους πούμε πως στις άλλες πολιτείες, όσοι γίνουνται φιλόσοφοι πολύ φυσικά δεν παίρνουν μέρος στους κόπους της κυβέρνησης· γιατί εκεί φυτρώνουν σαν από μόνοι τους χωρίς και να το θελήση η κάθε πολιτεία και δίκιο είναι, ένα πράγμα που γίνεται μονάχο του, και που σε κανένα δε χρωστά τη γέννηση και την ανατροφή του, να μην έχη την υποχρέωση να πληρώνη τροφεία σε κανένα· εσάς όμως σας εγεννήσαμε εμείς και για το δικό σας και για της άλλης πολιτείας το συμφέρον, σα βασιλείς και ηγεμόνες μέσα στο σμάρι των μελισσιών, καλύτερα και τελειότερα μορφωμένους από τους άλλους, για να μπορήτε να παίρνετε μέρος και στα δυο. Πρέπει λοιπόν ο καθένας σας με τη σειρά του να κατεβαίνη στον κοινό των άλλων συνοικισμό και μαζί τους να συνηθίση να βλέπη τα σκοτεινά· γιατί όσο θα συνηθίζετε, θα βλέπετε χίλιες φορές καλύτερα από τους άλλους τα πράγματα εκεί και θα ξεχωρίζετε το κάθε είδωλο, τι και τίνος είναι, γιατί έχετε ιδεί από πριν την αλήθεια σχετικά με το ωραίο, το δίκαιο και το αγαθό. Κ' έτσι και για σας τους ίδιους και για μας πραγματικότητα θα είναι η οργάνωση της πολιτείας και όχι ονειροφαντασιά, όπως είναι οργανωμένες οι περισσότερες σημερινές πολιτείες, όπου οι άρχοντες πολεμούν μεταξύ τους για μιαν απλή σκιά και στασιάζουν κάθε τόσο ποιος να πάρη την εξουσία, σα να 'ταν κανένα μεγάλο αγαθό. Η αλήθεια όμως είναι, πως σε μια πόλη, όπου όσοι μέλλουν να κυβερνήσουν, δε δείχνουν και καμιά πάρα πολύ μεγάλη προθυμία να πάρουν την εξουσία επάνω τους, αναγκαστικά θα κυβερνιέται η πόλη αυτή άριστα και χωρίς διχόνοιες και στάσεις, ενώ εκεί που συμβαίνουν τα αντίθετα, το αντίθετο και θα γίνεται.

Έχεις πολύ δίκιο.

Λες λοιπόν να μας παρακούσουν οι τρόφιμοί μας και να μη θελήσουν να συμμεριστούν τους κόπους της εξουσίας ο καθένας με τη σειρά του, και τον περισσότερο καιρό τους να τον περνούν αναμεταξύ τους στη χώρα του καθαρού φωτός;

Αδύνατο· γιατί δίκαιοι αυτοί και δίκαια είναι αυτά που τους απαιτούμε· ώστε από κάθε άλλον προθυμότερα θα έρχεται ο καθένας τους στην εξουσία σαν σ' αναγκαστική του υποχρέωση, αντίθετα με τους σημερινούς άρχοντες στις διάφορες πολιτείες.

Έτσι είναι, φίλε μου· αν κατορθώσης να εξασφάλισης σε κείνους που είναι καμωμένοι για την εξουσία ένα είδος ζωής προτιμότερο από την εξάσκηση της εξουσίας, θα μπορέσης τότε να έχης και μια καλοκυβερνημένη πολιτεία· γιατί μονάχα σ' αυτήν θα είναι άρχοντες οι πραγματικά πλούσιοι, όχι σε χρυσάφι, αλλά σε αρετή και σοφία, που είναι ο αληθινός πλούτος για τον ευδαίμονα άνθρωπο. Αν όμως φτωχοί και πεινασμένοι, που δεν έχουν δικά τους αγαθά, κυνηγούν την εξουσία, με την απόφαση ν' αρπάζουν από το δημόσιο ό,τι λείπει απ' αυτούς, τίποτα τότε δεν κάνεις· γιατί εκεί που πολεμούν μεταξύ τους ποιος να πρωτοπάρη την εξουσία, ο εμφύλιος αυτός και εσωτερικός πόλεμος εξολοθρεύει και αυτούς τους ίδιους και όλη την πολιτεία.

Σωστότατα.

Γνωρίζεις λοιπόν κανένα άλλο είδος ζωής που να περιφρονή τα πολιτικά δικαιώματα εκτός από τη ζωή της αληθινής φιλοσοφίας;

Όχι, μα την αλήθεια.

Αλλά είπαμε όμως, πως στην εξουσία πρέπει να έρχουνται όσοι δεν έχουν τον ερωτά της, ειδεμή η αντιζηλία εκείνων που τον έχουν αυτόν τον έρωτα, θα τους φέρη σε πόλεμο μεταξύ τους.

Πώς όχι;

Ποιους λοιπόν άλλους θα αναγκάσης να αναλάβουν τη φύλαξη της πολιτείας, παρά εκείνους που, ενώ γνωρίζουν κατά βάθος και πλάτος όσα χρειάζονται για να κυβερνηθή άριστα μια πόλη, θα έχουν μαζί και άλλες τιμές και ζωή πολύ καλύτερη από την πολιτική;

Ποιους άλλους βέβαια απ' αυτούς;

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου