Δεξιά και αριστερά της πύλης του βασιλικού παλατιού στην Τροιζήνα βρίσκονται τα αγάλματα δύο αντίπαλων θεών, της Αφροδίτης και της Άρτεμης και ένας βωμός μπρος στο καθένα.
ΠΡΟΛΟΓΟΣ (1-120): Ψηλά στο «θεολόγειο», αιωρούμενη ανάμεσα σε ουρανό και γη, η όμορφη θεά Αφροδίτη υπερηφανεύεται για την ανίκητη μεγαλοσύνη της και στους ουρανούς και στη γη. Με όσους πειθαρχούν στο θέλημά της είναι, λέει, καλή, ανάλγητη όμως και άγρια σε όσους της αλαζονεύονται (5-6). Κι έτσι με τα λόγια αυτά προαναγγέλλονται κάποια φοβερά γεγονότα, όπως με τη σύναξη των μαύρων νεφών στον ουρανό προαναγγέλλεται το ξέσπασμα των καταιγίδων.
Στόχος της άγριας οργής της πανέμορφης, αλλά φοβερής θεάς, όταν θυμώσει, είναι ο Ιππόλυτος, ο γιος του Θησέα και μιας Αμαζόνας (της Ιππολύτης).
Ο πανέμορφος νέος δεν προσφέρει τη λατρεία του στη θεά του έρωτα. Αλλού βρίσκει τη χαρά του: Στην προσήλωση στη θεά της παρθενίας, στην Άρτεμη και στο κυνήγι μαζί της μέσα στα σκιερά τα δάση. Έτσι και η ζηλοτυπία – και ας την αρνείται (20) η πληγωμένη στον εγωισμό της θεά – της έχει μπήξει τα νύχια στην καρδιά. Θα εκδικηθεί.
Τα σχέδια της «δολοπλόκου» θεάς – έτσι τη χαρακτηρίζει η Σαπφώ – για την τιμωρία του Ιππόλυτου έχουν καταστρωθεί και θα τη χορτάσουν εκδίκηση. Με άγρια σκληρότητα τα εκθέτει (20-50): Πάει καιρός τώρα που η Φαίδρα, η γυναίκα του Θησέα, ξελογιάστηκε για τον πρόγονό της τον Ιππόλυτο. Φλογίστηκε για τα νιάτα του και μαραίνεται το ανθηρό κορμί της από μέρα σε μέρα, αλλά η άτυχη δε μιλάει σε κανένα για το μαράζι της (38-40):
«στενάζοντας η άμοιρη και με το νου χαμένο από τις σαϊτιές του έρωτα μαραίνεται χωρίς να βγάζει μιλιά».
Η Αφροδίτη αποφάσισε γι’ αυτήν το θάνατο, επειδή της χρειάζεται αυτό το θύμα, που σε όλη την τραγωδία δεν φαίνεται να της έφταιξε σε τίποτα. Την εξυπηρετεί σ’ αυτό που είναι ο σκοπός της, στον θάνατο του Ιππόλυτου. Ο Θησέας θα παρασυρθεί σε αμείλικτη οργή από τον θάνατο της Φαίδρας και θα ζητήσει από τον Ποσειδώνα τη θανάτωση του γιου του, Ιππόλυτου. Και το ακατάδεχτο παλληκάρι θα πεθάνει. Αυτός ο θάνατος θα την κάνει να χαρεί.
Έτσι κατατοπισμένοι πια στην προϊστορία και στην έκβαση του δράματος, ξέρουμε βέβαια τι θα γίνει. Δε μας υπολείπεται πια παρά μονάχα να παρακολουθήσουμε το πώς, την πλοκή του υλικού από τον καλλιτέχνη.
ΕΞΟΔΟΣ (12821466): Τώρα στο «θεολόγειο» παρουσιάζεται άλλη θεά, η Άρτεμη. Θα δώσει τη λύση στην τραγωδία και θα δείξει τη δύναμή της κι αυτή.
Το πρώτο που κάνει είναι να βεβαιώσει τον Θησέα ότι ο γιος του είναι αθώος και ότι όσα διάβασε στο γράμμα της Φαίδρας (1285-89) είναι συκοφαντίες. Και τις μομφές της για την ευπιστία του και την ισχυρογνωμοσύνη και την άδικη οργή του (1285-324) τις μαλακώνει με την αναγνώριση, ότι όλα αυτά ήταν θέλημα της Αφροδίτης, που η ίδια δεν μπορούσε να το ματαιώσει. Τέτοιος νόμος υπάρχει στους θεούς, να κάνει ανεμπόδιστα ο καθένας το θέλημά του. Είναι λοιπόν άξιος συγγνώμης ο Θησέας. Θεά τον πλάνεψε (1325-34).
Βογκώντας από τους πόνους και στηριγμένος σε ακόλουθούς του έρχεται ο Ιππόλυτος. Αντηχούν στο θέατρο τα παράπονά του για την άδικη κατάρα του πατέρα του και για την αδιαφορία του Δία μπρος στην καταστροφή του. Άσκοπα τα βάσανά του για την αρετή, κραυγάζει με την οδύνη του δίκαιου που τον καταθλίβει το άδικο:
«Του κάκου βασανίστηκα μπρος στους ανθρώπους με τους κόπους της ευσέβειας» (1367-69)
«Μονάχα ο θάνατος θα τον λυτρώσει από τους πόνους. Ας έρθει να τον αποκοιμίσει» (1370-88)
Αλλά, τι θαύμα! Ξαφνικά ο νέος γαληνεύει, λες και δεν πονάει πια. Του μίλησε η θεά που λατρεύει και ξαλάφρωσε το κορμί του από τους φρικτούς πόνους (1392). Τώρα μαθαίνει από το στόμα της θεάς ότι η Αφροδίτη ήταν η καταστροφή του (1400) και καθώς δεν έσβησε η υιική στοργή του, τρεις φορές τον συνταράσσουν λυγμοί (1405, 07, 09) για τη δυστυχία του πατέρα του.
Ακούει και τα μελλούμενα από το στόμα της θεάς: Το δίκαιο και η εκδίκηση θα ικανοποιηθούν, η θεά του θα σκοτώσει ένα πολύ αγαπημένο της Αφροδίτης (1416-22). Δε θα λησμονηθεί το άδικα σκοτωμένο παλληκάρι. Μεγάλες τιμές θα απολαμβάνει στην Τροιζήνα. Εκεί αιώνια θα του πλέκουν τραγούδια οι κοπέλες και θα του προσφέρουν το δάκρυ τους και τα μαλλιά τους (1423-30). Θα είναι στην Τροιζήνα ο προστάτης θεός της παρθενικής νεότητας.
Είπε όσα είχε να πει η θεά και έφυγε για να μη παρασταθεί στο ψυχομάχημά του. Τέτοιο πράγμα δεν επιτρέπεται να βλέπουν οι θεοί. Τώρα το σκοτάδι του θανάτου έρχεται να σβήσει τα μάτια του παλληκαριού (1444), που στενάζοντας ο πατέρας του το κρατάει στην αγκαλιά του. Και λίγο πριν κλείσει για πάντα τα μάτια του ο γιος του, που δεν του έσβησε ούτε στο ψυχομάχημά του η υιική στοργή, συγχωρεί τον πατέρα του και με δίκαια υπερηφάνεια του εύχεται σαν αυτόν τον αδικοχαμένο να είναι και τα γνήσια τα παιδιά του. Ενάρετος έζησε, ενάρετος πέθανε. Και γι’ αυτό πολλοί θα τον κλάψουν καθώς θα εξαπλώνεται η είδηση για το χαμό του, βεβαιώνει ο Χορός με τους τελευταίους ανάπαιστους, που ρυθμίζουν το βήμα της εξόδου του από την ορχήστρα, και που τους ακούμε σαν αντίλαλο επιβεβαιωτικό του πατρικού επαίνου (1459-60):
«Σύνορα της Αθήνας και της Παλλάδας ξακουστά, τι παλληκάρι θα στερηθείτε».
Αλλά, τι θαύμα! Ξαφνικά ο νέος γαληνεύει, λες και δεν πονάει πια. Του μίλησε η θεά που λατρεύει και ξαλάφρωσε το κορμί του από τους φρικτούς πόνους (1392). Τώρα μαθαίνει από το στόμα της θεάς ότι η Αφροδίτη ήταν η καταστροφή του (1400) και καθώς δεν έσβησε η υιική στοργή του, τρεις φορές τον συνταράσσουν λυγμοί (1405, 07, 09) για τη δυστυχία του πατέρα του.
Ακούει και τα μελλούμενα από το στόμα της θεάς: Το δίκαιο και η εκδίκηση θα ικανοποιηθούν, η θεά του θα σκοτώσει ένα πολύ αγαπημένο της Αφροδίτης (1416-22). Δε θα λησμονηθεί το άδικα σκοτωμένο παλληκάρι. Μεγάλες τιμές θα απολαμβάνει στην Τροιζήνα. Εκεί αιώνια θα του πλέκουν τραγούδια οι κοπέλες και θα του προσφέρουν το δάκρυ τους και τα μαλλιά τους (1423-30). Θα είναι στην Τροιζήνα ο προστάτης θεός της παρθενικής νεότητας.
Είπε όσα είχε να πει η θεά και έφυγε για να μη παρασταθεί στο ψυχομάχημά του. Τέτοιο πράγμα δεν επιτρέπεται να βλέπουν οι θεοί. Τώρα το σκοτάδι του θανάτου έρχεται να σβήσει τα μάτια του παλληκαριού (1444), που στενάζοντας ο πατέρας του το κρατάει στην αγκαλιά του. Και λίγο πριν κλείσει για πάντα τα μάτια του ο γιος του, που δεν του έσβησε ούτε στο ψυχομάχημά του η υιική στοργή, συγχωρεί τον πατέρα του και με δίκαια υπερηφάνεια του εύχεται σαν αυτόν τον αδικοχαμένο να είναι και τα γνήσια τα παιδιά του. Ενάρετος έζησε, ενάρετος πέθανε. Και γι’ αυτό πολλοί θα τον κλάψουν καθώς θα εξαπλώνεται η είδηση για το χαμό του, βεβαιώνει ο Χορός με τους τελευταίους ανάπαιστους, που ρυθμίζουν το βήμα της εξόδου του από την ορχήστρα, και που τους ακούμε σαν αντίλαλο επιβεβαιωτικό του πατρικού επαίνου (1459-60):
«Σύνορα της Αθήνας και της Παλλάδας ξακουστά, τι παλληκάρι θα στερηθείτε».
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου