Βρισκόμαστε στην τελευταία περίοδο του Πελοποννησιακού Πολέμου. Μετά από τη λαμπρή επιτυχία του αθηναϊκού στόλου στη ναυμαχία της Κυζίκου, οι Αθηναίοι έγιναν και πάλι κύριοι του Ελλησπόντου.
Επικεφαλής του αθηναϊκού στόλου ήταν ο Αλκιβιάδης, ο οποίος, εκτός από τις προσπάθειες να επαναφέρει την περιοχή υπό αθηναϊκή ηγεμονία, ίδρυσε και το «δεκατευτήριον» στο Βόσπορο, τελωνείο δηλαδή από το οποίο οι Αθηναίοι θα εισέπρατταν το φόρο της δεκάτης (δασμούς 10%) από όλα τα εμπορικά πλοία που θα διέσχιζαν το Βόσπορο.
Όλα έδειχναν πως η Αθήνα είχε αποκαταστήσει τη δύναμή της, πως ο φριχτός αυτός πόλεμος θα τελείωνε και πως επιτέλους θα υπογραφόταν συνθήκη με τους Σπαρτιάτες.
Όμως, ενώ οι Λακεδαιμόνιοι είχαν στείλει πρέσβεις για να διαπραγματευτούν τους όρους της ειρήνης, οι πολεμοκάπηλοι, για προφανείς λόγους, παρέσερναν τους Αθηναίους στη συνέχιση του αιματηρού και παράλογου εκείνου πολέμου.
Στρατηγός του αθηναϊκού στόλου παραμένει ο Αλκιβιάδης, ενώ του πελοποννησιακού αναλαμβάνει τώρα ο Λύσανδρος.
Οι στρατηγικές εξελίξεις έδειχναν στους Αθηναίους ότι έπρεπε να ναυμαχήσουν εναντίον του Λύσανδρου στην Έφεσο. Εκεί, η νίκη της ναυμαχίας θα εξασφάλιζε το Αιγαίο και τα Στενά.
Τα πράγματα τελικά δεν ήταν τόσο απλά, γιατί τα ταμεία των Αθηνών ήταν άδεια και ο Αλκιβιάδης προσπαθούσε να αναζητήσει λάφυρα ως αμοιβή για τους άνδρες του.
Αυτό τον έκανε να καθυστερεί να ναυμαχήσει, γεγονός που εκμεταλλεύτηκαν οι αντίπαλοι, οι οποίοι είχαν το χρόνο να συγκροτήσουν το ναυτικό τους και να εκπαιδεύσουν τα πληρώματά τους.
Επιπροσθέτως, είχαν την οικονομική βοήθεια και υποστήριξη από τον μέγα βασιλέα.
Έτσι, ο Λύσανδρος, από τις περσικές ενισχύσεις έδιδε μισθό τεσσάρων οβολών για κάθε ναύτη, σε αντίθεση με τον Αλκιβιάδη, ο οποίος δυσκολευόταν πολύ να δώσει ακόμα και τους τρεις οβολούς που θεωρούνταν, τρόπο τινά, ο συνήθης μισθός για την εποχή εκείνη.
Θα πρέπει εδώ να σημειωθεί ότι ο μισθός ήταν από αρχαιοτάτων χρόνων ένας σημαντικός παράγοντας για να επιλέξει ο ναυτικός σε ποιο στόλο ή σκάφος θα ανήκε (Θουκυδίδου, Ιστοριών Α’ 31). Οπότε, δεν θα πρέπει να κρίνουμε αυστηρά εκείνους που λιποτακτούσαν από τον αθηναϊκό στόλο και πήγαιναν στον πελοποννησιακό λόγω υψηλότερων αμοιβών.
Με ολοένα περισσότερους άνδρες λοιπόν ο Λύσανδρος είχε συγκροτήσει το ναυτικό του και είχε ανελκύσει στην ξηρά της Εφέσου τα πλοία του. Με την αίσθηση της υπεροχής και με την ικανοποίηση ότι συγκέντρωνε ολοένα και περισσότερους ναύτες, με την ησυχία του, καθάριζε και επισκεύαζε τα πλοία του.
Κατά τον Πλούταρχο (Αλκιβιάδης, 35), ο Αλκιβιάδης, βλέποντας πως έχουν τα πράγματα, πήγε στην Καρία για να εξασφαλίσει πηγές χρηματοδότησης. Άφησε επικεφαλής του στόλου του τον προσωπικό του κυβερνήτη Αντίοχο με την εντολή «να μη ναυμαχήσει, ακόμα και αν του επιτεθούν».
Κατά τον Ξενοφώντα (Ελληνικά Α’ 5, 11), ο Αλκιβιάδης άφησε τον Αντίοχο με την ίδια εντολή κι έφυγε όχι για την Καρία αλλά για να βοηθήσει τον Θρασύβουλο ο οποίος οχύρωνε τη Φώκαια. Από την άλλη, ο Διόδωρος Σικελιώτης (Ιστορική Βιβλιοθήκη ΙΓ’ 71) μας λέγει ότι όταν ο Αλκιβιάδης έμαθε ότι ο Λύσανδρος αρματώνει τον στόλο του στην Έφεσο, έβαλε πλώρη για να τον αντιμετωπίσει με όλο του τον στόλο.
Επειδή κανείς δεν βγήκε να ναυμαχήσει τότε, προσόρμισε τα περισσότερα πλοία του στο Νότιον, παρέδωσε την αρχηγία στον Αντίοχο, με τις ίδιες πάντα εντολές, και κατευθύνθηκε προς τις Κλαζομενές, που ήταν σύμμαχος πόλη των Αθηναίων και υπέφερε από λεηλασίες κάποιων εξορίστων.
Όποια όμως και αν ήταν η αιτία της απουσίας του Αλκιβιάδη, αυτό που έχει σημασία τελικά είναι ότι σε εκείνη την κρίσιμη στιγμή απουσίαζε, έχοντας αφήσει πίσω του όχι έναν στρατηγό αλλά έναν κυβερνήτη!
Η ναυμαχία στο Νότιον
Παρά την εντολή που είχε λάβει ο Αντίοχος από τον Αλκιβιάδη «να μην εμπλακεί σε ναυμαχία μέχρι να επιστρέψει ο ίδιος» (Διοδώρου Σικελιώτου, ΙΓ’ 71, 1), αυτός επάνδρωσε τα δέκα καλύτερα πλοία του στόλου, ενώ στους κυβερνήτες έδωσε εντολή να έχουν τα υπόλοιπα σε ετοιμότητα σε περίπτωση που χρειαστεί να ναυμαχήσουν.
Κατόπιν κατευθύνθηκε εναντίον των εχθρών και τους προκαλούσε σε ναυμαχία: «Έπλευσε με αυτές (τις τριήρεις) στην Έφεσο, και, παραπλέοντας κοντά στις πλώρες των εχθρών, έλεγε και έπραττε πολλά ακόλαστα και βωμολόχα» («επιπλεύσαι τη Εφέσω και παρά τας πρώρας των πολεμίων νεών πολλά και πράττων και φθεγγόμενος ακόλαστα και βωμολόχα παρεξελαύνειν»/Πλουτάρχου, Αλκιβιάδης, 35).
Αυτή η ανώριμη συμπεριφορά σίγουρα δεν αρμόζει σε κάποιον υπαξιωματικό του Πολεμικού Ναυτικού. Ο Αντίοχος δεν χωρεί αμφιβολία, όχι μόνο για το ότι ήθελε να προκαλέσει ναυμαχία αλλά και για το ότι ήθελε να εφαρμόσει ξανά την τακτική που είχε ακολουθήσει με επιτυχία ο Αλκιβιάδης στη ναυμαχία της Κυζίκου.
Μια ευφυέστατη τακτική η οποία ήταν πολύ καλά μελετημένη από έναν σπουδαίο στρατηγό.
Με λίγα λόγια, ο Αντίοχος ήθελε να προκαλέσει τον εχθρό δείχνοντάς του ότι διαθέτει λιγότερα πλοία, να τον παρασύρει στ’ ανοιχτά και μετά να τον αιφνιδιάσει με την επίθεση όλου του στόλου, ο οποίος με κάποιο «μαγικό» τρόπο θα είχε πετύχει και την υπερφαλάγγιση.
Όμως, ο Αντίοχος, δεν είχε προχωρήσει σε μελέτη χώρου, στόλου και παραμέτρων και δεν είχε καθορίσει έναν σαφή και εφικτό αντικειμενικό σκοπό, πράγμα που αποτελεί θεμελιώδες δόγμα στρατηγικής.
Αντιθέτως, ο κυβερνήτης προέβη σε ενέργειες για εντυπωσιασμό, κάτι που οδήγησε σε άσκοπη ανάλωση δυναμικού, κρίση της αξιοπιστίας της διοικήσεως, πτώση του ηθικού και λήξη της επιχειρήσεως με αποτυχία. Φυσικά δεν πρέπει να παραβλέψουμε και το μέγα σφάλμα στη στρατηγική του, το οποίο ήταν να επαναλάβει ακριβώς την ίδια τακτική στον ίδιο εχθρό!
Ο Λύσανδρος, από την άλλη, ήταν ένας στρατηγός που είχε διακριθεί στο παρελθόν και που είχε μελετήσει πολύ σοβαρά τη στρατηγική των Αθηναίων.
Αν και στη ναυμαχία της Κυζίκου επικεφαλής του σπαρτιατικού στόλου ήταν ο Μίνδαρος, αυτό δεν εμπόδισε τον Λύσανδρο να μελετήσει όλες τις παραμέτρους σε μια ναυμαχία στην οποία ο στόλος του είχε χάσει.
Επιπλέον, ο Λύσανδρος γνώριζε ήδη ότι ο Αλκιβιάδης έλειπε και ότι είχε αναθέσει τη διοίκηση του στόλου του σε έναν άπειρο υπαξιωματικό.
Έχοντας αντιληφθεί λοιπόν πώς είχε η κατάσταση, θα πρέπει να ένιωθε απολύτως ικανοποιημένος μπροστά σε τέτοια ευκαιρία για διττή επιτυχία: και να κερδίσει τη ναυμαχία και να ρεζιλέψει εντελώς τον αθηναϊκό στόλο.
Αυτό λοιπόν και έπραξε. Αρχικά καταδίωξε τον Αντίοχο με λίγα πλοία. Οι Αθηναίοι έσπευσαν να βοηθήσουν τον Αντίοχο.
Ο Λύσανδρος συνέταξε όλο το στόλο του σε τάξη μάχης. Από το Νότιον, η κύρια δύναμη του αθηναϊκού στόλου είδε το μικρό στολίσκο του Αντίοχου να επιστρέφει, με τον εχθρικό στόλο να τον ακολουθεί σε απόσταση αναπνοής.
Επικράτησε πανικός! Δεν υπήρχε χρόνος ούτε για την εξεύρεση της κατάλληλης ηγεσίας ούτε για ανάλογο σχηματισμό μάχης. Τα αθηναϊκά πλοία καθελκύονταν στη θάλασσα όπως-όπως. Αντίθετα, ο στόλος του Λυσάνδρου ναυμαχούσε με τάξη, σκότωσε τον Αντίοχο, συνέλαβε πολλά πλοία και αιχμαλώτους, και φυσικά έστησε τρόπαιο νίκης.
Τελικά, το σχέδιο της ακαριαίας εκτονώσεως μαχητικής ισχύος στο ευάλωτο σημείο του εχθρού, και καλά μελετημένο ήταν και εφαρμόστηκε στη ναυμαχία.
Η κεραυνοβόληση του αντιπάλου έγινε. Όχι όμως από τον Αντίοχο αλλά από τον Λύσανδρο! Η επιθυμία του Αντίοχου λειτούργησε ως «μπούμερανγκ» για τον ίδιο, ο οποίος είχε φροντίσει να έχει ανοιχτά πολλά ευάλωτα σημεία.
Όταν ο Αλκιβιάδης έμαθε τι έγινε ήταν βέβαια αργά. Επέστρεψε με τα υπόλοιπα πλοία του και κινήθηκε με όλο πλέον το στόλο του, προκαλώντας τον Λύσανδρο: «Εκείνος όμως αρκούνταν στη νίκη του και δεν κινήθηκε κατά του Αλκιβιάδη» («Ο δ’ ηγάπα νενικηκώς και ουκ αντανήγετο»/Πλουτάρχου, Αλκιβιάδης, 35).
Το «παράδοξο» της εκλογής του Αντίοχου
Για τον Αντίοχο, οι πληροφορίες που έχουμε, αν και δεν είναι επαρκείς, σκιαγραφούν ωστόσο την προσωπικότητά του. Κατά τον Διόδωρο τον Σικελιώτη, ο Αντίοχος ήταν ένας άνθρωπος «εκ φύσεως επιπόλαιος» («ων τη φύσει πρόχειρος»/ΙΓ’ 71, 1), ενώ, κατά τον Πλούταρχο, «ήταν μεν καλός κυβερνήτης, αλλά κατά τα άλλα ήταν ανόητος και υπερόπτης» («αγαθός μεν ην κυβερνήτης, ανόητος δε τάλλα και φορτικός»/Αλικιβιάδης, 35).
Έτσι εγείρεται το ερώτημα αφού αυτός ο άνθρωπος είχε ελαττώματα ασυμβίβαστα με την ιδιότητα του στρατηγού, τότε γιατί τον επέλεξε ο Αλκιβιάδης ως προσωρινό στρατηγό σε μια τόσο κρίσιμη ναυμαχία; Δεν υπήρχαν άλλοι, ικανότεροι, με πείρα, που είχαν διατελέσει στρατηγοί και στο παρελθόν;
Ακόμα και αν οι στρατηγοί του Αλκιβιάδη έλειπαν σε άλλες αποστολές, τότε θα έπρεπε να διοριστεί ένας τριήραρχος που είχε πείρα και είχε διακριθεί σε προηγούμενες ναυμαχίες. Γιατί όμως, αντ’ αυτού, στρατηγός διορίστηκε ένας «ανόητος» υπαξιωματικός;
Κατά μία άποψη
Οι περισσότεροι αξιωματικοί λόγω παλαιοτέρων πολεμικών διακρίσεων τους και ανεξαρτησίας πνεύματος δεν θα υπάκουαν στην εντολή να μην πλεύσουν εναντίον των πλοίων του Λύσανδρου.
Θα το θεωρούσαν ευκαιρία για να «κλέψουν» λίγη από τη δόξα της ναυμαχίας.
Ένας απλός κυβερνήτης, όμως, και δη άπειρος, δεν θα αποτολμούσε να προβεί σε τόσο μεγάλο εγχείρημα, πόσο μάλλον όταν είχε διατελέσει και για κάποιο διάστημα προσωπικός κυβερνήτης του πλοίου του Αλκιβιάδη.
Τελικά βέβαια αποδείχτηκε εσφαλμένη αυτή η εκτίμηση του Αλκιβιάδη, αφού ο Αντίοχος υπήρξε αναμφισβήτητα λανθασμένη επιλογή.
Κατ’ άλλη άποψη
Εφόσον υπήρξε επί πολλά έτη ο προσωπικός κυβερνήτης του, αποκλείεται ο Αλκιβιάδης να μη γνώριζε τα ελαττώματά του: εκ φύσεως επιπόλαιος, ανόητος και υπεροπτικός.
Επιπροσθέτως, γνωρίζουμε ότι ο Αλκιβιάδης ήταν άνθρωπος ευφυέστατος και ως στρατηγός γνώριζε ότι η σπουδαιότητα του «διοικείν είναι το εκλέγειν», γεγονός που μας οδηγεί στο να αποκλείσουμε ότι διέπραξε ένα τόσο μεγάλο σφάλμα ως προς την επιλογή του σωστού ανθρώπου για τη συγκεκριμένη ναυμαχία.
Εάν δεχθούμε όμως αυτή την άποψη, τότε γεννάται ένα περίεργο ερώτημα: μήπως ο Αλκιβιάδης είχε αντιληφθεί ότι με άδεια ταμεία και διαρκείς λιποταξίες το «παιχνίδι» ήταν πλέον χαμένο;
Μήπως ήθελε να χρεωθεί κάποιος άλλος, και όχι αυτός, την ήττα; Οπότε, ένας αξιωματικός με πείρα θα καταλάβαινε ότι τα πράγματα ήταν πολύ δύσκολα και θα περίμενε τον Αλκιβιάδη να επιστρέψει για να χειριστεί την κατάσταση τηρώντας ακριβώς την εντολή του, ενώ ένας ανόητος δεν θα μπορούσε να αντιληφθεί την κρισιμότητα της κατάστασης και ένας υπερόπτης θα εκμεταλλευόταν την ευκαιρία προκειμένου να διακριθεί, δίχως να υπολογίσει το κόστος.
Ο Αντίοχος ήταν το κατάλληλο πρόσωπο γιατί διέθετε όλα τα παραπάνω χαρακτηριστικά.
Το γεγονός βέβαια ότι αργότερα προκαλούσε ο Αλκιβιάδης για ναυμαχία τον Λύσανδρο μπορεί να θεωρηθεί ως «κίνηση μπαλαντέρ», αφού, από τη μία, δικαιώνει την πρώτη άποψη, αλλά από την άλλη, δεν αποκλείει και την περίπτωση αυτό να έγινε ακριβώς για να δικαιώσει την πρώτη άποψη.
Σκέψεις & Συμπεράσματα
Ενώ η λαμπρή νίκη της Κυζίκου τους είχε εξασφαλίσει πολλά πλεονεκτήματα, τώρα, με τη ναυμαχία στο Νότιον, οι Αθηναίοι χάνουν την κυρίαρχη θέση τους στην Ιωνία.
Αντίθετα, οι Σπαρτιάτες διαθέτουν πολλές πηγές χρηματοδότησης, στόλο συνεχώς διογκούμενο και ηθικό υψηλό!
Ίσως αυτό το «φιάσκο» στο Νότιον να προκαλεί πολλά ερωτήματα αλλά και αντιφατικά συναισθήματα.
Αδιαμφισβήτητο όμως είναι ότι η λήξη του Πελοποννησιακού Πολέμου μοιάζει να πλησιάζει και η πλάστιγγα γέρνει πλέον υπέρ της Σπάρτης.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΚΑΙ Η ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΚΕΡΔΙΖΕΙ ΤΗΝ ΜΑΧΗ ΚΑΙ ΟΧΙ ΟΙ ΑΡΙΘΜΟΙ .
ΑπάντησηΔιαγραφή