Μια από τις τραγωδίες του Ευριπίδη που έχει διασωθεί στο ακέραιο είναι η “Ελένη”.
Η υπόθεσή της εκτυλίσσεται στην Αίγυπτο και συγκεκριµένα στο νησί Φάρος.
Εκεί η ηρωίδα έχει µεταφερθεί από τον Ερµή και διαµένει στο ανάκτορο του βασιλιά Πρωτέα ενώ το είδωλό της ακολουθεί τον Πάρη στην Τροία. Ο Πρωτέας πεθαίνει και ο διάδοχός του Θεοκλύµενος τη ζητά σε γάµο. Η Ελένη όµως παραµένει πιστή στο Μενέλαο, τον άντρα της, και αρνείται να τον παντρευτεί. Ο Τεύκρος την πληροφορεί για την καταστροφή της Τροίας και της λέει πως ο Μενέλαος πιθανόν να έχει σκοτωθεί. Η Ελένη τον συµβουλεύει να κρυφτεί, γιατί ο βασιλιάς σκοτώνει όλους τους Έλληνες που φτάνουν στη χώρα του, ενώ εκείνη (συµβουλευόµενη το χορό) επισκέπτεται τη µάντισσα Θεονόη για να εξακριβώσει την αλήθεια.
Ο Μενέλαος εµφανίζεται και διηγείται πώς περιπλανήθηκε πολύ στη θάλασσα και πώς έφτασε σ΄αυτό τον άγνωστο τόπο µε την – όπως πιστεύει- γυναίκα του. Όµως, η γερόντισσα που είναι υπηρέτρια στο παλάτι, τον πληροφορεί πως η πραγµατική του γυναίκα βρίσκεται εκεί.
Επακολουθεί η αναγνώριση των δύο συζύγων και η χαρά τους είναι µεγάλη αλλά δεν κρατάει πολύ δυστυχώς.
Ο Μενέλαος κινδυνεύει από τον Θεοκλύµενο και πρέπει να κρυφτεί. Αυτός αρνείται να το κάνει και η µάντισσα που τον αναγνωρίζει, πείθεται να µην τον προδώσει.
Η Ελένη ξεγελά τον Θεοκλύµενο και παίρνει πλοίο µε ναύτες τάχα για να σκορπίσει την τέφρα του Μενέλαου ενώ στην πραγµατικότητα φεύγει µαζί του. Ο Θεοκλύµενος το µαθαίνει όταν αυτοί έχουν φύγει και θέλει να σκοτώσει την Θεονόη που τους κάλυψε, όµως οι ∆ιόσκουροι που εµφανίζονται τον αποτρέπουν.
Είναι – φαίνεσθαι
Στην τραγωδία αυτή παρατηρούμε πως οτιδήποτε νομίζουμε αληθινό, αποδεικνύεται ψέμα, και ό,τι είναι ψέμα μπορεί να είναι η μεγαλύτερη αλήθεια. Ο υπαινιγμός είναι σαφής. Δεν είναι πάντα τα φαινόμενα αυτά που πρέπει να καθορίζουν τη δράση μας, μα η εξέταση τους σε βάθος μέχρι να φανεί η αλήθεια. Αυτό φαίνεται στους στίχους 80-82 με την αντίθεση «όνομα», «σώμα». Συνεπώς, ο άνθρωπος δεν πρέπει να στηρίζεται μόνο στις αισθήσεις του αλλά και στη νόηση του και πως πρέπει να αναζητάμε την αλήθεια στην ουσία και όχι στην εικόνα των καταστάσεων.
Η πλάνη, που ζουν οι άνθρωποι, φαίνεται στην εμφάνιση του Τεύκρου όπου ενισχύεται η βασική ιδέα του Ευριπίδη πως οι Έλληνες πιστεύουν ότι πολεμούν εξαιτίας της άπιστης Ελένης, ενώ στην πραγματικότητα η Ελένη δεν πήγε ποτέ στην Τροία και ο πόλεμος ήταν μάταιος. Μέσα από τα λόγια της Ελένης εξελίσσεται η ιδέα της βασικής αντίθεσης του έργου ανάμεσα στη φαινομενικότητα και την πραγματικότητα. Δύο φορές η Ελένη αναφέρεται στο όνομα της που είναι ντροπιασμένο σε όλη την Ελλάδα και αποτελεί την αιτία συμφορών, σε αντίθεση με την ίδια που παραμένει αγνή, αμόλυντη και πληρώνει χωρίς να φταίει.
Ειδικότερα, στην τραγωδία βρίσκονται αντιμέτωποι ο κόσμος της πραγματικότητας και ο κόσμος της ψευδαίσθησης. Παρατηρούμε όμως ότι ο Μενέλαος μένει προσκολλημένος πεισματικά στο «φαίνεσθαι», παρότι βρίσκεται σε βαθιά σύγχυση από τα λόγια της γερόντισσας. Ο Ευριπίδης οδηγεί τους θεατές να προχωρήσουν σε δικούς τους προβληματισμούς γύρω από αυτή την αντίθεση με τις ρητορικές ερωτήσεις που βάζει στο στόμα του Μενέλαου: «υπάρχει Σπάρτη αλλού…;¨», «Δεύτερη υπάρχει στον κόσμο Λακεδαίμονα;». Άρα υπάρχει το ερώτημα αν τελικά αυτός ο πόλεμος γίνεται για αληθινούς λόγους.
ΑΡΙΣΤΗ ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΗ ΠΛΟΚΗ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΡΧΑΙΟΥΣ ΤΡΑΓΩΔΟΥΣ ΠΟΥ ΖΗΛΕΥΟΥΝ ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ ΜΕΓΑΛΟΙ ΘΕΑΤΡΙΚΟΙ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΑΡΑΓΟΥΝ ΤΑ ΕΡΓΑ ΤΟΥΣ
ΑπάντησηΔιαγραφή