Γιατί δεν αλλάζουμε; Ίσως ν’ αλλάζουμε λιγάκι, εδώ κι εκεί, κομμάτι κομμάτι, γιατί όμως δεν αλλάζουμε ριζικά όλο τον τρόπο συμπεριφοράς μας, τον τρόπο ζωής μας, την καθημερινή μας φύση; Τεχνολογικά, ο κόσμος γύρω μας προχωράει μ’ εκπληκτική ταχύτητα, ενώ εσωτερικά παραμένουμε λίγο πολύ ίδιοι όπως είμαστε για αιώνες κι αιώνες. Έτσι όπως είμαστε πιασμένοι σ’ αυτή την παγίδα -και είναι μια φοβερή παγίδα- αναρωτιέται κανείς γιατί δεν τη σπάζουμε, γιατί παραμένουμε νωθροί κι ανόητοι, άδειοι, στενόμυαλοι, επιπόλαιοι και λίγο-πολύ βλάκες. Μήπως επειδή δεν ξέρουμε τον εαυτό μας; Αφήνοντας καταμέρος τις ιδέες των διάφορων ειδικών, με τις ιδιαίτερες απόψεις και τα δόγματά τους, βλέπουμε ότι ποτέ δεν έχουμε ερευνήσει πραγματικά τον εαυτό μας, ποτέ δεν εμβαθύναμε στον εαυτό μας για ν’ ανακαλύψουμε τι είμαστε πραγματικά. Αυτός είναι ο λόγος που δεν αλλάζουμε; ‘Η μήπως φταίει τ’ ότι δεν έχουμε την αναγκαία ενέργεια; ‘Η επειδή βαριόμαστε -όχι μόνο τον εαυτό μας αλλά και τον κόσμο, έναν κόσμο που έχει πολύ λίγα να προσφέρει εκτός από αυτοκίνητα, μεγαλύτερα δωμάτια μπάνιο κι όλα τ’ άλλα; Βαριόμαστε λοιπόν εξωτερικά και πιθανότατα βαριόμαστε και τους εαυτούς μας, γιατί είμαστε πιασμένοι σ’ αυτή την παγίδα και δεν ξέρουμε πώς να βγούμε απ’ αυτήν. Φαίνεται επίσης ότι είμαστε φοβερά τεμπέληδες. Ένας λόγος παραπάνω που, γνωρίζοντας τον εαυτό μας, δεν πρόκειται ν’ αποκτήσουμε τελικά κανένα κέρδος, καμιά ανταμοιβή, και οι πιο πολλοί από μας είμαστε διαμορφωμένοι με το κίνητρο του κέρδους.
Αυτοί λοιπόν μπορεί να είναι μερικοί από τους λόγους που δεν αλλάζουμε. Γνωρίζουμε ποια είναι η παγίδα, γνωρίζουμε τι είναι η ζωή κι όμως, εξακολουθούμε να σερνόμαστε μονότονα ναι κουρασμένα μέχρι να πεθάνουμε. Αυτή φαίνεται να ‘ναι η μοίρα μας. Κι όμως, είναι άραγε τόσο δύσκολο να ερευνήσουμε πολύ βαθιά τους εαυτούς μας και να μεταμορφωθούμε; Αναρωτιέμαι αν έχει ποτέ κανείς κοιτάξει τον εαυτό του, αν τον έχει ποτέ γνωρίσει. Από τούς αρχαίους χρόνους το λένε και το ξαναλένε: «Γνώθι σαυτόν». Το ίδιο επιχειρούν να πουν και οι σύγχρονοι φιλόσοφοι, αν και κάπως πιο μπερδεμένα εξαιτίας της ειδικής ορολογίας τους και των θεωριών τους.
Μπορεί κανείς να γνωρίσει τον εαυτό του, όχι μόνο στο συνειδητό επίπεδο, αλλά και στα βαθύτερα, κρυφά επίπεδα του νου; Χωρίς να γνωρίζει κανείς τον εαυτό τον σίγουρα, δεν έχει βάσεις για μια πραγματική, σοβαρή δράση, δεν έχει τα θεμέλια για να χτίσει γερά. Αν δεν γνωρίζεις τον εαυτό σου, ζεις μια επιπόλαιη ζωή. Μπορεί να είσαι πολύ έξυπνος, μπορεί να γνωρίζεις όλα τα βιβλία του κόσμου και να μπορείς να παραθέτεις αποσπάσματα, αλλά αν δεν γνωρίζεις τον εαυτό σου πώς είναι δυνατό να πας πέρα από το επιφανειακό; Είναι δυνατό να γνωρίσει κανείς τον εαυτό του με τέτοια πληρότητα ώστε αυτή ακριβώς η παρατήρησή του σαν σύνολο, να είναι απελευθέρωση απ’ αυτόν;
Μπορούμε να ερευνήσουμε τον εαυτό μας χωρίς κανένα φόβο ή προκατάληψη, χωρίς καμιά φόρμουλα ή συμπέρασμα, ώστε να βρούμε τι είμαστε; Αυτή η έρευνα απαιτεί ελευθερία. Δεν είναι δυνατό να ερευνήσεις τον εαυτό σου ή το σύμπαν που είμαστε μέρος του, αν δεν υπάρχει ελευθερία -ελευθερία από υποθέσεις, θεωρίες και συμπεράσματα, ελευθερία από τεχνάσματα. Επιπλέον, για να ερευνήσεις χρειάζεσαι έναν κοφτερό νου, ένα νου που να ‘ναι ευαίσθητος. Αλλά ο νους δεν μπορεί να είναι ευαίσθητος, αν υπάρχει οποιαδήποτε μορφή πονηριάς, που του στερεί την ικανότητα να ερευνήσει όλη τη δομή του εαυτού του. Ας προχωρήσουμε λοιπόν σ’ αυτό το ζήτημα μαζί, όχι μόνο μέσα από λεκτική επικοινωνία αλλά και μη λεκτικά, πράγμα που είναι πιο συναρπαστικό και που απαιτεί πολύ περισσότερη ενέργεια προσοχής. ‘Όταν είσαι ελεύθερος να ερευνήσεις, έχεις την ενέργεια. Δεν έχει κανείς την ενέργεια, το κίνητρο, την απαραίτητη ένταση, όταν έχει κιόλας καταλήξει σ’ ένα συμπέρασμα, σε μια φόρμουλα. Λοιπόν, μπορούμε προς το παρόν να παραμερίσουμε όλες τις φόρμουλες που έχουμε, τα συμπεράσματά μας και τις προκαταλήψεις σχετικά με τον εαυτό μας -τι είμαστε, τι θα ‘πρεπε να είμαστε, τι δεν θα ‘πρεπε να είμαστε, κ.ο.κ.- να παραμερίσουμε όλα αυτά και να παρατηρήσουμε πραγματικά;
Κανείς μπορεί να παρατηρήσει τον εαυτό του μόνο μέσα στις σχέσεις. Δεν έχουμε άλλο μέσο παρατήρησης του εαυτού μας, γιατί (εκτός από εκείνους που είναι ολότελα νευρωτικοί) δεν είμαστε απομονωμένα ανθρώπινα όντα -αντίθετα, σχετιζόμαστε με όλα όσα μας αφορούν. Και από τις σχέσεις, μέσα από την παρατήρηση των αντιδράσεών του, των σκέψεων και των κινήτρων του, μπορεί κανείς να παρατηρήσει χωρίς λόγια αυτό που είναι.
Έχουμε όμως ένα πραγματικό πρόβλημα: πως να παρατηρούμε -όχι σαν ένας εξωτερικός παρατηρητής που έχει κιόλας καταλήξει σε ορισμένα συμπεράσματα σχετικά με τον εαυτό του, αλλά πώς να παρατηρούμε απλά. Να έχουμε επίγνωση χωρίς εκλογή, χωρίς κατευθυντήρια γραμμή, χωρίς ν’ αποφασίζουμε τι πρέπει ή δεν πρέπει να κάνουμε: απλώς να παρατηρούμε αυτό που συμβαίνει πραγματικά. Για να το κάνουμε αυτό, πρέπει να υπάρχει ελευθερία από κάθε μορφή συμπεράσματος και δέσμευσης. Για να παρατηρήσουμε λοιπόν χωρίς λόγια, για να παρατηρήσουμε χωρίς το εμπόδιο ενός εξωτερικού παρατηρητή που κοιτάζει προς τα μέσα, πρέπει να υπάρχει ελευθερία από κάθε φόβο κι από κάθε αίσθηση σωφρονισμού.
Όταν έχει κανείς παραμερίσει το συμπέρασμα, τη φόρμουλα, το φόβο και κάθε επιθυμία να είναι άλλος απ’ αυτό που είναι, τότε τι υπάρχει; Αυτό που είμαστε είναι μια σειρά από συμπεράσματα. Αυτό που είμαστε στην πραγματικότητα είναι μια σειρά εμπειριών που βασίζονται στην ευχαρίστηση και τον πόνο, στις μνήμες, στο παρελθόν. Είμαστε το παρελθόν. Δεν υπάρχει τίποτα το καινούργιο σε μας. ‘Όταν λοιπόν παρατηρεί κανείς τον εαυτό του ελεύθερα -και για να είναι ελεύθερος πρέπει να παραμερίσει όλα αυτά τα πράγματα- τι είναι πραγματικά; Αναρωτιέμαι αν έχετε ποτέ κάνει αυτή την ερώτηση στον εαυτό σας… Ποια είναι η σχέση μας μ’ όλη αυτή την ιστορία που λέγεται ζωή; Και τι είναι η ζωή έτσι όπως είναι; Φυσικά, μπορεί κανείς να δει στοιχειωδώς τι είναι στην πραγματικότητα: μια ατέλειωτη πάλη, ένα πεδίο μάχης που τ’ ονομάζουμε ζωή, μια σύγκρουση -όχι μόνο με τους άλλους αλλά και με τον εαυτό μας- πόνος, παροδικές στιγμές μεγάλης χαράς, φόβος, απελπισία και μια σειρά απογοητεύσεων· αντιφάσεις μέσα μας, τόσο στο συνειδητό όσο και στα βαθύτερα στρώματα· μια κατάσταση όπου δεν υπάρχουν σχέσεις· μεγάλη θλίψη -που γενικά είναι αυτολύπηση- μοναξιά και πλήξη. Αυτή είναι η ζωή μας όπως είναι πραγματικά. Πηγαίνετε στο γραφείο σαράντα ολόκληρα χρόνια… ξέρετε, κι είστε τόσο περήφανος για όλα αυτά, επιθετικός, ανταγωνιστικός, βάρβαρος. Αυτή είναι η ζωή μας κι αυτό ονομάζουμε ζωή. Και δεν ξέρουμε πώς να τ’ αλλάξουμε.
Βλέποντας λοιπόν όλα αυτά, βλέποντας πόσο παράλογα είναι, γιατί δεν αλλάζουμε; Αναρωτιέμαι αν κανείς το βλέπει αυτό πραγματικά, αν βλέπει τη ζωή μας όπως είναι πραγματικά ή αν τη βλέπει λεκτικά και μόνο -κι εδώ πρέπει ν’ αντιληφθούμε ότι η περιγραφή, η εξήγηση δεν είναι ποτέ αυτά που περιγράφεται ή εξηγείται. Γνωρίζοντάς τα όλ’ αυτά, βλέποντας αυτή την τεράστια σύγχυση, αθλιότητα, αυτό το βάσανο, γιατί το αποδεχόμαστε, γιατί δεν το ξεφορτωνόμαστε; Μήπως ψάχνουμε να μας βοηθήσει κάποιος άλλος; Υπήρξαν δάσκαλοι, γκουρού, σωτήρες -ω! αναρίθμητοι- αλλά εξακολουθούμε να βρισκόμαστε στο ίδιο σημείο. Έτσι χάνει κανείς ή έχασε την πίστη του γι’ αυτούς. Κι ελπίζω να την έχετε χάσει. Αυτό δε σημαίνει πως γίνεται κανείς κυνικός, πικρόχολος και σκληρός. Σημαίνει ότι βλέπει το πραγματικό γεγονός, πως εσωτερικά κανείς δεν μπορεί να μας βοηθήσει. Αναγνωρίζοντας όλα αυτά, την πραγματικότητα της ζωής όπως τη ζούμε καθημερινά, το μαρτύριο και τη βασανιστική αθλιότητα της, γιατί δεν αφοσιώνεται κανείς ολοκληρωτικά στην κατανόηση και το ξεπέρασμά της; Σε τι χρησιμεύει η παιδεία αν δεν μπορούμε να το κάνουμε αυτό; Τι κι αν γίνετε διδάκτορες Φιλοσοφίας ή ό,τι άλλο, αν όλα αυτά δεν αλλάξουν θεμελιακά;
Πρέπει τώρα να ρωτήσουμε ποια είναι η φύση της ενέργειας που χρειάζεται για να βγούμε απ’ αυτή την παγίδα, απ’ αυτόν το φαύλο κύκλο στον οποίο έχουμε πιαστεί. Τι παρέχει την αναγκαία ώθηση; Προφανώς δεν μπορεί να είναι λεκτική ούτε να πηγάζει από τους ισχυρισμούς ή τα συμπεράσματα κάποιου άλλου. Η φύση αυτής της ενέργειας είναι ελευθερία, η απαίτηση να είναι κανείς ελεύθερος. Λέγοντας ελευθερία δεν εννοούμε το να κάνετε ό,τι σας αρέσει, ελευθεριότητα, εξέγερση, απείθαρχη δραστηριότητα, κ.λ.π. Η ελευθερία δεν είναι έλλειψη πειθαρχίας: αντίθετα η ελευθερία απαιτεί μεγάλη πειθαρχία. Παρακαλώ σημειώστε εδώ ότι ενώ για τον περισσότερο κόσμο η λέξη «πειθαρχία» είναι μια άσχημη λέξη, στην πραγματικότητα σημαίνει «μάθηση». Αυτή είναι η ετυμολογική σημασία της λέξης: μάθηση, όχι συμμόρφωση, όχι μίμηση αλλά μάθηση, όχι υπακοή αλλά ανακάλυψη. Η ίδια η μάθηση ή η ανακάλυψη φέρνει τη δική της πειθαρχία. Συνεπώς η πειθαρχία, που είναι μάθηση, είναι μια σταθερή κίνηση και όχι συμμόρφωση σε κάποιο υπόδειγμα. Όταν κανείς το καταλάβει αυτό -όχι λεκτικά αλλά πραγματικά, όταν δείτε την αλήθεια του, όταν τη νιώσετε ως το μεδούλι σας- τότε θα έχετε την ενέργεια για να ξεπεράσετε αυτή τη διαμόρφωση του φόβου, αυτό το άγχος, αυτές τις οδυνηρές λύπες.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου